Το
ένα πουλάκι:
Ποιος δεν θέλει δημοψήφισμα;
Ξανακούστε λίγο το ερώτημα,
σας προειδοποιώ είναι επίτηδες παραπλανητικό. Ποιος δεν θέλει δημοψήφισμα; Όχι
ποιος δεν θέλει ΤΟ δημοψήφισμα, αλλά σκέτο, χωρίς το οριστικό άρθρο που θα
προσδιόριζε ότι μιλάμε για το δημοψήφισμα της Κυριακής.
Αυτή είναι μια δεύτερη
δημοφιλής τακτική που χρησιμοποιείται από τους έμπειρους συνδικαλιστές, όταν
θέλουν να υφαρπάξουν την ψήφο της «βάσης», όταν θέλουν να «πάρουν μια
συνέλευση».
Θα την αναλύσω επακριβώς,
γιατί σας βλέπω να μην έχετε όλοι σας την απαραίτητη εμπειρία τέτοιων
διαδικασιών. Τι νομίζετε; Κι εμείς, που είμαστε από παιδιά στα αμφιθέατρα, αυτό
είναι το μόνο μας κέρδος.
Η τακτική έχει ως εξής. Ας
πούμε ότι στη συνέλευση τίθεται προς ψήφιση μια πρόταση κι εσύ βλέπεις ότι τη
συγκεκριμένη ψηφοφορία τη χάνεις από χέρι. (Κάθε έμπειρος συνδικαλιστής
γνωρίζει απλώς και μόνο από τη μυρωδιά στον αέρα, από μια ματιά στη σύνθεση της
αίθουσας, ποια ψηφοφορία μπορεί να κερδίσει και ποια όχι.)
Τότε τι κάνεις; Φέρνεις προς
ψήφιση και μια άλλη πρόταση και ζητάς να ψηφιστούν κατ’ αντιπαράθεση.
Η δεύτερη πρόταση διαφέρει
από την πρώτη σε μικρές λεκτικές λεπτομέρειες, που είναι όμως ουσιώδεις.
Ουσιώδεις αλλά τέτοιες που δεν μπορεί ένα απλό μέλος να τις αντιληφθεί με το
πρώτο. Θα σας δώσω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στην πρώτη πανελλήνια
συνάντηση των οικολογικών, εναλλακτικών ομάδων από όλη τη χώρα, συζητήθηκε επί
μία ολόκληρη μέρα ο τίτλος της ομοσπονδίας που επρόκειτο να σχηματιστεί.
Ομοσπονδία οικολογικών –
(παύλα) εναλλακτικών οργανώσεων ή Ομοσπονδία οικολογικών και εναλλακτικών
οργανώσεων;
Αυτή η παύλα ή το και έφαγαν
τις διαδικασίας μιας ολόκληρης μέρας! Ποια είναι η διαφορά; Σας είπα δεν είναι
ορατή πάντα διά γυμνού οφθαλμού. Η παύλα σημαίνει πως μια ομάδα μπορεί να είναι
οικολογική και συγχρόνως εναλλακτική, ενώ το και υπονοεί πως είναι άλλο πράγμα
οι οικολόγοι και άλλο οι εναλλακτικοί που θα συστήσουν ομοσπονδία.
Φανταστείτε τώρα μερικούς πιο
«γάτους» συνδικαλιστές, οι οποίοι βάζουν δικούς τους να καταθέσουν και δεύτερη
και τρίτη πρόταση, οι οποίες διαφέρουν πάλι σε λεπτομέρειες μεταξύ τους.
Σε πληροφορώ ότι, όταν το
σώμα θα κληθεί να ψηφίσει, ελάχιστοι είναι εκείνοι που θα το κάνουν ξέροντας τι
ακριβώς ψηφίζουν.
Το
άλλο πουλάκι:
Οι υπόλοιποι;
Στους υπόλοιπους θα έχουν επικρατήσει
άλλα κριτήρια, εντελώς άσχετα με εκείνο που έπρεπε να επικρατεί, δηλαδή η
ορθολογική ανάλυση και η σύγκριση πλεονεκτημάτων-μειονεκτημάτων κάθε πρότασης.
Οι υπόλοιποι θα ψηφίσουν με
βάση το θυμικό, θα παρασυρθούν από συνθήματα που θα συνοδεύουν τις προτάσεις ή
απλώς θα ακολουθήσουν τη γραμμή, σηκώνοντας το χέρι, όταν το κάνει και η ηγεσία
της παράταξης.
Σας θυμίζει τίποτε η όλη
διαδικασία;
Καλώς σας το θυμίζει. Ας
ξαναγυρίσουμε, λοιπόν, στο αρχικό μας ερώτημα. Υπάρχει κανείς που δεν θέλει
δημοψήφισμα; Προφανώς όχι. Ποιος είναι εκείνος που θα (τολμούσε να) έχει
αντίρρηση στο να εκφραστεί ο λαός αδιαμεσολάβητα σε ένα θέμα τόσο σοβαρό που
αφορά την πορεία και το μέλλον της χώρας;
Το ερώτημα, λοιπόν, τίθεται τεχνηέντως
έτσι από τον κ. Τσίπρα και την κυβέρνηση. Φανταστείτε το όμως ελάχιστα
διαφοροποιημένο. Έχει κανείς αντίρρηση με το (συγκεκριμένο) δημοψήφισμα;
Προφανώς, ναι. Και προφανέστατα πάρα πολλοί.
Οι λόγοι για τους οποίους
υπάρχουν αυτές οι αντιρρήσεις δεν είναι αμελητέοι. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα
από την αρχή.
Αμέσως μετά τις εκλογές του
Ιανουαρίου, η νέα κυβέρνηση, με επικεφαλής της ομάδας τον Βαρουφάκη, άρχισε τη
διαπραγμάτευση. Την όποια διαπραγμάτευση.
Ερώτηση: Πόσο καιρό
χρειάστηκαν για να καταλάβουν ότι οι εταίροι δεν έχουν καμιά διάθεση να… σεβαστούν
την ετυμηγορία του ελληνικού λαού (περισσότερο απ’ ό,τι τις ετυμηγορίες, των
δικών τους λαών) και να δεχτούν να μας δίνουν χρήματα χωρίς μνημόνιο;
Αφήνω ότι έπρεπε να το ξέρουν
πριν από τις εκλογές, αλλά πόσο χρειάστηκε για να το καταλάβουν. Δυο, τρεις,
τέσσερις συναντήσεις; Ένας μήνας; Δύο; Αν χρειάστηκαν περισσότεροι, τότε είναι
απλώς ανίκανοι, επικίνδυνα ανίκανοι.
Στους δύο μήνες λοιπόν, πολύ
μακριά από την ημέρα εκπνοής των προθεσμιών έπρεπε να πουν στους εταίρους δώστε
μας την τελική σας πρόταση να την θέσουμε στην κρίση του ελληνικού λαού μέσα
από ένα δημοψήφισμα.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Τότε, μάλιστα!
Τότε θα είχε νόημα να
αποφασίσουμε πάνω σε ένα δεδομένο, τελικό κείμενο, έχοντας το χρονικό περιθώριο
να το πράξουμε και έχοντας, ως χώρα, το περιθώριο να διαχειριστούμε το όποιο
αποτέλεσμα. Είτε με αυτή την κυβέρνηση είτε με μια άλλη.
Εκείνο το δημοψήφισμα, με το
κείμενο «ανά χείρας» και με επίγνωση όλων των επιπτώσεων που θα είχε το ναι ή το
όχι στην «επόμενη μέρα» της χώρας, θα ήταν πράγματι έκφραση της ελεύθερης
βούλησης του κυρίαρχου λαού.
Ενώ, τώρα; Τώρα πάνω σε τι θα
εκφραστεί ο λαός; Τι γνωρίζουμε, τι προλαβαίνουμε να συζητήσουμε και, κυρίως
ποιες θα είναι οι πρακτικές επιπτώσεις της μίας ή της άλλης επιλογής;
Είναι φανερό ότι θα πάμε να
ψηφίσουμε όπως τα μέλη μιας γενικής συνέλευσης που προσπάθησα να σας περιγράψω
πριν. Με βάση συνθήματα («όχι άλλη λιτότητα» κ.λπ.), παρασυρμένοι από το θυμικό
(«περήφανη στάση» κ.τ.τ.) ή στοιχισμένοι πίσω από αρχηγούς και κόμματα, που
έχουν τις δικές τους προσωπικές ή παραταξιακές σκοπιμότητες.
Προσπάθησα προχθές και σήμερα
να σας πω ότι η κυβέρνηση αυτή κατέληξε μετά από πέντε μήνες να κάνει το μόνο
πράγμα στο οποίο έχει εκπαιδευτεί. Να αξιοποιεί συνδικαλιστικά τεχνάσματα.
Θα την ακολουθήσουμε;
Ήμασταν κι εμείς εκεί! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου