Το
ένα πουλάκι:
Στουρνάρια;
Είναι οι μαθητές μας όντως
τόσο χάλια, όσο τους παρουσιάζει η κατάταξή τους στον διεθνή διαγωνισμό
εξετάσεων της PISA του
ΟΟΣΑ;
Με το που δημοσιεύτηκαν τα
αποτελέσματα υπήρξαν δύο (;) λογιών αντιδράσεις.
Η πρώτη ομάδα αντέδρασε… μη
αντιδρώντας.
Δηλαδή προτίμησαν να κάνουν
τον αδιάφορο, αποφεύγοντας να σχολιάσουν την πτώση της χώρας από την 25η
στην 42η θέση, από τις 65 χώρες που συμμετείχαν.
Σ’ αυτή την ομάδα ανήκουν οι
υπεύθυνοι για την εκπαίδευση στη χώρα μας, το υπουργείο Παιδείας, οι
εκπαιδευτικοί, οι σύλλογοι γονέων, ακόμη και τα πολύ ανήσυχα και λαλίστατα σε
άλλες περιπτώσεις 15μελή συμβούλια των μαθητών.
Υπήρξε και μια άλλη ομάδα που
στην ουσία δεν ήταν καθόλου τέτοια, αφού την αποτελούσαν κάποιες μεμονωμένες
φωνές.
Αυτοί τόνισαν με τραγικό
τρόπο το «κατάντημα» των μαθητών μας, της δημόσιας εκπαίδευσης και του σχολείου
γενικότερα.
Κάποιοι έριξαν το φταίξιμο
–πού αλλού;- στο μνημόνιο και στην Τρόικα. Άλλοι υποστήριξαν απλώς πως ο
διαγωνισμός και οι επιδόσεις των μαθητών μας αντικατοπτρίζουν το χάλι στο οποίο
βρίσκεται οι εκπαίδευση. Ποιοι έχουν δίκιο; Ποιοι άδικο;
Ας δούμε το θέμα λίγο πιο
ψύχραιμα.
Πρώτα πρώτα να πούμε πως ο
διαγωνισμός αυτός δέχεται ισχυρές αμφισβητήσεις διεθνώς και ίσως και ήταν και ο
λόγος που, στην αρχή, αντιμετωπίστηκε στη χώρα μας με κάποιο σνομπισμό.
Έλα μωρέ, οι ερωτήσεις είναι
προσαρμοσμένες στα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών. Κάποιοι ετοιμάζουν
ειδικά τους μαθητές τους για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό. Αν κάναμε κι εμείς
τη σωστή προετοιμασία θα ήμασταν πολύ ψηλότερα…
Το
άλλο πουλάκι:
Δεν είναι έτσι ακριβώς.
Δεν μπορείς να κρίνεις έναν
διαγωνισμό εκ των υστέρων, ανάλογα δηλαδή με τη θέση που κατέλαβες.
Φαντάζεστε πως θα λέγαμε τα
ίδια πράγματα, αν οι μαθητές μας κατατάσσονταν στις πρώτες θέσεις; Προφανώς
όχι.
Πότε θα μιλούσαμε για την
ποιότητα εκπαίδευση που προσφέρουμε, ως κοινωνία, ως κυβέρνηση, ως δάσκαλοι κ.λπ.,
στα παιδιά μας.
Αυτό είναι το ένα. Το άλλο
έχει να κάνει με το πώς διαβάζουμε εμείς οι ίδιοι τα αποτελέσματα.
Οπωσδήποτε η κατάταξή μας
είναι ενδεικτική. Μπορούμε όμως να τη δούμε, όχι συγκρίνοντάς την με το σύνολο
των χωρών, αλλά με τον εαυτό μας.
Γιατί, ας πούμε, οι μαθητές
μας δεν γράφουν όσο καλά θα θέλαμε; Φταίει μόνο το είδος των τεστ; Ή, γιατί τη
μια χρονιά γράφουν χειρότερα από άλλες.
Εν πάση περιπτώσει, μπορούμε
εμείς να κάνουμε κάποια δικά μας τεστ, που να δείχνουν πόσο αποτελεσματική
είναι η εκπαίδευση που παρέχουμε στα παιδιά μας;
Διότι είναι αλήθεια πως δεν
μετράμε τίποτα. Οι βαθμολογίες που μπαίνουν από τους δασκάλους και τους
καθηγητές είναι τραβηγμένες από τα μαλλιά (προς τα πάνω) και τα αποτελέσματα
των γενικών εξετάσεων δεν μπορούν να μας δώσουν μια ιδέα.
Θα έπρεπε δηλαδή η πολιτεία
να σκεφτεί και να προβληματιστεί από μόνη της:
Παίρνω το παιδί στα χέρια μου
από τεσσάρων ετών και του παρέχω μια συστηματική εκπαίδευση.
Τι θέλω να γνωρίζει όταν τελειώσει
το νηπιαγωγείο, τι στην Γ΄ ή στην ΣΤ΄ τάξη του Δημοτικού, τι όταν βγάλει το
Γυμνάσιο;
Με βάση αυτούς τους
«στόχους», μπορούν να διαμορφωθούν κατάλληλα τεστ που να μετρούν το βαθμό στον
οποίο οι μαθητές μας τους έχουν πετύχει. Αναλόγως τα αποτελέσματα,
παρεμβαίνουμε διορθωτικά και βελτιωτικά, ώστε η κατάσταση να πηγαίνει ολοένα
προς το καλύτερο.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτό όμως είναι αξιολόγηση.
Και την αξιολόγηση δεν την
θέλει κανείς σ’ αυτή τη χώρα γιατί…
Φοβάμαι ότι ο λόγος είναι πως
θα καταδείξει ευθύνες και αδυναμίες που καλό είναι να μένουν στη σκιά.
Ο καθένας προτιμά να κινείται
μέσα σ’ αυτό το θολό τοπίο, στο οποίο όμως μπορούν πολύ εύκολα να αποδίδονται
ευθύνες… ανεύθυνα.
Φταίει το αναλυτικό
πρόγραμμα; Φταίνε τα βιβλία; Φταίει η (υπο)χρηματοδότηση; Φταίνε οι
εκπαιδευτικοί; Φταίει η αξιολόγηση που δεν υπάρχει; Φταίει ο φόβος της
αξιολόγησης; Φταίει το συγκεντρωτικό σύστημα; Φταίει η απουσία οποιουδήποτε
ελέγχου; Φταίει…
Κανείς δεν ξέρει τι φταίει,
διότι κανείς δεν δέχεται να μετρηθεί το παραμικρό. Αλλαγές επί αλλαγών
σχεδιάζονται, άλλες υλοποιούνται, άλλες μένουν στα χαρτιά, ο κάθε υπουργός
προσπαθεί να κάνει μια «μεταρρύθμιση» και να γράψει ιστορία, οι εκπαιδευτικοί
αντιδρούν –γενικώς- και υποβάλλουν προτάσεις με
συντεχνιακά, κυρίως, αιτήματα, οι γονείς στρέφονται στην «εύκολη»,
ατομική λύση του φροντιστηρίου, ποτέ κανείς όμως δεν μπήκε στον κόπο να… μετρήσει.
Τι θέλουμε, πώς το θέλουμε,
πώς θα το επιτύχουμε, σε ποιο βαθμό το καταφέρνουμε, πώς μπορούμε να
βελτιώσουμε την επίδοσή μας.
Αυτά, ξαναλέω, πέρα από την
κατάταξη του οποιουδήποτε ΟΟΣΑ και του οποιουδήποτε διαγωνισμού PISA.
Μόνοι μας, με τις δικές μας
δυνάμεις και με δική μας ευθύνη.
Ωχ, ευθύνη είπα;
Αυτό δεν είναι κάτι που,
ανατίθεται, μετράται και καταλογίζεται;
Μακριά από εμάς!
Μας πήραν τα μέτρα! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου