ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

170218 ΑΘΛΗΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Καλή Σαρακοστή, αδέλφια!

Με την Καθαρή Δευτέρα που… γιορτάσαμε χθες, αφήσαμε πίσω μας το ασφαλές λιμάνι της Αποκριάς και αρχίσαμε να ξανοιγόμαστε στο «πέλαγος της νηστείας», όπως το αποκαλεί η Εκκλησία μας.

Δεν μιλώ για όλους εμάς, για εκείνους που εξακολουθούν να μετέχουν στο άθλημα της νηστείας τα λέω. Διότι, εμείς οι υπόλοιποι έχουμε βρει έναν πολύ βολικό τρόπο να είμαστε με το ένα πόδι μέσα στην «παράδοση» και το άλλο έξω από αυτήν.

Διαλέγουμε και παίρνουμε… α λα καρτ! Ό,τι μας εξυπηρετεί και ό,τι μας βολεύει το κρατάμε. Τα υπόλοιπα τα αφήνουμε για τους άλλους. Οι οποίοι όμως όχι μόνον κάνουν τη δύσκολη δουλειά, αλλά μας εξυπηρετούν κιόλας.

Διότι, χωρίς εκείνους η «παράδοση» θα είχε χαθεί και έτσι θα χάναμε κι εμείς οι καλοπερασάκηδες όλα τα καλά που παίρνουμε από αυτήν, δηλαδή τις αργίες, τη διασκέδαση, το καλό φαγητό, άντε και μερικά περάσματα από την εκκλησία κάποιες «ρομαντικές βραδιές».

Τι εννοώ; Ας πάρουμε για παράδειγμα την Τσικνοπέμπτη. Ξέρετε κανέναν που να μην την τίμησε, να μην μετείχε στο «έθιμο» του τσικνίσματος; Τι είναι όμως η Τσικνοπέμπτη; Δεν είναι μια ημέρα που βρέθηκε εκεί επειδή έτσι έτυχε.

Είναι ενταγμένη μέσα στο Ορθόδοξο Πασχάλιο, δηλαδή το εορτολόγιο όλων εκείνων των κινητών εορτών που εξαρτώνται από το Πάσχα. Όλων! Συμπεριλαμβανομένων και των ημερών νηστείας που ακολουθούν την Τσικνοπέμπτη.  

Η οποία υπάρχει επειδή υπάρχει ΚΑΙ η Αποκριά, ΚΑΙ η εβδομάδα της Τυρινής, ΚΑΙ η Καθαροδευτέρα, ΚΑΙ η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Εμείς όμως, από όλα τα παραπάνω επιλέγουμε να… τιμήσουμε και να γιορτάσουμε μόνο την Τσικνοπέμπτη.

Άντε και την Καθαρά Δευτέρα, κρατώντας όμως από αυτή και πάλι μόνον εκείνα που μας βολεύουν. Το πέταγμα του χαρταετού, τους χορούς και τα τραγούδια, και, φυσικά, την… ανάμνηση νηστείας, διότι νηστεία δεν κάνουμε.

Απλώς, αντί να πλακωθούμε στα κοψίδια, πλακωνόμαστε στα «νηστίσιμα» θαλασσινά, τις σουπιές, τα καλαμάρια και τα χταπόδια, εννοείται με τη συνοδεία μπόλικου τσίπουρου ή κρασιού (για μπύρες είναι λίγο νωρίς ακόμα).

Το άλλο πουλάκι:
Η Καθαρά Δευτέρα όμως είναι νηστεία!

Και μάλιστα αυστηρή! Υποτίθεται ότι δεν τρώμε ούτε λάδι, μόνο λαγάνα (άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται εκείνη τη μέρα), ελιές, χαλβάδες, ταχίνι. Για πιοτό, ούτε λόγος. Αφήστε που παλαιότερα κάποιες γυναίκες «Θεοδώριζαν».

Δηλαδή έκαναν κατά τις τρεις πρώτες ημέρες της Σαρακοστής πολύ αυστηρή νηστεία, πίνοντας μόνο νερό! Παράδοση που ήρθε από τον Πόντο αυτή και δεν έχει μείνει σχεδόν ούτε σαν ανάμνηση.

Εμείς όμως, είπαμε: Τα καλά και συμφέροντα! Για μας «παράδοση» είναι ό,τι μας βολεύει. Αφήστε που έχουμε φτάσει και στο άλλο άκρο. Έχουμε και κάποιους… αντιδραστικούς, που κρατούν τις παραδόσεις από την ανάποδη.

Τρώνε χορταρικά την Τσικνοπέμπτη, -καταγγέλλοντας μάλιστα τους κρεατοφάγους για… θηριωδία- αλλά το ρίχνουν στα σουβλάκια την Μεγάλη Παρασκευή, για να δείξουν ότι αυτοί «δεν είναι θύματα του Χριστιανισμού και των παραδόσεών του».

Βλάκες με (αρχαιοπρεπή) περικεφαλαία!
Ας τους αφήσουμε όμως αυτούς και ας ξαναγυρίσουμε στην δική μας α λα καρτ τήρηση των παραδόσεων. Υπάρχουν σημαντικοί λόγοι που την δικαιολογούν, λόγοι που τους συναντάμε στην ίδια την Εκκλησία.

Πρώτα πρώτα έχουμε τον περίφημο Κατηχητικό Λόγο του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, ο οποίος καλεί «νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες» να ευφρανθούν. Αυτό είναι κάτι που έχει εμπεδωθεί πολύ καλά στη συνείδησή μας.

«Φιλότιμος γάρ ν Δεσπότης, δέχεται τόν σχατον καθάπερ καί τόν πρτον˙ ναπαύει τόν τς νδεκάτης, ς τόν ργασάμενον πό τς πρώτης˙ καί τόν στερον λεε καί τόν πρτον θεραπεύει˙ κακείνω δίδωσι καί τούτω χαρίζεται˙ καί τά ργα δέχεται καί τήν γνώμην σπάζεται˙ καί τήν πρξιν τιμ καί τήν πρόθεσιν παινε». 

Όταν μπορείς να πας και την τελευταία στιγμή, γιατί να τρέξεις από την πρώτη; Όταν η αμοιβή που ο άλλος θα κερδίσει εσένα θα σου χαριστεί, γιατί να εργαστείς όπως κι εκείνος; Όταν, εκτός από την πράξη, επαινείται και η πρόθεση, γιατί να μην αρκεστείς σ’ αυτήν;

Πέρα από το αστείο, φίλοι μου, εκτός από τον Λόγο αυτόν, ξέρουμε ότι η νηστεία είναι μια «άθληση», μια προπόνηση θα λέγαμε, για την γενικότερη εγκράτεια. Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχει σε όλους τους πολιτισμούς και σε όλες τις θρησκείες.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι είναι ο άνθρωπος, χωρίς την εγκράτεια;

Ένα αγρίμι είναι, που άγεται και φέρεται από τις ορμές και τα πάθη του. Όλη η προσπάθεια, λοιπόν, που ονομάζουμε πολιτισμό δεν είναι τίποτε άλλο από τον αγώνα του ανθρώπου να κατευνάσει το αγρίμι που κρύβει μέσα του.

Οι κοινωνικοί θεσμοί, η τέχνη, το σχολείο, ο αθλητισμός, η θρησκεία, όλα μαζί εργάζονται σ’ αυτή την κατεύθυνση. Και η νηστεία είναι μια πολύ καλή «άθληση» γι’ αυτό. Όπως όμως ξέρουμε, στον αθλητισμό δεν είμαστε όλοι το ίδιο ικανοί.

Υπάρχουν οι κάτοχοι των ρεκόρ, οι ολυμπιονίκες και οι παγκόσμιοι πρωταθλητές, αλλά υπάρχουν και οι ερασιτέχνες, ακόμη κι εκείνοι που αθλούμαστε κάνοντας μια απογευματινή βόλτα με τα πόδια ή το ποδήλατο.

Ε, κάπως έτσι είναι και η «αντοχή» μας στη νηστεία. Υπάρχουν κάτι γιαγιάδες που είναι… «Γιουσέιν Μπολτ» -όπως έλεγε ένας δάσκαλος στους μαθητές του- και υπάρχουμε και εμείς οι άλλοι που είμαστε αθλητές του σαββατοκύριακου.

Δεν πειράζει. Αρκεί να σηκωνόμαστε από τον καναπέ. Αρκεί «να έχουμε κι εμείς τον νου μας». Αρκεί να μετέχουμε του… συμποσίου της πίστεως. Έστω και α λα καρτ!
 Έκαστος κατά το μέτρον αυτού…

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

170224 ΑΛΜΥΡΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ρε, τι μαθαίνει κανείς!

Κατ’ αρχάς, να το ξεκαθαρίσω. Δεν είμαι της άποψης που λέει «ό,τι μαθαίνεις κέρδος είναι». Ειδικά στις μέρες μας, υπάρχει ο κίνδυνος να μαθαίνεις έναν ωκεανό από ανοησίες, χωρίς τελικά να κερδίζεις τίποτε.

Μια μικρή περιήγηση στο διαδίκτυο να κάνεις, ή απλώς να μπεις σε κάποιο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και μπορείς να περάσεις ατέλειωτες ώρες «μαθαίνοντας» πράγματα χωρίς καμιά απολύτως χρησιμότητα.

Μια στάση εδώ, που λέει και ο Μητροπάνος:
Όπως ίσως (δεν) θα έχετε αντιληφθεί, από τη νέα χρονιά, εμείς, τα «τρία πουλάκια», βρισκόμαστε, μ’ αυτό ακριβώς το όνομα, και στο περίφημο φέισμπουκ.

Ζώντας, λοιπόν, κι εκεί, στο παράλληλο σύμπαν όπου η «φιλία» είναι είδος εν αφθονία, βλέπουμε πρόσωπα και πράγματα που δεν τα βάζει ο νους σου. Βλέπουμε, ας πούμε ανθρώπους που ενώ αποφεύγουν την «πολλή συνάφεια του κόσμου», να διάγουν, εκεί στο φέισμπουκ, έναν κοινωνικότατο βίο.

Βλέπουμε άλλους να αναρτούν ασταμάτητα, ότι περνάει από… το χέρι τους, γεμίζοντας τον «τοίχο» είτε, ας πούμε, με πασίγνωστα και χιλιοειπωμένα τραγούδια, είτε με βιντεάκια που δεν έχουν να πουν απολύτως τίποτε.

Αφήνω πάλι την κατηγορία που θα την ονόμαζε κάποιος «φιλοζωική», αν δεν επρόκειτο για ένα νέο είδους «τσίρκο», από αυτά που υποτίθεται ότι οι φιλόζωοι εχθρεύονται. Βίντεο με ζώα που κάνουν ό,τι μπορείς να φανταστείς, κυρίως όμως που παρουσιάζονται με… ανθρώπινες ιδιότητες, όπως η στοργικότητα, η αφέλεια, η πονηριά, η κακία…

Τέλος -αστειεύομαι, οι κατηγορίες δεν τελειώνουν ποτέ- υπάρχει η πολυπληθείς εκείνη κατηγορία χρηστών, για τους οποίους το φέισμπουκ δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας χώρος προβολής του ναρκισσισμού τους.

Παρατράβηξε όμως η στάση μας, ώρα να ξαναγυρίσουμε στο θέμα τής γνώσης που αποκτά κανείς και που -είπαμε, μερικές μόνο φορές- μπορεί να είναι χρήσιμη. Εμείς, λοιπόν, μόλις μάθαμε κάτι που θέλουμε να το μοιραστούμε μαζί σας.

Πρόκειται για τις πολύτιμες ιδιότητες που έχει το αλάτι και για το πόσο θεραπευτική μπορεί να είναι για τον οργανισμό η συχνή «επαφή» μαζί του, ή η έκθεσή μας σ’ αυτό. Διότι εμείς, μέχρι σήμερα, ξέραμε την πάγια ιατρική συμβουλή που έλεγε «το (πολύ) αλάτι βλάπτει». 

Το άλλο πουλάκι:
Μην το φάτε, πλυθείτε!

Παραφράζω το σλόγκαν γνωστής διαφήμισης, για να τονίσω πως οι θεραπευτικές ιδιότητες του αλατιού προκύπτουν όχι αν το δούμε σαν φαγώσιμο, αλλά σαν… καλλυντικό για το πρόσωπο και το σώμα.

Για να καταλάβετε καλύτερα τι εννοώ, θα σας πω ότι μια νέα (τουλάχιστον για εμάς που τη γνωρίσαμε τώρα) μόδα είναι η «αλατοθεραπεία». Φυσικά, όπως όλες οι νέες θεραπείες, πρόκειται για «μια πανάρχαια μέθοδο».

Την οποία, φυσικά και πάλι, χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και συγκεκριμένα ο Ιπποκράτης, επομένως δεν μπορεί παρά να είναι σοβαρή και αξιόπιστη. Περί τίνος όμως ακριβώς πρόκειται;

Να, παίρνεις το (ορυκτό) αλάτι σε ακατέργαστη μορφή και κάνεις με αυτό από «σαπούνια» και πλάκες κουζίνας, μέχρι φωτιστικά, αναπνευστήρες, κυρίως όμως… σπήλαια! Μάλιστα, σπήλαια από αλάτι, μέσα στα οποία αποκαθίσταται η υγεία και η ψυχική ισορροπία του ανθρώπου. 

Αντιγράφω από σχετική καταχώριση: «Ο αέρας που κυκλοφορεί στο σπήλαιο άλατος είναι εμπλουτισμένος με ιχνοστοιχεία και ιόντα που απορροφώνται από το σώμα και οδηγούν σε χαλάρωση, αναζωογόνηση και ισορροπία του οργανισμού».

Για ποιες περιπτώσεις ενδείκνυται μια αλατοθεραπεία; «Σύμφωνα με πολλές έρευνες και μελέτες (σημ. δική μας: όταν το ακούτε αυτό να είστε πολύ επιφυλακτικοί) το μικροκλίμα των αλατοσπηλαίων έχει ευεργετική αξία σε πολλές περιπτώσεις.

Σε εγκυμονούσες γυναίκες και σε διάφορες διαταραχές του ανθρώπινου οργανισμού όπως αναπνευστικές λοιμώξεις, καρδιαγγειακά νοσήματα αλλά και πολλά άλλα». Γενικά συστήνεται ως «εναλλακτική μέθοδος θεραπείας για πλήθος παθήσεων και πρόληψη».

Από ποιους… συστήνεται; Μα, φυσικά από εκείνους που πουλάνε τα σχετικά προϊόντα ή/και τις υπηρεσίες των αλατοσπηλαίων. Οι οποίες χρεώνονται στο ευτελές ποσό των 15 ευρώ το 45λεπτο. Ενημερωτικά, «για μια πλήρη αναζωογόνηση του οργανισμού, είναι απαραίτητος ένας κύκλος δέκα συνεδριών». Πολλαπλασιασμό ξέρετε.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχουν και αντίθετες απόψεις!

Όχι από επιστημονική άποψη, μην ανησυχείτε. Οι απόψεις που συνιστούν να αποφεύγουμε την αλατοθεραπεία έχουν… θεολογική βάση! Μάλιστα, κι ας μιλάει το Ευαγγέλιο για το άλας της γης (και το φως του κόσμου), όπως χαρακτήρισε ο Ιησούς τους μαθητές του, δηλαδή όλους εμάς.

«Η αλατοθεραπεία ανήκει στις εναλλακτικές “θεραπείες”, οι οποίες στερούνται επιστημονικής τεκμηρίωσης και έχουν χαρακτηρισθεί ασυμβίβαστες με την Ορθόδοξη πίστη και ζωή, σε Πανορθόδοξες Συνδιασκέψεις για θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας. Όταν ομιλούμε περί αλατοθεραπείας φυσικά δεν εννοούμε την απλή χρήση ενός ευλογημένου προϊόντος που έδωσε ο Θεός».

Αυτά τονίζει σε ενημερωτικό φυλλάδιο η Μητρόπολη Γλυφάδας, φαντάζομαι ως πλέον ενδιαφερόμενη, αφού εκεί βρίσκεται ένα γνωστό αλατοσπήλαιο. Συνδέει μάλιστα τη συγκεκριμένη «θεραπεία» με όλες αυτές τις ανατολικής προέλευσης προσεγγίσεις:

«Η αλατοθεραπεία προωθείται και στην Ελλάδα μέσω αποκρυφιστικών φεστιβάλ, ιστοσελίδων και εντύπων και μάλιστα προτείνεται και ως μέθοδος “καθαρισμού των [υποτιθέμενων] τσάκρας”, αφού βασική αποκρυφιστική πεποίθηση είναι, ότι “το αλάτι εξαγνίζει το φυσικό και αιθερικό σώμα”». 

Τέλος καλεί τους χριστιανούς που επιθυμούν να διατηρήσουν την ορθόδοξη χριστιανική τους ιδιότητα «να είναι προσεκτικοί, να μην καταφεύγουν σε εναλλακτικές “θεραπείες” ή αποκρυφιστικές πρακτικές και να μην ειδωλοποιούν προϊόντα, μεθόδους και χώρους».

Εμείς τι άλλο να σας πούμε;
Ο Θεός κι η ψυχή σας!

Αλμυρό το αλάτι και οι θεραπείες του!

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

170223 ΜΟΥΣΕΙΑΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Γίναμε έκθεση!

Η φράση δεν λέει τίποτε, σε αντίθεση με την περισσότερο κοινή «γίναμε τσίρκο». Αυτή μάλιστα, αυτή περιγράφει την κατάστασή μας, αφού είναι γνωστό ότι, εδώ και χρόνια, αποτελούμε αξιοπερίεργο φαινόμενο για τον υπόλοιπο κόσμο.

Μπορεί κάποιοι να καμαρώνουν γι’ αυτή την «ελληνική ιδιαιτερότητα», όμως η αλήθεια είναι πως οι άλλοι, αν μας θεωρούν κάτι αξιοπρόσεκτο, μας βλέπουν περισσότερο σαν την… ασώματο κεφαλή. Ή σαν τον άντρα που τρώει φωτιές και καταπίνει σπαθιά.

Πόσο περήφανος μπορείς να είσαι για τέτοιες ξεπερασμένες ατραξιόν, ιδιαίτερα όταν ακόμη κι αυτή η τέχνη των αξιοπερίεργων παραστάσεων εντυπωσιασμού έχει ξεφύγει πολύ από τα δικά μας αραχνιασμένα πρότυπα, που παραπέμπουν περισσότερο στις «Σόου Μπίζνες» τού Αρκά;

Ξέρετε, με τον Χλέμπουρα, τον Βαγγέλη, τη Θέκλα, τον Γαβρίλη, τη Ρίτα και όλη την παρέα των αξιολάτρευτων πλασμάτων ενός περιφερόμενου θιάσου, που μόνο ο Αρκάς ξέρει να δημιουργεί για να σαρκάζει με την ελληνική πραγματικότητα.

Τώρα όμως ας ξεχάσουμε για λίγο το τσίρκο και ας σκεφτούμε πως γίναμε έκθεση. Όχι εμείς οι ίδιοι, αλλά όλα εκείνα που ζήσαμε, όσοι τα ζήσαμε, τη δεκαετία του ’80. Πριν όμως μιλήσουμε για την έκθεση αυτή, έχετε συνειδητοποιήσει τι σημαίνει το γεγονός για μας;

Για να καταλάβετε την αντιστοιχία, σκεφθείτε λίγο πώς αντιδρούσαν οι γονείς σας, όταν τους λέγατε ότι υπάρχει μια πολύ καλή έκθεση ή ένα μουσείο λαογραφίας, το οποίο τους προτείνατε να επισκεφθούν.

«Αυτά να τα δείτε εσείς που δεν τα ξέρετε. Εμείς μ’ αυτά ζήσαμε, μεγαλώσαμε μαζί τους, έτσι ήταν η καθημερινότητά μας…» Πόσο περίεργο μας φαινόταν τότε που τα χρηστικά αντικείμενα εκείνης της γενιάς αποτελούσαν εκθέματα μουσείων!

Να, τώρα, που ήρθε η σειρά μας. Τι ήταν η δεκαετία του ’80 για τους περισσότερους από εμάς; Ήταν χρόνια που τα ζήσαμε ως παιδιά, οι μικρότεροι, ως έφηβοι ή νέοι οι μεγαλύτεροι.

Μπορεί χρονικά να μην φαίνονται τόσο μακρινά, αν δούμε όμως από τη μια τις ιδέες και τις συνήθειες της εποχής εκείνης και από την άλλη τα αντικείμενα που χρησιμοποιούσαμε, θα μας φανεί ότι πέρασαν αιώνες. Σκεφθείτε μόνο το γουόκμαν με τις κασέτες, που ενέπνευσε και το ομώνυμο τραγούδι του Δήμου Μούτση.

Το άλλο πουλάκι:
Πίσω, λοιπόν, στη δεκαετία του ’80.

Εσάς τι είναι εκείνο που σας τη θυμίζει περισσότερο; Διότι, ο καθένας, όχι μόνο ανάλογα με την ηλικία του, αλλά και ανάλογα με τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά του, τα χρόνια εκείνα τα βίωσε με διαφορετικό τρόπο.

Αλλιώς κάποιος που είχε πάθος με την πολιτική και θα θυμάται τις μεγάλες πολιτικές συγκεντρώσεις και τις προεκλογικές ομιλίες, κι αλλιώς κάποιος που παρακολουθούσε το μπάσκετ και έζησε από κοντά τις ηρωικές στιγμές του.

Διαφορετικά μια πολιτικοποιημένη γυναίκα, η οποία πήρε «από μέσα» μέρος στο φεμινιστικό κίνημα που βρισκόταν στις δόξες του, και διαφορετικά κάποιος που δραστηριοποιήθηκε μέσα από το φιλειρηνικό ή το οικολογικό κίνημα της εποχής.

Εγώ, για παράδειγμα, δεν θα ξεχάσω τη μεγάλη άνθιση που γνώρισαν τα ρεμπετάδικα, μετά κυρίως την προβολή της επιτυχημένης σειράς του Φώτη Μεσθεναίου «το μινόρε της αυγής», από την τηλεόραση της ΕΡΤ.

Το ενδιαφέρον ήταν πως, στον τομέα αυτό, η Θεσσαλονίκη, αλλά και η Πάτρα, βρέθηκαν να πρωτοπορούν, ενώ η Αθήνα για άλλη μια φορά ακολούθησε λαχανιασμένη και μάλιστα με εξωτερική βοήθεια από την… Σκόπελο.

Οι φίλοι του είδους καταλαβαίνουν καλά τι εννοώ, ενώ για τους υπόλοιπους δεν έχει νόημα να αναφέρουμε ονόματα από στέκια και ανθρώπους, οι οποίοι έφεραν πολύ κόσμο, ιδιαίτερα φοιτητές και νεολαία, κοντά στο ρεμπέτικο.

Εκτός από τα ρεμπετάδικα, θυμάμαι εντονότατα τα χιλιάδες βίντεο κλαμπ. Εγώ τότε δεν είχα όχι βίντεο, αλλά ούτε τηλεόραση -ποιος καθόταν μέσα να βλέπει «το μινόρε της αυγής»;- και μου έκανε τρομερή εντύπωση που κάποιοι περνούσαν ώρες ολόκληρες ψάχνοντας… να δουν τι θα δουν!

Παιδιά της σκοτεινής αίθουσας εμείς, θεωρούσαμε το να βλέπεις ακόμη κι ένα καλό φιλμ στην τηλεόραση σαν να… «διαβάζεις μαρξισμό από κόμιξ», που έλεγε τότε και η 17 Νοέμβρη. Είχαμε όμως κι έναν φίλο που, κάθε μεσημέρι, δεν έπεφτε για ύπνο, αν πρώτα έβλεπε «έναν Σώτο», μια (βιντεο)ταινία του Σωτήρη Μουστάκα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Εγώ δεν θα ξεχάσω τους διορισμούς!

Παιδιά, τι κακό ήταν εκείνο; Ξαφνικά όλοι, μα όλοι, βρέθηκαν να έχουν γνωστούς και φίλους που τους διόριζαν στο δημόσιο, σε δήμους, σε ΔΕΚΟ, σε τράπεζες και όπου αλλού μπορούσε κάποιος να βρει δουλειά με μέσον.

Δουλειά είπα; Να βρει έναν (καλό) μισθό ήθελα να πω, διότι, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, υπήρχαν θέσεις χωρίς συγκεκριμένο αντικείμενο εργασίας, ή τοποθετούνταν τρεις και τέσσερις εκεί που χρειάζονταν μόνον ένας.

Οικογένειες ολόκληρες «βολεύονταν», συχνά με μοναδικό προσόν εκείνο του αφισοκολλητή, εκείνο του μέλους κάποιας κλαδικής, ή απλώς της γνωριμίας με ένα τέτοιο… στέλεχος. Άνθρωποι που αργότερα έβρισκαν το ΠαΣοΚ πολύ δεξιό για τα γούστα τους, ή που κατηγορούσαν τους πολιτικούς του για διαφθορά.

Άνθρωποι που μπήκαν με μέσον στο δημόσιο και έφτασαν να το διοικούν, μέσω του συνδικαλισμού, και να κουνούν το δάχτυλο όχι μόνο σε προϊσταμένους, αλλά και στους ίδιους τους υπουργούς, οι οποίοι κατάντησαν να τους φοβούνται περισσότερο κι απ’ τον Πρόεδρο.

Δεν ξέρω κατά πόσον όλα αυτά μπορούν να αποτυπωθούν σε μια έκθεση, όμως, έτσι κι αλλιώς, τη δεκαετία του ’80 -ως νοοτροπία τού βολέματος και ως αισθητική της βιντεοκασέτας- τη βλέπουμε ακόμη γύρω μας.
Δυστυχώς!
Μνήμες αποτυπωμένες σε μια έκθεση.

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2017

170222 ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Η φαντασία στην εξουσία!

Τι θυμήθηκα τώρα! Και να δείτε και πού με πήγαν οι συνειρμοί. Από το παλιό σύνθημα του Μάη του ’68, μέχρι το αγαπημένο τραγουδάκι που σκάρωσαν ο Στέλιος Βαμβακάρης με τον Κάτω Σεληνόπουλο, δηλαδή -να η φαντασία!- τον Πάνο Ηλιόπουλο, και ερμήνευσαν οι Ρομαντικοί Παραβάτες:

«Βάλ’ το παράθυρο στην πρίζα / κάλεσε το καλοριφέρ /
δώσ’ την μπουγάδα στην Εφορία / γραψ’ ένα σύνθημα στο ασανσέρ».
Πολύ θα ήθελα να κάνω κάτι απ’ όλα αυτά, ιδίως εκείνο με την Εφορία, όχι όμως το σύνθημα, είμαι κατά των συνθημάτων σε δημόσιους χώρους.

Η φαντασία στην εξουσία!
Προσοχή! Όχι εξουσία με φαντασία, γιατί τότε τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα. Όταν η εξουσία διαθέτει φαντασία και τη χρησιμοποιεί -για τι άλλο;- για την αυτοσυντήρησή της, τότε δεν πάμε καλά.

Αυτή τη λεπτή διαφοροποίηση δεν μπορούν να την αντιληφθούν όλοι και ιδού τα αποτελέσματα. Είναι αυτά που προκάλεσαν όλους τους προηγούμενους συνειρμούς. Πριν όμως σας τα αναφέρω ακριβώς θα σας ρωτήσω κάτι προσωπικό.

Όλοι γνωρίζουμε, από τα γυμνασιακά μας χρόνια, τους «φυσικούς αριθμούς», το σύνολο Ν. Το ξέρετε ότι υπάρχουν αριθμοί που φαίνονται πιο… φυσικοί από τους άλλους; Αν δεν το ξέρετε, ρίξτε μια ματιά στις τιμές των προϊόντων.

Εκεί, ας πούμε, πολύ σπάνια θα δείτε αριθμό να τελειώνει σε μηδέν (0), να είναι, όπως λέμε, «στρογγυλός». Μη σας πω ότι το ψηφίο που συναντάμε πιο συχνά στο τέλος ενός αριθμού είναι το εννέα (9)!

Δεν είναι τυχαίο ότι δυο αυτοκινητοβιομηχανίες, με εντελώς διαφορετική νοοτροπία, χρησιμοποιούν τέτοιου είδους διαφορές στην ονομασία των μοντέλων τους. Δεν θα σας πω ποιες για να μην θεωρηθεί ότι κάνω διαφήμιση (ΧΑ!) εσείς όμως θα καταλάβετε.

Η μία έχει για αριθμούς μοντέλων το 200, το 500, ή έστω το 230, παλαιότερα και το 280, ενώ η άλλη χρησιμοποιεί το 145, το 147 ή το 159! Είπαμε, διαφορετική φιλοσοφία, διαφορετικό το αγοραστικό κοινό στο οποίο απευθύνονται.

Στο σημείο αυτό, πριν περάσουμε στο κυρίως θέμα μας, καλό είναι να θυμηθούμε κι ένα ανέκδοτο, που έχει και μια πραγματική βάση, απ’ όσο τουλάχιστον γνωρίζω εγώ και κάτι φίλου μου, οι οποίοι θα μπορούσαν να πρωταγωνιστούν σ’ αυτό.

Το άλλο πουλάκι:
Άσε, θα το πω εγώ.

Μια μικρή, πολύ μικρή, παρέα πάει σε μια ψησταριά και, όταν έρχεται ο σερβιτόρος παραγγέλνει -εκτός όλων των άλλων, εννοείται- και… ενενήντα εννιά σουβλάκια.
«Να τα κάνω εκατό;» ρωτάει ο σερβιτόρος.

«Όχι, ρε φίλε, ποιος θα τα φάει εκατό σουβλάκια», του απαντούν εκείνοι και τον αφήνουν κάγκελο!
Πώς όμως έρχονται να συνδυαστούν όλα αυτά με τη φαντασία στην εξουσία;

Σας έχω και πάλι ένα ερώτημα. Αν εσείς επρόκειτο να δημιουργήσετε θέσεις στελεχών σε μια επιχείρηση, πόσες θα προτιμούσατε να είναι αυτές; Σαράντα εννιά, ή πενήντα; Ποιος αριθμός μοιάζει πιο… φυσιολογικός;

Μην προσπαθήσετε να αποφύγετε την απάντηση και μου πείτε «όσες ορίζει το οργανόγραμμα της επιχείρησης». Διότι το οργανόγραμμα κάποιος το φτιάχνει. Έτσι, η απάντηση στο ερώτημά μας είναι ότι ασφαλώς το σαράντα εννιά είναι (μοιάζει) πιο φυσιολογικό.

Ε, μετά από όλα αυτά, ελάτε εσείς να σχολιάσετε την είδηση πως «σαράντα εννέα επιπλέον προϊσταμένους αποκτά η νέα ΕΡΤ». Για να μην κατηγορηθούμε ότι διασπείρουμε ψευδείς ειδήσεις, σας λέμε ότι το θέμα το ψάξαμε.

Η «είδηση» δεν ισχύει έτσι ακριβώς όπως την αναπαρήγαγαν κάποια μέσα, διότι, σύμφωνα με την ίδια την ΕΡΤ, απλώς «ανανεώθηκε με διοικητικές πράξεις η θητεία των στελεχών της, χωρίς να αυξηθεί ο αριθμός, καθώς το οργανόγραμμα της εταιρείας δεν έχει τροποποιηθεί».

Έτσι εμείς, που όπως σας είπαμε το ψάξαμε, βρήκαμε στη σελίδα της ΕΡΤ το «πρακτικό αριθμ. 84, της 11-2-2016, του Διοικητικού Συμβουλίου», που συνεδρίασε με θέμα «Τροποποίηση Οργανογράμματος».

Εκεί διαβάζουμε ότι «Το Διοικητικό Συμβούλιο, διαπιστώνοντας την ανάγκη τροποποίησης της προηγούμενης απόφασής του με αρ. πρωτ. : 683/14.10.2015 και λαμβάνοντας υπόψη την εισήγηση του Διευθύνοντος Συμβούλου, αποφασίζει και εγκρίνει το επικαιροποιημένο σχέδιο του Οργανογράμματος, το οποίο θέτει σε εφαρμογή».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Εσείς τι καταλάβατε από όλο αυτό;

Η ουσία είναι μία. Αν μπει κανείς και δει το οργανόγραμμα της ΕΡΤ, πράγματι θα εντυπωσιαστεί από την φαντασία, τόσο στη δημιουργία θέσεων, όσο και στην ονομασία αυτών. Ο Διευθύνων Σύμβουλος (λέγε με Ταγματάρχη) έχει… από κάτω του έξι γενικές διευθύνσεις, είκοσι μία διευθύνσεις και τέσσερεις υποδιευθύνσεις.

Αυτές τώρα έχουν… από κάτω τους τον ουρανό με τα άστρα. Μόνο η Διεύθυνση Προγράμματος Τηλεόρασης έχει έξι τμήματα. Εσωτερικής Παραγωγής, Ελληνικού Προγράμματος, Ξένου Προγράμματος, Σύνθεσης και Ροής Προγράμματος, Προβολής (εννοείται Προγράμματος) και Γλωσσικής Υποστήριξης.

Η δε περίφημη Γενική Διεύθυνση ΕΡΤ3 έχει δεκατέσσερα ολόκληρα τμήματα, δηλαδή περισσότερα από τους… τηλεθεατές της! Όλα αυτά τα τμήματα έχουν προϊσταμένους. Με αντίστοιχες αμοιβές και προνόμια.

Έτσι, στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών έχουμε άλλον προϊστάμενο για τις διαφημίσεις και άλλον για τις… αμοιβαίες διαφημίσεις. Άλλον προϊστάμενο δαπανών και άλλον… δαπανών κίνησης, άλλον προϊστάμενο προμηθειών και άλλον… προμηθειών παγίων και ανταλλακτικών.

Άδικο έχουμε γ’ αυτά που σας λέμε περί φαντασίας στην εξουσία; Μόνο που εδώ έχουμε την κακή εκδοχή, την εξουσία με φαντασία. Που είναι εντελώς… άλλο πράγμα.
 Τα ίδια Παντελή μου!

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2017

170221 ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ακήρυχτος πόλεμος!

Έτσι έχει χαρακτηριστεί αυτό που συμβαίνει ανάμεσα σε διάφορες «ομάδες» και στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στην Αθήνα, το τελευταίο διάστημα. Σπασμένα ακυρωτικά μηχανήματα, κατεστραμμένες εγκαταστάσεις, καμένα οχήματα…

Βέβαια, ένας πόλεμος έχει απώλειες και από τις δυο πλευρές, όμως εδώ φαίνεται πως κάποιοι απολαμβάνουν ένα είδος ασυλίας, την απροθυμία ή απλώς την ανικανότητα της άλλης πλευράς να επιβάλει τον νόμο.

Οι ίδιοι θεωρούν τους εαυτούς του θύματα και τις καταστροφές που προκαλούν ένα είδος άμυνας απέναντι στην επίθεση που δέχονται. Διαβάζω από μια ανακοίνωσή τους:

«Οι ήδη πετσοκομμένοι μισθοί και τα επιδόματα-ψίχουλα, οι απανωτοί φόροι και οι αυξημένες τιμές στα ράφια, η συνολικότερη καταλήστευσή μας σε επίπεδο καθημερινής διαβίωσης, δεν μας επιτρέπει να υποστούμε και "άλλα βάρη", και "άλλες θυσίες"…»

Εννοούν το εισιτήριο για τη μετακίνησή τους με τα ΜΜΜ. Η οποία πρέπει, κατ’ αυτούς, να γίνεται εντελώς δωρεάν. Το ζήτημα δεν είναι νέο. Εμάς μας είχε απασχολήσει πριν από πέντε χρόνια, όταν συζητούσαμε για «κινήματα», όπως το «δεν πληρώνω». 

Τι λέγαμε τότε;
«Ποιος πληρώνει τη νύφη;
Εάν, δηλαδή, συμφωνήσουμε ότι υπάρχει μια νύφη που πρέπει να πληρωθεί. Διαφορετικά κάνουμε το κορόιδο και αλλάζουμε συζήτηση. Ποιος είναι όμως αυτός που πρέπει την πληρώσει;

Θα με ρωτήσετε γιατί ρωτάω. Ρωτάω γιατί το πράγμα έχει παρεξηγηθεί από πολλούς, οι οποίοι “δεν πληρώνουν”, χωρίς όμως τα αναρωτιούνται ποιος, τελικά, πληρώνει.

Ας πάρουμε δυο παραδείγματα. Αυτά των αστικών συγκοινωνιών και των διοδίων. Κι ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι όλοι θα επιθυμούσαμε μια κοινωνία, όπου ο πολίτης κυκλοφορεί ελεύθερα και ανέξοδα, είτε χρησιμοποιεί τις συγκοινωνίες, είτε μετακινείται με το αυτοκίνητό του.

Όμως όλοι, επίσης, θα θέλαμε να υπάρχουν και συγκοινωνίες και αυτοκινητόδρομοι και μάλιστα όσο το δυνατόν καλύτερης ποιότητας. Από εδώ αρχίζει το θέμα της πληρωμής της… νύφης που λέγαμε.

Διότι η δημιουργία υποδομών και η συντήρησή τους απαιτεί τεράστια έξοδα που κάπως πρέπει να πληρώνονται. Μέχρι στιγμής έχουν βρεθεί δυο τρόποι και ο συνδυασμός αυτών.

Δηλαδή, είτε να πληρώνονται απ’ ευθείας από το κράτος (να τα πληρώνουν όλοι οι φορολογούμενοι), είτε από όσους τα χρησιμοποιούν (μέσω εισιτηρίων, διοδίων, τελών κυκλοφορίας κ.λπ.), είτε με τον συνδυασμό των δύο αυτών πηγών χρηματοδότησης.

Στον συλλογισμό μας θα πρέπει επίσης να προσθέσουμε την εξής, αυτονόητη μεν αλλά όχι κοινώς αποδεκτή, παρατήρηση. Όσο περισσότερα πληρώνει η μία πηγή, τόσο λιγότερα δίνει η άλλη.

Φτάσαμε, λοιπόν, στο ερώτημα: Τι είναι πιο δίκαιο; Να πληρώσουν για τα μέσα συγκοινωνιών και τους δρόμους εκείνοι που τα χρησιμοποιούν ή όλοι οι φορολογούμενοι;

Δηλαδή, για να το κάνω πιο πρακτικό, το Μετρό της Αθήνας και την Εγνατία οδό είναι σωστό να τα πληρώνει ο κάτοικος της Δράμας, ο οποίος μάλιστα δεν διαθέτει και αυτοκίνητο;»

Το άλλο πουλάκι:
«Δεν είναι τόσο απλό το θέμα», έλεγα εγώ.

«Διότι μπορεί και ο κάτοικος της Αθήνας, ο οποίος μάλιστα δεν έχει παιδιά να σε ρωτήσει “γιατί να πληρώνω εγώ το Μουσικό Σχολείο της Δράμας;” Άρα, σου λέει, ας πληρώνουμε όλοι τους φόρους μας και το κράτος ας κατανέμει τις δαπάνες όπου χρειάζονται.

Ωραίο κι αυτό και δεν θα υπήρχε ίσως κανένα πρόβλημα, αν πράγματι όλοι πληρώναμε τους φόρους μας. Και μάλιστα αν το φορολογικό σύστημα ήταν τόσο δίκαιο, που ο καθένας πλήρωνε ανάλογα με τα εισοδήματά του.

Τότε θα μπορούσαμε να λέμε όλοι “δεν πληρώνω”, εννοώντας πως οι φόροι θα μπορούν να αυξάνονται τόσο, ώστε να κυκλοφορούμε ή να εξυπηρετούμαστε παντού εντελώς “δωρεάν”.

Γιατί, με το “δεν πληρώνω” προκύπτουν και άλλα θέματα. Εσύ δεν πληρώνεις στο αστικό. Ο άλλος δεν πληρώνει στα διόδια. Εγώ δεν θέλω να πληρώνω… –κάτι θα σκεφτώ. Ο κάτοικος της Θάσου δεν θέλει να πληρώνει το καράβι. […] Και πάει λέγοντας.

Ευτυχώς ή δυστυχώς, έχουμε ως κοινωνία επιλέξει ένα μεικτό σύστημα πληρωμής της… νύφης. Ας πούμε, δίνουμε όλοι δημοτικά τέλη, αλλά πληρώνουμε και το νερό, ανάλογα με την κατανάλωση που κάνουμε. Αυτό θεωρείται πιο δίκαιο και πιο… οικονομικό.

Διότι, αν τα πάντα πληρώνονταν μόνο από τους φόρους ή τα δημοτικά τέλη, ποιος θα με εμπόδιζε να αφήνω όλα τα φώτα αναμμένα μέρα νύχτα, ή να πλένω το αυτοκίνητό μου με το λάστιχο πρωί βράδυ;

Όποιος χρησιμοποιεί, [να] πληρώνει!
Αυτή είναι μια δίκαιη αντιμετώπιση κι έτσι θα έπρεπε να το δούμε. Αυτός που χρησιμοποιεί τις συγκοινωνίες να πληρώνει το εισιτήριό του, ο άλλος του χρησιμοποιεί τους δρόμους να πληρώνει τέλη και διόδια, όπως ακριβώς πληρώνουμε για το νερό, το ρεύμα και τη θέρμανση του σπιτιού μας».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Εγώ προέβλεψα και το μέλλον!

Το «δεν πληρώνω», έλεγα, «εκτός τού ότι μεταφέρει τα βάρη στους άλλους, καλλιεργεί και ένα νέο ήθος, έναν νέο τρόπο συμπεριφοράς που πιθανότατα να οδηγήσει σε μελλοντικές περιπέτειες.

Πότε; Όταν ο καθένας θα αποφασίζει μόνος του ποια από τις δημόσιες υπηρεσίες και παροχές θα πληρώνει και ποια όχι. Και τότε θα τρέχουμε όλοι!»

Οι μελλοντικές περιπέτειες είναι εδώ!
Τις βλέπουμε στο πεδίο μάχης των ΜΜΜ της Αθήνας. Πολλά από τα «παιδιά» που μάχονται (με το μυαλό τους) εκεί ήταν πριν από τέσσερα πέντε χρόνια πραγματικά παιδιά. Που γοητεύτηκαν από τις «ιδέες» και τους «αγώνες» των… «δεν πληρώνω».

Και τώρα την πληρώνουμε όλοι μαζί!

 Το μπάχαλο μέσα μας!

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2017

170220 ΕΠΩΝΥΜΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ονόματα, ονόματα, ονόματα…

Το έχουν αυτό οι επαρχιακές πόλεις και η δική μας δεν μπορεί να ξεφύγει από τον κανόνα. Λίγο πολύ, όλοι γνωριζόμαστε. Πράγμα που δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό, εκτός αν περάσουμε σε υπερβολές.

Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό «κλίμα» που μπορεί μερικές φορές να πνίγει τους κατοίκους αυτών των πόλεων, δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε και εκείνες κατά τις οποίες λειτουργεί ως συνεκτικός ιστός της κοινωνίας και των μελών της.

Ο κοινωνικός «έλεγχος», δηλαδή η συνειδητή αλλά συχνότερα υποσυνείδητη λογοδοσία σε γνωστούς και φίλους είναι η σημαντικότερη αιτία που συγκρατεί τους κατοίκους μικρών πόλεων από το να κάνουν… του κεφαλιού τους.

Ξέρουν όχι μόνο ότι το πράγμα θα μαθευτεί γενικώς, αλλά ότι θα έχουν να αντιμετωπίζουν καθημερινά και τα (επι)κριτικά βλέμματα των συμπολιτών τους, κυρίως όμως των πολύ δικών τους ανθρώπων. Διότι αυτοί θα πρέπει επίσης να λογοδοτούν για λογαριασμό τους.

Δεν θα ξεχάσω τον τρόπο με τον οποίο ένας σοφός γέροντας επέπληξε κάποιον γνωστό του που είχε μπλέξει με τον τζόγο: «Καλά, τον πατέρα σου δεν το σκέφτεσαι. Τα παιδιά σου όμως, τα οποία μαθαίνω ότι είναι και άριστα; Τι θέλεις να λένε αύριο γι’ αυτά; Τα παιδιά του κουμαρτζή;»

Θυμάμαι επίσης έναν φίλο που σχολίαζε το γεγονός πολιτικών από ξένο τόπο που πολιτεύονται στην πόλη μας: «Ποιοι είναι αυτοί που δεν ξέρουμε από πού κρατάει η σκούφια τους; Αν είναι Δραμινός ο άλλος και δεις ότι κάνει κάτι στραβό, τον σταματάς στον δρόμο και του λες τι πράγματα είναι αυτά, θα το πω στον πατέρα σου!»

Ναι, μέχρι αυτού του σημείου μπορεί να φτάσει ο κοινωνικός έλεγχος. Να πάψει δηλαδή να λειτουργεί υπογείως και να γίνει ευθύς και άμεσος. Όπως είπαμε όμως, αυτό κάποιους τους πνίγει.

Άλλοι, πάλι, αδιαφορούν τελείως. Ή νομίζουν ότι δεν τους ενδιαφέρει, μέχρι να ανακαλύψουν ότι ζούσαν σε μια αυταπάτη. Διότι έρχεται η στιγμή που τα πράγματα σοβαρεύουν και τότε καταλαβαίνουν ότι η γνώμη των άλλων έχει ιδιαιτέρως βαρύνουσα σημασία γι’ αυτούς.

Η γνώμη των άλλων. Η οποία όμως, προκειμένου να διαμορφωθεί, χρειάζεται την κατάλληλη πληροφόρηση. Κι εδώ είναι που γίνονται τεράστια σφάλματα.

Το άλλο πουλάκι:
Ονόματα, ονόματα, ονόματα…

Ο καθένας τα ακούει και τα μεταφέρει με τεράστια ευκολία, εντελώς αβασάνιστα, χωρίς να σκεφτεί κάτι τρομερά σοβαρό. Πίσω από αυτά κρύβονται πρόσωπα και οικογένειες! Κρύβονται άνθρωποι που έχουν ο καθένας την ιστορία του.

Που, για να φτιάξουν αυτό το όνομα, χρειάστηκε να μοχθήσουν, να δώσουν αγώνα ετών, προκειμένου να βρουν τη θέση που τους αξίζει μέσα στην τοπική κοινωνία. Πώς, λοιπόν, μπορείς να το περιφέρεις… «ανά τας ρύμας και τας οδούς» με τέτοια ευκολία;

Υπάρχουν δυο ειδών προσεγγίσεις που είναι λάθος και οι δύο. Η πρώτη περιγράφεται με τη φράση «για μένα γιατί δεν είπε κανένας τίποτε». Που βασίζεται στο γνωστό λάθος «όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά».

Η δεύτερη ταιριάζει περισσότερο με το ανέκδοτο που λέει «εσείς σκοτώστε τους όλους και ο Θεός θα ξεχωρίσει τους δικούς του από τους άλλους». Δηλαδή, πες τώρα σε γνωστούς και φίλους όποιο όνομα μαθαίνεις και στο τέλος θα αποκαλυφθεί αν έπεσες μέσα.

Πώς όμως θα αποφύγουμε τον πειρασμό της αναμετάδοσης όσων ακούμε; Πόσο εύκολο είναι να κλείσεις τα αφτιά σου σε κουτσομπολιά και διαδόσεις και πόσο απλό να αντισταθείς στον πειρασμό να μεταφέρεις όσα άκουσες;

Υπάρχουν δυο τρόποι για να το πετύχεις. Ο πρώτος είναι να μην το συζητάς καθόλου, να μην συμμετέχεις σε τέτοιες κουβέντες ούτε ως ακροατής, ούτε ως ομιλητής. Πράγμα πολύ δύσκολο, έως ακατόρθωτο.

Ο δεύτερος τρόπος είναι να δεις το θέμα όχι ως ένα φαινόμενο που αφορά κάποιους νέους ή τις οικογένειές τους, αλλά συνολικά την τοπική κοινωνία. Δικά μας παιδιά είναι κι αν οδηγήθηκαν στις «ουσίες» σημαίνει ότι κάτι δεν κάναμε καλά όλοι εμείς.

Εξάλλου υπάρχει και η άποψη που λέει ότι ο μόνος λόγος που εμείς οι μεγαλύτεροι… πέφτουμε από τα σύννεφα είναι επειδή έχουμε χάσει την επαφή με τον κόσμο της νεότητας και τον τρόπο με τον οποίο αυτή «διασκεδάζει».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Γιατί οι νέοι δεν εξεπλάγησαν;

Για τον ίδιο λόγο που κι εμείς στην ηλικία τους δεν θα μέναμε με ανοιχτό το στόμα, αν ακούγαμε για φίλους και γνωστούς που ξέραμε καλά ότι οι απολαύσεις τους εκτείνονταν πέρα από ένα συνηθισμένο ποτό κι ένα απλό τσιγάρο.

Οι γονείς μας όμως;
Θυμάμαι ακόμη τη μητέρα ενός φίλου -γειτονόπουλα και φίλοι ήμασταν- όταν ανακοινώθηκε ότι ο γιος της συνελήφθη με χασίς. Τα μαλλιά της άσπρισαν μέσα σε λίγες μέρες!

Τώρα είμαστε εμείς γονείς, ενώ τα παιδιά μας είναι αυτά που ξέρουν τι συμβαίνει σε ορισμένες παρέες, το βλέπουν, το συζητάν, κάποια στιγμή μπορεί να μπαίνουν και στον πειρασμό να ακολουθήσουν…

Υπάρχει, λένε, μια ποιοτική αλλά και ποσοτική διαφορά ανάμεσα στις δυο εποχές. Πάντοτε όμως οι νέοι είναι πιο… προχωρημένοι. Το ζήτημα είναι τι κάνουμε εμείς οι μεγαλύτεροι για να τους δείξουμε έναν διαφορετικό δρόμο.

Προς θεού, δεν θέλω να υποστηρίξω ότι άνθρωποι που… ψηφίζουν έχουν το ακαταλόγιστο και δεν πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνοι για τις επιλογές τους. Αυτό όμως δεν απαλλάσσει εμάς, ως πιο ώριμα μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας, από τις δικές μας ευθύνες.

Κάποια στιγμή πρέπει να αρχίσουμε να τις συζητάμε.
Από κάτω απ’ το ραδίκι!



Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

170217 ΧΟΡΗΓΟΥΜΕΝΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Καιρό έχουμε να μιλήσουμε για τα του οίκου μας.

Εννοώ με τη στενή τοπική έννοια, αφού για τα πουλάκια, ιδίως αν αυτά έχουν το χάρισμα να ταξιδεύουν, δεν υπάρχει τόπος ΤΟΥΣ, έτσι θα μπορούσαν να ονομάσουν οποιοδήποτε μέρος της χώρας ή του κόσμου.

Μια όμως και η φωλίτσα μας είναι στα ΧΡΟΝΙΚΑ και αυτά είναι εφημερίδα της Δράμας, ε, όλο και κάτι περισσότερο μπορούμε να αισθανόμαστε γι’ αυτή την πόλη. Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι πρόκειται να αποκτήσει μια «πράσινη γέφυρα» και αυτό μας χαροποιεί ιδιαιτέρως.

Μας αρέσει πολύ και το πράσινο και η γέφυρες, οπότε ο συνδυασμός φαντάζομαι ότι θα είναι κάτι πολύ όμορφο και χρήσιμο για την πόλη. Υπάρχει βεβαίως ένα θέμα που πρέπει να λυθεί. Τίνος έργο είναι αυτή η «πράσινη γέφυρα»;

Μέχρι να λυθεί, επιτρέψτε μου να πω πόσο μικροπρεπές θεωρώ το να μην αναγνωρίζει κανείς τη συμβολή των άλλων, ακόμη κι αν αυτή είναι μικρή ή ασήμαντη, στην πραγματοποίηση ενός έργου.

Δηλαδή τι το κακό έχει να πεις «ναι, κάποιος άλλος το ξεκίνησε, ένας δεύτερος συνέβαλε στην πρόοδό του και ήρθα εγώ και το ολοκλήρωσα». Μια τέτοια παραδοχή μειώνει καθόλου τη δική σου συνεισφορά; Ίσα ίσα που σε δείχνει… αρχοντάνθρωπο!

Απεναντίας, όταν προσπαθείς να αποσιωπήσεις τη συμβολή των υπολοίπων και να παρουσιάσεις το σύνολο ως δικό σου επίτευγμα, μόνο ανασφαλής δείχνεις και τίποτε… λιγότερο. Θα μου πείτε, πόσους πολιτικούς ξέρεις που να μην είναι ανασφαλείς;

Ας τα αφήσουμε όμως αυτά κι ας έρθουμε λίγο στην ουσία αυτού του έργου, της «πράσινης γέφυρας». Ξέρετε, οι γέφυρες μπορεί να έχουν μια αυτοτελή αξία, αποκτούν όμως λόγο ύπαρξης από τα μέρη τα οποία ενώνουν.

Η γέφυρα αυτή θα ενώνει τον Δημοτικό Κήπο με το πάρκο των πηγών της Αγίας Βαρβάρας. Λυπάμαι που το λέω, όμως έχω την εντύπωση –και να είστε βέβαιοι πως δεν είμαι ο μόνος- πως, εδώ και χρόνια, ούτε ο Δημοτικός Κήπος είναι… κήπος, ούτε οι πηγές της Αγίας Βαρβάρας διαθέτουν… πάρκο.

Και οι δύο αυτοί χώροι μοιάζουν εγκαταλελειμμένοι στη μοίρα τους, με εκείνον του Δημοτικού Κήπου να δέχεται τα μεγαλύτερα και πιο σκληρά χτυπήματά της. Κρίμα, διότι μιλάμε για περιοχές που διαθέτουν φυσικό κάλλος και προδιαγραφές που θα μπορούσαν να τις κατατάξουν στα πιο όμορφα αστικά πάρκα της χώρας.

Ας ελπίσουμε ότι, με αφορμή την «πράσινη γέφυρα», κάποιοι εκεί στον Δήμο θα ντραπούν -με την κυριολεκτική σημασία της λέξης- και θα προσπαθήσουν να βελτιώσουν και τα δύο αυτά σημεία εγκατάλειψης που θα ενώνει.

Το άλλο πουλάκι:
Μια όμως που μιλάμε για τον Δήμο…

Απασχόλησε πολύ τις προηγούμενες ημέρες τον εκπαιδευτικό κόσμο αλλά και πολλούς γονείς, η ομολογία πως «άλλα λεφτά για τα σχολεία δεν υπάρχουν». Ομολογία που μπορεί να έγινε «φόρα παρτίδα», όπως όμως είναι φυσικό συνοδεύτηκε από μια αστεία δικαιολογία:

«Φέτος ο χειμώνας ήταν πιο βαρύς και πέσαμε έξω»!
Και λοιπόν; Το πρώτο που θα μπορούσε να πει κανείς είναι πως πέρσι ο χειμώνας ήταν πολύ ελαφρύς, άρα έπρεπε να έχουμε αποθέματα… δυνάμεων.

Ας το αφήσουμε όμως αυτό κι ας μιλήσουμε επί της ουσίας. Καλώς ή κακώς, οι Δήμοι έχουν αναλάβει μια υποχρέωση, τη θέρμανση και την προμήθεια υλικών για τη λειτουργία των σχολείων, και οφείλουν να ανταποκρίνονται στοιχειωδώς. Ο δικός μας, για να μην τον αδικούμε, μέχρι στιγμής τα κουτσοκαταφέρνει.

Το να λένε στους Διευθυντές «ζητείστε από τους γονείς να βάλουν το χέρι στην τσέπη», ή να τους προτείνουν ως λύση «ψάξτε να βρείτε χορηγούς» είναι τουλάχιστον ανεύθυνο. Για να μην πω κάτι πιο βαρύ.

Αφήνω στην άκρη το γεγονός ότι οι γονείς βάζουν το χέρι στην τσέπη κάθε χρόνο και πιο βαθιά. Όμως, όταν στην παιδαγωγική σχέση υπεισέρχεται μια σχέση «δούναι λαβείν», τότε δεν χάνεται ένα μεγάλο μέρος της υπόστασής της;

Όσο για τους χορηγούς… Πέραν του γεγονότος ότι πολλά σχολεία εξοπλίζονται ήδη από τέτοιους, είναι η αναζήτησή τους έργο ανθρώπων που σπούδασαν κάτι άλλο από μάνατζμεντ και οικονομικά;

Τι θέλω να πω με αυτά. Ακόμη κι αν οι προϋπολογισμοί έπεσαν έξω -που δεν θα έπρεπε-, ακόμη κι αν η αναζήτηση πόρων από άλλες πηγές κρίνεται απαραίτητη, μήπως ΚΑΙ αυτό είναι δουλειά του Δήμου, δουλειά που πάει να τη φορτώσει σε πλάτες άλλων;

Παρακολουθήστε το συλλογισμό μου: Οι γονείς στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο… υποχρεωτικά -έτσι λέει ο νόμος. Από την άλλη πάλι, ένα σωρό δημότες συμμετέχουν σε διάφορους πολιτιστικούς συλλόγους και αθλητικά σωματεία εντελώς προαιρετικά.

Δεν είναι αστείο να ζητά ο Δήμος -μέσω των εκπαιδευτικών, μάλιστα- λεφτά από τους γονείς, προκειμένου να λειτουργήσει τα σχολεία, ενώ από την άλλη χρηματοδοτεί τους πολιτιστικούς συλλόγους και τα αθλητικά σωματεία για… να κάνουν κάποιοι το κέφι τους;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Είναι θέμα προτεραιοτήτων!

Δεν λέω και ο αθλητισμός καλός είναι και κάποιοι πολιτιστικοί σύλλογοι προσφέρουν σημαντικότατο έργο στην τοπική κοινωνία. Όταν όμως δεν υπάρχει η πολυτέλεια να χρηματοδοτηθούν επαρκώς και αυτοί και τα σχολεία, τότε με ποιο κριτήριο ο Δήμος ιεραρχεί το πού θα δώσει έκτακτη βοήθεια;

Και, δεν είναι πιο λογικό να προτρέπει τους συλλόγους και τα σωματεία να αναζητούν χορηγούς ή να καλούν τα μέλη τους -που στο κάτω κάτω κάνουν ένα «χόμπι»- να βάλουν το χέρι στην τσέπη, παρά να το ζητά από τα σχολεία και τους γονείς, μάλιστα μέσω των εκπαιδευτικών;

Δεν είμαστε δημοσιογράφοι -εμείς συζήτηση μαζί σας κάνουμε- όμως καλό θα ήταν να ψάξει κάποιος, ή να ζητήσουν και να μάθουν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί, πόσα χρήματα πηγαίνουν σε κάτι άλλους «κωδικούς», που θα μπορούσαν μια χαρά αξιοποιηθούν για τα σχολεία.

Για την -όπως τη λένε όλοι οι πολιτικοί- «πρώτη προτεραιότητα»!
 Μάθε παιδί μου… τσάμικο!