Το ένα πουλάκι:
Τι
διαβάζουμε;
Για
να είμαστε ακριβείς, το ερώτημα ήταν τι ΔΕΝ διαβάζουμε. Η συζήτηση χαλαρή με
καφεδάκι και κάποιον φίλο με τον οποίο δεν τα λέμε και τόσο συχνά. (Πρώτα ήρθε
το καφεδάκι και μετά ο φίλος, γι’ αυτό τα αναφέρω έτσι.)
Αφού
σχολιάσαμε διάφορα, σταθήκαμε στην ταχύτητα με την οποία περιδιαβαίνει κανείς
το διαδίκτυο και την «ενημέρωση» που παίρνει από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης,
συνήθως μόνο από αυτά.
Εμείς,
φανατικοί αναγνώστες εφημερίδων και οι δυο, δεν είναι εύκολο να προσαρμοστούμε
στους νέους ρυθμούς, που απαιτούν… συνθηματικές αναφορές και πολλές εικόνες,
προκειμένου να αποσπάσουν το ενδιαφέρον.
Κάθεσαι
και ανεβάζεις ολόκληρο κείμενο, εκατοντάδες λέξεις, και ελάχιστοι κάνουν τον κόπο
να το διαβάσουν, να δουν τι θέλεις να πεις, να παρακολουθήσουν τον τρόπο που αναπτύσσεις
το θέμα σου, που τοποθετείς τα επιχειρήματά σου…
Βάζει
κι ο άλλος μια εξυπνάδα δύο «αράδων» (βλέπετε; δημοσιογραφική κουβέντα αυτή,
από ανθρώπους που γνώρισαν τις εφημερίδες από έξω κι από μέσα) συνήθως αντιγραμμένη,
και παίρνει ένα σωρό λάικ!
Αν
πει, πάλι, να ανεβάσει καμιά φωτογραφία με τους καφέδες στο τραπέζι, ή, πολύ
περισσότερο, με τίποτε μεζέδες για ούζο, γίνεται κυριολεκτικά χαμός. Πέφτουν τα
σχόλια βροχή και η φωτογραφία γίνεται αντικείμενο συζήτησης.
Θα
μου πείτε, ποιος σας είπε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι για σοβαρή
κουβέντα και βαθυστόχαστες -λέμε, τώρα- αναλύσεις. Ο άλλος «μπαίνει» εκεί για
να ξεσκάσει να χαλαρώσει λίγο από την καθημερινή πίεση.
Σύμφωνοι.
Όμως, όπως δείχνουν οι περισσότερες έρευνες, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά
και το διαδίκτυο γενικότερα, αποτελούν μια από τις κύριες, αν όχι την κυριότερη
πηγή ενημέρωσης για πολλούς ανθρώπους.
Ειδικά
οι νέοι έχουν πάψει πλέον να βλέπουν τηλεόραση (για να αγοράσουν εφημερίδες ούτε
που το συζητώ) οπότε ενημερώνονται από το διαδίκτυο. Τι είδους ενημέρωση όμως
παίρνουν, όταν δεν μπορούν να διαβάσουν κάτι μεγαλύτερο;
Όταν
μετακινούνται συνεχώς από μια είδηση στην άλλη, χωρίς να βλέπουν μια ανάλυση,
χωρίς να στέκονται στις απόψεις κάποιου σοβαρού αρθρογράφου, χωρίς να διαβάζουν
αντικρουόμενες θέσεις;
Το άλλο πουλάκι:
Αυτή
είναι η εποχή!
Στην
παρέα προστέθηκε και τρίτος φίλος, ο οποίος μετέφερε τη συζήτηση στην
εκπαίδευση. Μήπως αντί να επιμένουμε με παραδοσιακούς τρόπους, θα πρέπει να
ανταποκριθούμε στα νέα δεδομένα;
Μήπως τα προγράμματα, τα
βιβλία, αλλά και ο τρόπος διδασκαλίας γενικότερα θα πρέπει να προσαρμοστούν σ’
αυτήν την πολυτροπικότητα των κειμένων, τη γρήγορη εναλλαγή δεδομένων και την
επιγραμματική αναφορά των πραγμάτων;
Είναι ένα ουσιαστικό ερώτημα.
Το πρόβλημα είναι ότι εμείς, που μεγαλώσαμε σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο,
δεν έχουμε τις παραστάσεις για το απαντήσουμε. Όχι ότι δεν είμαστε
εξοικειωμένοι με την τεχνολογία.
Απλώς για εμάς μάθηση
σημαίνει μια πολύ συγκεκριμένη διαδικασία. Μια διαδικασία που περιλαμβάνει δύο
στάδια. Την «παράδοση» της νέας γνώσης στο Σχολείο από κάποιον δάσκαλο και το
διάβασμα στο σπίτι.
Στις καλύτερες περιπτώσεις, η
«παράδοση» μπορεί να γίνεται με πιο ευρηματικούς και ευφάνταστους τρόπους, με
περισσότερο ενεργητική συμμετοχή από τους μαθητές, με συνεργατικές μεθόδους, με
χρήση νέων τεχνολογιών…
Δεν παύει όμως να είναι
παράδοση. Το ίδιο και το «διάβασμα» στο σπίτι. Μπορεί να περιλαμβάνει κάποιες
εργασίες, μπορεί να προβλέπει έρευνα σε βιβλία ή στο διαδίκτυο, σίγουρα όμως θα
περιλαμβάνει ανάγνωση και κατανόηση μεγάλων κειμένων.
Αυτό έχουμε μάθει εμείς, έτσι
μεγαλώσαμε, έτσι σπουδάσαμε οι ίδιοι, και δεν είναι εύκολο να φανταστούμε κάτι
διαφορετικό. Θα μπορούσε, για παράδειγμα να συντελεστεί μάθηση μέσα από ένα
βιντεοπαιχνίδι, από αυτά που τόσο προτιμούν τα παιδιά;
Θα μπορούσε να συνδυαστεί μια
εμπειρία εικονικής πραγματικότητας με ένα ψηφιακό ταξίδι στο παρελθόν, όπου το
παιδί θα «συναντούσε» μέρη και πρόσωπα της ιστορίας και θα αντλούσε στοιχεία
για τη ζωή τους;
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ασφαλώς!
Ωστόσο,
εκείνο στο οποίο καταλήξαμε είναι πως η μάθηση, για πολύ καιρό ακόμη, θα είναι
μια διαδικασία που θα απαιτεί από τον μαθητευόμενο σημαντική προσπάθεια και
μεγάλη τριβή με το αντικείμενο.
«Η γιαγιά μου», είπε ο ένας
της παρέας, «όταν της έλεγαν για μια επίπονη και απαιτητική εργασία, απαντούσε “ε,
δεν είναι και γράμματα”, γιατί τα θεωρούσε ό,τι πιο δύσκολο μπορεί να κάνει
κανείς στη ζωή του».
Η αγωγή, από μόνη της (και εξ
ορισμού), είναι μια βίαιη διαδικασία και δεν μπορεί να γίνεται υπό την αυστηρή προϋπόθεση
«να μην κουραστούν τα παιδιά», σκέψη που διακατέχει πολλούς παιδαγωγούς.
Για την ακρίβεια υπεύθυνους
του υπουργείου Παιδείας, πολιτικούς δηλαδή, που, στις περισσότερες των
περιπτώσεων, έχουν άλλου είδους προτεραιότητες από το να μάθουν γράμματα τα
παιδιά του κοσμάκη.
Έτσι, η λογική της ήσσονος
προσπάθειας από τη μια, με τη σύγχρονη ψηφιακή πραγματικότητα που οδηγεί τα
παιδιά σε άλλες πρακτικές, εξοικειώνοντάς τα με άλλες λειτουργίες και
συμπεριφορές, από την άλλη, κάνουν την εκπαίδευσή τους δύσκολη υπόθεση.
Όχι όμως αρκετά, ώστε να μην
μπορούν να τη λύσουν τρεις φίλοι, που πίνουν τον καφέ τους κουβεντιάζοντας
χαλαρά, ένα πρωινό Σαββάτου. Σκεφτήκαμε μάλιστα να στείλουμε κι ένα υπόμνημα
στο υπουργείο Παιδείας.
Επειδή όμως θα ήταν
πολυσέλιδο, αναρωτηθήκαμε «ποιος θα το διαβάσει» και το αφήσαμε για όταν θα
είμαστε σε θέση να το αναπτύξουμε σε λίγες αράδες.
Δηλαδή ποτέ!
Κουβέντες τού… καφέ!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου