ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017

170630 ΔΙΑΚΟΠΤΟΜΕΝΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ο καύσωνας έρχεται…

Τα πουλάκια την κάνουν σιγά σιγά!
Πάμε για άλλες πολιτείες πιο… δροσερές. Βλέπετε, κάθε πουλάκι έχει και μερικά γονίδια μετανάστευσης μέσα του.

Άλλα φεύγουν για περισσότερο, άλλα για πιο λίγο, κάποια ταξιδεύουν από τη μια άκρη της γης στην άλλη, μερικά διασχίζουν μόνο λίγους παράλληλους κύκλους… Έτσι κι εμείς. Δεκαοκτώ ολόκληρα καλοκαίρια σάς αφήνουμε και «πάμε γι’ αλλού».

Άλλωστε και οι περισσότεροι από εσάς θα μπείτε σε άλλους ρυθμούς, καλοκαιρινούς, που σημαίνει θα αλλάξετε συνήθειες. Διότι, διακοπές -το είπαμε και άλλη φορά- αυτό σημαίνει. Δεν είναι τυχαίο που παλαιότερα τις έλεγαν «αλλαγή»!

«Πού θα πάτε αλλαγή φέτος;»
Και εννοούσαν με ποιους τρόπους θα ξεφύγετε από την καθημερινή ρουτίνα μιας ολόκληρης χρονιάς, τι νέο, τι διαφορετικό θα κάνετε το καλοκαίρι.

Διότι, μαζί με τον τόπο, τις παραστάσεις, τις συνήθειες, αλλάζουν συνήθως και οι συντροφιές, άρα και οι συζητήσεις, τα θέματα που μας απασχολούσαν και που ήταν λίγο πολύ τα ίδια και τα ίδια.

Με την «αλλαγή» ανανεωνόμαστε και, όταν με το καλό επιστρέψουμε, θα έχουμε ένα σωρό νέα πράγματα να συζητήσουμε. Εξάλλου, μπορεί το καλοκαίρι να «παγώνουν» οι ειδήσεις, όμως, όταν με το καλό ξανανταμώσουμε, όλο και κάτι νέο θα μας απασχολεί.

Πριν σας αποχαιρετήσουμε όμως, θα θέλαμε να κάνουμε ένα τελευταίο σχόλιο σχετικά με -δεν θα το πιστέψετε- την στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων σε ορισμένους πολίτες. Αυτή προβλέπεται, αν δεν κάνουμε λάθος, στα άρθρα 59-63 του Ποινικού Κώδικα.

Δεν θα σας κουράσω με πολλά. Αναφέρω μόνο ότι; «Όταν ο δράστης καταδικάζεται σε φυλάκιση, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπεται ειδικά ο νόμος, επιβάλλεται και αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων για ένα έως πέντε έτη, αν:

α) η ποινή που επιβλήθηκε είναι τουλάχιστον ενός και έτους και β) η πράξη που έχει τελεσθεί φανερώνει από τα αίτια, το είδος, τον τρόπο εκτέλεσής της και όλες τις άλλες περιστάσεις ηθική διαστροφή του χαρακτήρα του δράστη».

Το άλλο πουλάκι:
Ηθική διαστροφή του χαρακτήρα!

Αν ήταν έτσι, θα έπρεπε οι μισοί να μην έχουμε πολιτικά δικαιώματα. Δυστυχώς όμως -ή ευτυχώς- αυτό το αποφασίζει το δικαστήριο. Αλλά, γιατί μόνο σ’ αυτές τις περιπτώσεις; Δεν θα έπρεπε να προβλέπεται και σε άλλες;

Όταν για παράδειγμα κάποιος πολίτης, αποδεδειγμένα επίσης, δεν έχει την ωριμότητα να σκεφθεί στοιχειώδη ζητήματα, πόσω μάλλον να αποφασίσει με την ψήφο του για το μέλλον του τόπου.

Και δεν εννοώ όταν κάποιος στερείται τα πολιτικά του δικαιώματα «σε περίπτωση καταδίκης σε περιορισμό σε ψυχιατρικό κατάστημα». Όχι! Μιλώ για άλλες περιπτώσεις όπου οι… δράστες ζουν ανάμεσά μας.

Διαβάζω, για παράδειγμα, ότι υπάρχει και στη χώρα μας «θεραπευτήριο», όπου, μεταξύ των άλλων, ο επισκέπτης μπορεί να κλείσει και μια συνομιλία με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό! Εννοείται με το αζημίωτο.

Η τιμή είναι καθαρά… συμβολική. Μόλις 100€ την ώρα. Αλήθεια, εσείς πόσα θα δίνατε για μια ωριαία συνομιλία με τον Ιησού; Πάντως, αν η τιμή είναι απαγορευτική για το πορτοφόλι σας, μπορείτε να μιλήσετε με κάποιο πιο χαμηλόβαθμο.

Ας πούμε με έναν από τους αγγέλους. Για μια τέτοια συνομιλία η τιμή είναι μόλις 50€ η ώρα. Ούτε θαλάσσιο σκι στις Κουκουναριές κάνετε με τόσα λεφτά. Σκεφθείτε όμως πόσα θα κερδίσετε από μια τέτοια συνομιλία!

Εδώ άλλοι πληρώνουν πολύ περισσότερα για να ακούσουν τον… Βαρουφάκη! Κι εσείς θα τσιγκουνευτείτε προκειμένου να μιλήσετε με τον ίδιο τον Θεό ή κάποιον από τους αγγέλους του;

Στο κάτω κάτω, άλλο να πιστεύεις ο ίδιος ότι είσαι Θεός, κι άλλο να το πιστεύουν για σένα τόσα εκατομμύρια ανθρώπων. Άλλο να θεωρείσαι άγγελος που εξέπεσε από τον σοσιαλιστικό παράδεισο κι άλλο άγγελος κανονικός!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
«Γιατί όμως, ρε Θεούλη μου;»

Καθώς διάβαζα το σχετικό διαφημιστικό, δεν μπόρεσα να μην θυμηθώ την ατάκα του Σταύρου Παράβα στο «Κοροϊδάκι της Πριγκηπέσσας».

Αλήθεια, έχετε σκεφτεί τι θα ρωτούσατε τον Θεό, αν είχατε την δυνατότητα μιας απευθείας συνομιλίας μαζί του; (Γίνεται, λέει, και μέσω Skype, αλλά θεωρώ ότι είναι το ίδιο!) Διότι εδώ τίθενται ορισμένοι περιορισμοί.

Πρέπει να αποφεύγεις τις ερωτήσεις που μπορούν να απαντηθούν με ένα «ναι» ή με ένα «όχι», ή ερωτήσεις που έχουν ως απάντηση κάποια συγκεκριμένη στιγμή στο μέλλον. Διότι, τέτοιου είδους προβλέψεις ο Ιησούς τις αποφεύγει.

Και τις αποφεύγει, όχι γιατί δεν γνωρίζει τι ακριβώς θα συμβεί στο μέλλον, αλλά επειδή παραβιάζουν την ελεύθερη βούληση του ατόμου, η οποία μπορεί να επηρεάσει τα γεγονότα, πέρα από προβλέψεις.

Μπορείς, λοιπόν να ζητήσεις κάποιες «γενικές κατευθύνσεις», όπως για παράδειγμα το πώς θα επηρέαζε τη ζωή ή τις σχέσεις σου η Α ή η Β επιλογή. Τέτοια πράγματα. Αξίζει πάντως να αναφέρουμε ότι η σελίδα του εν λόγω «θεραπευτηρίου» έχει κοντά 20.000 like!

Επανέρχομαι, λοιπόν, και ρωτάω –όχι τον Ιησού, εσάς: Δεν θα έπρεπε να υπάρχει ένα διοικητικό όργανο, το οποίο, χωρίς πολλές διαδικασίες, να αφαιρεί τα πολιτικά δικαιώματα από ανθρώπους που… συνομιλούν με τον Ιησού ή τους αγγέλους;

Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά, αν ο συγκεκριμένος πολίτης έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει από πρώτο χέρι τι επιπτώσεις θα έχει η Α ή η Β επιλογή του, τότε κινείται με βάση άλλα δεδομένα.

Γι’ αυτό σας λέω. Στέρηση και άσ’ τους να πάνε να πουν τα παράπονά τους στο Κύριο.

Καλό καλοκαίρι. Καλή αντάμωση τον Σεπτέμβριο.
 Λέω να την κάνω, σιγά σιγά…

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017

170629 ΣΥΝΩΜΟΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ευτυχώς δεν πιστεύουμε σε θεωρίες συνωμοσίας!

Και, το κυριότερο, δεν είμαστε από εκείνους που κατασκευάζουν τέτοιες θεωρίες. Διαφορετικά, θα είχαμε τώρα να πούμε πολλά πράγματα. Πράγματα για το ποιοι «κρύβονται από πίσω» και «τι είδους συμφέροντα εξυπηρετούνται».

Δείτε, ας πούμε, μια άποψη που κυκλοφορεί, σχετικά με τις «μεταρρυθμίσεις» που επιχειρεί το υπουργείο Παιδείας στα Πανεπιστήμια. Την πήραμε από την «Καθημερινή της Κυριακής»: «Σε έναν οργανισμό ημιθανή, όπως το δημόσιο πανεπιστήμιο, η ευθανασία που επιχειρεί ο υπουργός Παιδείας με το νομοσχέδιό του μπορεί να αποβεί εν τέλει λυτρωτική.

Οι καθηγητές που είχαν πιστέψει σε μια εξωστρεφή τριτοβάθμια εκπαίδευση βρίσκονται πλέον επέκεινα της απόγνωσης. Όσοι μπορούν φεύγουν έξω. Το ίδιο κάνουν και οι φοιτητές τους που έχουν λεφτά μόλις πάρουν το πρώτο πτυχίο.

Η γενιά που συνταξιοδοτείται δεν φροντίζει, λένε, όπως οι παλαιότερες, για τη διαδοχή της. Δεν εκδηλώνεται ούτε καν η ματαιοδοξία να αφήσει κάποιος φεύγοντας το αποτύπωμά του στη σχολή του. Κανείς δεν αγωνιά πια για τίποτε. Κανείς δεν ελπίζει τίποτε, παρά μόνο στην καταστροφή».

Μέχρι εδώ, πολύ καλά. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι και το γκρέμισμα είναι ένας τρόπος να δημιουργηθεί κάτι νέο και καλύτερο από το προηγούμενο. Το ζητούμενο είναι βέβαια να μπορέσεις να δεις ποια μορφή θα έχει αυτό.

Μήπως καταλήξει να πάρει μια μορφή εντελώς αντίθετη από εκείνη που (υποτίθεται ότι) οραματίζονται οι μεταρρυθμιστές; Και, αν συμβεί κάτι τέτοιο, ποιος μπορεί να μας βεβαιώσει ότι ήταν πέρα από τις προθέσεις τους;

Διαβάζω στη συνέχεια του κειμένου: «Ως καταστροφή ορίζεται η παλινόρθωση του ’82 που επιχειρεί ο Γαβρόγλου. Τα πολιτικά της κίνητρα δεν έχουν σημασία για όσους εργάζονται στο πανεπιστήμιο.

Είτε θέλει να κολακέψει τους δεκαεφτάρηδες ψηφοφόρους, είτε εκπληρώνει πελατειακά μνημόνια με τους συνδικαλιστές, είτε κινείται από καθαρή ιδεοληψία, το αποτέλεσμα δεν αλλάζει.

Πώς μπορεί αυτή η καταστροφή να είναι δημιουργική; Η απάντηση έρχεται υπό τύπον ερώτησης: “Αν έρθει αύριο η Microsoft και φτιάξει ένα πρόγραμμα σπουδών με τέσσερα χιλιάρικα δίδακτρα τον χρόνο, τι πιστεύεις ότι θα γίνει; Δεν θα γίνει συνωστισμός;

Το σκεπτικό είναι ότι αυτό που δεν κατόρθωσαν τα μεταρρυθμιστικά και αντιμεταρρυθμιστικά κύματα της μεταπολίτευσης, το επιβάλλει ήδη η ζωή, παρακάμπτοντας το δημόσιο πανεπιστήμιο».

Να πώς γεννιούνται οι θεωρίες συνωμοσίας. Ξεκινάς από το αποτέλεσμα και κάνεις τον δρόμο προς τα πίσω, μέχρι να φτάσεις πέρα από τις πραγματικές ή τις υποτιθέμενες προθέσεις, σε εκείνο που έχεις εσύ στο μυαλό σου.

Το άλλο πουλάκι:
Και τότε θα ρωτήσεις:

Ποιος μου λέει ότι αυτή η κυβέρνηση και ο συγκεκριμένος υπουργός δεν ήρθε να τελειώσει μια δουλειά, αυτή της δημιουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων, που οι άλλοι αδυνατούσαν να φέρουν εις πέρας;

Μακριά από εμάς τέτοιες σκέψεις. Σίγουρα όμως υπάρχουν κάποιοι που θα τις κάνουν. Μάλιστα, αν τους δοθεί η ευκαιρία να συνδυάσουν περισσότερες από μία περιπτώσεις, τότε άντε να τους σταματήσεις.

Δηλαδή, λίγο το έχουν να μεταφέρουν το συγκεκριμένο σκεπτικό και στο άλλο μεγάλο θέμα που τρέχει αυτές τις μέρες, εκείνο των συμβασιούχων στους δήμους και να το εντάξουν στην ίδια λογική;

Ποιοι οδηγούν την καθαριότητα των πόλεων και την αποκομιδή των απορριμμάτων στα χέρια ιδιωτών; Δεν σας κάνει εντύπωση το γεγονός ότι η διαδικασία… μετάβασης ξεκίνησε με αφορμή την συνεχιζόμενη απεργία;

Και, το κυριότερο, δεν σας κάνει εντύπωση ότι, με αφορμή την απεργία ΠΟΕ-ΟΤΑ, υπάρχει μια εντυπωσιακή μεταστροφή της κοινής γνώμης τόσο κατά των συμβασιούχων γενικότερα, όσο και υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων;

Πράγματα που λίγο καιρό πριν κανείς δεν τολμούσε να τα συζητήσει, τώρα όχι μόνο μπαίνουν στην ατζέντα, αλλά το κάνουν και με τρόπο που να μην σηκώνει αντιρρήσεις. Λες δηλαδή και η ιδέα ωρίμασε μέσα σε λίγες μέρες.

Άδικο θα έχει κάποιος λάτρης των θεωριών συνωμοσίας να σκεφτεί ότι τίποτε από όλα αυτά δεν έγινε τυχαία; Να πιστέψει ότι υπάρχουν άνθρωποι και από τις δύο πλευρές που οδηγούν συνειδητά στη λύση της ιδιωτικοποίησης;

Ποιες δύο πλευρές; Μα, και εκείνης της κυβέρνησης και εκείνης των συνδικαλιστών. «Ποιος μου λέει εμένα» θα σκεφτεί ο καχύποπτος, «ότι δεν είναι στημένο, ώστε να αγοράσουν κάποιοι το φιλέτο της αποκομιδής, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι;»

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μακριά από εμάς τέτοιες σκέψεις!

Και, για να μην αφήσουμε την παραμικρή υποψία ότι θα μπορούσαμε να σκεφτούμε κάτι τέτοιο, θα κάνουμε την πρότασή μας, όπως και σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις. Λύση στο πρόβλημα και απάντηση στους συκοφάντες ταυτοχρόνως:

Ιδιωτικοποίηση, τώρα!
Επιτέλους, να φύγει από τα χέρια των Δήμων το έργο της καθαριότητας των πόλεων και να πάει… στους συμβασιούχους ΠΟΕ-ΟΤΑ!

Οι οποίοι μπορούν να συστήσουν σε κάθε Δήμο μια ιδιωτική εταιρεία και να πάρουν το έργο, μάλιστα με μεγάλη προίκα τον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται σήμερα. Χάρισμά τους όλα!

Με μια συμφωνία: αυστηρότατες προδιαγραφές στην εκτέλεση του έργου, για την μη τήρηση των οποίων θα υπάρχουν συγκεκριμένες ρήτρες. Εάν οι πόλεις δεν είναι έτσι όπως θα τις περιγράφουν οι συμβάσεις, δεν θα καταβάλλονται τα συμφωνηθέντα ποσά.

Μ’ αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται και η «μονιμοποίηση» των συμβασιούχων, αφού θα έχουν εργασία στο διηνεκές, και η καθαριότητα των πόλεων, αλλά -πιστέψτε με- και μια μεγάλη οικονομία στους πολίτες.

Τι λέτε; Πώς σας φαίνεται η ιδέα; Έτσι κανείς δεν θα μπορεί να κατηγορήσει κανέναν και όλοι θα είναι ευχαριστημένοι.
Θα είναι;
 Καθαρίσαμε!

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

170628 ΡΩΜΑΛΕΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ποτέ, ποτέ;

Η συζήτηση είναι πολύ παλιά. Την επανέφερε στο προσκήνιο ο υπουργός Παιδείας κύριος Γαβρόγλου, θέλοντας να απαντήσει στους φοιτητές που μίλησαν για το χάλι που επικρατεί στο πανεπιστήμιό τους.

Δεν θα ασχοληθούμε με το άσυλο και τον τρόπο που αυτό πρέπει να λειτουργεί –τα είπαμε άλλη φορά. Να σας πω μόνο πως δεν είμαι τελείως αντίθετος με την άποψη του κυρίου Γαβρόγλου για το… «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα».

Όχι ότι οι φοιτητές πρέπει να επιτελούν το έργο των αστυνομικών δυνάμεων, όμως πιστεύω κι εγώ ότι θα μπορούσαν να επιβλέπουν τους δικούς τους χώρους και, γιατί όχι, να τους «περιφρουρούν».

Θα σας πω πώς το εννοώ, με ένα παράδειγμα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, υπήρχε σε μικρό επαρχιακό πανεπιστήμιο μια λέσχη που την διαχειρίζονταν οι φοιτητές. Το φαγητό ήταν καλύτερο από εστιατορίου!

Για να φας όμως έπρεπε να το δηλώσεις από την προηγούμενη μέρα και οι μερίδες έβγαιναν αναλόγως. Επίσης, απαγορευόταν αυστηρά να πετάξεις φαγητό! Αν ήθελες μπορούσες να πεις του μάγειρα να σου βάλει λιγότερο ή μπορούσες να το δώσεις σε κάποιον άλλο.

Όχι να το πετάξεις! Μια φορά που κάποιοι το τόλμησαν, η λέσχη, με απόφαση της ομάδας διαχείρισης, έμεινε κλειστή για δυο μέρες και έτσι δεν ξανασυνέβη. Υπήρχε, λοιπόν, τεράστια οικονομία και, το κυριότερο, άριστο φαγητό.

Την ίδια εποχή, στην τεράστια λέσχη της Θεσσαλονίκης, έτρωγε κυριολεκτικά ο κάθε πικραμένος πολίτης και αυτό θεωρούνταν «κατάκτηση του φοιτητικού κινήματος». Το φαγητό ήταν μαύρο χάλι και τόνοι από αυτό πετάγονταν καθημερινά στα σκουπίδια.

Κανείς δεν τολμούσε να διατυπώσει το αίτημα να σιτίζονται εκεί ΜΟΝΟ φοιτητές και μάλιστα φοιτητές που έχουν μικρό οικογενειακό εισόδημα. Κι έτσι, στο όνομα κάποιας ομιχλώδους «αλληλεγγύης», αυτοί οι τελευταίοι ήταν οι χαμένοι.

Διότι οι άλλοι, όπως ο φίλος μας ο Γιώργος, που πήγαιναν στη λέσχη «για πλάκα», έπαιρναν τον δίσκο, έβρισκαν μετά από ώρα μια θέση, άναβαν ένα τσιγάρο, το κάπνιζαν, το έσβηναν μέσα στο φαγητό και σηκώνονταν να φύγουν για να πάνε σε κάποια ταβέρνα.

Το άλλο πουλάκι:
Εδώ υπάρχει μια παρεξήγηση!

Διότι είμαι βέβαιος πως ο κύριος υπουργός, όταν λέει «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα», εννοεί κάτι σαν εκείνο που υπήρχε την δεκαετία του ’80, όταν οι αριστερές παρατάξεις έδεναν και έλυναν.

Και σίγουρα δεν εννοεί το «κίνημα» φοιτητών κάποιων αξιοζήλευτων ξένων πανεπιστημίων, όπου, ας πούμε, εκδίδουν οι ίδιοι κάρτες εισόδου στο κάμπους και ελέγχουν πολύ αυστηρά ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει από τον δικό τους χώρο.

Ή όπου οι φοιτητές βάζουν στη θέση του όποιον τολμήσει να βρωμίσει τον χώρο και καλούν οι ίδιοι την αστυνομία, όταν αντιληφθούν ότι κάποιος παρανομεί. Αφήστε που οι ποινές σε τέτοιες περιπτώσεις είναι αυστηρότατες, με πιο συνηθισμένη την αποβολή από το πανεπιστήμιο.

Και έτσι φτάσαμε σ’ αυτό που από την αρχή θέλαμε να σχολιάσουμε, την άποψη του κυρίου Γαβρόγλου ότι «ποτέ δεν έφερε λύση η αντιμετώπιση με αστυνομικούς τρόπους». Γι’ αυτό ρωτήσαμε: ποτέ… ποτέ;

Δεν ξέρω αν ενστερνίζεστε την άποψη του υπουργού, αν όμως αυτό συμβαίνει, θα σας παρακαλούσα να μου αναφέρετε μία φορά που έφερε λύση η αντιμετώπιση με άλλους τρόπους, ας πούμε με την επίκληση στο φιλότιμο.

Διότι, καλό και άγιο το φιλότιμο, έχει όμως ένα κουσούρι. Δεν μπορείς να στηριχτείς σ’ αυτό για πάντα, όπως και δεν μπορείς να ελπίζεις στο φιλότιμο όλων. Κάποτε, κάποιος θα βρεθεί που θα φερθεί… γαϊδουρινά.

Και τότε δεν σε σώζουν όλα τα ρωμαλέα φοιτητικά κινήματα του κόσμου. Απεναντίας, η αντιμετώπιση με αστυνομικούς τρόπους μπορεί να τον βάλει μια χαρά στη θέση του, ώστε και αυτός να μην το επαναλάβει και οι άλλοι να παραδειγματιστούν.

Ξέρω! Υπάρχουν ένα σωρό απόψεις που λένε «ναι, αλλά με την παιδεία…» ή «όταν δοθεί η κατάλληλη αγωγή από το σπίτι…» Συμφωνώ ότι όλα αυτά μπορούν να παίξουν τον ρόλο τους. Όμως ποτέ δεν είναι αρκετά.

Σας είπαμε στην αρχή ότι η συζήτηση είναι πολύ παλιά. Δεν θα ξεχάσω ότι μαλώναμε γι’ αυτό το ζήτημα, πριν από πολλά χρόνια, με κάποιον φίλο που, δυστυχώς, δεν ζει πια. Αντικείμενο ήταν οι τροχαίες παραβάσεις.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υποστήριζε «πως είναι θέμα παιδείας»!

Κι εγώ του απαντούσα πως ένα από τα αποτελεσματικότερα εργαλεία της… παιδείας είναι και ο αυστηρός έλεγχος των παραβάσεων, μαζί με την «παιδαγωγική» τιμωρία που ακολουθεί.

Τον ρώτησα μάλιστα να μου πει πώς εξηγεί το φαινόμενο ο… πεπαιδευμένος ευρωπαίος οδηγός να ξεχνάει ό,τι έμαθε, μέσα σε λίγες μέρες που θα έρθει στην Ελλάδα. Μόλις δηλαδή αντιληφθεί ότι εδώ είναι ξέφραγο αμπέλι.

Από την άλλη, πώς γίνεται και ο… απαίδευτος Έλληνας, μόλις βρεθεί σε κάποιο σοβαρό κράτος, μαθαίνει αμέσως πώς να συμπεριφέρεται στους δρόμους; Μήπως συντελεί το γεγονός ότι αντιλαμβάνεται πως η παραμικρή παράβαση τιμωρείται;

Κακά τα ψέματα, φίλοι μου!
Οι Γερμανοί έχουν μια παροιμία που λέει «η εμπιστοσύνη είναι καλό πράγμα, όμως ο έλεγχος είναι καλύτερος».

Και, για να επανέλθουμε στον κύριο Γαβρόγλου, δόξα τω Θεώ, από εμπιστοσύνη χορτάσαμε. Και από «ρωμαλέα φοιτητικά κινήματα» έχουμε μεγάλη πείρα. Και πολύ κακή. Μήπως ήρθε η ώρα να δοκιμάσουμε και κάτι άλλο;

Διότι, αν συμφωνεί κι αυτός πως η κατάσταση στα πανεπιστήμια δεν είναι… η επιθυμητή -και μάλλον συμφωνεί, αφού σχεδιάζει αλλαγές- τότε θα ήταν καλύτερα να σκεφτεί έναν από τους πιο δημοφιλείς ορισμούς της βλακείας:

Το να επαναλαμβάνεις τα ίδια πράγματα και να προσδοκείς διαφορετικά αποτελέσματα!
 Ένα, αλλά ρωμαλέο!

Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

170627 ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟΝ-2

Το ένα πουλάκι:
Λέγαμε για τα προσόντα των Διευθυντών…

Προσωπικά πολύ μου άρεσε η άποψη του φίλου από το Σικάγο πως «ένα πτυχίο αντικατοπτρίζει τι διδάχτηκε ο φοιτητής και όχι τι έμαθε». Σας αφήσαμε όμως με την περιέργεια χθες.

Δεν σας είπαμε ποιο είναι το σημαντικότερο προσόν που πρέπει να έχει ένας εργαζόμενος, πόσω μάλλον ένας Διευθυντής Σχολείου. Κάντε λίγη υπομονή ακόμη και θα το μάθετε. Για την ώρα κάτι άλλο προηγείται.

Είπαμε όμως ότι, κάθε «εργοδότης», προκειμένου να επιλέξει εκείνον ακριβώς τον εργαζόμενο που θέλει για μια συγκεκριμένη θέση, προχωρά σε μια αξιολόγηση των υποψηφίων, όχι με βάση τα πτυχία τους, αλλά με βάση τις δεξιότητες που πιστεύει αυτός ότι είναι απαραίτητες.

Σ’ αυτό το πνεύμα, ελάτε να δούμε ποια προσόντα θεωρεί ότι πρέπει να έχουν οι Διευθυντές των Σχολείων το ίδιο το κράτος που θα τους επιλέξει. Σας διαβάζω από το περίφημο «καθηκοντολόγιο»:

«Ο Διευθυντής βρίσκεται στην κορυφή της σχολικής κοινότητας και είναι διοικητικός αλλά και επιστημονικός – παιδαγωγικός υπεύθυνος στο χώρο αυτό. Πιο συγκεκριμένα:

1. Καθοδηγεί τη σχολική κοινότητα να θέσει υψηλούς στόχους και να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις για την επίτευξή τους για ένα σχολείο δημοκρατικό και ανοικτό στην κοινωνία.

2. Καθοδηγεί και βοηθάει τους εκπαιδευτικούς στο έργο τους, και ιδιαίτερα τους νεότερους, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες εκπαιδευτικού και παιδαγωγικού χαρακτήρα και οφείλει να αποτελεί παράδειγμα.

3. Φροντίζει ώστε το σχολείο να γίνει στοιχειώδης μονάδα επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σε θέματα διοικητικά, παιδαγωγικά και επιστημονικά.

4. Διευθύνει τους εκπαιδευτικούς και συντονίζει το έργο τους. Συνεργάζεται μαζί τους ισότιμα και με πνεύμα αλληλεγγύης (primus inter pares). Διατηρεί και ενισχύει την συνοχή του Συλλόγου Διδασκόντων, αμβλύνει τις αντιθέσεις, ενθαρρύνει τις πρωτοβουλίες των εκπαιδευτικών, εμπνέει και παρέχει θετικά κίνητρα σ’ αυτούς.

5. Ελέγχει την πορεία των εργασιών και κατευθύνει τους εκπαιδευτικούς ώστε να ανταποκρίνονται έγκαιρα στις υποχρεώσεις που ανέλαβαν. Τέλος, αξιολογεί τους εκπαιδευτικούς, όπως η νομοθεσία ορίζει».

Το άλλο πουλάκι:
Ας «μαζέψουμε» τα ρήματα.

Καθοδηγεί, βοηθάει, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, φροντίζει, διευθύνει (τι… Διευθυντής θα ήταν;), ενισχύει, ενθαρρύνει, εμπνέει, αποτελεί παράδειγμα…
Επιπλέον όμως και ελέγχει και αξιολογεί!

Πώς σας φαίνεται; Εύκολη δουλειά;
«Γιατί όχι;» θα σκεφθεί κάποιος. «Αφού την κάνουν ήδη χιλιάδες άνθρωποι σε όλη τη χώρα. Επιπλέον, άλλοι τόσοι πιστεύουν ότι μπορούν να την κάνουν εξίσου καλά, αν όχι καλύτερα».

Μόνο που, τώρα που είδατε κι εσείς ποια «γνωρίσματα», ποιες δεξιότητες πρέπει να έχει ένας Διευθυντής, μπορείτε να μου πείτε με ποια κριτήρια μπορούν να αξιολογηθούν αυτά; Εσείς πώς θα διαπιστώνατε την ύπαρξή τους;

Με βάση κάποια πτυχία; Ποιο πτυχίο, μεταπτυχιακό ή διδακτορικό, μπορεί να βεβαιώσει ότι ο κάτοχός του διαθέτει όλα τα παραπάνω προσόντα; Εξάλλου, είπαμε. Το πτυχίο βεβαιώνει τι διδάχτηκες, όχι τι κατέχεις!

Μήπως μπορεί να το βεβαιώσει ο Σύλλογος των Διδασκόντων ενός Σχολείου, που «γνωρίζει από κοντά» τον υποψήφιο; Εδώ συναντάμε άλλου είδους προβλήματα. Διότι η πράξη μάς έδειξε πως δεν μπορεί να το κάνει.

Αφήνουμε στην άκρη την ψηφοφορία ως αντισυνταγματική. Στη διαδικασία που περιγράψαμε χθες, πέρα από τις αντιρρήσεις των Ομοσπονδιών, αποδείχθηκε πως οι περισσότεροι υποψήφιοι πήραν «συμφωνώ» από όλους τους συναδέλφους τους.

Επιπλέον, από πληροφορίες που έχουμε μέσω φίλων εκπαιδευτικών, αναδείχθηκε κι ένας… συντηρητισμός, αφού οι περισσότεροι θα προτιμούσαν να μην (ρισκάρουν να) αλλάξουν τον Διευθυντή που γνωρίζουν ήδη.

Επομένως, το δύσκολο έργο ανατίθεται στα μέλη των Υπηρεσιακών Συμβουλίων, τα οποία πρέπει, στο πλαίσιο μιας εικοσάλεπτης «συνέντευξης», να δουν ποιοι από τους υποψηφίους και σε τι βαθμό διαθέτουν τα προσόντα που περιγράφει το «καθηκοντολόγιο».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτό όμως δεν συμβαίνει… εν κενώ!

Οι υποψήφιοι καταφθάνουν στη «συνέντευξη» όντες ήδη καταταγμένοι με βάση τα «μετρίσιμα κριτήρια» που διαθέτουν. Τα μέλη του Συμβουλίου πρέπει να δουν «το κάτι άλλο». Στο σημείο αυτό θα επικαλεστούμε και πάλι τον φίλο μας από το Σικάγο:

«Η πιο περιζήτητη δεξιότητα στις ΗΠΑ σήμερα είναι η ικανότητα κρίσης, το critical thinking. Για τον εργοδότη, η ικανότητα κρίσης είναι σημαντική επειδή επιτρέπει στον εργαζόμενο να εργαστεί ανεξάρτητα, με λιγοστή επίβλεψη, να αναλάβει ευθύνες, και να πάρει ρίσκο, προσφέροντας μεγάλη αξία στην εταιρεία».

Μπορεί αυτή η… λογική να μεταφερθεί στο Σχολείο; Αν ναι, πώς μεταφράζεται στα σχολικά πράγματα η «ικανότητα κρίσης» και, κυρίως, πώς μπορεί να αξιολογηθεί;

Ένας Διευθυντής πρέπει, πέρα από όσα πολύ ωραία λέει το «καθηκοντολόγιο», να είναι πρωτίστως ικανός να επιλύει σύνθετα προβλήματα και να χειρίζεται δύσκολες καταστάσεις. Δύσκολες, επειδή σ’ αυτές συμμετέχουν μαθητές, εκπαιδευτικοί και γονείς.

Αυτή την ικανότητα, η οποία σπανίως και ελάχιστα αντικατοπτρίζεται στα «μετρίσιμα κριτήρια», καλείται να διαγνώσει το κάθε Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Πρόκειται για πραγματικό άθλο! Υπάρχει μήπως κάτι θα έκανε πολύ πιο εύκολη τη δουλειά του;

Θα το πω κι ας χαλάσω καρδιές. Αν υπήρχε μια πολυετής, διαρκής και συνεπής αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου, από τους Διευθυντές, τους Σχολικούς Συμβούλους και τους Προϊσταμένους που γνώρισε στην καριέρα του…

(Μην αρχίσετε, σας παρακαλώ, τα «ποιος, ποιον και γιατί» δεν είναι ώρα γι’ αυτή την κουβέντα.) …η εικόνα γι’ αυτόν θα ήταν ασφαλώς πληρέστερη από εκείνη που μπορούν να δώσουν τα πτυχία ή οι διάφορες συγκυριακές ψηφοφορίες των συναδέλφων του.

Τότε, το κάθε μέλος του Συμβουλίου θα είχε ένα αξιόπιστο εργαλείο στα χέρια του, που θα το βοηθούσε να εκτιμήσει πόσο πραγματικά «ζυγίζει» ο κάθε υποψήφιος.

Και θα μπορούσε να κάνει πολύ πιο εύκολα -και με λιγότερα βάρη στη συνείδησή του- την κρίση του.

Όμως η αξιολόγηση είναι κακό πράγμα.
Δεν είναι;
 Μην κρίνετε…

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017

170626 ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟΝ-1

Το ένα πουλάκι:
Προσόντα, προσόντα, προσόντα…

Δεν ξέρω πόσους πολίτες απασχολεί το θέμα, όμως αυτή την εποχή διεξάγεται η διαδικασία επιλογής Διευθυντών για τα Σχολεία όλης της χώρας. Είναι κάτι πολύ σημαντικό, αν αναλογιστούμε τον ρόλο που αυτοί μπορούν να διαδραματίσουν στη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

Οι υποψήφιοι έχουν καταθέσει τους φακέλους με τα προσόντα τους και περιμένουν να περάσουν από συνέντευξη, ενώπιον των Υπηρεσιακών Συμβουλίων. Ναι, μετά από μια περιπετειώδη διακοπή η συνέντευξη έχει επανέλθει.

«Τι είναι αυτό που μετράει περισσότερο;» ρωτούν γνωστοί και φίλοι. Λίγο δύσκολο να το προσδιορίσουμε επακριβώς. Πάντως, φαίνεται πως από το ένα άκρο, όπου μπορούσε να γίνει κανείς Διευθυντής και μόνο με τις ψήφους των εκπαιδευτικών, πήγαμε στο άλλο.

Τώρα έχουν πολύ μεγάλη βαρύτητα τα «μετρήσιμα» προσόντα, δηλαδή τα επιπλέον πτυχία και μεταπτυχιακά που διαθέτει κάποιος. Αυτά είναι τόσο καθοριστικά, που δύσκολα μπορούν να «ανατραπούν» στις συνεντεύξεις.

Σημαντικά κριτήρια βεβαίως είναι και τα χρόνια υπηρεσίας, καθώς και η εμπειρία σε διευθυντικές θέσεις, η οποία μάλιστα μετράει παρόλο που ο υποψήφιος δεν έχει αξιολογηθεί ποτέ γι’ αυτήν.

Ωστόσο, ακόμη κι ένας -κατά γενική ομολογία- πετυχημένος Διευθυντής, που μπορεί να έχει επανακριθεί με άριστα, παίρνει όσα μόρια παίρνει και κάποιος με μηδενική εμπειρία, που όμως διαθέτει ένα μεταπτυχιακό.

Για να σας βάλουμε καλύτερα στο κλίμα, να σας πούμε επίσης ότι και αυτή τη φορά κλήθηκαν οι εκπαιδευτικοί να «κρίνουν» τους υποψήφιους, μέσα όμως από μια διαδικασία που μπέρδεψε περισσότερο τα πράγματα.

Διότι, οι εκπαιδευτικοί -μόνο οι μόνιμοι- πήραν θέση («συμφωνώ» ή «διαφωνώ») σε τέσσερα κριτήρια που έπρεπε να διαθέτει ο υποψήφιος που υπηρετούσε στο Σχολείο τους. Μόνο που αυτές οι κρίσεις δεν είναι υποχρεωτικό να ληφθούν υπόψη από τα μέλη των Υπηρεσιακών Συμβουλίων.

Αφήστε που οι Ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών τους κάλεσαν να μην συμπληρώσουν τα φύλλα αξιολόγησης και έτσι δεν υπάρχουν για όλους… γνωματεύσεις. (Ασχέτως αν η πλειονότητα των εκπαιδευτικών «έγραψαν» τις Ομοσπονδίες.)

Το άλλο πουλάκι:
Ποιος είναι καλός Διευθυντής;

Είναι ένα ερώτημα πολύ δύσκολο να απαντηθεί. Υπάρχει τρόπος, θα σας τον αναλύσουμε όμως αργότερα. Εκείνο που έχει τώρα ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε είναι πως ο κάθε υποψήφιος θεωρεί σημαντικά προσόντα εκείνα που διαθέτει ο ίδιος.

Αν ρωτήσεις κάποιον με διδακτορικό ή/και μεταπτυχιακό θα υποστηρίξει πως οι σπουδές που έκανε τον βοήθησαν να μάθει ένα σωρό πράγματα και να αποκτήσει δεξιότητες που δεν (μπορεί να) έχει κάποιος με μόνη την εμπειρία της θέσης.

Αφήστε που μπορεί, πολύ βάσιμα, να ισχυριστεί πως ένας παλιός Διευθυντής, που έγινε κάποτε τέτοιος -κύριος οίδε με τι διαδικασίες- και δεν έχει αξιολογηθεί ποτέ για το έργο του, δεν είναι δυνατόν να προηγείται στα μόρια.

Από την άλλη, υπάρχει μια γενικευμένη αμφισβήτηση των προσόντων με τα οποία εφοδιάζει έναν υποψήφιο Διευθυντή το διδακτορικό ή/και το μεταπτυχιακό. «Γιατί», λένε, «θα είναι καλύτερος ένας Διευθυντής με μεταπτυχιακό, ειδικά αν αυτό είναι σε κάποιο άσχετο θέμα;»

Εξάλλου, και τα μεταπτυχιακά δεν έχουν όλα την ίδια «βαρύτητα». Υπάρχουν σχολές στις οποίες χρειάζονται δυο ξένες γλώσσες μόνο για να περάσεις στο μεταπτυχιακό και άλλες που το παίρνεις… «δι’ αλληλογραφίας».

Κάποτε έπρεπε να έχεις πτυχίο με βαθμό πάνω από 8,5 για να μπορέσεις να δώσεις εξετάσεις για το μεταπτυχιακό. Τα τελευταία όμως χρόνια, που τα μεταπτυχιακά έχουν και δίδακτρα, οι σχολές τα δίνουν χωρίς να πολυεξετάζουν τους υποψήφιους.

(Όπως βλέπετε, στη συζήτηση δεν αναφερόμαστε καθόλου σε τίτλους σπουδών που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό, αφού υπάρχει μια γενικευμένη καχυποψία για τον τρόπο που -ειδικά τα πανεπιστήμια συγκεκριμένων χωρών- χορηγούν αυτούς τους τίτλους.)

Και ο αντίλογος: «Εντάξει, όμως, από την άλλη, πόσο καλός Διευθυντής μπορεί να είναι κάποιος εκπαιδευτικός που τελείωσε το πανεπιστήμιο πριν από είκοσι χρόνια και έκτοτε δεν έχει ανοίξει βιβλίο;»

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Χρήσιμο πράγμα η συζήτηση!

Διότι, καθώς τα κουβεντιάζαμε όλα αυτά, μπήκε στην παρέα (χωρίς να το ξέρει ο ίδιος) ένας φίλος από τη μακρινή Αμερική, συγκεκριμένα από το Σικάγο, στο πανεπιστήμιο του οποίου διδάσκει.

Ακούστε τι ενδιαφέροντα πράγματα είπε, τα οποία, χωρίς την άδειά του, σας μεταφέρουμε. Ελπίζουμε να δείξει κατανόηση: «Η επαγγελματική επάρκεια στις ΗΠΑ κατοχυρώνεται από την ικανότητα του ενδιαφερομένου.

Για πολλά επαγγέλματα υπάρχει μετα-πανεπιστημιακή πιστοποίηση που χορηγείται από επιστημονικούς ή επαγγελματικούς συλλόγους, έπειτα από εξετάσεις ή πρακτική άσκηση, αλλά γενικά για τα περισσότερα επαγγέλματα δεν υπάρχει το εμπόδιο των επαγγελματικών δικαιωμάτων.

Οι εργοδότες ελάχιστα άλλωστε νοιάζονται πια για τις σπουδές που έχει κάνει κάποιος. Πολύ ωμά πιστεύουν πως ένα πτυχίο αντικατοπτρίζει τι διδάχτηκε ο φοιτητής και όχι τι έμαθε. Γι’ αυτό οι εργοδότες στρέφονται ολοένα και περισσότερο στην αξιολόγηση των δεξιοτήτων ενός ατόμου.

Εξάλλου είναι ευκολότερο για έναν εργοδότη να περιγράψει τις δεξιότητες που πρέπει να έχουν οι εργαζόμενοί του παρά το είδος των πτυχίων τους. Τα πτυχία ακόμη και στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο διαφέρουν κατά πολύ από πανεπιστήμιο σε πανεπιστήμιο, ενώ οι δεξιότητες είναι συγκεκριμένες».

Ό,τι δηλαδή είπαμε κι εμείς πριν. Ποια όμως είναι η πιο σημαντική δεξιότητα, κατά τους εργοδότες; Και, επιπλέον: με ποιο τρόπο το ελληνικό κράτος περιγράφει τις δεξιότητες που πρέπει να έχει ένας Διευθυντής Σχολείου, αυτές δηλαδή που -τελικά- πρέπει να αξιολογήσει ένα Υπηρεσιακό Συμβούλιο;

Ενδιαφέροντα ερωτήματα, δεν νομίζετε; Επειδή όμως πέρασε η ώρα μας, θα τα συζητήσουμε αύριο.
Τέτοιο θέμα δεν εξαντλείται σε μια κουβέντα!
 Καιρός τού θερίζειν!

Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

170623 ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Έπεσαν να τον φάνε!

Μιλώ για τον καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Yale κ. Στάθη Καλύβα, ο οποίος έκανε το «ατόπημα» να επιχειρήσει μια αποτίμηση του… έργου της Χούντας, σε λάθος μέσο και με λάθος τρόπο.

Τα «λάθη» αυτά αποδείχθηκαν από τον διάλογο που ακολούθησε και, κυρίως, από την επίθεση που δέχτηκε. Εκείνο όμως που φάνηκε πιο καθαρά είναι πως πολλοί από εμάς δεν κατανοούμε αυτό που διαβάζουμε. Λέει ο καθηγητής…

«Επιχειρώντας να προσεγγίσω τη “μεγάλη εικόνα” πενήντα χρόνια μετά, θα εντόπιζα δύο μεγάλα παράδοξα.

Πρώτο, πως μολονότι προερχόμενοι από τους κόλπους της σκληροπυρηνικής Δεξιάς, οι πραξικοπηματίες συνέβαλαν τελικά στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς και διαμέσου αυτής και της χώρας. Δίχως τον Απρίλιο του ’67 δεν θα είχε υπάρξει ο Ιούλιος του ’74.

Δεύτερο, αν και επιχείρησαν να κρατήσουν την κοινωνία στάσιμη, να την παγώσουν δηλαδή, συνέβαλαν τελικά με έμμεσο τρόπο στον ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της.

Ιδωμένη λοιπόν από την οπτική του παρόντος, η δικτατορία είτε δεν εμπόδισε τον πολιτικό και κοινωνικό εκσυγχρονισμό της χώρας είτε τον υποβοήθησε, χωρίς βέβαια να επιδιώκει κάτι τέτοιο».

Και στη συνέχεια του κειμένου του θίγει δύο άλλα ζητήματα εξίσου σημαντικά με τα προηγούμενα: «Ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία και την αποτίμηση της δικτατορίας είναι το θέμα της λαϊκής αποδοχής της.

Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή. Πράγματι, η δικτατορία ταυτίστηκε με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος.

Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις.

Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής. Η κοινωνία του 1974 μικρή σχέση είχε με αυτή του 1964».

Το άλλο πουλάκι:
Έπεσαν να τον φάνε!

Για να αποδείξουμε αυτό που είπαμε πριν, περί (μη) κατανόησης ενός κειμένου, θα σας παρουσιάσουμε κάποια από τα πιο σοβαρά επιχειρήματα του διαλόγου που προκλήθηκε. Ακόμη και αυτά όμως δείχνουν τους λόγους που έκανε λάθος ο καθηγητής.

Γράφει ένας σχολιαστής: «Ναι μεν η δικτατορία (με την πτώση της) επιτάχυνε τον εκδημοκρατισμό της χώρας (μέσω της ριζοσπαστικοποίησης που επέφερε σε ευρεία στρώματα πληθυσμού), αλλά αυτό δεν μπορεί να της... πιστωθεί!

Με τη λογική του αρθρογράφου, και ο πόλεμος είναι καλό πράγμα διότι προωθεί ραγδαία (αναμφισβήτητα) την... τεχνολογική εξέλιξη, ενώ ενισχύει τα... φιλειρηνικά αισθήματα του πληθυσμού! Ίσως κι ο ρατσισμός του απαρτχάιντ να ’ναι καλό πράγμα, αφού γεννά τον αντιρατσισμό και... ριζοσπαστικοποιεί τις καταπιεσμένες μειονότητες!»

Ένας άλλος, βασισμένος στην ίδια λογική, τονίζει: «Όμως ακόμη και εάν οι ιστορικές σας αναφορές σας ήταν ακριβείς και ο συλλογισμός σας ακλόητος λογικά και πάλι θα υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα (από πλευράς ηθικής φιλοσοφίας):

Ο Α, φυλακισμένος για 20 χρόνια και βασανιζόμενος από τον Β, καταφέρνει να συλλάβει έναν μαγικό αλγόριθμο που επιλύει το επισιτιστικό πρόβλημα της ανθρωπότητας. Δικαιώνει αυτό κάπως την συμπεριφορά του Β;

Η Γ βιάζεται από τον Β όμως το περιστατικό αυτό λειτουργεί ως καταλύτης που όχι μόνο δεν εμποδίζει την περαιτέρω ανάπτυξή της, αλλά και την κάνει πιο δυνατή, της δίνει έμπνευση και γίνεται μια σπουδαία ζωγράφος. Ποια θα πρέπει να είναι η αποτίμηση της “συμβολής” του Β σε αυτή την αλληλουχία γεγονότων;»

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ποια είναι η δική μας άποψη;

Το είπαμε στην αρχή. Δεν είναι ούτε ο κατάλληλος χρόνος η παρούσα συγκυρία, ούτε το κατάλληλο μέσο η στήλη μιας εφημερίδας για να ξεκινήσει ένας τέτοιος διάλογος. Επιπλέον έχουμε και άλλες αντιρρήσεις.

Όπως για παράδειγμα το στοιχειώδες «σφάλμα» που κάνουμε όταν διερευνούμε τις επιπτώσεις ενός ιστορικού γεγονότος, πόσω μάλλον μιας περιόδου: «πώς θα ήταν σήμερα η χώρα αν…»

Η επιστημονική απάντηση (πρέπει να) είναι «δεν ξέρουμε». Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε, οι οποίες και πάλι βρίσκονται στον αέρα. Πέρα όμως από αυτή και από άλλες επιμέρους αντιρρήσεις στο σκεπτικό του κ. καθηγητή, εκείνο που αξίζει να προσέξουμε είναι η προσέγγιση.

Μιλώντας για κάποιες θετικές επιπτώσεις στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου, εξυμνεί, όπως τον κατηγόρησαν, τη χούντα; Προφανώς -πόσο προφανώς όμως για τους περισσότερους σχολιαστές;- όχι!

Άλλο να βλέπεις και κάποια θετικά ακόμη από ένα πολύ μεγάλο κακό και εντελώς άλλο να εύχεσαι να είχε συμβεί. Για να το καταλάβετε λίγο, σκεφθείτε μόνο πως πολλοί «πατέρες» και αρκετοί πιστοί θεωρούν «ευλογία» κάποια από τα δεινά που μας βρίσκουν στη ζωή.

Γράφει λοιπόν ένας σχολιαστής, με αυτό ακριβώς το σκεπτικό: «Δεν λέει κανένας ότι πρέπει να χάσεις έναν άνθρωπο από αρρώστια για να καταλάβεις πόσο σημαντικό είναι να έχεις την υγεία σου. Αν όμως τον χάσεις σίγουρα θα αναθεωρήσεις κάποια πράγματα, θα αλλάξεις τρόπο ζωής, διατροφικές συνήθειες, γυμναστική κλπ.

Έτσι και με την δικτατορία. Κανένας δεν λέει ή δεν πρέπει να λέει, ότι δεν θα μπορούσαμε να έχουμε δημοκρατία σήμερα, αν δεν είχε προηγηθεί η 7ετία. Αλλά έλα μου ντε που την είχαμε. 

Μπορούμε να το συζητήσουμε πώς συνέβαλε στο να έχουμε την δημοκρατία που έχουμε σήμερα; Αυτό λέει ο άνθρωπος και έχετε βαλθεί όλοι να τον βγάλετε χουντικό».

Και ένας άλλος το κάνει πιο… προσωπικό: «Για χρόνια ήμουν υπέρβαρος, μέχρι που εμφάνισα αρτηριακή πίεση. Με προτροπή του γιατρού έχασα τα παραπανίσια κιλά και η πίεση έπεσε στα φυσιολογικά. Λέτε να με κατηγορήσουν ότι προπαγανδίζω την υπέρταση, σε όσους θέλουν να χάσουν κιλά;»

Καταλάβατε;
 Άλλο αποτιμώ, άλλο εκτιμώ!

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2017

170622 ΟΡΚΩΤΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Έγκλημα, χωρίς τιμωρία!

Τι έγκλημα, εγκλήματα! Πολλά, πάρα πολλά. Τα οποία περίμεναν επί ματαίω την τιμωρία τους. Η ίδια η Δικαιοσύνη σήκωσε ψηλά τα χέρια και παραδέχτηκε πως δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μαζί τους.

Το διάβασα στην «Καθημερινή» και δεν το πίστευα: «Με νόμο που ψηφίστηκε το περασμένο καλοκαίρι, στο πλαίσιο της κύρωσης μιας σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης, παραγράφονται πάσης φύσεως αδικήματα, που επισύρουν ποινές έως δύο χρόνια.

Με αυτόν τον νόμο, συγκεκριμένα, προβλέφθηκε η εξάλειψη του αξιοποίνου των εγκλημάτων και η παύση της ποινικής τους δίωξης.
Έτσι, καθημερινά, στα δικαστήρια όλης της χώρας, χιλιάδες υποθέσεις για απειλές, κλοπές, σωματικές βλάβες, πλαστογραφίες πιστοποιητικών, εξυβρίσεις και άλλα αδικήματα πετιούνται στο καλάθι των αχρήστων και αρχειοθετούνται χωρίς δίκη.

Κι αυτό γιατί εισαγγελείς και δικαστήρια παύουν μαζικά τις ποινικές διώξεις για τους δράστες των εγκλημάτων αυτών, κατ’ εφαρμογήν του νόμου, που ψηφίστηκε επί υπουργίας Παρασκευόπουλου, στις 3 Αυγούστου του 2016».

Βέβαια, για να μην κατηγορούμε μόνο την παρούσα κυβέρνηση και τον συγκεκριμένο υπουργό, το φαινόμενο έχει και μια μικρή προϊστορία. Συνέβη κάτι αντίστοιχο και από προηγούμενους υπουργούς άλλων κυβερνήσεων.

Μόνο που εκείνοι είχαν νομοθετήσει την παραγραφή αδικημάτων και ποινών για πλημμελήματα μέχρι έναν χρόνο. Έτσι, οι υποθέσεις που περνούσαν στο αρχείο ήταν πολύ λιγότερες από τις σημερινές.

Φαίνεται όμως πως τούτοι εδώ, θέλοντας να κάνουν πράξη το σύνθημα «γιατί, οι άλλοι καλύτεροι ήταν;» βάλθηκαν να τους ξεπεράσουν σε όλα. Θα μου πείτε όμως τι φταίει και η κυβέρνηση αν η Δικαιοσύνη σηκώνει τα χέρια;

Είναι γεγονός ότι είμαστε ένας λαός δικομανής. Με το παραμικρό μπορούμε να σύρουμε στα δικαστήρια τον γείτονά μας, αλλά και τον πλανητάρχη -αυτόν βέβαια σε λαϊκό δικαστήριο με λαϊκούς δικαστές.

Η αλήθεια είναι ότι έγινε μια σοβαρή προσπάθεια να μας κόψουν κάπως αυτό το χούι, βάζοντάς μας να πληρώνουμε ακριβά παράβολα, όμως ο Έλλην, προκειμένου να βρει το δίκιο του, δεν λογαριάζει έξοδα και ταλαιπωρία.

Το άλλο πουλάκι:
Πώς να βρει όμως το δίκιο του;

Διότι, ακόμα και η δικαιοσύνη μοιάζει με τις περιπτώσεις εκείνες όπου όλοι μαζί ορμάμε να πάρουμε κάτι, με αποτέλεσμα να μείνουμε όλοι με άδεια χέρια. Δεν ξέρω όμως αν θα μπορούσε να λυθεί το θέμα με άλλον τρόπο.

Να είχαμε περισσότερες αίθουσες; Να είχαμε πιο πολλούς δικαστές; Να βάζαμε τα δικαστήρια να εργάζονται με ωράριο καταστημάτων… σε τουριστικές περιοχές, καθημερινά από το πρωί μέχρι αργά τα μεσάνυχτα;

Πάντως η λύση που προκρίθηκε, αυτή δηλαδή της παραγραφής όσων πλημμελημάτων επισείουν ποινές μέχρι δύο ετών, θεωρώ ότι δεν είναι η καλύτερη. Διότι μας κάνει ακόμη πιο εθισμένους στην ανομία.

Αν υπάρχει «πιο» σ’ αυτόν τον τομέα για την περίπτωσή μας. Γι’ αυτό ίσως το χειρότερο να είναι το αίσθημα αδικίας που δημιουργείται στα θύματα, ειδικά όταν οι θύτες είναι θρασύτατοι και αδιόρθωτοι.

Έχουν καταγραφεί περιστατικά κατά τα οποία, μόλις άκουσαν από τον δικαστή το «παύει η δίωξη», στράφηκαν κατά των κατηγόρων τους με ύβρεις, χαρακτηρισμούς και απειλές για νέες επιθέσεις.

Διαβάζω όμως πως υπάρχουν και υποθέσεις πολύ πιο σοβαρές από τις προσωπικές αντεγκλήσεις δύο αντιδίκων, αφού έχουν να κάνουν με τη δημόσια τάξη γενικότερα. Δείτε, ας πούμε, τι έγινε με κατηγορουμένους μέλη των «Πυρήνων της Φωτιάς»:

«Χαρακτηριστική η περίπτωση του εγκλήματος της πλαστογραφίας σε πιστοποιητικά, που οδήγησε δίκη σε παραγραφή των αδικημάτων, σχετικά με τις πλαστές ταυτότητες που είχαν φτιάξει για να μην εντοπίζονται τα ίχνη τους».

Ακούστε όμως και αυτό; «Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η εφαρμογή του νόμου - γομολάστιχα καταλύει κάθε έννοια και της ισότητας των πολιτών, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση όπου ο ένας από τους δύο δράστες που μετείχαν σε κλοπή συνελήφθη πριν από τρία χρόνια –το 2013– οπότε το αδίκημά του παραγράφεται και ο άλλος που συνελήφθη φέτος, στις αρχές Απριλίου, να μην υπάγεται στις διατάξεις της παραγραφής και να δικαστεί».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχει λύση;

Όπως ξέρετε, εμείς εδώ δεν κάνουμε μόνο καταγραφές και διαπιστώσεις, αλλά φροντίζουμε να δίνουμε και λύσεις, μάλιστα λύσεις που να… λύνουν τα προβλήματα. (Διότι υπάρχουν και εκείνες που τα χειροτερεύουν.)

Για τη λύση που προτείνουμε κάναμε μια νύξη προηγουμένως, φαίνεται όμως ότι δεν μας προσέχετε… προσεκτικά. Είπαμε για τα λαϊκά δικαστήρια, δεν είπαμε; Λοιπόν, με αυτά μπορούμε να ξεπεράσουμε το θέμα του βραχυκυκλώματος των υποθέσεων.

Ας δημιουργηθούν δικαστήρια με δικαστές απλούς πολίτες, οι οποίοι θα δικάζουν τις υποθέσεις που πετάει στον κάλαθο των αχρήστων η Δικαιοσύνη. Να είστε σίγουροι ότι θα βρεθούν ουκ ολίγοι εθελοντές.

Πράγμα που σημαίνει ότι μπορούμε να βάλουμε και προδιαγραφές, ώστε να γίνει επιλογή των καλύτερων. Ποιοι έχουν θητεία στις τηλεοπτικές εκπομπές; Ποιοι καταγράφονται ως πιο δραστήριοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;

Άνθρωποι δηλαδή με μεγάλη πείρα στην «εκδίκαση υποθέσεων», μόνο που μέχρι τώρα αυτό γινόταν άτυπα. Τώρα θα έχουν και την εξουσιοδότηση και την νομιμοποίηση να δικάζουν… κανονικά και με τον νόμο.

Μα, θα με ρωτήσετε, πώς είναι δυνατόν οι αποφάσεις τέτοιων δικαστηρίων να γίνονται σεβαστές; Και θα σας απαντήσω: Γιατί, είδατε εσείς καμιά απόφαση οποιουδήποτε δικαστηρίου να γίνεται σεβαστή από όλους;

Τι είχαμε, τι χάσαμε, λοιπόν. Τουλάχιστον, με τα λαϊκά δικαστήρια, θα ξέρουμε ότι κάποια απόφαση –κουτσή, στραβή- εκδόθηκε. Ενώ τώρα μένουμε με την απορία και με την περιέργεια.

Αντέχεται κάτι τέτοιο;
 Σε άλλες χώρες δικάζουν κακουργήματα!