Το ένα πουλάκι:
Νόμιμο
και ηθικό!
Τελικά
αυτή η φράση έμεινε παροιμιώδης. Μπορούμε να τη χρησιμοποιούμε είτε όπως την
πρωτοακούσαμε δημοσίως -«ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό»- είτε σε διάφορες
παραλλαγές, καθώς ταιριάζει σχεδόν σε κάθε συζήτηση.
Να, ας
πούμε στην προσπάθεια των πολιτών να πληρώσουν όσο το δυνατόν λιγότερους φόρους,
να αποφύγουν δηλαδή την υποχρέωσή τους προς την πολιτεία που, κανονικά, προκύπτει
τόσο από τον νόμο όσο και από την ηθική.
Είναι
όμως έτσι; Διότι, τα τελευταία χρόνια, ακούω όλο και περισσότερες φωνές που αμφισβητούν
όχι μόνο την ηθική υποχρέωση του πολίτη να είναι εντάξει απέναντι στις φορολογικές
του υποχρεώσεις, αλλά και… αυτή ταύτη τη νομική του υποχρέωση.
Ας
πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Υπήρχαν (από) ανέκαθεν πολίτες που υποστήριζαν
ότι, ζώντας στο κράτος που λέγεται Ελλάδα, κακώς πληρώνουμε φόρους. Το επιχείρημά
τους ήταν ότι οι υπηρεσίες που απολαμβάνουμε έναντι αυτών είναι ανύπαρκτες.
Στην
πραγματικότητα επρόκειτο για μια κακή δικαιολογία, ένα άλλοθι για να φοροδιαφεύγουν,
αλλά και να αποφεύγουν όχι μόνο όσους τους κατέκριναν, αλλά και κάποιες πιθανές
τύψεις της συνείδησής τους.
Δικαιολογία,
διότι η φορολόγηση των πολιτών, πέρα από την προφανή ανταποδοτικότητα, σχολεία,
νοσοκομεία, δρόμοι κ.λπ., εκείνο που κυρίως εξασφαλίζει είναι η εγγύηση από το
κράτος ενός κανονιστικού πλαισίου, προκειμένου αυτό να λειτουργεί και να είναι
τέτοιο, δηλαδή κράτος.
Πρωτίστως
δηλαδή, και πέρα από τον δρόμο στον οποίο μπορεί να κινείται ένα αυτοκίνητο που
αποκτήθηκε με φοροδιαφυγή, το κράτος εξασφαλίζει στον ιδιοκτήτη του τη σιγουριά
ότι εγώ δεν θα πάω και θα του το αρπάξω με το ζόρι.
Δηλαδή
το γεγονός ότι δεν είμαστε ζούγκλα ή Φαρ Ουέστ, όπου το πιο γρήγορο πιστόλι θα
επέβαλε τους νόμους σύμφωνα με τις επιθυμίες του, οφείλεται και στο ότι
πληρώνουμε (όσοι και όσο πληρώνουμε) τους φόρους μας.
Ίσως
αυτό να είναι και ο λόγος που, στο δικό μας κράτος, έχει επικρατήσει η άποψη
(με τεράστια ευθύνη και της Αριστεράς) ότι οι φόροι δεν είναι ένα σύστημα
ανταποδοτικότητας, αλλά μια… τιμωρία που επιβάλλεται από την κοινωνία στους
πλούσιους και τους έχοντες.
Το άλλο πουλάκι:
«Τιμωρείται
το επιχειρείν»!
Δεν
είναι τυχαίο ότι, τα τελευταία κυρίως χρόνια, ακούγονται τέτοιου είδους φωνές,
που ερμηνεύουν και το γεγονός ότι πολλές επιχειρήσεις μεταναστεύουν εκτός
συνόρων, όπου υπάρχει ένα πιο ευνοϊκό φορολογικά κλίμα.
«Γιατί
να τιμωρηθώ;»
Αν το
θέσεις έτσι το ερώτημα, τότε μπορείς να βρεις ένα σωρό δικαιολογίες για να
αποφύγεις, στο βαθμό που μπορείς, την τιμωρία, δηλαδή τους φόρους που σου αναλογούν.
Μια
πολύ ωραία δικαιολογία που άκουσα προσφάτως είναι πως το κράτος, κάνοντας προφανώς
λάθος στους υπολογισμούς του, έβγαλε πλεόνασμα, δηλαδή μάζεψε από φόρους περισσότερα
από όσα είχε (προ)υπολογίσει.
Αυτά
όμως, αντί να τα επιστρέψει σε εκείνους από τους οποίους τα πήρε, σε όσους
δηλαδή πλήρωσαν φόρους, τα χρησιμοποίησε για να κάνει «κοινωνική πολιτική», χωρίς
μάλιστα εισοδηματικά κριτήρια.
Δηλαδή
μοιράζοντάς τα ακόμη και σε πολίτες με μεγαλύτερη οικονομική άνεση από εκείνους
που φορολογήθηκαν για να δημιουργηθεί το πλεόνασμα που προέκυψε και έγινε ψηφοθηρικό
«δώρο».
Προσωπικά
δεν συμφωνώ με αυτή τη λογική. Ούτε με εκείνη που λέει ότι, από τη στιγμή που
έπαψε να λειτουργεί η αρχή της ανταποδοτικότητας, που το κράτος δηλαδή δεν ανταποκρίνεται
στοιχειωδώς στις υποχρεώσεις του, καλύτερα να μην πληρώνουμε φόρους.
Μιλήσαμε
όμως προηγουμένως όχι μόνον για την αμφισβήτηση της ηθικής υποχρέωσης στη φορολογία,
αλλά ακόμη και της νομικής. Υπάρχουν δηλαδή επιχειρήματα που βλέπουν μια
«νομιμοποίηση» της φοροδιαφυγής.
Πώς γίνεται αυτό; Απλούστατα!
Από το ίδιο το γεγονός ότι το κράτος σε υποχρεώνει (σου δίνει το δικαίωμα!) να
δικαιολογήσεις όχι το σύνολο των εισοδημάτων σου, αλλά μόνο ένα 10%, αν αυτό
είναι μέχρι 10.000 ευρώ και 15% από εκεί μέχρι τις 30.000 ευρώ.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι σου λέει δηλαδή, σε απλά
ελληνικά;
Πήγαινε και κάνε δαπάνες ή
αγορές με πλαστικό χρήμα μέχρι ενός ποσοστού των εσόδων σου και το υπόλοιπο
85-90% μπορείς να το παζαρέψεις άνετα με εκείνον που επιθυμεί να φοροδιαφύγει.
Αυτό θα είχε νόημα σε ένα, ας
πούμε, κανονικό κράτος, όπου οι ελεγκτικοί μηχανισμοί λειτουργούν και είναι
δύσκολο σε κάποιον ακόμη και να σκεφτεί να φοροδιαφύγει. Σε κράτη όμως σαν το
δικό μας, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να εφαρμοστεί.
Εδώ, μια πολύ καλή λύση θα
ήταν να δοθούν κίνητρα στον πολίτη να λειτουργήσει ο ίδιος σαν όργανο του
κράτους, ελέγχοντας, με έναν απλό τρόπο, όσους φοροδιαφεύγουν. Με το κίνητρο,
δηλαδή την υποχρέωση, να πληρώνει (μόνο) ηλεκτρονικά.
Για το σύνολο των εξόδων του!
Απλή αριθμητική: Πόσα έσοδα είχες, φίλε; Πόσα από αυτά ξόδεψες -αποδεδειγμένα
και μάλιστα ηλεκτρονικά- σε αγορές προϊόντων και υπηρεσιών; Για τα υπόλοιπα θα
φορολογηθείς.
Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε
το κράτος να βάλει χέρι και σε όσους εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους στις
επιχειρήσεις τους, προσφέροντάς τους μαύρη εργασία. Διότι και αυτοί θα έπρεπε
να παρουσιάσουν έξοδα, προκειμένου να χτίσουν το δικό τους αφορολόγητο.
Τότε θα είχαμε και κανονικές
προσλήψεις και κανονική απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών, αφού κι αυτές θα
ήταν έξοδα που θα εξέπιπταν φορολογικά.
Με τη μετατροπή δηλαδή του
πολίτη σε ελεγκτικό όργανο της πολιτείας, εννοείται με το αζημίωτο για εκείνον,
κερδίζουμε όλοι. Όλοι εκτός από εκείνους που έχουν λόγο να φοροδιαφεύγουν.
Ε, ας μην τους δίνουμε και
επιπλέον κίνητρα, αλλά και δικαιολογίες, για να το κάνουν!
Απλά μαθηματικά!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου