ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

120629 ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ


Το ένα πουλάκι:
Φτάσαμε στο τέλος!

Εκλογές έγιναν, κυβέρνηση, σχηματίστηκε, αντιπολίτευση ισχυρή διαθέτουμε, τα πράγματα πήραν το δρόμο τους και μπορούμε κι εμείς ήσυχοι να φύγουμε για διακοπές.

Αστειευόμαστε.
Όπως κάθε καλοκαίρι, έτσι και φέτος ήρθε η ώρα να ξεκουραστούμε, να αλλάξουμε τον αέρα μας, να γνωρίσουμε νέους τόπους, να γεμίσουμε τις μπαταρίες, ώστε να επανέλθουμε το Σεπτέμβριο με νέες δυνάμεις.

Θα θέλαμε να σας αποχαιρετήσουμε με κάτι δροσερό και ανάλαφρο, όμως ένα προχθεσινό δημοσίευμα, εδώ στα ΧΡΟΝΙΚΑ, μας προβλημάτισε πολύ και είπαμε να το σχολιάσουμε.

Πρόκειται για το κείμενο του φίλου της στήλης Δημήτρη Καρβούνη, εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Δράμας, με τίτλο «Η Ελλάδα ανήκει στο ΣΥΡΙΖΑ».

Ο τίτλος πρωτότυπος, αλλά και πολύ προκλητικός.
Διαβάζοντας κανείς το κείμενο βλέπει, στις πρώτες κιόλας αράδες, πως ο συντάκτης του τον δανείστηκε από μια φράση που άκουσε «από το στόμα υπεύθυνου δημοσκοπικής εταιρείας».

Η φράση αυτή ήταν επί λέξει: «Η κυβέρνηση ανήκει στη Νέα Δημοκρατία, αλλά η Ελλάδα στο ΣΥΡΙΖΑ».

Θα μπορούσε, λοιπόν, να υποθέσει ο αναγνώστης ότι απλώς πρόκειται για την επιλογή ενός χτυπητού, ενός πιασάδικου τίτλου, ο οποίος θα προσελκύσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη για το κείμενο που ακολουθεί.
Μια πρακτική πολύ συνήθης και καθόλου μεμπτή. Κάθε άλλο.

Αν όμως μπει στον κόπο να διαβάσει το πράγματι εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο, τότε βλέπει ότι ο Δημήτρης Καρβούνης «υιοθετεί» τον τίτλο αφού, μετά την παράθεση κάποιων στοιχείων που θα σχολιάσουμε παρακάτω, καταλήγει:

«Έτσι λοιπόν δικαιολογείται η φράση “Η κυβέρνηση ανήκει στη ΝΔ και η Ελλάδα στον ΣΥΡΙΖΑ”. Από άποψη ηλικιακής και κοινωνικής εκπροσώπησης. Όλα τα ποιοτικά στοιχεία είναι υπέρ του».

Το άλλο πουλάκι:
Σε ποιον ανήκει η Ελλάδα;

Αυτή είναι μια μεγάλη κουβέντα.
Μπορεί να υποστηρίξουν κάποιοι ότι ανήκει στους Έλληνες. Άλλοι ότι ανήκει στους δανειστές μας, στο ΔΝΤ ή στην κυρία Μέρκελ προσωπικά…
Κανείς μα κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ ή σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα, όσο μεγάλο ποσοστό κι αν κατέκτησε αυτό στις εκλογές, όσο κι αν «τα ποιοτικά στοιχεία είναι υπέρ του».

Θυμίζω ότι ένας από τους σημαντικότατους λόγους για τους οποίους φτάσαμε εδώ είναι το γεγονός πως επί δεκαετίες το κράτος εκλαμβάνονταν ως λάφυρο από το κόμμα που κέρδιζε τις εκλογές. Ακόμα και τότε όμως μιλούσαμε για το κράτος κι όχι για τη χώρα.

Ας αφήσουμε όμως τον ατυχή τίτλο και ας έρθουμε στην ουσία, στα στοιχεία δηλαδή που, κατά τον συντάκτη, τον δικαιολογούν.
Ποια είναι αυτά τα «ποιοτικά στοιχεία» που φανερώνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει έρθει πρώτος;

Αν διαβάσουμε το κείμενο του Δημήτρη Καρβούνη θα δούμε πως μιλάει για τα χαρακτηριστικά των ψηφοφόρων που προτίμησαν το κάθε κόμμα. Λέει, λοιπόν, πως ο ΣΥΡΙΖΑ προτιμήθηκε από πολίτες που κατοικούν «στις λαϊκές γειτονιές» των μεγαλουπόλεων και πως οι ψηφοφόροι του είναι στην πλειονότητα τους νέοι άνθρωποι.

Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται από τα στοιχεία των αναλυτών και μάλιστα σε αντίθεση με τη Νέα Δημοκρατία στην οποία «τη νίκη έδωσαν οι ηλικιωμένοι, οι νοικοκυρές, ο επιχειρηματικός κόσμος, οι αγρότες και γενικά τα μεσοαστικά στρώματα», όπως επισημαίνεται στο κείμενο.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ποιο κόμμα είναι ανώτερο;

Ευτυχώς ή δυστυχώς στη δημοκρατία δεν υπάρχει τέτοιο ερώτημα.
Ευτυχώς ή δυστυχώς, στη δημοκρατία όλες οι ψήφοι μετράνε ακριβώς το ίδιο.

Η ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών έχει νόημα για το κάθε κόμμα, ώστε αυτό να εντοπίσει πού βρίσκονται τα ισχυρά και τα αδύναμα σημεία του προγράμματός του ή της πολιτικής του και να προβεί σε βελτιώσεις.

Σε καμιά περίπτωση δεν ισχύει πως το Α κόμμα είναι ανώτερο, γιατί το προτιμούν οι μορφωμένοι, από το Β που το προτιμούν… οι νοικοκυρές.
Από πού ακριβώς μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι ένα κόμμα είναι καλύτερο επειδή το ψηφίζουν οι νέοι;

Ίσως να πει ότι έχει προοπτική, όμως εμένα όλο αυτό μου θυμίζει πως στα τέλη του ‘70 και τις αρχές του ‘80 η Αριστερά είχε στα πανεπιστήμια το 9%, ποσοστό που στη δεκαετία του ‘90 έπαιρνε η Δεξιά.
Ε, και;

Είναι, λοιπόν, καλό ένα κόμμα της Αριστεράς να διαπιστώνει πως το προτιμούν τα λαϊκά στρώματα –καλό για την αυτοεκτίμησή του, ίσως- όμως το γεγονός αυτό δεν του δίνει καμία ανωτερότητα απέναντι στα άλλα κόμματα.
Πολύ δε μάλλον δεν του παραχωρεί την… Ελλάδα.

Αν θέλετε και την άποψή μας, η Ελλάδα, για την ώρα, ανήκει αποκλειστικά στο… καλοκαίρι!

Καλές διακοπές!
Ραντεβού τον Σεπτέμβρη!


Πέμπτη 28 Ιουνίου 2012

120628 ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟ


Το ένα πουλάκι:
Ούτε καν αυτούς!

Καλά, εμείς, να το δεχτώ.
Είχαμε μια κυβέρνηση σοσιαλίζουσα (στα λόγια) και νεοφιλεύθερη (στα έργα) για την οποία χώρες όπως η Ρωσία, κυρίως όμως η Κίνα, δεν είχαν κανένα (πολιτικό) συμφέρον να ασχοληθούν.
Η Κύπρος όμως!

Η Κύπρος έχει στο τιμόνι της ένα αριστερό (με όλη τη σημασία της λέξης) κόμμα, μια κυβέρνηση την οποία, ειδικά οι σύντροφοι Κινέζοι, είχαν ηθικό χρέος να τη βοηθήσουν ώστε να μην πέσει στην αγκαλιά των «μηχανισμών στήριξης».

Κι όμως, τίποτε!
Έτσι δεν μπορούμε να ξέρουμε στην πράξη αν ο άδικος αυτός κόσμος χωρίζεται σε καλούς και κακούς δανειστές.

Σε δανειστές που σπεύδουν να βοηθήσουν χώρες όπως η Ελλάδα, μόνο και μόνο για την ψυχή της μάνας τους, άντε και επειδή τους το ζητούν διάφοροι ανοιχτόμυαλοι πολιτικοί, που βλέπουν τον κόσμο όχι με τα στενά όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ.

Πολιτικοί που πιστεύουν στη διεθνή αλληλεγγύη απ’ όπου κι αν προέρχεται (αυτό μοιάζει με την καταδίκη της βίας), είτε από λατινοαμερικάνικες κυβερνήσεις, είτε από αραβικά κεφάλαια, κυρίως όμως από τους αριστερούς Κινέζους ή τους, παραδοσιακά, φίλους Ρώσους.

Σύμφωνα πάντα με τους ανοιχτόμυαλους πολιτικούς μας, όλοι αυτοί αποτελούν τους καλούς δανειστές και σ’ αυτούς έπρεπε να απευθυνθεί η χώρα μας, προκειμένου να της δώσουν όσα έχει ανάγκη, χωρίς να ζητούν «γη και ύδωρ», όπως κάνουν οι κακοί δανειστές στα νύχια των οποίων βρισκόμαστε τώρα.

Ιδού όμως το παράδοξο.
Ούτε η μαρξιστική Κύπρος μπόρεσε να βρει βοήθεια από τους καλούς δανειστές, παρά το γεγονός ότι προσπάθησε και δεν έσπευσε κατ’ ευθείαν στους αδίστακτους βορειοευρωπαίους.

Δηλαδή, τι;
Τώρα αποδεικνύεται ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος (πλην αυτού που επέλεξε ο «Γιωργάκης») κι ας φώναζαν (και φωνάζουν ακόμη) οι ανοιχτόμυαλοι πολιτικοί μας, οι οποίοι μοιάζουν να ξεχνούν και το γεγονός ότι οι, παραδοσιακά, φίλοι Ρώσοι μας είχαν δώσει ό,τι πολυτιμότερο είχαν:
Τη συμβουλή «παιδιά, πάτε στο ΔΝΤ»!

Το άλλο πουλάκι:
Υπάρχει θέμα, λοιπόν!

Μία μία προσφεύγουν στους μηχανισμούς στήριξης και άλλες χώρες, αποδεικνύοντας αυτό που έλεγαν πολλοί από την αρχή, πως η Ελλάδα είναι απλώς ένα θύμα.

Υποστήριζαν πως δεν φταίει η χώρα μας, ο τρόπος ανάπτυξης (μη ανάπτυξης), η λάθος διαχείριση, η ανικανότητα των κυβερνήσεων, αλλά και οι τρόποι που οι πολίτες βλέπουν το κράτος, παρά φταίει ΜΟΝΟ ο κακός καπιταλισμός, η παγκοσμιοποίηση, τα αρπακτικά της οικονομίας και οι τραπεζίτες που διάλεξαν να πέσουν πάνω μας.

Όπως τώρα κάνουν με άλλες χώρες!
Προσέξτε! Από όλο αυτό το σκεπτικό μπορεί να εξαχθεί ένα λάθος συμπέρασμα. Κάποιοι έχουν ήδη καταλήξει σ’ αυτό και χαράσσουν ανάλογα την πολιτική τους.

Ποιο είναι το συμπέρασμα;
Ότι εμείς δεν φταίξαμε σε τίποτε. Ότι στην κρίση μας οδήγησαν «οι κακοί ξένοι και τα ντόπια τσιράκια τους» και πως για να βγούμε από αυτήν δεν έχουμε παρά να τους καταγγείλουμε, να πάψουμε να τους πληρώνουμε ό,τι χρωστάμε, και να χαράξουμε μια περήφανη μοναχική πορεία, βασισμένοι στις δικές μας αποκλειστικά δυνάμεις και στον πλούτο που διαθέτει η χώρα μας.

Το γιατί αυτό είναι ένα εσφαλμένο (κι επικίνδυνο) συμπέρασμα δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση.
Αρκεί να σκεφτούμε ότι, ουσιαστικά, πίσω του κρύβει το σκεπτικό του περιούσιου λαού που όλοι τον μισούν και θέλουν το κακό του.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχει ένας συνδυασμός.

Το έχουμε πει πολλές φορές. Ασφαλώς και υπάρχουν οικονομικά συμφέροντα, τα οποία είναι έτοιμα να λεηλατήσουν… όποια χώρα μπορούν.
Να κερδοσκοπήσουν… όπου τους παίρνει.

Ασφαλέστατα όμως υπάρχει και αυτό που λέμε ελληνική ιδιαιτερότητα.
Δεν θα μιλήσω ούτε για τον χαρακτήρα του Έλληνα, ούτε για το αν είναι εργατικός ή τεμπέλης, ούτε για το αν (όπως καθημερινά αποκαλύπτεται) απλώνει το χέρι του όπου μπορεί, ανακαλύπτοντας χιλιάδες τρόπους για να κλέβει το δημόσιο.

Ας δεχτούμε ότι αυτά συμβαίνουν και αλλού και πως είναι συμπεράσματα που βασίζονται και σε ψυχολογικά δεδομένα, άρα καλό είναι να μην τα χρησιμοποιούμε στην πολιτική συζήτηση.

Εγώ θα χρησιμοποιήσω ένα άλλο επιχείρημα, που το έχω πρόσφατο, και δείχνει πράγματι μια ελληνική μοναδικότητα.
Ξέρετε καμιά άλλη χώρα του κόσμου, όπου το 50% του πληθυσμού της να είναι συγκεντρωμένο σε μια πόλη;

Κι αυτό είναι το λιγότερο, γιατί αν πάμε σε άλλους δείκτες θα δούμε πως τα ποσοστά (του εξαγωγικού εμπορίου, των αερομεταφορών, των επικοινωνιών κ.λπ.) αγγίζουν το 100%.

Αυτό, από μόνο του, δεν αποτελεί ένα ελληνικό πρόβλημα, μια στρέβλωση που καταπίνει οποιαδήποτε προσπάθεια ανάπτυξης;

Δεν πρέπει να δούμε πώς θα το αντιμετωπίσουμε, έστω καταγγέλλοντας συγχρόνως τα αρπακτικά που έβαλαν στο μάτι τον πλούτο μας;
Είμαστε, πάντως, πρωτοπόροι!


Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

120627 ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΟ


Το ένα πουλάκι:
Μήπως τρώμε «παραμύθι;»

Έχετε σκεφθεί ποτέ τι ακριβώς είναι αυτό που αγοράζουμε ή, για να το τοποθετήσω γενικότερα, καταναλώνουμε;
Μήπως τις περισσότερες φορές αγοράζουμε «ετικέτα;»

Είναι πολύ δύσκολο για ένα προϊόν να αποκτήσει «όνομα», να είναι δηλαδή γνωστό στην αγορά και να ξεχωρίζει από άλλα όμοιά του.
Σκεφθείτε λίγο τα επώνυμα προϊόντα και θα δείτε ότι όλα έχουν κάτι ξεχωριστό, όλα έχουν ένα σοβαρό δίκτυο διακίνησης και προβολής και τα περισσότερα από αυτά (υποτίθεται ότι) έχουν μια ξεχωριστή ποιότητα.

Την ποιότητα αυτή, που (υποτίθεται ότι) κρύβεται πίσω από το όνομα, πληρώνει ο αγοραστής.
Πάντοτε όμως; Μήπως συχνά πληρώνει μόνο το όνομα, αφού η ποιότητα που το συνοδεύει δεν είναι τίποτε το ξεχωριστό;

Υπάρχουν και άλλα στοιχεία.
Ένα καλό όνομα το πληρώνεις διότι (υποτίθεται πως) αυτό επενδύει μεγάλο μέρος των κερδών του στην τεχνολογία σε νέες πατέντες, σε ζητήματα πρωτοποριακά που δεν τα διαθέτουν οι άλλοι.

Ακόμη, μέσα στην τιμή περιλαμβάνεται και η αμοιβή των σχεδιαστών, που μπορεί να είναι διάσημοι για το έργο τους, άρα κοστίζουν και ακριβά.

Ξαναρωτάω όμως.
Αυτό ισχύει πάντοτε; Ή, εν πάση περιπτώσει, ανταποκρίνεται όντως μια υψηλότατη τιμή σε όλα αυτά που παρέχει το προϊόν;

Ας θυμηθούμε εδώ την γνωστή ατάκα του Ζίκου προς την πελάτισσα του μαγαζιού, η οποία τον ρωτάει τηλεφωνικώς για την ποιότητα και την προέλευση που έχουν τα λουμίνια που θέλει να αγοράσει.

Αφού της εξηγεί ότι δεν μπορεί να καταλάβει, επειδή το κουτί έχει «πολλά μασκαραλίκια» επάνω της λέει:
Εσείς πάντως δεν θα τα φάτε, θα τα ανάψετε. Ε, αν ανάψουν, άναψαν!

Το άλλο πουλάκι:
Αυτό είναι το θέμα.

Τι το χρειάζεσαι το «όνομα» και τα προτερήματα που (υποτίθεται ότι) το συνοδεύουν, όταν εσύ δεν πρόκειται να τα χρησιμοποιήσεις;

Δηλαδή, πόσοι και σε τι ποσοστό αξιοποιούν τις δυνατότητες που διαθέτουν τα πανάκριβα αυτοκίνητα που αγοράζουν;
Πόσοι, ας πούμε, οδηγούν το αυτοκίνητό τους στα όριά του;
Πόσοι πηγαίνουν το τερατώδες τους τζιπ σε δρόμους όπου πραγματικά φαίνονται οι αρετές του;

Η απάντηση είναι απλή:
Το «όνομα» είναι τις περισσότερες φορές αξία από μόνο του.

Το «όνομα» και η δυνατότητα να το καταναλώνεις σου δίνει κύρος, σου προσθέτει «ίματζ», σε κάνει να αισθάνεσαι σπουδαίος και ξεχωριστός.
Και αυτό είναι που, τελικά, πληρώνεις.

Αφήστε που, όσο πιο ακριβό και σπάνιο είναι το «όνομα», τόσο σε τοποθετεί σε μια ελίτ, μια κλειστή ομάδα ανθρώπων που έχουν τη δυνατότητα να το καταναλώνουν.

Γίνεσαι δηλαδή κάποιος, αποκτάς υπόσταση, χωρίς να χρειάζεται να κάνεις κάτι ιδιαίτερο, απλώς και μόνο επειδή μπορείς να έχεις στην κατοχή σου κάποιο προϊόν με «όνομα».

Και στο σημείο αυτό έρχεται να παίξει καταλυτικό ρόλο η ύπαρξη «μαϊμούδων», φτηνών δηλαδή αντιγράφων των επώνυμων προϊόντων, τα οποία δεν ξεχωρίζουν με την πρώτη ματιά, για να μην πω ούτε με την χιλιοστή.

Έρχεται δηλαδή ο άλλος και εμφανίζεται να έχει αυτό που έχεις κι εσύ, χωρίς όμως να το έχει πληρώσει το ίδιο, παρά αγοράζοντάς το από… «πανέρι»,

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Γιατί να λέμε όμως όλα αυτά;

Να, διαβάσαμε την είδηση πως στη Βουργουνδία, την περίφημη αυτή για τα κρασιά της περιοχή, κάποιοι παραγωγοί πουλούσαν κρασί «χύμα», που όμως το εμφιάλωναν και του κολλούσαν ετικέτες με πανάκριβα ονόματα.

Εδώ, λοιπόν, έρχεται η αρχική μας ερώτηση να ζητήσει απάντηση.
Μήπως τρώμε (πίνουμε) «παραμύθι»;
Είναι εις θέση ο καθένας που μπορεί να πληρώσει ένα πανάκριβο κρασί να απολαύσει και τις χάρες του; Ή μήπως πίνει απλώς την… ετικέτα, δηλαδή τα λεφτά που πλήρωσε για να το αποκτήσει;

Φαίνεται πως οι περισσότεροι ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία.
Διαφορετικά δεν θα πουλιούνταν πάνω από 500.000 φιάλες με κοινό κρασί σε πανάκριβες τιμές, μόνο και μόνο επειδή έγραφε η ετικέτα τους ότι είναι σπάνιο και υψηλής ποιότητας.

Τι θέλουμε όμως να πούμε με το σημερινό μας σχόλιο;
Ότι δεν πρέπει να αναζητάμε το ποιοτικό ή ότι δεν θα πρέπει να το πληρώνουμε αν το βρούμε;

Κάθε άλλο!
Απλώς θα πρέπει να ξέρουμε τι ακριβώς πληρώνουμε και για ποιο λόγο.

Αν το θέλουμε για να πουλήσουμε μούρη, ε τότε είμαστε άξιοι να μας πιάνουν κορόιδα.
Μαϊμούδες!


Τρίτη 26 Ιουνίου 2012

120626 ΕΘΝΙΚΟ


Το ένα πουλάκι:
Εθνική Ελλάδος, γεια σου!

Δεν θα μιλήσω για το ποδόσφαιρο, δεν έχω να πω πολλά πράγματα.
Εξάλλου δεν παρακολούθησα όλα τα παιχνίδια της ομάδας μας. Ειδικά στον αγώνα με την Γερμανία, ήμουν στο Ηρώδειο, όπου είχε μια συναυλία –αφιέρωμα στον Μάρκο Βαμβακάρη.

Ενδιαφέρον είχε την άλλη μέρα το πρωί, που περπατούσες στην Αθήνα και άκουγες τις διάφορες κριτικές, αναλύσεις, τα σχόλια από ανθρώπους που ο καθένας θεωρούσε τον εαυτό του ειδικό, τουλάχιστον εξίσου, αν όχι λίγο περισσότερο από τον ίδιο τον προπονητή μας.

Θυμήθηκα τα φοιτητικά μας τα χρόνια, που κατεβαίναμε στην Ομόνοια, μια άλλη Ομόνοια τότε, για να σταθούμε στα διάφορα πηγαδάκια και να ακούσουμε αναλύσεις.
Ποδοσφαιρικές αλλά και πολιτικές.

Ήταν, κατά κάποιο τρόπο, το διαδίκτυο της εποχής, όπου ο καθένας έλεγε το μακρύ και το κοντό του, με μια μεγάλη όμως διαφορά: Είχε ονοματεπώνυμο, δεν κρυβόταν πίσω από την ανωνυμία του διαδικτύου, όπως κάνουμε τώρα πάρα πολλοί.

Ξεκίνησα όμως να λέω για την Εθνική Ελλάδος, όχι για να μιλήσω για το ποδόσφαιρο, αλλά για να σας πω κάτι σε συνέχεια όσων κουβεντιάζαμε χθες.

Υποτίθεται ότι η κυβέρνηση που θα προέκυπτε από τις τελευταίες εκλογές θα ήταν η «Εθνική Ελλάδος».
Δηλαδή θα αποτελούνταν από στελέχη που θα ήταν ό,τι καλύτερο διαθέτει ο τόπος, ο καθένας στο πόστο που θα αναλάμβανε, προκειμένου να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τη χώρα.

Είδατε όμως τι έγινε!

Είδατε τον τρόπο με τον οποίο σχηματίστηκε αυτή η κυβέρνηση και τα πρόσωπα που τελικά την απαρτίζουν.
Αν αυτοί είναι ό,τι καλύτερο διαθέτουμε, τότε, λυπάμαι, αλλά εγώ προσωπικά είμαι πολύ απαισιόδοξος.

Το άλλο πουλάκι:
Υπήρξε όμως ένα πρόβλημα.

Διότι, από τη μια λέμε κι εμείς οι πολίτες πως δεν θέλουμε πάλι όσους αποδεδειγμένα απέτυχαν, κι όταν όμως μας παρουσιάζουν νέα ονόματα, που δεν έχουν δοκιμαστεί στην πολιτική, δεν είμαστε ευχαριστημένοι.

Εδώ όμως το πράγμα σκάλωσε κι αλλού.
Υποτίθεται ότι ο Βενιζέλος, θέλοντας να αποφύγει την φθορά (κι άλλη; πόση;) από την ενεργό συμμετοχή στην κυβέρνηση, απέφυγε να διαθέσει πρωτοκλασάτα στελέχη του κόμματός του για τη στελέχωση των υπουργείων.

Έτσι, η συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση Σαμαρά είναι μικρότερη από εκείνη της Νέας Δημοκρατίας στην κυβέρνηση Παπαδήμου.
Κάτι αντίστοιχο φαίνεται ότι έκανε και η Δημοκρατική Αριστερά, της οποίας ο ρόλος, λένε τα ρεπορτάζ, ήταν περισσότερο στο να ασκήσει βέτο σε κάποια πρόσωπα.
Η ίδια, βέβαια, το αρνείται.

Αν θέλετε την άποψή μας, αυτό δεν είναι και τόσο κακό.
Δηλαδή δεν ήταν ανάγκη να στελεχωθούν τα υπουργεία με πολιτικούς τους οποίους είχε βαρεθεί να βλέπει ο κόσμος στα κανάλια.

Εξάλλου, όσο κι αν προσπαθήσουν με τα λόγια να μας πείσουν ότι (στο εξής) δεν θα υπολογίζουν το πολιτικό κόστος, μπροστά στο συμφέρον της χώρας, είναι αδύνατον να τους πιστέψουμε.

Προχθές έγραφαν οι εφημερίδες ότι, μόνο τα τελευταία δύο χρόνια, έγιναν περίπου 70.000 προσλήψεις για να καλυφθούν κενά και… «πολιτικές υποχρεώσεις».

Παρά τις υποσχέσεις αλλά και τις δεσμεύσεις για την τήρηση του 1 προς 5 στις προσλήψεις σε σχέση με τις αποχωρήσεις από το δημόσιο, ο συνολικός αριθμός των αμοιβόμενων από το δημόσιο αυξήθηκε αντί να μειωθεί, τα τελευταία δύο χρόνια!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ας ήταν, λοιπόν, νέα, μη πολιτικά πρόσωπα.

Η πολιτική υποστήριξη θα παρέχονταν από τη συνεργασία τους με τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση, αλλά και θα διασφαλίζονταν από τις προγραμματικές δεσμεύσεις αυτών των κομμάτων.

Αφήστε που, στην ουσία, εκείνο που πρέπει να διασφαλιστεί είναι η τήρηση των συμφωνημένων, έστω των επαναδιαπραγματευμένων συμφωνημένων, και να μη γίνονται διάφορες πολιτικάντικες μαϊμουνιές.

Εμείς όμως τι είδαμε;
Να αναλαμβάνει υπουργικό πόστο ο Ευριπίδης Στυλιανίδης!

Ο άνθρωπος που όταν η Αθήνα καιγόταν, μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, αυτός διασκέδαζε στα μπουζούκια στον Τερζή και την Παπαρίζου, ενώ λίγο αργότερα επέλεξε να παρακολουθήσει τον αγώνα ΑΕΚ-Πανθρακικού.
Τότε ήταν υπουργός Παιδείας.

Αργότερα ως υπουργός μεταφορών, δημιούργησε έναν προαστιακό σιδηρόδρομο στην περιοχή όπου εκλέγεται, ο οποίος εξυπηρετούσε ημερησίως δύο με τρεις επιβάτες!

Λοιπόν, για ποια εθνική Ελλάδος μιλάμε;
Και τι αποτελέσματα να ελπίζουμε ότι θα φέρει μια τέτοια ομάδα;

Εμένα η επιλογή των υπουργών μου θυμίζει την έξυπνη διαφήμιση με το μεγάλο αστέρι, του Πίου, που θα κάνει τη διαφορά στην ομάδα.

Τι διαφορά όμως!
Πάμε για υποβιβασμό!


Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

120625 ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ-2


Το ένα πουλάκι:
Εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε!

Πιστεύω ότι δεν υπάρχει πιο κατάλληλη φράση, που να αποδίδει το σημείο στο οποίο έχουμε φτάσει μετά την «περιπέτεια» των εκλογών.

Ας ρίξουμε μια ματιά στη νέα κυβέρνηση, στο υπουργικό συμβούλιο που προέκυψε μετά από διαβουλεύσεις και «παζαρέματα», και είναι βέβαιο ότι θα πούμε «αυτό το έργο το έχω ξαναδεί».

Για να μπορέσουμε να αντιληφθούμε κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε θα πρέπει να κάνουμε μια σύγκριση και καλύτερα θα ήταν να γυρίσουμε το χρόνο λίγο πίσω.
Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τι γινόταν πέρσι, τέτοια εποχή στη χώρα μας.

Είχαμε το «κίνημα της πλατείας» όπως ονομάστηκε.
Στην κεντρική πλατεία κάθε πόλης, με κορύφωση την πλατεία Συντάγματος, είχαν συγκεντρωθεί οι περίφημοι «αγανακτισμένοι».

Γι’ αυτούς ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολλά.
Κάποιοι τους χαρακτήρισαν πολιτικά ανερμάτιστους, άλλοι περιθωριακούς, οι περισσότεροι ως ανθρώπους που θέλαν κάπως να ξεσπάσουν αλλά δεν γνώριζαν τον τρόπο να το κάνουν.

Οι ίδιοι οι «αγανακτισμένοι» χαρακτήριζαν τον εαυτό τους ως ένα κίνημα «άμεσης δημοκρατίας», που λειτουργούσε μέσα από διαδικασίες γενικών συνελεύσεων, «ανοιχτές», και είχε ως κύριο γνώρισμά του την αυθόρμητη αυτοοργάνωση.

Κύριο αίτημά τους ήταν η «αλλαγή του πολιτικού σκηνικού».
Ζητούσαν να αλλάξει ο τρόπος που λειτουργεί το πολίτευμα και διεξάγονται οι εκλογές, να δοθεί ουσιαστική δυνατότητα συμμετοχής των πολιτών στο πολιτικό γίγνεσθαι, κυρίως όμως να αλλάξει το πολιτικό προσωπικό, να φύγουν οι πολιτικοί που τους θεωρούσαν συλλήβδην διεφθαρμένους και ανίκανους.

(Αυτή είναι η καλή εκδοχή, έτσι; Διότι υπήρχαν και πολλοί που ζητούσαν… άσ’ τα να πάνε!)

Εν τω μεταξύ, στην κυβέρνηση ήταν το ΠΑΣΟΚ, πρωθυπουργός ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Βενιζέλος αναλάμβανε τον ρόλο του διαπραγματευτή με την Τρόικα, αφού η εφαρμογή του μνημονίου πήγαινε κατά διαόλου και τα μέτρα δεν απέδιδαν.

Το άλλο πουλάκι:
Πού βρισκόμαστε σήμερα;

Ας ξεκινήσουμε και πάλι από τις πλατείες.
Οι πλατείες είναι άδειες, παρόλο που δύσκολα μπορεί να σκεφτεί κανείς κάποιο από τα αιτήματα των αγανακτισμένων που να έχει ικανοποιηθεί.

Αυτό δεν είναι παράξενο. Κανένα κίνημα δεν «αντέχει» να παραμένει στους δρόμους και τις πλατείες για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στην περίπτωσή μας όμως τα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα.

Διότι, στο μεταξύ, μεσολάβησαν δυο εκλογικές αναμετρήσεις και θα μπορούσε κανείς, βλέποντας τα αποτελέσματά τους, να κάνει κάποιες -αυθαίρετες μεν, όχι απόλυτα όμως- εκτιμήσεις για το «πού πήγαν» εκλογικά οι αγανακτισμένοι πολίτες.

Προφανώς δεν ψήφισαν στη συντριπτική τους πλειονότητα, το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, αλλά ούτε και το ΚΚΕ, ειδικά στις δεύτερες εκλογές.
Προφανώς, επίσης, κάποιοι πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ήταν παρών, «διακριτικά», στις πλατείες.

Προφανέστατα πήγαν και σε άλλα κόμματα που ενισχύθηκαν εκλογικά, αν δεν διασπάρθηκαν στα πολλά μικρούτσικα κόμματα που δεν κατάφεραν να μπουν στη Βουλή.

Η ουσία όμως βρίσκεται αλλού.
Αγανακτισμένοι ή όχι, οι πολίτες αυτής της χώρας, αφού πράξαμε το εκλογικό μας καθήκον, βλέπουμε… μια από τα ίδια!

Υπουργούς που τους ξέρουμε καλά (Στυλιανίδης, Αβραμόπουλος, Παναγιωτόπουλος, Χατζηδάκης, Δένδιας, Ιωαννίδης, Λυκουρέντζος, Κεδίκοκγλου…) και μερικούς άλλους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν νέα πρόσωπα, συντροφιά με κάποιους τεχνοκράτες.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι άλλαξε, λοιπόν;

Μα, άλλαξε η… αντιπολίτευση.
Την προηγούμενη φορά που αυτά τα πρόσωπα βρισκόταν στις υπουργικές θέσεις, σε μια κυβέρνηση που (το έχουμε ξαναπεί) έχει χαρακτηριστεί ως η χειρότερη που γνώρισε ο τόπος, στην αντιπολίτευση βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ.

Τώρα το ΠΑΣΟΚ (υποτίθεται ότι) στηρίζει αυτή την κυβέρνηση, αν και δεν συμμετέχει με κάποιο γνωστό του στέλεχος, ενώ στην αντιπολίτευση βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτό, λοιπόν, είναι το θέμα.
Εμείς οι Έλληνες αποφασίσαμε πως, για να βγούμε από την κρίση που, κατά και δική τους ομολογία, μας οδήγησαν ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία, θα έπρεπε να αλλάξουμε… αντιπολίτευση!

Ξέρω τον αντίλογό σας.
Μπορεί να πρόκειται για τα ίδια πρόσωπα, όμως αυτή τη φορά είναι όλοι τους σοφότεροι.

Θα ρωτήσω ευθέως:
Πόσο σοφότερος νομίζετε ότι μπορεί να γίνει ένας Δημήτρης Αβραμόπουλος, ο οποίος, σε όποιο πόστο κι αν τοποθετήθηκε, μηδενός του κόμματος του οποίου ο ίδιος ίδρυσε εξαιρουμένου, σημείωσε παταγώδη αποτυχία;

Δεν πρέπει, λένε, να προδικάζουμε την αποτυχία κάποιων, πριν δούμε το έργο τους, όμως στην περίπτωσή μας, δυστυχώς, το έργο το έχουμε ξαναδεί.

Δυστυχέστερα, δεν μπορούμε να φύγουμε!
Θα αρχίσουμε να αγανακτούμε κι εμείς μου φαίνεται!


Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

120622 ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ-1


Το ένα πουλάκι:
Θέμα: Τι περιμένω από τη νέα κυβέρνηση.

Εγώ από τη νέα κυβέρνηση της χώρας μου περιμένω δύο πράγματα, τα οποία όμως θεωρώ πάρα πολλά.
Πρώτον να είναι κυβέρνηση και δεύτερον να είναι νέα!

Τι εννοώ:
Κυβέρνηση με όλη τη σημασία της λέξης, αν θέλετε αυτή τη σημασία που έχει όταν τη χρησιμοποιούμε για τα αεροπλάνα ή τα πλοία.
Δηλαδή όπως οι κυβερνήτες σε ένα αεροσκάφος ή ο καπετάνιος με το πλήρωμα στο καράβι έχουν ένα βασικό έργο, κάτι τέτοιο θέλω να κάνει και η κυβέρνηση της χώρας μου.

Να πάρει το σκάφος που λέγεται Ελλάδα και να το οδηγήσει κάπου.
Να το πάει στο προορισμό του με άνεση και ασφάλεια. Κυρίως, να εμπνεύσει σε όλους τους επιβαίνοντες την εμπιστοσύνη ότι η μοίρα τους βρίσκεται σε καλά χέρια και πως μπορούν να… κοιμούνται ήσυχοι.

Βεβαίως, κάπου εδώ τελειώνουν οι ομοιότητες και αρχίζουν οι διαφορές. Διότι οι κυβερνήτες στις περιπτώσεις που είπαμε δεν ζητούν από τους επιβάτες να κάνουν κάτι, πολύ περισσότερο δεν τους ζητούν να… τραβάνε κουπί, όπως συμβαίνει με τους πολίτες της χώρας.

Επιπλέον, οι κυβερνήτες στα πλοία ή τα αεροπλάνα δεν έχουν… αντιπολίτευση να τους φωνάζει συνεχώς «πού πάτε από κει, ρε» και να ξεσηκώνει τους επιβάτες λέγοντας «αυτοί είναι τρελοί, θα το βουλιάξουν το καράβι» ή «θα το ρίξουν το σκάφος».

Εκεί οι κυβερνήτες απολαμβάνουν της πλήρους εμπιστοσύνης των κυβερνωμένων, οι οποίοι δεν μπορούν να κάνουν και διαφορετικά.
Δεν μπορούν στη μέση τους ταξιδιού να αλλάξουν κυβερνήτες, βάζοντας άλλους στους οποίους έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη.

Υπάρχει και μια ακόμη διαφορά.
Όταν συμβεί κάτι κακό στο σκάφος, οι κυβερνώντες την πληρώνουν εξίσου, αν όχι περισσότερο από τους επιβάτες.

Αντιθέτως, όταν πέσει σε ξέρα ή πραγματοποιήσει αναγκαστική προσγείωση το σκάφος μιας χώρας, την πληρώνουν μόνο οι επιβάτες, ενώ οι κυβερνήτες δεν παθαίνουν απολύτως τίποτε.

Το άλλο πουλάκι:
Είπαμε όμως να είναι και νέα!

Οπωσδήποτε δεν εννοούμε νέα… ηλικιακά.
Διότι, όπως σωστά επισημαίνει κι ένας φίλος, τι να τον κάνω τον άλλο που είναι νέος και ξυπνάει το μεσημέρι;

Νέος θα πει με φρέσκιες ιδέες, με όρεξη για δουλειά, με αντοχές στα δύσκολα, με διάθεση να αλλάξει πράγματα…
Νέος θα πει να μη φοβάται να δοκιμάσει, να μη διστάζει να εκτεθεί, να μη διακατέχεται από αγκυλώσεις και σύνδρομα…
Κι ας είναι πεντακοσίων χρόνων!

Η κυβέρνηση, λοιπόν, πρέπει να είναι νέα με ένα τέτοιο πνεύμα.
Κι εδώ τίθεται ένα σημαντικό ζήτημα. Γίνεται νέα κυβέρνηση με παλιά πρόσωπα, με ανθρώπους που έχουν δώσει ό,τι είχαν να δώσουν;

Εγώ λέω γίνεται, γιατί τα πρόσωπα λειτουργούν συνήθως μέσα σε κάποιο πλαίσιο.
Όταν το πλαίσιο αλλάζει, τότε αλλάζει και ο τρόπος λειτουργίας τους.

Φαίνεται, λοιπόν, πως η κυβέρνηση, που θέλουμε να είναι και νέα, θα κληθεί να λειτουργήσει σε ένα νέο πλαίσιο.
Πρώτα πρώτα μέσα από μια συνεργασία κι έπειτα κάτω από την πίεση των πολιτών, οι οποίοι δεν είναι διατεθειμένοι να ανεχτούν φαινόμενα του παρελθόντος.

Αν σ’ αυτά προσθέσουμε και την αντιπολίτευση η οποία υποσχέθηκε να είναι συνετή και καθόλου ακραία, ε τότε μπορούμε να ελπίζουμε πως κάτι θα αλλάξει.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Εμείς θα αλλάξουμε;

Διότι, όπως είπαμε και άλλη φορά, αν κάτι μπορεί να μας βγάλει από την κρίση δεν είναι ούτε τα μέτρα, ούτε οι πολιτικές, αλλά η αλλαγή της νοοτροπίας που μας οδήγησε σ’ αυτήν.

Ξέρω! Ακούω εδώ και καιρό να λένε πολλοί πως η κρίση είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, πως είναι εγγενής αδυναμία του καπιταλισμού, πως δεν εξαρτάται από την οικονομία ή τον τρόπο ανάπτυξης μιας και μόνο χώρας…

Ξέρω όμως επίσης πως εμείς δεν είμαστε μια οποιαδήποτε χώρα!
Ξέρω πως η νοοτροπία με την οποία αντιμετωπίζουμε οτιδήποτε κρατικό, οτιδήποτε δημόσιο, οτιδήποτε δεν είναι δικό μας είναι μια νοοτροπία αδιαφορίας αν όχι καταλήστευσης και καταστροφής.

Ξέρω επίσης πως έχουμε μάθει να ζητάμε χωρίς να προσφέρουμε κάτι οι ίδιοι (πού είναι το κράτος;), να διεκδικούμε χωρίς να είμαστε εντάξει στις υποχρεώσεις μας (όλα τα κιλά όλα τα λεφτά), να πιστεύουμε ότι όλοι μας χρωστάνε ενώ εμείς δεν έχουμε παρά να εισπράττουμε!

Τι άλλο ξέρω;
Ότι έχουμε φτάσει στο σημείο, αν ένας θέλει να κάνει σωστά τη δουλειά του να θεωρείται κορόιδο ή ότι χαλάει την πιάτσα.
Να πηγαίνουν μπροστά πάντα οι μετριότητες και όσοι φιλοδοξούν να μην πειράζουν τίποτε από τα καθιερωμένα.

Ξέρω πολλά. Και τα ξέρουμε όλοι μας.
Θα τολμήσουμε να (τα) αλλάξουμε ή θα καθόμαστε και θα καταριόμαστε την κρίση, το κεφάλαιο, και τους εχθρούς της Ελλάδας;
Έκθεση ιδεών!


Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

120621 ΚΡΙΤΙΚΟ


Το ένα πουλάκι:
Τι γίνεται με το ΚΚΕ;

Από τις πρώτες αντιδράσεις και τις δηλώσεις των στελεχών του καταλαβαίνουμε πως… δεν ιδρώνει το αφτί τους.
Ο κόσμος πάει κι έρχεται κι αυτοί εκεί, αμετακίνητοι στις θέσεις τους να περιμένουν την ιστορική δικαίωση.

Αν μπορούσαμε να το παρομοιάσουμε με μια εικόνα, θα λέγαμε πως τα κόμματα μοιάζουν με ψαράδες που προσπαθούν να ψαρέψουν… ψηφοφόρους.
Οι άλλοι αλλάζουν κάπως τη θέση τους, δοκιμάζουν κάποιο νέο δόλωμα, το ΚΚΕ παραμένει ακίνητο και σταθερό και τους βλέπει να πιάνουν ψάρια, ενώ το δικό του καλάθι είναι άδειο.

Το παράδοξο είναι πως πιστεύει ότι ρίχνει την πετονιά του στο καλύτερο σημείο, ότι έχει το καλύτερο δόλωμα, μόνο που τα… ψάρια ξεγελιούνται από τους άλλους ψαράδες και πάνε και τσιμπάνε το αγκίστρι εκείνων.

Ας αφήσουμε την πλάκα.
Το ΚΚΕ αντιμετωπίζει ένα ουσιαστικό δίλημμα, που είμαι βέβαιος ότι το αντιλαμβάνονται όλοι στο κόμμα.
Η βεβαιότητά μου αυτή πηγάζει από το γεγονός ότι ακούω μικρά, τοπικά στελέχη να το θέτουν στις αναλύσεις τους, ενώ τα μεγάλα, κεντρικά, σφυρίζουν αδιάφορα.

Δεν είναι δυνατόν όμως να μη βλέπουν αυτό που βλέπει όλος ο κόσμος. Ποιο είναι το δίλημμα: Αν μετακινηθούν από τις θέσεις τους υπάρχει περίπτωση να αγγίξουν περισσότερους πολίτες, τότε όμως φοβούνται πως δεν θα είναι πια ΚΚΕ, ή, τουλάχιστον το ΚΚΕ που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.

Δηλαδή έχουν εγκλωβιστεί στη θεωρία της καθαρότητας, στην οποία πόνταραν χρόνια τώρα: Μία είναι η πολιτική αλήθεια και την κατέχει (εξ αποκαλύψεως;) το δογματικό ΚΚΕ.

Αν την αντιλαμβάνεται και ο λαός (οι εργαζόμενοι, όπως τους αρέσει να λένε) έχει καλώς. Αν δεν την αντιλαμβάνονται θα πρέπει να… ανοίξουν τα μάτια τους και να πάψουν να πέφτουν θύματα της παραπληροφόρησης και της προπαγάνδας.

Το άλλο πουλάκι:
Δεν είναι έτσι απλό το θέμα.

Κατά την άποψή μου η αποτυχία του ΚΚΕ βασίζεται πάνω στην ουσιαστική αντίφαση με την οποία πορεύεται το κόμμα χρόνια τώρα.
Ποια είναι αυτή; Πρόκειται για την προσπάθεια να συμβιβάσει την επαναστατικότητα που πρέπει να διαθέτει, με την κοινοβουλευτική του παρουσία.

Ένα κόμμα που πιστεύει ότι η αλλαγή για τους εργαζόμενους δεν θα προέλθει μέσα από εκλογές, αλλά από την κατάληψη της εξουσίας με επαναστατικό τρόπο, είναι υποχρεωμένο να πατάει σε δυο βάρκες, αφού κατεβαίνει στις εκλογές ζητώντας την ψήφο του λαού για…

Γιατί;
Οι ίδιοι λένε «για να είναι το ΚΚΕ πιο ισχυρό και να υπερασπίζεται από καλύτερη θέση τα συμφέροντα των εργαζομένων».

Τα οποία όμως, κι εδώ είναι η αντίφαση, τα υπερασπίζεται «στους χώρους δουλειάς και στο δρόμο».
Γι’ αυτό, εξάλλου, και το ΚΚΕ δεν δέχεται να υπακούσει ούτε στους νόμους που ψηφίζει η ελληνική βουλή, όταν το ίδιο κρίνει ότι δεν συμβαδίζουν με τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Μπερδεμένα πράγματα, δηλαδή.
Μετέχω στη βουλή, δεν εφαρμόζω όμως ό,τι δεν μου αρέσει. Είμαι κοινοβουλευτικό κόμμα, όμως πιστεύω στην επανάσταση. Αγωνίζομαι για τους εργαζόμενους, τους οποίους διαχωρίζω σε δικούς μου (ΠΑΜΕ) και άλλους (ΓΣΕΕ)…

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αφήνουμε τις απολιθωμένες ιδέες.

Και δεν μιλώ για τον κομμουνισμό, αλλά για την υποστήριξη από το ΚΚΕ των χειρότερων μορφών αυτής της ιδεολογίας, έτσι όπως εφαρμόστηκαν σε συγκεκριμένες περιοχές, από συγκεκριμένους ηγέτες και… καταδικάστηκαν από την Ιστορία.

Εμένα όμως με προβληματίζει και κάτι άλλο και το ισχυρίζομαι πολύ σοβαρά.
Μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ το «παράδειγμα» κι όχι οι θεωρίες και οι υποθέσεις εργασίας. Όταν ζητάς να εφαρμόσεις τις ιδέες σου, δείξε  μου έναν χώρο εφαρμογής για να πειστώ.

Σας ρωτάω, λοιπόν. Έχετε παρακολουθήσει ποτέ τα προγράμματα που εκπέμπει το κανάλι του ΚΚΕ; Εγώ τα παρακολουθώ τακτικά, γιατί έχω περασμένο το 902 στο τηλεχειριστήριο και, όποτε κάνω ζάπινγκ, σκαλώνω κι εκεί.

Σας πληροφορώ είναι ό,τι χειρότερο να επιδείξει η ελληνική τηλεόραση.
Αν εξαιρέσουμε μια, δυο μουσικές εκπομπές, το υπόλοιπο πρόγραμμα καταλαμβάνεται από ειδήσεις (του ΚΚΕ) και τηλεπωλήσεις… εσωρούχων που ανορθώνουν το στήθος!

Αυτή είναι η πρόταση του ΚΚΕ προς τον Έλληνα τηλεθεατή;
Δεν απαιτώ ακριβώς παραγωγές, όμως υπάρχουν ωραιότατα προγράμματα έστω και περασμένων ετών που έχουν μια καλή αισθητική.

Τίποτα! Οι εργαζόμενες πρέπει να δείχνουν ωραίες και θα το κατορθώσουν χάρη στις τηλεπωλήσεις του 902!

Μετά μου λες…
Πέρα βρέχει… ψήφους!


Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

120620 ΣΥΖΗΤΗΣΙΜΟ


Το ένα πουλάκι:
Μεταξύ φίλων…

Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθεί κανείς τι λένε τα στελέχη των κομμάτων, όταν βρίσκονται πιο «χαλαρά», όχι σε δημόσιες εμφανίσεις, αλλά σε μια παρέα, σε κάποια φιλική κουβέντα.

Πολλά από αυτά (όχι τας στελέχη, όσα λέγονται) δεν μεταφέρονται στο κοινό, κυρίως επειδή αφορούν χαρακτηρισμούς συγκεκριμένων προσώπων, που δεν έχει και νόημα να δημοσιοποιούνται ως «πληροφορίες».

Εξάλλου, το ποιος είναι ο καθένας μέσα στην κοινωνία της Δράμας, έχει να κάνει με την εικόνα που σχηματίζει γι’ αυτόν ο κάθε πολίτης χωριστά. Δεν έχει νόημα να μου πείτε εσείς τη γνώμη σας για τον τάδε ή να σας πω εγώ τη γνώμη μου για τον δείνα.

Πολύ δε περισσότερο, δεν έχει νόημα να μεταφέρει κάποιος τη γνώμη τρίτων. Ας κρατήσουμε ο καθένας τη γνώμη του και ας αφήσουμε το χρόνο να δείξει ποιος βρισκόταν πιο κοντά στην πραγματικότητα.

Αυτά ως εισαγωγή κι ας περάσουμε σ’ αυτό που λέγαμε στην αρχή, στις κουβέντες μεταξύ φίλων:
«Αν ο ΣΥΡΙΖΑ κρατούσε μια σοβαρή στάση όλο αυτό το διάστημα, θα μπορούσε να ξεπεράσει το 40% και θα είχε σχηματίσει κυβέρνηση».

Να η άποψη ενός φίλου, που τον βλέπουμε συνήθως στις εκλογές και στις διακοπές, η οποία προκάλεσε έντονη συζήτηση.
«Τι εννοείς πιο σοβαρή στάση;»

Διότι ο ΣΥΡΙΖΑ δέχτηκε κριτική για τη στάση του από δυο μεριές. Αν μπορούμε να το πούμε σχηματικά και από δεξιά και από αριστερά.
Οι πρώτοι τον κατηγορούσαν ότι «παίζει με την παραμονή της χώρας στο Ευρώ» καθώς και για μια λαϊκίστικη τακτική που άφηνε στον κόσμο ελπίδες για ένα ξεπέρασμα της κρίσης, χωρίς να ματώσει ρουθούνι, τουλάχιστον των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων.

Η άλλη κριτική, από τα αριστερά, κατηγορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ για σοσιαλδημοκρατίζουσες τάσεις, για μετάλλαξη δηλαδή σε ένα νέο ΠΑΣΟΚ και, φυσικά, για την παραμονή της χώρας στο Ευρώ και την Ευρωπαϊκή οικογένεια.

Το άλλο πουλάκι:
Ε, ποιον να πρωτοϊκανοποιήσουν;

Η κουβέντα δεν προχωρούσε, γι’ αυτό και ξεκίνησε μια νέα, για το ποια πρέπει να είναι η στάση του ΣΥΡΙΖΑ από εδώ κι εμπρός.
Δυο επίσης προτάσεις. Η μια έλεγε να μπει στην κυβέρνηση και να πιέσει από μέσα, ενώ η άλλη να παίξει το ρόλο του ως αντιπολίτευση.

Προσέξτε τα επιχειρήματα:
Αν μείνει στην αντιπολίτευση, θα αποτελέσει μοχλό πίεσης της όποιας κυβέρνησης προς τους διαπραγματευτές μας.
Δηλαδή μπορεί η ελληνική πλευρά να θέτει «κόκκινες γραμμές», με το σκεπτικό ότι έξω μας περιμένει μια αριστερή αντιπολίτευση.

Το ίδιο όμως επιχείρημα ισχύει και από την άλλη πλευρά, η οποία πιστεύει ότι την πίεση αυτή (που συνιστά βοήθεια προς την εθνική μας υπόθεση) μπορεί να ασκηθεί καλύτερα, αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εντός της κυβέρνησης.

Διότι, διαφορετικά υπολογίζει κάποιος μια κριτική που ασκείται από την αντιπολίτευση και διαφορετικά από ένα κόμμα που στηρίζει μια κυβέρνηση και που αν πάρει το καπελάκι του και φύγει, αυτή κινδυνεύει να πέσει ανά πάσα στιγμή.

Ωραία μέχρι εδώ. Υπάρχει όμως ένα ακόμη επιχείρημα που ακούστηκε στην κουβέντα:
Δηλαδή να μπει και ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και να αφήσει αξιωματική αντιπολίτευση τη Χρυσή Αυγή;

Έτσι, η κουβέντα στράφηκε και πάλι αλλού και τέθηκαν ένα σωρό ζητήματα σχετικά με το ρόλο και τη δυναμική αυτού του κόμματος, της Χρυσής Αυγής, αλλά και το είδος των ανθρώπων που το στηρίζουν.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Δεν ήταν, λοιπόν, συγκυρία!

Διότι, πολλοί υποστήριξαν πως οι πολίτες ψήφισαν τη Χρυσή Αυγή, χωρίς να ξέρουν ακριβώς τι εκπροσωπεί και ποιες είναι οι ιδέες και η πρακτική της.

Αποδείχθηκε πως δεν είναι έτσι.
Όπως λέει και η διαφήμιση, όσο περισσότερο τη γνωρίζουν, τόσο περισσότερο την εμπιστεύονται (!)

Που πάει να πει πως είμαστε υποχρεωμένοι πλέον να δεχτούμε ότι, για ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας, οι θέσεις και ο τρόπος λειτουργίας (πώς να το πω κι εγώ ο καημένος;) της Χρυσής Αυγής είναι σε σωστό δρόμο.

Εδώ βγαίνει ακόμη ένα συμπέρασμα, πως δεν πρέπει να τους τσουβαλιάζουμε όλους στο ίδιο σακί.
Ο καημένος ο Καρατζαφέρης αποδείχθηκε απλώς μια γραφική περίπτωση, και ούτε ο ίδιος ούτε το κόμμα του έχουν σχέσεις μ’ αυτό που αποκαλείται νεοναζιστική ακροδεξιά.

Μια νεοναζιστική ακροδεξιά που είναι πλέον κόμμα του ελληνικού κοινοβουλίου και αυτό δεν χωρά καμιά δικαιολογία για όσους την ψήφισαν.
Αυτό θέλουν, αυτό έχουν.

Το ζητούμενο είναι πως θα οργανώσει η δημοκρατική κοινωνία την αντίδρασή της σ’ αυτό.
Η ποια;
Σε κουβέντα να βρισκόμαστε.



Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

120619 ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ


Το ένα πουλάκι:
Πάει κι αυτό με γεια και σ’ άλλα.

Πραγματοποιήθηκαν, τελικά, οι εκλογές, λάβαμε το μήνυμα, το βάλαμε στο τσεπάκι μας και πάμε για τη συνέχεια.
Ποιο ήταν το μήνυμα; Μισό λεπτό να ψάξω στο τσεπάκι, γιατί, έτσι βιαστικά που το πήρα, δεν πρόλαβα να του ρίξω ούτε μια ματιά.

Το περίεργο είναι πως εκεί, που άνοιγαν οι κάλπες, έβγαιναν από μέσα διάφορα μηνύματα κι ο καθένας έπαιρνε από ένα.
Άλλος διάλεγε, άλλος στην τύχη…

Το θέμα είναι κάτι να πάρεις. Μετά το προσαρμόζεις κι εσύ στα δικά σου γούστα κι έτσι, ο κάθε πολίτης μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του, να έχει να πορεύεται.

Ποιο μήνυμα έλαβα εγώ;
Μια στιγμή, να το ξετυλίξω, α, μάλιστα.

«Ποτέ μην λες ποτέ»!
Πού να αναφέρεται άραγε; Σίγουρα δεν μιλάει για ένα κόμμα, ούτε για κάποιο συγκεκριμένο εκλογικό αποτέλεσμα.

Λέτε να αναφέρεται στην «έκπληξη» που ακούει στο όνομα Νέα Δημοκρατία;
Σας θυμίζω πως το κόμμα αυτό έφυγε από την εξουσία ως… «το χειρότερο κόμμα που είχε κυβερνήσει ποτέ τον τόπο».

Είχε υποστεί τότε μια συντριπτική ήττα και όλοι έλεγαν πως θα κάνει πάρα πολλά χρόνια να συνέλθει και να διεκδικήσει με αξιώσεις και πάλι την εξουσία.

Κι όμως! Ο ίδιος λαός που τους είχε διώξει με τις κλωτσιές από την κυβέρνηση, ο ίδιος τους δίνει τώρα την πρώτη θέση στις προτιμήσεις του και την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, σε συνεργασία, βέβαια, με άλλα κόμματα.

Τι άλλαξε;
Άλλαξαν τα πρόσωπα; Οι ιδέες; Η νοοτροπία;
Μένει να το δούμε.

Το άλλο πουλάκι:
Το ΠΑΣΟΚ ήταν εκεί…

Βρε, πώς αλλάζουν οι καιροί!
Ποιος (επίσης) θα το πίστευε τρία χρόνια πριν; Ένα πανίσχυρο (τότε) κόμμα να πέφτει στα χαμηλότερα ποσοστά της ιστορίας του και να κατηγορεί γι’ αυτό (εκτός των άλλων) το δικομματισμό και την πόλωση!

Εδώ μπορούμε να πούμε πως κάτι άλλαξε.
Το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε την ευθύνη και διαχειρίστηκε μια κρίση για την οποία, σε καμιά περίπτωση, δεν ήταν μόνο υπεύθυνο.

Έτσι είναι όμως, έχει ο καιρός γυρίσματα.
Λαμβάνοντας το μήνυμα των εκλογών δεν θα πούμε ότι έχει φτάσει το τέλος αυτού του κόμματος, αφού… είδατε τι γίνεται.

Πιθανότατα να έχει φτάσει το τέλος του κόμματος όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.
Θα δείξει και γι’ αυτούς. Για την ώρα προέχει να δούμε τον τρόπο με τον οποίο θα συμμετάσχει στο κυβερνητικό σχήμα, τα πρόσωπα που θα διαθέσει και τους όρους που θα βοηθήσουν στη συγκόλληση του σχήματος.

Πάμε στο δεύτερο πλέον κόμμα.
Και για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαιο πως αν, πριν από λίγο μόλις καιρό, τους ρωτούσες τι θέλετε να γίνετε όταν μεγαλώσετε, αποκλείεται να σου έλεγαν «αξιωματική αντιπολίτευση».

Ας σταθούμε όμως λίγο σ’ αυτό το τελευταίο.
Πολλοί θεωρούν τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον νικητή των εκλογών. Προσωπικά διαφωνώ μαζί τους.

Διότι, έτσι όπως εξελίχθηκε η κατάσταση, επαναλαμβάνω, έτσι όπως εξελίχθηκε η κατάσταση, ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να βγει πρώτο κόμμα για να θεωρηθεί ότι ήταν ο νικητής των εκλογών.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτός άλλωστε ήταν και ο εκλογικός στόχος!

Διότι, έτσι όπως είναι τα πράγματα, επαναλαμβάνω, έτσι όπως είναι τα πράγματα, τι να την κάνεις την αντιπολίτευση, ακόμη κι αν είναι αξιωματική.

Στη περίπτωση μάλιστα που σχηματιστεί ένας «κυβερνητικός όμιλος» με τρία κόμματα που υποστηρίζουν την παραμονή της χώρας στο ευρώ και τη βελτίωση των όρων των μνημονίων με στόχο την (όποια) ανάπτυξη και την ελάφρυνση των πιο αδύνατων στρωμάτων, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μείνει να αντιπολιτεύεται παρέα με τον Καμμένο, το ΚΚΕ και τη Χρυσή Αυγή.

Γνώμη μου είναι και τη λέω δημοσίως: Δεν ξέρω αν, σε ένα τέτοιο κυβερνητικό σχήμα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε να προσφέρει περισσότερα όντας μέσα παρά απ’ έξω!

Μπορεί το ποσοστό που πήρε στις εκλογές να είναι μια τεράστια «προίκα», μη φανταστεί κανείς όμως ότι πρόκειται όλοι αυτοί να τον ακολουθήσουν και στους κοινωνικούς αγώνες με τους οποίους θα ασκήσει την αντιπολίτευση εκτός βουλής.

Αν δεν αλλάξει κάτι, στις 28 Οκτωβρίου, πάλι πενήντα άνθρωποι θα φωνάζουν «το κεφάλι αριστερά».
Το ότι θα είναι μαζί τους κι ένας βουλευτής δεν λέει και πολλά πράγματα.

Συμπέρασμα; Μένει κι εδώ να δούμε…
Έχει ψωμί η ιστορία και… η Ιστορία!