ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

130930 ΠΑΙΔΑΡΙΩΔΕΣ-1

Το ένα πουλάκι:
«Να μην ανοίξουν ποτέ»!

Η φράση από το στόμα μητέρας κάποιου μαθητή που βρίσκεται στη Γ΄ τάξη του Λυκείου.
«Μπορούν να έχουν κατάληψη μέχρι τα Χριστούγεννα; Μακάρι!»

Όταν το ακούει κανείς έτσι, αποπλαισιωμένο, όπως θα έλεγαν και κάποιοι φιλόλογοι, πιστεύει αμέσως πως η μητέρα είναι του κινήματος «αγώνας διαρκείας», ή του δόγματος «ή εμείς ή αυτοί».
Καθόλου!

Η μητέρα εκφράζει με τα λόγια της μια άλλη πραγματικότητα που, δυστυχώς, υπάρχει δίπλα μας, αλλά την αγνοούμε, ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, αρνούμαστε ένα τη δούμε.
Την περιγράφει η ίδια, μεταφέροντας όμως και τη εμπειρία του παιδιού της.

«Στο σχολείο, ειδικά στην Γ΄ Λυκείου, δε γίνεται τίποτα. Ό,τι κάνουν τα παιδιά το κάνουν με τους φροντιστές και τους καθηγητές των ιδιαίτερων. Ε, αυτά, στις καταλήψεις, όχι μονό δεν σταματούν, αλλά λειτουργούν πολύ πιο άνετα, αφού αξιοποιούν και τις ώρες του πρωινού.
Γι αυτό σας λέω. Μπορούν να κρατήσουν μέχρι τα Χριστούγεννα;»

Ξέρω τι θα μου πείτε.
Πως η εν λόγω μητέρα δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τη μόρφωση του παιδιού της, μόρφωση που μόνο το σχολείο μπορεί να δώσει, παρά μόνο για το πώς αυτό θα επιτύχει στις εξετάσεις και θα περάσει στο Πανεπιστήμιο.

Συμφωνώ απολύτως.
Ποιος όμως μπορεί να την κατηγορήσει γι’ αυτό, ποιος γονιός που έχει παιδί σ’ αυτή την ηλικία σκέφτεται διαφορετικά;
Στην καλύτερη περίπτωση, υποστηρίζουν τον αγώνα των καθηγητών, όμως εύχονται να έχει τις λιγότερες επιπτώσεις στην προσπάθεια του δικού τους παιδιού για είσοδο στο Πανεπιστήμιο.

Για ποιο λόγο αγωνίζονται οι καθηγητές; Για ποιο λόγο γίνονται οι καταλήψεις; Για ένα καλύτερο σχολείο; Για ένα σχολείο που θα παρέχει πραγματική μόρφωση; Που θα βοηθά το κάθε παιδί να ανακαλύψει και να αναπτύξει όλες τις κλίσεις του;
Ε, ας περάσει τώρα το δικό μου παιδί στη Νομική και ας έρθει αυτό το πολυπόθητο σχολείο του χρόνου.

Το άλλο πουλάκι:
Φταίνε τα «παπαγαλάκια»;

Οι καθηγητές κατηγορούν συχνά τους «πουλημένους δημοσιογράφους», «τα παπαγαλάκια της εξουσίας» ή «τους μνημονιακούς κονδυλοφόρους», οι οποίοι δεν ενημερώνουν το κοινό για τις θέσεις τους (των καθηγητών), διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, ψεύδονται και συκοφαντούν τον αγώνα τους.

Μπορεί να είναι κι έτσι.
Φοβάμαι όμως πως οι γονείς του έχουν παιδιά στο σχολείο, πολύ περισσότερο τα ίδια τα παιδιά, δεν χρειάζονται κανέναν δημοσιογράφο για να μάθουν τι συμβαίνει μέσα στις τάξεις ή και έξω από αυτές.

Αυτό αποτυπώνεται κυρίως στα διάφορα σχόλια που οι αναγνώστες έρχονται να προσθέσουν κάτω από τις αναρτήσεις στο διαδίκτυο.
Εκεί βλέπεις αν και πόσο συμφωνούν με τον αρθρογράφο ή τον σχολιαστή, διαβάζεις τις δικές τους απόψεις και σιγά σιγά αποκτάς με πιο ολοκληρωμένη εικόνα.

Μάλιστα, αν εξαιρέσεις τα «άκρα», δηλαδή εκείνες τις γνώμες που εκφράζουν εμπάθεια και φανατισμό, και εστιάσεις στις πιο ψύχραιμες ένθεν κακείθεν, θα διαπιστώσεις πως όλοι συμφωνούν σε κάποιες γενικές παραδοχές.

Το σχολείο δεν είναι αυτό που θέλουμε, άρα κάτι πρέπει να γίνει.
Τεράστια ευθύνη για την κατάσταση έχουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις, αλλά και όλοι οι υπουργοί παιδείας που προσπάθησαν να… γράψουν ιστορία, με «μεταρρυθμίσεις» του ποδαριού.

Ωστόσο, μέρος της ευθύνης (κατ’ άλλους μικρό, κατ’ άλλους μεγαλύτερο) έχουν και οι καθηγητές, για λόγους πολλούς και διάφορους, κυρίως –λέω εγώ- γιατί δεν φρόντισαν να διαφυλάξουν το κύρος της εργασίας τους και της επιστημονικής τους κατάρτισης, φροντίζοντας οι ίδιοι να ξεχωρίσει η τρίχα από το σιτάρι.
Και υπάρχει πολύ σιτάρι.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ας είμαστε δίκαιοι.

Οι καθηγητές αγωνίζονται σε ένα περιβάλλον όπου η γνώμη και η μόρφωση δεν αποτελούν πλέον αξίες. Όπου, όπως είδαμε πριν, γονείς και μαθητές ενδιαφέρονται μόνο για την επιτυχία στις πανελλήνιες εξετάσεις. Όπου η δουλειά τους έχει να ανταγωνιστεί εκείνη του φροντιστηρίου, που πάντα βρίσκεται ένα βήμα πιο μπροστά και ένα βήμα ψηλότερα, στα μάτια γονέων και μαθητών.

Ξέρετε τι μου εξομολογήθηκε καθηγητής που κάνει ιδιαίτερα;
«Ένας λόγος, πέρα από τον οικονομικό, είναι πως εκεί αισθάνομαι ότι διδάσκω, υπάρχουν μαθητές που με παρακολουθούν, μπορώ να δω απτά τα αποτελέσματα της δουλειάς μου…»

Δεν έχει άδικο. Όπως δεν έχουν άδικο και οι καθηγητές που αγωνίζονται για ένα άλλο σχολείο, έτσι όπως το περιγράφουν και στις διακηρύξεις και τα κείμενά τους.

Μέχρι όμως να έρθει αυτό το άλλο σχολείο, ίσως χρειάζεται μια μεγαλύτερη προσπάθεια για να γίνει κάπως καλύτερο το σημερινό.
Κάποιοι την καταβάλλουν και με το παραπάνω. Έχουμε λαμπρά παραδείγματα (είμαστε μικρός τόπος και γνωριζόμαστε μεταξύ μας), τα οποία βάζουν τον πήχυ, ίσως πολύ ψηλά.

Δυστυχώς, κάποιοι άλλοι δεν κάνουν καν τον κόπο να πηδήξουν.
Περνούν από κάτω.

ΚΑΤΑΛΗ(Ξ)Η!

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

130927 ΑΦΟΒΟ-5

Το ένα πουλάκι:
Τι δεν είπαμε;

Αφού πιαστήκαμε αυτή την εβδομάδα με το θέμα της Χρυσής Αυγής και τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ας τελειώσουμε και μ’ αυτό.
Τεράστιο ζήτημα δημιουργήθηκε με τη δημοσίευση της φωτογραφίας, σε πρωτοσέλιδο γνωστής εφημερίδας, που δείχνει τον Παύλο Φύσσα να ξεψυχά στην αγκαλιά της αγαπημένης του.

Πολλοί τάχθηκαν υπέρ της δημοσίευσης, άλλοι τόσοι κατά, το χαρακτηριστικό της συζήτησης όμως, κι αυτή τη φορά, ήταν οι κραυγές, η οξύτητα, η έλλειψη ψυχραιμίας, πράγματα που, δυστυχώς, έχουν κυριαρχήσει στον δημόσιο διάλογο.

Ας προσπαθήσουμε να πούμε την άποψή μας κι ας ψάξουμε ήρεμα να βρούμε μια άκρη.
Είναι γεγονός ότι τέτοιες τραγικές στιγμές έχουν απαθανατιστεί από τον δημοσιογραφικό φακό κι άλλες φορές.

Ποιος θα ξεχάσει, ας πούμε, τη φωτογραφία που δείχνει τη μητέρα του καπνεργάτη Τάσου Τούση να θρηνεί πάνω από το πτώμα του νεκρού παιδιού της στη διασταύρωση των οδών Βενιζέλου και Εγνατίας, κατά τη μεγάλη διαδήλωση στις 9 Μαΐου του 1936;

Η φωτογραφία εκείνη, που δημοσιεύτηκε την επομένη στον Ριζοσπάστη, συγκλόνισε τον Γιάννη Ρίτσο και τον ενέπνευσε να γράψει τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ. Αντίστοιχες φωτογραφίες που απαθανατίζουν στιγμές θανάτου πολεμιστών ή αθώων θυμάτων αποτελούν ιστορικές μαρτυρίες και κάνουν το γύρω του κόσμου δημοσιευμένες σε βιβλία, περιοδικά ή ιστοσελίδες.

Βεβαίως, πάντοτε θα υπάρχει το ηθικό δίλημμα του ίδιου του οπερατέρ ή του φωτογράφου οι οποίοι, σε μια απελπιστικά κρίσιμη στιγμή σκέφτονται αν πρέπει να σπεύσουν προς βοήθεια ή να σηκώσουν την κάμερα και να την καταγράψουν.

Στο διαδίκτυο κυκλοφορεί και μια καταπληκτική ταινιούλα μικρού μήκους, που δείχνει ακριβώς αυτό, τη βράβευση μιας φωτορεπόρτερ (και τις τύψεις που την κατατρώγουν), η οποία αντί να βοηθήσει ένα παιδί που πυροβολήθηκε αυτή το φωτογράφισε καταγράφοντας έτσι μια «δημοσιογραφική επιτυχία».

Το άλλο πουλάκι:
Στη συγκεκριμένη περίπτωση άλλο ενόχλησε.

Ας μη κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Αν δεν ήταν η εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» και ο εκδότης της Θέμος Αναστασιάδης που δημοσίευσαν τη συγκεκριμένη φωτογραφία, τώρα θα συζητούσαμε σε άλλη βάση.
Διότι, πέρα από την ουσία, που είναι η καταγραφή και δημοσιοποίηση ενός ντοκουμέντου, μετράει και η πρόθεση, κι εδώ έχει να πει κανείς πολλά.

Ας δούμε όμως τι γράφτηκε κατά της συγκεκριμένης εφημερίδας και του εκδότη της.
Η πρώτη κατηγορία είναι πως η φωτογραφία δημοσιεύτηκε και μάλιστα στο πρωτοσέλιδο μόνο και μόνο για να «πουλήσει».

Αυτό, επιτρέψτε μου, δεν είναι και τόσο κακό.
Αφού συμφωνήσαμε πως τέτοια ντοκουμέντα είναι καλά να φτάνουν στο κοινό, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως και τα ΜΜΕ δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα, κάτι πουλάνε για να ζήσουν.

Το ζήτημα είναι να μην πουλάνε ό,τι πουλιέται και πολλές φορές ό,τι… δεν πουλιέται, όπως συνέβη με το «Πρώτο Θέμα», σε άλλη περίπτωση.
Θα θυμόσαστε την πρωτοσέλιδη φωτογραφία με τη γριούλα, η οποία, χάρη στην ασφάλεια που της παρείχε η Χρυσή Αυγή, μπορούσε να παίρνει χωρίς φόβο χρήματα από το ΑΤΜ της Τράπεζας.

Είχε δημοσιευτεί προεκλογικά «πουλώντας» αυτή τη φορά πολλούς ψηφοφόρους στο συγκεκριμένο κόμμα, το οποίο είχε στηρίξει μεγάλο μέρος της προεκλογικής του καμπάνιας στον μύθο της παροχής προστασίας σε ανήμπορους Έλληνες.

Τι αποδείχτηκε όμως στη συνέχεια;
Ότι επρόκειτο για μια στημένη φωτογραφία, αφού η συμπαθής γριούλα ήταν μητέρα στελέχους της Χρυσής Αυγής και όχι μια τυχαία γυναίκα που βοηθήθηκε από τα «καλά παιδιά».

Κάτι τέτοια, σε συνδυασμό βεβαίως με τη φιλοξενία που επέδειξε η τηλεοπτική εκπομπή τον εκδότη κυρίου Αναστασιάδη στον «καλλιτέχνη» Καιάδα-Γερμενή, έκαναν πολλούς να βγουν από τα ρούχα τους και βλέποντας τη φωτογραφία του Παύλου Φύσσα να φωνάξουν «ε, όχι κι έτσι».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ας μείνουμε όμως στην ουσία.

Πώς λειτούργησε, τελικά, η φωτογραφία;
Έδειξε στο κοινό το ωμό πρόσωπο της βίας; Ευαισθητοποίησε κάποιους από τους αναγνώστες; Φανέρωσε την κρυμμένη πλευρά της Χρυσής Αυγής;

Σας διαβάζω τις δύο τελευταίες παραγράφους από το σχόλιο του Παντελή Μπουκάλα στην «Καθημερινή», την Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου:
«Να όμως που το εξυπνοπούλι από τη μύτη πιάνεται. Από τη μύτη της μικρότητας και της αλαζονείας. Ακόμα κι αν μοναδική επιδίωξη της εν λόγω κυριακάτικης εφημερίδας ήταν να αυξήσει τις πωλήσεις της δημοσιεύοντας τη φωτογραφία, η ίδια η εικόνα, με τη σπαρακτική της σοβαρότητα, αυτονομείται πανεύκολα από δόλιους σχεδιασμούς και χυδαίους υλικούς υπολογισμούς. Και μιλάει. Σε μια γλώσσα ασύλληπτης κυριολεξίας. Ιδού. Το κακό γέννησε καλό.

Αργά ή γρήγορα θα ξεχάσουμε ποιοι και για ποιους πιθανούς λόγους δημοσίευσαν τη φωτογραφία. Θα παραμερίσουμε το ασήμαντο έναντι του σπουδαίου. Γιατί έχουμε κάτι πολύ σπουδαιότερο να κάνουμε εφεξής: να απολογούμαστε –με τα έργα μας κατά του φασισμού- βλέποντας το πρόσωπο δύο νέων ανθρώπων: του Παύλου και της Χρύσας. Το πρόσωπο της Ελλάδας του 2013».

Αμήν!

Εικόνα… μας!

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

130926 ΑΦΟΒΟ-4

Το ένα πουλάκι:
Συγκοινωνούντα δοχεία.

Ας το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή. Μπορεί να μη μας αρέσει, όμως δεν έχουμε να πούμε τίποτε περισσότερο για το γεγονός ότι στις τάξεις της ελληνικής αστυνομίας υπάρχουν πολλοί ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής.

Ξέρω τι θα με ρωτήσετε. Αφού η ψηφοφορία είναι μυστική, εσύ πώς γνωρίζεις τι ψηφίζουν οι Αστυνομικοί.
Η απάντηση έρχεται από την ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων σε εκλογικά τμήματα στα οποία -κατά τις εκλογές του 2012- κλήθηκαν να ψηφίσουν ένστολοι που υπηρετούν στην ΓΑΔΑ και σε υπηρεσίες όπως η ομάδα ΔΙΑΣ, η Ασφάλειας Αττικής ή η Άμεση Δράση.

Τι ακριβώς έγινε;
Σε ένδεκα εκλογικά τμήματα (806-816), που βρίσκονται σε σχολεία κοντά στο κτήριο της ΓΑΔΑ στην Αθήνα, ψηφίσαν με βάση ειδικούς εκλογικούς καταλόγους αστυνομικοί σε ποσοστό 20% έως 30% των ψηφισάντων. Σ’ αυτά τα τμήματα η Χρυσή Αυγή έλαβε ποσοστό από 17% μέχρι και 23%, τη στιγμή που σε διπλανά τμήματα δεν ξεπέρασε το 6%!

Αντίστοιχα αποτελέσματα υπήρχαν και σε εκλογικά τμήματα στην Καισαριανή, όπου βρίσκεται η έδρα των ΜΑΤ, στα οποία επίσης κλήθηκαν να ψηφίσουν πολλοί αστυνομικοί με βάση ειδικούς εκλογικούς καταλόγους.

Αυτό, από μόνο του, δεν είναι κακό και δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει ή τουλάχιστον θα μπορούσαμε να το σχολιάσουμε στον ίδιο βαθμό που τα αποτελέσματα στα συγκεκριμένα τμήματα έδειχναν μεγάλη προτίμηση στη Νέα Δημοκρατία ή τον ΣΥΡΙΖΑ.

Θα μου πείτε, είναι το ίδιο;
Ασφαλώς! Υποτίθεται -ξαναλέω υποτίθεται- ότι η Χρυσή Αυγή είναι ένα κόμμα που ιδρύθηκε και λειτουργεί νόμιμα, σύμφωνα με τις αρχές του Συντάγματος, έχει δικαίωμα να παίρνει μέρος στις εκλογές και οι πολίτες είναι ελεύθεροι να το ψηφίζουν όπως κάθε άλλο κόμμα.

Είπαμε, υποτίθεται!
Διότι η πραγματικότητα, όπως την περιγράψαμε και τις προηγούμενες μέρες, είναι πολύ διαφορετική κι εδώ βρίσκονται και οι ενστάσεις μας σε σχέση με την μεγάλη απήχηση που έχει στους κόλπους της Ελληνικής Αστυνομίας.

Το άλλο πουλάκι:
Ας δούμε κάτι αντίστοιχο.

Οι αστυνομικοί, όπως και όλοι οι Έλληνες φίλαθλοι (βάλτε εσείς τα εισαγωγικά), έχουν δικαίωμα να υποστηρίζουν όποια ομάδα τους κάνει κέφι.
Μπορεί να παρακολουθούν τα ματς από την τηλεόραση ή να πηγαίνουν στο γήπεδο, χωρίς αυτό να έχει κάτι το μεμπτό.

Έχουν όμως δικαίωμα να ανήκουν σε οργανωμένες «θύρες» και να συμμετέχουν στις συναντήσεις και τις εκδηλώσεις τους;
Όχι, στο βαθμό που πολλοί οργανωμένοι «φίλαθλοι» (βάζω εγώ τα εισαγωγικά), κινούνται συχνά στα όρια της παρανομίας και ακόμη συχνότερα τα παραβιάζουν.

Εδώ, λοιπόν, αρχίζουν τα προβλήματα.
Διότι, ας υποθέσουμε πως κάποιος ένστολος ανήκει ιδεολογικά (ΧΑ!) στη Χρυσή Αυγή και την ψηφίζει. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό το… ιδεολογικά; Ότι ενστερνίζεται και τις πρακτικές που υιοθετεί αυτό το κόμμα; Ότι δεν βλέπει τίποτε το κακό στο να απειλείς απλούς πολίτες, να ξυλοφορτώνεις μετανάστες, να ασκείς βία όπου και όταν σε παίρνει;

Βλέπετε ότι δεν προχωράω παραπέρα, σταματώ στο… ιδεολογικά και στο απλώς ψηφίζω.
Τι γίνεται όταν πάω λίγο παραπέρα; Όταν εκδηλώνω έντονα τη συμπάθειά μου με αναρτήσεις και φωτογραφίες στο φέισμπουκ ή όταν οργανώνομαι σε κάποια τοπική, επισκέπτομαι τα γραφεία, συμμετέχω (στον ελεύθερο χρόνο μου) σε «εκδηλώσεις» του κόμματος;

Τι γίνεται όταν παρέχω πληροφορίες και προανακριτικό υλικό για υποθέσεις που αφορούν… συντρόφους μου, όταν ειδοποιώ τα γραφεία πως πρόκειται να γίνει έρευνα, όταν κάνω τα στραβά μάτια, αν όχι «πλάτες», σε αδικήματα που διαπράττονται μπροστά μου;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τότε υπάρχει χοντρό θέμα.

Τότε δεν έχω καμιά θέση στην Ελληνική Αστυνομία και καλά θα κάνω να παραιτηθώ για να αφιερωθώ ψυχή τε και σώματι στην… ιδεολογία που είπαμε πριν.
Αν δεν το κάνω θα πρέπει να βρεθεί κάποιος άλλος να μου το κάνει κι αν αμελήσει κι αυτός θα πρέπει να αναζητηθούν οι ευθύνες όσο ψηλότερα κι αν χρειαστεί.

Φαίνεται πως τώρα, μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και της σχετικής έρευνας που διατάχθηκε, κάτι τέτοιο πάει να γίνει.
Και μαθαίνουμε ότι έσφιξαν κάπως οι… πισινοί.

Διαβάζουμε, λοιπόν, ότι έχει σημάνει συναγερμός τόσο στις τάξεις της Χρυσής Αυγής, όσο και σε ομάδες ένστολων που είχαν στενές σχέσεις μαζί της.
Τρέχουν και δεν φτάνουν να κρύψουν στοιχεία και να εξαφανίσουν ίχνη που αποκαλύπτουν τυχόν παραβάσεις καθήκοντος ή αμέλεια εκ μέρους των αστυνομικών.

Βλέπετε, όταν ξεκινάει κάτι τέτοιο, αρχίζουν να πέφτουν βροχή και οι καταγγελίες από πολίτες που ξαφνικά θυμούνται πόσα έχουν δει ή ακούσει, και μέχρι τώρα τα είχαν απωθημένα στην άκρη του μυαλού τους σαν άχρηστες πληροφορίες.
Παρόλα αυτά εμείς για άλλη μια φορά θα συστήσουμε ψυχραιμία και καθαρό μυαλό, μην πάρει η μπάλα και τους αμέτοχους ή τους αφελείς.

Οι δικαστικές και ανακριτικές αρχές ας κάνουν το καθήκον τους χωρίς το βάρος και την πίεση της κοινής γνώμης που συνήθως είναι κάκιστη σύμβουλος.
Κι αν θεωρείτε πως κι εμείς πιέσαμε λίγο, ε, πουλάκια είμαστε, έχουμε κι εμείς αδυναμίες!

Ας το σκεφτόταν δυο φορές…

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

130925 ΑΦΟΒΟ-3

Το ένα πουλάκι:
Πέφτουν από τα σύννεφα!

Για άλλη μια φορά, ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, άρχισε να επιδίδεται στο αγαπημένο του σπορ, της ελευθέρας πτώσεως εκ των νεφών άνευ φοράς.
Δεν ήξεραν, δεν έβλεπαν, δεν καταλάβαιναν, δεν μπορούσαν να φανταστούν…

Νόμιζαν πως η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ (βέπετε τι μεγαλόπρεπα που το λέω;) ήταν κάτι σαν… προσκοπισμός.
Πως έχουν τις δικές τους στολές για να ξεχωρίζουν από άλλους, όπως, ας πούμε οι δασοπρόσκοποι από τους ναυτοπροσκόπους.

Πως συγκεντρώνονταν κι έκαναν διάφορα παιχνίδια γύρω από την πυρά, έτσι, για να καλλιεργήσουν το ομαδικό πνεύμα, τη συνεργασία και την αλληλοβοήθεια.
Πως στόχος τους ήταν να κάνουν καλές πράξεις, να βοηθάνε ανήμπορους και να περνάνε γιαγιούλες στο απέναντι πεζοδρόμιο, έτσι όπως κάνουν χρόνια τώρα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, οι πρόσκοποι.

Πίστευαν ακόμη πως η εκπαίδευση και οι ασκήσεις ακριβείας είχαν ως στόχο την άρτια προετοιμασία των χρυσαυγιτών, ώστε να ανταπεξέρχονται με ταχύτητα σε αποστολές διανομής τροφίμων.
Γι αυτό άλλωστε χρειαζόταν και τα γυμναστήρια, οι πολεμικές τέχνες, αλλά και η εκμάθηση ύμνων που δίνουν ρυθμό στη δουλειά, συντονίζουν τις κινήσεις και κάνουν το αποτέλεσμα καλύτερο.

Τι άλλο πίστευαν;
Πως πρόκειται για διάφορους φιλομαθείς νέους τους οποίους όμως το σάπιο εκπαιδευτικό σύστημα άφησε αμόρφωτους κι έτσι αποφάσισαν να συνεχίσουν μόνοι τους τις εγκύκλιες σπουδές, ώστε να ξέρουν τι ήταν το 1821, τι γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου και τι ήταν το Πολυτεχνείο, πράγματα που, ως γνωστόν, ελάχιστα ελληνόπουλα μαθαίνουν στο σχολείο.

Τι άλλο; Α, ναι, ότι πρόκειται για εθελοντές στρατευμένους στο να βοηθούν την ελληνική αστυνομία στο δύσκολο έργο της, γι’ αυτό εξάλλου υπήρχαν και στενές επαφές πολλών αστυνομικών με οργανώσεις της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ (το είπαμε για το καμάρι), ανταλλαγή πληροφοριών, στοιχείων κλπ.

Τέλος, πίστευαν πως κάθε χρυσαυγίτης εκπαιδευόταν ειδικά για να είναι έτοιμος μόλις η πατρίδα τον καλέσει στην αντιμετώπιση κάποιου από τους προαιώνιους εχθρούς της. Γι αυτό και χρησιμοποιούσαν τακτικά όχι μόνο τους στίβους μάχης και τα πεδία βολής του στρατού, αλλά δέχονταν τις οδηγίες έμπειρων στελεχών του, απόστρατων ή εν ενεργεία.

Το άλλο πουλάκι:
Δεν είναι μόνο αυτοί.

Από τα σύννεφα πέφτουν κι άλλοι, για διαφορετικούς λόγους.
Πρόκειται για όλους εκείνους που πίστευαν ότι οι χρυσαυγίτες ήταν απλώς κάποιο ανεγκέφαλοι και κομπλεξικοί, οι οποίοι δεν έχουν άλλο να καμαρώνουν από τα φουσκωμένα με φέρμακα μπράτσα τους και οι οποίοι φαντασιώνονται ότι είναι απευθείας απόγονοι αίματος του Λεωνίδα.

Ο γνωστός δημοσιογράφος Ι. Κ. Πρετεντέρης (που όλοι οι αντιμνημονιακοί δεν θέλουν να τον δουν ούτε ζωγραφιστό) έγραψε στο Βήμα, μόλις την προηγούμενη Κυριακή.
«Διάβαζα πρόσφατα ότι διάφοροι χρυσαυγίτες μαζεύονται, γδύνονται και κάνουν γυμναστικούς αγώνες, όπως γινόταν στην Αρχαία Ελλάδα.
Μετά πληροφορήθηκα ότι μαζεύονται κάπου στη Σπάρτη και υποδύονται τους Αρχαίους Έλληνες, σε εικονικές μάχες με περικεφαλαίες, ασπίδες και κοντάρια.

Τώρα είδα ότι μαζεύτηκαν νυχτιάτικα με πυρσούς στις Θερμοπύλες και έπαιξαν τον Λεωνίδα και τους Τριακόσιους, την ιστορία όχι την ταινία…
Ως εκ τούτου, μου γεννήθηκε μια μάλλον εύλογη απορία. Έχουμε άραγε σκεφτεί μήπως, εκτός από ακροδεξιοί ή νεοναζί, οι άνθρωποι αυτοί είναι κυρίως βλαμμένοι;»

Δεν είναι λίγοι, λοιπόν, εκείνοι που, στην καλύτερη περίπτωση, θεωρούσαν τους χρυσαυγίτες απλώς γραφικούς, ιδίως όταν τους έβλεπαν να κάνουν εκείνα τα καραγκιοζιλίκια με την κατάθεση στεφάνου, όπως εδώ, στον κήπο, την 25η Μαρτίου.

Αυτοί, τώρα που βομβαρδίζονται από αποκαλύψεις, μαρτυρίες, συνεντεύξεις ακόμα και μελών της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, πέφτουν από τα σύννεφα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχουν κι άλλοι.

Όλοι εκείνοι που πίστευαν πως η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ είναι ένα πολιτικό κόμμα όπως όλα τα άλλα, απλώς τα στελέχη της είναι, σε αντίθεση με ΟΛΟΥΣ τους άλλους, έντιμοι άνθρωποι, πατριώτες και καλοί χριστιανοί.

Πώς μπορείς να τους ψηφίσεις και να είσαι σίγουρος πως θα αγωνιστούν για το δίκιο, το σωστό, για μια Ελλάδα όπου οι κακοί θα τιμωρούνται και οι καλοί θα επιβραβεύονται, πάνω απ’ όλα για την αλήθεια στο δημόσιο βίο.

Κι όμως…
Υπήρχαν φωνές, δημοσιεύματα, εκπομπές, σάιτ, βιβλία που εξηγούσαν επ’ ακριβώς τι είναι η Χρυσή Αυγή (με μικρά, έπεσε και στη δική μου εκτίμηση, όπως βλέπετε) πώς είναι δομημένες οι οργανώσεις της, ποιοι είναι οι στόχοι και οι επιδιώξεις της, από πού αντλεί την ιδεολογία και τις πρακτικές της, πώς στρατολογεί τα μέλη της…

Υπήρχαν. Όμως ελάχιστοι έδιναν σημασία. Πολλοί περισσότεροι ήταν εκείνοι που γνώριζαν όμως έλεγαν «δεν πειράζει», που πίστευαν ότι καλό είναι να υπάρχουν κι αυτοί σε μια άκρη του πολιτικού τόξου, πιθανότατα να έβλεπαν και δικά τους πολιτικά οφέλη ή μελλοντικές συμμαχίες.

Αυτοί οι τελευταίοι δεν πέφτουν από τα σύννεφα.
Ίσως ψάχνουν δικαιολογίες ή προσπαθούν να κρυφτούν μέσα στον ορυμαγδό των αποκαλύψεων, να ενώσουν κι αυτοί τις φωνές τους, τώρα, με όλους όσοι καταδικάζουν απερίφραστα…

Ας είναι!

Εκ-πτώσεις!

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

130924 ΑΦΟΒΟ-2

Το ένα πουλάκι:
Ελάτε, τώρα, να φανταστούμε.

Να φανταστούμε μια κοινωνία η οποία θα αντιμετώπιζε τη Χρυσή Αυγή χωρίς φόβο, με πολύ ψυχραιμία και άφθονο χιούμορ, χωρίς αντισυγκεντρώσεις, χωρίς καμιά προβολή από τα ΜΜΕ.

Για να καταλάβετε περίπου πώς το εννοώ, θα σας πω μια ιστορία από τα παλιά.
Τη δεκαετία του ‘80 ο γυμνισμός ήταν πολύ της μόδας, καθυστερημένος απόηχος μιας σεξουαλικής απελευθέρωσης που ποτέ δεν έφθασε στη χώρα μας στην αυθεντική της μορφή.

Εμείς, νεαρά παιδιά τότε, δεν είχαμε τίποτε να κρύψουμε και τίποτε για να ντραπούμε. Ψάχναμε τις παραλίες των γυμνιστών με πληροφορίες από στόμα σε στόμα, αφού τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν κάτι άγνωστο, ανύπαρκτο ακόμη κι από τις ιστορίες επιστημονικής φαντασίας.

Μια όμορφη τέτοια παραλία ήταν στο Καλαμίτσι της Χαλκιδικής, στο οποίο φτάναμε συνήθως με ότο στοπ, περιπέτεια που ήταν πολύ πιο σύντομη και με λιγότερα απρόοπτα από το να πάρεις το λεωφορείο του ΚΤΕΛ.
Εκεί, αριστερά, πίσω από τα βράχια, βρισκόταν η παραλία όπου κατασκηνώναμε και κυκλοφορούσαμε, αγόρια και κορίτσια, μια αδαμιαία περιβολή.

Κάπου κάπου εμφανιζόταν κάποιοι περίεργοι, οι οποίοι ερχόταν από τη διπλανή παραλία και διέσχιζαν τη δική μας, τάχα κάνοντας βόλτα, για να πάνε πού; αφού μετά από εμάς δεν υπήρχε τίποτα παρά μόνο μια τεράστια βραχώδης έκταση.
Περνούσαν λοιπόν, δήθεν συζητώντας αδιάφορα, ρίχνοντας λοξές ματιές στους γυμνιστές, έφταναν μέχρι την άκρη της παραλίας και επέστρεφαν αργά αργά.

Συνήθως τους γυρνούσαμε την… πλάτη. Ξαφνικά, χωρίς να πούμε τίποτα, γυρίζαμε όλοι από την άλλη μεριά, αφήνοντάς τους να μας κοιτάνε από πίσω, ή δείχνοντάς τους , αν θέλετε, τον… τέλος πάντων.

Άλλοτε πάλι άρχιζε το… χειροκρότημα.
Κάποιος έκανε την αρχή δίνοντας το σύνθημα και όλοι η παραλία ξεσπούσε σε δυνατά χειροκροτήματα, χωρίς όμως να λέμε τίποτε, χωρίς καν να τους κοιτάξουμε στα μάτια, έτσι σαν να χειροκροτάμε κάτι άλλο κι όχι τους περαστικούς «ματάκηδες».

Αυτοί γίνονταν κατακόκκινοι, επιτάχυναν το βήμα κι έσπευδαν να απομακρυνθούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα από την παραλία ΜΑΣ, αδειάζοντάς μας τη γωνιά.
Μόλις χάνονταν πίσω από τα βραχάκια, επέστρεφε ο γνωστός χαλαρός και ξένοιαστος ρυθμός, σαν να μην είχε συμβεί τίποτε.

Το άλλο πουλάκι:
Κάτι τέτοιο πρέπει να γίνει.

Φανταστείτε, ας πούμε, ανεβαίνει στο βήμα της βουλής και να παίρνει το λόγο ο εκπρόσωπος της Χρυσής Αυγής και να σηκώνονται όρθιοι οι βουλευτές όλων των άλλων κομμάτων και να χειροκροτάνε όση ώρα μιλάει.

Βεβαίως υπάρχει και η άλλη λύση, να αδειάζει αμέσως η αίθουσα, αφήνοντας τον να τα λέει στους συντρόφους του.
Πάντως η τακτική θα πρέπει να είναι εκείνη της πλήρους αδιαφορίας, σαν να μην υπάρχουν, κι όχι να μπαίνουν στον κόπο να τους απαντούν βουλευτές των άλλων κομμάτων και εκπρόσωποι της κυβέρνησης.

Το ίδιο να συμβαίνει και στις δημόσιες εμφανίσεις των παλικαριών με τα μαύρα ρούχα και τα ξυρισμένα κεφάλια.
Απ’ όπου περνούν να σταματούν αμέσως όλοι οι πολίτες και να τους γυρίζουν την πλάτη.
Μπορούν βεβαίως να κάνουν και το άλλο. Να ξεσπούν όλοι σε έντονα χειροκροτήματα, σε «μπράβο» και «ζήτω», με τόσο ενθουσιασμό που θα φαίνεται αμέσως ότι πρόκειται για κοροϊδία, σαν να χειροκροτούν πετυχημένο «νούμερο» σε παράσταση τσίρκου.

Τέτοιες φαντάζομαι ότι πρέπει να είναι οι αντιδράσεις σε κάθε δημόσια εμφάνιση των χρυσαυγιτών.
Όχι διάλογος. Όχι αντίλογος. Διότι αυτά προϋποθέτουν την ύπαρξη λόγου, είτε με την έννοια της χρήσης της γλώσσας χωρίς άναρθρες κραυγές, είτε με την έννοια της λογικής, του ορθού λόγου.

Επομένως δεν έχει νόημα να δια-λέγεσαι, ούτε να αντι-λέγεις, όταν ο άλλος όχι μόνον δεν διαθέτει επιχειρήματα, αλλά δυσκολεύεται να χρησιμοποιήσει την ελληνική γλώσσα για να πει όχι μια άποψη αλλά ένα σύνθημα.

Αφήνω την ικανότητα λογικής συγκρότησης, από τη στιγμή που ο ίδιος ο παραλογισμός και η κτηνωδία γίνονται πρότυπα ζωής και πολιτική (υποτίθεται) πρόταση.
Πλήρης αδιαφορία, γύρισμα της πλάτης ή έντονο, έτσι που να γίνεται σαρκαστικό, χειροκρότημα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχει ακόμη ένα θέμα.

Με βάση τα προηγούμενα, τίθεται ένα ζήτημα σχετικά με τις προσκλήσεις χρυσαυγιτών σε τηλεοπτικά κανάλια και τις συνεντεύξεις τους σε διάφορα έντυπα.
Εκεί η αντίδραση πρέπει να είναι διαφορετικού χαρακτήρα.

Θα πρέπει να υπάρξει μια συμφωνία κυρίων μεταξύ των υπολοίπων πολιτικών και μια σαφής προειδοποίηση προς Μέσα και δημοσιογράφους πως κανείς δεν πρόκειται να πάει ως καλεσμένος σε κανάλι που φιλοξενεί χρυσαγίτες.
Τελεία και παύλα!

Φυσικά θα ακουστούν διάφορες ανοησίες περί φίμωσης της ελευθερίας του λόγου (είπαμε για τον λόγο πριν), περί αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς (ποια είναι η δημοκρατική;), περί δικαιώματος των πολιτών να ενημερώνονται (άρα και να μην ενημερώνονται).

Αυτή, κατά τη γνώμη μας, θα ήταν μια έμπρακτη αποδοκιμασία και απομόνωση της Χρυσής Αυγής και των οπαδών της.
Τα υπόλοιπα, «καταδικάζουμε κ.λπ.» δεν έχουν καμιά αξία, αν δεν συνοδεύονται από έμπρακτη αποβολή αυτού του μορφώματος από την πολιτική (και όχι μόνο) ζωή του τόπου.
Κόκκινη κάρτα

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

130923 ΑΦΟΒΟ-1

Το ένα πουλάκι:
Εκτός νόμου.

Ξαναζωντάνεψε η κουβέντα, μετά την πρόσφατη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, για το αν πρέπει ή όχι να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή.
Αυτοί που υποστηρίζουν πως πρέπει, χρησιμοποιούν ως επιχειρήματα το γεγονός ότι (διαβάζω:) «η οργάνωση της Χρυσής Αυγής δεν είναι πολιτική, αλλά καθαρά παραστρατιωτική.

Τα μέλη της φορούν στολές και επιδίδονται σε πολεμοχαρείς ασκήσεις και τελετές. Οι ανήλικοι που προσηλυτίζονται μυούνται σε “ιδανικά” που καμιά σχέση δεν έχουν με το ανθρωπιστικό, φιλειρηνικό και φιλελεύθερο πνεύμα μιας οποιαδήποτε κοινοβουλευτικής δημοκρατίας».

Μάλιστα κάποιος σχολιαστής, προκειμένου να πείσει για το επιχείρημά του, αναρωτήθηκε αν ένα «Κίνημα Ελλήνων Παιδόφιλων» ή αν ακόμη και το… πολιτικό σκέλος της 17 Νοέμβρη επιθυμούσαν να κατέβουν στις εκλογές θα τους το επέτρεπε η Ελληνική Δημοκρατία.

Δεν τα βρίσκω παράλογα τα επιχειρήματα. Η Χρυσή Αυγή δεν μπορεί πλέον να κρύβεται. Έχει αποδειχθεί ότι, με λόγια και με πράξεις, θέτει τον εαυτό της εκτός δημοκρατικού και κοινοβουλευτικού τόξου. Μπορεί να μην προτρέπει ρητά τους πολίτες σε πράξεις κατάλυσης της δημοκρατίας, όμως είναι προφανές, μέσα από δηλώσεις και πρακτικές των στελεχών της, ότι προσπαθεί να στρέψει το κοινό της σε μια λογική περιφρόνησης των θεσμών, απονομιμοποίησής τους και, γιατί όχι, κατάλυσής τους.

Όσο «ανεκτική», λοιπόν κι αν είναι η δημοκρατία, λένε οι υποστηρικτές αυτής της άποψης, δεν μπορεί να ανέχεται την ύπαρξη και τη λειτουργία «κομμάτων» ή μορφωμάτων που επιδιώκουν την κατάλυσή της.
Η δημοκρατία έχει το δικαίωμα να θέτει τους όρους του παιχνιδιού στο οποίο συμμετέχουν όσοι αποδέχονται τις αρχές της.

Όπως είπαμε όμως, υπάρχει κι ο αντίλογος.
Υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν πως το βασικό γνώρισμα μιας δημοκρατίας είναι η ανοχή στον διαφορετικό και τον διαφωνούντα.
Διαβάζω και πάλι: «Βασική διαφορά μας με τους Ναζί είναι ότι απορρίπτουμε την ιδέα πως έχουμε το δικαίωμα της καταστολής (κρατικής ή ιδιωτικής βίας) εναντίον γονιδίων, ιδεών, σεξουαλικότητας, που διαφέρουν από τα δικά μας γονίδια, τις δικές μας ιδέες, τη δική μας σεξουαλικότητα».

Το άλλο πουλάκι:
Δεν θα κερδίσουμε τίποτε.

Έτσι λένε οι υποστηρικτές αυτής της άποψης, αφού, ακόμη κι αν τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή, τίποτε δεν εμποδίζει τα στελέχη της να ιδρύσουν την άλλη μέρα ένα Αργυρό Ηλιοβασίλεμα, με την ίδια ακριβώς ιδεολογία, την ίδια νοοτροπία και τις ίδιες πρακτικές.

Θα αρχίσει έτσι ένα αέναο κυνηγητό, ένα «κρυφτούλι», το οποίο ίσως προσδώσει μεγαλύτερη γοητεία στις «αντισυστημικές» ιδέες της Χρυσής Αυγής.
Προσέξτε, όμως. Αυτό δεν θα πρέπει να αποτελέσει εμπόδιο. Αν κριθεί ότι το μόρφωμα αυτό πρέπει να τεθεί εκτός νόμου, θα ήταν λάθος να υπολογιστεί η πιθανή δημοσκοπική άνοδος που θα επιφέρει μια τέτοια ενέργεια.

Θα ήταν όμως επίσης λάθος το αν εγκλωβιστούμε ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο λογικές. Στην ποινικοποίηση από τη μια και στην αδιαφορία από την άλλη.
Πιστεύω πως υπάρχει και τρίτος δρόμος κι αυτός ίσως είναι εκείνος που έδειξε ο δήμαρχος Αθηναίων με την περίφημη φράση του «θα τους ταράξουμε στη νομιμότητα».

Διότι μπορεί μεν η δημοκρατία να είναι ανεκτική σε κάθε είδους ιδέες, ακόμη και σε εκείνες που πρεσβεύουν την κατάλυσή της, σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να ανέχεται παράνομες και εγκληματικές ενέργειες, κι εκεί είναι που πρέπει να δοθεί η αρμόζουσα βαρύτητα.

Ο λόγος, επομένως, είναι στα αρμόδια όργανα της δημοκρατίας, τις διωκτικές και τις δικαστικές αρχές, οι οποίες πρέπει να σηκώσουν τα μανίκια, να αναλάβουν έργο και να εξαντλήσουν κάθε αυστηρότητα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Με αφορμή τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα…

Πώς ειδοποιήθηκαν ο δολοφόνος και οι άλλοι «λεβέντες» που κατέφθασαν στον τόπο του εγκλήματος;
Υπάρχει από πίσω οργάνωση με συγκεκριμένο σχήμα, δομές και μεθόδους που λειτουργεί σε ανάλογες περιπτώσεις; Αν ναι, μήπως εμπίπτει στις διατάξεις περί οργανωμένου εγκλήματος;

Σε κάθε περίπτωση, πού είναι ακριβώς η σχέση τέτοιων εγκληματιών με στελέχη ή και βουλευτές της Χρυσής Αυγής; Με ποιους άλλους «χώρους», για παράδειγμα οργανωμένους «φιλάθλους» ή «θύρες», έχουν διασυνδέσεις τα μέλη τέτοιων εγκληματικών ομάδων;

Αυτά τα ερωτήματα πρέπει να απαντηθούν και σε αυτή την κατεύθυνση οφείλουν να δράσουν οι διωκτικές και δικαστικές αρχές, ώστε να επιτευχθεί ένας διπλός στόχος.
Από τη μια να παταχθεί η παρανομία και η εγκληματικότητα, σε κάθε τους μορφή και από την άλλη να καταδειχθούν οι όποιες διασυνδέσεις και οργανωτικές συγγένειες των μελών παράνομων ομάδων με το συγκεκριμένο κόμμα ή, αν προτιμάτε, μόρφωμα.

Η δημοκρατία, με τους θεσμούς και τα όργανά της, πρέπει να θα βγει από την άμυνα και να περάσει στην ενεργό δράση προκειμένου να προστατέψει τον εαυτό της.
Όχι, με διατάξεις και απαγορεύσεις ιδεών και αντιλήψεων, αλλά με την επιβολή της έννομης τάξης και την παραδειγματική τιμωρία ων εγκληματιών.

Υπάρχει βέβαια και η αντίδραση της κοινωνίας, όμως γι’ αυτή θα πούμε αύριο.

Επίθεση!

Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013

130920 ΑΠΟΚΤΗΝΩΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Είδατε πού φτάσαμε;

Πόσο κοστίζει μια ανθρώπινη ζωή;
Με πόση ευκολία αρπάζεις ένα μαχαίρι και ξεκινάς να σκοτώσεις κάποιον που δεν τον έχεις δει ποτέ στα μάτια;
Τόσο μίσος; Τόση περιφρόνηση για τη ζωή;

Από τι σπίτια ξεκινούν αυτοί οι άνθρωποι;
Πώς αποχαιρετούν το πρωί το παιδί τους για να το στείλουν στο σχολείο; Το φιλάνε και του λένε «όποιον σε στραβοκοιτάξει, πάρα μια πέτρα και άνοιξέ του το κεφάλι»;

Το έχουμε πει κι άλλη φορά.
Ο άνθρωπος είναι κτήνος. Ένα κτήνος όμως, το μόνο πάνω στη γη, που έχει συναίσθηση της κατάστασής του και προσπαθεί, παλεύει καθημερινά να απαλλαγεί από αυτήν.

Παλεύει τόσο συλλογικά όσο και ατομικά.
Δημιουργεί θεσμούς, ήθη και έθιμα, κανόνες και νόμους που θέτουν φραγμούς στις ορμές του, που ελέγχουν τα ένστικτά του, που προσπαθούν να τον εξανθρωπίσουν.
Από την άλλη, μορφώνεται, καλλιεργεί τις τέχνες και τα γράμματα, θέτει ο ίδιος όρια και κανόνες στον εαυτό του, ακολουθεί πρότυπα…

Φαίνεται όμως τελικά πως όλα αυτά δεν αρκούν, αφού υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις που τα δολοφονικά ένστικτα ξεφύγουν από κάθε έλεγχο και ξεχύνονται με ορμή και δίψα και αίμα.

Είναι όμως μόνο αυτό;
Είναι μόνο τα χιλιάδες χρόνια που περάσαμε σκοτώνοντας ο ένας το άλλο, προκειμένου να του αρπάξουμε την τροφή ή το ταίρι;
Ή μήπως υπάρχει κάτι στην κοινωνία μας που υποδαυλίζει αυτά τα ένστικτα, που δεν τα αφήνει να σιγάσουν, που συχνά τα εκτρέφει και τα θεριεύει.

Ο άνθρωπος, ας πούμε, δημιούργησε τα σπορ και τα αθλήματα προκειμένου να εξορκίζει και να εκτονώνει το πάθος του για ανταγωνισμό, την επιθετικότητά του, τη δίψα του για νίκη.
Συγχρόνως όμως δημιουργήθηκαν και οι «φίλαθλοι», δημιουργήθηκαν οι διάφορες φυλές και «θύρες», γεννήθηκε ο χουλιγκανισμός.

Το άλλο πουλάκι:
Το ίδιο και η πολιτική.

Υποτίθεται ότι είναι «η συνέχιση του πολέμου με ειρηνικά μέσα» και πως σιγά σιγά φτάσαμε στο σημείο να αποφασίζουμε ποιος θα μας κυβερνά μέσα από εκλογικές «μάχες», πολιτικές «συγκρούσεις» και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις.

Πάψαμε να σκοτώνουμε τους σφετεριστές της εξουσίας, να τυφλώνουμε τους διαδόχους ή να εξοντώνουμε νεογέννητα παιδιά, μήπως και μεγαλώνοντας διεκδικήσουν την εξουσία.
Αυτά υπάρχουν πλέον στις ιστορίες που διδάσκονται οι μεγάλοι και στα παραμύθια με τα οποία νανουρίζουμε τα μικρά παιδιά.

Υπάρχουν όμως ακόμη βίαια καθεστώτα, που διατηρούνται στην εξουσία εξοντώνοντας τους πολιτικούς τους αντιπάλους, είτε φυλακίζοντάς τους, είτε στέλνοντάς τους στις εξορίες, είτε «εξαφανίζοντάς» τους.

Από την άλλη, υπάρχουν επαναστάσεις, συχνά αιματηρές, που γίνονται στο όνομα της ελευθιερίας, της δημοκρατίας, του δίκαιου ή του θεϊκού νόμου, όπως τα αντιλαμβάνεται και τα επιδιώκει η κάθε ομάδα επαναστατών.

Αυτά υπάρχουν.
Υποτίθεται όχι εδώ! Όχι σε χώρες όπως η δική μας, όπου έχει θεμελιωθεί μια δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος και η εναλλαγή στην εξουσία γίνεται με εκλογές.
Όπου ισχύει η αρχή της πλειοψηφίας και το δικαίωμα των μειοψηφιών να εκφράζουν τη γνώμη τους είναι απολύτως σεβαστό.

Όπου τα συνταγματικά αλλά και τα ανθρώπινα δικαιώματα θεωρούνται απαραβίαστα, υπάρχει η διάκριση των εξουσιών και οι διαφορές επιλύονται στα δικαστήρια.

Βάλαμε ένα υποτίθεται στην αρχή; Ε, ας το βάλουμε και στο τέλος: Υποτίθεται.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτό δεν σημαίνει τίποτε.

Διότι, ακόμη κι αν όλα τα παραπάνω δεν έχουν επιτευχθεί σε απόλυτο ή ικανοποιητικό βαθμό, αυτό, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιστρέψουμε στην εποχή της βίας και του δίκιου του ισχυροτέρου.
Αν τα λόγια και τα επιχειρήματα δεν αρκούν, χρειάζονται σίγουρα περισσότερα λόγια και ισχυρότερα επιχειρήματα, όχι μαχαίρια και τσεκούρια!

Δυστυχώς όμως, υπάρχουν κι αυτά. Που, συχνά, στοιχίζουν ανθρώπινες ζωές. Πόσο όμως αξίζει μια ανθρώπινη ζωή; Σε τι μετριέται η αξία της;
Σε τηλεοπτικό χρόνο; Σε «χτυπήματα» στα διάφορα σόσιαλ μίντια; Σε άτομα που συγκεντρώνονται για να εκφράσουν τον αποτροπιασμό τους;

Δυστυχώς, κάπως έτσι μετριέται.
Ας σκεφτούμε μόνο ότι υπήρξαν και άλλα θύματα τέτοιων επιθέσεων, τα οποία όμως είχαν άλλο χρώμα, προήλθαν από άλλες χώρες και ζούσαν στο περιθώριο της κοινωνίας μας.

Τότε δεν αφιερώσαμε τον απαιτούμενο χρόνο, ούτε δώσαμε τη δέουσα προσοχή. Θεωρήσαμε ίσως ότι δεν μας αφορά και τόσο, ότι είναι μακριά από μας, από τα παιδιά μας…
Κάναμε το λάθος να ξεχάσουμε ότι η βία εξαπλώνεται πιο γρήγορα κι από την πιο μολυσματική αρρώστια και κανείς μα κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως δε θα τον αγγίξει.

Γι’ αυτό ένας σίγουρος τρόπος αντιμετώπισής της υπάρχει. Η απομόνωση και η καταδίκη της από τη μια και η ενίσχυση των θεσμών που μας εξανθρωπίζουν από την άλλη. 
Κτήνη!

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

130919 ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
«Οθόνες οπτικής καταγραφής».

Ξέρετε περί τίνος πρόκειται; Αν φαντάζεστε ότι είναι κανένα έξυπνο «γκάτζετ» τελευταίας τεχνολογίας, κάνετε μεγάλο λάθος.
Έτσι ονόμαζαν, τότε, το μακρινό 1988, τις οθόνες των υπολογιστών. Θυμηθείτε οι παλαιότεροι και φανταστείτε ή αναζητήστε στο διαδίκτυο οι νεότεροι, πώς ήταν οι οθόνες εκείνες.

Το 1988, λοιπόν, κρίθηκε άκρως επικίνδυνο για την υγεία το να εργάζεται κάποιος μπροστά σε «οθόνες οπτικής καταγραφής» και γι’ αυτό η κυβέρνηση (ΠΑΣΟΚ, δεν χρειάζεται να ρωτάτε) αποφάσισε να πάρει μέτρα προστασίας για τους ριψοκίνδυνους υπαλλήλους.

Δείτε μερικά από τα μέτρα εκείνα.
«Διενέργεια σεμιναρίων επιμόρφωσης για τους κινδύνους και τα μέτρα προστασίας των εργαζομένων μπροστά σε οθόνες».
«Κοινά φώτα και όχι φθορισμού».
«Εξασφάλιση σκούρων επιφανειών στα τραπέζια, εξασφάλιση χώρου μπροστά στο πληκτρολόγιο ή ειδικού πλαισίου για τη στήριξη του χεριού».

Το σημαντικότερο όμως μέτρο ήταν η καθιέρωση 15λεπτων διαλειμμάτων «κάθε δυο ώρες, κατά τη διάρκεια του ωραρίου, για όσους εργαζόμενους απασχολούνται μπροστά σε οθόνες πάνω από 4 ώρες την ημέρα συνολικά ή κάνουν διορθωτική εργασία ανεξαρτήτως ωρών».

Τα χρόνια πέρασαν, οι υπολογιστές άλλαξαν, το ίδιο και οι οθόνες τους, η χρήση τους γενικεύθηκε και σήμερα ελάχιστοι είναι πλέον οι υπάλληλοι που δεν εργάζονται μπροστά σε «οθόνες οπτικής καταγραφής».
Ωστόσο οι νομοθετικές ρυθμίσεις παρέμειναν, μέχρι που ο Κυριάκος Μητσοτάκης σκέφτηκε να τις καταργήσει.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι δημόσιοι υπάλληλοι αντέδρασαν. Διαβάζω από το διαδίκτυο μια ανακοίνωση:
«ΑΔΕΔΥ: θα πολεμήσουμε την κατάργηση της άδειας υπολογιστή».

Προφανώς και πρόκειται περί «πολέμου», αφού δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η χώρα μας βρίσκεται σε «κατοχή» και στενάζει κάτω από τις δυνάμεις της Τρόικας και τους ντόπιους μνημονιακούς συνεργάτες τους.

Να πολεμήσουμε, λοιπόν, όμως για ποιο πράγμα ακριβώς;
Μα, για την υγεία των δημοσίων υπαλλήλων, των υπαλλήλων στους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ. Περί αυτού δεν πρόκειται;

Το άλλο πουλάκι:
Μην είστε βέβαιοι.

Σας διαβάζω, και πάλι από το διαδίκτυο, τα λόγια του Γενικού Γραμματέα της ΑΔΕΔΥ, Ερμόλαου Κιοσσέ, στο πλαίσιο ρεπορτάζ της Wall Street Journal, με τίτλο «Πίσω στη δουλειά: Η Ελλάδα διαγράφει την άδεια υπολογιστή».
(Όπως καταλάβατε γίναμε θέμα στα διεθνή Μέσα.)

Τι λέει ο Γενικός Γραμματέας:
«Δεν είναι εύκολο να παίρνει κανείς όλα αυτά τα διαλείμματα μέσα στην ημέρα και γι’ αυτό είχε αποφασιστεί τότε να δίνονται ως μία μέρα ρεπό κάθε δύο μήνες».

Καταλάβατε πώς προέκυψε η άδεια, έξι μέρες το χρόνο;
Σου λέει, για να μην παρατάς τη δουλειά σου στη μέση και σηκώνεσαι για διάλειμμα δεκαπέντε λεπτών κάθε δίωρο, καλύτερα να παίρνεις μια ολόκληρη μέρα άδεια, κάθε δύο μήνες.

Κι επειδή μια μέρα τι να την κάνεις, πού να πας, βάλε πέντε μαζεμένες, κόλλα και δυο σαββατοκύριακα, και να μια αξιοπρεπής περίοδος άδειας, την οποία ο εργαζόμενος μπροστά σε «οθόνη οπτικής καταγραφής» μπορεί να αξιοποιήσει για να ξεκουράσει πραγματικά τα μάτια του, τα χέρια του, το μυαλό του και ό,τι άλλο κινδυνεύει από την εργασία του αυτή.

Είναι όμως έτσι;
Ας υποθέσουμε ότι οι οθόνες πράγματι κουράζουν, περισσότερο απ’ ό,τι το στυλό και το άσπρο χαρτί. Και ας δεχτούμε ότι είναι καλό για την υγεία του εργαζόμενου να διακόπτει κάθε λίγο, προκειμένου ο οργανισμός του να αποτοξινώνεται από τα βλαβερές επιδράσεις.

Αυτό, τι σχέση έχει με την άδεια που φτάσαν να παίρνουν οι υπάλληλοι, όποτε γουστάρουν; Εκτός αν δεχτούμε ότι όλοι ανεξαιρέτως χρησιμοποιούν αυτές τις άδειες για θεραπείες στα λουτρά.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Για να το καταλάβετε καλύτερα.

Ας πούμε ότι ο γιατρός, για το καλό της υγείας σου, σου συνιστά να παίρνεις ένα φάρμακο, 20ml, κάθε τρεις ώρες.
Εσύ, επειδή το ξεχνάς και χάνεις το ρυθμό, ή επειδή βαριέσαι να κάνεις συνεχώς αυτή τη δουλειά, αποφασίζεις να παίρνεις κάθε βράδυ 160ml, για να ξενοιάζεις.

Δεν είναι το ίδιο;
Να σας δώσω ένα άλλο παράδειγμα που είναι και πιο επίκαιρο.
Ας πούμε ότι ο προπονητής μιας ομάδας μπάσκετ, δίνει οδηγία σε κάποιον παίκτη να σουτάρει πενήντα βολές, μετά από κάθε προπόνηση, προκειμένου να βελτιωθεί στον τομέα αυτό.

Εκείνος όμως, επειδή θέλει να φεύγει από το γήπεδό μαζί με τους φίλους του, κάνει τους υπολογισμούς του και πηγαίνει μια μέρα το μήνα για ατομική προπόνηση, οπότε σουτάρει χίλιες βολές κι έτσι είναι εντάξει στις υποχρεώσεις του απέναντι στην ομάδα και τον προπονητή του.

Για να σοβαρευτούμε.
Είναι καλές οι άδειες, καλύτερα τα κεκτημένα και άριστος ο συνδικαλισμός που παλεύει να μην καταργηθούν.
Αν συμφωνήσουμε όμως ότι οι οθόνες οπτικής καταγραφής είναι κουραστικές και επικίνδυνες, τότε θα πρέπει ο συνδικαλισμός να «πολεμήσει» για τα επιβεβλημένα διαλείμματα κι όχι για διακοπές εξαήμερες των εργαζομένων.

Διαφορετικά, μόνο ρεζίλι γινόμαστε.

Ευτυχώς, εμείς γράφουμε με το χέρι!

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

130918 ΑΝΤΙΣΥΝΑΔΕΛΦΙΚΟ

Το ένα πουλάκι:
Όλοι μαζί.

Οι εργαζόμενοι, στους μεγάλους αγώνες, απεργιακούς ή άλλους, πρέπει να είναι αλληλέγγυοι, ο ένας δίπλα στον άλλο, κατά το κοινώς λεγόμενο «μια γροθιά». Μόνο έτσι μπορούν να διεκδικήσουν, με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας τα αιτήματά τους.

Είδαμε όμως τις προηγούμενες μέρες πως η συμμετοχή σε μια απεργία, για διάφορους λόγους, δεν είναι πάντοτε η απαιτούμενη. Υπάρχουν «διαρροές» που αποδυναμώνουν την παρουσία ενός κλάδου απέναντι στην κυβέρνηση και στον αρμόδιο υπουργό, ο οποίος, πολύ έξυπνα, ερμηνεύει τη μη συμμετοχή στην απεργία ως διαφωνία με τα αιτήματα.
Πράγμα που δεν ισχύει.

Υπάρχει όμως και ένα ακόμη θέμα που υποσκάπτει αυτό το «όλοι μαζί», ειδικά στον κλάδο των καθηγητών, που αυτές τις μέρες έχουν και μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις.
Ποιο είναι αυτό; Το γεγονός ότι, παρόλο που εργάζονται στην ίδια δουλειά, με τις ίδιες πάνω κάτω συνθήκες, έχουν και τεράστιες διαφορές.
Τέτοιες που συχνά ακυρώνουν ακόμη και την έννοια του «συναδέλφου».

Θα σας πω παραδείγματα, όπως μου τα έχουν μεταφέρει οι ίδιοι οι καθηγητές, που θα μας δώσουν μια εικόνα της κατάστασης.
Πρώτα πρώτα ας μιλήσουμε για τις διάφορες ειδικότητες.

Παρά την μισθολογική ή την βαθμολογική εξίσωση, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν κάνουν όλοι οι καθηγητές την ίδια δουλειά, τουλάχιστον στην πράξη.
Πριν προχωρήσω ας εξηγήσω τι σημαίνει αυτό.

Στη θεωρία, η κάθε ειδικότητα έχει να επιτελέσει, από τη δική της σκοπιά, ένα σπουδαιότατο παιδαγωγικό και διδακτικό έργο. Είτε είσαι μαθηματικός είτε μουσικός, γυμναστής ή φιλόλογος, καθηγητής της πληροφορικής ή θεολόγος, οι απαιτήσεις είναι εξίσου υψηλές και η ευθύνη τεράστια.

«Στην πράξη» όμως, δεν ισχύει αυτό. Όπως και να το κάνουμε είναι διαφορετική η ευθύνη ενός φιλολόγου, ενός μαθηματικού ή φυσικού, που έχουν να προετοιμάσουν τα παιδιά για τις πανελλήνιες εξετάσεις και διαφορετικές εκείνες του γυμναστή ή του «πληροφορικού», ακόμη και του θεολόγου ή του καθηγητή γαλλικών.

Αυτό, μεταξύ άλλων, το αποδεικνύει και το ενδιαφέρον και η συμμετοχή των ίδιων των μαθητών στο καθένα από τα παραπάνω μαθήματα.

Το άλλο πουλάκι:
Αυτά στην… πράξη.

Όπου υπάρχουν και άλλες διαφοροποιήσεις.
Οι γυμναστές, ας πούμε, έχουν δικαίωμα να ασχολούνται και τα απογεύματα με το επάγγελμά τους, εργαζόμενοι σε ομάδες, αθλητικούς ή χορευτικούς συλλόγους κλπ., πράγμα που… στην πράξη, δεν ισχύει για άλλες ειδικότητες.

Ισχύει όμως κάτι άλλο, πάντα… στην πράξη.
Φανταστείτε δυο καθηγητές που μπαίνουν στην υπηρεσία την ίδια χρονιά, εργάζονται στο ίδιο σχολείο, όταν όμως θα βγουν στη σύνταξη η περιουσία του ενός θα είναι (πόσο να βάλω;)… πενταπλάσια από του άλλου.

Αυτό διότι ο δεύτερος «αξιοποιεί» τα απογεύματά του κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα, τα οποία αποδίδουν τεράστια και αφορολόγητα εισοδήματα.
Θα μου πείτε (όπως μου είπε κάποιος καθηγητής) ο άνθρωπος δουλεύει, κουράζεται, δεν τα κλέβει.

Ναι, έτσι είναι. Έχετε όμως σκεφτεί τι επιπτώσεις έχει αυτή η πρακτική –αφήνω την απόδοση στην τάξη- στην «ενότητα του κλάδου», που είναι το ζητούμενο στις απεργίες και για την οποία συζητάμε;
Πώς ναι αισθανθείς συνάδελφος και συναγωνιστής με κάποιον που κάνει άλλη δουλειά από εσένα (ιδιαίτερα) και κερδίζει πολύ περισσότερα απ’ ό,τι εσύ;

Θα μεταφέρω πάλι τι μου είπε άλλος καθηγητής:
«Μερικές φορές σκέφτομαι ότι είμαι περισσότερο συνάδελφος με την καθαρίστρια του σχολείου ή με τον φύλακα, παρά με κάτι καθηγητές που τρελαίνονται στα ιδιαίτερα».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Είναι και η εικόνα προς τα έξω.

Διότι, σε κάθε απεργία, υποτίθεται πως οι απεργοί ζητούν να έχουν με το μέρος τους και την κοινή γνώμη, συγκεκριμένα οι εκπαιδευτικοί θέλουν στο πλάι τους τους γονείς των μαθητών τους.

Πώς να σε συμπονέσει όμως και να σε συμπαρασταθεί ο γονιός, από τον οποίο έχεις πάρει κάτι χιλιάρικα, προκειμένου να προετοιμάσεις το παιδί του καλύτερα για το πανεπιστήμιο;
Σε βλέπει να ζητάς αυξήσεις, σκέφτεται πόσα βγάζεις από τα ιδιαίτερα, και αμέσως από σύμμαχος γίνεται εχθρός.

Αφήστε το άλλο.
Ένα από τα αιτήματα των καθηγητών είναι να μην αυξηθεί το ωράριό τους, διότι με τις ώρες διδασκαλίες που είχαν (16-21 την εβδομάδα, ώρες των 35-45 λεπτών) ίσα ίσα που προλάβαιναν να προετοιμαστούν στο σπίτι, για τα μαθήματα της επομένης.

Όταν όμως υπάρχουν χιλιάδες καθηγητές που τα απογεύματα εργάζονται πολλές ώρες (πάρα πολλές ώρες ορισμένοι) πώς να μας πείσουν ότι η αύξηση των 2 ωρών την εβδομάδα (ωρών των 35-45 λεπτών) είναι «αντιπαιδαγωγική»;

Έτσι, λοιπόν, το κίνημα δέχεται βολές εκ των έσω και μια υπεύθυνη συνδικαλιστική στάση θα ήταν να απομονωθούν αυτοί οι «ιδιαιτεράκηδες», όσο πολλοί κι αν είναι, ακόμη και με την απομάκρυνσή τους από τους συλλόγους εκπαιδευτικών, ώστε να διαφυλαχθεί η εργασία και το κύρος των υπολοίπων.

Η συναδελφικότητα απαιτεί από τον κλάδο των καθηγητών, πριν απ’ όλα, ειλικρίνεια και κοίταγμα στον καθρέφτη. Διαφορετικά, αποδυναμώνει τους αγώνες τους, μειώνει την ισχύ των επιχειρημάτων και των διεκδικήσεών τους, κυρίως όμως γίνεται άδικη για τους συνεπείς και τους υπεύθυνους!

Που δεν είναι και λίγοι.

Ε, όχι και όλοι μαζί!