Το ένα πουλάκι:
Μας
ενδιαφέρουν οι θεσμοί;
Μας
ενδιαφέρει η διάκριση των εξουσιών, η διεύρυνση της δημοκρατίας, η λειτουργία
ανεξάρτητων αρχών; Μας ενδιαφέρει να μην δηλητηριάζεται η πολιτική ζωή του
τόπου, οι πολίτες να διαφωνούν, αλλά να μην «αλληλοσφάζονται»;
Τα
ερωτήματα δεν είναι καθόλου ρητορικά. Η απάντηση που θα δώσουμε σε αυτά, αν δεν
είναι προσχηματική, είναι εκείνη (μεταξύ άλλων) που θα μας τοποθετήσει στο νέο
πολιτικό τοπίο που τείνει να σχηματιστεί.
Διότι
το παλιό, εκείνο που κατέτασσε τους πολίτες σε αριστερούς, κεντρώους και
δεξιούς, δεν υφίσταται πια. Αυτό το αντιλαμβάνονται όλο και περισσότεροι, ιδίως
μετά την κρίση και τη διακυβέρνηση της χώρα από τους ΣΙΡΙΖΑΝΕΛ.
Πρώτο
αντιλήφθηκε αυτή την αλλαγή, εδώ και δεκαετίες, το οικολογικό κίνημα. Ήταν και
μια από τις κύριες αντιθέσεις του με τους «συντρόφους» της Αριστεράς, οι οποίοι
πίστευαν ότι το περιβάλλον κινδυνεύει από το κεφάλαιο.
Μόνο!
Οι κακοί καπιταλιστές, στην προσπάθειά τους να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη,
κατέστρεφαν τη φύση, ενώ οι καλοί προλετάριοι άφηναν μηδαμινό «αποτύπωμα», θα
λέγαμε σήμερα, στο περιβάλλον.
Πράγμα
που δεν ισχύει. Και όχι μόνον επειδή το Τσερνομπίλ και το Κοζλοντούι δεν ήταν
καπιταλιστικά εργοστάσια. Αλλά και γιατί η αδιαφορία των προλετάριων και των
μικροαστών για το περιβάλλον είναι παροιμιώδης.
Από
τον τρόπο που πετάν (διαχειρίζονται) τα απορρίμματά τους, μέχρι τον τρόπο που
καταστρέφουν τη φύση για να κτίσουν τα αυθαίρετά τους, δείχνει ότι ο
περιβαλλοντικός κίνδυνος δεν έχει πολιτικό πρόσημο.
Αυτό,
όπως είπα, έγινε σαφέστερο και με την οικονομία και τη διαχείριση της κρίσης.
Όπου τα αριστερά μνημόνια διαδέχτηκαν τα δεξιά, χωρίς μάλιστα να ανοίξει
ρουθούνι. Ενώ σήμερα ο κεντρικός στόχος των κομμάτων παραμένει κοινός.
Ποιος
είναι; Μα, το να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από τη δέσμευση για δημιουργία τεράστιων
πλεονασμάτων, γεγονός που κάνει απαγορευτική την οποιαδήποτε συζήτηση για ανάπτυξη
στη χώρα.
«Δηλαδή,
δεν υπάρχουν διαφορές;» θα ρωτήσει κάποιος καχύποπτος. Υπάρχουν και το θέμα
είναι να δούμε πού ακριβώς εντοπίζονται. Και πόσο ουσιαστικές είναι, δηλαδή πόσο
πιο ουσιαστικές από άλλες αντιθέσεις.
Το άλλο πουλάκι:
Όπως
αυτές που περιγράψαμε με τα αρχικά ερωτήματα.
Ή
όπως η αντίθεση που δημιουργεί η πολιτική… αξιοποίηση του λαϊκισμού, με την
αντίσταση στον πειρασμό στον οποίο αυτός υποβάλλει κόμματα και πολιτικούς.
(Αντίσταση που δεν στέφεται πάντοτε από επιτυχία, αλλά, τουλάχιστον, είναι
ορατή.)
Τα
σκεφτόμουν όλα αυτά, καθώς με προβλημάτιζε έντονα η παρατήρηση ενός καλού
φίλου, ο οποίος επεσήμανε στα σχόλιά μου, τα οποία παρακολουθεί με προσοχή εδώ
και χρόνια, μια εμπάθεια απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Μου
είπε μάλιστα χαρακτηριστικά ότι, όπως επεσήμανε και ο Βενιζέλος, «στην πολιτική
δεν υπάρχει το απόλυτο και όλα είναι ζήτημα συγκρίσεων». Εκείνη τη στιγμή
συμφώνησα μαζί του, αλλά ξέχασα να του πω τι άλλο είπε ο Βενιζέλος.
Πως
«προοδευτικό σήμερα είναι να φύγει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και άκρας δεξιάς, η κυβέρνηση
της θεσμικής παρακμής και του οικονομικού και αναπτυξιακού αδιεξόδου». Του το
είπα όμως με δικά μου λόγια.
Το
πρώτο, στο οποίο μάλιστα συμφωνήσαμε απόλυτα, ήταν πως, στην πολιτική από κάποιους
έχεις περισσότερες απαιτήσεις. Και αυτό είναι ένας καλός λόγος για να είσαι
αυστηρός, αλλά όχι και εμπαθής, μαζί τους.
(Βέβαια,
προσωπικά, έπαψα να έχω απαιτήσεις από τον χώρο που εκπροσώπησε ο ΣΥΡΙΖΑ, από
την εποχή που είδα πώς λειτούργησε απέναντι στην κρίση και πώς δια-χειρίστηκε
το θέμα των «αγανακτισμένων».)
Είπα
στο φίλο πως η βασική μου διαφωνία με αυτή την κυβέρνηση δεν είναι στο τι έκανε
ή δεν έκανε στο τομέα της οικονομίας. Όπου, όπως συμφώνησε και αυτός, οι
δυνατότητές της ήταν και περιορισμένες.
Εκείνο
που κυρίως της καταλογίζω είναι ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε την εξουσία,
και συγκεκριμένα η περιφρόνηση του Συντάγματος και των θεσμών, η προσπάθεια
χειραγώγησης του Τύπου και της Δικαιοσύνης…
Κάπου
εκεί το αφήσαμε… Με την υπόσχεση να τα πούμε πιο αναλυτικά, όχι στον δρόμο,
αλλά με δυο ποτηράκια κρασί μπροστά μας. Ωστόσο, εμένα η παρατήρησή του με
προβλημάτισε και, αυτές τις μέρες, την ξανασκέφτηκα.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ακούστε
και πείτε μου.
«Όλος ο λαός γνωρίζει ότι
έστηναν δουλειές, ότι έβαζαν χέρι στο δημόσιο χρήμα παρασιτώντας σε βάρος του
ελληνικού λαού, ότι υπηρετούσαν και συνεχίζουν να υπηρετούν δουλικά τα
επιχειρηματικά συμφέροντα από τα οποία εξαρτώνται».
Τη γνώμη αυτή, που αναφέρεται
στους κατηγορούμενους (βάλτε όσα εισαγωγικά θέλετε) στην υπόθεση Novartis, δεν τη ακούσαμε σε κάποιο
καφενείο, δεν την εξέφρασε κάποιος φανατικός ψηφοφόρος της κυβέρνησης.
Είναι από την επίσημη
ανακοίνωση του Γραφείου του Πρωθυπουργού! Μια ανακοίνωση που γράφει στα παλιά
της τα παπούτσια και τη διάκριση των εξουσιών, και το τεκμήριο αθωότητος, και
όλον τον πολιτικό και δικονομικό μας πολιτισμό.
Για να καταλήξει: «Από εδώ
και στο εξής, οι επιθέσεις τους θα ενταθούν, οι ύβρεις τους θα γίνουν
χυδαιότερες και η στάση τους ακόμη πιο προκλητική, πράγμα που αποτελεί και την
πιο απτή απόδειξη της ενοχής τους».
Τέτοιες
«αποδείξεις ενοχής», που… θεσμοθετήθηκαν από την Ιερά Εξέταση και… αξιοποιήθηκαν
στις δίκες της Μόσχας, είναι το τελευταίο που θα περίμενε κάποιος από ένα κόμμα
σαν τον ΣΥΡΙΖΑ και έναν πρωθυπουργό σαν τον Τσίπρα.
Που
επαίρονται ότι είναι οι συνεχιστές της Ανανεωτικής Αριστεράς, των δημοκρατικών
παραδόσεων και των αγώνων για περισσότερα δικαιώματα και πιο ισχυρούς θεσμούς.
Μετά,
γίνομαι εμπαθής…
Νέο τοπίο, νέες αντιθέσεις!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου