ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

16033 ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΤΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ενσυναίσθηση!

Έχουμε ξαναμιλήσει για τον όρο. Μπορεί ο αυτόματος διορθωτής να μην τον αναγνωρίζει, όμως θεωρείται πλέον πολύ οικείος στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Σημαίνει το να ταυτίζεσαι συναισθηματικά με τον άλλο.

Δηλαδή να κατανοείς τη θέση του, να αντιλαμβάνεσαι από ποια αφετηρία ξεκινά, από πού πηγάζουν οι σκέψεις και τα συναισθήματά του, για ποιους λόγους αντιδρά όπως αντιδρά…
Να ταυτίζεσαι, δηλαδή, μαζί του, χωρίς όμως να χάνεις και την δική σου οπτική.

Το περίεργο είναι ότι ο όρος έφτασε στη χώρα μας ως μετάφραση του αγγλικού empathy, που, αν το λέγαμε εμπάθεια, θα κάναμε τεράστιο λάθος.
Δεν πρέπει επίσης να τον συγχέουμε με την συμπάθεια. Κατανοώ δεν σημαίνει οπωσδήποτε συμπάσχω, ούτε καν δικαιολογώ.

Αυτό το αντιλαμβανόμαστε καλύτερα αν παρατηρήσουμε συμπεριφορές και αντιδράσεις ανθρώπων με τις οποίες διαφωνούμε, επειδή δεν εμπίπτουν στο δικό μας αξιακό σύστημα.

Μπορούμε, για παράδειγμα, να καταλάβουμε για ποιον λόγο ένα μέλος της Λαϊκής Ενότητας επιτίθεται με ύβρεις και προπηλακισμούς σε έναν πρώην σύντροφό του, μέλος της κυβέρνησης, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τον δικαιολογούμε. (Γι’ αυτό σκεφτόμαστε να συζητήσουμε αύριο, αν δεν έχετε αντίρρηση.)

Η ενσυναίσθηση επίσης δεν μπορεί να ταυτίζεται με τον ανθρωπισμό, την έκφραση καλοσύνης. Μπορεί κάποιος άνθρωπος να βοηθάει γενικώς τους συνανθρώπους του, χωρίς όμως να μπαίνει ποτέ στον κόπο να τους καταλάβει, να… έρθει στη θέση τους.

Πιθανότατα, με τη βοήθεια που παρέχει να εξορκίζει δικούς του δαίμονες ή να εξαγοράζει κρυμμένες ενοχές. Το παρατηρούμε συχνά στην κοινωνία από ελεήμονες ανθρώπους, οι οποίοι δεν θέλουν να έχουν καμιά παραπέρα σχέση με εκείνους που είναι αποδέκτες της ελεημοσύνης τους.

Το βλέπουμε και τώρα με την ένθερμη, ομολογουμένως, υποδοχή των προσφύγων. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που μπορούν πρόθυμα να βοηθήσουν όσο χρειάζεται, όμως… από μακριά. Μην τους πεις να έχουν οποιαδήποτε προσωπική επαφή με τους πρόσφυγες. Αν είναι δυνατόν, ούτε να τους βλέπουν.

Το άλλο πουλάκι:
Ενσυναίσθηση, λοιπόν.

Διάβασα ένα ενδιαφέρον κείμενο του Στάθη Παχίδη στο Protagon που είχε τίτλο «Σύροι για μια νύχτα». Σ’ αυτό μας προτείνει, προτρέπει μάλλον, να προσπαθήσουμε να ζήσουμε για μια νύχτα όπως οι πρόσφυγες.

Να μαζέψουμε σε έναν σάκο ό,τι θεωρούμε απαραίτητο και, αφού πάρουμε μια παλιά σκηνή μας –κάπου θα υπάρχει ξεχασμένη- να πάμε και να κατασκηνώσουμε για ένα βράδυ κάπου σε ένα διπλανό οικόπεδο στην Ειδομένη.

Το κείμενο τελειώνει ως εξής:
«Καθώς θα ξημερώνει επί δικαίων και αδίκων, ξάγρυπνοι, ξεπαγιασμένοι και στο σημείο μηδέν, θα μπορούμε πια να έχουμε γνώση, λόγο και άποψη επί του Προσφυγικού».

Να με συγχωρεί ο Στάθης Παχίδης, αλλά δεν θα συμφωνήσω μαζί του. Όταν λέμε να μπεις στη θέση του άλλου δεν εννοούμε ακριβώς αυτό. Αλίμονο αν λόγο, ας πούμε, για τους καρκινοπαθείς είχαν μόνο όσοι έχουν νοσήσει και οι ίδιοι.

Από την άλλη, όσο καλή κι αν είναι μια προσομοίωση, δεν εξυπηρετεί σε τίποτε, απλώς και μόνο επειδή είναι προσομοίωση. Όταν ξέρω ότι την επόμενη μέρα θα είμαι στην ασφάλεια και την άνεση του σπιτιού μου είμαι διατεθειμένος να υποστώ πολλά.

Και δεν είναι λίγοι που το κάνουν. Που παίρνουν τα βουνά και ταλαιπωρούνται, μένουν σε σκηνές, κοιμούνται υπό βροχή, περπατούν μέρες, κουβαλούν όλα τους τα «υπάρχοντα» και μετά δείχνουν καμαρωτοί στους φίλους τους εικόνες από την τελευταία ορειβασία.

Τι μπορούν να καταλάβουν αυτοί από προσφυγιά; Φοβάμαι πως κανείς μας δεν μπορεί να καταλάβει και μακάρι να μη χρειαστεί ποτέ να καταλάβουμε. Ωστόσο, όπως είπαμε και χθες, δεν είναι λίγα αυτά που μπορούμε να διδαχτούμε από την φοβερή εμπειρία αυτών των ανθρώπων.

Να σκεφτούμε, για παράδειγμα, τι θα θεωρούσαμε εμείς απολύτως απαραίτητο για την επιβίωσή μας. Αν μας έλεγαν να κάνουμε μια λίστα από τα υπάρχοντά μας που δεν θα αποχωριζόμασταν ποτέ, που να μπορούμε όμως και να τα κουβαλήσουμε στην πλάτη, τι θα βάζαμε μέσα;

«Μη δένεσαι ποτέ με πράγματα που δεν θα μπορούσες να τα πάρεις μαζί σου, αν έπιανε φωτιά το σπίτι σου», είχα διαβάσει κάπου και μου είχε κάνει εντύπωση. Εμείς τι θα μπορούσαμε να αποχωριστούμε από όσα θεωρούμε… «απολύτως απαραίτητα» που θα έλεγε και ο Λογοθετίδης;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Και σε τι πάνω μπορούμε να οικοδομήσουμε;

Θα σας πω πάλι μια ιστορία από το σχολείο. Είχαμε κάποιον φωτισμένο καθηγητή που, όταν μας μιλούσε για τους πρόσφυγες του ’22 μας τόνιζε πως οι άνθρωποι έχασαν τα πάντα, εκτός…

«Τα μόνα πράγματα που δεν μπορείς να χάσεις είναι και εκείνα που δεν μπορεί να σου τα χαρίσει κανείς, παρά να τα κατακτήσεις μόνος σου», μας έλεγε. «Τη μόρφωση και τον χαρακτήρα σου. Όπου κι αν πας θα τα κουβαλάς μαζί σου. Όλα τα άλλα, σπίτια, αυτοκίνητα, ρούχα, κοσμήματα, αλλά και ομορφιά ή εξουσία μπορείς να τα χάσεις. Αυτά τα δύο ποτέ».

Βέβαια, ισχύει και το ανάποδο. Την αμορφωσιά και τον παλιοχαρακτήρα σου δεν μπορείς να τα κρύψεις με όσα αγαθά ή εξουσίες κι αν τα σκεπάσεις. Πάντοτε θα σε χαρακτηρίζουν και θα σε εκθέτουν στα μάτια των υπολοίπων.

Αν τα έχουμε αυτά υπόψη μας, δεν θα χρειαστεί να μπούμε εικονικά ούτε για μια μέρα στη θέση των προσφύγων. Μπορούμε να καταλάβουμε τι σημαίνει αξιοπρέπεια και να φερθούμε αναλόγως.

Σε ποιανού θέση να πρωτομπούμε!

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

160330 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Μαθήματα ανθρωπιάς.

Λένε πως η άφιξη των προσφύγων στη χώρα μας μόνο προβλήματα έφερε μαζί της. Θα διαφωνήσω εντονότατα, κυρίως στο «μόνο». Έφερε και προβλήματα, έφερε όμως και κάποια καλά.

Φυσικά δεν εννοώ τις επενδύσεις που εννοούν άλλοι. Δεν μετριούνται όλα τα καλά με χρήματα, υπάρχουν και άλλες μονάδες μέτρησης που τις έχουμε ξεχάσει. Ένα από τα καλά που μας έφεραν οι πρόσφυγες είναι η δυνατότητα να τις ξαναθυμηθούμε.

Θα πάρω τα πράγματα από την αρχή. Θα σας πω μια σχολική ιστορία από εκείνες που είναι πολύ διδακτικές.
Μια φορά κι έναν καιρό, σε κάποιο σχολείο μακρινής πόλης, εγγράφηκε για να φοιτήσει μια μαθήτρια με κάποια προβλήματα, όχι τόσο μαθησιακά όσο συμπεριφοράς.

Οι γονείς της τάξης… θορυβήθηκαν. Φοβήθηκαν μήπως «πέσει το επίπεδο της τάξης» ή μήπως το κοριτσάκι αυτό φερθεί επιθετικά στα δικά τους βλαστάρια. Η δασκάλα, μόλις αντιλήφθηκε το κλίμα που πήγε να δημιουργηθεί, κάλεσε τους γονείς δήθεν για ενημέρωση.

Αφού τους είπε τα γνωστά που λένε οι δάσκαλοι στην αρχή της σχολικής χρονιάς, αφού τους εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο θα εργαστεί και τι περιμένει από τη συνεργασία της μαζί τους, έφερε την κουβέντα εκεί όπου στόχευε εξαρχής.

«Θέλω να σας πω ότι φέτος είμαστε όλοι πολύ τυχεροί, περισσότερο όμως τα παιδιά της τάξης μας. Είμαστε τυχεροί διότι, όπως ίσως ακούσατε, θα φοιτήσει μαζί μας η Χριστίνα, η οποία έχει μια διαγνωσμένη ιδιαιτερότητα στη συμπεριφορά της.

Ξέρετε ότι το σχολείο δεν έχει ως στόχο να μας δίνει μόνο γνωστικά εφόδια, να μας μαθαίνει ιστορία ή μαθηματικά. Κύριος στόχος του είναι να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, περισσότερο ευαίσθητους απέναντι στους συνανθρώπους μας.

Γνωρίζουμε όμως όλοι ότι η ευαισθητοποίηση έρχεται… με φυσικό τρόπο, από μόνη της, όταν στον στενό μας κύκλο υπάρχει ένας συνάνθρωπός μας με πρόβλημα. Αν, για παράδειγμα, έχουμε στην οικογένειά μας κάποιον σε αναπηρικό καροτσάκι, δεν υπάρχει περίπτωση να σκεφτούμε ποτέ να παρκάρουμε σε διάβαση αναπήρων.

Υπ’ αυτή την έννοια, είμαστε τυχεροί που η Χριστίνα θα μας κάνει όλους πιο ευαίσθητους, κυρίως όμως θα δώσει στους μικρούς συμμαθητές της τη δυνατότητα να αναπτύξουν αισθήματα συμπαράστασης και αλληλεγγύης, πράγμα που βλέπω ότι ήδη συμβαίνει στην τάξη».

Το άλλο πουλάκι:
Τι να πουν οι γονείς;

Πρόλαβε η καλή δασκάλα και τους έδειξε το αυτονόητο. Αυτό για το οποίο ξεκινήσαμε να σας μιλούμε κι εμείς. Οι πρόσφυγες μας κάνουν πιο ευαίσθητους, μας δίνουν τη δυνατότητα να εκφράσουμε την ανθρωπιά μας.

Πριν από αυτό όμως, μας δίνουν ένα μέτρο για τα πράγματα. Κατανοούμε τώρα, βλέποντάς τους δίπλα μας, τι σημαίνει ανθρωπιστική κρίση, μια έννοια που την είχαμε κάνει ψωμοτύρι, προσπαθώντας να περιγράψουμε την άσχημη οικονομική κατάσταση της χώρας μας.

Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά τα όσα φώναζαν οι αντιπολιτεύσεις, οι κοινωνίες δεν έδειξαν στη δική μας «ανθρωπιστική κρίση» τα αντανακλαστικά που δείχνουν απέναντι στο δράμα των προσφύγων. Φαίνεται πως οι πολίτες έχουν το δικό τους κριτήριο, βλέπουν και καταλαβαίνουν το μέγεθος του κάθε προβλήματος.

Όχι ότι δεν υπήρξαν πρωτοβουλίες για δομές στήριξης προς τα θύματα της κρίσης. Υπήρξαν και μάλιστα αξιέπαινες, αφού σε πολλές περιπτώσεις υποκατέστησαν την ανύπαρκτη πολιτεία. Φαίνεται όμως πως τώρα, με την έλευση των προσφύγων η συμμετοχή είναι… πάνδημη.

Ασφαλώς, πλην… Λακεδαιμονίων. Αυτοί πάντοτε θα υπάρχουν.
Βλέπετε η κοινωνία δεν είναι σχολείο, όπου οι μικροί μαθητές είναι ακόμη υπό διαμόρφωση. Η κοινωνία αποτελείται από ώριμους ενήλικες και, όποιοι πρόλαβαν να χαλάσουν, δύσκολα διορθώνονται.

Είδαμε, ακούσαμε και ντραπήκαμε για λογαριασμό των συμπολιτών μας οι οποίοι πέταξαν, λέει, γουρουνοκεφαλές σε πρόσφυγες που επρόκειτο να εγκατασταθούν κοντά στα σπίτια τους. Και βγήκαν στα κανάλια να εκφράσουν την… ανησυχία τους, μη τυχόν και δημιουργηθούν προβλήματα στην περιοχή.

Με βρισιές και με απειλές! Τόσο πολύ ανησύχησαν.
Βλέποντάς το με αυτό το πρίσμα, μπορούμε να πούμε πως η έλευση των προσφύγων και ο εγκλωβισμός τους στη χώρα μας ήταν ένας καθρέφτης που στήθηκε μπροστά μας.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ένας χρήσιμος καθρέφτης!

Όχι από εκείνους που σου δείχνουν ό,τι θα ήθελες να δεις. (Θυμήθηκα τώρα τις τόσες πολλές μοντέρνες διαφημίσεις που, άσχετα με το τι διαφημίζουν, από τράπεζα και γιαούρτι μέχρι απορρυπαντικό και τηλέφωνο, μιλούν για «τον τόπο μας και τους ανθρώπους του», λες και είμαστε ο παράδεισος με τους αγίους.)

Αυτός ο καθρέφτης μάς δείχνει όπως είμαστε, βγάζει στην επιφάνεια ό,τι κρύβουμε μέσα μας. Έτσι για τους πολλούς -τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών- έδειξε την ευαισθησία και την αλληλεγγύη στο δράμα των συνανθρώπων τους, για κάποιους όμως έδειξε τη στενομυαλιά τους.

Ίσως κάποιοι καταλάβουν με τον καιρό. Έτσι είμαστε οι άνθρωποι, συντηρητικοί, και αυτός είναι ένας ορισμός του συντηρητισμού. Να μη βλέπεις συγχρόνως με τους άλλους πού πάει η κοινωνία, να αντιδράς σε πράγματα που, παρά τις αντιδράσεις σου, θα αλλάξουν και θα σε αφήσουν στο περιθώριο.

Ελπίζουμε, λοιπόν, πως θα ακολουθήσουν όλοι, έστω με καθυστέρηση. Διότι το πράγμα έχει μέλλον. Και εκεί είναι ένα ακόμη στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί. Θα δείξουμε αντοχές, ή θα πέσουμε για άλλη μια φορά θύματα του ενθουσιασμού μας;
Μαθήματα ζωής!

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

160329 ΞΕ-ΣΤΟΛΗ-ΣΤΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Είμαστε πολύ περήφανοι!

Πολύ περήφανοι που μια μαθήτρια, γεννημένη βέβαια στη χώρα μας, μεγαλωμένη όμως από ξένους γονείς, που δεν μιλούν τη γλώσσα μας, κατάφερε να αριστεύσει στο σχολείο της. Μάλιστα χωρίς την υποστήριξη φροντιστηριακών μαθημάτων ή ιδιαιτέρων, όπως η πλειονότητα των Ελλήνων αριστούχων.

(Βέβαια εγώ θα στενοχωριόμουν πολύ αν άκουγα οποιονδήποτε μαθητή ελληνικού σχολείου, μετά από δώδεκα χρόνια γλωσσικής διδασκαλίας, να λέει ότι είναι «γάμα (sic) Λυκείου και απ’ το σαρανταένα (sic) Λύκειο Αθηνών». Δυστυχώς όμως, φαίνεται πως τέτοιους αριστούχους βγάζει πλέον το εκπαιδευτικό μας σύστημα.)

Είμαστε, ακόμη, περήφανοι που αυτό το παιδί θέλησε να παρελάσει στην εθνική μας γιορτή δίπλα στη σημαία της χώρας μας, τιμώντας κι αυτό -πιστεύουμε- τους προγόνους μας και τους αγώνες τους για την ελευθερία, όπως ακριβώς όλοι οι συμμαθητές της που πήραν μέρος στην παρέλαση.

Είμαστε υπερήφανοι γιατί όλα αυτά δείχνουν πως το παιδί αυτό μεγάλωσε σε μια αρκετά ανοιχτή και φιλόξενη κοινωνία, η οποία, αν δεν ενθαρρύνει όσο πρέπει, τουλάχιστον δεν αποκλείει παιδιά που έχουν τη θέληση και τις δυνατότητες να διαπρέψουν.

Το σχολείο της μάλιστα, όχι μόνο την αποδέχτηκε, αλλά της έδωσε το δικαίωμα να παρελάσει, αν το επιθυμεί, μαζί με τα Ελληνόπουλα, ως παραστάτις, επιβραβεύοντας έτσι την καλή της πρόοδο και τις επιδόσεις της στα μαθήματα.

Μάλιστα το σχολείο της πήγε λίγο παραπέρα. Της επέτρεψε κάτι το οποίο δεν θα επέτρεπε σε κανέναν άλλο μαθητή. Να παρελάσει με διαφοροποιημένη (παραποιημένη, όπως λέγαμε στο στρατό) στολή, να ντυθεί δηλαδή όχι όπως όλα τα παιδιά, αλλά με τον τρόπο που θα ήθελε η ίδια ή οι γονείς της.

Από εδώ, όπως καταλαβαίνετε, αρχίζουν οι ενστάσεις και οι διαφωνίες: Γιατί; Ποιοι είναι οι λόγοι που υπαγορεύουν να έχει η συγκεκριμένη μαθήτρια διαφορετικά (περισσότερα;) δικαιώματα από τα υπόλοιπα παιδιά του σχολείου;

Προσέξτε: Θυμίζω αυτά που λέγαμε χθες. Ότι η παρέλαση, από τη στιγμή που αποφασίσαμε ότι αποτελεί μέρος του εθνικού εορτασμού, γίνεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ο οποίος ισχύει για όλα τα παιδιά που παίρνουν μέρος.

Το άλλο πουλάκι:
Και δεν είναι και υποχρεωτική!

Φαντάζομαι. Μιλώ για τη συγκεκριμένη μαθήτρια. Δεν πιστεύω να την υποχρέωσαν να παρελάσει, αφού η ίδια δήλωσε ότι την προηγούμενη φορά… δίστασε και γι’ αυτό δεν πήρε μέρος. Αν το σχολείο την υποχρέωνε, όπως κάνει με τα άλλα παιδιά απειλώντας τα με απουσίες ή αποβολές -να τα λέμε και αυτά- τότε θα είχε κάθε δίκιο να πει «εγώ μόνο έτσι κάνω παρέλαση».

Αυτή όμως θέλησε να παρελάσει αυτοβούλως. Και αρνήθηκε (δεν ξέρουμε πόσο αυτοβούλως) να συμμορφωθεί με τους κανονισμούς του σχολείου. Και κάποιοι της το επέτρεψαν.
Γιατί; Προφανώς στο όνομα κάποιας ανεκτικότητας ή χάριν τού πολιτικά ορθού που επιβάλλει τον σεβασμό στο… διαφορετικό.

Μα, υπάρχει κανείς που κατάλαβε ότι το συγκεκριμένο σχολείο δεν έδειξε ανεκτικότητα στη μαθήτριά του; Υπάρχει κανείς που να θεωρεί ότι δεν σεβάστηκαν τη διαφορετική πολιτισμική της προέλευση; Δεν θα πρέπει όμως και η συγκεκριμένη μαθήτρια, όπως κάθε μαθητής του σχολείου, να σέβεται και να τηρεί τους κανόνες του;

Πιθανότατα στη γραμμή να υπήρχαν και άλλα παιδιά από διαφορετικές χώρες, από οικογένειες με διαφορετικές παραδόσεις, αφού σήμερα δεν υπάρχει στην επικράτεια σχολείο, τουλάχιστον στις πόλεις, που να έχει ως μαθητές του αποκλειστικά ελληνόπουλα. Τα πήρε είδηση κανείς εκείνα τα παιδιά; Προκάλεσαν κανέναν; Σχολιάστηκαν;

Προς τι η διάκριση υπέρ μιας, της συγκεκριμένης, μαθήτριας; Δεν είναι… άνισο, άρα άδικο για τους υπόλοιπους;
Και μη μου πείτε ότι το σχολείο καταπίεσε όλα τα υπόλοιπα παιδιά ή ότι το «σύστημα» τα υποχρέωσε να αφομοιωθούν αλλάζοντάς τους την… πίστη!

Όπως καταλαβαίνετε όμως, το πρόβλημα δεν είναι ούτε η παρέλαση, ούτε η στολή που επέλεξε η μαθήτρια. Οι αντιδράσεις και η συζήτηση που προκλήθηκε έχουν να κάνουν με το ποια είναι τα όρια «ανοχής» τού διαφορετικού σε μια κοινωνία.

Κατά πόσο ένας άνθρωπος που επιλέγει και ζητά να ζήσει σε μια χώρα με διαφορετικές παραδόσεις από τις δικές του οφείλει να «συμμορφώνεται» μ’ αυτές, ή μπορεί να εξακολουθήσει να ζει αγνοώντας γραπτούς και άγραφους κανόνες που ισχύουν εκεί.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
«Εσείς τι λέτε;»

(Λένε ότι αυτό, το να ρίχνεις δηλαδή το μπαλάκι στους άλλους κάνοντάς τους την παραπάνω ερώτηση, είναι ένα πολύ καλό κόλπο. Διότι, πέραν τού ότι σε απαλλάσσει από την υποχρέωση να πάρεις θέση, υποτίθεται ότι δείχνει σεβασμό στην άποψη του άλλου και σε κάνει να φαίνεσαι πιο… πολίτικαλι κορέκτ!)

Εσείς τι λέτε; Αυτή την ερώτηση θα έκανα στη μαθήτρια και στους γονείς της, αν ήμουν ο διευθυντής του σχολείου της και μου δήλωναν ότι θα παρελάσει, ντυμένη όμως όπως θέλει η ίδια.

Τι λέτε, δηλαδή τι θα λέγατε σε μια συμμαθήτριά της, αν ερχόταν μαζί σας το καλοκαίρι στη χώρα σας για διακοπές και ήθελε να πάρει μέρος σε μια παραδοσιακή γιορτή ντυμένη όμως όπως ντύνεται όταν βγαίνει εδώ με τις παρέες της; Τι θα λέγατε επίσης στους συμπατριώτες σας; Πώς θα τους πείθατε να την αποδεχτούν, σεβόμενοι την πολιτισμική της ιδιαιτερότητα;

Καταλαβαίνω τις ενστάσεις σας: «Μα, θα φερόμαστε κι εμείς όπως άλλοι λαοί και πολιτισμοί που δεν έχουν κατακτήσει και αποδεχτεί τις αξίες του διαφωτισμού και το επίπεδο σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ισχύει στην Ευρώπη;»

Ακούσατε τι είπατε;
 Θέλουμε ισότητα ή δεν θέλουμε;

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

160328 ΣΤΟΛΗ-ΣΜΕΝΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Είδατε τι κάνουν οι παρελάσεις;

Καλά τα πηγαίναμε μέχρι τώρα, δεν είχαμε με τι να φαγωθούμε μεταξύ μας και, από το πουθενά, μας προέκυψε το θέμα τις μαντίλας. Που μας έκανε από δυο χωριά χωριάτες. Στο διαδίκτυο. Διότι εκεί μαλώνουμε πλέον.

Θεωρώ ότι το θέμα μπήκε σε τελείως λάθος βάση, όπως συμβαίνει κάθε φορά που δεν πιάνουμε τα πράγματα από την αρχή, αλλά προσπαθούμε να τα αναλύσουμε ξεκινώντας από ένα σημείο στο οποίο, όταν φτάσεις, είναι πλέον αργά. Για συνεννόηση.

Θέλουμε τις παρελάσεις; Και, αν αποφασίσουμε ότι τις θέλουμε, με ποιο τρόπο πιστεύουμε ότι πρέπει να γίνονται; Θα ξεκινήσω από το πρώτο. Αν με ρωτούσατε πριν από πολλά πολλά χρόνια, θα σας έλεγα πως οι παρελάσεις –για τις μαθητικές μιλάμε πάντα, έτσι;- δεν έχουν κανέναν απολύτως λόγο ύπαρξης.

Προσφάτως κατάλαβα (κατέληξα που λέμε) ότι δίνουν έναν χαρακτήρα εορταστικό στις εθνικές επετείους. Δείτε, για παράδειγμα πώς ήταν η πόλη μας στις 25 Μαρτίου, όταν, λόγω βροχής, ματαιώθηκε η μαθητική παρέλαση. Δεν διέφερε από κάποια, οποιαδήποτε βροχερή Κυριακή.

Όταν όμως γίνεται η παρέλαση, κατεβαίνουν όλοι με τα καλά τους στο κέντρο, χειροκροτούν τα παιδάκια που καμαρώνουν με τις στολές τους, συγχαίρουν ιδιαίτερα τους σημαιοφόρους και τους παραστάτες και μετά απολαμβάνουν όλοι μαζί τον καφέ ή/και τον μπακαλιάρο τους κάπου έξω. (Πολλά παιδάκια απολαμβάνουν και ένα παγωτό, το πρώτο τής σαιζόν.)

Να γίνονται, λοιπόν, παρελάσεις και μάλιστα με μικρά παιδάκια που αυτά το χαίρονται και περισσότερο. Ευτυχώς ή δυστυχώς δεν έχουμε βρει άλλους καταλληλότερους τρόπους εορτασμού. Υπάρχουν βέβαια και τα ποιήματα στα σχολεία, καθώς και κάποιοι παραδοσιακοί χοροί από συλλόγους.

Η μαθητική παρέλαση όμως είναι πράγματι… πάνδημος εορτασμός και καλά είναι να γίνεται. Πώς όμως; Να τα υποχρεώνουμε τα παιδάκια να μιμηθούν το στρατό έχοντας κανονικό βηματισμό ή να τα αφήνουμε να περπατούν πιο ελεύθερα, κρατώντας ίσως και κουνώντας όμορφα σημαιούλες;

Να ένα θέμα που μπορούμε να το συζητήσουμε. Όπως μπορούμε να συζητήσουμε και το θέμα της φορεσιάς. Συμφωνώ σ’ αυτό που έχουμε ήδη καταλήξει. Κάθε σχολείο να περνάει με τη στολή του, η οποία δίνει και στους μαθητές του το αίσθημα τού ανήκειν. Έχει και η ομοιομορφία τη σημειολογία της και καμιά φορά, την… ομορφιά της.

Το άλλο πουλάκι:
Σταθείτε να σας πω μια ιστορία.

Έχει να κάνει με τις στολές της παρέλασης και συνέβη σε σχολείο της δυτικής Θεσσαλονίκης στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Ο διευθυντής μαζί με τον υπεύθυνο γυμναστή, αφού συγκέντρωσαν τα παιδιά, τους μίλησαν για το πού και τι ώρα θα συγκεντρωθούν για την παρέλαση της επομένης.

Τους θύμισαν ακόμη τι πρέπει να φορούν. Μπλε παντελονάκι και άσπρο πουκάμισο ή μπλουζάκι τα αγόρια, αντίστοιχα μπλε φούστα και κάτι άσπρο από πάνω τα κορίτσια. Ο διευθυντής μάλιστα τους τόνισε ότι, όσα παιδιά έχουν στολές και θέλουν, μπορούν να παρελάσουν μ’ εκείνες.

Τι το ήθελε; Την επομένη παρουσιάστηκε ένα αγοράκι ντυμένο… «νίντζα»! Ήταν τότε πολύ δημοφιλής ενδυμασία στα αποκριάτικα μπαλντανφάν. Δεν σκέφτηκε βλέπετε ο καημένος ο διευθυντής να τονίσει ότι εννοεί εθνικές ή παραδοσιακές στολές.

Και, καλά, το παιδί δεν κατάλαβε. Εκείνη η μάνα τι σκέφτηκε άραγε και το έστειλε να παρελάσει ντυμένο νίντζα; Ότι θα πήγαινε σε παρέλαση καρναβαλιού; Από την άλλη όμως μπορώ να φανταστώ και τη σκηνή με τη μητέρα να διαφωνεί και το παιδί να χτυπιέται φωνάζοντας «αφού ο διευθυντής είπε ότι μπορούμε, άμα θέλουμε, να φορέσουμε τις στολές μας».

Γιατί σας είπα όμως αυτή την ιστορία; Για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι επειδή δείχνει πως, πολλές φορές, ακόμα κι εμείς οι Έλληνες, οι πατριώτες, δεν έχουμε καταλάβει τον λόγο για τον οποίο γίνονται εθνικές γιορτές και παρελάσεις.

Ο δεύτερος διότι μας λέει πως, από τη στιγμή που θα αποφασίσουμε να παρελάσουμε θα πρέπει να είμαστε όλοι ντυμένοι με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Τώρα, αν είναι λίγο πιο πάνω ή λίγο πιο κάτω η φούστα, αν υπάρχει κάποιο σκουλαρίκι που δεν καλοφαίνεται, αν τα μαλλιά είναι βαμμένα όχι όμως πολύχρωμα και χτενισμένα όχι πολύ… πανκ, ε, δεν θα χαλάσουμε και τις καρδιές μας.

Αυτό εξαρτάται από την… ανεκτικότητα του κάθε σχολείου, από την αυστηρότητα του κάθε διευθυντή ή του υπεύθυνου συνοδού και γενικά από τον «συντηρητισμό» τής μικρής ή μεγαλύτερης κοινωνίας μέσα στην οποία βρίσκεται η σχολική κοινότητα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Βλέπουμε κάθε χρόνο διάφορα… έκτροπα.

Ή έτσι τα θεωρούμε εμείς, οι πιο συντηρητικοί. Πάντως, γεγονός είναι ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να υπερβαίνει κάποια όρια και εκείνος που θα το επιχειρήσει βρίσκεται εκτός γραμμής. Κυριολεκτικά!

Φέτος, λοιπόν, τέθηκε το θέμα της μαθήτριας που θέλησε να παρελάσει ντυμένη όχι όπως όλα τα παιδιά του σχολείου της, αλλά με φορεσιά που επέλεξε η ίδια ή η οικογένειά της. (Έχει κι αυτό τη σημασία του, όμως ας μην το συζητήσουμε μ’ αυτή την αφορμή.)

Το σχολείο της αποφάσισε ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα και της το επέτρεψε. Το γεγονός αυτό όμως προκάλεσε αντιδράσεις και άνοιξε μια συζήτηση που, προφανώς, δεν έχει να κάνει με το συγκεκριμένο παιδί, ούτε με τη φορεσιά της παρέλασης.

Επειδή όμως πέρασε η ώρα θα συνεχίσουμε αύριο.
Την στολήν της… ψυχής!

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

160325 ΑΜΥΝΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Άμυνα ζώνης!

Αν είστε φίλοι του μπάσκετ, πρωτίστως, ή του ποδοσφαίρου, κάτι θα σας λέει η έκφραση αυτή. Περισσότερα θα σας λέει αν, εκτός των παραπάνω, είστε και φίλοι των αστυνομικών μυθιστορημάτων. Αν όμως δεν ανήκετε σε καμιά από αυτές τις κατηγορίες, ίσως σας θυμίζει κάτι από τηλεοπτική σειρά.

Εγώ, για καλό και για κακό, θα σας πω λίγα λόγια για κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις, έτσι για να πιάσω όλο το φάσμα των συνομιλητών.
Ξεκινώ με τον αθλητισμό, στον οποίο κάποιοι συγκαταλέγουν και το ποδόσφαιρο. Εκεί η άμυνα ζώνης είναι μια διάταξη κατά την οποία οι αμυνόμενοι δεν «μαρκάρουν» συγκεκριμένους παίκτες, αλλά «καλύπτουν» δεδομένο χώρο του γηπέδου.

Αυτό γίνεται σε παράλληλες γραμμές, ώστε, αν οι αντίπαλοι περάσουν την πρώτη γραμμή, την πρώτη ζώνη, να σταματήσουν στη δεύτερη ή, αν χρειαστεί, στην τρίτη αμυντική γραμμή. Στην ανάγκη θα τους σταματήσει ο τερματοφύλακας.

Κρατήστε το αυτό, γιατί εκεί θέλω να καταλήξω στον τερματοφύλακα, πριν δεχτούμε το γκολ. Πάνω σ’ αυτό το σκεπτικό ήταν δομημένο και το εξαιρετικό αστυνομικό μυθιστόρημα του Πέτρου Μάρκαρη «Άμυνα Ζώνης», με τον γνωστό και αγαπητό αστυνόμο Χαρίτο.

Ένας από τους πολλούς λόγους για τους οποίους τον αγαπήσαμε ήταν και το πάθος του με τα λεξικά, όπου αναζητούσε λήμματα που τον βασάνιζαν κατά τη διάρκεια της έρευνας. Στη μικρή οθόνη, στην ομώνυμη σειρά, τον ενσάρκωσε μοναδικά ο αξέχαστος Μηνάς Χατζησάββας.

Ωραία. Τα είπαμε όλα. Γιατί όμως αποφασίσαμε να σας μιλήσουμε ξαφνικά γι’ αυτό το θέμα. Πώς μας ήρθε; Πάντως όχι στα καλά καθούμενα. Το σκεφτήκαμε καθώς συζητούσαμε με φίλους μια ακόμη αμυντική τακτική της κυβέρνησης, για την οποία η άμυνα ζώνης είναι το αγαπημένο «παιχνίδι»

Τι εννοώ. Κάθε φορά που πρόκειται να αποφασίσει και να ψηφίσει κάποιο μέτρο, παρουσιάζει μια αμυντική τακτική όμοια με αυτή της άμυνας ζώνης. Παρουσιάζει αλλεπάλληλες «κόκκινες γραμμές», τις οποίες υποτίθεται ότι θα υπερασπιστεί μέχρι… θανάτου.

Πολιτικού, έτσι; Για να μην μπερδευόμαστε. Το ενδιαφέρον στην υπόθεση είναι πως οι γραμμές αυτές δεν παρουσιάζονται όλες εξαρχής, άλλωστε κάτι τέτοιο δεν θα είχε νόημα.

Το άλλο πουλάκι:
Απέναντι σε ποιους όμως αμύνεται;

Εδώ υπάρχει ένα πολύ λεπτό σημείο. Η ίδια λέει ότι δέχεται επίθεση από πραγματικούς ή φανταστικούς εχθρούς («μόνο το τσίπουρο και τον ήλιο δεν μπορούν να μας πάρουν» -ποιοι;) που δεν την αφήνουν να κυβερνήσει όπως θα ήθελε, ή έλεγε ότι θα κάνει, όταν ήταν στην αντιπολίτευση.
Προφανώς με κάποιο «πρόγραμμα Θεσσαλονίκης».

Εμείς όμως ξέουμε ότι, στην πραγματικότητα, αυτή η «άμυνα ζώνης» δεν είναι παρά ένα ωραίο παραμύθι, προκειμένου να πειστούν οι (εναπομείναντες) αφελείς ότι η κυβέρνηση το παλεύει.

Διότι ξέρει πολύ καλά –τουλάχιστον έπρεπε ή όφειλε να ξέρει- πως, από τη στιγμή που υπέγραψε το τρίτο, κατάδικό της μνημόνιο, τα περιθώρια να ελιχθεί είναι ελάχιστα. (Κάποιοι λένε «ευτυχώς», γιατί, στις λίγες περιπτώσεις που έχει το ελεύθερο να κινηθεί όπως θα ήθελε, είδαμε τι κατάφερε.)

Θα σας δώσω αμέσως ένα τέτοιο, χαρακτηριστικό παράδειγμα «άμυνας ζώνης»: Από τις υπεσχημένες αυξήσεις στις συντάξεις, πήγαμε στο… καμιά σύνταξη δεν θα πειραχτεί. Μετά δηλώσαμε ότι δεν θα πειραχτούν οι κύριες συντάξεις παρά μόνο οι επικουρικές και ύστερα πως θα διατηρηθούν μόνο οι κύριες κάτω από ένα ποσό.

Στο τέλος έμεινε μόνος ο… τερματοφύλακας, δηλαδή η εθνική σύνταξη, να αμύνεται απέναντι στους επιτιθέμενους των θεσμών, προκειμένου να κρατήσει ανέπαφη την εστία μας. Που δεν το βλέπω. Εν πάση περιπτώσει, καταλάβατε πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα της άμυνας ζώνης.

Πού θέλω όμως να καταλήξω; Μια αντίστοιχη διάταξη παρουσίασε η κυβέρνηση και συγκεκριμένα ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης στο θέμα της επιστροφής των κοινοτικών κονδυλίων τα οποία είχαν εισπραχθεί παρανόμως από αγρότες της χώρας μας. Μιλάμε για τις επιδοτήσεις από το «πακέτο Χατζηγάκη» (και όχι μόνο) που τώρα καλούμαστε να επιστρέψουμε.

Θυμόσαστε που είχαμε σχολιάσει τις δηλώσεις του υπουργού κυρίου Αποστόλου στη Βουλή πως, όσο είναι αυτός στην κυβέρνηση, δεν πρόκειται να ζητηθεί πίσω ούτε ένα ευρώ από τους αγρότες; Ε, εκείνη ήταν η πρώτη γραμμή της άμυνας.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι λέγαμε τότε;

Λέγαμε ότι… οι «κουτόφραγκοι» ξύπνησαν και ζητούν όχι απλώς να επιστραφούν οι επιδοτήσεις που εισπράχτηκαν παράνομα, αλλά να πληρώσουν εκείνοι ακριβώς που τις εισέπραξαν.

Όμως η κυβέρνηση, διά στόματος του αρμόδιου υπουργού κυρίου Αποστόλου, από τη μια ψηφίζει τον σχετικό νόμο που απαιτούν οι κουτόφραγκοι (είπαμε, φαίνεται ότι ξύπνησαν) και από την άλλοι κλείνει το μάτι στους αγρότες που πρέπει να πληρώσουν, λέγοντας το ελληνικότατο «μη φοβάστε, εγώ είμαι εδώ»!

Τώρα λέει -δεύτερη γραμμή άμυνας- ότι θα πληρώσουν μόνο όσοι έλαβαν (ξαναλέω, παρανόμως) πάνω από 5.000 ευρώ. Οι υπόλοιποι, που μπορεί να πήραν λιγότερα είναι όμως αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες, φαίνεται ότι τη γλιτώνουν. Για την ώρα.

Μην είστε όμως σίγουροι, διότι μάλλον πρόκειται για μια τρίτη αμυντική γραμμή. Αυτό το συμπεραίνουμε από τις δηλώσεις του υπουργού ο οποίος δεν μας αφήνει και πολλές ελπίδες. «Θα συνεχίσουμε τη διαπραγμάτευση […] θα αποφύγουμε περαιτέρω επιβαρύνσεις».

Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να πούμε για ποιο λόγο πρέπει να ανησυχούν και οι υπόλοιποι επιδοτηθέντες (παρανόμως). Όταν λένε κάποιοι στην κυβέρνηση «συνεχίζουμε τη διαπραγμάτευση», νομίζω όλοι (πλέον) καταλαβαίνουν πού θα πάει το πράγμα.
 
Πόσα γκολ θα φάμε ακόμη!

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

160324 ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Γιατί δεν εργάζονται όπως εμείς;

Πάντοτε μας δημιουργούνταν το ερώτημα γιατί πολλοί επαγγελματίες στο εξωτερικό δεν δείχνουν τον ίδιο ζήλο για εργασία με τους συναδέλφους τους που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας.
Σου δίνουν την εντύπωση ότι δεν τους ενδιαφέρει να έχουν μεγαλύτερη πελατεία, να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους, να έχουν περισσότερα κέρδη...

Το μυστήριο λύθηκε ως ένα βαθμό, όταν κάποιος φίλος που ζει σε... προηγμένη ευρωπαϊκή χώρα το συζήτησε με τον γιατρό του και μας μετέφερε το αποτέλεσμα της κουβέντας.
Τι απάντησε ο γιατρός, όταν τον ρώτησε γιατί δεν «κυνηγάει» τη δουλειά του;

«Έτσι και δω περισσότερους ασθενείς από όσους βλέπω τώρα, θα εργάζομαι όχι για μένα, αλλά για το κράτος»!
Η συζήτηση που ακολούθησε διαφώτισε περισσότερο την κατάσταση.

Είναι έτσι διαμορφωμένο το φορολογικό σύστημα, που πρέπει να προσέχεις πολύ πόσα χρήματα βγάζεις. Βλέπετε; Δεν λέω πόσα δηλώνεις, γιατί, απ’ ό,τι κατάλαβε ο φίλος μου, ο γιατρός δήλωνε απ’ ευθείας στο σύστημα κάθε ευρώ που εισέπραττε.

Μόλις ξεπερνάς ένα όριο αλλάζει η φορολογική κλίμακα και αυξάνεται πολύ ο συντελεστής. Στην πραγματικότητα κάνεις το κράτος συνεταίρο σου, για να μην το πω διαφορετικά. Το διαφορετικά, δηλαδή «νταβατζής», γίνεται πάνω από κάποιο ποσό, όταν η εφορία σου τα παίρνει όλα!

Συμβαίνει μάλιστα το παράλογο να σου μένουν μετά τη φορολόγηση λιγότερα «καθαρά» από κάποιον που έβγαλε και δήλωσε μικρότερο εισόδημα από εσένα. Το κράτος δηλαδή σου παίρνει όχι μόνο όσα έβγαλες επιπλέον από το κρίσιμο όριο, αλλά και μέρος από το προηγούμενο ποσό.

Κάπως έτσι λύθηκε το μυστήριο. Δεν ήταν, λοιπόν, τεμπέλης ο συγκεκριμένος γιατρός, ούτε καν κακός επιστήμων που δεν τον προτιμούν οι ασθενείς. Απλώς κανόνιζε με τέτοιο τρόπο τα ραντεβού του, ώστε να βλέπει τόσους ασθενείς και να έχει τόσο εισόδημα που να μην... δουλεύει για το κράτος.

Το άλλο πουλάκι:
Είναι καλό αυτό;

Δεν ξέρουμε, θα δείξει. Θα το δούμε πώς θα λειτουργήσει τώρα που θα εφαρμοστεί και στη χώρα μας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον μάλιστα θα έχει να δούμε την προσαρμογή αυτού του συστήματος στην περίφημη ελληνική πραγματικότητα.

Τι εννοώ. Διαβάσαμε πριν από λίγες μέρες για τις νέες φορολογικές κλίμακες και είδαμε πώς θα λειτουργούν τα συγκεκριμένα όρια, μέσα από χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Με μια κουβέντα... γινόμαστε Ευρώπη!

Δείτε κάποιες περιπτώσεις όπως τις επεσήμαναν δημοσιογράφοι που είναι σαΐνια στα φορολογικά: Το εισόδημα των 24.000 ευρώ βρίσκεται στην κλίματα τού 22,5% και όποιος (τυχερός) το αποκτήσει θα του μείνουν, μετά την φορολόγηση, 18.500 ευρώ καθαρά.

Αν όμως κάνει το λάθος και εργαστεί περισσότερο, με αποτέλεσμα να βγάλει και να δηλώσει 26.000 ευρώ, τότε αλλάζει κλίμακα, φορολογείται περισσότερο και του μένουν καθαρά 17.600!

Δηλαδή δεν χάνει μόνον όλα όσα επιπλέον κέρδισε, αλλά και 900 ευρώ από εκείνα που θα είχε αν... σταματούσε να εργάζεται και να «κερδίζει» άλλα χρήματα. Και ρωτάω. Ποιος είναι αυτός που θα δείξει την αφέλεια να κάνει κάτι τέτοιο;

Προσέξτε! Δεν εννοώ να εργαστεί περισσότερο και να κερδίσει πιο πολλά, αλλά να δηλώσει αφελώς όσα έβγαλε. Αν μέχρι σήμερα υπήρχαν πολλοί λόγοι να αποκρύπτονται εισοδήματα, τώρα υπάρχει ακόμη ένας σοβαρότατος. Το να εργάζεσαι και να χάνεις.

Θέλετε ακόμη ένα παράδειγμα για να το εμπεδώσετε; Αν κάποιος δηλώσει 31.500 ευρώ το χρόνο, θα έχει καθαρό εισόδημα 21.500 ευρώ. Αν του «ξεφύγει» και πάει στις 33.000 (και κάνει το λάθος να τα δηλώσει όλα) τότε ανεβαίνει στην κλίμακα του 42%, με αποτέλεσμα να του μείνουν καθαρά 19.140 ευρώ!

Δηλαδή θα βγάλει χίλια πεντακόσια ευρώ τα οποία θα τα δώσει όλα στην εφορία, αλλά και δυο χιλιάρικα επιπλέον από όσα θα πλήρωνε αν δεν είχε «κερδίσει» αυτό το ποσό.
Για να το διασκεδάσουμε λίγο θα σας το δώσω σε... τηλεπαιχνίδι.

Φανταστείτε ένα παιχνίδι ερωτήσεων που ο παίκτης, από ένα σημείο και πέρα, όποτε απαντήσει σωστά όχι μόνο δεν κερδίζει επιπλέον χρήματα, αλλά χάνει και από αυτά που έχει ήδη κερδισμένα! Ποιος θα πήγαινε να πάρει μέρος. Ή, καλύτερα, ποιος θα είχε την αφέλεια να κάνει επίδειξη γνώσεων, πληρώνοντας γι’ αυτό;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μόνο... κατάδικοι!

Όπως και στην πραγματική οικονομία θα την πληρώσουν μόνο εκείνοι που δεν μπορούν να αποφύγουν τη φορολόγηση, δηλαδή τα συνήθη κορόιδα. Κάποιοι από αυτές τις τριακόσιες χιλιάδες φορολογούμενων που πληρώνουν τώρα το 42% των φόρων.

Σ’ αυτών τις τσέπες θα μπει πιο βαθιά το χέρι της εφορίας. Μη νομίσετε όμως ότι κι εκεί δεν θα βρεθούν «λύσεις», αφού είπαμε, κανείς δεν είναι τόσο κορόιδο ώστε να δουλεύει περισσότερο και να... χάνει.

Αρκεί να υπάρξει κάποιο έξυπνο σύστημα (που θα υπάρξει, να είστε σίγουροι) που να σε ειδοποιεί πότε έπιασες το όριο στο οποίο αλλάζεις κλίμακα και δεν σε συμφέρει πλέον να αποκτήσεις παραπάνω έσοδα.

Τότε «χτυπάς» μια άδεια άνευ αποδοχών και αφήνεις τα κορόιδα να δουλεύουν για το κράτος. Δεν σου δίνουν άδεια; Κανένα πρόβλημα. Ξεκινάς μια απεργία -πάντα υπάρχει ένας καλός λόγος- και την σταματάς στο τέλος του «οικονομικού έτους», ώστε το φορολογητέο εισόδημά σου να παραμένει κάτω από το κρίσιμο όριο.

Τι λέτε; Είμαι μακριά από την πραγματικότητα;
Θα δείξει.

Κερδίζεις... χάνοντας!

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

160323 ΕΝΔΕΔΕΙΓΜΕΝΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Λέγαμε για τις αντιφάσεις…

Η πρώτη αντίφαση είναι η ευθιξία των Ανεξάρτητων (μόνη «εξάρτηση» η εξουσία) Ελλήνων, που αναδείχθηκε μία και μόνη φορά. Έχουν γίνει σημεία και τέρατα, έχουν καταπατηθεί όρκοι και υποσχέσεις, έχουμε παρακολουθήσει μεγαλοπρεπέστατες κωλοτούμπες, έχει βουίξει, αλλά και γελάσει, ο κόσμος όλος και αυτοί… εθίγησαν από το όνομα.

Υπάρχει όμως και μια αντίστοιχη, παράλληλη θα λέγαμε, αντίφαση από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ. Και ενώ την μεν πρώτη την επεσήμαναν πολλοί σχολιαστές, για ετούτη εδώ δεν είδα να γίνεται λόγος, τουλάχιστον στην έκταση που θα έπρεπε.

Από τι ενοχλήθηκαν κάποιοι (ομολογουμένως πολλοί) εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ; Από την ευθιξία του Πάνου Καμμένου στο «εθνικό θέμα» της ονομασίας των Σκοπίων!
Από μόνο του δεν είναι για γέλια και για κλάματα;

Τους κάλεσαν να συγκυβερνήσουν, διότι, είπαν, είναι το μόνο αντιμνημονιακό κόμμα με το οποίο μπορούν να συνεργαστούν.
Στο όνομα αυτής της συγκυβέρνησης και για χάρη του από κοινού σκισίματος του μνημονίου, δέχτηκαν… και τι δεν δέχτηκαν!

Προσέξτε, για να μην παρεξηγηθώ. Δεν μιλάω για τον ΣΥΡΙΖΑ σε επίπεδο υψηλών στελεχών. Αυτοί ήξεραν και ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Άλλωστε δεν είναι τα στελέχη και ο πρωθυπουργός που αντέδρασαν στην… αντίδραση του Πάνου.

Η δική τους αντίδραση θα έπρεπε να είναι μία και μοναδική. Να θέσουν θέμα της παραπέρα «συνεργασίας» τους και να το θέσουν δημοσίως. Το λέω για να σας προλάβω, μη μου πείτε ότι ο Αλέξης Τσίπρας πάτησε πόδι και δεν ενέδωσε στο τελεσίγραφο του Καμμένου.

Μ’ ενδιαφέρει περισσότερο η στάση των απλών στελεχών και των ψηφοφόρων. Που ξαφνικά, μα εντελώς ξαφνικά, ανακάλυψαν με ποιους μοιράζονται την εξουσία. Κατάλαβαν το ποιόν του Πάνου Καμμένου και των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Τώρα. Και με αυτή την αφορμή!

Και βγήκαν στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να ξιφουλκήσουν κατά του «πατριδοκάπηλου» και «ακροδεξιού» κόμματος και του αρχηγού του. Τώρα. Και με αυτή την αφορμή!

Το άλλο πουλάκι:
Είναι περίεργα τα αισθητήρια το καθενός.

Φαίνεται πως η ευαισθησία είναι κάτι που έρχεται και παρέρχεται, κάτι που οξύνεται ή αμβλύνεται ανάλογα με τις περιστάσεις και με το τι κερδίζει ή χάνει κάποιος, όταν η ευαισθησία του γρηγορεί σαν πιστό σκυλί ή… τον παίρνει λιγουλάκι να ξεκουραστεί, αφήνοντας τις καμήλες να αλωνίζουν!

Ναι, τις καμήλες. Διότι το φαινόμενο δεν είναι νέο, ούτε μόνο της εποχής. Έχει επισημανθεί από τότε που πρωτακούσαμε για  ανθρώπους που διυλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλον. Έτσι και τώρα με τους «συντρόφους». Αφού κατάπιαν αρκετές… ανεξάρτητες καμήλες, τους ενόχλησε το κουνουπάκι.

Δηλαδή η υπερευαισθησία του Καμμένου στην ονομασία.
Από τις δυο μεριές δηλαδή, όπως ακριβώς ψήνεται το ψάρι, πρέπει να δει κανείς την αντίφαση. Όσον αφορά τις ηγετικές ομάδες, φαίνεται πλέον ολοκάθαρα πως το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να… προχωρά το καραβάνι.

Δηλαδή να παραμένουν στην εξουσία. Εξαπατώντας εαυτούς και αλλήλους με το μόνο επιχείρημα που τους μένει τώρα πλέον. Ότι αν δεν ήταν αυτοί στην εξουσία τα πράγματα θα ήταν χειρότερα. Για τους ίδιους οπωσδήποτε, δεν είμαι σίγουρος για τη χώρα.

Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι το Ευαγγέλιο κάτι τέτοιους τύπους τους αποκαλεί όχι μόνον υποκριτές, αλλά και «τυφλούς οδηγούς». Πού να βασιστείς να σε οδηγήσει κάποιος που δεν βλέπει; Νομίζω ότι βλέπετε πού φτάσαμε, δείχνοντάς τους εμπιστοσύνη.

Είπαμε όμως τη Δευτέρα πως θα μιλήσουμε και για ένα δεύτερο θέμα που απασχόλησε τη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα. Είδατε που δεν το ξεχνάμε; Και είδατε που κρατάμε τις υποσχέσεις μας;

Δεν είναι τυχαίο βέβαια το γεγονός ότι εμείς δεν έχουμε καμιά εξουσία να διαχειριστούμε ούτε χρειάζεται να κάνουμε καμιά προσπάθεια για να τη διατηρήσουμε. Εμείς είμαστε στην… αντιπολίτευση, όπου ο κόσμος είναι πιο ξένοιαστος και η ζωή πολύ πιο εύκολη.

Είδατε, ας πούμε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος ταυτίστηκε με τον Καμμάνο στο «όνομα», με πόση ευκολία πέταξε από το κόμμα το υποκείμενο (πολιτικό υποκείμενο, έτσι;) που ακούει στο όνομα Φαήλος (Γαρουφαήλ) Κρανιδιώτης;

Θα τολμούσε να κάνει το ίδιο, αν από την ψήφο του εξαρτιόταν η παραμονή της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία και του ίδιου στη θέση του πρωθυπουργού;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Δεν μπορούμε να μιλάμε υποθετικά.

Μπορούμε όμως να μιλάμε με γεγονότα. Και το γεγονός είναι ότι οι υπόλοιποι αρχηγοί της Νέας Δημοκρατίας εξακολουθούσαν όχι απλώς να ανέχονται αλλά και να καλύπτουν πολιτικά αυτόν τον τύπο.

Του οποίου τις απόψεις δεν με ενδιαφέρει καθόλου να τις συζητήσω, θέλω όμως να πω ότι με αηδιάζει το ύφος του. Το ύφος του χωριατόμαγκα, που λέει τα πράγματα με τον δικό του, τάχα, τρόπο και… δεν καταλαβαίνει Χριστό. Που καμαρώνει μάλιστα, διότι θεωρεί πως με τις απόψεις του, κυρίως όμως με τον εμετικό τρόπο που τις διατυπώνει, εκφράζει και άλλους.

Οι οποίοι, υποτίθεται, δεν τολμούν να το κάνουν όπως αυτός, τουλάχιστον όχι δημοσίως.
Χωριατόμαγκες που δεν καταλαβαίνουν πως αυτός ακριβώς ο αυτοπεριορισμός, η αυτολογοκρισία, είναι ένα από τα στοιχεία του πολιτισμού μας.

Το ότι δηλαδή δεν μπορούμε όχι απλώς να κάνουμε, αλλά ούτε και να λέμε ό,τι μας έρθει στο νου, χωρίς πρώτα να λογαριάσουμε τις κοινωνικές συνέπειες.

Μπράβο, λοιπόν, στον Μητσοτάκη. Να ευχηθούμε καλή συνέχεια με ανάλογα «στελέχη» του κόμματός του.
«Ουαί υμίν»!

Τρίτη 22 Μαρτίου 2016

160322 ΣΥΝΩΝΥΜΟΝ-2

Το ένα πουλάκι:
Αυτό τους πείραξε.

Για τον Πάνο Καμμένο λέω και τους Ανεξάρτητους (μόνη «εξάρτηση» η εξουσία) Έλληνες. Που μας θύμισαν περασμένες ηρωικές εποχές, όταν πρωτεργάτες τού… μακεδονικού αγώνα ήταν ένδοξες προσωπικότητες, κάτι Παπαθεμελήδες, κάτι Ψωμιάδηδες, κάτι Χριστόδουλοι…

Μας γύρισαν πίσω πολλά χρόνια. Ψάχνοντας λίγο στο αρχείο μας βρήκα τι λέγαμε στις 11 Νοεμβρίου 2004 (χρονιά κι εκείνη!) όταν οι ΗΠΑ αναγνώρισαν τα Σκόπια με το όνομα Μακεδονία:

«Τέλειωσαν, λοιπόν, οι γιορτές, σηκώθηκε κι ο κύριος Ψωμιάδης να πάει να τραγουδήσει στην Αυστραλία και τότε βρήκαν την ευκαιρία να μας χτυπήσουν πισώπλατα.
Αναγνώρισαν τα ακατονόμαστα “Σκόπια” με το όνομα Μακεδονία και μάλιστα χωρίς επίθετο.
Ούτε ο Κωνσταντίνος (σκέτος) να ήταν.

Τέτοιο χαστούκι, σε διεθνές επίπεδο, έχουμε να δεχτούμε από… την ήττα της Εθνικής μας μέσα στην Αλβανία.
Κρίμα! Καλά οι Ρώσοι και οι Σέρβοι, οι φίλοι μας όμως, οι Αμερικάνοι, να μας φερθούν τόσο σκουληκιάρικα;

Μας πήραν [φαίνεται] είδηση.
Κατάλαβαν πόσο σοβαροί είμαστε στην εξωτερική μας πολιτική…
Ιδιαίτερα μετά την αξιοπρεπέστατη στάση που κρατήσαμε στο Κυπριακό!

Σκέφτηκαν οι άνθρωποι:
Εκεί που θα τους αφήσουμε να διαπραγματεύονται πενήντα χρόνια για να καταλήξουν σε καμιά ονομασία του τύπου Δημοκρατία της Νέας Σλαβικής Βορειοδυτικής Άνω Μακεδονίας…

Για  να κάνουν ύστερα δημοψήφισμα και να απορρίψουν την ονομασία διότι περιέχει τον όρο Μακεδονία…
Ας το αναγνωρίσουμε τώρα και μετά τους αφήνουμε να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις, όσο τραβάει η ψυχή τους και ορέγεται η εσωτερικής τους κατανάλωση.

Ναι, θα μου πείτε, αλλά δεν λογάριασαν τις αντιδράσεις.
Όχι, θα σας απαντήσω, τις λογάριασαν και γι’ αυτό περίμεναν να γίνουν πρώτα οι εκλογές τους. Διότι, η μόνη σοβαρή αντίδραση που θα μπορούσαν να λάβουν υπόψη τους ήταν η αρνητική ψήφος των Ελληνοαμερικάνων.
Όλα τα υπόλοιπα είναι για να έχουν δουλειά τα ελληνικά κανάλια.

Υπάρχει και μια δεύτερη αντίδραση την οποία φοβούνται οι Αμερικάνοι, αλλά φαίνεται πως δεν σκοπεύουμε να φτάσουμε σε τόσο ακραία φαινόμενα. Είναι η σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών».

Το άλλο πουλάκι:
Εγώ, τότε, αναρωτιόμουν μήπως είμαι εθνικός προδότης:

«Δεν ξέρω, ρε παιδιά, αρχίζω κι ανησυχώ και σκέφτομαι μήπως θα έπρεπε να πάω να με κοιτάξει κανένας… Παπαθεμελής. Τι συμπτώματα έχω; Δεν αισθάνομαι τίποτα.

Ούτε ότι μου κλέβουν την Ιστορία μου, ούτε ότι απειλείται η Εθνική μου Ακεραιότητα, ούτε ότι παραβιάζεται κάποια από τις Διεθνείς Συνθήκες. Απεναντίας.
Νιώθω ότι έχω πολιτικούς αρχηγούς ανίκανους να χειριστούν το παραμικρό θέμα, να προβλέψουν σε βάθος χρόνου… δύο μηνών και να επιδείξουν στοιχειώδη σοβαρότητα.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, το δικό τους κενό έρχονται να συμπληρώσουν διάφοροι «αεριτζήδες», ψευτοπαλληκαράδες, πατριδοντοβατζήδες που παίζουν εν ου παικτοίς.
Παρόλα αυτά, ένα είναι που με τρομάζει.
Ότι θα δούμε στο μέλλον κανένα (Θεός φυλάξοι) Μακεδονία – Ελλάς 2-0!

Και θα μας τσούζει.
(Το σκορ, έτσι;)»

Αυτά συζητούσαμε το μακρινό 2004. Εκείνο με το όνομα σε αθλητική συνάντηση το είδαμε στο μπάσκετ, αλλά το κουκούλωσε μια χαρά ο ΑΝΤ1 που μετέδιδε το ματς, βάζοντας κομμάτι από το παρκέ πάνω στο όνομα των αντιπάλων μας.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Πού να δείτε σε λίγους μήνες...

Όχι από τώρα, από τότε. Τον Απρίλιο του 2005, όταν πήγαμε παρακαλώντας για σύνθετη ονομασία, αλλά οι Σκοπιανοί μας έκαναν τους δύσκολους γράφαμε:
«Ευτυχώς που υπάρχουν πάντως κάποιοι που κρατούν ψηλά τη σημαία της εθνικής μας αξιοπρέπειας.
“Εγώ προσωπικά δεν πρόκειται να δεχθώ τέτοια ονομασία”, δήλωσε ο Στέλιος Παπαθεμελής.
Καταλάβατε;

Ως νέος Δικαιόπολις – από την ανάποδη αυτός – θα συνάψει προσωπική συμφωνία με τους “εχθρούς” και θα τους αποκαλεί με δικό του όνομα.
Να, δυο τρεις ακόμη να βρεθούν να τον ακολουθήσουν, τι θέλει νομίζετε για να αρχίσει να γέρνει το ψεύτικο αυτό οικοδόμημα.

Αυτή είναι όμως εξωτερική πολιτική! Να καταφέρνεις μετά από δεκαπέντε χρόνια, με εμπάργκο, με πιέσεις, με ολόκληρη χουλιγουντιανή παραγωγή του Όλιβερ Στόουν, να φτάσεις πού; Εκεί που θα μπορούσες να είχες φτάσει χωρίς τίποτε από τα παραπάνω από την πρώτη στιγμή.

Και αν θα φτάσεις.
Διότι, όπως είπαμε, εμείς μπορεί να δεχθήκαμε τον όρο Μακεδονία – έστω στα σλαβικά – ως βάση διαπραγμάτευσης, οι άλλοι όμως το θέλουν σκέτο, χωρίς Δημοκρατία και χωρίς Σκόπια.

Φαντάζεστε πώς θα ήταν οι διμερείς μας σχέσεις και ποια θα ήταν η θέση μας στη Βαλκανική αν το είχαμε “κλείσει” από τότε το θέμα; Πέσαμε όμως πάνω στους Ελληναράδες.
Και τώρα που οι αρχιελληναράδες κατάλαβαν τη θέση στην οποία βρισκόμαστε και βάλαν την ουρά στα σκέλια, το βούλωσαν και οι οπαδοί τους.

Ο καημένος ο Συνασπισμός! [Λέγαμε τότε, έτσι;]
Τι μειοδότες, τι εθνικούς προδότες, τι ξεπουλημένους δεν τους είχαν αποκαλέσει τότε, για να έρθουν σήμερα και να παρακαλούν για κείνο που μπορούσαμε να πάρουμε χωρίς να ανοίξει ρουθούνι.

Έτσι είναι όμως.
Πολιτική είναι η τέχνη του να προβλέπεις… πώς θα επανεκλεγείς!»

Η πρώτη λοιπόν αντίφαση είναι πως οι Καμμένοι δεν ενοχλήθηκαν από τίποτε άλλο αυτό το χρόνο της συγκυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά μόνο από το λάθος του κυρίου Μουζάλα. Υπάρχει όμως και μια μεγαλύτερη αντίφαση στην ιστορία, που θα τη δούμε αύριο.

Ιστορία;