Το
ένα πουλάκι:
Πόσο μακριά βλέπουμε;
Εμείς όχι και πολύ. Δεν είναι
όμως αυτή η δουλειά μας. Οι πολιτικοί μας είναι εκείνοι που πρέπει να βλέπουν
μακριά. Να σκέφτονται και να σχεδιάζουν το μέλλον για τις επόμενες γενιές. Αν
είναι δυνατόν.
Δυστυχώς, ο συνήθης οπτικός
ορίζοντας του πολιτικού κόσμου είναι η επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Μέχρι εκεί
βλέπουν, μέχρι εκεί μπορούν να σκεφθούν, μέχρι εκεί μπορούν να σχεδιάσουν. Αν
δεχτούμε βεβαίως ότι σχεδιασμός σημαίνει ένας προβληματισμός τού τύπου τι μπορώ
να κάνω για να μαζέψω ψήφους και να κερδίσω τις εκλογές.
Θα μου πείτε έχουν άδικο;
Τι να τους κάνεις τους
μακροχρόνιους σχεδιασμούς, αν χάσεις τις εκλογές και φύγεις από τον έλεγχο των
πραγμάτων;
Δεν εννοώ αυτό. Ρωτήστε όμως
έναν πολιτικό της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης πώς φαντάζεται ότι θα είναι η
χώρα και ο κόσμος μετά από δέκα ή από είκοσι χρόνια. Από τις απαντήσεις τους θα
καταλάβεις πόσο έχουν προβληματιστεί για το μέλλον και, επομένως, τι μπορούν να
σχεδιάσουν γι’ αυτό.
Θα σας δώσω ένα απλό
παράδειγμα.
Μεταπτυχιακός φοιτητής στην
Αθήνα μού μετέφερε το κλίμα στο αμφιθέατρο, όταν καθηγητής του, με μεγάλη πείρα
στα ευρωπαϊκά ζητήματα, τους είπε πως «σε δέκα χρόνια, στη χώρα θα έχουν μείνει
μόνο όσοι επιστήμονες δεν γίνονται δεκτοί στο εξωτερικό».
Αυτό ξάφνιασε το ακροατήριο.
«Μετά όμως κοιταχτήκαμε λίγο και συνειδητοποιήσαμε ότι όλοι οι αριστούχοι
συμφοιτητές μας βρίσκονται ήδη εκτός Ελλάδας», μου είπε ο γνωστός μου. «Και όχι
μόνο από τη δική μας σχολή, αλλά, γενικά, όλοι όσους γνωρίζουμε από τα πανεπιστήμια»,
συμπλήρωσε.
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι
αυτό το έχει συνειδητοποιήσει ο πολιτικός κόσμος; Αν ναι –γιατί το ακούμε
μερικές φορές, γενικά και αόριστα- τι κάνει γι’ αυτό; Πώς φαντάζονται μια χώρα
χωρίς άξιους γιατρούς, μηχανικούς, δικηγόρους και τι μέτρα σκοπεύουν να πάρουν,
τι κίνητρα να δώσουν, ώστε να σταματήσει αυτή η μετανάστευση;
Το ερώτημα, όπως
καταλαβαίνετε, δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση, αλλά και την αντιπολίτευση, όπως
και όλη την επιστημονική κοινότητα, ιδίως τους πανεπιστημιακούς.
Διότι, ένας από τους
κυριότερους λόγους που φεύγουν οι επιστήμονές μας είναι το γεγονός ότι στο
εξωτερικό βρίσκουν συνθήκες αξιοκρατίας, σεβασμού και αναγνώρισης της αξίας
τους -όχι απαραιτήτως περισσότερα χρήματα.
Και, μια και μιλήσαμε για
εξωτερικό, ας αναρωτηθούν οι εχθροί της «κακιάς Ευρώπης» και της «καταραμένης
Αμερικής» για ποιο λόγο τα παιδιά μας αναζητούν την τύχη τους εκεί κι όχι σε
κάποιο άλλο σημείο του πλανήτη. Προφανώς όχι επειδή έχουν «αλλοτριωθεί από το
σύστημα».
Το
άλλο πουλάκι:
Ας επιστρέψουμε στο μέλλον.
Το οποίο, για την παρούσα
«πολιτική κοινότητα», φτάνει μέχρι την εκλογή του Προέδρου Δημοκρατίας.
Όχι μόνο υπολογίζουν ψήφους
και μετράνε κουκιά, αλλά σχεδιάζουν όλη την πολιτική τους δράση με βάση αυτό
τον ορίζοντα.
Τι θα πούμε προκειμένου να μη
δυσαρεστήσουμε πιθανούς συμμάχους; Ποιον θα προτείνουμε, ώστε να δελεάσουμε
κάποιους αμφιταλαντευόμενους;
Στο ίδιο ακριβώς μήκος
κύματος κινείται όχι μόνο το κυβερνητικό στρατόπεδο, αλλά και η αντιπολίτευση,
η οποία επίσης σχεδιάζει με ορίζοντα την εκλογή Προέδρου.
Το ερώτημα εκεί τίθεται σε
εντελώς «πολιτική βάση»: Συζητάμε καθόλου για το πρόσωπο ή, βρέξει χιονίσει,
ρίχνουμε την κυβέρνηση, ώστε να πάμε σε εκλογές;
Τη ρίχνουμε, εννοείται, αν
μπορούμε να μαζέψουμε τις 121 αρνητικές ψήφους, οπότε να πάλι η πολιτική με
βάση τον ορίζοντα λίγων μηνών.
Μας ενδιαφέρει, στην
πραγματικότητα, τι θα γίνει με τις εκλογές ή, το σημαντικότερο, τι θα γίνει
μετά τις εκλογές;
Βεβαίως μας ενδιαφέρει, γι’
αυτό κάνουμε ένα σωρό συσκέψεις και μαλώνουμε για το ποιες πρέπει να είναι οι
μετεκλογικές συμμαχίες. Με ποιους θα πάμε και ποιους θ’ αφήσουμε, που έλεγε κι
ο Νιόνιος.
Στην πραγματικότητα όμως αυτή
η κουβέντα δεν γίνεται για μετά τις εκλογές γίνεται για πριν από αυτές, ώστε να
δημιουργηθεί η κρίσιμη (αρνητική) μάζα, κατά την ψηφοφορία για Πρόεδρο
Δημοκρατίας.
Συζητάμε, υποτίθεται, για
πιθανές (κυρίως απίθανες) μετεκλογικές συμμαχίες, μέχρι να μπορέσουμε να
προκαλέσουμε εκλογές. Μετά βλέπουμε, αφού το πώς θα είναι το τοπίο δεν μπορεί
κανείς να το προδικάσει.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Πόσο μακριά βλέπουμε λοιπόν;
Δυστυχώς, βλέπουμε ολοένα και
πιο μακριά στο παρελθόν.
Διότι, αν έχουμε –ως κοινωνία
μιλάμε τώρα- στραμμένο το βλέμμα στην προ κρίσης εποχή, αυτή συνεχώς
απομακρύνεται, σε αντίθεση με το μετά την κρίση που μάλλον πλησιάζει.
Αντί, λοιπόν, να μιλήσουμε γι’
αυτό, να το οραματιστούμε, να το σχεδιάσουμε ώστε να μη μας βρει
απροετοίμαστους, εμείς τι κάνουμε;
Καθόμαστε και νοσταλγούμε τις
παλιές καλές μέρες, όπως πολλοί πρόσφυγες από τη Θράκη, έτρωγαν τα χρήματα που
έφεραν από την «πατρίδα» και εύχονταν καλή επάνοδο, μέχρι που αυτά τελείωσαν
και τότε συνειδητοποίησαν ότι δεν είχαν κάνει τίποτε για την προσαρμογή τους
στη νέα πραγματικότητα.
Σε αντίθεση με άλλους, όπως
οι Πόντιοι, που στρώθηκαν κατευθείαν στη δουλειά και εντάχθηκαν πολύ
γρηγορότερα στη ζωή εδώ.
Εμείς, λοιπόν, αντί να δούμε
την μετά την κρίση εποχή, σκεφτόμαστε μόνο «τι καλά που ήμασταν τότε».
Το χειρότερο; Δεν νοσταλγούμε
μόνο, αλλά κάνουμε και τα ίδια ακριβώς λάθη!
Σχεδιάζοντας το… παρελθόν! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου