Το
ένα πουλάκι:
«Σιγά το θέμα»!
Κάπως έτσι αντιμετώπισε
κάποιος φίλος αυτά που λέγαμε χθες με την τοποθέτηση των Περιφερειακών
Διευθυντών Εκπαίδευσης.
Ανήκει κι αυτός στην ομάδα
για την οποία σας έχουμε μιλήσει, εκείνη που λέει «σιγά, μωρέ, δεν χάλασε κι ο
κόσμος, άλλα είναι τα σοβαρά».
Βεβαίως, πάντα θα υπάρχει
κάτι πιο σοβαρό να ασχοληθείς ή να σε πειράξει κι έτσι, μ’ αυτό το σκεπτικό,
καταλήγουμε πως μόνο ο θάνατος είναι ανεπανόρθωτη βλάβη.
Και μιλάμε πάντα για τον
θάνατο τον δικό μας ή κάποιου πολύ κοντινού μας ανθρώπου, στη δεύτερη περίπτωση
για σύντομο χρονικό διάστημα.
Έτσι, μ’ αυτό το «την υγειά
μας να ‘χουμε», μπορούμε να προσπερνάμε οτιδήποτε στραβό ή ανάποδο συμβαίνει
γύρω μας.
Όχι όμως πάντα. Μόλις αρχίζει
να θίγεται κάτι δικό μας, τότε ξεχνάμε τα «δεν βαριέσαι» και ξεσηκώνουμε τον
κόσμο.
Δυστυχώς, κάποιος που
σχολιάζει την καθημερινότητα δεν έχει την πολυτέλεια να ασχολείται μόνο με όσα
τον αγγίζουν προσωπικά. Κι αυτό είναι μια καλή άσκηση, σε τελευταία ανάλυση,
που σε κρατάει σε εγρήγορση και σε κάνει κάπως καλύτερο πολίτη.
Δυστυχώς, και το λέω μετά
λόγου γνώσεως, στις μέρες μας δεν χρειάζεται να ψάξεις για στραβά κι ανάποδα.
Βγάζουν μάτι, έρχονται και
σου χτυπούν την πλάτη, καμιά φορά και το κεφάλι, και είναι τόσα που δεν ξέρεις
τι να πρωτοπιάσεις.
Τη βουλευτή που δηλώνει
«γκαζοφονιάς» ή τον δήμαρχο που καλεί τον αντίπαλό του σε μονομαχία στην
πλατεία της πόλης.
Αστειεύομαι. Αυτά (τα
πρόσωπα) είναι ανάξια σχολιασμού.
Θυμήθηκα όμως τώρα κάτι που
έχει σχέση με όσα θέλω να σχολιάσουμε σήμερα. Πριν από χρόνια, ήταν ένας ποδοσφαιριστής
που είχε πάθος με τα γρήγορα αυτοκίνητα και διέθετε αρκετά. Σε κάποια
συνέντευξη του, λοιπόν, είχε δηλώσει πως κάνει την απόσταση Αθήνα-Θεσσαλονίκη
σε τρεις ώρες. Την άλλη μέρα τον κάλεσε ο εισαγγελέας να δώσει εξηγήσεις,
διότι, ως δημόσιο πρόσωπο, και μάλιστα ίνδαλμα των νέων, δεν μπορεί να κάνει
δηλώσεις τέτοιου είδους.
Το
άλλο πουλάκι:
Άλλοι καιροί, άλλοι… εισαγγελείς.
Δυστυχώς, η κοινωνία μας
γυρίζει πίσω, όχι στα καλά, όχι σε πράγματα που είχαν αξία, αλλά σε ό,τι
χειρότερο έχει να παρουσιάσει από το παρελθόν. Θα σας δώσω ένα άλλο παράδειγμα,
σε σχέση μ’ αυτά που συζητούσαμε χθες, για να απαντήσω και στον φίλο, κατά τον
οποίο «δεν τρέχει και τίποτα».
Πριν από χρόνια, στα δημοτικά
σχολεία της χώρας λειτουργούσαν «ειδικές τάξεις», για μαθητές με μαθησιακές
δυσκολίες, ο δάσκαλος των οποίων έπαιρνε και κάποιο καθόλου ευκαταφρόνητο
επίδομα. Για να τοποθετηθεί κάποιος εκεί έπρεπε να έχει πτυχίο Ειδικής Αγωγής.
Αν δεν υπήρχαν ενδιαφερόμενοι μ’ αυτό το «προσόν», τότε επιλέγονταν άλλοι με
άλλα κριτήρια.
Οι υπεύθυνοι για την επιλογή
εξέταζαν τα κριτήρια, αλλά τα αποδέχονταν κατά περίπτωση, έτσι ώστε να
τοποθετούν όποιους γουστάρουν. Αν τους ρωτούσες σου έλεγαν ένα σκεπτικό, το
οποίο όμως ούτε γνωστό εκ των προτέρων ήταν, ούτε λειτουργούσε σε κάθε
τοποθέτηση το ίδιο.
Έτσι, στην μία ειδική τάξη
πήγαινε ο τάδε δικός μας, γιατί είχε «αρχαιότητα». Στην επόμενη ένας άλλος, γιατί
είχε «προϋπηρεσία». Στην τρίτη επίσης κάποιος ημέτερος, ο οποίος είχε…
«ευαισθησία»!
Όπως καταλαβαίνετε και η
αρχαιότητα, και η προϋπηρεσία, ακόμη και η ευαισθησία ήταν μέσα στα προσόντα
που προβλέπονταν, μόνο που αυτό γινόταν προκειμένου να μπορέσει να στηθεί το
παιχνίδι του βολέματος.
Κάπου εκεί γυρίσαμε με τον
τρόπο που έγιναν οι επιλογές των Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης.
Στον καθένα εκτιμήθηκαν
ακριβώς τα προσόντα που διέθετε ο ίδιος προκειμένου να καταλάβει τη θέση. Κι αν
δεν είχε καθόλου προσόντα εκτιμήθηκε το ότι «είναι καλό παιδί», όπως είπαν
κάποιοι, λες και ψάχναμε για γαμπρό κι όχι για στέλεχος μιας υπηρεσίας.
Δεν είναι κακό να εκτιμηθεί
αυτό το προσόν, δεν είναι και πάρα πολλά τα καλά παιδιά.
Μόνο που αυτό πρέπει να το
γνωρίζουν όλα εκ των προτέρων, ώστε και υποβάλλουν αίτηση κι όχι να
αυτοαποκλείονται, επειδή δεν διαθέτουν άλλα προσόντα.
Καταλαβαίνετε καλά τι εννοώ.
(Είναι τόσο «καλά παιδιά» που
δέχτηκαν να πάρουν μέρος σε μια διαβλητή διαδικασία και να προσπεράσουν
συνυποψήφιούς τους με περισσότερα προσόντα, ξέροντας πως εξαπατούν εαυτούς και
αλλήλους.)
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Τουλάχιστον να τους ψηφίζανε!
Όπως θα ψηφίζουν τώρα για
Διευθυντή σχολείου οι εκπαιδευτικοί του κάθε συλλόγου διδασκόντων, ή για
Διευθυντή Εκπαίδευσης οι διευθυντές των σχολείων.
Όπως επίσης θα ψηφίζουν για
Πρύτανη οι φοιτητές των πανεπιστημίων. Αν αυτό δεν είναι επίφαση δημοκρατίας
(μάλλον… δημοκρατικότητας) τότε τι είναι;
Δεν είναι κακό να έχουν λόγο
οι υφιστάμενοι για τους προϊσταμένους τους. Κάθε άλλο. Μόνο που η γνώμη αυτή
πρέπει να είναι τεκμηριωμένη (άρα αξιολόγηση) και καλύτερα να μην το γνωρίζουν
ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.
Σε πανεπιστήμια του
εξωτερικού, ας πούμε, η επιτροπή που κρίνει έναν καθηγητή μπορεί να λάβει υπόψη
της ΚΑΙ τα δημοσιεύματα –τα επώνυμα, κυρίως- στις φοιτητές ιστοσελίδες και τα
μπλογκς.
Όταν με το υπάρχον καθεστώς
επιλογής (που δεν είναι τέλειο, όμως είχε βελτιωθεί πολύ τα τελευταία χρόνια)
βρίσκονται διευθυντές που λένε πως δεν είναι καθόλου υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν
τους κείμενους νόμους και τις διατάξεις, όταν δεν συμφωνούν μ’ αυτά, σκεφτείτε
τι θα γίνει με τους «εκλεγμένους από τη βάση».
Κάθε σχολείο, αρματολίκι με
το δικό του μπαϊράκι! Αυτό για κάποιους λέγεται «παιδαγωγική ελευθερία». Όταν
δεν θα μπορούν να τους μαζέψουν, θα τα πούμε.
Ρετρό! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου