Το
ένα πουλάκι:
Σύγκρουση δύο κόσμων.
Φαινομενικά, ξαναλέω,
φαινομενικά, αυτό… φαίνεται να έχουμε στην παρούσα εκλογική αναμέτρηση.
Αυτό τουλάχιστον προσπαθούν
να αναδείξουν οι δύο αντίπαλοι που διεκδικούν την πρώτη θέση και τις 50 τζάμπα
(μαγκιά) έδρες.
Τους γνωρίζετε τους δύο
αυτούς κόσμους (από το κοσμώ, όμως… καμία σχέση), αλλά ας τους ξαναθυμηθούμε
επί τροχάδην.
Ο ένας μάς λέει ότι, για την
αντιμετώπιση της κρίσης δεν υπήρχε άλλος δρόμος από αυτόν του μνημονίου.
Η χώρα, προκειμένου να μη
χρεοκοπήσει ατάκτως, έπρεπε να καταφύγει στους εταίρους και τον μηχανισμό
στήριξης. Επομένως ήταν υποχρεωμένη και να εφαρμόζει όλους τους όρους που
εκείνοι έθεταν, προκειμένου να πάρει τα χρήματα των δανείων, ώστε να μην
κηρύξει στάση πληρωμών.
Απλό, απλούστατο, που θα
έλεγε και η σοφερίνα Βουγιουκλάκη.
Με κάποιες όμως επιφυλάξεις.
Πρώτα πρώτα, το κύριο τμήμα του «κομματικού κατεστημένου» που πήγε να οδηγήσει
τη χώρα σ’ αυτό τον κόσμο, είχε ήδη υποσκάψει το έδαφος στο οποίο έπρεπε να
στηριχτεί.
Για ένα μεγάλο και κρίσιμο
διάστημα, αποτελούσε μια αντιμνημονιακή εστία, τη σημαντικότερη ως ποσοστό, κι
έτσι, όταν… σοβαρεύτηκε ήταν πλέον πολύ αργά να πείσει τους οπαδούς του, οι
οποίοι έτρεξαν στο πρώτο (μάλλον στο δεύτερο) αντιμνημονιακό κόμμα που βρήκαν
μπροστά τους.
Ένα δεύτερο πρόβλημα ήταν πως
τα κόμματα της συγκυβέρνησης, λόγω της ιστορικής τους παρουσίας στη
διακυβέρνηση της χώρας, έφεραν και τη μεγαλύτερη ευθύνη για τη χρεοκοπία.
Επομένως δεν μπορούσαν να πείσουν πως διέθεταν και τη λύση του προβλήματος,
αφού αποτελούσαν τμήμα του.
Υπάρχει όμως ένα τρίτο,
μεγαλύτερο πρόβλημα, το οποίο θα το δούμε στη συνέχεια, αφού αυτό είναι κοινό
και στους φορείς του δεύτερου κόσμου (είπαμε, από το ρήμα κοσμώ-στολίζω), οι
οποίοι, ούτε λίγο ούτε πολύ πιστεύουν, και θέλουν να πιστέψουμε κι εμείς, πως
για την κρίση, αλλά και για οτιδήποτε κακό υπάρχει στον τόπο τα τελευταία
χρόνια, φταίει αποκλειστικά το μνημόνιο.
Το
άλλο πουλάκι:
Άρα, το πρόβλημα είναι απλό,
απλούστατο.
Δεν έχουμε παρά να αρνηθούμε,
να καταργήσουμε με έναν νόμο κι ένα άρθρο, να… σκίσουμε, εν πάση περιπτώσει να
εξαφανίσουμε το μνημόνιο και όλα θα μπουν στο σωστό δρόμο.
Στην αρχή έλεγαν θα γίνουν
όπως πριν, κατάλαβαν όμως πως αυτό είναι μεγάλη μπαρούφα και ιδιαιτέρως
επικίνδυνο – ιδίως αν πρόκειται να κυβερνήσεις – οπότε το στρογγύλεψαν λιγάκι.
Όπως και ο άλλος κόσμος, έτσι
κι αυτός έχει τα ιδιαίτερα προβλήματά του. Πρώτα πρώτα δεν είναι συμπαγής και
ομοιόμορφος, αντιθέτως αποτελείται από κάθε καρυδιάς καρύδι. Το γενικόλογο «όχι
στα μνημόνια» δίνει τη δυνατότητα (και την ευκαιρία) σε κάθε πικραμένο ή/και
πονηρό να σχεδιάσει το προσωπικό του μέλλον στη νέα πραγματικότητα.
Αφήστε πάλι τις ιδεολογικές
διαφορές.
Προσέξτε! Δεν μιλάμε και για
όλο το αντιμνημονιακό μέτωπο, παρά για το μεγάλο εκείνο τμήμα που φιλοδοξεί να
έρθει πρώτο κόμμα στις εκλογές.
Ακόμη όμως και μέσα σ’ αυτό
οι διαφορές είναι τόσο μεγάλες που μπορείς να συναντήσεις από κεντροαριστερούς
φιλοευρωπαϊστές, μέχρι αμετανόητους σταλινικούς «διεθνιστές». Σκέψου.
Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι
ότι ο κόσμος αυτός εστίασε υπερβολικά στο χρέος και θεώρησε πως η άρνησή του ή
καλύτερα, η διαγραφή του είναι η λύση. Όχι, μέρος της λύσης, αλλά η λύση.
Πάνω σ’ αυτό έγιναν επίσης
πολλά ακροβατικά. Άρνηση όχι ολόκληρου, αλλά ενός μέρους, για να καταλήξουμε σε
ένα μικρό ασήμαντο τμήμα του.
Διαγραφή μονομερής, για να
πάμε στην επαναδιαπραγμάτευση με δικούς μας όρους και να καταλήξουμε στην…
ευαισθητοποίηση της Ευρώπης.
Την ελπίδα και την προσμονή
για μια τέτοια ευαισθητοποίηση.
Το πρόβλημα όμως ήταν πως τη
στιγμή που μιλούσαμε για το χρέος και την –ας την πούμε- διαγραφή του, η χώρα
εξακολουθούσε να έχει νέα ελλείμματα κοντά στα 25 δισ. το χρόνο.
Που σημαίνει ότι ακόμη κι αν
μηδενιζόταν το χρέος, έπρεπε να δανειζόμαστε δύο εκατομμύρια το μήνα για
μισθούς, συντάξεις, σχολεία, νοσοκομεία κ.λπ.
Κανείς δεν έλεγε πού θα
βρεθούν αυτά τα λεφτά κι έτσι ερχόμαστε στο κοινό πρόβλημα των δύο κόσμων που
είναι η άρνησή τους, για διαφορετικούς λόγους, να δουν την πραγματικότητα.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Τι λέει η πραγματικότητα;
Λέει πως αυτή η χώρα, για μια
σειρά από λόγους- για τους οποίους υπάρχουν και ιστορικές ευθύνες, όχι
αποκλειστικά των κομμάτων που κυβέρνησαν- έφτασε να διαλύσει το παραγωγικό της
μοντέλο και να ζει με ξένα λεφτά.
Για ένα μεγάλο διάστημα τα
λεφτά αυτά είχαν τη μορφή «πακέτων», ΕΣΠΑ κ.λπ., όμως κάποια στιγμή άρχισαν να
γίνονται δανεικά, δανεικά τα οποία κανείς δεν ήθελε να δώσει προθύμως.
Πέρα, λοιπόν, από την άμεση
αντιμετώπιση της χρεοκοπίας, η συζήτηση έπρεπε να στραφεί κυρίως γύρω από αυτό.
Τι πρέπει να αλλάξει στη χώρα, ώστε να πάψουμε να βρισκόμαστε σ’ αυτό το χάλι.
Ποιες είναι οι απαραίτητες
αλλαγές στον τρόπο παραγωγής, στον τρόπο διαχείρισης του πλούτου, στον τρόπο
κατανομής των βαρών, στον τρόπο –τελικά- που ζούμε, που σκεφτόμαστε, που
ονειρευόμαστε το μέλλον…
Η συζήτηση δεν έγινε ποτέ.
Οι εκπρόσωποι του πρώτου
κόσμου, στη συντριπτική τους πλειονότητα, είδαν τις αλλαγές που έπρεπε να
γίνουν (όχι λόγω μνημονίων) σαν το πικρό ποτήρι που τους έλαχε να πιούν. Το
έκαναν κρατώντας τη μύτη τους ή χύνοντάς το στη διπλανή γλάστρα, όποτε δεν τους
έβλεπαν.
Οι δε εκείνοι του δεύτερου
κόσμου, στη συντριπτική τους πλειονότητα επίσης, όχι μόνο δεν μιλούν για
αλλαγές, αλλά υποστηρίζουν πως πρέπει να ξαναγυρίσουμε στο μοντέλο που οδήγησε
στη χρεοκοπία και την κρίση, με άλλους όμως, πιο «ηθικούς», διαχειριστές.
Που πολλές φορές είναι
ακριβώς οι ίδιοι.
Με λίγα λόγια! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου