Το ένα πουλάκι:
Χριστός
Ανέστη, πατριώτες!
Παλαιότερα
λέγαμε «αδέλφια», που ακούγεται και καλύτερα, όμως αποφασίσαμε να το αλλάξουμε -ποτέ
δεν ξέρεις μ’ αυτά τα σύμφωνα συμβίωσης που έγιναν της μόδας τι μπορεί να σου
προσάψουν.
Εξάλλου,
το «πατριώτες» πρέπει να το χρησιμοποιούμε κι αυτό και να μην το χαρίζουμε σε
άλλους χώρους, οι οποίοι μονοπωλούν τον πατριωτισμό και τον έχουν δυσφημήσει
όσο δεν φαντάζεστε.
Ναι,
πατριώτες είμαστε, μάλιστα και με τις δυο έννοιες. Και εκείνη της…
εντοπιότητας, έχουμε δηλαδή την ίδια πατρίδα, και εκείνη που δηλώνει την αγάπη
για τη χώρα μας.
Πατριώτες,
γιατί όχι; Ούτε σηκωθήκαμε να φύγουμε στο εξωτερικό, ούτε τα λεφτά μας διώξαμε
σε ξένες τράπεζες. Μείναμε εδώ και παλεύουμε να κάνουμε ό,τι είναι καλύτερο για
τον τόπο.
Από
το να στηρίζουμε την ευρωπαϊκή του προοπτική, μέχρι να φωνάζουμε για την
ορθολογική αντιμετώπιση της κρίσης και να αντιστεκόμαστε στον λαϊκισμό. Αυτά
δεν είναι στοιχεία ενδεικτικά πατριωτισμού;
Τέλος
πάντων, αρκετά με τον αναστάσιμο χαιρετισμό και τα σημαινόμενά του.
Λείψαμε
αρκετές μέρες και συνέβησαν πολλά, δεν αξίζει όμως να ασχοληθούμε με όλα, κάποια
πράγματα, όταν τα αφήσεις στο ψυγείο του χρόνου, κρυώνουν και δεν τρώγονται.
Αντίθετα
με το ψητό πασχαλινό αρνί, που τρώγεται μια χαρά και κρύο, ακόμη και σαν παγωτό
μπορώ να σας πω. Αλήθεια, εσείς θυμηθήκατε σήμερα το πρωί να γυρίσετε τις
ζυγαριές τέσσερα κιλά πίσω;
Βοήθησε
βέβαια και ο καιρός που με τα χειμωνιάτικα ρούχα και τα μπουφάν δεν άφησε να
αποκαλυφθούν σε όλο τους το μεγαλείο τα αποτελέσματα της πασχαλινής κραιπάλης. Έρχονται
όμως ζέστες και θα μας… ξεσκεπάσουν.
Τουλάχιστον
εμείς φάγαμε το Πάσχα και όχι Μεγάλη Παρασκευή, όπως κάποιοι άλλοι που έσπευσαν
να δείξουν για άλλη μια φορά πως η βλακεία είναι πέρα από θρησκευτικά πιστεύω
και δεν αποτελεί αποκλειστικότητα κανενός.
Το άλλο πουλάκι:
Γι’
αυτά θα πούμε αύριο.
Εκείνο
που θα ήθελα εγώ να σχολιάσουμε είναι ο… εορτασμός τής «Μαύρης Επετείου», όπως
λέγεται συνήθως η 21η Απριλίου 1967, από την οποία συμπληρώθηκαν
φέτος πενήντα ολόκληρα χρόνια.
Όχι
από την συγκεκριμένη ημέρα, οι καημένες οι ημέρες δεν φταίνε σε τίποτε, εμείς
τις φορτίζουμε με τα καμώματά μας. Από τη χούντα των Συνταγματαρχών
συμπληρώθηκαν πενήντα χρόνια.
Το
φαντάζεστε όμως, ρε παιδιά; Σκέφτομαι καμιά φορά πόσο μακρινά μας φαινόταν,
όταν ήμασταν μαθητές στο Σχολείο, ο πόλεμος του ’40 και ο Εμφύλιος. Και είχαν περάσει μόνο είκοσι πέντε με
τριάντα χρόνια.
Για
τα σημερινά παιδιά, η χούντα και το Πολυτεχνείο θα πρέπει να φαίνονται όσο
μακρινά έμοιαζαν σ’ εμάς… η μικρασιατική καταστροφή και οι ιστορίες των
προσφύγων που ακούγαμε από τους παππούδες!
Μήπως
θα πρέπει να δούμε τους εορτασμούς και τις ημέρες μνήμης και μέσα από ένα τέτοιο
πρίσμα; Απεναντίας, εμείς επιμένουμε να σκαλίζουμε τις μνήμες, δήθεν για να μην
ξεχάσουμε.
Δεν
είναι αυτός ο στόχος. Στην πραγματικότητα θέλουμε να διατηρούμε ζωντανά όσα μας
χωρίζουν και να παίρνουμε αποστάσεις ασφαλείας που προστατεύουν την καθαρότητά
μας. Σε όποια πλευρά κι αν ανήκουμε.
Δεν
σας έκανε φέτος εντύπωση το πόσοι σχολιαστές (τι πόσοι; όλοι!) έσπευσαν να
τονίσουν ότι η «καθολική αντίσταση του λαού στη χούντα» είναι ένας μύθος που
καλλιεργήθηκε τα χρόνια της μεταπολίτευσης;
Τι
κερδίζουμε όμως, όταν επιμένουμε να θυμόμαστε την μαύρη επέτειο στεκόμενοι σ’
αυτό το γεγονός; Και, γιατί να το κάνουμε ειδικά τώρα;
Θα
σας πω αμέσως. Πρώτα πρώτα, και μόνο που λέμε (που… καταγγέλλουμε;) ότι «η
μεγάλη πλειονότητα όχι μόνο δεν αντιστάθηκε, αλλά επιδοκίμασε τους χουντικούς
και τις φιέστες τους», τοποθετούμε μια διαχωριστική γραμμή.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Και
τον εαυτό μας στην «καλή» πλευρά!
Ακόμη
κι αν εμείς δεν ζούσαμε τότε, ακόμη κι αν ήμασταν μικρά παιδιά, το γεγονός ότι
καταγγέλλουμε («δείχνουμε» είναι η πιο σωστή έκφραση) όσους δεν αντιστάθηκαν,
μας τοποθετεί αυτομάτως στον χορό των αντιστασιακών!
Κούνια
που μας κούναγε!
Ποιος
ξέρει ποια θα ήταν η δική μας συμπεριφορά, αν χρειαζόταν να δείξουμε τον απαραίτητο
ηρωισμό, ή έστω να τηρήσουμε μια αξιοπρεπή στάση;
Ποιος
μπορεί να μας πει αν κι εμείς δεν θα «κοιτούσαμε τη δουλειά μας», αν δεν θα συμβουλεύαμε
τα παιδιά μας «να ενδιαφέρονται μόνο για τα μαθήματά τους και να μην ανακατεύονται
σ’ αυτά»;
Πάντοτε
εκτιμούσα την ειλικρίνεια ενός φίλου, ο οποίος έλεγε με παρρησία πως το ηρωικό
δεν το έχει καθόλου και πως, με την πρώτη σφαλιάρα, θα ομολογούσε τα πάντα, γι’
αυτό και θαύμαζε απεριόριστα όσους αντιστάθηκαν στη χούντα.
Να
ποια θα ήταν επομένως μια έντιμη στάση. Θαυμάζουμε όσους αντιστάθηκαν και το πλήρωσαν
με βασανιστήρια και εξορίες, απλώς επειδή εμείς δεν θα μπορούσαμε να το κάνουμε.
Δεν
χρειάζεται να προσπαθούμε να ταυτιστούμε μαζί τους, καταγγέλλοντας όσους δεν
τους μιμήθηκαν. Τώρα βέβαια, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, υπάρχει και
το γεγονός ότι πολλοί, μετά, το έπαιξαν αντιστασιακοί.
Τι να
κάνουμε; Συμβαίνουν και αυτά. Εδώ κοτζάμ Πέτρος και, όταν είδε τα σκούρα,
σφύριξε αδιάφορα, όχι μια αλλά τρεις φορές! Δεν μας λέει τίποτα το παράδειγμά
του;
Εξάλλου
κάτι ανάλογο δεν βλέπουμε στις μέρες μας; Ευτυχώς τώρα υπάρχουν τόσοι πολλοί
τρόποι καταγραφής της πραγματικότητας κι έχουμε να θυμόμαστε τι έλεγε ο
καθένας.
Ποιος
ήταν με ποιους…
Μισός αιώνας!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου