ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

141223 ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ήρθαν τα Χριστούγεννα…

Ήρθε η ώρα να σας αποχαιρετήσουμε κι εμείς, να σας αφήσουμε στη συντροφιά ανθρώπων που έχουν να σας πουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα για τις Άγιες Ημέρες των εορτών.
Αν είμαστε καλά, θα τα πούμε με το νέο έτος και είμαστε βέβαιοι ότι θα έχουμε πάρα πολλά να πούμε.

Θυμόσαστε άλλα τέτοια Χριστούγεννα; Πρώτα πρώτα, αν δεν υπήρχαν κάποια, ελάχιστα, εξωτερικά «στολίδια», αποτέλεσμα μεγάλης συνήθειας και… κεκτημένης ταχύτητας, ίσως και να μην παίρναμε είδηση ότι έφτασαν οι γιορτές.
Οι βιτρίνες που ΠΡΕΠΕΙ να στολιστούν, η αγορά που ΠΡΕΠΕΙ να ανοίξει, η Ονειρούπολη που ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ να μη λειτουργήσει, οι ευχές που θα ανταλλάξουμε ούτως ή άλλως τα δώρα, τα απολύτως απαραίτητα, που σχεδιάζει να φέρει ο Άγιος Βασίλης…

Όλα αυτά μοιάζουν να γίνονται φέτος γιατί έτσι το θέλει η παράδοση, έτσι έχουμε μάθει ή έτσι λέει το… ημερολόγιο!
Πόσοι από εμάς αισθάνονται Χριστούγεννα; Πόσοι γιορτάζουν πραγματικά. Πόσοι χαίρονται χαρά μεγάλη;

Πώς τα καταφέραμε έτσι;
Τα προηγούμενα, τα «καλά χρόνια», γιορτάζαμε γιατί έπρεπε να είμαστε «ιν». Και τότε γιορτάζω σήμαινε ξοδεύω, ξοδεύω ακόμη κι αν δεν έχω, φορτώνω τις κάρτες μου, παίρνω δάνεια, πληρώνω με διακόσιες άτοκες δόσεις και ξοδεύω.
Ξοδεύω, άρα γιορτάζω.

Ντρεπόσουν να πεις ότι δεν έκλεισες «ρεβεγιόν» σε πανάκριβο μαγαζί. Ότι δεν ψώνισες τρόφιμα για έναν λόχο για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Ότι θα περάσεις το δωδεκαήμερο στην πόλη σου ή στο χωριό με τον παππού και τη γιαγιά και δεν θα πας σε εξωτικούς ή πανάκριβους χειμερινούς προορισμούς.

Ντρεπόσουν να είσαι ο Αγιοβασίλης που φέρνει ξύλινα παιχνίδια και όχι ηλεκτρονικά. Ντρεπόσουν να ψωνίσεις ελληνική σαμπάνια, πούρα δεύτερης διαλογής, ουίσκι νεότερο των δώδεκα ετών –για γαλοπούλα κατεψυγμένη ούτε λόγος…

Το άλλο πουλάκι:
Ήρθαν τα πάνω κάτω.

Τώρα ντρέπεσαι να πεις ότι γιορτάζεις. Όχι ότι ξοδεύεις, ότι γιορτάζεις, ότι τα Χριστούγεννα σημαίνουν κάτι για σένα και την οικογένειά σου. Πρέπει, οφείλεις να είσαι μίζερος, να γκρινιάζεις, να βρίζεις όλους εκείνους που πιστεύεις ότι σου φταίνε.

Από το ένα άκρο στο άλλο; Ή Χριστούγεννα στο Ντουπάι, στο Μοντ Μπλαν, ή τίποτα; Δεν γίνεται γιορτή με τσίπουρο από το χωριό, χωρίς γαλλική σαμπάνια, με τηγανιά αντί για τρούφα;
Πόσα τελοσπάντων πρέπει να ξοδέψει κανείς, για να χαρεί αυτός και η οικογένειά του;

Ακόμα και ο Άγιος Βασίλης! Θα μπορούσε να εξηγήσει στα παιδάκια πως δεν μπορεί να φέρει σε όλους τάμπλετ ή το καινούριο πλέι στέισον. Πώς, αν το κάνει, όλα τα άλλα, τα χιλιάδες δωράκια του πρέπει να τα πετάξει στα σκουπίδια ή να τα αφήσει να σκουριάσουν.
Να τους πει να του γράψουν γράμμα δίνοντάς του εναλλακτικές προτιμήσεις, για να μη βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να τα απογοητεύσει, φέρνοντας κάτι του κεφαλιού του.

Όλα γίνονται. Μπορούμε να τα χειριστούμε, αρκεί να ξέρουμε τι θέλουμε, τι σημαίνει για μας γιορτή, τι σημαίνει Χριστούγεννα. Πως μια μικρή χαρά αρκεί να τη μοιραστείς για να πολλαπλασιαστεί, να γίνει μεγάλη.
Δείτε λίγο τα παιδιά. Μπορούν να χαρούν και με ένα μπαλόνι, αρκεί να καθίσεις να παίξεις μαζί τους, να αφιερώσεις χρόνο γι’ αυτά, να γίνεις κι εσύ λίγο παιδί.

Όταν ρωτούσαμε όμως αν θυμόσαστε άλλα τέτοια Χριστούγεννα, δεν εννοούσαμε μόνο την ανατροπή που έφερε η οικονομική πραγματικότητα. Θέλαμε να αναφερθούμε και στην πολιτική συγκυρία, η οποία μας απομακρύνει τελείως από το πνεύμα των εορτών.

Δεν είναι μόνοι οι πολιτικές εξελίξεις, είναι όλη η κατάσταση των τελευταίων ετών που κορυφώνεται σ’ αυτές τις εκλογικές αναμετρήσεις στη βουλή και στις πιθανές εκλογές που θα έρθουν.
Είναι ο τρόπος που πλέον δρούμε πολιτικά, ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε την διαφορετική άποψη, ο τρόπος που βλέπουμε όσους διαφωνούν μαζί μας…

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Πού κρυβόταν;

Πού το είχαμε θάψει όλο αυτό το εμφυλιοπολεμικό κλίμα και το ξεθάψαμε στην πρώτη δυσκολία;
Έφτανε η τεχνητή ευμάρεια, να το κουκουλώσει; Μήπως, το κρύβαμε κι αυτό πίσω από την καταναλωτική δυνατότητα, όπως ακριβώς σκεπάζαμε με χυσόσκονη τη χριστουγεννιάτικη μοναξιά μας;

Σε ποιο ντουλάπι κρύβαμε αυτά τα απίστευτης οξύτητας συνθήματα, από πού ξεφύτρωσαν οι άνθρωποι που μας έκαναν να τα θυμηθούμε, πώς ξαναφέραμε στο προσκήνιο τόσο μίσος, τόση βία, τόσο φόβο; Και ήταν ανάγκη να έρθουν όλα αυτά και να κορυφωθούν χρονιάρες μέρες; Πώς να σταθείς μακριά τους; Πού να ακουμπήσεις ώστε να μολυνθείς όσο το δυνατόν λιγότερο;

Δεν υπάρχουν έτοιμες απαντήσεις, φίλοι μου. Για άλλη μια φορά θα πρέπει να δοκιμάσουμε, να κάνουμε λάθη για να βρούμε το σωστό. Αρκεί να το ψάξουμε. Αρκεί να μην αφεθούμε στο πρώτο που θα μας δοθεί έτοιμο.

Και κάτι άλλο. Θαρρώ πως έχουμε δίπλα μας εκείνους οι οποίοι μπορούν να μας φωτίσουν, άνθρωποι που –τέτοιες μέρες- έχουμε κάθε λόγο να βρεθούμε κοντά τους.
Μιλώ για τους παππούδες και τις γιαγιάδες που έζησαν τον πόλεμο και τον εμφύλιο, που έζησαν την αληθινή πείνα, την κατοχή, τις διώξεις, τον θάνατο.
Που συγχρόνως όμως ο πανδαμάτωρ χρόνος τούς χάρισε τη σοφία και τη νηφαλιότητα, τη γνώση των πραγματικών αξιών της ζωής. Όλοι έχουμε γύρω μας τέτοιους ανθρώπους. Ας γιορτάσουμε μαζί τους.

Καλές γιορτές!

Ας γιορτάσουμε, παιδιά!

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

141222 ΜΟΝΤΑΡΙΣΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Σε πολιτισμένο κλίμα!

Έχουμε μια απίστευτη ικανότητα ακόμα και τις πιο «φυσιολογικές» διαδικασίες να τις κάνουμε σαν τα μούτρα μας.
Εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας. Υπάρχει το Σύνταγμα που προβλέπει τα πάντα. Υπάρχει και ο κανονισμός της Βουλής. Tι άλλο θέλουμε;

Κανονικά, τίποτε!
Δυστυχώς όμως, δίπλα σ’ αυτά ή, καλύτερα, πάνω από αυτά, υπάρχουν τα τηλεοπτικά κανάλια, υπάρχει το διαδίκτυο, το φέισμπουκ, το τουίτερ και γενικώς το κάθε «κλαρί», στο οποίο μπορεί να βγει ο κάθε πικραμένος να πει τον καημό του.

Μπορεί, είπα; Λάθος! Ούτε το «έχει δικαίωμα» είναι σωστό. Οφείλει να βγει, αν θέλει να εξακολουθήσει να υπάρχει στον θαυμαστό αυτό κόσμο που λέγεται ψηφιακός.
Βλέπετε; Οι λέξεις λένε μια ιστορία: Ψήφος, ψηφοφορία, ψηφιακός κόσμος…

Σε ένα φυσιολογικό κράτος, όπου λειτουργεί μια –μέσες άκρες- φυσιολογική δημοκρατία, η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας θα ήταν υπόθεση ρουτίνας, μια τυπική διαδικασία, είτε είχε θετικό –εκλογή- είτε αρνητικό αποτέλεσμα.
Και όλα θα έπαιρναν τον δρόμο τους.

Εδώ όμως όχι. Ποιος είπε άλλωστε ότι είμαστε φυσιολογικό κράτος; Και ποιος είπε ότι εδώ λειτουργεί μια –μέσες άκρες- φυσιολογική δημοκρατία;
Ας μη ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στη χώρα όπου «η χούντα δεν τελείωσε το ‘73», από τη μια, και όπου ζει και βασιλεύει η θεωρία των δύο άκρων, από την άλλη. Ε, τι περιμένετε;

Μέσα σ αυτό το πλαίσιο, υπάρχει κάποιος ο οποίος έχει τέτοιον γκαϊλέ να βγει Πρόεδρος ο Σταύρος Δήμας, ώστε πληρώνει εκατομμύρια ευρώ για να εξαγοράσει την ψήφο βουλευτών.

Τρία εκατομμύρια έδωσε (προσφέρθηκε να δώσει) μόνο στον κύριο Παύλο Χαϊκάλη, όμως, όπως φάνηκε από την πρώτη ψηφοφορία χρειάζονται να… γυρίσουν άλλοι δεκαεννιά βουλευτές.

Τι λόγους να έχει αυτός ο μυστηριώδης τύπος που κρύβεται πίσω από την προσπάθεια εξαγοράς της ψήφου τόσων βουλευτών, ώστε να είναι διατεθειμένος να ξοδέψει δεκάδες εκατομμύρια; Με δεδομένο μάλιστα ότι μπορεί να τα δώσει και να μην εκλεγεί ο Πρόεδρος, αφού μπορεί να γυρίσουν κάποιοι και να πάρουν το χρήμα, όχι όμως όλοι.
Προφανώς δεν αγαπάει απλώς τον υποψήφιο Πρόεδρο, μάλλον δεν θέλει να γίνουν εκλογές.

Το άλλο πουλάκι:
Τώρα!

Διότι εκλογές θα γίνουν, αφού ακόμη κι αν η «χούντα» καλά κρατεί, τουλάχιστον διατηρεί μια επίφαση δημοκρατικότητας και έτσι, εκτός του ότι αφήνει όποιον γουστάρει να τη βρίζει ή να την εκβιάζει, κάνει κάπου κάπου και εκλογές!

Εκλογές θα γίνουν λοιπόν, αν όχι τώρα το πολύ σε ένα χρόνο. Δεν μπορώ όμως να φανταστώ από πού θα βγάλει κάποιος, μέσα σ’ αυτό το διάστημα, τόσα εκατομμύρια, ώστε να θέλει να παρατείνει την παραμονή της κυβέρνησης στην εξουσία.
Αφήστε που, άμα ρίξεις στην πιάτσα τόσα εκατομμύρια, εξαγοράζεις την ψήφο δεκάδων χιλιάδων πολιτών και βγάζεις όποια κυβέρνηση θέλεις.

Ας το σοβαρέψουμε.
Κι ας δεχτούμε, για την οικονομία της συζήτησης, ότι όλα αυτά που είδαν το φως της δημοσιότητας τα τελευταία εικοσιτετράωρα έχουν δόσεις αλήθειας.
Κάποιος άνθρωπος, εκπροσωπώντας διάφορα οικονομικά ή/και πολιτικά συμφέροντα, προσπάθησε να δωροδοκήσει –εξαγοράσει είναι πιο σωστό- έναν βουλευτή.

Ο βουλευτής, ως όφειλε, πήγε στη δικαιοσύνη.
Τέλος.

Και ξαφνικά βγαίνει σε πρωινή εκπομπή ο γνωστός Λάκης Λαζόπουλος και το μαθαίνει όλη η χώρα.
Όχι ότι βγήκε στην εκπομπή. Μαθαίνει την απόπειρα χρηματισμού με ονόματα και επίθετα.
Και το αυτονόητο ερώτημα είναι: γιατί;

Γιατί ήταν απαραίτητο να πληροφορηθεί όλος ο κόσμος, στη συγκεκριμένη συγκυρία, τη συγκεκριμένη ενέργεια;
Ποιος κερδίζει; Αυτό πρέπει πάντοτε να το ρωτάμε, μαζί βέβαια με το ποιος πληρώνει, όταν ακούμε διάφορα φιλολαϊκά μέτρα.
Ποιος κερδίζει από το γεγονός ότι μια τεράστια αμφιβολία και άλλη μια εξίσου τεράστια καχυποψία (συγνώμη για τις ατυχείς μεταφορές) έχουν εμφυτευθεί στην κοινωνία;

Αν απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα, ίσως καταλάβουμε και ποιος είναι ο ρόλος του Λάκη Λαζόπουλου, ο οποίος (ο Λάκης, όχι ο ρόλος) και ως νομικός, γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει να βγαίνεις και να δίνεις «στον αέρα» ονόματα, τη στιγμή που υπάρχει σε εξέλιξη εισαγγελική έρευνα.
(Τραγική ειρωνεία: Ο Λάκης ανήκει στο χώρο που χρησιμοποίησε ως πανίσχυρο αντιπολιτευτικό όπλο την περίφημη «μονταζιέρα».)

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Είδατε τι ακολούθησε;

Δηλητηριάστηκε η πολιτική ζωή, για άλλη μια φορά, σε μια πολύ κρίσιμη φάση της. Άρχισαν να αφήνονται υπονοούμενα για βουλευτές που ψήφισαν ή δεν ψήφισαν με έναν συγκεκριμένο τρόπο.
Και οι ψηφοφορίες δεν τελείωσαν. Σκεφτείτε πως τώρα, ο κάθε βουλευτής, από όσους δεν έχουν ψηφίσει ήδη τον κύριο Δήμα, που σκέφτεται να το κάνει στις επόμενες δυο ψηφοφορίες θα λογαριάζει και την σοβαρότατη πιθανότητα να του μείνει το στίγμα ότι «τα πήρε»!

Θα ξαναρωτήσω. Ποιοι βγαίνουν κερδισμένοι από τέτοιες έκρυθμες καταστάσεις; Για ποιο λόγο θα πρέπει το πολιτικό σύστημα να λογοδοτεί, εκτός από τα λάθη ή τις παραλήψεις τους, και για υπόνοιες ή φανταστικά σενάρια;

Κακά τα ψέματα, φίλοι μου. Η λαϊκή παροιμία έχει και αντίστροφη εκδοχή: στην αντάρα μόνο ο λύκος χαίρεται.
Φτάσαμε στο σημείο που μια «άστοχη» (ή μήπως τελείως εύστοχη;) δήλωση στα Μέσα να μπορεί να προκαλέσει κινδύνους για το πολίτευμα που δεν τους είχαμε φανταστεί.

Εδώ όμως μιλάμε για ώρες εκπομπών.
Η μια δήλωση μας πείραξε;

Εμείς σας τα λέγαμε!

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014

141219 ΤΡΟΧΙΟΔΕΙΚΤΙΚΟ

Το ένα πουλάκι:
Κάπου εδώ ήρθαμε.

Δυστυχώς όμως, δεν μπορούμε να φύγουμε. Είμαστε εγκλωβισμένοι και καταδικασμένοι να βλέπουμε το ίδιο έργο εσαεί.
Σε τι διαφέρει η παρούσα προεκλογική περίοδος από τις άλλες;

Και μη μου πείτε ότι δεν είμαστε σε προεκλογική περίοδο, διότι θα υποψιαστώ πως από τις ευρωεκλογές και μετά ζείτε σε άλλη χώρα.
Βρισκόμαστε σε μια πολύ ιδιαίτερη και πολύ ενδιαφέρουσα προεκλογική περίοδο, τόσο ίδια όμως με όλες τις άλλες.
Καταλαβαίνω ότι αντιφάσκω, θα εξηγηθώ όμως αμέσως.

Μιλώ για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας.
Υπάρχει μια έντονη κινητικότητα που δείχνει πως στην τελική ψηφοφορία –γιατί οι δύο πρώτες είναι αναγνωριστικές ή τροχιοδεικτικές- θα κριθούν πολλά.
Σ’ αυτά τα «πολλά» η κάθε πλευρά δίνει ιδιαίτερα γνωρίσματα, τα οποία έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Αν δεν γίνει αυτό που επιδιώκουν, η χώρα θα καταστραφεί.

Τεράστιο ενδιαφέρον έχει πώς τοποθετούνται σ’ αυτή την προεκλογική περίοδο οι υποστηρικτές των δύο απόψεων (τι ευγενικός χαρακτηρισμός!) κυρίως μέσα από το διαδίκτυο και τα μίντια.
Κάποιοι προσπαθούν να πουν αυτά που θέλουν διακριτικά, άλλοι θέλουν να κρατηθούν, μα η… χαρά δεν τους αφήνει.

Υποτίθεται ότι σ’ αυτές τις «εκλογές» θα ψηφίσουν οι βουλευτές, οι οποίοι, πάλι, υποτίθεται, είναι πάνω από τον μέσο όρο των πολιτών, σε μόρφωση και ικανότητα κατανόησης της πραγματικότητας.
Κακά τα ψέματα. Υποτίθεται (τρίτη φορά) πως δεν στέλνουμε στη βουλή τον πρώτο τυχόντα, στέλνουμε κάποιον που ξέρει να πει πέντε κουβέντες, που διαβάζει δυο εφημερίδες (άρα γνωρίζει ανάγνωση και γραφή) και που μπορεί να αποκωδικοποιήσει κάποια αριθμητικά δεδομένα (άρα γνωρίζει τουλάχιστον τις τέσσερις πράξεις της αριθμητικής) πράγματα για τα οποία δεν είναι ικανοί όλοι οι πολίτες.

Παρ’ όλο, λοιπόν, που οι προεκλογικές «αναλύσεις» απευθύνονται στους βουλευτές, η επιχειρηματολογία είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, ρηχή, από εκείνη άλλων προεκλογικών περιόδων, όταν στην κάλπη καλούμαστε οι απλοί πολίτες.

Το άλλο πουλάκι:
Δεν είναι απλό το θέμα.

Διότι η εκλογή Προέδρου (ή μη εκλογή Προέδρου, για να είμαι δίκαιος) δεν είναι ανεξάρτητο ζήτημα, αφού το Σύνταγμα τη συνδέει και με εθνικές εκλογές.
Οπότε, με δεδομένους και τους συσχετισμούς στη Βουλή, όλο το προεκλογικό κλίμα έχει διπλό στόχο.
Τα λέμε που τα λέμε, ας τα ακούσουν όχι μόνοι οι βουλευτές αλλά και όσοι (πιθανόν) χρειαστεί να ψηφίσουν μετά από έναν μήνα.

Καιρός όμως να δούμε λίγο και τι λένε οι δύο πλευρές, αν και κάτι υπαινιχθήκαμε προηγουμένως.
Η κυβέρνηση, που έχει τον πρώτο λόγο πάντοτε, ισχυρίζεται πως αν διασαλευτεί η σταθερότητα, θα χαθεί ό,τι με κόπο ετών έχουμε κερδίσει.

Το πρώτο ερώτημα που σου έρχεται στο νου είναι «ποια σταθερότητα». Το δεύτερο «τι ακριβώς έχουμε κερδίσει;» Απ’ ό,τι φαίνεται και ομολογούν εμμέσως και οι ίδιοι, τίποτε δεν είναι σταθερό και τίποτα κερδισμένο, όλα είναι στον αέρα.

Δεν είδατε ότι έφθανε να οριστεί η ημερομηνία εκλογής Προέδρου –που ήταν έτσι κι αλλιώς αναμενόμενη- για να ανοίξει η γη και να καταπιεί όλο το σαξές στόρι. (Με ελληνικούς χαρακτήρες, αφού κι αυτό δικό μας είναι.)

Από την άλλη έχουμε την αντιπολίτευση, η οποία ισχυρίζεται πως αν η κυβέρνηση παραμείνει έστω και λίγο ακόμη στη θέση της, θα χαθεί το παν. Εδώ μπορεί να παρατηρήσει κάποιος ότι το ίδιο ακριβώς έλεγε (η αντιπολίτευση, όχι ο κάποιος) και πριν από έξι μήνες, ένα χρόνο κ.λπ. Ακόμη κι αν δεχτούμε πως χάθηκαν κάποια πράγματα –το παν σίγουρα όχι- ίσως χρειαστεί να σκεφτούμε ότι αυτά δεν χάθηκαν επειδή η κυβέρνηση έκανε κάτι συγκεκριμένο, αλλά επειδή –στην ουσία- δεν έκανε τίποτε απολύτως.

Ή μάλλον, εδώ και μήνες, κάνει ακριβώς ό,τι κάθε ελληνική κυβέρνηση σε προεκλογική περίοδο. Δεν νομοθετεί παρά ευνοϊκές ρυθμίσεις διάφορες κατηγορίες πολιτών, προσπαθεί με κάθε τρόπο να βολέψει δικά της παιδιά, υιοθετεί την επιχειρηματολογία της αντιπολίτευσης και πετάει τη μπάλα στην κερκίδα, προσπαθώντας να πείσει τους φιλάθλους ότι βρίσκεται στο γήπεδο και παίρνει μέρος στο παιχνίδι.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Κανείς δεν κέρδισε έτσι!

Δεν εννοώ μόνο εκλογές, αυτές μπορεί να τις κερδίσεις αν πιάσουν τα διλήμματα που βάζεις στον κόσμο ή βοηθήσει και η συγκυρία. Να, κοιτάξτε, ας πούμε, τι παθαίνουν όσοι αρμενίζουν έξω από το ασφαλές περιβάλλον του Ευρώ, οι οποίοι μάλιστα περιμέναμε πως θα βοηθήσουν και μας, έτσι και πάει κάτι στραβά και οι αγορές δεν μπορέσουν να χορέψουν στο ρυθμό που θα βαράμε το νταούλι.
Τέτοιου είδους «επιχειρήματα» έρχονται σαν βοήθεια από το πουθενά.

Κανείς όμως δεν κέρδισε χωρίς να παίξει μπάλα. Χωρίς να έχει ο ίδιος την πρωτοβουλία των κινήσεων. Χωρίς να θέτει συγκεκριμένους στόχους και δεν εννοώ την επανεκλογή του.
Διότι το επιχείρημα ψηφίστε με για να μην έρθει ο άλλος προϋποθέτει κάτι πολύ σημαντικό. Ότι εσύ δεν είσαι… άλλος, είσαι κάτι διαφορετικό, κάτι ευδιάκριτα ξεχωριστό, που μπορεί ο ψηφοφόρος να επιλέξει για πολύ συγκεκριμένους λόγους.

Όταν όμως ο ψηφοφόρος από τη μια σε βλέπει να ακολουθείς τα βήματα του άλλου και συγχρόνως παύει να φοβάται το χειρότερο με το οποίο προσπαθείς να τον τρομοκρατήσεις, τότε για ποιο λόγο να σε προτιμήσει;
Πάντοτε το αυθεντικό ήταν προτιμότερο από την απομίμηση, ακόμη κι αν πρόκειται για… θρίλερ!

Σας τρόμαξα;
Αστεία το έκανα!

Έχουμε δρόμο ακόμη!

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

141218 ΠΡΟΣΠΟΙΗΤΟ

Το ένα πουλάκι:
Μύθος και πραγματικότητα.

Υπάρχει μια διαδεδομένη άποψη, η οποία θέλει να πιστεύει πως ο κόσμος, με κέντρο πάντοτε την Ελλάδα, είναι χωρισμένος σε Ανατολή και Δύση. Εννοείται πως μόνο εμείς έχουμε το πλεονέκτημα να ανήκουμε και στα δυο. (Παίρνοντας ίσως ό,τι χειρότερο έχει η καθεμιά, όμως αυτό είναι άλλη ιστορία.)

Οι δυο αυτοί κόσμοι είναι διαφορετικοί. Ο ένας, η Δύση, είναι ο κόσμος του ορθολογισμού και ο άλλος, η Ανατολή, ο κόσμος των συναισθημάτων. Ο πρώτος προσέφερε στην ανθρωπότητα την επιστήμη και ο δεύτερος τη μαγεία, αλλά και μια αποκρυφιστική σοφία, αφού είναι ο χώρος καταγωγής όλων των μεγάλων θρησκειών.

Είναι όμως έτσι ακριβώς τα πράγματα;
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Δύση, πριν γίνει ο χώρος του ορθολογισμού και της επιστήμης, ήταν η έδρα του σκοταδισμού και της δεισιδαιμονίας. Έπρεπε να φτάσουν εκεί τα Μαθηματικά και ο Αριστοτέλης, για να ξεκινήσει η στροφή της Μεσαιωνικής κοινωνίας προς τη νέα εποχή.

Και τα δύο έφτασαν στην Ευρώπη κυρίως μέσω των Αράβων. Την εποχή που στην Ευρώπη σε περνούσαν από Ιερά Εξέταση, αν η γάτα σου γεννούσε μαύρα γατάκια, στη Δαμασκό και στη Βαγδάτη, στο Κάιρο και στη Σαμαρκάνδη οι επιστήμονες μελετούσαν τις κινήσεις των αστέρων, έλυναν δύσκολα μαθηματικά προβλήματα και προόδευαν στην «αλ κιμιά», στη χημεία.

Σπουδαίο πνευματικό κέντρο όλου αυτού του κόσμου ήταν η Βαγδάτη (η βομβαρδισμένη και πλήρως κατεστραμμένη από τον πολιτισμό δυτικό κόσμο Βαγδάτη) στα χρόνια του χαλίφη Χαρούν αλ Ρασίντ (786-809), ενός μυθικού προσώπου που έφτασε σ’ εμάς κυρίως μέσα από τα παραμύθια.

Ο χαλίφης αυτός λένε πως είχε μια παράξενη συνήθεια. Τα βράδια, έβγαινε κρυφά από το σαράι, μεταμορφωμένος άλλοτε σε ζητιάνο, άλλοτε σε μικροπωλητή κι άλλοτε σε ξένο. Ανακατεύονταν με τον απλό κόσμο στα σοκάκια της Βαγδάτης, συνομιλούσε μαζί τους, μάθαινε τα προβλήματα τους, ζούσε την καθημερινότητα, ώστε να έχει μια εικόνα για το χαλιφάτο του χωρίς διαμεσολαβητές.

Το άλλο πουλάκι:
Έτσι λένε τα παραμύθια.

Τα οποία, όλοι ξέρουμε ότι κρύβουν μεγάλες αλήθειες.
Εμείς σας έχουμε μιλήσει για το τεράστιο αυτό θέμα. Την απόσταση από την πραγματικότητα την οποία έχει ο καθημερινός βίος ενός υπουργού ή ενός βουλευτή.
Λέγαμε τότε πως είναι αδύνατον να καταλάβει κάποιος τον απλό πολίτη, όταν έχει χρόνια να μπει σε λεωφορείο, να ψάξει να βρει μέρος να παρκάρει, να σταθεί στην ουρά στην τράπεζα, να περάσει από μια δημόσια υπηρεσία, όπως όλος ο κόσμος.

Από τέτοια απλά καθημερινά πράγματα μπορείς να σχηματίσεις αληθινή εικόνα για τη ζωή των πολιτών.
Πόσω μάλλον να πρέπει να πας σε δημόσιο νοσοκομείο σαν απλός ασθενής ή να στείλεις το παιδί σου σε δημόσιο σχολείο όπως όλοι οι γονείς. Πράγμα που σχεδόν κανείς από τους πολιτικούς μας δεν κάνει.

Το φαινόμενο αυτό υπάρχει και σε άλλες χώρες. Στη Γαλλία μάλιστα σκέφτηκαν να το εκμεταλλευτούν… τηλεοπτικά.
Σε κάποιο ριάλιτι σόου ζήτησαν από βουλευτές να ζήσουν για μια μέρα σαν απλοί πολίτες. Κάνοντας την ταμία σε σούπερ μάρκετ ή μετακινούμενοι με αναπηρικό καροτσάκι μέσα στην πόλη.

Οι ίδιοι δήλωσαν –μαντέψτε- ενθουσιασμένοι. Μίλησαν για «μοναδικές εμπειρίες», οι οποίες τους έκαναν να αντιληφθούν, από πρώτο χέρι, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, για λογαριασμό των οποίων –και ελαφρά τη καρδία, θα συμπλήρωνα εγώ- νομοθετούν.

Φυσικά, περισσότερο ενθουσιασμένοι αισθάνθηκαν για άλλους λόγους, που δεν μπορούν να τους πουν δημοσίως. Δεν είναι μικρό πράγμα να παίρνεις μέρος σε τηλεπαιχνίδι μεγάλης θεαματικότητας και να υποδύεσαι έναν από τους τηλεθεατές στην καθημερινότητά του.
Αυτά μετράνε πολύ, με τη μόνη μονάδα μέτρησης που αναγνωρίζουν όσοι ανακατεύονται με τα πολιτικά, την ψήφο.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Απλός πολίτης για… μια μέρα.

Θυμάμαι πάντοτε τον τρόπο με τον οποίο σχολίαζε τις αντιδράσεις μας ένας παλιός ορειβάτης. Τρέχουμε, έλεγε, πανικόβλητοι, με την παραμικρή ψιχάλα, ιδίως αν φυσά ή αν δεν έχουμε ομπρέλα, για να πάμε… στο σπίτι μας, στη ζέστη μας, στο καυτό μας μπάνιο και τα καθαρά μας ρούχα.

Το κάνουμε όλοι, ακόμη και οι ορειβάτες. Αυτοί που έχουν βρεθεί τόσες φορές να βαδίζουν αργά, φορτωμένοι, μέσα στη βροχή, για να φτάσουν σε ένα «καταφύγιο», όπου η θερμάστρα θα είναι χαλασμένη, τα ξύλα για το τζάκι βρεγμένα και τα ρούχα για να αλλάξουν μούσκεμα κι εκείνα μέσα στο σακίδιο.

Κι όμως, στην πόλη τα ξεχνούν όλα αυτά και τρέμουν μη τυχόν και περπατήσουν για λίγο στην ψιχάλα.
Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με τους βουλευτές που ζουν την καθημερινότητα των πολιτών για… μια μέρα.
Όσο δύσκολη κι αν είναι αυτή ξέρουν ότι την επομένη θα βρίσκονται κάπου αλλού, στον δικό τους κόσμο, που ελάχιστη σχέση έχει με τον πραγματικό.

Θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά; Δεν ξέρω. Ίσως αν κάποια από τα «προνόμια» δεν υπήρχαν. Ίσως αν εμείς, οι ψηφοφόρου, εκλέγαμε ανθρώπους που γνωρίζουν την καθημερινότητα, που την έχουν βιώσει, τουλάχιστον, πριν πάρουν θέσεις και αξιώματα.
Ίσως, ακόμη, αν δεν στέλναμε στη βουλή «ισόβιους» βουλευτές, αν ο καθένας ήξερε πως μετά το πέρας της θητείας του να ξαναγυρίσει στην πραγματική του εργασία και την αληθινή ζωή…

Διότι, «ξεχνάει ο άνθρωπος, παιδί μου», όπως έλεγε μια γιαγιά πρόσφυγας.
Κι αν ξεχνάει, τον πόλεμο, την πείνα, την προσφυγιά, καθώς η ζωή του καλυτερεύει, σκεφθείτε τι συμβαίνει με την καθημερινότητα, όταν μπαίνει στο γυάλινο παλάτι των προνομίων.

Μετα-μόρφωση!

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

141217 ΧΥΜΑ

Το ένα πουλάκι:
Μπορεί να είναι το «πνεύμα των εορτών».

Μπορεί όμως και όχι. Ίσως φταίει απλώς η ειδησεογραφία των ημερών και μιλάμε βεβαίως για ειδήσεις που δεν τις συναντάς στα πρωτοσέλιδα.
Περί τίνος πρόκειται όμως; Να, γι’ αυτή την παράξενη αίσθηση νοσταλγίας…

Θυμόσαστε πώς ψωνίζαμε όταν ήμασταν παιδιά; Δεν εννοώ ρούχα ή παιχνίδια, εννοώ πώς ψωνίζαμε όταν μας έστελνε η μαμά μας στον μπακάλη ή τον φούρναρη.
Είχαμε μαζί μας από το σπίτι τις περισσότερες από τις «συσκευασίες» όπου θα βάζαμε τα ψώνια.

«Να πάρεις την τάρα», έλεγε η μαμά, καθώς μας έδινε το μπουκάλι για το λάδι. Ο μπακάλης το έβαζε στη ζυγαριά άδειο κι έριχνε στον απέναντι δίσκο λίγα «δράμια», μέχρι να ισορροπήσει.
Μετά το γέμιζε λάδι και το ξαναζύγιζε, υπολογίζοντας μόνο το καθαρό βάρος το οποίο και θα πληρώναμε.

Αυτό γινόταν με τα υγρά, το λάδι ή το «σπίρτο», το ούζο ή το κρασί που αγοράζαμε για το επίσημο τραπέζι.
Τα υπόλοιπα τρόφιμα τα παίρναμε επίσης χύμα, με τη σέσουλα, και τα βάζαμε σε σακούλες, αν ήταν όσπρια, ή κατ’ ευθείαν στο δίχτυ που φέρναμε από το σπίτι.

«Συσκευασμένο» ήταν μόνο το κρέας, που ο χασάπης το τύλιγε στο χοντρό χασαπόχαρτο, γεγονός που από μόνο του δημιουργούσε πολλές γκρίνιες, αφού το χασαπόχαρτο ζυγίζονταν κι εκείνο και αγοράζονταν στην τιμή του κρέατος.

Σιγά σιγά αυτό το φαινόμενο σταμάτησε και τα τρόφιμα άρχισαν να καταφτάνουν στο σπίτι όλο και περισσότερο συσκευασμένα, με αποκορύφωμα τη συσκευασία λαχανικών όπως τα αγγουράκια ή τα καρότα, ακόμη και ο μαϊντανός πωλείται σε νάιλον σακουλάκια.

Μόνο «ενθύμιο» της παλιάς καλής εποχής είναι η αγορά ταχινιού, συνήθως τις περιόδους της νηστείας, για όσους επιμένουμε ακόμη να αγοράζουμε ταχίνι και μάλιστα να το αγοράζουμε από γνωστό, παραδοσιακό μαγαζί, φέρνοντας το βάζο από το σπίτι μας.

Το άλλο πουλάκι:
Πού φτάσαμε όμως έτσι;

Το πρώτο αποτέλεσμα, και πιο ορατό, ήταν η τεράστια αύξηση των «σκουπιδιών», αφού οι συσκευασίες αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των απορριμμάτων που βγάζει το κάθε νοικοκυριό.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ανακύκλωση ξεκίνησε στην περιοχή μας μόνο με συσκευασίες και ήδη έχουμε θεαματικά αποτελέσματα.

Το δεύτερο είναι οι μεγάλες ποσότητες τροφίμων που επίσης κατέληγαν στα σκουπίδια, αφού τις αγοράζαμε χωρίς να τις χρειαζόμαστε πραγματικά ή και να μπορούμε να τις καταναλώσουμε. Απλώς επειδή ήταν τέτοια η συσκευασία.
Γιατί όμως χρησιμοποιώ παρελθοντικό χρόνο; Θα κάνω μια παρένθεση να σας πω κάτι που άκουσα τυχαία στο δρόμο.

Έξω από ένα μαγαζί της πόλης καθόταν και συζητούσαν τρεις φίλοι. Καθώς περνούσα έπιασα μια κουβέντα και κοντοστάθηκα, κάνοντας πως κοιτάζω μια αφίσα, προκειμένου να ακούσω κάτι παραπάνω:
«Όχι, παιδιά, η κρίση μας έκανε καλό. Νοικοκυρευτήκαμε. Δεν λέω μόνο ότι κόψαμε τα γλέντια και τα ταξίδια που κάναμε με δανεικά λεφτά. Πάλι θα ταξιδέψεις, αλλά με μέτρο. Εκείνο όμως που δείχνει την ασυδοσία στα οικονομικά είναι το φαγητό που πετάς στα σκουπίδια. Θυμόσαστε πόσο φαγητό πετούσαμε;»

Δεν είναι, λοιπόν, μόνο η συσκευασία που παίζει το ρόλο της, όμως και αυτή ενισχύει τη σπατάλη. Όσο μικρή κι αν είναι, ποτέ δεν σου «δίνει» αυτή την ποσότητα που χρειάζεσαι ακριβώς.
Αν περιέχει λίγο, παίρνεις δυο και τρεις, οπότε πάλι γίνεται πολύ. Εκεί όμως που υπάρχει η παγίδα είναι στις λεγόμενες «οικογενειακές» ή στις «οικονομικές» συσκευασίες των προσφορών.

Το παίρνεις για πιο φτηνό και σου βγαίνει πανάκριβο, αφού είτε το τρως με το ζόρι, είτε σου περισσεύει και το πετάς.
Αν πεις και το φυλάξεις για άλλη φορά, άλλα έξοδα συσκευασίας και διατήρησης στο ψυγείο, άσε που στο τέλος το πληρώνεις για φρέσκο και το τρως είτε μπαγιάτικο είτε κατεψυγμένο.

Δεν είναι όμως τα «σκουπίδια» που αυξάνονται. Εκείνο που μας πονάει περισσότερο είναι που η συσκευασία αυξάνει το κόστος. Έχει αποδειχθεί πως η τελική τιμή ανεβαίνει στο 5% μέχρι το 30%, ανάλογα με το προϊόν και τη συσκευασία.
Φανταστείτε! Τόσα λεφτά κυριολεκτικά τα πετάμε στα σκουπίδια, άντε στην καλύτερη περίπτωση, στον μπλε κάδο ανακύκλωσης.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Γιατί όμως σας τα λέμε όλα αυτά.

Διότι, με μεγάλη μας χαρά, διαβάσαμε πως λειτουργεί ήδη το πρώτο σούπερ μάρκετ, όπου όλα τα προϊόντα πωλούνται χύμα. Όχι μόνο τα λαχανικά, αλλά και για τα όσπρια, τα ζυμαρικά, ακόμη και σαμπουάν μπορείς να αγοράσεις, πηγαίνοντας με το δικό σου δοχείο να σου το γεμίσουν.

Περισσότερα από 600 είδη βρίσκονται στα ράφια του νέου αυτού σούπερ μάρκετ, σε ειδικές θήκες, σε κατάλληλα δοχεία, από όπου ο πελάτης μπορεί να πάρει όση ποσότητα επιθυμεί ακριβώς και να την τοποθετήσει σε σκεύος που φέρνει από το σπίτι του και το ζυγίζει άδειο κατά την είσοδό του στο κατάστημα.

Πώς σας φάνηκε η ιδέα;
Εμάς εξαιρετική και έχουμε ένα παράπονο. Το συγκεκριμένο σούπερ μάρκετ βρίσκεται κάπως μακριά, συγκεκριμένα στο Κρόιτσμπεργκ του Βερολίνου.
Βλέπετε, κι αυτό το σκέφτηκαν οι κακοί Γερμανοί και μέχρι να το δούμε στη χώρα μας θα περάσουν χρόνια.

Εκτός κι αν μας φέρουν με το ζόρι με κανένα νέο μνημόνιο ή καμιά οδηγία της επίσης μισητής Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κόλπα του κεφαλαίου!

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

141216 ΑΝΑΡΧΙΚΟ

Το ένα πουλάκι:
Είμαστε όλοι Αναρχικοί.

Αν ρωτήσετε τους κοινωνιολόγους, μπορεί να σας πουν ότι είναι στον χαρακτήρα του Έλληνα, του οποίου ο τράχηλος –ως γνωστόν- ζυγόν δεν υπομένει.
Έτσι, γενικά και αόριστα, χωρίς να ξέρουμε τι είναι αναρχία, ούτε σε τι είδους κοινωνία παραπέμπει και ποιες είναι οι αρχές της.
Οι αρχές της αναρχίας. Ωραίο!

Στα φοιτητικά μας χρόνια ήταν της μόδας να είσαι αναρχικός, για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν ότι έπρεπε να ανήκεις κάπου και μάλιστα κάπου στα… αριστερά -για δεξιά ούτε κουβέντα τότε.
Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι έπρεπε να διαφοροποιηθείς από τις κομματικές νεολαίες, ιδιαίτερα από την ΚΝΕ, όπου η πειθαρχία ήταν αυστηρότερη από λόχο νεοσυλλέκτων.

Η Αναρχία μάς ακουγόταν ωραία.
Έτσι ξεκινήσαμε να διαβάζουμε και τα θεωρητικά κείμενα του Μπακούνιν και του Κροπότκιν, στην αρχή, για να προχωρήσουμε αργότερα σε πιο νέους αναλυτές όπως ο Μάρεϊ Μπούκτσιν και ο Μπομπ Μπλακ.
Εν τω μεταξύ, γοητευόμασταν αφάνταστα από τις ιστορίες των αναρχικών κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου και υποδεχτήκαμε ενθουσιωδώς τις «φάλαγγες της μαύρης τάξης» του αγαπημένου Μπιλάλ.

Τα χρόνια όμως περνούσαν και πολύ νωρίς μπήκαμε στην «παραγωγή», αφού περάσαμε από τον στρατό και «γίναμε άνθρωποι».
Νέες ιδέες κατέφθαναν στη χώρα, ο φεμινισμός, το αντιπυρηνικό κίνημα, η οικολογία, τις οποίες πάντοτε βλέπαμε μέσα από την οπτική του αναρχισμού.

Είχαμε, βλέπετε, «συνειδητοποιήσει» (τρομάρα μας) πως οι παλιές μορφές οργάνωσης των κινημάτων, όπως τα συνδικάτα, αλλά και οι κλασικές μορφές αγώνα, όπως οι απεργίες, είχαν αγγίξει τα όριά τους, αν δεν είχαν ενταχθεί στο σύστημα το οποίο, υποτίθεται, προσπαθούσαν να αλλάξουν.

Επιπλέον καταλάβαμε πως οι κλασικές μαρξιστικές αναλύσεις, περί ταξικής κοινωνίας, παραγωγικών σχέσεων κ.λπ. δεν αρκούσαν για να ερμηνεύσουν τον πολυσύνθετο σύγχρονο κόσμο, πόσω μάλλον να τον αλλάξουν.
Φτάσαμε έτσι να μιλάμε για παράξενα πράγματα, όπως τα δικαιώματα της μειοψηφίας ή την… υποχρέωση στη διαφωνία, όχι μόνο από αυτοσαρκασμό, αλλά επειδή θέλαμε να διαποτίσουμε την καθημερινότητά μας με αυτά που πιστεύαμε.

Το άλλο πουλάκι:
Τι δεν πιστεύαμε;

Δεν πιστεύαμε πως οι πράξεις βίας, οι τρομοκρατικές ενέργειες και γενικά ο βίαιος ατομικός ακτιβισμός θα βοηθήσει τους πολίτες να «συνειδητοποιήσουν την πολιτική κατάσταση» και θα «ριζοσπαστικοποιήσουν» την κοινωνία.
Γι’ αυτό και ποτέ δεν είδαμε με συμπάθεια τους διάφορους τρομοκράτες, ούτε ποτέ πήραμε στα σοβαρά τους κάθε λογής «μπαχαλάκηδες»,

Μας εξέφραζε σε μεγάλο βαθμό ο στίχος του Πορτοκάλογλου «σε είχα δει κι εσένανε σαν τ’ άλλα φοιτητάκια / αντάρτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά».
Παρατηρούσαμε με συγκατάβαση, αν όχι θλίψη, τις διάφορες «εξεγέρσεις» από παιδιά που τα είδαμε αργότερα να μετατρέπονται σε ό,τι πιο συντηρητικό έχει να επιδείξει η κοινωνία.

Εκείνο που μας έμεινε από όλη αυτή τη συζήτηση είναι η τεράστια σημασία της προσωπικής ευθύνης:
Μην κρύβεσαι πίσω από τους άλλους, μην πιστεύεις πως για όλα φταίνε εκείνοι. Μην προσπαθείς να αλλάξεις τον κόσμο, αν δεν αλλάξεις πρώτα αυτά που είναι γύρω σου. Στο σπίτι σου, στον χώρο εργασίας, στις συναναστροφές σου, στον τρόπο που διασκεδάζεις, στον τρόπο που συμμετέχεις στα κοινά.

Για να είσαι «επαναστάτης» δεν είναι απαραίτητο να είσαι άπλυτος, με βρώμικα ρούχα, με ένα σπίτι αχούρι, με τον χώρο γύρω σου ακατάστατο και ρημαγμένο. Δεν είσαι αντικομφορμιστής όταν κάθεσαι με τα πόδια πάνω στις καρέκλες, όταν πας στη δουλειά κατ’ ευθείαν από το ξενύχτι, όταν μιλάς με αγένεια, όταν συμπεριφέρεσαι απρεπώς, όταν «τους έχεις όλους γραμμένους».
Ένα απλό γαϊδούρι είσαι.

Αναρχικός δεν σημαίνει γκρεμίζω, τουλάχιστον όχι μόνο. Σημαίνει και δημιουργώ, δείχνω στους άλλους, με ένα παράδειγμα από τη ζωή μου, πώς είναι η κοινωνία που ονειρεύομαι.
Θέλω να υπάρχει αλληλοσεβασμός; Αξιοπρέπεια; Δικαιοσύνη; Στήριξη των αδυνάτων; Θέλω να υπάρχει η διαφορετική άποψη; Η ελευθερία στην έκφραση, η αναγνώριση της αξίας της τέχνης;

Αν ονειρεύομαι έναν τέτοιο κόσμο, πρέπει έτσι να κάνω τον δικό μου μικρόκοσμο, στο βαθμό, τουλάχιστον, που περνάει από το χέρι μου.
Ναι, να γίνουν τα Εξάρχεια «χώρος αυτόνομης έκφρασης», όπου δεν θα τολμάει να πατήσει το πόδι του μπάτσος, όμως να είναι και η πιο όμορφη, η πιο καθαρή, η πιο ζωντανή γειτονιά της Αθήνας.
Όχι γκέτο, πεδίο δράσης εμπόρων ναρκωτικών, μπράβων της νύχτας, και «χώρος έκφρασης» του κάθε ανόητου που «δημιουργεί» με ένα σπρέι στους τοίχους.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Γροθιά στο σύστημα.

Σταμάτησαν οι αναρχικοί, αντιεξουσιαστές ή όπως αλλιώς λέγονται το λεωφορείο, στις 5:30 η ώρα το πρωί, και κατέβασαν κάτω τους ανθρώπους που πήγαιναν στο μεροκάματο, για να το κάψουν!
Αντάρτες της πορδής που, πορφανώς, μόλις είχαν πιει τις μπύρες τους σε κάποιο μπαράκι και αποφάσισαν να κάνουν την επαναστατική πράξη της ημέρας, σαν… κακά προσκοπάκια.
Και μετά να πάνε για ύπνο με ήσυχη τη συνείδησή τους ότι χτύπησαν το σύστημα στην καρδιά του.

Γιατί δεν πάνε μέχρι τη μαρίνα της Ζέας, να βάλουν βόμβα και να βυθίσουν κανένα από τα κότερα που είναι εκεί; Κανένα από εκείνα που οι ιδιοκτήτες τους τα απόκτησαν με μαύρο χρήμα και τώρα τα νοικιάζουν «δήθεν» κάθε καλοκαίρι στις μάνες και τις αδελφές τους, προκειμένου να μην πληρώνουν φόρους και να έχουν ατέλεια στα καύσιμα.

Όχι όμως! Οι «αντάρτες των πόλεων» βαριούνται να πάνε μέχρι τη Γλυφάδα ή το Κεφαλάρι και χτυπούν το σύστημα στη Στουρνάρη, εξάλλου ο συμβολισμός της ενέργειας έχει γι’ αυτούς σημασία.

Το ίδιο όμως και για εμάς. Γι’ αυτό και δεν μας πείθουν ότι είναι αυτά που λένε –άσε που δεν ξέρουν τι λένε. Και γι’ αυτό νευριάζουμε πιο πολύ με τους άλλους, τους σοβαρούς, που τους χαϊδεύουν τα αφτιά και τους δίνουν αξία.

Μη τους χάσουν από πελάτες!
«Διατηρούμε την εσώτερη μιζέρια μας
με επαναστατική φρασεολογία»!
Ν. Άσιμος



Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

141215 ΕΠΙΝΙΚΕΙΟ

Το ένα πουλάκι:
Η πρώτη ανακοίνωση του νεαρού αναρχικού Νίκου Ρωμανού.

Διαβάζω:
«Μετά από 31 μέρες σκληρού και ανυποχώρητου αγώνα σταματάω την απεργία πείνας έχοντας σημειώσει μια σημαντική νίκη.
Η τροπολογία που ψηφίστηκε στην Βουλή με μοναδικό αποδέκτη εμένα, είχε μεγάλες διαφορές από τις αρχικές εξαγγελίες του υπουργού Δικαιοσύνης κάνοντας εν τέλει αποδεκτή την απαίτησή μου ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται να “φοράω βραχιολάκι”.

[…] ο κόσμος του αγώνα και η Μαχητική Αναρχία είναι αδιαμφισβήτητη ηθικά, πολιτικά και πρακτικά οι μεγάλοι νικητές.
Ο πολύμορφος επαναστατικός αγώνας και εμείς, ως πολιτικοί κρατούμενοι, βγαίνουμε πιο δυνατοί από αυτή τη μάχη.

Υψώνω τη γροθιά μου στέλνοντας τους πιο θερμούς χαιρετισμούς και την απεριόριστη αγάπη μου σε όλους εκείνους τους συντρόφους που στάθηκαν δίπλα μου ΜΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΣΑ.
Αλληλεγγύη στους πολιτικούς κρατούμενους.
Ζήτω η Αναρχία».

Ας συνεχίσουμε για λίγο την κουβέντα που είχαμε την Παρασκευή, με δεδομένη και αυτή την ανακοίνωση.
Τι βλέπουμε εδώ; Το πρώτο που βλέπουμε είναι πως στο «μεγάλο θέμα των ημερών» δεν συγκρούστηκαν το σκληρό και ανάλγητο κράτος από τη μια και η επιθυμία -το δικαίωμα- ενός νέου ανθρώπου για μόρφωση από την άλλη.

Αυτό δεν το διαπιστώνουμε εμείς, το λέει ο ίδιος ο Ρωμανός, ο οποίος θεωρεί πως νικητής, άρα και ο ένας από τους αντιμαχόμενους, ήταν «ο κόσμος του αγώνα και η Μαχητική Αναρχία» με κεφαλαία παρακαλώ, για να μην γίνει καμιά παρεξήγηση.
Και για μεν τον κόσμο του αγώνα δεν μπορούμε να πούμε τίποτε, αφού αυτός, στην ελληνική κοινωνία, είναι δικαιωμένος εξ ορισμού. Όποιος αγωνίζεται έχει δίκιο!

Ο κόσμος όμως της Μαχητικής Αναρχίας (με κεφαλαία, μη του το χαλάσουμε) δεν αγωνίζεται απλώς για την επιβολή των ιδεών του, αλλά αγωνίζεται ΜΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΣΑ (εδώ τα κεφαλαία κάτι επιπλέον τονίζουν) όπως γράφει ο Ρωμανός. Για όσους δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει αυτό, ας ξαναδούν τις εικόνες από τα τελευταία, δηλαδή τα πρόσφατα, επεισόδια.

Και μετά ας ρωτήσουν τους συγγενείς των θυμάτων τα οποία θεωρήθηκαν είτε στόχοι, εκπρόσωποι της μισητής κοινωνίας, είτε παράπλευρες απώλειες που πνίγηκαν στο μεγάλο ποτάμι του λαϊκού ξεσηκωμού.

Το άλλο πουλάκι:
Ας έρθουμε όμως σε μια αντίφαση.

Τελικά ποιος νίκησε στη συγκεκριμένη διαμάχη; Το κακό κράτος ή η μαχητική αναρχία;
Ας ξαναβάλουμε τα στρατιωτάκια στις αρχικές τους θέσεις. Ένας δεδηλωμένος αναρχικός, όχι απλώς αρνητής αλλά ορκισμένος εχθρός του κράτους, ξεκινάει έναν αγώνα εναντίον του, ζητώντας να καταλυθούν κάποιες αρχές που αυτό έχει θεσπίσει.

Τι πετυχαίνει με τον αγώνα του; Πετυχαίνει να βγει πιο ισχυρό το κράτος!
Προσέξτε, το ότι έγινε πιο ευαίσθητο και πιο ανθρώπινο απέναντι στους έγκλειστούς, του, πράγμα που θα θέλαμε και πολλοί από εμάς, δεν σημαίνει ότι καταλύθηκε. Για έναν αναρχικό αυτό δεν πρέπει να σημαίνει τίποτε απολύτως. Για την αναρχία δεν υπάρχει καλό και κακό κράτος.

Όπως δεν υπάρχουν καλά και κακά κόμματα!
Εδώ όμως είδαμε και το άλλο. Ο αγώνας του Ρωμανού κατάφερε, για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, να κάνει τα κόμματα να καθίσουν και να συζητήσουν, συμφωνώντας τελικά πάνω σε ένα ζήτημα.
Είναι αυτό νίκη της μαχόμενης αναρχίας;

Ξέρετε πότε θα μπορούσε να θεωρηθεί νίκη; Όταν ο στόχος του θα ήταν να καταδείξει πως το κράτος έχει την «εξυπνάδα» να δείχνει πως υποχωρεί, ενσωματώνοντας στο σύστημά του ανώδυνες αλλαγές, χωρίς να αλλάζει στην ουσία του, ή να χάνει μέρος της εξουσίας που ασκεί στους πολίτες.

Θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί νίκη, αν στόχος ήταν να καταδειχθεί ο ρόλος των κομμάτων στο πολιτικό σύστημα. Ότι δηλαδή αυτά αποτελούν κύριο συστατικό του και πως οι όποιες διαφωνίες τους είναι επίπλαστες, πράγμα που φαίνεται όταν υποχρεώνονται να τα βρουν μόλις δουν ότι ο κόσμος τους κινδυνεύει.

Ο αγώνας αυτός θα θεωρούνταν νικηφόρος και αν είχε ως στόχο να ξεσκεπάσει στην κοινωνία και τους πολίτες τον ρόλο των ΜΜΕ. Δυστυχώς, ούτε αυτό το κατάφερε, αφού στα ΜΜΕ βρήκε έναν (ανέλπιστο;) σύμμαχο, γεγονός που βοήθησε πολύ τις δυο εξελίξεις που σημειώσαμε πριν.

Τι έχουμε, λοιπόν, εδώ; Έχουμε έναν αγώνα που χτυπάει, υποτίθεται, το κράτος και το σύστημα και στο τέλος καταφέρνει να αποδείξει πως αυτά έχουν το πάνω χέρι, πως δεν μπορούν να νικηθούν με ατομικές ενέργειες, όσο ηρωικές και γενναίες (όπως του Ρωμανού - σοβαρολογώ) κι αν είναι αυτές.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
«Ανίερες συμμαχίες»!

Το παράδοξο όμως στην υπόθεση είναι και άλλο. Με αφορμή τον αγώνα του Νίκου Ρωμανού και της Μαχητικής Αναρχίας είδαμε και ένα άλλο φαινόμενο που, λογικά, δεν στέκει. Είδαμε την Αριστερά να αγκαλιάζει όχι μόνο τα αιτήματα, αλλά και τον τρόπο δράσης της Αναρχίας. Και η δεύτερη να το αποδέχεται αδιαμαρτύρητα.

Αυτό, μόνο στο πλαίσιο της γενικής σύγχυσης που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία, μπορεί να γίνει αποδεκτό. Κανονικά είναι αδιανόητο. Εδώ όμως στη χώρα του «δήθεν», θεωρείται απολύτως, φυσιολογικό.
Η δήθεν Αριστερά αποδέχεται, για να μην πω καλοβλέπει την… «καλή βία», κλείνοντας το μάτι στους μπαχαλάκηδες.
Και αυτοί, οι δήθεν Αναρχικοί, εκμεταλλεύονται κάθε κινητοποίηση των κομματικών συνδικάτων, προκειμένου να εκδικηθούν το κράτος, σπάζοντας περίπτερα και αυτοκίνητα.

Τελικά, για να αποτιμήσουμε τον αγώνα του Ρωμανού, θα πρέπει ίσως να σκεφτούμε πως, σε έξι χρόνια λιτότητας και τέσσερα μνημονίων, το μόνο πράγμα στο οποίο συμφώνησαν τα κόμματα ήταν το «βραχιολάκι» του.
Ίσως και… οι βουλευτικές αποζημιώσεις.
Ο αγώνας τώρα… αναμεταδίδεται.
Ζωντανά, που λέμε!



Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

141212 ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Είμαστε έτοιμοι!

Όχι εμείς, τα πουλάκια, εμείς είμαστε έτοιμοι από καιρό, σκέτο, χωρίς «σαν». Ως κοινωνία θέλω να πω, είμαστε, πλέον, έτοιμοι να βαδίσουμε μπροστά, σε νέα περιπέτειες.

Γιατί όμως «πλέον»;
Διότι λύσαμε όλα τα μεγάλα θέματα, όπως τη φοίτηση του Ρωμανού με «βραχιόλι» και την εύρεση υποψηφίου για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Θα σας βάλω ένα τεστ, έτσι, για να δω πόσο σαΐνια είστε – πράγμα για το οποίο δεν αμφιβάλλω καθόλου.
Θα σας δώσω δυο κείμενα, χωρίς να πω από πού τα πήρα. Αυτό θα το αποκαλύψω στο τέλος. Εσείς θα προσπαθήσετε όμως να βρείτε μόνοι σας ποιος από τους δυο «συντάκτες» έγραψε το καθένα.

Ξεκινώ με το πρώτο (απόσπασμα):
«Η νίκη του Νίκου Ρωμανού και του τεράστιου κινήματος αλληλεγγύης στον αγώνα του, εντός κι εκτός Ελλάδος, είναι μια νίκη απέναντι στον κρατικό αυταρχισμό, είναι μια νίκη απέναντι στο δόγμα “νόμος και Τάξη” που η κυβέρνηση θέλει να επιβάλλει, είναι μια νίκη όσων δεν αντέχουν πια να ζουν στον φόβο, στην τρομοκρατία, όσων έχουν βαρεθεί το σκοτάδι.

Δεν έχουμε καμία αυταπάτη ότι ο αγώνας σταματάει εδώ κι ότι δεν έχουμε πολύ δρόμο ακόμη να διανύσουμε, ώστε να μη χρειάζεται κανενός η ζωή να φτάνει στην τελευταία ανάσα για τη διεκδίκηση των πιο θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ξέρουμε όμως πια, ότι με όπλο την αντίσταση και την αλληλεγγύη μας, μπορούμε να νικάμε ότι καμιά κυβέρνηση –όσο ανάλγητη, όσο απάνθρωπη κι όσο αυταρχική- δεν μπορεί να νικήσει τον αγώνα για ζωή και αξιοπρέπεια».

Αυτό έχει ημερομηνία 10-12-2014. Ακούστε τώρα το δεύτερο κείμενο που είχε γραφεί μία εβδομάδα πριν (απόσπασμα, επίσης):

«Ο Νίκος Ρωμανός αποφασίζει να εγκαταλείψει την οικογενειακή άνεση και βγαίνει στην παρανομία με μια καραμπίνα στρεφόμενος εναντίον ενός κράτους το οποίο θεωρεί διεφθαρμένο και αντίθετο προς τη δική του αξιακή κοσμοθέαση. Συλλαμβάνεται, όμως από την πρώτη στιγμή κράτα περήφανη στάση απέναντι στους κρατικούς διώκτες του  και, προφυλακιζόμενος, δηλώνει εμμονή στις αξιακές του απόψεις.

Δεν πατρονάρεται από κόμμα, όμως είναι εμφανής η λαϊκή συμπάθεια που απολαμβάνει ως εξεγερμένη προσωπικότητα. Παρά τον διωγμό του, δίνει εξετάσεις και κατακτά τη διάκριση εισαγωγής σε μια σχολή. Αρνείται την πρόσκληση να παραλάβει ένα βραβείο, όμως δεν αρνείται να παρακολουθήσει τα μαθήματα κάτι που το ανήθικο κράτος του το απαγορεύει εκδικητικά, κατά παράβαση των νόμων του, που προβλέπουν ανάλογη δυνατότητα».

Το άλλο πουλάκι:
Το ενδιαφέρον είναι παρακάτω!

Όπου αυτό το δεύτερο κείμενο κάνει μια σύγκριση ανάμεσα στην αλληλεγγύη που έδειξαν οι σύντροφοι του Ρωμανού με την στάση των φίλων και των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής στα φυλακισμένα μέλη της. Διαβάζω το σχετικό απόσπασμα:

«Με εξαίρεση την πρώτη μέρα της σύλληψής τους, που μαζεύτηκαν έξω από την Ασφάλεια περίπου 200 (!) άτομα, δεν φάνηκε κανένα δείγμα συμπαράστασης προς τα πρόσωπά τους από τις 500.000 οπαδών τους που τους ψήφισαν. Καμιά αφίσα και καμιά μαζική εκδήλωση αλληλεγγύης προς τους ίδιους και το κόμμα τους από κανέναν! Η συντροφικότητα στην ακροδεξιά ήταν πάντα άγνωστη λέξη.

Συγκρίνοντας τις δύο περιπτώσεις καθένας εξάγει τα δικά του συμπεράσματα. Ο νεαρός αντιεξουσιαστής, μόνος και ακομμάτιστος, Νίκος Ρωμανός, αρνούμενος ακόμη και το φαγητό “φτύνοντας” το ανήθικο κράτος και τιμώντας τις Αρχές του, ενώ οι ώριμοι κομματισμένοι και “βουτηγμένοι” στο δημόσιο χρήμα χρυσαυγίτες συμβιβάζονται ΚΑΙ μέσα στη φυλακή».

Πώς σας φάνηκαν; Είμαι βέβαιος ότι καταλάβατε ήδη από πού προέρχονται. Το ένα κείμενο είναι από την ΑΥΓΗ και το υπογράφει η νεολαία ΣΥΡΙΖΑ. Εύκολο να το βρεις.
Το άλλο είναι κάπως πιο… σκοτεινό. Είναι αναρτημένο σε μια ιστοσελίδα που λέγεται «ΜΑΥΡΟΣ ΚΡΙΝΟΣ. Λύκοι ανάμεσα στα πρόβατα της αστικής δημοκρατίας» και το υπογράφει ο γνωστός (σε όσους τον… γνωρίζουν) Αριστοτέλης Καλέντζης.

Δείτε πώς τελειώνει αυτό το άλλο κείμενο:
«Εμείς οι Έλληνες Εθνικοσοσιαλιστές, εμμένοντας στην αριστοκρατική θεώρησή μας, δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε στον αντιεξουσιαστή Νίκο Ρωμανό την ιδιότητα εναντίον ενός κοινού εχθρού, του σημερινού διεφθαρμένου κοινοβουλευτικού συστήματος και του απορρέοντος κράτους του».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχει και ένα τρίτο κείμενο.

Έχει τίτλο «με το βραχιόλι στον δάσκαλο», και είναι γραμμένο από τον Πάσχο Μανδραβέλη στην Καθημερινή, ακόμη από τις 2 Δεκεμβρίου, πριν από τα συλλαλητήρια και τα επεισόδια -έχει σημασία.
Διαβάζω ένα απόσπασμα:
«Οι σπουδές του κ. Νίκου Ρωμανού δεν είναι το θέμα. Ο ίδιος, εξάλλου, σε κείμενο που δημοσιοποίησε όταν ξεκίνησε την απεργία πείνας, δεν έδειξε καθόλου φιλομαθής. Αντιθέτως έγραψε ότι “απευθύνω έναν πολιτικό εκβιασμό ώστε να κερδίσω ανάσα ελευθερίας από την ισοπεδωτική συνθήκη του εγκλεισμού… με αυτή μου την επιλογή… δίνεται η δυνατότητα να ανοίξει ένα μέτωπο αγώνα σε μια χρονική συγκυρία ιδιαίτερα κρίσιμη για όλους μας”.

Βεβαίως –λέει ο αρθρογράφος- μια Δημοκρατία πρέπει να είναι ανεκτική και να δίνει σε όλους τους φυλακισμένους “ανάσες ελευθερίας” και όχι μόνο στον κ. Ρωμανό, ο οποίος να σημειώσουμε εδώ, κάνει “πολιτικό” αγώνα μόνο για πάρτη του. Αλλά, από την άλλη, μια Δημοκρατία, εκτός από ανεκτική πρέπει και να φροντίζει την ασφάλεια και των υπολοίπων, όπως και την τήρηση των νόμων που η πλειοψηφία αποφασίζει».

Για να καταλήξει: «Αν δεν μπορούν να γίνουν μαθήματα εξ αποστάσεως, εκείνα τα “ηλεκτρονικά βραχιόλια” για επιτήρηση των κρατουμένων εκτός φυλακής θα ήταν μια λύση».

Τελικά μια τέτοια λύση βρέθηκε και ευτυχώς όχι αποκλειστικά για τον απεργό πείνας. Έπρεπε όμως να κινδυνεύσει επιπλέον η υγεία του Ρωμανού και, φυσικά, να καεί η μισή Ελλάδα, από την πολλή… αλληλεγγύη.

Κατόπιν «εορτής»!