ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

150430 ΚΟΜΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Τι θέλουν, τελοσπάντων.

Ακούμε, τόσον καιρό τώρα, για τη «σκληρή» διαπραγμάτευση που διεξάγει η κυβέρνηση (σε αντίθετη με τις προηγούμενες διαπραγματεύσεις που ήταν… μαλακές ή κάτι παρόμοιο).
Ακούμε ότι οι δανειστές έχουν παράλογες απαιτήσεις, οι οποίες για μας αποτελούν «κόκκινες γραμμές».

Τι ακριβώς ζητάνε; Και τι είναι αυτό που (δεν) δίνουμε εμείς;
Ξέρουμε πως ακούγεται λίγο υπερβολικό σε μια τόσο σοβαρή διαπραγμάτευση να κοινοποιούνται ή να αφήνονται να διαρρεύσουν οι λεπτομέρειες των εκατέρωθεν θέσεων. Εδώ όμως δεν μιλάμε για λεπτομέρειες, μιλάμε για το είδος των «μέτρων» πάνω στα οποία γίνεται η κουβέντα.

Διότι, αυτό μόνο γνωρίζουμε. Ότι οι δανειστές ζητούν «μέτρα» και εμείς τους αντιπροτείνουμε άλλα «μέτρα», χωρίς όμως, όπως μας κατηγορούν, να τους λέμε αριθμούς.
Σας λέει τίποτε εσάς αυτό όλο; Τι είδους «μέτρα» είναι τα μεν και σε τι διαφέρουν από τα δε. Ας μην μας πουν κι εμάς αριθμούς, ας μας δώσουν μόνο ένα παράδειγμα.

Ιδιωτικοποιήσεις; Απολύσεις υπαλλήλων; Μείωση μισθών και συντάξεων; Αξιολόγηση; Αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης; Μεγαλύτερες εισφορές; Επαναφορά του ΕΦΙΑ;
Κανείς δεν λέει. Βέβαια, κοντά στον νου και η γνώση, έχουμε μια εμπειρία από μνημόνια και ξέρουμε περίπου τι να φανταζόμαστε.
Ή μήπως δεν είναι έτσι;

Διότι, και από τα μέτρα που έχουν παρθεί μέχρι στιγμής από τις «μνημονιακές» κυβερνήσεις, δεν γνωρίζουμε ποια ακριβώς ήταν κατ’ απαίτησιν των δανειστών και ποια αποτέλεσαν δική μας αντιπρόταση.
Για να είμαστε ειλικρινείς ούτε για τα μέτρα που εξειδικεύτηκαν λεπτομερώς σε νόμους του κράτους γνωρίζουμε κάτι συγκεκριμένο. Ποιος τα εμπνεύστηκε και κάτω από τι είδους πίεση. Ως προς αυτό έχουν ένα δίκιο εκείνοι που μιλούν για λάθος –όχι για μαλακή- διαπραγμάτευση, στο βαθμό που θα μπορούσαμε να είχαμε διαφορετικό… μείγμα.

Να μια συζήτηση που θα έπρεπε να γίνει, αν και τώρα δεν είναι ακόμη αργά. Να αναζητηθούν, αν θέλετε, και ευθύνες, όχι για το ποιοι μας έβαλαν στα μνημόνια, αλλά για το γιατί επιλέχτηκε η συγκεκριμένη συνταγή, η οποία έπληξε τα γνωστά και μόνιμα «θύματα».

Το άλλο πουλάκι:
Πετάνε σπόντες!

Ακούμε κάθε τόσο διάφορους κυβερνητικούς παράγοντες να αναρωτιούνται μεγαλοφώνως, δήθεν ρητορικά: τι θέλετε, δηλαδή, να κόψουμε μισθούς και συντάξεις;
Το ερώτημα αφήνει άφωνους τους συνομιλητές, αφού κανείς τους, τώρα που είναι στην αντιπολίτευση, δεν είναι «κορόιδο» να πει «ναι».

Ξέρετε τι θα απαντούσα εγώ; Ασφαλώς δεν θα έλεγα «ναι», διότι αυτό θα γινόταν βούκινο, την άλλη μέρα σε όλο το διαδίκτυο. Θα απαντούσα με ένα ερώτημα: «Για ποιους ακριβώς μισθούς και συντάξεις μιλάμε;»
Διότι εδώ έχουμε ένα ακόμη από τα πονηρά τεχνάσματα της Αριστεράς.

Βγαίνει ο άλλος, εκπρόσωπος του ΚΚΕ, και λέει πως «όποια κι αν είναι η κατάληξη της διαπραγμάτευσης, το βέβαιο είναι ότι θα πληγούν οι εργαζόμενοι».
Έτσι. Γενικώς και αορίστως. Ποιοι όμως είναι οι «εργαζόμενοι»; Όλοι οι άλλοι, αν εξαιρέσουμε τους ανέργους; Και όλοι αυτοί θα πληγούν και μάλιστα το ίδιο, άρα όλοι έχουν έναν καλό λόγο είναι κατά οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης και να στραφούν το ΚΚΕ;

Τι λέτε, καλέ!
Ούτε όλοι οι εργαζόμενοι, ούτε όλοι οι μισθωτοί, ούτε όλοι οι συνταξιούχοι αποτελούν ομοειδείς ομάδες.
Στην ερώτηση, λοιπόν, «θέλετε να κόψουμε μισθούς και συντάξεις;» η απάντηση είναι «πείτε μου ποιους μισθούς και ποιες συντάξεις εννοείτε, να σας απαντήσω».

Το έθεσε ωραία μια φίλη, σε προχθεσινή συζήτηση.
Ας δεχτούμε, είπε, ότι ο δικαστικός πρέπει να παίρνει έναν πολύ μεγάλο μισθό, και γιατί επιτελεί ένα σοβαρό έργο, και γιατί, όπως λένε, δεν πρέπει να μπαίνει στον πειρασμό να δωροδοκηθεί.

Ωραία. Όταν όμως βγαίνει στη σύνταξη, προφανώς δεν υπάρχει κίνδυνος να βρεθεί σε τέτοιον πειρασμό. Γιατί, λοιπόν, η σύνταξή του θα πρέπει να είναι τόσο προκλητικά υψηλότερη από τις υπόλοιπες; Τι περισσότερες ανάγκες έχει ένας συνταξιούχος δικαστικός, από έναν οποιοδήποτε άλλο συνταξιούχο;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Βλέπετε;

Αν πάρουμε να εξειδικεύσουμε τις περιπτώσεις, θα δούμε πως (πιθανότατα) υπάρχουν ακόμη μισθοί και συντάξεις που μπορούν να περικοπούν. Όχι βέβαια όλοι οι μισθοί και όλες οι συντάξεις και σε καμιά περίπτωση εκείνες των χαμηλοσυνταξιούχων. Το να θέτεις όμως το θέμα γενικώς και αορίστως («μισθούς και συντάξεις») μόνο κουτοπονηριά δείχνει.

Αφήστε που κάτι τέτοιες κουτοπονηριές δύσκολα πλέον περνάνε στους έξω. (Η ελληνική… αγορά έχει ακόμη πολύ ψωμί.)
Δεν είναι τυχαίο ότι εκείνοι που δυσανασχετούν περισσότερο με τη στάση μας στη διαπραγμάτευση είναι οι εκπρόσωποι των χωρών που το βιοτικό επίπεδο βρίσκεται μακράν πολύ χαμηλότερα από αυτό της εν Ελλάδι «ανθρωπιστικής κρίσης».

Είδατε; Δεν μιλώ για τους μισθούς και τις συντάξεις, προσπαθώ να μην κάνω το ίδιο λάθος. Λέω για το βιοτικό επίπεδο. Και αυτοί οι άνθρωποι καλούνται να χρηματοδοτήσουν με δανεικά τα καμώματα των δικών μας. Που θέλουν μεν το παραδάκι, όχι όμως και κάποιες δεσμεύσεις. Να το διαχειριστούν όπως νομίζουν καλύτερα, πραγματοποιώντας (κάποιες από) τις προεκλογικές τους υποσχέσεις και (πολλά από) τα νεοκομμουνιστικά τους οράματα.

Τα οποία, για να επιστρέψουμε εκεί απ’ όπου άρχισε η κουβέντα, επίσης δεν λένε ξεκάθαρα.
Έτσι, για να ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε.

Στην αντάρα ο λύκος χαίρεται!

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

140429 ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΟΝ-2

Το ένα πουλάκι:
Πού βασίστηκαν οι καριέρες αυτές;

Θυμίζω ότι δεν μιλάμε μόνο για πολιτικές, αλλά και για καλλιτεχνικές, δημοσιογραφικές, συνδικαλιστικές, γενικώς επαγγελματικές.
Βασίστηκαν σ’ ένα απλοϊκό σχήμα: Μνημόνιο-αντιμνημόνιο.

Αρκούσε να δηλώσει κανείς αντιμνημονιακός κι αμέσως είχε ένα τεράστιο, πρόθυμο ακροατήριο που τον κατέτασσε στους ηθικούς, στους έντιμους, στους πατριώτες, στους αγωνιστές, στους υπερασπιστές των φτωχών και των αδυνάτων.
Από την άλλη, δεν υπήρχε κάποιος που να (τολμά να) δηλώνει μνημονιακός, αυτό όμως έβγαινε από τα συμφραζόμενα.

Μνημονιακός ήσουν αν έλεγες πως κάποια από τα μέτρα των μνημονίων έπρεπε η χώρα μας να τα είχε πάρει μόνη της χρόνια πριν.
Μνημονιακός ήσουν αν υποστήριζες πως δεν χρειάζονται και οι χίλιοι πεντακόσιοι (τους είδαμε πάλι προχθές) φορείς του δημοσίου, πολλοί από τους οποίους δεν έχουν αντικείμενο.
Μνημονιακός ήσουν αν συμφωνούσες με το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, με την κατάργηση σκανδαλωδών προνομίων, με την αυτοαξιολόγηση (!) στα σχολεία…

Και τι έγινε; Θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς που δεν γνώριζε τα πράγματα από κοντά. Τι πάθαινε κάποιος όταν τον τοποθετούσαν στο σρατόπεδο των μνημονιακών;
Δεν είναι τόσο απλό. Αρκεί να θυμηθούμε μερικά από τα επίθετα που σου κολλούσαν, τα οποία εκτείνονταν σ’ ένα φάσμα που ξεκινούσε από το «συστημικός» κι έφτανε μέχρι το «γερμανοτσολιάς».

Δεν τολμούσες να διατυπώσεις δημόσια τη γνώμη σου κι ένας «στρατός» από πρόθυμους αντιμνημονιακούς σού επιτίθεντο με ύβρεις και απειλές, όχι για να αντικρούσουν τις θέσεις σου, αλλά για να σε προσβάλουν και να σε μειώσουν προσωπικά.
Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που δέχτηκαν όχι μόνο φραστικές επιθέσεις, αλλά και προπηλακισμούς, χτυπήματα, ακόμη και πετροπόλεμο.

Οι συνέπειες αυτού του «εθνικού διχασμού» φάνηκαν όταν, μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε τον παραμικρό δισταγμό να συγκροτήσει κυβερνητικό σχήμα με τους ΑΝΕΛ, αλλά και να συμπορευτεί στη συνέχεια με τον εκτός τόπου και χρόνου (και τόσο επικίνδυνο) Πάνο Καμένο. Μόνο (;) συνδετικό στοιχείο το αντιμνημόνιο.

Το άλλο πουλάκι:
Ευτυχώς που έγιναν εκείνες οι εκλογές.

Και ευτυχώς που τις κέρδισε ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί, παρ’ όλο το κόστος που πληρώνουμε με την αφυδάτωση της οικονομίας, φαίνεται πως ήταν ο μόνος τρόπος να συνειδητοποιήσουμε αλήθειες που αρνούμασταν να δούμε.
Η ζωή είναι όπως το μπιλιάρδο. Πληρώνεις για να μάθεις.

Τι μάθαμε, λοιπόν, μετά τις εκλογές; Χωρίς αξιολογική σειρά μάθαμε τα εξής: Ότι δεν είναι δυνατόν να σκίσεις έτσι απλά τα μνημόνια και η χώρα να επιστρέψει στο 2009. Αν το επιχειρήσεις να είσαι βέβαιος ότι θα γυρίσει πολύ περισσότερα χρόνια πίσω.

Ότι η διαπραγμάτευση είναι μια επίπονη διαδικασία, στην οποία ο καθένας προσέρχεται με τα όπλα του, που είναι η ισχύς της χώρας του και οι συμμαχίες που μπορεί να συνάψει κι όχι η μαγκιά του, ο τσαμπουκάς και οι απειλές.
Μάθαμε ακόμη ότι πραγματικές συμμαχίες και πηγές χρηματοδότησης εκτός ΕΕ δεν υπάρχουν. Όσοι μας προσεγγίζουν εκτός της Ευρώπης το κάνουν μόνο και μόνο επειδή είμαστε μέλος της και δι’ ημών βλέπουν μια δική τους προσέγγιση προς αυτήν.

Οι φιλίες και οι έχθρες εντός της Ευρώπης δεν είναι όπως τις φανταζόμασταν. Από τη μια βλέπουμε τη Μέρκελ να δηλώνει πως πρέπει να γίνει ό,τι είναι δυνατόν για να μην ξεμείνει η Ελλάδα από ρευστό κι από την άλλη δεχόμαστε επίθεση από μικρές χώρες, ακόμη και του νότου.
Κάπως έτσι αποκαλύφθηκε και μια άλλη αντίφαση μέσα στην οποία ζούσαμε τόσα χρόνια. Από τη μια κατηγορούσαμε τους δανειστές ως τοκογλύφους, και από την άλλη, όταν αρνούνται να μας δανείσουν, ως εκβιαστές που θέλουν να μας γονατίσουν οικονομικά.

Πέρα όμως από τα μεγάλα οικονομικά θέματα, μετά τις εκλογές αποκαλύφτηκαν κι ένα σωρό άλλες, μικρές, πικρές αλήθειες.
Μπορεί, ας πούμε, η Αριστερά να έχει στη χώρα μας ένα «ηθικό πλεονέκτημα» έναντι της Δεξιάς, με βάση την ιστορική τους διαδρομή και τους συσχετισμούς που δημιουργήθηκαν στην κοινωνία, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο κάθε «αριστερός» ατομικά είναι πιο ηθικός από τους «δεξιούς».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι άλλο μάθαμε;

Πώς δεν έχει τόση σημασία το να τάσσεσαι υπέρ της κυβέρνησης στις δημοσκοπήσεις ή στις πλατείες, αλλά το να της δείχνεις την εμπιστοσύνη σου αφήνοντας τις καταθέσεις σου στην τράπεζα.
(Αυτό είναι και το επιχείρημα των ξένων, όταν οι δικοί μας διαπραγματευτές ισχυρίζονται πως έχουν τη στήριξη του ελληνικού λαού.)

Μάθαμε ακόμη πως δεν ήταν «η προκλητική στάση της αστυνομίας» η αιτία να δημιουργηθούν κάθε φορά επεισόδια από κουκουλοφόρους - μπαχαλάκηδες, αφού αυτοί τα σπάνε και χωρίς κανέναν ένστολο στα πέριξ.
Μάθαμε πως υπάρχουν απόψεις που μπορεί να ακούγονται σωστές και δίκαιες στα αμφιθέατρα ή στα επιστημονικά φόρα, όμως καταλήγουν ανεφάρμοστες ή και επικίνδυνες στο πεδίο της πρακτικής εφαρμογής. Μιλώ για το μεταναστευτικό και τα δικαιώματα των φυλακισμένων.

Με μια κουβέντα, μια και ο χρόνος μας τελειώνει, μάθαμε κάτι που το ξέραμε ανέκαθεν. Τα λόγια είναι εύκολα και ανέξοδα, το πράγμα χαλάει όταν πας να τα εφαρμόσεις.
Αφού όμως το ξέραμε αυτό, τότε γιατί πιστεύαμε στα λόγια; Και τι σκοπεύουμε να κάνουμε τώρα που, μετά από τόσα «μαθήματα», γίναμε πιο σοφοί;

Ας μη γελιόμαστε, φίλοι μου. Στη διδακτική λέμε πως μαθαίνει εκείνος που είναι έτοιμος (ώριμος) να μάθει, αλλά και που θέλει (έχει κίνητρο) να μάθει.
Δυστυχώς εμείς, ως λαός εννοώ, ούτε ωριμάζουμε εύκολα, ούτε μας συμφέρει (μας βολεύει) να μάθουμε. Για έναν απλούστατο λόγο. Γιατί τότε θα πρέπει να δούμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη!

Τα μάθατε;

Τρίτη 28 Απριλίου 2015

140428 ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΟΝ-1

Το ένα πουλάκι:
Εποχή των απολογισμών!

Καθώς συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από την ημέρα που μπήκαμε στα μνημόνια και ξεκίνησε όλη αυτή τη περιπέτεια της χρεοκοπημένης χώρας, είδαμε τις μέρες που πέρασαν, διάφορους «απολογισμούς» αυτής της πενταετίας.

Τι έγινε όλο αυτό το διάστημα; Ποια ήταν το λάθος βήματα, ποια ήταν τα αρνητικά από τα οποία θα μπορούσαμε να διδαχτούμε και ποια τα θετικά που θα πρέπει να κρατήσουμε;
Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σ’ αυτό.

Και αν υπάρχει κάτι το οποίο είναι πέραν πάσης αμφισβήτησης είναι το γεγονός ότι η αδυναμία μας αυτή να συμφωνήσουμε πάνω σε βασικά ζητήματα αποτελεί τον κύριο παράγοντα που η πενταετία πήγε ουσιαστικά στον βρόντο.
Αυτό αποδεικνύεται πολύ εύκολα, από το γεγονός και μόνο ότι οι άλλες χώρες που βρέθηκαν στην ίδια μοίρα μ’ εμάς έχουν «ξεφύγει» προ πολλού.

Θέλετε να μιλήσουμε λίγο με αριθμούς; Πώς ήρθε η χρεοκοπία; Προφανώς όχι σε μια μέρα. Τα «χρυσά χρόνια», που δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα, από το 2001 μέχρι το 2009, το κράτος, σε τρέχουσες τιμές εισέπραξε 695 δισ. ευρώ και ξόδεψε 837! Αν κάνετε την αφαίρεση, θα δείτε ότι μπήκαμε μέσα 132 δισ. ευρώ!

Παρατήρηση πρώτη. Η σημερινή κυβέρνηση, που κόπτεται για την αλήθεια, αρνείται να διερευνήσει αυτή την περίοδο. Όταν δηλαδή οι κυβερνήσεις εξαπατούσαν τον εαυτό τους και τον λαό, ψηφίζοντας προϋπολογισμούς με μέσο έλλειμμα 1,4% του ΑΕΠ, ενώ το τελικό μέσο έλλειμμα ήταν 7,5% του ΑΕΠ.
Για να το καταλάβουμε μόνο τα 25 από τα 132 δις του ελλείμματος «πέρασαν» από τη Βουλή. Τα υπόλοιπα δημιουργήθηκαν… «στη ζούλα».

Παρατήρηση δεύτερη. Όλα αυτά τα λεφτά έπεσαν κυρίως σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων, καθώς και σε έργα που πραγματοποίησε το κράτος, δηλαδή σε «ανάπτυξη», όπως την εννοούν όσοι είναι αντίθετοι στα «υφεσιακά μέτρα» και στη λιτότητα που επιβλήθηκε με τα μνημόνια. Αυτού του είδους όμως η ανάπτυξη μας οδήγησε στη χρεοκοπία.

Το άλλο πουλάκι:
Έτσι μπήκαμε στα μνημόνια.

Δανειστήκαμε πολλά, πάρα πολλά δισεκατομμύρια (το λέω ολόκληρο για να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος) με ασήμαντο επιτόκιο. Αναλάβαμε όμως την υποχρέωση να προχωρήσουμε σε μέτρα και αλλαγές, ώστε να μην φτάσουμε πάλι στην ίδια κατάσταση.

Κάπου εδώ ξεκίνησε το πανηγύρι! Δηλαδή η «αντίσταση» ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας, το οποίο, υπό την καθοδήγηση τμήματος του πολιτικού κόσμου, αρνήθηκε να δει την πραγματικότητα. Και προτίμησε να ζήσει μέσα στο παραμύθι που έπλασε.

Και τι δεν ακούσαμε. Ότι για την χρεοκοπία έφταιγαν οι «κακοί ξένοι», οι οποίοι δάνεισαν υπερβολικά τη χώρα μας με σκοπό να μας «υπνωτίσουν» με την καλοπέραση, να μας οδηγήσουν στη χρεοκοπία, ώστε να «μας αγοράσουν» μετά μισοτιμής.
Λες και τα ομόλογα με τα οποία δανειζόμασταν τόσα χρόνια τα αγόραζε το γερμανικό κράτος και όχι πολλοί και διαφορετικοί «θεσμικοί (και όχι μόνο) επενδυτές».

Ακούσαμε ακόμη ότι το χρέος είναι «επαχθές και επονείδιστο», δηλαδή ότι μπορούμε να αρνηθούμε την πληρωμή του, αφήνοντας έτσι ξεκρέμαστους όλους όσους είχαν «επενδύσει» στην ελληνική «πίστη».

Ακούσαμε ακόμη ότι μπορούμε να επιστρέψουμε στη δραχμή χωρίς να πάθουμε τίποτε χειρότερο, ότι μπορούμε να βρούμε δανεικά από άλλες χώρες πλην Ευρώπης, ότι με την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων πάνω στους οποίους κολυμπά η χώρα να γίνουμε Κουβέιτ του βορρά, ακόμη κι ότι υπάρχει κάποιος έτοιμος να πληρώσει ολόκληρο το χρέος της χώρας, όμως η κυβέρνηση δεν τον αφήνει.

Όλα αυτά και πολλά ακόμη, προκειμένου να μη δούμε την απλή πραγματικότητα. Ότι, χάρη στην κακή διαχείριση, ρίξαμε το καράβι στην ξέρα, και πως ο μόνος τρόπος για να ξεκολλήσουμε είναι να αλλάξουμε νοοτροπία. Να περιοριστούν οι σπατάλες, να μειωθεί και να γίνει πιο παραγωγικό το δημόσιο, να δοθούν κίνητρα στην ιδιωτική πρωτοβουλία, να αναδιαρθρωθεί η παραγωγή, να γίνουμε ανταγωνιστικοί και να αποκτήσουμε ένα θετικό ισοζύγιο συναλλαγών.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Εύκολο; Όχι βέβαια!

Θα μπορούσαμε όμως, αυτά τα πέντε χρόνια, να κάνουμε βήματα προς αυτή την κατεύθυνση (τουλάχιστον το 60%-70% των βημάτων)!
Ποιος μας εμπόδισε; Προφανώς όχι οι «κακοί ξένοι». Μας εμπόδισε η ίδια η νοοτροπία που μας οδήγησε στη χρεοκοπία. Να μην τα χαλάσουμε με τις συντεχνίες, να μην θιγούν κεκτημένα συμφέροντα, να συνεχίσουμε να έχουμε ένα δημόσιο που απομυζά κάθε παραγωγική δράση, να συνεχίσουμε να βγαίνουμε στη σύνταξη στα πενήντα, να συνεχίσουμε, ο καθένας από εμάς, να αποτελούμε ειδική περίπτωση που πρέπει να εξαιρεθεί από τα μέτρα.

Έτσι κατορθώσαμε το χειρότερο. Τα μέτρα (γιατί υπήρξαν τελικά μέτρα και ήταν σκληρά και άδικα) να πλήξουν τους ασθενέστερους και εκείνους που δεν μπορούσαν να αντιδράσουν π.χ. τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Όσοι είχαν τον τρόπο τους συνέχισαν να απολαμβάνουν προνόμια, όσοι μπορούσαν συνέχισαν να φοροδιαφεύγουν, όσοι γούσταραν σήκωναν τις καταθέσεις τους και τις έβγαζαν στο εξωτερικό…

Ξέρετε ποιο είναι το αστείο και το τραγικό συγχρόνως; Ότι όλοι αυτοί θεωρήθηκαν «αντιστασιακοί», παρουσιάστηκαν ότι αντιδρούν στο σύστημα και στα μνημόνια, ότι αγωνίζονται ως γνήσιοι πατριώτες, σε αντίθεση με τους «πουλημένους» και τους «προδότες» που έλεγαν τα πράγματα με το όνομά τους.

Το καλύτερο; Πάνω σ’ αυτούς τους μύθους και πάνω στη διχαστική λογική χτίστηκαν πολιτικές (και καλλιτεχνικές, και δημοσιογραφικές, και…) καριέρες, δημιουργήθηκαν νέα κόμματα και φτάσαμε να έχουμε τη σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Η συνέχεια αύριο.

Ματιά προς τα πίσω.

Δευτέρα 27 Απριλίου 2015

150427 ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Θα σας πάω στο μακρινό 1992!

Άνοιξη ήτανε, λίγο πριν από την 25η Μαρτίου, όταν μπήκε στη ζωή μας η οδός Λουίζης Ριανκούρ, όπου η αστυνομία ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με μέλη της 17 Νοέμβρη, την ώρα που έκαναν «γενική δοκιμή» για μια επίθεση που σχεδίαζαν.

Λίγες μέρες μετά, στο αμφιθέατρο κάποιας σχολής άναψε η συζήτηση περί τρομοκρατίας. Θυμάμαι μία λέκτορα, η οποία προσπάθησε να κάνει έναν διαχωρισμό, λέγοντας πως η ίδια δεν αισθάνεται καθόλου «τρομοκρατημένη» από τη δράση της 17 Ν. Οι τρομοκρατικές οργανώσεις πραγματοποιουν «τυφλά» χτυπήματα, σε δημόσιους χώρους, στο μετρό κ.λπ., με θύματα αθώους πολίτες, κυρίως όμως ανυποψίαστους. Αντίθετα, οι στόχοι της 17Ν ήταν πολύ συγκεκριμένοι, άρα κακώς τους ονομάζουμε τρομοκράτες.

Τα θυμήθηκα αυτά για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν πως, πριν από λίγες μέρες, έμαθα ότι η τότε πράγματι πολύ άξια λέκτορας έλαβε σήμερα κυβερνητικό πόστο. Ο άλλος η συζήτηση και ψήφιση της φωτογραφικής ρύθμισης για την αποφυλάκιση του Σάββα Ξηρού.

Ας αφήσουμε το εκτός τόπου και χρόνου τού εγχειρήματος. Τη στιγμή που οι διεθνείς σου «σύμμαχοι» (αυτοί, ντε, που σε βλέπουν με κάποια συμπάθεια) είναι δυο τρεις, δεν «πουλάς» τον σημαντικότερο, ερχόμενος σε κόντρα με τις εμμονές του περί τρομοκρατίας. Ασ’ το για λίγο αργότερα, δεν χάλασε ο κόσμος.
Η ουσία όμως του πράγματος είναι αυτή που μας ενδιαφέρει και αξίζει να τη συζητήσουμε.

Ξεκινώ από τη διανοητική πιρουέτα της Προέδρου Ζωής, η οποία επεξέτεινε το σκεπτικό της καθηγήτριάς μας λέγοντας πως οι πολίτες αισθάνονται τρομοκρατημένοι από τα μνημόνια, άρα τρομοκρατία είναι αυτά, συνεπώς, λέω εγώ, τρομοκράτες όσοι τα έφεραν στη χώρα και συμπαθούντες όλοι οι μνημονιακοί, συστημικοί κ.λπ. που αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση της Ζωής. (Και του «Σωτήρα».)

Τι θέλω να πω; Τέτοιες απόψεις υπήρχαν και υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία, καλά θα είναι όμως να ρωτάμε και τα θύματα, όσα επέζησαν των επιθέσεων, ή τους συγγενείς των νεκρών, πριν αποφανθούμε εμείς, εκ του ασφαλούς όπως πάντα, τι μας τρομοκρατεί, άρα και τι είναι ή δεν είναι τρομοκρατία.

Το άλλο πουλάκι:
«Η δημοκρατία δεν εκδικείται».

Πολύ σωστά. Νομίζω όμως πως ούτε χαρίζεται και μάλιστα επιλεκτικά, φωτογραφικά, όπως χαρακτηριστικά τονίστηκε. Να θέσω μερικά ερωτήματα; Γιατί ο Σάββας Ξηρός «δεν μπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί στη φυλακή», ενώ μπορεί στο σπίτι του; Όπως σωστά επισημάνθηκε, εδώ έχουμε και τυφλό βουλευτή.

Πού αρχίζουν και πού τελειώνουν οι «ανθρωπιστικοί λόγοι»; Αν κάποιος είναι ουσιαστικά ανάπηρος, γιατί θα πρέπει να τον κρατήσω πρώτα δέκα χρόνια φυλακισμένο και μετά να… του φερθώ ανθρωπιστικά; Για να σωφρονιστεί και να μεταμεληθεί σ’ αυτό το διάστημα;

Και αν δεν μεταμελείται; Αν δεν δέχεται να ζητήσει έστω μια τυπική συγνώμη; Αν δεν δηλώσει ποτέ ότι οι πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκε ήταν λάθος;
Μήπως ο… βίαιος (με το ζόρι, δηλαδή) ανθρωπισμός είναι εξίσου απάνθρωπος με τη βίαιη (ποια άλλη υπάρχει;) τιμωρία;

Ασφαλώς και είναι σωστό ένα δημοκρατικό κράτος να δείχνει επιείκεια σε κρατούμενους με αναπηρία. Δεν θα πρέπει όμως να εξετάζουμε πότε και κάτω από ποιες συνθήκες προκλήθηκε η αναπηρία τους;
Άλλο να υποστεί ανήκεστο βλάβη η υγεία σου ενώ είσαι κρατούμενος κι άλλο να διέπραξες το αδίκημά σου όντας ανάπηρος.

Δηλαδή, αν ένας ανάπηρος διαπράξει φόνο, η πολιτεία θα του φερθεί με επιείκεια, λόγω της κατάστασής του;
Σκεφθείτε τώρα την περίπτωση που η αναπηρία προκλήθηκε κατά τη στιγμή που ο ένοχος προσπαθούσε να διαπράξει την αξιόποινη πράξη του.
Θυμίζει λίγο το ανέκδοτο που ο συνήγορος του  πατροκτόνου ζητούσε την επιείκεια του δικαστηρίου επειδή ο πελάτης ήταν… ορφανός!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι δεν ακούσαμε!

Είναι, λέει, άδικο προς τους συγκρατούμενους του Ξηρού να τον βλέπουν να έχει μια προνομιακή μεταχείριση μέσα στις φυλακές, λόγω της αναπηρίας του. Για να μη βλέπουν, λοιπόν, την αδικία, ας τον αφήσουμε να πάει στο σπίτι του, όπου θα ζει μακριά από τα ζηλόφθονα μάτια των συγκρατούμενών του.
Τους φτάνει, δηλαδή, τους ανθρώπους ο βάσανος της ποινής τους, μην προσθέσουμε κι αυτόν της ζήλειας. Ανθρωπιστικοί λόγοι!

Ακούσαμε ακόμη ότι το κράτος θα κάνει οικονομία, αφού θα απαλλαγεί από τα έξοδα της ειδικής φροντίδας που χρειάζεται ο Ξηρός μέσα στη φυλακή. Μόνο που δεν είδαμε καμιά οικονομοτεχνική μελέτη, για το πόσο θα κοστίζει η κατ’ οίκον φύλαξή του σε 24ωρη βάση, τα διάφορα «βραχιολάκια» κ.λπ.
Λέτε τελικά όμως ο ανθρωπισμός να είναι θέμα χρημάτων και οικονομικού συμφέροντος;

Θέλετε την προσωπική μου άποψη;
Το ευνομούμενο κράτος και η δημοκρατία πρέπει να εξαντλούν την επιείκειά τους σε ανθρώπους που βρέθηκαν σε μια «κακιά στιγμή» και διέπραξαν κάτι για το οποίο έχουν μετανιώσει. Όχι σε εκείνους που είχαν πολύχρονη δράση, συνελήφθησαν κατά τύχη και ποτέ δεν έδειξαν ίχνος μεταμέλειας.
Θυμίζω ότι το δικαστήριο αναγνώρισε το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας σε αρκετά μέλη της 17Ν, κάποια από τα οποία έχουν ήδη αποφυλακιστεί.

Τα υπόλοιπα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.
Το χειρότερο; Είναι κλείσιμο του ματιού στους διάφορους «αντιεξουσιαστές» οι οποίοι θεωρούν τους δολοφόνους-τρομοκράτες λαϊκούς αγωνιστές. Αυτό ήθελε η Βουλή;

Ανθρωπισμός με το ζόρι!

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

150424 ΑΞΙΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Στο γουρούνι πάει κουδούνι;

Μ’ αυτή την πολύ εύστοχη και σοφή παροιμία μάς δίδαξαν οι παππούδες μας κάτι πολύ απλό: Δεν είμαστε όλοι για όλα!
Ο καθένας έχει μια κλίση, μια ικανότητα, ακόμη κι έναν χώρο μέσα στον οποίο κινείται άνετα. Δεν χρειάζεται να μπαίνουμε σε ξένα χωράφια.

Δηλαδή, να αποκλείσουμε τις αλλαγές, ιδιαίτερα τις τολμηρές; Να ακυρώσουμε τις καινοτομίες; Να πάψουν οι άνθρωποι να δοκιμάζουν τον εαυτό τους και το ταλέντο τους σε νέα πεδία, να αναζητούν νέους ορίζοντες έκφρασης; Κάθε άλλο. Ας το κάνουν κι αν τους βγει τους βγήκε. Να είναι όμως προετοιμασμένοι να σπάσουν και τα μούτρα τους.

Θα καταλάβετε, φαντάζομαι, ότι τόση ώρα προσπαθώ να κάνω μια εισαγωγή (που λένε και στις τηλεοπτικές εκπομπές), προκειμένου να συζητήσουμε το θέμα που προέκυψε με την επιλογή του Σάκη Ρουβά ως ερμηνευτή στο Άξιον Εστί του Μίκη Θεοδωράκη, σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη.

Υπάρχει θέμα ή όπως συμβαίνει συνήθως, το μεγαλοποιούμε κι αυτό, σε δουλειά να βρισκόμαστε;
Γιατί όχι ο Ρουβάς; Τραγουδιστής δεν είναι; Ποιος είναι αυτός που θα του πει τι μπορεί να τραγουδήσει και τι όχι; Που ξέρουμε, εκ των προτέρων και χωρίς να τον ακούσουμε, ότι το αποτέλεσμα δεν θα είναι καλό;

Πριν απαντήσουμε στα ερωτήματα, ας ξεκαθαρίσουμε πως στα έργα τέχνης, όπως επίσης σε πάρα πολλά άλλα θέματα, υπάρχει ένας παράγοντας που ονομάζεται προσωπικό γούστο. «Γούστος είναι αυτός», που έλεγε και ένας παππούς. Ας πούμε εμένα δεν μου άρεσε καθόλου ούτε ο Πάριος, όταν τραγούδησε «ερωτικό Θεοδωράκη». Κάποιοι μπορεί να ξετρελάθηκαν.

Αν το δούμε έτσι, ίσως και να μην υπάρχει όριο. Να είστε βέβαιοι πως θα βρεθούν ένα σωρό «ρουβίτσες», οι οποίες θα ξετρελαθούν με την ερμηνεία του ειδώλου τους.
Θα μου πείτε πως αυτές, πιθανότατα δεν έχουν τον Μπιθικώτση στη μνήμη τους, για να συγκρίνουν.

Μην το λέτε. Είμαι βέβαιος πως δεν υπάρχει παιδί που να τελείωσε το ελληνικό σχολείο και δεν έχει ακούσει όχι μια αλλά πολλές φορές τουλάχιστον το «ένα το χελιδόνι» με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.

Το άλλο πουλάκι:
Ας αφήσουμε το γούστο.

Κι ας μιλήσουμε για ρεπερτόριο. Προσέξτε, δεν αναφέρομαι στο «ποιοτικό» ή όχι του πράγματος, γιατί κι εδώ υπάρχουν ενστάσεις.
Θυμίζω πως κι ο ίδιος ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης δεν καταλάβαινε πολύ καλά τι τραγουδούσε, στον καιρό του.

Είναι γνωστή η ατάκα του προς τον Μανώλη Χιώτη: «Ρε, Μανώλη, τι είναι αυτά τα “άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης”; Λες να μας πάρουν με τις πέτρες;»
Αφήνω τις αντιδράσεις των «έντεχνων», των μουσικών της κλασσικής ορχήστρας που αρνούνταν να παίξουν με έναν… μπουζουξή και αντέδρασαν, όταν είδαν ότι έπρεπε να έχουν ως σολίστ τον Μανώλη Χιώτη.

Αυτά βέβαια για τον «Επιτάφιο» που ηχογραφήθηκε τέσσερα σχεδόν χρόνια πριν από το «Άξιον Εστί». Που σημαίνει ότι το 1964 ο Μπιθικώτσης ήταν ήδη καθιερωμένος από τον Μίκη, που τον είχε βάλει και τραγουδούσε, εκτός από Ρίτσο, και Γκάτσο, και Τάσο Λειβαδίτη, και Σεφέρη και Δημήτρη Χριστοδούλου, ακόμη και Μποστ.

Όμως ο Μπιθικώτσης ήταν, ούτως ή άλλως, ένας λαϊκός τραγουδιστής. Τόσο τα ακούσματά του, όσο και το ερμηνευτικό του ύφος δεν απείχαν πολύ από εκεί που ήθελε να τον οδηγήσει ο Θεοδωράκης. «Το είχε», για να χρησιμοποιήσουμε μια σημερινή έκφραση.

Αυτό ακριβώς, το να «το έχει», είναι κάτι που δεν έχει να κάνει μες τις φωνητικές δυνατότητες ενός ερμηνευτή. Αν βάλετε έναν τενόρο, με την ολόσωστη φωνή του, να τραγουδήσει Βαμβακάρη, θα βγει ένα αποτέλεσμα που δεν θα το αναγνωρίσουμε. Θα είναι κάτι άλλο, εντελώς διαφορετικό από αυτό που ήταν το αρχικό τραγούδι ή έστω οι γνωστές επανεκτελέσεις του, από ερμηνευτές του ρεμπέτικου.

Το ίδιο κι αν βάλετε ψάλτη να τραγουδήσει μια…καντάδα. Θα δυσκολευτεί πολύ, παρά την καλή του φωνή, να αποδώσει την… ελαφρότητα που χρειάζεται το κομμάτι.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι υπάρχουν τραγουδιστές με συγκεκριμένο ρεπερτόριο και μόνον αν είσαι… Νταλάρας μπορείς να τραγουδήσεις τα πάντα το ίδιο (καλά)!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ο Ρουβάς έκανε την επιλογή του.

Διάλεξε ένα είδος τραγουδιού που έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις και μια τεχνική την οποία ο άνθρωπος αναμφισβήτητα διαθέτει. Εμένα δεν μ’ αρέσει, αλλά ποιος με ρωτάει; Ούτε δίσκο του έχω στην συλλογή μου, ούτε πήγα ποτέ να τον ακούσω, ούτε το ραδιόφωνο που ακούω βάζει τραγούδια του.

Έλα όμως που όσο περνούν τα χρόνια βλέπει πιθανότατα ο ίδιος (ή ο παραγωγός του) πως οι «ρουβίτσες» αλλά και το είδωλό τους έχουν σαρανταρίσει προ πολλού και το 1991 που εμφανίστηκε στη δισκογραφία μοιάζει απίστευτα μακρινό. Το ίδιο και το Shake it  (2004) όταν οι αγριεμένες παρτενέρ του του έσκιζαν τα ρούχα επί σκηνής και κατακτούσε την 3η θέση στο φεστιβάλ της Γιουροβίζιον.

Άρα ήρθε η ώρα για κάτι πιο κοντά στα (ηλικιακά) μέτρα του. Όμως… το έχει; Θα φανεί. Θυμίζω μια αντίστοιχη στροφή που επιχείρησε η Νατάσα Θεοδωρίδου, τραγουδώντας στην Πολίτικη Κουζίνα. Έμεινε με την όρεξη για… ποιότητα.

Άρα δεν μιλάμε για απαγορεύσεις, όπως λέει κι ο ίδιος Μίκης, αλλά για κάτι πολύ πιο απλό. Όπως και να το κάνουμε, στο γουρούνι δεν πάει κουδούνι!     

Θέλει δουλειά πολλή!

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

150423 ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Σας αρέσουν οι ιστορίες;

Εμάς μας αρέσουν πολύ, δυστυχώς όμως δεν είμαστε τόσο ικανοί στο να τις μεταφέρουμε όπως τις ακούμε ή τις ζούμε οι ίδιοι. Τι να κάνουμε, δεν έχουν όλοι το χάρισμα…
Το τελευταίο διάστημα όμως ακούστηκαν στην παρέα μερικές ενδιαφέρουσες ιστορίες και θα θέλαμε να σας τις διηγηθούμε.

Οι ιστορίες παρουσιάζουν όψεις της οικονομικής (και όχι μόνο) δραστηριότητας στη χώρα και αλλού και κάνουν αναπόφευκτες συγκρίσεις. Δίνουν επίσης ερμηνείες για το πώς βρεθήκαμε εδώ και γιατί δεν φαίνεται διέξοδος.
Ακούστε την πρώτη:

Κάποιος Ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας δέχτηκε στη Βοστώνη την επίσκεψη δύο εκπροσώπων του υπουργείου Οικονομικών της Ολλανδίας. «Ήταν δύο νέοι άνθρωποι, αξιοπρεπέστατοι, μορφωμένοι δημόσιοι υπάλληλοι που γνώριζαν πως δουλεύουν οι τεχνολογικές startup και το venture capital».

Πριν επισκεφθούν τον επιχειρηματία είχαν πραγματοποιήσει σημαντική έρευνα γύρω από την επιχείρησή του. Γνώριζαν το ιστορικό της εταιρίας, σε ποιες περιοχές βρίσκονται τα γραφεία, σε τι ακριβώς δραστηριοποιούνται και προέβλεψαν ότι σύντομα θα επεκταθούν στην Ευρώπη.

Τους μίλησαν για μια υπηρεσία που παρέχει δωρεάν λογιστές, αναζητά υπαλλήλους για λογαριασμό τους, βρίσκουν γραφεία και κανονίζουν όλη τη γραφειοκρατία, χωρίς να χρειάζεται οι ίδιοι καν να επισκεφθούν την Ολλανδία. Πρότειναν να τους πραγματοποιήσουν μια δωρεάν οικονομική μελέτη, ώστε να ξέρει η εταιρεία τι φόρους θα πληρώσει, ποιο θα είναι το κόστος εργασίας κ.λπ.

Ωστόσο, αν η επιχείρηση το επιθυμούσε, μπορούσαν να τους «πετάξουν» ως το Άμστερνταμ, προκειμένου να γνωρίσουν τοπικές επιχειρήσεις, να δούνε χώρους γραφείων, ακόμα και να γνωρίσουν προσωπικό που θα ήθελαν να προσλάβουν.
Τους εγγυήθηκαν ότι θα έχουν ένα σταθερό φορολογικό καθεστώς για 10 χρόνια, ώστε να μπορούν να κάνουν τον προγραμματισμό τους.

Όλα τα παραπάνω και πολλά ακόμη, μπορούσαν να τους τα «προσφέρουν» ακόμη και αν η επιχείρηση άνοιγε ένα μικρό γραφείο 3-4 ατόμων, αφού έχουν εμπιστοσύνη στο κράτος τους και είναι βέβαιοι πως, αν μια επιχείρηση κάνει εκεί ένα ξεκίνημα, είναι σίγουρο πως γρήγορα θα θελήσει να επεκταθεί.

Στη συνέχεια, μέσω Skype, του έστειλαν ένα αντίγραφο του προφίλ της εταιρείας που δημιούργησαν στη βάση δεδομένων του Υπουργείου τους, καθώς και έναν κωδικό με τον οποίο θα μπορεί να το ενημερώνει, ώστε να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή τις ανάγκες του και να του κάνουν τις κατάλληλες προτάσεις για δωρεάν υπηρεσίες.

Το άλλο πουλάκι:
Στην Ελλάδα, τώρα.

Όπου, πριν από μερικά χρόνια, κατέφθασε ένας Νορβηγός, προκειμένου να πραγματοποιήσει μια επένδυση σε φωτοβολταϊκά. Η χώρα του χρηματοδοτούσε σε ποσοστό 75% μια νέα επιχείρηση, ενώ ένα άλλο 25% έπαιρνε ως δάνειο από τράπεζα, με αστείο επιτόκιο. Τζάμπα επένδυση, δηλαδή.

Μάλιστα είχε τη δυνατότητα να επιλέξει όποια χώρα της ΕΕ ήθελε να στήσει την επιχείρησή του.
Ο άνθρωπος είχε γυναίκα ελληνίδα και είπε να έρθει στη χώρα μας. Επί ενάμιση χρόνο βολόδερνε σε γραφεία, υπηρεσίες, υπουργεία και δήμους, χωρίς να μπορεί να βγάλει άκρη.
Στο τέλος απογοητεύθηκε πήρε τη σύζυγό τους και τα έτοιμα λεφτά και την έκανε για αλλού.
Χάθηκαν έτσι 15 (εντελώς δωρεάν) θέσεις εργασίας.

Πώς σαν φάνηκαν οι ιστορίες; Θέλετε κι άλλες;
Κάποιος γνωστός έχει μια μεγάλη επιχείρηση, όπου χρησιμοποιεί  έναν μικρό φορτωτή κλαρκ για να μεταφέρει μέσα στις αποθήκες του τα διάφορα προϊόντα.

Τον φορτωτή τον χειριζόταν επί δεκαετία σχεδόν ένας υπάλληλος της επιχείρησης. Ξαφνικά, μετά από αλλαγή της υπάρχουσας νομοθεσίας, μαθαίνει ο φίλος ότι ο φορτωτής πρέπει να έχει αριθμό κυκλοφορίας και να χρησιμοποιείται μόνο από οδηγό με ειδική άδεια.

Για να πάρει όμως ο υπάλληλός του τη συγκεκριμένη άδεια, θα πρέπει να έχει 6μηνη προϋπηρεσία κοντά σε έμπειρο χειριστή.
Τι να κάνει ο άνθρωπος; Να απολύσει τον υπάλληλο που έχει στη δουλειά του τόσα χρόνια, προκειμένου αυτός να «εκπαιδευτεί» σε κάτι με το οποίον ασχολείται επί μια δεκαετία. Και μετά; Να τον επαναπροσλάβει σε έξι μήνες. Και στο μεταξύ; Και αν αυτός δεν μπορέσει να  βρει θέση «μαθητευόμενου»;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μια τελευταία ιστορία.

Μέρες του Πάσχα, συναντιούνται στο προαύλιο της εκκλησίας του χωριού δύο παλιοί φίλοι, γύρω στα πενήντα, που είχαν να ειδωθούν χρόνια. Ο ένας δάσκαλος, ο άλλος μόνιμος αξιωματικός.

Χαιρετιούνται, ρωτάνε τα νέα ο ένας στον άλλον και ο στρατιωτικός τού λέει ότι εδώ και χρόνια έχει βγει στη σύνταξη κι έχει βρει την ησυχία του. «Γιατί δεν βγαίνεις κι εσύ;» ρωτάει τον δάσκαλο. «Δεν θέλω ακόμη», απαντά εκείνος. «Η δουλειά μ’ ενδιαφέρει κι έχω όρεξη να δουλέψω. Άμα αρχίσω να βαριέμαι θα το σκεφθώ».

«Καλά κάνεις και δεν βγαίνεις», του απαντά ο άλλος. «Δεν βλέπει πόσο μας έχουν μειώσει τις συντάξεις; Γιατί να βγεις; Λα, λα, Λόλα και ο μισθός να πέφτει…»

Αυτές είναι, φίλοι μου, εικόνες της Ελλάδας του σήμερα. Αντιλήψεις, νοοτροπίες και πρακτικές στη χρεοκοπημένη Ελλάδα του 2015. Μερικοί δεν έχουν καταλάβει τίποτα. Εξακολουθεί να τους φταίει η Μέρκελ, οι δανειστές και όσοι μιλούν για αλλαγές που πρέπει να γίνουν, προκειμένου να σταθούμε στα δικά μας πόδια.

Ποιος πολιτικός θα μας μιλήσει γι’ αυτή την κατάσταση;
Ποιοι θα προωθήσουν τις απαραίτητες αλλαγές, ώστε η χώρα να εκσυγχρονιστεί, να γίνει ανταγωνιστική και παραχθεί πλούτος, να υπάρχει δουλειά, να μπορούν να… πληρωθούν και οι συντάξεις των καημένων των στρατιωτικών;

Μασάλια!

Τετάρτη 22 Απριλίου 2015

150422 ΔΗΜΟ(ΚΡΑ)ΤΙΚΟΦΑΝΕΣ

Το ένα πουλάκι:
«Σιγά το θέμα»!

Κάπως έτσι αντιμετώπισε κάποιος φίλος αυτά που λέγαμε χθες με την τοποθέτηση των Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης.
Ανήκει κι αυτός στην ομάδα για την οποία σας έχουμε μιλήσει, εκείνη που λέει «σιγά, μωρέ, δεν χάλασε κι ο κόσμος, άλλα είναι τα σοβαρά».

Βεβαίως, πάντα θα υπάρχει κάτι πιο σοβαρό να ασχοληθείς ή να σε πειράξει κι έτσι, μ’ αυτό το σκεπτικό, καταλήγουμε πως μόνο ο θάνατος είναι ανεπανόρθωτη βλάβη.
Και μιλάμε πάντα για τον θάνατο τον δικό μας ή κάποιου πολύ κοντινού μας ανθρώπου, στη δεύτερη περίπτωση για σύντομο χρονικό διάστημα.

Έτσι, μ’ αυτό το «την υγειά μας να ‘χουμε», μπορούμε να προσπερνάμε οτιδήποτε στραβό ή ανάποδο συμβαίνει γύρω μας.
Όχι όμως πάντα. Μόλις αρχίζει να θίγεται κάτι δικό μας, τότε ξεχνάμε τα «δεν βαριέσαι» και ξεσηκώνουμε τον κόσμο.

Δυστυχώς, κάποιος που σχολιάζει την καθημερινότητα δεν έχει την πολυτέλεια να ασχολείται μόνο με όσα τον αγγίζουν προσωπικά. Κι αυτό είναι μια καλή άσκηση, σε τελευταία ανάλυση, που σε κρατάει σε εγρήγορση και σε κάνει κάπως καλύτερο πολίτη.
Δυστυχώς, και το λέω μετά λόγου γνώσεως, στις μέρες μας δεν χρειάζεται να ψάξεις για στραβά κι ανάποδα.

Βγάζουν μάτι, έρχονται και σου χτυπούν την πλάτη, καμιά φορά και το κεφάλι, και είναι τόσα που δεν ξέρεις τι να πρωτοπιάσεις.
Τη βουλευτή που δηλώνει «γκαζοφονιάς» ή τον δήμαρχο που καλεί τον αντίπαλό του σε μονομαχία στην πλατεία της πόλης.
Αστειεύομαι. Αυτά (τα πρόσωπα) είναι ανάξια σχολιασμού.

Θυμήθηκα όμως τώρα κάτι που έχει σχέση με όσα θέλω να σχολιάσουμε σήμερα. Πριν από χρόνια, ήταν ένας ποδοσφαιριστής που είχε πάθος με τα γρήγορα αυτοκίνητα και διέθετε αρκετά. Σε κάποια συνέντευξη του, λοιπόν, είχε δηλώσει πως κάνει την απόσταση Αθήνα-Θεσσαλονίκη σε τρεις ώρες. Την άλλη μέρα τον κάλεσε ο εισαγγελέας να δώσει εξηγήσεις, διότι, ως δημόσιο πρόσωπο, και μάλιστα ίνδαλμα των νέων, δεν μπορεί να κάνει δηλώσεις τέτοιου είδους.

Το άλλο πουλάκι:
Άλλοι καιροί, άλλοι… εισαγγελείς.

Δυστυχώς, η κοινωνία μας γυρίζει πίσω, όχι στα καλά, όχι σε πράγματα που είχαν αξία, αλλά σε ό,τι χειρότερο έχει να παρουσιάσει από το παρελθόν. Θα σας δώσω ένα άλλο παράδειγμα, σε σχέση μ’ αυτά που συζητούσαμε χθες, για να απαντήσω και στον φίλο, κατά τον οποίο «δεν τρέχει και τίποτα».

Πριν από χρόνια, στα δημοτικά σχολεία της χώρας λειτουργούσαν «ειδικές τάξεις», για μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, ο δάσκαλος των οποίων έπαιρνε και κάποιο καθόλου ευκαταφρόνητο επίδομα. Για να τοποθετηθεί κάποιος εκεί έπρεπε να έχει πτυχίο Ειδικής Αγωγής. Αν δεν υπήρχαν ενδιαφερόμενοι μ’ αυτό το «προσόν», τότε επιλέγονταν άλλοι με άλλα κριτήρια.

Οι υπεύθυνοι για την επιλογή εξέταζαν τα κριτήρια, αλλά τα αποδέχονταν κατά περίπτωση, έτσι ώστε να τοποθετούν όποιους γουστάρουν. Αν τους ρωτούσες σου έλεγαν ένα σκεπτικό, το οποίο όμως ούτε γνωστό εκ των προτέρων ήταν, ούτε λειτουργούσε σε κάθε τοποθέτηση το ίδιο.

Έτσι, στην μία ειδική τάξη πήγαινε ο τάδε δικός μας, γιατί είχε «αρχαιότητα». Στην επόμενη ένας άλλος, γιατί είχε «προϋπηρεσία». Στην τρίτη επίσης κάποιος ημέτερος, ο οποίος είχε… «ευαισθησία»!
Όπως καταλαβαίνετε και η αρχαιότητα, και η προϋπηρεσία, ακόμη και η ευαισθησία ήταν μέσα στα προσόντα που προβλέπονταν, μόνο που αυτό γινόταν προκειμένου να μπορέσει να στηθεί το παιχνίδι του βολέματος.

Κάπου εκεί γυρίσαμε με τον τρόπο που έγιναν οι επιλογές των Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης.
Στον καθένα εκτιμήθηκαν ακριβώς τα προσόντα που διέθετε ο ίδιος προκειμένου να καταλάβει τη θέση. Κι αν δεν είχε καθόλου προσόντα εκτιμήθηκε το ότι «είναι καλό παιδί», όπως είπαν κάποιοι, λες και ψάχναμε για γαμπρό κι όχι για στέλεχος μιας υπηρεσίας.

Δεν είναι κακό να εκτιμηθεί αυτό το προσόν, δεν είναι και πάρα πολλά τα καλά παιδιά.
Μόνο που αυτό πρέπει να το γνωρίζουν όλα εκ των προτέρων, ώστε και υποβάλλουν αίτηση κι όχι να αυτοαποκλείονται, επειδή δεν διαθέτουν άλλα προσόντα.
Καταλαβαίνετε καλά τι εννοώ.

(Είναι τόσο «καλά παιδιά» που δέχτηκαν να πάρουν μέρος σε μια διαβλητή διαδικασία και να προσπεράσουν συνυποψήφιούς τους με περισσότερα προσόντα, ξέροντας πως εξαπατούν εαυτούς και αλλήλους.)

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τουλάχιστον να τους ψηφίζανε!

Όπως θα ψηφίζουν τώρα για Διευθυντή σχολείου οι εκπαιδευτικοί του κάθε συλλόγου διδασκόντων, ή για Διευθυντή Εκπαίδευσης οι διευθυντές των σχολείων.
Όπως επίσης θα ψηφίζουν για Πρύτανη οι φοιτητές των πανεπιστημίων. Αν αυτό δεν είναι επίφαση δημοκρατίας (μάλλον… δημοκρατικότητας) τότε τι είναι;

Δεν είναι κακό να έχουν λόγο οι υφιστάμενοι για τους προϊσταμένους τους. Κάθε άλλο. Μόνο που η γνώμη αυτή πρέπει να είναι τεκμηριωμένη (άρα αξιολόγηση) και καλύτερα να μην το γνωρίζουν ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.
Σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, ας πούμε, η επιτροπή που κρίνει έναν καθηγητή μπορεί να λάβει υπόψη της ΚΑΙ τα δημοσιεύματα –τα επώνυμα, κυρίως- στις φοιτητές ιστοσελίδες και τα μπλογκς.

Όταν με το υπάρχον καθεστώς επιλογής (που δεν είναι τέλειο, όμως είχε βελτιωθεί πολύ τα τελευταία χρόνια) βρίσκονται διευθυντές που λένε πως δεν είναι καθόλου υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν τους κείμενους νόμους και τις διατάξεις, όταν δεν συμφωνούν μ’ αυτά, σκεφτείτε τι θα γίνει με τους «εκλεγμένους από τη βάση».
Κάθε σχολείο, αρματολίκι με το δικό του μπαϊράκι! Αυτό για κάποιους λέγεται «παιδαγωγική ελευθερία». Όταν δεν θα μπορούν να τους μαζέψουν, θα τα πούμε.
Ρετρό!

Τρίτη 21 Απριλίου 2015

150421 ΙΔΙΟ

Το ένα πουλάκι:
Από τα μικρά πράγματα…

Δεν θέλουμε να αφήσουμε αναπάντητο το ερώτημα με το οποίο τελείωσε η χθεσινή μας κουβέντα. Βέβαια, λέγαμε πως ο καθένας πρέπει να ρωτήσει τον εαυτό του, όμως δεν είναι κακό να ανταλλάξουμε και… απαντήσεις. Σε ποιους, λοιπόν, τομείς καλυτέρεψε η ζωή μας, μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου;

Προσέξτε! Καλό είναι να αποφύγουμε απαντήσεις του τύπου, «ναι, αλλά με τους άλλους θα ήμασταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση». Επίσης, θα ήταν λάθος να συγκρίνουμε το τι υπόσχονταν η παρούσα κυβέρνηση, με το τι έκανε. Πιστεύω πως κανείς σ’ αυτή την παρέα που κουβεντιάζουμε δεν είναι τόσο αφελής, ώστε να πιστεύει σε προεκλογικές υποσχέσεις, «απ’ όπου κι αν προέρχονται». Πόσο μάλλον όταν αυτές ήταν ενός κόμματος που ξεκίνησε από το 4%, όταν δηλαδή μπορούσε να λέει ό,τι θέλει, χωρίς να κινδυνεύει να βρεθεί στη θέση να το υλοποιήσει.

Προτείνω επίσης να μη σταθούμε στη σχέση με τους δανειστές, αφού η διαπραγμάτευση (η «σκληρή διαπραγμάτευση») βρίσκεται σε εξέλιξη. Ας σχολιάσουμε μόνο πως οι άλλοι διαπραγματεύονταν «μαλακά» ή δεν διαπραγματεύονταν καθόλου («προσκυνημένοι», ενώ οι σημερινοί «σκληρά», έχοντας όμως στεγνώσει την οικονομία της χώρας και αφήνοντάς μας να ζούμε με το «λέτε να…»

Ας δούμε τα άλλα, λοιπόν. Από πού να αρχίσουμε; Από την επιλογή των Προέδρων, Προκόπη και Ζωής; Από το επίπεδο των παρελάσεων και των εορτασμών της Εθνικής Επετείου; Από τους διορισμούς συγγενών, φίλων και αποτυχημένων στελεχών; Από τις καταλήψεις; Από το μεταναστευτικό; Από τις μηνύσεις και τις απειλές προς δημοσιογράφους και Μέσα; Από τις δημόσιες εμφανίσεις κυβερνητικών στελεχών; Από την πρόοδο στις «λίστες»; Από την αντιμετώπιση του θέματος στις Σκουριές; Από τις προτάσεις που ακούγονται για την Παιδεία; Από τις «επιτυχίες» στην εξωτερική πολιτική; Σε τι από όλα αυτά πήγαμε μπροστά;

Ξέρετε όμως ποιο είναι το χειρότερο; Ότι δεν πήγαμε πουθενά. Στα περισσότερο θέματα ακούσαμε δηλώσεις, για μέτρα που ΘΑ έρθουν, οι οποίες στη συνέχεια πάρθηκαν πίσω για να αντικατασταθούν από άλλες δηλώσεις με διαφορετικά μέτρα που τα περιμένουμε. Διαβάσαμε και είδαμε συνεντεύξεις υπουργών που ασκούσαν κριτική στην κυβέρνηση και σε συναδέλφους τους, ή βλέπουμε καθημερινά υπουργούς να ανασκευάζουν «μέτρα» υφυπουργών τους…

Τα μηδενίζουμε όλα; Όχι βέβαια! Έχουμε, ας πούμε, το μέτρο των 100 δόσεων που ανακούφισε πολλούς, μένει όμως να δούμε πώς θα πάει στη συνέχεια. Πολύ φοβάμαι ότι, και μέσω αυτού, θα την πληρώσουν για άλλη μια φορά οι πιο ευσυνείδητοι και συνεπείς. Έχουμε και την ανθρωπιστική βοήθεια, τα 200 εκατομμύρια της οποίας μοιραία συγκρίθηκαν με τα 500 εκατομμύρια δολάρια για συντήρηση αεροσκαφών. Με απ’ ευθείας ανάθεση, παρακαλώ!

Το άλλο πουλάκι:
Στα απλά πράγματα.

Εγώ θα δεχτώ πως αυτά είναι δύσκολο να γίνουν, ή να γίνουν σωστά, από ανθρώπους που δεν έχουν προηγούμενη κυβερνητική εμπειρία. Γι’ αυτό θα σταθώ σε κάτι άλλο, φαινομενικά χωρίς ιδιαίτερη σημασία, στην ουσία όμως πολύ σημαντικό, αφού… δείχνει πολλά.

Η νέα κυβέρνηση θέλησε να αντικαταστήσει τους δεκατρείς Περιφερειακούς Διευθυντές Εκπαίδευσης, αφού οι προηγούμενοι ήταν μνημονιακοί και λάτρεις της αξιολόγησης, οπότε δεν κάνανε για αριστερές πολιτικές. Μέχρι εδώ όλα καλά.
Οι θέσεις προκηρύχτηκαν, υποβληθήκαν περισσότερες από 450 αιτήσεις και ξεκίνησε η «αξιολόγησή» τους που κράτησε πάνω από δύο μήνες.

Ακούστηκαν πολλά για… μαγειρέματα, για μοίρασμα θέσεων σε εκλεκτούς, για διαφωνίες επί προσώπων, τόσο μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και με τους ΑΝΕΛ…
Τελικά λένε πως οι θέσεις μοιράστηκαν 11-2, μέσα στις διακοπές του Πάσχα. Ας δούμε όμως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, που μας αφορά περισσότερο.

Στη δική μας περιφέρεια Περιφερειακός Διευθυντής έγινε ο κύριος Παναγιώτης Κεραμάρης, καθηγητής Φυσικής Αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, συνδικαλιστής και υποψήφιος στις πρόσφατες Περιφερειακές Εκλογές με τον συνδυασμό του Άρη Γιαννακίδη, γνωστό ωστόσο στέλεχος των Ανεξάρτητων Ελλήνων.

Τα (αντικειμενικά ή μετρίσιμα) προσόντα του; Πέρα από το πτυχίο ΤΕΦΑΑ, «κατέχει πιστοποιητικό αθλητικής δημοσιογραφίας, πιστοποιητικό γνώσης Η/Υ και γνωρίζει Αγγλικά». Δηλαδή λιγότερα προσόντα και από τον τελευταίο διευθυντή σχολείου, του οποίου θα προΐσταται. Δεν μιλάω για σχολικούς συμβούλους ή διευθυντές εκπαίδευσης…

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μπορεί να αποδειχθεί πολύ καλός!

Σωστά. Τα ράσα -λένε- δεν κάνουν τον παπά, άλλωστε το θέμα μας δεν είναι το συγκεκριμένο πρόσωπο. Είναι η… αριστερή πινελιά στον τρόπο επιλογής.
Προσωπικά θα το θεωρούσα πολύ θεμιτό να δηλώσει η κυβέρνηση πως θέλει να στελεχώσει τις συγκεκριμένες θέσεις με ανθρώπους της απολύτου εμπιστοσύνης της. Και να το κάνει.

Όταν όμως τις προκηρύσσεις και ζητάς βιογραφικά; Όταν κατηγορούσες τους προηγούμενους για τρικομματική μοιρασιά των θέσεων; Όταν ούτε σ’ αυτό το δευτερεύον θέμα δεν μπορείς να δώσεις ένα διαφορετικό, ένα «αριστερό στίγμα», να κάνεις τη διαφορά με την κομματοκρατία και το πελατειακό κράτος που είχαμε τόσα χρόνια…
Τότε τι να περιμένουμε στα μεγάλα και σημαντικά;

Εδώ ούτε οι δανειστές υπάρχουν να σε πιέζουν, ούτε οι ντόπιοι «πεμπτοφαλαγγίτες» να σε υπονομεύουν, ούτε τα Μέσα να… μοντάρουν τις δηλώσεις και τις ενέργειές σου.
Εδώ παίζεις μπάλα μόνος σου και πετυχαίνεις ένα ωραιότατο αυτογκόλ.
Που δυστυχώς, όσο ασήμαντο κι αν φαίνεται, δίνει το μέτρο και δείχνει τη νοοτροπία που υπάρχει πίσω.

Μακάρι να μην είναι έτσι όπως φαίνεται.

Εξ όνυχος…

Δευτέρα 20 Απριλίου 2015

150420 ΑΔΙΚΑΙΩΤΟ

Το ένα πουλάκι:
Χριστός Ανέστη, αδέλφια!

Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που προκύπτει, όταν συναντιέσαι με τους φίλους σου μετά από καιρό και, εν τω μεταξύ, έχουν συμβεί ένα σωρό γεγονότα;
Ακριβώς αυτό. Δεν ξέρεις από πού να αρχίσεις την κουβέντα, ποιο θέμα να πρωτοπιάσεις και ποιο να αφήσεις για αργότερα.

Επειδή όμως η επικαιρότητα τρέχει, επειδή μπροστά στα μάτια μας συμβαίνουν συνεχώς νέα, άξια σχολιασμού, πράγματα, επειδή ο πολιτικός χρόνος έχει συμπυκνωθεί τόσο πολύ που δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει αύριο, στο τέλος καταλήγεις να μη λες τίποτε από τα περασμένα. Και χάνεις ένα σωρό σπουδαία θέματα.

Κανονικά δεν θα έπρεπε να ασχολούμαστε με το κυβερνητικό έργο. «Όταν εμείς δίνουμε μια τόσο σκληρή διαπραγμάτευση» είπε ο κύριος Στρατούλης, μιλώντας πάντα –όπως τόνισε- πολιτικά, «αυτοί που ασκούν κριτική αποτελούν πέμπτη φάλαγγα των δανειστών στο εσωτερικό της χώρας».

Να, λοιπόν, ένα σημείο που αξίζει να συζητήσουμε. Έχει νόημα η κριτική στην κυβέρνηση ή είναι α-νόητη εκ των πραγμάτων;
Και ένα δεύτερο. Πώς ακριβώς αντιλαμβάνεστε εσείς αυτή τη «σκληρή διαπραγμάτευση»;

Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο. Έχω την εντύπωση πως δεν είμαι ο μόνος που αισθάνεται ότι η κυβέρνηση δείχνει (κυρίως προς το εσωτερικό της χώρας και του κόμματός της) ότι διαπραγματεύεται, όμως εκείνο που πραγματικά κάνει είναι να απειλεί τους συνομιλητές της πως θα αυτοπυρποληθεί και… όποιον πάρει ο Χάρος.

Φαίνεται πως είναι το μόνο της διαπραγματευτικό ατού. Όπως ακριβώς οι προηγούμενοι έλεγαν στους δανειστές «μη μας πιέζετε, γιατί θα έρθει στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ». Και αυτοί δεν τους άκουσαν.
Και έτσι δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένοι για τον Γιάννη και τ’ άλλα παιδιά.

Φαίνεται όμως πως, σ’ αντίθεση μ’ εμάς, αυτοί, οι δανειστές, ντε, έχουν το κουσούρι να μαθαίνουν από τα λάθη τους κι έτσι τώρα μοιάζουν καλά προετοιμασμένοι για την περίπτωση κατά την οποία η χώρα μας θα θελήσει να παίξει και το τελευταίο διαπραγματευτικό της χαρτί. Οπότε, ξέρετε ποιον θα πάρει ο Χάρος.

Το άλλο πουλάκι:
Μια δικαίωση.

Στο σημείο αυτό φαίνεται πως δικαιώθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ που έλεγε ότι, όταν έρθει στην εξουσία, θα υποχρεώσει την Ευρώπη να αλλάξει.
Πράγματι, μιλάμε για μια Ευρώπη, η οποία από την Κύπρο μέχρι τη Φινλανδία και από την Ιρλανδία μέχρι τη Λιθουανία, έχει προετοιμαστεί για την πιθανότητα αποχώρησης της χώρας μας.

Μάλιστα, ένα από τα «αντίδοτα» θα είναι «η επιτάχυνση της πολιτικής και δημοσιονομικής ενοποίησης των υπόλοιπων κρατών-μελών». Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Πως αν υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι απλώς έχουν αγανακτήσει με την… ιδιατερότητά μας, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που θερμοπαρακαλούν να την κάνουμε την κουτουράδα, για να ανοίξει ο δικός τους δρόμος.

Όταν μιλάει κανείς γι’ αυτά, γίνεται κακός. Και δέχεται δυο λογιών αντίλογους. Τον πρώτο τον εξέφρασε ιδεατά επίσης ο κύριος Στρατούλης: «Ας προσέξει η Νέα Δημοκρατία, γιατί, με την αντιπολίτευση που κάνει, θα καταλήξει όπως το ΠαΣοΚ, θα εξαφανιστεί δημοσκοπικά». Άρα, μη μιλάτε, γιατί ο λαός τιμωρεί.

Αν μη τι άλλο μια συμβουλή από κάποιον που ξέρει τη συνταγή του λαϊκισμού. Λέγε αυτά που αρέσουν στον κόσμο κι όχι την άποψή σου, γιατί ο κόσμος τιμωρεί, σου γυρίζει την πλάτη.
Και βλέπουμε τα αποτελέσματα τού να χαϊδεύεις αφτιά. Έρχεται η ώρα που βρίσκεσαι στριμωγμένος στα λόγια και τις υποσχέσεις σου από τη μία και τη σκληρή πραγματικότητα των αποφάσεων από την άλλη.

Ο δεύτερος αντίλογος είναι πιο… σοφιστικέ. Διαβάζω, ας πούμε, για «τις ευχές για την ευτυχή κατάληξη των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους δανειστές που κρύβουν ένα ντελίριο χαιρεκακίας για την πιθανότητα αποτυχίας».

Αυτό είναι. Όταν ασκείς κριτική, ασχέτως αν αυτά που λες τώρα τα έλεγες (από) ανέκαθεν, είναι βέβαιο για κάποιους ότι, κατά βάθος, εύχεσαι να αποτύχει η κυβέρνηση για να δικαιωθείς.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Να δικαιωθείς απέναντι σε ποιους;

Υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες πολιτών, απέναντι στο σκεπτικό των οποίων ίσως να ήθελε κάποιος να δικαιωθεί.
Εκείνοι που πίστευαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ της κυβέρνησης θα είναι ίδιος με τον προεκλογικό ΣΥΡΙΖΑ, που έσκιζε μνημόνια και βαρούσε νταούλια.
Δηλαδή άνθρωποι που ζούσαν, και εν πολλοίς ζουν, εκτός πραγματικότητας.
(Όταν σου λέει ο άλλος «ευτυχώς που υπάρχει και η Ζωή και τους βάζει στη θέση τους», τι να τους αντιτάξεις;)

Υπάρχουν και εκείνοι της δεύτερης ομάδας που πίστευαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ της κυβέρνησης θα ωριμάσει, έστω βίαια, σχετικά γρήγορα θα προσγειωθεί στην πραγματικότητα σε σχέση με τους δανειστές και τα μνημόνια κλείνοντας το θέμα, και θα βάλει την πολυαναμενόμενη αριστερή πινελιά του στον τόπο, ώστε να δουν μια καλύτερη μέρα τα φτωχότερα στρώματα που χτυπήθηκαν τόσο από την κρίση.
(Από τα μνημόνια έλεγαν, όμως δεν θα μαλώσουμε.)

Οι πρώτοι δεν ήξεραν καλά τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι δεύτεροι δεν έλαβαν υπόψη τις συνιστώσες του.
Τα πράγματα όμως είναι πολύ σκληρά, η πραγματικότητα είναι εκεί και μας φωνάζει να ανοίξουμε τα μάτια μας και να αναρωτηθούμε, πέρα από συναισθηματισμούς και προσωπικές συμπάθειες ή αντιπάθειες. Σε πόσους τομείς έχει καλυτερέψει η ζωή μας, μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου;

Εκτός βέβαια από την εθνική υπερηφάνεια!
Επί της ουσίας…