Το
ένα πουλάκι:
Τι παιχνίδι παίζεται;
Εδώ και πάρα πολύ καιρό,
πάντως στη μετά μνημονίου εποχή, ακούμε καθημερινά για το περίφημο «κατοχικό
δάνειο» και την υποχρέωση της Γερμανίας να το αποπληρώσει.
Το θέμα έγινε πάλι έντονα
επίκαιρο, με τη συνάντηση των Προέδρων των δύο χωρών εδώ, στην Ελλάδα.
Όπως συμβαίνει με κάθε μεγάλο
θέμα, ιδιαίτερα αν από πίσω υπάρχει μπόλικο χρήμα, οι προσεγγίσεις είναι πάρα
πολλές, αφού ο κάθε πικραμένος, αδικημένος, αγανακτισμένος, συγκινημένος και
όλα τα εις -μένος, θεωρεί υποχρέωσή του να τοποθετηθεί.
Φυσικά, δεν θα μπορούσαμε να
απουσιάσουμε εμείς, τα πουλάκια, που έχουμε κερδίσει με το σπαθί μας το… αυθαίρετο
δικαίωμα να παίρνουμε θέση δημοσίως για ό,τι μας κάνει κέφι.
Το κατοχικό δάνειο δεν θα
μπορούσε να μας αφήσει αδιάφορους, ιδιαίτερα όταν πρόκειται να λύσει τόσα
(οικονομικά) προβλήματα.
Ας δούμε πρώτα, σε γενικές
γραμμές, πώς έχει το θέμα, περί τίνος πρόκειται. Έπειτα θα προσπαθήσουμε να
αναλύσουμε τις διάφορες προσεγγίσεις που επιχειρούνται, χωρίζοντάς τες σε δύο
ομάδες, στις λανθασμένες και τις ρεαλιστικές.
Όπως γνωρίζουμε από την
Ιστορία που (δεν) διδαχτήκαμε στο σχολείο, το 1942, η ναζιστική Γερμανία,
θέλοντας να ενισχύσει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις στη Βόρεια Αφρική,
«δανείστηκε» από την «ελληνική κυβέρνηση» 38 εκατομμύρια χρυσές λίρες Αγγλίας.
Μια ιστορική λεπτομέρεια για
όσους ίσως δεν το γνωρίζουν. Το 1942 η Ελλάδα βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή,
οπότε η λέξη δανείστηκε, όπως και η έκφραση ελληνική κυβέρνηση αποκτούν μια
ιδιαίτερη σημασία.
Που πάει να πει ότι τα λεφτά
τα άρπαξαν με το ζόρι, χωρίς καν να μας ρωτήσουν.
Έκτοτε, όπως έλεγαν και οι
ανακοινώσεις του Ερυθρού Σταυρού, αγνοείται η τύχη τους.
Για πολλούς λόγους. Ο
κυριότερος είναι ότι ποτέ δεν ξακαθαρίστηκε αν ένα μέρος από αυτά τα χρήματα
έχει δοθεί πίσω, αν δηλαδή είναι μέσα στις «επανορθώσεις» (που δεν θα έπρεπε) ή
συμπεριλαμβάνεται σε άλλου είδους συμφωνίες μεταξύ των δύο χωρών, όπως, για
παράδειγμα, η υποδοχή αριθμού μεταναστών για να εργαστούν στη Γερμανία.
Το
άλλο πουλάκι:
Αυτό δεν έχει τόση σημασία.
Θα σας πω ποιο έχει.
Πρώτα πρώτα πρέπει να
ξεκαθαριστεί από πλευράς Ελλάδας τι ακριβώς διεκδικούμε.
Διότι αυτή η λογική, του να
αναφέρουμε σε κάθε ευκαιρία «ξέρετε, έχουμε κι ένα υπόλοιπο», μόνο
μπακαλοτέφτερο και αντίστοιχη νοοτροπία, θυμίζει.
Ας κάνουμε όμως εδώ μια
παρένθεση κι ας μιλήσουμε για τις προσεγγίσεις που είπαμε… προηγούμενα, δηλαδή
προηγουμένως.
Η πρώτη μπορεί να συνοψιστεί
στη λογική «να πάρουμε τα λεφτά που μας χρωστάνε, ώστε να ξεμπερδεύουμε με
μνημόνια, δανειστές, τρόικες και τα ρέστα».
Πίσω απ’ αυτή τη λογική
κρύβονται πολλά. Πρώτα πρώτα η εσφαλμένη αντίληψη πως το πρόβλημα της χώρας μας
είναι να βρει μερικά δισεκατομμύρια, να πληρώσει κάποια χρέη και μετά να συνεχίσει
να την περνά μπέικα, όπως της ξένοιαστες μέρες πριν από την κρίση.
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί
υποστηρικτές της πιστεύουν επίσης πως το πρόβλημα της χώρας θα λυθεί μόλις
ανοίξει στη χώρα το πρώτο πηγάδι από το οποίο θα αρχίσει να ρέει τόσος μαύρος
χρυσός, που θα μας επιτρέπει όλους να ζούμε με το παραδοσιακό (βλέπε
αρχαιοελληνικό) ένδυμα της κελεμπίας.
Στη λογική αυτή επίσης
εντάσσεται και το σκεπτικό «δεν πληρώνω» (τα δανεικά μου ως χώρα), αφού το
επιχείρημα «δώστε εσείς αυτά που μας χρωστάτε για να είμαστε κι εμείς εντάξει
στις υποχρεώσεις μας», μόνο για εσωτερική κατανάλωση μπορεί να αξιοποιηθεί.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Εδώ βρίσκεται το μυστικό!
Διότι το όλο θέμα μπορεί να ιδωθεί
ως εξής.
Το θέτουμε για εσωτερική
κατανάλωση ή πράγματι θέλουμε να βρούμε μια λύση, δίκαιη και οριστική;
Πολύ φοβάμαι ότι ισχύει το
πρώτο, διότι, αν ίσχυε το δεύτερο, τότε η πολιτική της χώρας θα έπρεπε να είναι
εντελώς διαφορετική.
Πρώτον, πρέπει να
συμφωνήσουμε μεταξύ μας πόσα ακριβώς χρήματα διεκδικούμε.
Δεύτερον να καθορίσουμε τον
τρόπο με τον οποίο τα διεκδικούμε. Και σ’ αυτές τις περιπτώσεις, οι τρόποι
είναι συγκεκριμένοι.
Κατ’ αρχάς η διμερής συμφωνία,
η οποία στην περίπτωσή μας δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται, αφού οι Γερμανοί
σφυρίζουν αδιάφορα, όποτε τους τίθεται, όπως τους τίθεται, το θέμα.
Έπειτα υπάρχει η πιθανότητα
επιβολής του δίκιου σου, η οποία όμως προϋποθέτει θέση ισχύος, γεγονός που
επίσης δεν υφίσταται.
Και μη μου πείτε ότι μπορούμε
να τους… πατήσουμε στο «δώστε το κατοχικό δάνειο για να δώσουμε κι εμείς τα
χρέη μας», διότι αυτό δεν το ισχυρίζεται ούτε καν ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τέλος υπάρχει ο δρόμος, ο
σοβαρός και υπεύθυνος δρόμος, της προσφυγής στη διεθνή νομιμότητα, στο
δικαστήριο της Χάγης.
Αυτό όμως χρειάζεται σοβαρή
προετοιμασία, ισχυρά επιχειρήματα, στοιχεία και αποδείξεις. Το χειρότερο όμως
είναι ότι δεν προσφέρεται για εσωτερική κατανάλωση.
Είδατε εσείς να συζητάμε
τίποτε τέτοιο; Είδατε να προσφεύγουμε κάπου, ώστε να βρούμε το δίκιο μας;
Γιατί εγώ δεν είδα κάτι
τέτοιο, οπότε μάλλον η κουβέντα γίνεται για να βρισκόμαστε σε λόγια. Μεταξύ
μας.
Στο μιλητό! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου