Το
ένα πουλάκι:
Ώρα για διακοπές!
Μπορεί το καλοκαίρι να μην
μπήκε για τα καλά, ο καιρός ακόμη δεν έχει «στρώσει», όμως εμείς έχουμε ανάγκη
από ξεκούραση.
Θα σας αφήσουμε λοιπόν, να αλλάξετε
κι εσείς παραστάσεις, να ασχοληθείτε με κάτι διαφορετικό, να ξεφύγετε από τη
ρουτίνα, να ηρεμήσετε όπως το απαιτεί το πρωτόκολλο των διακοπών.
Περάσαμε μαζί έναν ακόμη
χειμώνα, δύσκολο κι αυτόν, όμως είμαστε ακόμη εδώ, ως χώρα, ως πόλη, ως
άνθρωποι που αγωνίζονται με την καθημερινότητα και με τα προβλήματα για ένα καλύτερο
αύριο.
Απ’ όλα είχε αυτός ο
χειμώνας, αυτή η σαιζόν, για να ακριβολογούμε, αφού συμπληρώνουμε αισίως δέκα
μήνες καθημερινής συνομιλίας, περισσότερο κι απ’ ό,τι «δουλεύουν» τα σχολεία
και οι μαθητές, οι οποίοι φέτος πέρασαν κι αυτοί μια πολύ δύσκολη χρονιά,
ειδικά εκείνοι της Α΄ Λυκείου.
Ας το σχολιάσουμε λίγο, μια
και το έφερε η κουβέντα…
Ήταν, λέει, πολύ δύσκολα τα
Θέματα της γνωστής Τράπεζας κι έτσι τα παιδιά μας δεν τα κατάφεραν, με
αποτέλεσμα να μείνουν περισσότεροι από άλλες χρονιές… «αναμεταξεταστέοι».
Αυτό σοκάρισε πάρα πολλούς
και όλοι αυτοί είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν ώστε να πάψει αυτός ο βραχνάς
της Τράπεζας Θεμάτων.
Συνηθισμένο, ελληνικότατο
σύμπτωμα.
Για άλλη μια φορά, αντί να
σταθούμε στην ουσία, στο πρόβλημα, στεκόμαστε στις παρενέργειες.
Δεν προσπαθούμε να
γιατρέψουμε την ασθένεια, παρά μόνο να ανακουφίσουμε προσωρινά τον ασθενή κι ας
εξακολουθήσει να νοσεί βαριά.
Ποιο είναι το πρόβλημα;
Χιλιάδες μαθητές φτάνουν στην
Α΄ Λυκείου και δεν μπορούν να γράψουν στις εξετάσεις ένα πέντε, ένα έξι –τόσο
χρειάζονται- προκειμένου να περάσουν το μάθημα και τη χρονιά.
Αυτό, με δεδομένο ότι όλοι
έχουν στα προφορικά πάνω από τη βάση, γεγονός που οφείλεται στη μεγαλοψυχία των
καθηγητών και μόνο.
Αν έπρεπε να κριθούν
ακριβοδίκαια, οι περισσότεροι από αυτούς θα έμειναν πριν καν έρθουν τα Θέματα
από την Τράπεζα.
Κι όμως! Αντί να δούμε ως
χώρα και ως κοινωνία τι θα κάνουμε μ’ αυτό, προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να
μην «κόβονται» αυτοί οι μαθητές και να συνεχίσουν το σχολείο μέχρι…
Το
άλλο πουλάκι:
Να σας πω εγώ μέχρι πού;
Μέχρι να βγάλουν κουτσά
στραβά το Λύκειο και γράφοντας πάλι πέντε ή έξι στις πανελλήνιες να μπουν σε
κάποιο από τα πολλά ΤΕΙ και να σπουδάσουν.
«Δεν ξέρουν να κάνουν
διαίρεση», μου έλεγε φίλος που διδάσκει σε ένα τέτοιο Ίδρυμα. «Ούτε με το
κομπιουτεράκι», συμπλήρωνε, τονίζοντας πως αν οι αριθμοί είχαν δεκαδικά ψηφία,
δεν μπορούσαν με τίποτε να βρουν το σωστό αποτέλεσμα κάποιοι από τους σπουδαστές
του.
Αυτό είναι το πρόβλημα. Για
το άλλο, για την Τράπεζα Θεμάτων, να είστε σίγουροι ότι λύση θα βρεθεί, εγώ
είμαι βέβαιος ότι έχει βρεθεί ήδη. Του χρόνου, ακόμη κι ο χειρότερος μαθητής
δεν θα έχει κάτω από δεκατέσσερα στα προφορικά, έτσι που και δύο να γράψει να
περνά την τάξη και να μην μένει «αναμεταξεταστέος».
Μέχρι πού μπορεί να φτάσει
όμως μια κοινωνία έτσι;
Όταν «νηστεύσαντες και μη
νηστεύσαντες» έχουν όλοι δικαίωμα στις σπουδές. Όταν δεν προσπαθεί να μάθει στα
παιδιά της γράμματα, αλλά απλώς να τα σπουδάσει βγάζοντάς τα «αγράμματους
επιστήμονες»;
Όταν τους διδάσκει πως δεν χρειάζεται
να προσπαθήσεις και πολύ, αφού για να περάσεις τις δυσκολίες και κάθε άλλο
εμπόδιο, πάντοτε θα υπάρχει ένας «εύκολος» τρόπος, αρκεί να τον διεκδικήσεις
μαζικά ή να τον βρεις διά της πλαγίας οδού;
Αυτά θα έπρεπε να συζητάμε.
Και γι’ αυτά θα έπρεπε να αγωνίζονται και οι ίδιοι οι μαθητές. Όχι για το πώς
θα επικρατήσει η λογική της ήσσονος προσπάθειας, η επιβράβευση του χαβαλέ και η
«δικαίωση» των πιο παράλογων αιτημάτων.
Ξέρω, γίνομαι αυστηρός, όμως
κάποτε πρέπει να γίνουμε και αυστηροί, πρώτα με τον εαυτό μας, εμείς οι
μεγαλύτεροι, για να διδάξουμε και στα παιδιά μας πώς να είναι απαιτητικοί, πώς
να επιζητούν την αυστηρή αλλά δίκαιη κρίση που θα οδηγεί στην αξιοκρατία.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Αφήστε τα αυτά τώρα.
Ώρα για διακοπές, δεν είπαμε;
Ξεκινήσατε, να λέτε για τη
σαιζόν που κλείνει και φτάσατε να μαλώνετε τους μαθητές!
Αν είναι έτσι, πείτε κάτι και
για τους δικαστικούς, οι οποίοι έχουν οριστεί από την πολιτεία να είναι
ακριβοδίκαιοι, ακόμη και όταν «δικάζουν» τους εαυτούς τους. (Η αυτοαξιολόγηση
για την οποία τόσος λόγος γίνεται τελευταία.)
Υπάρχει ένα θέμα, το έχουμε
ξανασυζητήσει, με τη διάκριση των εξουσιών, το οποίο θα πρέπει να συζητηθεί
ψύχραιμα από όλους τους ενδιαφερόμενους. Είναι δυνατόν τα δικαστήρια να ασκούν
δημοσιονομική πολιτική; Διότι περί αυτού πρόκειται, όταν αποφασίζουν τι μισθό ή
σύνταξη θα παίρνει ο καθένας. (Βλέπετε; Το πάω λίγο παραπέρα, αφήνοντας το θέμα
των «ιδίων αυξήσεων».)
Η κυβέρνηση, η κάθε
κυβέρνηση, συντάσσει έναν προϋπολογισμό, ο οποίος ψηφίζεται από τη Βουλή. Έχει
έσοδα και κατανομή των εξόδων. Όταν η δικαιοσύνη έρχεται να το αναθεωρήσει
αυτό, επιβάλλοντας αυξήσεις σε μισθούς ή συντάξεις, δεν πρέπει να πει και από
πού θα βρεθούν αυτά τα λεφτά, να αναθεωρήσει δηλαδή και τα έσοδα; Τότε όμως τι
συμβαίνει με τη διάκριση των εξουσιών;
Το θέμα είναι λεπτό και, όπως
είπαμε, θέλει μακρά και ψύχραιμη συζήτηση.
Δηλαδή συζήτηση με ψυχραιμία.
Αυτά όμως δεν είναι
καλοκαιρινά θέματα, γι’ αυτό ας τα αφήσουμε για πιο δροσερές μέρες.
Καλό καλοκαίρι!
Ραντεβού τον Σεπτέμβριο! |