ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019

190627 ΑΝΗΞΕΡΟΝ


Το ένα πουλάκι:
Κι εγώ πού να το ξέρω;

Το ερώτημα είναι πραγματικό και έχει νόημα κάθε φορά που συναλλασσόμαστε με το Δημόσιο, ακόμη κι αν ισχύει εκείνο το «άγνοια νόμου απαγορεύεται», ότι δηλαδή είσαι υποχρεωμένος να γνωρίζεις όσα σε αφορούν.

Μπορούμε όμως να γνωρίζουμε όλα όσα μας αφορούν; Και από πού να τα γνωρίζουμε, όταν το ίδιο Δημόσιο δεν φροντίζει να μας ενημερώνει για τις κάθε είδους αλλαγές που πραγματοποιεί. Θέλετε να το πάμε και παραπέρα;

Δεν θα έπρεπε, ως πολίτες, να έχουμε εμπιστοσύνη στις υπηρεσίες; Να είμαστε ήσυχοι ότι αυτές κάνουν σωστά τη δουλειά τους και να μην υποχρεωνόμαστε, κάθε φορά, να ελέγχουμε μήπως έγινε λάθος;

Ή μήπως μας γέλασαν; Αλίμονο αν ο πολίτης, σε κάθε συναλλαγή του με το Δημόσιο, είναι υποχρεωμένος να διπλοτσεκάρει ότι όλα όσα του λένε και όλα τα έγγραφα που του δίνουν είναι σύμφωνα προς τον νόμο.

Τα (ξανα)σκεφτόμουν όλα αυτά με αφορμή την αποκάλυψη ότι η (πρώην, πλέον) υποψήφια βουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία, Αντωνία Μοροπούλου, συνέχιζε να εισπράττει μια σύνταξη, ενώ είχε αλλάξει ο νόμος βάσει του οποίου την δικαιούνταν.

Εδώ ας κάνουμε μια στάση, για να ξεκαθαρίσουμε κάτι από την αρχή. Πολύ ορθώς η κυρία Μοροπούλου αποπέμφθηκε, ή αποσύρθηκε, ή υποχρεώθηκε σε παραίτηση (διαλέγετε) από τη θέση της υποψηφίας βουλευτού.

Αυτά τα λάθη πρέπει να πληρώνονται, ακόμη κι αν γίνονται… κατά λάθος. Κανείς υποψήφιος βουλευτής, οποιουδήποτε κόμματος, δεν πρέπει να βαρύνεται με κάποιου είδους «σκιά», ακόμη κι αν αυτό τον αδικεί προσωρινά.

Εμάς η κυρία Μοροπούλου δεν μας γέμισε το μάτι από την εποχή ακόμη που, ως επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας που πραγματοποίησε την αποκατάσταση στον Πανάγιο Τάφο, έκανε τις περίφημες δηλώσεις της.

Ότι «Τάφος είναι… ζωντανός» και ότι «νιώσαμε δέος ανοίγοντας μετά από αιώνες τον Πανάγιο Τάφο. Επί της νεκρικής κλίνης είδαμε τις αύλακες για τα σωματικά υγρά του Ιησού και μία θέση για την κεφαλή προς Δυσμάς».

Δεν μας το γέμισε διότι, μια επιστήμων στη θέση στην οποία κατείχε η κυρία Μοροπούλου, έπρεπε να περιμένει τουλάχιστον την επίσημη χρονολόγηση των ευρημάτων που τοποθετούν την κατασκευή του μνημείου στον 4ο αιώνα.

Και που λένε ότι «από αρχαιολογικής άποψης είναι αδύνατο να ειπωθεί πως ο τάφος είναι το σημείο ενταφιασμού ενός Εβραίου με το όνομα Ιησούς της Ναζαρέτ, ο οποίος, σύμφωνα με τη Καινή Διαθήκη σταυρώθηκε στην Ιερουσαλήμ το 30 ή 33».

Το άλλο πουλάκι:
Αυτό είναι άλλο θέμα!

Θα πρέπει όμως να τονίσουμε επίσης ότι η υπόθεση Μοροπούλου δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση Λοΐζου, όσο κι αν θέλουν να τις ταυτίσουν κάποιοι. Η κ. Λοΐζου (αντιγράφω από ποστ φίλου νομικού):

«Υπεξαιρούσε σύνταξη άλλου ατόμου, ενώ μάλιστα είχε νομική υποχρέωση να γνωστοποιήσει η ίδια στην διοίκηση το γεγονός που θα διέκοπτε την καταβολή της σύνταξης, την οποία, ούτως ή άλλως, δεν δικαιούνταν ποτέ η ίδια.

Η Μοροπούλου εισέπραττε νόμιμα, ως δικαιούχος η ίδια, μια σύνταξη, την οποία κάποια στιγμή έπρεπε να μην την εισπράττει γιατί άλλαξε ο νόμος και μπήκαν εισοδηματικά κριτήρια και αυτό ήταν εν γνώσει του ταμείου.

Δεν την δικαιολογεί, αλλά υπάρχουν πολλά ελαφρυντικά και, κυρίως, υπάρχει απολύτως βάσιμη αιτίαση νομικής πλάνης και παραβίασης της αρχής της εύλογης εμπιστοσύνης των διοικουμένων προς την διοίκηση.

Η οποία διοίκηση είχε υποχρέωση να ζητήσει απ’ τον διοικούμενο τα επιπλέον στοιχεία που θα δικαιολογούσαν την συνέχιση της καταβολής». Το καταλάβατε; Ειδικά αυτό το τελευταίο με την υποχρέωση της διοίκησης;

Εκεί ήθελα να σταθώ κι εγώ και γι’ αυτό θα σας πω μια σχετική ιστορία. Σχετική… από την ανάποδη. Και τότε θα δούμε τι υποχρεώσεις έχει η διοίκηση απέναντι στον πολίτη και τι ο πολίτης απέναντί της.

Η γιαγιά χήρεψε το 2008 και, μη έχοντας κανένα άλλο εισόδημα, πήρε τη σύνταξη του πεθαμένου συζύγου της. Σύνταξη του τότε ΙΚΑ, αργότερα ΕΦΚΑ. Κάποια στιγμή, το 2011, η σύνταξη αυτή, χωρίς καμιά ειδοποίηση κόπηκε αισθητά.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Η γιαγιά ογδόντα τριών, τότε!

Ήταν η εποχή που η Τρόικα, και τα Μνημόνια (όχι οι κυβερνήσεις) έκοβαν γενικώς από όπου έβρισκαν. Θεώρησε, λοιπόν, και εκείνη (η γιαγιά, όχι η Τρόικα) ότι η σύνταξή της μειώθηκε μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο των περικοπών.

Τα χρόνια πέρασαν, ήρθε το 2018, η γιαγιά έγινε ενενήντα ετών, και κάποια ωραία πρωία, μια υπάλληλος του ΕΦΚΑ, ευσυνείδητη υπέρ το δέον, την ειδοποιεί, μέσω του παιδιού της,  ότι δικαιούται μεγαλύτερη σύνταξη.

Αναδρομικά. Ότι η σύνταξή της κόπηκε το 2011, επειδή οι συντάξεις χηρείας κόβονται μετά την παρέλευση τριετίας. Αν όμως η χήρα δεν έχει άλλο εισόδημα, τότε υποβάλλει κάτι χαρτιά και εξακολουθεί να παίρνει τη σύνταξη ολόκληρη.

Αυτό η γιαγιά όφειλε να το γνωρίζει (από πού;) αλλά η υπηρεσία δεν όφειλε να της το κοινοποιήσει! Με πόσες γιαγιάδες συμβαίνει κάτι ανάλογο, και πόσες ευσυνείδητες υπάλληλοι θα το εντοπίσουν και θα τις ειδοποιήσουν;

Μπορούσε μάλιστα, υποβάλλοντας τα ίδια χαρτιά, να πάρει τη διαφορά αναδρομικά, μόνο όμως από το 2013 και μετά, διότι τα αναδρομικά δίνονται σε βάθος πενταετίας. Για τα προηγούμενα χρόνια πρέπει να τα διεκδικήσεις δικαστικά.

Καταλάβατε γιατί σας λέω ίδια περίπτωση, από την ανάποδη; Κι εδώ ο πολίτης θα έπρεπε να γνωρίζει έναν νόμο που τον αφορά, αλλά επίσης και να μη δείξει εμπιστοσύνη στην υπηρεσία με την οποία συναλλάσσεται.

Που όμως του κόβει μια σύνταξη που δικαιούται, αντί να του δίνει μια που έπρεπε να σταματήσει να την παίρνει.
 Αν συναλλάσσεστε με το δημόσιο, που ελπίζω όχι!

Δεν υπάρχουν σχόλια: