ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

170601 ΞΑΝΑΓΡΑΜΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Ένα ένα τα βήματα…

Έτσι, λένε οι ειδικοί, πρέπει να επιδιώκεται οι πρόοδος στους ανθρώπους που έχουν δυσκολίες στη μάθηση. Να τίθενται (κι όχι να θέτονται, όπως είπε κάποιος) μικροί, εφικτοί στόχοι, ο νέος αφού επιτευχθεί ο προηγούμενος.

Εμείς όμως βιαζόμαστε. Θέλουμε ο άλλος όχι απλώς να τρέχει, αλλά να κάνει ποδήλατο, για να μην πω και να πετάει, πριν ακόμη μάθει να περπατά, ενώ δυσκολεύεται να μπουσουλήσει!

Ποιος είναι ο άλλος και ποιοι είμαστε εμείς; Διότι, προφανώς, δεν θέλω να μιλήσω για την εκπαίδευση παιδιών με ειδικές μαθησιακές ανάγκες. Κάτι άλλο θέλω να πω. «Και γιατί δεν λες τότε κατ’ ευθείαν αυτό το άλλο, να τελειώνουμε», θυμάμαι πάντα τον σοφό Ορέστη Μακρή.

Για δύο λόγους. Ο ένας είναι εντελώς πρακτικός, πεζός λόγος, θα μπορούσες να τον πεις και «μπακαλίστικο», αν ήθελες να μιμηθείς τον τοπικό βουλευτή μας του ΣΥΡΙΖΑ: Η κουβέντα μας πρέπει να έχει μια συγκεκριμένη διάρκεια.

Δεν μπορούμε να… ξεπετάμε αυτά που έχουμε να πούμε σε δυο τρεις αράδες, χρησιμοποιώντας τσιτάτα ή συνθήματα. Η σωστή κουβέντα θέλει την άπλα της. Θέλει άνεση χρόνου. Γι’ αυτό και όλα τα σοβαρά ζητήματα σ’ αυτή τη χώρα συζητιούνται στα καφενεία. 

Εκεί δεν πας για ένα πεντάλεπτο ή για ένα τέταρτο, όπως «απολαμβάνουν» τον καφέ τους σε άλλες χώρες. Τι να πεις σε τόσο χρόνο. Ούτε τις κυριότερες ειδήσεις σε… τίτλους δεν προλαβαίνεις να παρουσιάσεις.

Γι’ αυτό κι εμείς πάμε και αράζουμε στα καφενεία με τις ώρες, μέχρι να εξαντληθεί η θεματολογία, ή να μας καλέσει η μητέρα φύση για φαγητό. Όμως, αν το καφενείο είναι καλό και σερβίρει κανένα περιποιημένο ούζο, μπορεί να παρατείνουμε την κουβέντα επ’ αόριστον.

Είδατε, με το ένα και το άλλο, παραλίγο να ξεχάσω τον δεύτερο λόγο για τον οποίο ξεκίνησα να λέω ότι δεν χρειαζόμαστε άλματα, αλλά μικρά σταθερά βήματα. Ο λόγος είναι πως αυτό που θέλω να σχολιάσω μου θύμισε ακριβώς την επιδίωξη μιας τέτοιας τακτικής.

Δεν ξαναχρησιμοποιούμε, λέει, τα σχολικά βιβλία, όπως γίνεται σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο. Εδώ, ακόμη και σήμερα, εξακολουθούμε να εκδίδουμε όλους τους σχολικούς τίτλους κάθε χρονιά από την αρχή.

Το άλλο πουλάκι:
Και δεν είναι λίγοι!

Στο Δημοτικό ο κάθε μαθητής παίρνει περίπου είκοσι τίτλους στη διάρκεια της χρονιάς. Το ίδιο και στο Γυμνάσιο, ενώ στα Γενικά Λύκεια ο αριθμός αυξάνεται στους είκοσι πέντε.

Για τα Επαγγελματικά, δε, Λύκεια, όπου υπάρχουν πολλές ειδικότητες, εκδίδονται συνολικά περισσότεροι από επτακόσιους τίτλους βιβλίων, κάθε χρόνο!

Από όλα αυτά, τίποτε, μα τίποτε, δεν χρησιμοποιείται την επόμενη χρονιά. Φανταστείτε ότι χρειαζόμαστε περίπου 10.000 τόνους χαρτιού, ενώ το συνολικό κόστος είναι κοντά στα 19 εκατομμύρια ευρώ.

Και πάλι καλά να λέμε, διότι τα τελευταία χρόνια, που  άλλαξε ο τρόπος εκτύπωσης και διανομής των βιβλίων, γίνεται μια σχετικά μεγάλη οικονομία. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι το 2011 το κόστος ήταν περίπου διπλάσιο.

Ξεκίνησε όμως μια κουβέντα (αλλά και μια προσπάθεια) για την επαναχρησιμοποίηση κάποιων βιβλίων, τουλάχιστον εκείνων πάνω στα οποία δεν γράφουν οι μαθητές. Κρατήστε το αυτό το τελευταίο, γιατί θα επανέλθουμε.

Αυτό δεν απέδωσε και τόσο -δηλαδή δεν έγινε απολύτως τίποτε- και γι’ αυτό το πρόγραμμα αναπροσαρμόστηκε στην ανακύκλωση των χρησιμοποιημένων βιβλίων. Έγινε πιλοτική εφαρμογή σε καμιά εκατοστή σχολεία και θεωρείται ότι υπήρξε κάποια επιτυχία.

Το ρεπορτάζ δεν μας λέει πού ακριβώς εστιάζεται αυτή. Τα σχολεία βέβαια πούλησαν το χαρτί που συγκεντρώθηκε και είχαν κάποια έσοδα. Όμως, τι σημαίνει αυτό; Αν δεν γινόταν κάτι τέτοιο «συστηματικά», το χαρτί αυτό θα κατέληγε στους κάδους των σκουπιδιών;

Καθόλου απίθανο, αν κρίνει κανείς από το επίπεδο στο οποίο βρίσκεται η ανακύκλωση στη χώρα μας. Επομένως, κέρδος υπάρχει, όχι μόνο για τα σχολεία, τα οποία πήραν «στο χέρι» από τρεις ή τέσσερις κούτες φωτοτυπικό χαρτί.

Αυτός όμως είναι ένας στόχος που προέκυψε μετά από… αναπροσαρμογή, αφού διαπιστώθηκε ότι «οι μαθητές δεν έχουν συνηθίσει να επιστρέφουν τα σχολικά βιβλία,  ώστε να τα χρησιμοποιούν οι επόμενοι».

Πώς όμως να γίνει κάτι τέτοιο; Για να συνηθίσεις κάτι πρέπει να σου γίνει… συνήθεια, δηλαδή να το δοκιμάσεις μερικές φορές, δηλαδή τι μερικές όσο περισσότερες τόσο καλύτερα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ή να πληρώσεις για να… μάθεις.

Διότι έχει διαπιστωθεί πως, πληρώνοντας, επιταχύνεται η διαδικασία της μάθησης. Άμα το έχεις χρεωθεί το βιβλίο και ή το επιστρέφεις σε καλή κατάσταση ή το πληρώνεις, να δεις τι καλά που… συνηθίζεις με την πρώτη.

Εδώ όμως πάμε να ξεκινήσουμε από το τέλος. Ας μάθουμε πρώτα τα παιδιά να σέβονται το βιβλίο τους, να μην το μουντζουρώνουν ούτε να το σκίζουν, και μετά κάνουμε και βιβλία που να μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν.

Αφήστε δε που στο Δημοτικό τουλάχιστον υπάρχουν αρκετοί τίτλοι, κάτι βιβλία Φυσικής Αγωγής, κάτι Μουσικής κ.λπ. που παράγονται, διανέμονται στα παιδιά ή παραμένουν στις βιβλιοθήκες της τάξης και δεν χρησιμοποιούνται ποτέ.

Αν θέλουμε,  λοιπόν, να ξεκινήσουμε μια σοβαρή προσπάθεια, υπάρχουν αφετηρίες και μάλιστα αρκετές. Το βασικό είναι το βιβλίο να χρεώνεται στον μαθητή (άρα και στον γονιό), ώστε να μάθει να το σέβεται και να το επιστρέφει σε καλή κατάσταση.

Ασχέτως αν θα χρησιμοποιηθεί από επόμενους. Έτσι, για… προπόνηση. Μέχρι να παραχθούν βιβλία προορισμένα για κάτι τέτοιο.
Λέμε, τώρα!
 Να ανακαλύψουμε τον τροχό!

Δεν υπάρχουν σχόλια: