ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

150710 ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Προεκλογικά:

«Σας τα λέμε αυτά τώρα, για να τα θυμηθούμε αργότερα.
Τώρα που πάμε σε εκλογές τις οποίες δεν θέλαμε, για να ψηφίσουν αυτόν που θεωρούμε λιγότερο κατάλληλο για πρωθυπουργό, ώστε να εφαρμόσει την ατζέντα του άλλου, τον οποίο θέλουμε να τιμωρήσουμε, επειδή δεν εφάρμοσε όσα ζητούσαν οι άλλοι, που δεν τους ψηφίσαμε για να αποφύγουμε την άτακτη χρεοκοπία.
Άντε βγάλε άκρη!»

Πέρασαν κοντά έξι μήνες και τώρα που ήρθε το αβγό στον… πισινό, που ήρθε όμως και η ώρα να σας αφήσουμε να κάνετε διακοπές και να ξεκουραστείτε από τη φλυαρία μας (φέτος το παρατραβήξαμε λόγω δημοψηφίσματος), ας θυμηθούμε τι άλλο λέγαμε πριν φτάσουν τα πράγματα εδώ που έφτασαν:

«Όπως είπαμε κι άλλη φορά, όσοι προσεγγίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ το κάνουν έχοντας διαφορετικά πράγματα στο μυαλό τους.
Υπάρχουν εκείνοι που πιστεύουν ότι, μετά τις εκλογές, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να εφαρμόσει αυτά που λέει -και γι’ αυτό ακριβώς τον ψηφίζουν- και οι άλλοι που είναι βέβαιοι πως θα εφαρμόσει κατά γράμμα το περίφημο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης –κι έτσι τον στηρίζουν δυναμικά.

Θα μου επιτρέψετε να παρατηρήσω ότι και στις δύο προσεγγίσεις υπάρχει ένα σημαντικό σφάλμα. Το σφάλμα εντοπίζεται στο γεγονός ότι το κόμμα που θα κυβερνήσει θα έχει ένα σύνθετο έργο.
Από τη μια τη συμφωνία με τους εταίρους και τη διαχείριση του χρέους και από την άλλη την προσπάθεια αλλαγών και μεταρρυθμίσεων για την αναδιάρθρωση της οικονομίας.

Σε ποιον από τους δύο τομείς ο ΣΥΡΙΖΑ θα σταθεί συνεπής στις εξαγγελίες του και σε ποιον θα κάνει την αναμενόμενη από πολλούς κυβίστηση; Διότι το ένα συνδέεται με το άλλο. Η συμφωνία για το χρέος και τα δάνεια θα απαιτήσει αλλαγές με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ δεν (θα) συμφωνεί. Ας το πούμε χοντρικά “λιγότερο κράτος”.

Ας υποθέσουμε όμως, για τις ανάγκες της συζήτησης, ότι όλα θα πάνε κατ’ ευχήν. Ότι δηλαδή ο κύριος Τσίπρας θα πείσει την γερμανίδα καγκελάριο και τους υπόλοιπους εταίρους να μας δώσουν ό,τι θέλουμε, χωρίς να ρωτούν ούτε τι θα τα κάνουμε, ούτε πότε και πώς θα τα επιστρέψουμε.

Δηλαδή, ας υποθέσουμε ότι πράγματι γυρίζουμε στην προ χρεοκοπίας εποχή, όπου η χώρα εύρισκε δανεικά χωρίς όρια και χωρίς όρους, προκειμένου να χρηματοδοτεί τη… φιλολαϊκή πολιτική (την προσπάθεια επανεκλογής δηλαδή) όσων μας κυβερνούσαν.
Αυτό θέλουμε;

Εμείς, από την αρχή αυτής της ιστορίας, προσπαθήσαμε να πούμε ξεκάθαρα τη θέση μας: Είναι ένα σύστημα στρεβλής ανάπτυξης που χρεοκόπησε, όχι η λανθασμένη διαχείριση αυτού του συστήματος.
Εδώ βρίσκεται και η διαφωνία μας με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος πιστεύει, ούτε λίγο ούτε πολύ, πως μια χρηστή διαχείριση, από έντιμους διαχειριστές θα έχει άλλα αποτελέσματα.

Δηλαδή, εκτός από “λεφτά υπάρχουν” και από το “Τσοβόλα δωσ’ τα όλα”, έχουμε και “επανίδρυση του κράτους”, αλλά και πόλεμο με τους “νταβατζήδες”, με μια όμως πιο… αποτελεσματική εκδοχή.
Δείτε λίγο τι και ποιους υποστήριξε ο ΣΥΡΙΖΑ όλα αυτά τα χρόνια που προσπαθούσε να ρίξει την κυβέρνηση με “κινήματα”, από το “πεζοδρόμιο” και θα καταλάβετε».

Το άλλο πουλάκι:
Και αμέσως μετά τις εκλογές:

«Οι πολίτες έδειξαν με την ψήφο τους ότι επιθυμούν μια -πώς το είπε ένας φίλος;- “αριστερόστροφη” πολιτική.
Μια πολιτική που θα νοιάζεται τους πλέον αδύναμους που θα μοιράζει πιο δίκαια τα βάρη, που θα ξανακάνει κοινωνικό αγαθό την υγεία και την παιδεία, που θα αγγίξει τις ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες…

Όλα αυτά έτσι είναι και ποιος δεν τα θέλει.
Το θέμα όμως βρίσκεται αλλού, στο… θέμα που μας έβαζαν να αναπτύξουμε οι φιλόλογοι στα γυμνασιακά μας χρόνια: Δει δη χρημάτων…
Κακά τα ψέματα, το παιχνίδι θα κριθεί στην οικονομία, εκεί κρίνεται πάντοτε. Και εκεί βρισκόταν οι ενδοιασμοί και οι αντιρρήσεις όσων δεν εμπιστεύονταν τον ΣΥΡΙΖΑ.

Πού θα βρεθούν τα λεφτά; Υπάρχουν λεφτά; Από πού θα τα πάρουμε; Με τι κόστος και τι ανταλλάγματα;
Αυτά είναι τα ερωτήματα στα οποία οφείλει να απαντήσει, και μάλιστα γρήγορα, η νέα κυβέρνηση. […]

Στην οικονομία, λοιπόν. Διότι στα άλλα, τα ανώδυνα, όπως ας πούμε η κατάργηση της αξιολόγησης στο δημόσιο, τα πράγματα είναι πιο βατά.
Την κάνεις και τελειώνεις, έχοντας ικανοποιήσει ένα βασικό “λαϊκό αίτημα” και μια μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων.
Με την οικονομία τι γίνεται».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτά λέγαμε τον Ιανουάριο.

Θα μπορούσαν όμως να είναι και κουβέντες του… δημοψηφίσματος ήταν όμως τόσους μήνες πριν:
«Ο αέρας μιας μεγάλης νίκης είναι ένα ισχυρό όπλο από μόνο του. Μη ξεχνάμε ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας, έχοντας μια μακρά δημοκρατική και κοινοβουλευτική παράδοση, σέβονται τη λαϊκή ετυμηγορία, ίσως περισσότερο απ’ ό,τι εμείς οι ίδιοι.

Αυτό δεν σημαίνει ότι κάνουν τα χατίρια σε κάθε εντολοδόχο αυτής της ετυμηγορίας, σίγουρα όμως συζητούν μαζί του και τον ακούν προσεκτικά. Από εκεί και πέρα…
Μη ξεχνάμε πως και οι ίδιοι κάποιες εντολές λαμβάνουν από τους δικούς τους ψηφοφόρους.

Έχει λοιπόν η νέα κυβέρνηση ένα ισχυρό όπλο. Όλοι όμως γνωρίζουμε ότι τα όπλα πρέπει να τα χειριζόμαστε με ιδιαίτερη προσοχή. Όσο πιο ισχυρά είναι τόσο περισσότερο μπορούν να βλάψουν εμάς τους ίδιους, σε περίπτωση λάθους χειρισμού ή ατυχήματος».

Σας αφήνουμε την πιο κρίσιμη στιγμή, όπως κάνουν όλες οι «μεγάλες σειρές» που σέβονται τον εαυτό τους.
Ας ελπίσουμε πως όλα θα πάνε κατ’ ευχήν και θα συμβεί αυτό που θέλουμε οι περισσότεροι Έλληνες.
 
Καλό Καλοκαίρι!

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

150709 ΑΡΝΟΥΜΕΝΟΝ-4

Το ένα πουλάκι:
Οι επόμενες μέρες!

Τα λόγια είναι εύκολα. Αυτό το ξέρουμε όλοι, ξέρουμε επίσης ότι είναι και ανέξοδα –όχι πάντα.
Ακόμη πιο εύκολα είναι τα λόγια πριν από το αποτέλεσμα, ας πούμε μιας δημοσκόπησης, όταν μπορεί κανείς να λέει ό,τι θέλει, αν γνωρίζει ότι τις επόμενες μέρες δεν θα χρειάζεται να είναι εκεί να υποστηρίξει τις θέσεις του.

Κατηγορήθηκαν αυτοί που υποστήριξαν το ΝΑΙ, ακούστηκαν πολύ σκληρές κουβέντες εις βάρος τους, ακόμη και από ανθρώπους που έχουν δημόσιο λόγο αξιοπρόσεκτο, που τους παρακολουθούν πολλοί πολίτες. Κατηγορήθηκαν, κυρίως, για προδοτική, αντεθνική στάση (είναι οι πιο ήπιες εκφράσεις που μπόρεσα να βρω), επίσης ότι τρομοκρατούν με τις θέσεις τους, σε μια προσπάθεια να αποσπάσουν εκβιαστικά την ψήφο των υπολοίπων.

Ο καιρός όμως έχει γυρίσματα και, αν έχεις την υπομονή να περιμένεις, θα δεις ποιος δικαιώνεται και ποιος όχι. Στις μέρες μας μάλιστα, που ο πολιτικός χρόνος έχει συμπιεστεί αφάνταστα και τρέχει με υπερβολική ταχύτητα, δεν χρειάζεται να περιμένεις και πολύ.

Σας ρωτάω, λοιπόν. Κάνει κάποιος από εσάς τον κόπο να ξαναδιαβάσει δημοσιεύματα και να ακούσει τοποθετήσεις τής προηγούμενης εβδομάδας; Ποιοι από τους δημοσιογράφους μπορούν να ξαναδημοσιεύσουν αυτούσιο ένα κείμενο… προδημοψηφισματικό (είναι όπως το προεκλογικό) και το κείμενο αυτό να στέκεται, να φαίνεται λογικό, με τα σημερινά δεδομένα;

Κατηγορήθηκαν ότι τρομοκράτησαν τον κόσμο εκείνοι που έλεγαν ότι οι τράπεζες δεν θα ανοίξουν την Τρίτη (προχθές), ενώ επιβραβεύτηκαν όσοι υποστήριζαν, έδιναν μάλιστα το λόγο τους, ότι αυτό θα συμβεί οπωσδήποτε.
Κατηγορούνται για προσπάθεια εξαπάτησης των ψηφοφόρων όσοι υποστήριζαν πως με το ΟΧΙ πλησιάζουμε επικίνδυνα στην έξοδο από το Ευρώ, ενώ εκείνοι που διαβεβαίωναν ότι αυτό είναι «φιλοευρωπαϊκή» ψήφος απολαμβάνουν γενικής ασυλίας.

Πού βρισκόμαστε σήμερα; Ποια από τις δυο πλευρές μπορεί να υποστηρίξει ότι προέβλεψε με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτά που θα συμβούν; Ποιος «χρησμός» ήταν όχι ο πλέον αρεστός, αλλά ο χρησιμότερος;

Το άλλο πουλάκι:
Να ρωτήσουμε τον ποιητή;

Πρέσβεις από την Αλεξάνδρεια
Δεν είδαν, επί αιώνας, τέτοια ωραία δώρα στους Δελφούς
σαν τούτα που εστάλθηκαν από τους δυο τους αδελφούς,
τους αντιζήλους Πτολεμαίους βασιλείς. Αφού τα πήραν
όμως, ανησυχήσαν οι ιερείς για τον χρησμό. Την πείραν
όλην των θα χρειασθούν το πώς με οξύνοιαν να συνταχθεί,
ποιος απ’ τους δυό, ποιος από τέτοιους δυο να δυσαρεστηθεί.
Και συνεδριάζουνε την νύχτα μυστικά
και συζητούν των Λαγιδών τα οικογενειακά.

Αλλά ιδού οι πρέσβεις επανήλθαν. Χαιρετούν.
Στην Αλεξάνδρεια επιστρέφουν, λεν. Και δεν ζητούν
χρησμό κανένα. Κ’ οι ιερείς τ’ ακούνε με χαρά
(εννοείται, που κρατούν τα δώρα τα λαμπρά),
αλλ’ είναι και στο έπακρον απορημένοι,
μη νοιώθοντας τι η εξαφνική αδιαφορία αυτή σημαίνει.
Γιατί αγνοούν που χθες στους πρέσβεις ήλθαν νέα βαρυά.
Στην Ρώμη δόθηκε ο χρησμός· έγιν’ εκεί η μοιρασιά.

Τι να συμπληρώσουμε εμείς; Μαλώνουμε για το ποια από τις δυο απόψεις έχει δίκιο, πιστεύουμε ότι, ψηφίζοντας το ένα ή το άλλο, θα αλλάξουμε το πεπρωμένο της χώρας μας, όμως ο χρησμός έχει ήδη δοθεί στις Βρυξέλες: «Φέρτε μια πρόταση για συμφωνία και ελάτε να συζητήσουμε την παραμονή σας στο ευρώ».

Το δημοψήφισμα -δεν θα κουραστούμε να το λέμε- δεν είχε κανένα απολύτως νόημα, εκτός από το να ενισχύσει τη θέση του Αλέξη Τσίπρα στις εσωκομματικές ισορροπίες. Φαίνεται όμως, τελικά, πως ούτε αυτό έγινε, αν κρίνουμε από τη φόρα που πήραν οι… «λαφαζάνηδες», οι οποίοι δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν αριστερά και δεξιά ότι το ΟΧΙ σήμαινε ρήξη και επιστροφή στη δραχμή, γεγονός που πρέπει να σεβαστεί ο πρωθυπουργός.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ο Αλέξης Τσίπρας αυτοπαγιδεύτηκε.

Δυστυχώς, τον ακολούθησε μια μεγάλη πλειοψηφία του λαού, πιστεύοντας οι περισσότεροι πως με το ΟΧΙ ψηφίζουν «ναι στην Ευρώπη», και πως δίνουν στον πρωθυπουργό τη δύναμη να διαπραγματευτεί με καλύτερους όρους και από καλύτερη θέση.

Πώς όμως θα ήταν δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο; Φανταστείτε την εξής εικόνα: Βρίσκεσαι σε ένα διαπραγματευτικό τραπέζι και έχεις, ας πούμε, πέντε αιτήματα, τα οποία οι… «απέναντι» δεν δέχονται να ικανοποιήσουν στο έπακρο. Σηκώνεσαι, φεύγεις, και, όταν επιστρέφεις η κατάσταση έχει  επιδεινωθεί τόσο που τώρα πρέπει να ζητήσεις επτά πράγματα.

Τι έχει συμβεί στο μεταξύ; Έχεις δώσει έναν προεκλογικό αγώνα, στον οποίο έχεις πει πολύ βαριές κουβέντες για τους «απέναντι», και έχεις (απο)κομίσει ένα αποτέλεσμα το οποίο (σου το είχαν πει προεκλογικά) το θεωρούν εχθρική στάση εναντίον τους.

Κατάφερες όμως να κλείσεις τις τράπεζές σου (κι ας λες πως γι’ αυτό φταίνε οι «απέναντι»), να βυθίσεις αφάνταστα την οικονομία (αφήνω την απίστευτη ταλαιπωρία των πολιτών και τον φόβο που έχει καλλιεργηθεί), και τώρα θα πρέπει να βάλεις στο τραπέζι επιπλέον αιτήματα για να αποκατασταθεί το σκηνικό.

Πώς γίνεται, λοιπόν, να θεωρείς κι εσύ και όσοι σε ακολούθησαν επιτυχημένη τακτική την κίνηση που έκανες;
Ξέρω, είναι και το ψυχολογικό μέρος. Είναι ότι έδωσες την ευκαιρία στους πολίτες να δείξουν πως δεν σηκώνουν εκβιασμούς (που θα τους σηκώσουν μια χαρά, αν δεν θέλουν να πάνε στη δραχμή) και πως προτιμούν την υπερηφάνεια από το χρήμα (γι’ αυτό έτρεξαν στις τράπεζες να πάρουν όλα τα λεφτά τους).

Ξαναδιαβάστε, φίλοι μου, αυτά που έλεγαν οι υπέρμαχοι του ΟΧΙ και εκείνοι του ΝΑΙ την προηγούμενη εβδομάδα και δείτε την τροπή που πήρε αυτές τις μέρες η διαπραγμάτευση. Θα διαπιστώσετε -όχι ποιοι έλεγαν την αλήθεια, αυτό είναι διχαστικό- ποιοι εκτιμούσαν πιο ρεαλιστικά την κατάσταση.
Διότι ο χρησμός έχει δοθεί κι εμείς μαλώνουμε μεταξύ μας.


Ματιά προς τα πίσω!

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

150708 ΑΡΝΟΥΜΕΝΟΝ-3

Το ένα πουλάκι:
Θα συμφωνήσω σε όλα!

Σας λέγαμε χθες πως οι πολίτες δείχνουν, μέχρι στιγμής, μια μεγάλη ανοχή και μια ακόμη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα, σε βαθμό σκανδαλώδη. Μοιάζουν να λένε «αυτόν θέλουμε και με μέτρα και με μνημόνια και με κλειστές τράπεζες και ας ξέρουμε ότι μας παραμυθιάζει».

Γιατί συμβαίνει αυτό; Υπάρχει κάποια λογική εξήγηση;
Διαβάζοντας στο protagon.gr το κείμενο της Ρέας Βιτάλη «Τσίπρας ως έρωτας», πήρα μια απάντηση. Όχι δεν υπάρχει καμιά λογική εξήγηση, όπως δεν υπάρχει εξήγηση που να περνάει από το μυαλό για όλους τους μεγάλους έρωτες.

Στη συνέχεια όμως είδα και ένα σχόλιο που με εντυπωσίασε, γι’ αυτό σας το μεταφέρω:
«Ο τύπος σού έχει προσφέρει από τότε που βρήκε:
Την πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση χωρίς ΠαΣοΚ και ΝΔ.
Τον πρώτο πρωθυπουργό που δεν είναι από τζάκι.
Τον πρώτο πρωθυπουργό που μένει στην Κυψέλη.
Τον πρώτο πρωθυπουργό που, όταν μετακινείται, δεν χρειάζεται να εκκενώνεται η Αττική.

Τον πρώτο πρωθυπουργό που κόβει βόλτα με τον υπουργό οικονομικών του, περπατητή από Βουλή Παγκράτι.
Τον πρώτο πρωθυπουργό που σου προσφέρει τυπά Βαρουφάκη για υπουργό.
Τον πρώτο πρωθυπουργό με δυο παιδιά δίχως γάμο.
Τον πρώτο πρωθυπουργό που πάει σε συνέντευξη χωρίς όρους και σκριπτ, με ζωντανό κοινό να τον ρωτάει ότι θέλει.

Τον πρώτο πρωθυπουργό που λέει δημοσίως, πολύ πριν χάσει την δημοφιλία του και καταρρεύσει, «κάναμε λάθος εκεί και εκεί».
Τον πρώτο πρωθυπουργό που σου προσφέρει δημοψήφισμα.
Τον πρώτο πρωθυπουργό που επιτέλους αντιμετωπίζει το θέμα της ιθαγένειας.

Και τον μόνο πρωθυπουργό που έχω δει να περνά ανάμεσα από χιλιάδες κόσμου πηγαίνοντας στην συγκέντρωση υπέρ τού όχι, έχοντας κλειστές τράπεζες, χωρίς να διανοείται κανείς ότι θα τον λυντσάρουν.

Δεν ξερώ αν θα πετύχει ο Τσίπρας, αλλά ξερώ πως από τις 25 του Γενάρη αλλάξαμε προσδοκίες για το ύφος ενός πρωθυπουργού.
Και μπορεί να μοιάζει αντιφατικό για πολλούς “ευρωπαϊστές”, αλλά είναι η πρώτη φορά που έχουμε πρωθυπουργό που μοιάζει με Ευρωπαίο».
(Δεν κράτησα την ορθογραφία του πρωτοτύπου, ας με συγχωρέσει ο σχολιαστής.)

Το άλλο πουλάκι:
Θα συμφωνήσουμε σε όλα!

Εντάξει, όχι σε όλα όλα, ας πούμε εκείνο με τον Βαρουφάκη πρέπει να αλλάξει λίγο και να γίνει σου τον προσφέρει για υπουργό και μετά σου τον παίρνει πίσω. Όμως στο τελικό συμπέρασμα θα συμφωνήσουμε όλοι: ο Αλέξης Τσίπρας μοιάζει με ευρωπαίο πρωθυπουργό.

Μοιάζει. Είναι όμως; Διότι την εξωτερική εμφάνιση και τη συμπεριφορά μπορεί κάποιος να τα μιμηθεί, να τα αντιγράψει, ακόμη και να τα έχει κατακτήσει αυθεντικά, δεν θα διαφωνήσω ότι ο Αλέξης Τσίπρας λειτουργεί μ’ αυτό τον τρόπο χωρίς να προσποιείται. Είναι αυθεντικός.

Αρκούν όμως αυτά τα στοιχεία για να χαρακτηρίσουν κάποιον Ευρωπαίο;
Μόνο τη γλώσσα να δούμε που χρησιμοποιεί και τους χαρακτηρισμούς που απευθύνει προς τους ευρωπαίους ομολόγους του, θα αρκούσε να τον παρομοιάσουμε με λατινοαμερικάνο ηγέτη. Εκείνοι χρησιμοποιούν ανάλογη γλώσσα, όταν μιλούν για τους προέδρους των ΗΠΑ.

Όχι, οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν φέρονται έτσι. Ακόμη κι αυτό όμως είναι ένας εξωτερικός «τύπος» και δεν πρέπει να στεκόμαστε και να το ψάχνουμε πολύ.
Η ουσία είναι αλλού. Οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν θέτουν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας τους. Δεν απειλούν τους συνομιλητές τους πως (αν χρειαστεί) θα… αυτοκτονήσουν και θα θέσουν σε περιπέτειες την ευρωπαϊκή ενότητα.

Δεν πολιτεύονται βάζοντας στο παιχνίδι, ακόμη και τη μέρα της εκλογικής τους νίκης, τον Πούτιν, έναν ορκισμένο εχθρό της «δικής μας» Ευρώπης, προκειμένου να ασκήσουν πιέσεις (έτσι νομίζουν) στους συνομιλητές τους.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι άλλο (δεν) κάνει;

Δεν στρέφει τον λαό του εναντίων των Ευρωπαίων με συνθήματα και χαρακτηρισμούς που απευθύνονται στα εθνολαϊκά ένστικτα και στηρίζουν το βολικό αφήγημα «μας μισούν γιατί είμαστε καλύτεροι, εξυπνότεροι και -προσφάτως αυτό- αριστεροί».

Ένας ευρωπαίος ηγέτης δεν συνεργάζεται με αντιευρωπαϊστές, σε μια προσπάθεια να απαλλάξει τη χώρα από τους «προσκυνημένους στην Ευρώπη», μνημονιακούς του αντιπάλους.
Ούτε δίνει άλλοθι, βήμα και λόγο ύπαρξης σε κόμματα «πέραν του δημοκρατικού τόξου», βάζοντας τους να παίξουν ρόλο στο δημοψήφισμα και συναριθμώντας τις ψήφους τους με εκείνες δημοκρατικών πολιτών.

Αν θέλετε, δεν φιλοδοξεί (φαντασιώνεται) να… αλλάξει την Ευρώπη, σύμφωνα με τα προσωπικά του γούστα. Οράματα θέλετε; Οράματα. Σύμφωνα με τα προσωπικά του οράματα. Αναγνωρίζει (και αυτό είναι στοιχειώδης δημοκρατικός σεβασμός) πως η Ευρώπη αλλάζει προς τα εκεί που την κατευθύνει η συνισταμένη των δυνάμεων και των βουλήσεων που υπάρχουν και δρουν σ’ αυτήν και όχι ένας «χαρισματικός ηγέτης» ή ένας «πρωτοπόρος λαός».
Ψιλά γράμματα!

Επιπλέον, ένας ευρωπαίος ηγέτης προσπαθεί να κάνει κάτι αληθινά ευρωπαϊκό. Να σεβαστεί τους κανόνες, τα όρια, τις ημερομηνίες και τα συμφωνημένα, έστω και αν δεν φέρουν τη δική του υπογραφή.
Δεν ζητάει συνεχώς παρατάσεις, λες και πρόκειται για την πληρωμή των τελών κυκλοφορίας στη χώρα του. Δεν απαιτεί να αποτελεί συνεχώς εξαίρεση, λες και έχει μπάρμπα στην Κορώνη.

Όπως βλέπετε, φίλοι μου, δεν αρκεί να κάνει κάποιος βόλτες με τα πόδια στην Αθήνα, να μένει σε λαϊκή γειτονιά ή να έχει παιδιά εκτός γάμου για να είναι ευρωπαίος πρωθυπουργός. Μπορεί μια εικόνα να είναι πιο προσιτή στον μέσο πολίτη, να είναι ακόμη και πρωτόγνωρη για τη χώρα μας, απέχει πολύ όμως από το να είναι αυθεντικά ευρωπαϊκή.

Αν όμως από όλα τα παραπάνω σας φάνηκε ότι εξιδανικεύω τους ευρωπαίους ηγέτες και σας ήρθε να με χαρακτηρίσετε για άλλη μια φορά «τσιράκι των δανειστών», σας πληροφορώ ότι σας τα είπα χωρίς να έχω στο μυαλό μου κάποιον συγκεκριμένο ευρωπαίο πολιτικό.

Σας έδωσα την εικόνα που έχω εγώ στο νου μου, πώς θα ήθελα εγώ τον πρωθυπουργό μας, για να μπορώ να τον χαρακτηρίσω ευρωπαίο. Βλέπετε όμως εγώ δεν είμαι το μέτρο, ανήκω (και πάλι) στη μειοψηφία.
Ας πρόσεχα!

Εικόνες έξω από τον καθρέφτη.



Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

150708 ΑΡΝΟΥΜΕΝΟΝ-2

Το ένα πουλάκι:
Γιατί όλα αυτά;

Το ερώτημα δεν είναι χωρίς νόημα.
Αν το θέμα ήταν να φύγει ο Βαρουφάκης, να βρεθούν γύρω από ένα τραπέζι οι πολιτικοί αρχηγοί και να συζητήσουν, ενώ η κυβέρνηση θα διαμορφώσει μια νέα, συγκεκριμένη (σημειώστε το αυτό) πρόταση προς τους δανειστές, τότε γιατί έπρεπε να υποστούμε όλη αυτή την ταλαιπωρία;

Γιατί δεν μπορούσαν όλα αυτά να γίνουν χωρίς το δημοψήφισμα, και ενώ οι τράπεζες θα λειτουργούσαν κανονικά; Θα είχαμε αποφύγει σημαντικά προβλήματα που προέκυψαν ακριβώς από την απόφαση αυτή του Αλέξη Τσίπρα.

Το πιο σοβαρό δεν είναι ούτε το δημοψήφισμα ούτε οι ταλαιπωρία των πολιτών μπροστά στα ΑΤΜ, δεν είναι καν ο φόβος που καλλιεργήθηκε στους πολίτες για τον κίνδυνο να χάσουν μέρος της περιουσίας τους, εξαιτίας ενός κουρέματος. (Για τον φόβο μπροστά στο ενδεχόμενο να πάμε στη δραχμή δεν συζητώ, υποτίθεται πως τέτοιος κίνδυνος δεν υπήρξε ποτέ!)

Το σοβαρότερο είναι πως τώρα, σε κάθε συζήτηση και πρόταση, μπαίνει το θέμα της ενίσχυσης της ρευστότητας των τραπεζών, καθώς και της πολυαναμενόμενης «ομαλοποίησης της κατάστασης».
Όταν όμως σε μια συζήτηση προστίθεται από κάποια πλευρά ένα ή περισσότερα επιπλέον αιτήματα, τότε εσείς τι πιστεύετε; Ενισχύεται ή αδυνατίζει η διαπραγματευτική της θέση;

Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει αμείλικτο: Προς τι όλα αυτά;
Δυστυχώς δεν υπάρχει παρά μια μόνο απάντηση που έρχεται να επιβεβαιώσει όσα λέγαμε την προηγούμενη εβδομάδα για τον πρωθυπουργό. Ότι το μόνο του δυνατό σημείο είναι το ένστικτο της πολιτικής του επιβίωσης.

Όλα όσα συνέβησαν το προηγούμενο διάστημα αποκτούν νόημα μόνο κάτω από αυτή την οπτική. Ο Αλέξης Τσίπρας επιδίωξε να ισχυροποιήσει τη θέση του όχι απέναντι στους συνομιλητές του στη Ευρώπη, αλλά απέναντι στους εσωκομματικούς του αντιπάλους. Το ότι το πέτυχε τον δικαιώνει απλώς ως έναν χαρισματικό… τακτικιστή!

Το άλλο πουλάκι:
Ισχυροποίησε τη θέση του και γενικότερα!

Βεβαίως, όχι όμως εκεί που είχε ανάγκη η χώρα, δηλαδή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές. Διότι εκεί, όπως είδαμε, έχουμε ήδη ένα ατού λιγότερο, αφού θα πάμε με περισσότερα αιτήματα. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Επιπλέον έχουμε εις βάρος μας μια τεράστια πίεση χρόνου, συν το γεγονός ότι μια μερίδα (χορταστική μερίδα) των «αντιπάλων» εξέλαβε το δημοψήφισμα ως εχθρική απέναντί τους ενέργεια.

Η θέση όμως του Αλέξη Τσίπρα μέσα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας πράγματι είναι πιο ισχυρή, μετά το αποτέλεσμα της Κυριακής.
Βέβαια κι εδώ υπάρχουν διαφορετικές αναγνώσεις, αφού κατάφερε με τη νίκη του να θέση εκτός μάχης ένα ισχυρό του όπλο, την παρουσία απέναντί του του Αντώνη Σαμαρά.

Συγχρόνως, ανέλαβε ένα πολύ μεγάλο ρίσκο. Να ικανοποιήσει τις προσδοκίες όλων εκείνων που ψήφισαν ΟΧΙ. Ξέρετε, ακόμα και ο πιο φιλικά προσκείμενος λαός, ακόμη και οι πιο ανεκτικοί πολίτες έχουν ένα όριο μέσα στο οποίο εξαντλούν την ανοχή τους. Αυτό είναι συνήθως αντιστρόφως ανάλογο με το μέγεθος των προσδοκιών.

Εξάλλου, ο κ. Τσίπρας δεν έχει και τον καλύτερο προηγούμενο «έντιμο βίο», όσον αφορά στην τήρηση των υποσχέσεων προς τους ψηφοφόρους. Φαίνεται πως οι πολίτες δείχνουν, μέχρι στιγμής μια μεγάλη ανοχή και μια ακόμη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του, σε βαθμό σκανδαλώδη. Μοιάζουν να λένε «αυτόν θέλουμε και με μέτρα και με μνημόνια και με κλειστές τράπεζες και ας ξέρουμε ότι μας παραμυθιάζει».

Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα. Ιδίως αν οι επιπτώσεις γίνονται ολοένα και πιο ορατές στην… τσέπη εκείνων που δείχνουν ανοχή και εμπιστοσύνη. Θυμηθείτε πόσο μεγάλη επιρροή στον κόσμο είχαν και ο Καραμανλής ο βραχύς και Γιωργάκης. Και για τους δυο, στην αρχή της διακυβέρνησής τους, πιστεύαμε ότι θα βρίσκονται στην εξουσία για… «τετραετίες».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Και είδαμε πού βρέθηκαν!

Μια όμως που αρχίσαμε τους εκλογικούς απολογισμούς και τα πρώτα συμπεράσματα, ελάτε να δούμε και κάποιες ακόμη εικόνες που προέκυψαν από το αποτέλεσμα της Κυριακής

«Οι Έλληνες νίκησαν το φόβο και αντιστάθηκαν στην τεράστια προπαγάνδα των συστημικών ΜΜΕ», είναι ένα (εκ) βιαστικό συμπέρασμα.
Συνέβη πράγματι αυτό; Και, αν ναι, τότε τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε για τη στάση των πολιτών σε ανάλογες περιπτώσεις;

Ας ξεκινήσουμε από το φόβο, ο οποίος δεν νικήθηκε σε καμιά περίπτωση. Κάτι τέτοιο θα μας το έδειχνε μόνο το απουσία πολιτών έξω από τα ΑΤΜ. Φοβηθήκαμε, φοβόμαστε όλοι, γι’ αυτό και στηνόμαστε να βγάλουμε το… επιούσιο πενηντάρι, ενώ δεν το χρειαζόμαστε πραγματικά.

Ας δούμε όμως αυτό με την αντίσταση των πολιτών στα όσα προσπάθησαν να τους επιβάλουν κάποια Μέσα. Αν εκλάβουμε το ΟΧΙ και ως μια απόδειξη χειραφέτησης από την μιντιακή επιβολή του ΝΑΙ, τότε μπορούμε και πρέπει να είμαστε περήφανοι για τους πολίτες αυτού του τόπου.

Συγχρόνως όμως δεν έχουμε το δικαίωμα να ξαναχρησιμοποιήσουμε το επιχείρημα ότι οι πολίτες επηρεάζονται από δημοσιογράφους και κανάλια και φέρονται όπως θα ήθελε το σύστημα που ελέγχει τα διάφορα Μέσα. Το λέω αυτό και να το έχετε υπόψη σας, την επόμενη φορά που κάποιος πολιτικός ή κόμμα που θα αποτύχουν, θα αποδώσουν την ήττα τους στον «πόλεμο» που τους έκαναν τα Μέσα.

Όταν οι πολίτες μάς προτιμούν, τότε είναι σωστά ενημερωμένοι, υπεύθυνοι και τολμηροί. Όταν μας γυρίζουν την πλάτη, είναι παραπλανημένοι και φοβισμένοι. Ας αποφασίσουμε επιτέλους.

Είναι από τις αντιφάσεις που μας αρέσει να εντοπίζουμε. Οι αντιφάσεις έχουν μια γοητεία. Να, ας πούμε, πώς σας φαίνεται το γεγονός ότι «δεν υποκύπτουμε στις πιέσεις των δανειστών και τώρα με το ΟΧΙ ισχυροποιούμε τη θέση μας», ενώ το επόμενο πρωί απομακρύνουμε τον Βαρουφάκη, επειδή ήταν… κόκκινο πανί γι’ αυτούς;
Τόσο περήφανα!

Το όχι διολισθαίνει προς το ναι!

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2015

150706 ΑΡΝΟΥΜΕΝΟΝ-1

Το ένα πουλάκι:
Αποφασίσαμε, λοιπόν!

Τι αποφασίσαμε;
Αποφασίσαμε ότι ΔΕΝ «πρέπει να γίνει αποδεκτό το σχέδιο συμφωνίας, το οποίο κατέθεσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο EUROGROUP της 25.06.2015 και αποτελείται από δύο μέρη, τα οποία συγκροτούν την ενιαία πρότασή τους:

Το πρώτο έγγραφο τιτλοφορείται “reforms for the completion of the current program and beyond” (μεταρρυθμίσεις για την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και πέραν αυτού) και το δεύτερο “preliminary debt sustainability analysis” (προκαταρκτική ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους).

Το ξέρετε αυτό; Κάπου το έχετε ξαναδεί;
Πρόκειται για το κείμενο που ήταν τυπωμένο πάνω στο ψηφοδέλτιο στο οποίο κληθήκαμε να βάλουμε σταυρό στο ΟΧΙ που βρισκόταν πάνω και στο ΝΑΙ που ακολουθούσε από κάτω.

Όπως σωστά ειπώθηκε, ήταν το πρώτο δημοψήφισμα στο οποίο εκείνοι που ψήφισαν αδυνατούσαν να αποστηθίσουν το ερώτημα.
Δεν πειράζει. Όλοι ξέρουμε πως το πραγματικό ερώτημα δεν ήταν αυτό, αφού ακόμη και αυτές οι προτάσεις που μόλις σας διαβάσαμε (πού να τις θυμόμαστε από έξω;) έπαψαν να υφίστανται και να έχουν ισχύ.

Ποιο ήταν το πραγματικό ερώτημα;
Εδώ δυσκολεύουν τα πράγματα, αφού ο καθένας, αν τον ρωτήσετε θα σας δώσει διαφορετική απάντηση. Άλλος θα σας μιλήσει περί εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, άλλος περί νομίσματος, άλλος περί χαστουκιού στους δανειστές, άλλος περί κλειστών ή ανοιχτών τραπεζών…

Εδώ λοιπόν βρίσκεται ένα σημείο στο οποίο ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να διαχειριστεί τη λάθος επιλογή του (αυτή ήταν από την αρχή η δική μας άποψη) να πάει σε δημοψήφισμα.
Είναι υποχρεωμένος να διαχειριστεί ένα αποτέλεσμα το οποίο δεν ξέρει ποιο ακριβώς είναι, αφού δεν ξέρει σε ποιο δίλημμα απάντησε ο κάθε ψηφοφόρος.

Το άλλο πουλάκι:
Αυτό έχει τα καλά και τα κακά του!

Διότι, στη ουσία, σου δίνει μια λευκή επιταγή, αν έτσι θέλεις να διερμηνεύσεις την ψήφο του λαού. Αποφασίζεις αυθαίρετα σε τι ακριβώς σου είπαν ΝΑΙ (ή ΟΧΙ) και κάνεις αυτό που έχεις εσύ κατά νου.

Το πρόβλημα είναι ότι το ίδιο συμβαίνει και με τους άλλους. Διότι, αν δεν το καταλάβατε, με την ψήφο μας αποφασίσαμε για θέματα που αφορούν και (για να μην πω εξαρτώνται από) τους εταίρους τους επονομαζόμενους και δανειστές ή τοκογλύφους.

Σήμερα όμως είναι Δευτέρα, μετά το δημοψήφισμα, και τώρα πλέον, με δεδομένο το αποτέλεσμα, μένει να αποδειχθεί αν η επιλογή του πρωθυπουργού ήταν λάθος. Έχει στα χέρια του την «ισχυρή λαϊκή εντολή» που ζήτησε, που θα του έδινε τη διαπραγματευτική δύναμη να συνομιλήσει και από καλύτερη θέση και να επιτύχει καλύτερη συμφωνία.

Μένει να δούμε αν θα μπορέσει  να πάει μ’ αυτό το ΟΧΙ και να τρομάξει τους συνομιλητές αναγκάζοντάς τους να υποχωρήσουν στις απαιτήσεις της χώρας μας.
Ποιες είναι όμως αυτές; Είναι η πρόταση που είχε την υπογραφή του (και την οποία, κανονικά, θα έπρεπε να θέσει στην κρίση του λαού ή της βουλής) ή μήπως τώρα ανεβάζουμε τον πήχη και θ’ αρχίσουμε να ζητάμε «τη μάνα μας και τον πατέρα μας»;

Εξάλλου, μένει να δούμε και κάτι ακόμη. Υπάρχει κανείς από την άλλη πλευρά του τραπεζιού; Έχουμε συνομιλητές ή θα συνομιλούμε μεταξύ μας; Σήμερα το βράδυ, μετά την συνάντηση Ολάντ – Μέρκελ θα έχουμε μια πρώτη εικόνα.
Εμείς ελπίζουμε πως θα έχουμε, όχι γιατί έτσι μας συμφέρει, αλλά γιατί έχουμε την αίσθηση πως το ευρωπαϊκό όραμα, όσο κι αν έχει ξεθωριάσει, εξακολουθεί να υφίσταται.

Εδώ εντοπίζουμε και μια αντίφαση στις θεωρίες πολλών από τους υποστηρικτές του ΟΧΙ (κάποιου από τα πολλά ΟΧΙ), που έλεγαν ότι οι συνομιλητές μας είχαν από την αρχή ως στόχο να μας πετάξουν έξω από τις διαπραγματεύσεις, δηλαδή το Ευρώ και την Ευρώπη.
Αν ισχύει αυτό, τώρα έχουν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να το κάνουν, λέγοντας μας διαπραγματευθείτε μόνοι σας. Θα το κάνουν;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Οι συνέπειες της ψήφου…

Το προηγούμενο ερώτημα μάς δίνει την πάσα να μιλήσουμε για τον τρόπο με τον οποίο ο καθένας υποστηρίζει την επιλογή του.
Εμείς που ήμασταν στο ΝΑΙ, υποτίθεται ότι δεχτήκαμε, ψηφίζοντας, παραπέρα μείωση των μισθών μας ή των συντάξεων, δεχτήκαμε να εργαστούμε περισσότερα χρόνια και η δουλειά μας να αξιολογείται, δεχτήκαμε αυτά που προέβλεπε το «πακέτο»…

Όποιος ψήφισε ΝΑΙ, χωρίς να έχει αποδεχτεί τα παραπάνω, απλώς δεν ήξερε τι ήθελε.
Να έρθουμε όμως και στους ψηφοφόρους του ΟΧΙ, οι οποίοι ψηφίζοντας υποτίθεται πως ανέλαβαν κάποιες δεσμεύσεις και δεν είπαν απλώς «όχι στη λιτότητα» ή «όχι στον εκβιασμό των δανειστών».

Διότι το καθένα από αυτά τα όχι έχει πιθανότατα συνέπειες τις οποίες ο ψηφοφόρος του πρέπει να αποδεχθεί. Η έξοδος από τη λιτότητα ίσως να επιτευχθεί με πληθωριστικό νόμισμα και η υπερήφανη στάση ίσως να οδηγήσει στην εθνική μοναξιά.
Το πιο πιθανό όμως είναι πως το όχι θα μας πάει κι αυτό εκεί που θα μας πήγαινε το ναι, σε μια συμφωνία με μέτρα λιτότητας και περικοπές.

Τότε εκείνο που θα έχει μείνει θα είναι ένα χωρίς νόημα δημοψήφισμα, που δίχασε τη χώρα και την οδήγησε ακόμη βαθύτερα στη κρίση και τους πολίτες της στην ταλαιπωρία και τον φόβο.
Τότε, απλώς δεν θα έχουμε κάνει αυτό που σας είπαμε την Παρασκευή, «το λάθος που διορθώνεται δυσκολότερα».

Αυτό όμως είναι το καλό σενάριο. Ή μήπως είμαι απαισιόδοξος;

Θα φανεί στο χειροκρότημα!

Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

150703 ΟΥΡΑΙΟΝ-4

Το ένα πουλάκι:
Φτάσαμε στο δημοψήφισμα, λοιπόν…

Για το οποίο ακούστηκαν τόσα πολλά, που είναι κουραστικό να επιχειρήσεις να τα σχολιάσεις. Ότι είναι «υπερόπλο» και έσχατο χαρτί διαπραγμάτευσης. Αποδείχθηκε πως δεν είναι. Ότι θα υποχρεώσει τους δανειστές να υποχωρήσουν, προκειμένου να μη φτάσουμε σ’ αυτό. Δεν το έκανε. Ότι η εξαγγελία του θα πανικοβάλει τις αγορές. Πανικόβαλε τους Έλληνες.

Ακούστηκε ακόμη ότι είναι ψευδεπίγραφο. Ότι είναι ύπουλο και προσπαθεί να υποκλέψει τη συγκατάθεση του λαού για κάτι που μόνο η κυβέρνηση ξέρει. Αν το ξέρει.
Το σημείο αυτό είναι που θέλω να σταθώ λίγο. Διότι δείχνει όχι απλώς τον χαρακτήρα του δημοψηφίσματος, αλλά και τις προθέσεις εκείνων που μας οδήγησαν σ’ αυτό.

Το δημοψήφισμα μας ρωτάει τι δεν θέλουμε!
Υπάρχει (υποτίθεται) μια πρόταση των δανειστών, την οποία καλούμαστε να δεχτούμε ή να απορρίψουμε. Και τότε, τι;
Τι θα σημάνει αυτή η απόρριψη. Πώς θα την εκλάβει όχι μόνο η κυβέρνηση, αλλά και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, τους οποίους επίσης αφορά το δημοψήφισμα;

Οι μεν ξένοι είπαν ότι το «όχι» θα το εκλάβουν ως «όχι στην Ευρώπη».
Η κυβέρνηση δεν λέει τίποτε. Θα πάρει, λέει, το «όχι» και θα πάει να (ξανα) διαπραγματευθεί από πιο ισχυρή θέση. Πόσο πιο ισχυρή; Όταν οι ίδιοι έλεγαν πως ο οικονομικός «πνιγμός» που επιχειρούν οι δανειστές είναι αυτός που αφοπλίζει τη χώρα μας, τι θα κάνουν με ένα «όχι» στα χέρια και τις τράπεζες κλειστές, τη χώρα χρεοκοπημένη και τους πολίτες σε απόγνωση; Θα κουνήσουν το «όχι» μπροστά στους… αντιπάλους και αυτοί θα φοβηθούν και θα υποχωρήσουν;

Αν το πιστεύουν αυτό, είναι επικίνδυνα αφελείς, πράγμα που δεν θα αποδειχθεί για πρώτη φορά. Το πιο πιθανόν όμως είναι να εκλάβουν το «όχι», όπως θέλουν αυτοί, όπως το σχεδίασαν από καιρό και όπως το φαντασιώνονται σε ιδεοληπτικά τους όνειρα: Ως έκφραση της βούλησης του ελληνικού λαού να κόψει κάθε επαφή μ’ αυτήν την Ευρώπη, μ’ αυτούς τους δανειστές μ’ αυτό το νόμισμα.

Έτσι θα το εκλάβουν και τότε θα είναι αδύνατον στους ψηφοφόρους να πουν «ναι, αλλά εμείς δεν το εννοούσαμε έτσι, εμείς θέλαμε απλώς να δείξουμε ότι δεν υποκύπτουμε σε εκβιασμούς και να βοηθήσουμε την κυβέρνησή μας να διαπραγματευτεί από πιο ισχυρή βάση».

Το άλλο πουλάκι:
Ποιους σκέφτεστε;

Έχει σημασία να δηλώσει ο καθένας ποιους σκέφτεται τις δύσκολες αυτές ώρες, γιατί αυτό δείχνει τον πολιτικό του πολιτισμό και μπορεί να καθοδηγήσει τις παραπέρα ενέργειές του.
Πολλοί λένε ότι σκέφτονται τα παιδιά μας, τη νέα γενιά. Δεν τους αδικώ. Για τα μικρά παιδιά ίσως έχουν δίκιο, όμως για τα μεγαλύτερα, εκείνα που ψηφίζουν ήδη, ας τα αφήσουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους, όπως ο κάθε πολίτης.

Γνωρίζω νέους ανθρώπους που είτε βρίσκονται στο «ναι» είτε στο «όχι» το κάνουν με ελαφριά καρδιά, χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό, με αρκετή δόση χαβαλέ, χωρίς να αναλογίζονται επιπτώσεις και συνέπειες. Ψηφίζουν από αντίδραση στο σύστημα ή επειδή δεν γουστάρουν τον Βαρουφάκη, ψηφίζουν γιατί η Ζωή «τα λέει» ή επειδή βαριούνται να στέκονται στην ουρά για ένα πενηντάρικο.
Αυτούς ας μην τους σκεφτούμε, μπορούν κάλλιστα να σκεφτούν το εαυτό τους.

Εμένα η σκέψη μου, όλες αυτές τις μέρες, πάει σε δυο κατηγορίες πολιτών. Όχι ότι δεν σκέφτομαι και τους άλλους, όμως ειδικά αυτές τις δυο κατηγορίες τις νιώθω πολύ κοντά μου.
Η πρώτη είναι η μεγάλοι άνθρωποι, οι γονείς μας, που πάλεψαν μια ζωή με χίλιες δυο δυσκολίες και, βλέποντας τον κόσμο γύρω τους να καλυτερεύει, πίστεψαν πως θα έχουν τα γεράματα που τους αξίζουν.

Τους άξιζε όμως όλο αυτό που περνάνε σήμερα; Και δεν μιλώ για την ταλαιπωρία να στήνονται στις ουρές για να πάρουν «έναντι» της σύνταξής τους. Εννοώ την ανησυχία στο βλέμμα τους, την έκδηλη αγωνία για το αύριο, για το αν θα εξακολουθήσουν να πληρώνονται, για το αν θα υπάρχουν τα φάρμακά τους στα φαρμακεία, αν θα έχουν να ζεσταθούν το χειμώνα που θα έρθει…

Δεν λαϊκίζω. Τρομοκρατήθηκαν οι μεγάλοι άνθρωποι κι αυτό ήταν κάτι που δεν τους άξιζε. Ας δεχτούμε ότι έφταιγαν οι δανειστές, ότι έχουν τεράστιες ευθύνες οι προηγούμενες κυβερνήσεις που επί χρόνια και οι ίδιοι ψήφιζαν, όμως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι και οι χειρισμοί της παρούσας κυβέρνησης έπαιξαν σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την… τρομοκρατία.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ποια είναι η άλλη ομάδα;

Είναι ένα πλήθος γνωστών αλλά και άγνωστων φίλων, συντρόφων, συνοδοιπόρων σε αγώνες για περισσότερη δημοκρατία, για σεβασμό των δικαιωμάτων, για υψηλότερο βιοτικό επίπεδο, για καλύτερο περιβάλλον…
Των ανθρώπων που πίστεψαν ότι αυτά μπορούν να διασφαλιστούν καλύτερα με μια ευρωπαϊκή αριστερά και, είτε ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ είτε όχι, ήταν ο «χώρος» στον οποίο αισθανόταν πιο κοντά. Ή, έστω, πολύ κοντά.

Τους ανθρώπους που πίστεψαν σε μια μη δογματική αριστερά, που αγωνίστηκαν μέσα από αυτήν ή στο πλάι της, έχοντας κοινά οράματα και κοινές ελπίδες. Ελπίδες τις οποίες είδαν να πολλαπλασιάζονται μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου και μετά, μία μία, να εξανεμίζονται.

Με τη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ, με την επιλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και Προέδρου της Βουλής, με την αναξιοκρατική τοποθέτηση δικών μας παιδιών, και μετά με όλο αυτό το συνονθύλευμα από αλληλοαναιρούμενες ή ψευδείς δηλώσεις, από λανθασμένους χειρισμούς, από εγωιστικές εμμονές και ιδεοληψίες, από παντελή έλλειψη σχεδιασμού και τέλος από τον ορατό κίνδυνο να οδηγηθεί η χώρα εκτός του ευρωπαϊκού κεκτημένου.

Αυτούς τους ανθρώπους τους σκέφτομαι πολύ, με αφορμή και την κουβέντα μιας φίλης που δήλωσε ότι αισθάνεται «χωρίς ταυτότητα» και διαπίστωσε με πικρία ότι «φαίνεται πως αυτή είναι η αριστερά στην οποία ενταχθήκαμε από τα νιάτα μας, ικανή μόνο για το 5%, μικρή αντιπολίτευση με μεγάλη φωνή».

Έχοντας αυτούς τους ανθρώπους στο νου μου, θα πάω να ψηφίσω την Κυριακή. Αντιλαμβάνεστε επομένως σε πόσο δύσκολη θέση βρίσκομαι, όπως -κανονικά- οι περισσότεροι. Γιατί δεν θέλω να πάω στο «όχι», θεωρώ την Ευρώπη σπίτι μας και πως μέσα εκεί μόνο μπορούν να ελπίζουν τα πιο αδύναμα στρώματα για καλύτερες μέρες.
Από την άλλη, το «ναι» που έχω κατά νου φοβάμαι ότι θα μας πάει χρόνια πίσω, θα μας φέρει καμιά Δεξιά που όμοιά της δεν έχουμε ξαναδεί και δεν θα μπορούμε να πούμε τίποτα.

Αλλά το δίλημμα είναι εκεί στην κάλπη και μας περιμένει να επιλέξουμε, δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω, δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια. Ας επιλέξουμε τουλάχιστον εκείνο το λάθος που μπορεί να διορθωθεί πιο εύκολα!
Συμφωνούμε;

Ε, όχι και όχι!

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2015

150702 ΟΥΡΑΙΟΝ-3

Το ένα πουλάκι:
Ποιος δεν θέλει δημοψήφισμα;

Ξανακούστε λίγο το ερώτημα, σας προειδοποιώ είναι επίτηδες παραπλανητικό. Ποιος δεν θέλει δημοψήφισμα; Όχι ποιος δεν θέλει ΤΟ δημοψήφισμα, αλλά σκέτο, χωρίς το οριστικό άρθρο που θα προσδιόριζε ότι μιλάμε για το δημοψήφισμα της Κυριακής.

Αυτή είναι μια δεύτερη δημοφιλής τακτική που χρησιμοποιείται από τους έμπειρους συνδικαλιστές, όταν θέλουν να υφαρπάξουν την ψήφο της «βάσης», όταν θέλουν να «πάρουν μια συνέλευση».
Θα την αναλύσω επακριβώς, γιατί σας βλέπω να μην έχετε όλοι σας την απαραίτητη εμπειρία τέτοιων διαδικασιών. Τι νομίζετε; Κι εμείς, που είμαστε από παιδιά στα αμφιθέατρα, αυτό είναι το μόνο μας κέρδος.

Η τακτική έχει ως εξής. Ας πούμε ότι στη συνέλευση τίθεται προς ψήφιση μια πρόταση κι εσύ βλέπεις ότι τη συγκεκριμένη ψηφοφορία τη χάνεις από χέρι. (Κάθε έμπειρος συνδικαλιστής γνωρίζει απλώς και μόνο από τη μυρωδιά στον αέρα, από μια ματιά στη σύνθεση της αίθουσας, ποια ψηφοφορία μπορεί να κερδίσει και ποια όχι.)
Τότε τι κάνεις; Φέρνεις προς ψήφιση και μια άλλη πρόταση και ζητάς να ψηφιστούν κατ’ αντιπαράθεση.

Η δεύτερη πρόταση διαφέρει από την πρώτη σε μικρές λεκτικές λεπτομέρειες, που είναι όμως ουσιώδεις. Ουσιώδεις αλλά τέτοιες που δεν μπορεί ένα απλό μέλος να τις αντιληφθεί με το πρώτο. Θα σας δώσω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στην πρώτη πανελλήνια συνάντηση των οικολογικών, εναλλακτικών ομάδων από όλη τη χώρα, συζητήθηκε επί μία ολόκληρη μέρα ο τίτλος της ομοσπονδίας που επρόκειτο να σχηματιστεί.

Ομοσπονδία οικολογικών – (παύλα) εναλλακτικών οργανώσεων ή Ομοσπονδία οικολογικών και εναλλακτικών οργανώσεων;
Αυτή η παύλα ή το και έφαγαν τις διαδικασίας μιας ολόκληρης μέρας! Ποια είναι η διαφορά; Σας είπα δεν είναι ορατή πάντα διά γυμνού οφθαλμού. Η παύλα σημαίνει πως μια ομάδα μπορεί να είναι οικολογική και συγχρόνως εναλλακτική, ενώ το και υπονοεί πως είναι άλλο πράγμα οι οικολόγοι και άλλο οι εναλλακτικοί που θα συστήσουν ομοσπονδία.

Φανταστείτε τώρα μερικούς πιο «γάτους» συνδικαλιστές, οι οποίοι βάζουν δικούς τους να καταθέσουν και δεύτερη και τρίτη πρόταση, οι οποίες διαφέρουν πάλι σε λεπτομέρειες μεταξύ τους.
Σε πληροφορώ ότι, όταν το σώμα θα κληθεί να ψηφίσει, ελάχιστοι είναι εκείνοι που θα το κάνουν ξέροντας τι ακριβώς ψηφίζουν.

Το άλλο πουλάκι:
Οι υπόλοιποι;

Στους υπόλοιπους θα έχουν επικρατήσει άλλα κριτήρια, εντελώς άσχετα με εκείνο που έπρεπε να επικρατεί, δηλαδή η ορθολογική ανάλυση και η σύγκριση πλεονεκτημάτων-μειονεκτημάτων κάθε πρότασης.
Οι υπόλοιποι θα ψηφίσουν με βάση το θυμικό, θα παρασυρθούν από συνθήματα που θα συνοδεύουν τις προτάσεις ή απλώς θα ακολουθήσουν τη γραμμή, σηκώνοντας το χέρι, όταν το κάνει και η ηγεσία της παράταξης.

Σας θυμίζει τίποτε η όλη διαδικασία;
Καλώς σας το θυμίζει. Ας ξαναγυρίσουμε, λοιπόν, στο αρχικό μας ερώτημα. Υπάρχει κανείς που δεν θέλει δημοψήφισμα; Προφανώς όχι. Ποιος είναι εκείνος που θα (τολμούσε να) έχει αντίρρηση στο να εκφραστεί ο λαός αδιαμεσολάβητα σε ένα θέμα τόσο σοβαρό που αφορά την πορεία και το μέλλον της χώρας;

Το ερώτημα, λοιπόν, τίθεται τεχνηέντως έτσι από τον κ. Τσίπρα και την κυβέρνηση. Φανταστείτε το όμως ελάχιστα διαφοροποιημένο. Έχει κανείς αντίρρηση με το (συγκεκριμένο) δημοψήφισμα; Προφανώς, ναι. Και προφανέστατα πάρα πολλοί.
Οι λόγοι για τους οποίους υπάρχουν αυτές οι αντιρρήσεις δεν είναι αμελητέοι. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Αμέσως μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου, η νέα κυβέρνηση, με επικεφαλής της ομάδας τον Βαρουφάκη, άρχισε τη διαπραγμάτευση. Την όποια διαπραγμάτευση.
Ερώτηση: Πόσο καιρό χρειάστηκαν για να καταλάβουν ότι οι εταίροι δεν έχουν καμιά διάθεση να… σεβαστούν την ετυμηγορία του ελληνικού λαού (περισσότερο απ’ ό,τι τις ετυμηγορίες, των δικών τους λαών) και να δεχτούν να μας δίνουν χρήματα χωρίς μνημόνιο;

Αφήνω ότι έπρεπε να το ξέρουν πριν από τις εκλογές, αλλά πόσο χρειάστηκε για να το καταλάβουν. Δυο, τρεις, τέσσερις συναντήσεις; Ένας μήνας; Δύο; Αν χρειάστηκαν περισσότεροι, τότε είναι απλώς ανίκανοι, επικίνδυνα ανίκανοι.
Στους δύο μήνες λοιπόν, πολύ μακριά από την ημέρα εκπνοής των προθεσμιών έπρεπε να πουν στους εταίρους δώστε μας την τελική σας πρόταση να την θέσουμε στην κρίση του ελληνικού λαού μέσα από ένα δημοψήφισμα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τότε, μάλιστα!

Τότε θα είχε νόημα να αποφασίσουμε πάνω σε ένα δεδομένο, τελικό κείμενο, έχοντας το χρονικό περιθώριο να το πράξουμε και έχοντας, ως χώρα, το περιθώριο να διαχειριστούμε το όποιο αποτέλεσμα. Είτε με αυτή την κυβέρνηση είτε με μια άλλη.

Εκείνο το δημοψήφισμα, με το κείμενο «ανά χείρας» και με επίγνωση όλων των επιπτώσεων που θα είχε το ναι ή το όχι στην «επόμενη μέρα» της χώρας, θα ήταν πράγματι έκφραση της ελεύθερης βούλησης του κυρίαρχου λαού.
Ενώ, τώρα; Τώρα πάνω σε τι θα εκφραστεί ο λαός; Τι γνωρίζουμε, τι προλαβαίνουμε να συζητήσουμε και, κυρίως ποιες θα είναι οι πρακτικές επιπτώσεις της μίας ή της άλλης επιλογής;

Είναι φανερό ότι θα πάμε να ψηφίσουμε όπως τα μέλη μιας γενικής συνέλευσης που προσπάθησα να σας περιγράψω πριν. Με βάση συνθήματα («όχι άλλη λιτότητα» κ.λπ.), παρασυρμένοι από το θυμικό («περήφανη στάση» κ.τ.τ.) ή στοιχισμένοι πίσω από αρχηγούς και κόμματα, που έχουν τις δικές τους προσωπικές ή παραταξιακές σκοπιμότητες.

Προσπάθησα προχθές και σήμερα να σας πω ότι η κυβέρνηση αυτή κατέληξε μετά από πέντε μήνες να κάνει το μόνο πράγμα στο οποίο έχει εκπαιδευτεί. Να αξιοποιεί συνδικαλιστικά τεχνάσματα.
Θα την ακολουθήσουμε;
Ήμασταν κι εμείς εκεί!