Το ένα πουλάκι:
Θέλει
μεγάλη όρεξη για ψάξιμο!
Μερικές
από τις πιο όμορφες ιστορίες που έχω ακούσει είναι ιστορίες λέξεων. Από πού κρατάει
η σκούφια τους, πώς ξεκίνησαν και πόσο μακριά έφτασαν; Παρ’ όλο που η (ετυμολογική)
ιστορία μιας λέξης μπορεί να περιλαμβάνει και πολλά αυθαίρετα στοιχεία, ποτέ
δεν παύει να είναι ενδιαφέρουσα.
Για
να μη σας πω ότι είναι τέτοια εξαιτίας ακριβώς του γεγονότος ότι το ετυμολογικό
νήμα που μας οδηγεί στη ρίζα της συχνά κόβεται και δένεται κατά το δοκούν από
τους γλωσσολόγους και τους λεξικογράφους.
Τα
σκεφτόμουν αυτά καθώς έψαχνα να βρω τι σημαίνει η λέξη «λίμπα» και από πού προέρχεται
η τόσο δημοφιλής έκφραση που την περιλαμβάνει: Τα κάναμε λίμπα. Πάντως ο κειμενογράφος
δεν την αναγνωρίζει και την μπερδεύει με άλλες όπως λίμπρα, λάμπα, λοιπά, λίμα…
Ωστόσο,
η λέξη και η φράση υπάρχει. Είναι μάλιστα γνωστή από παλιά και τη συναντάμε
ακόμη και σε τραγούδια όπως το αρχοντορεμπέτικο του 1958 «Άλα της», των
Λυκιαρδόπουλου και Φατσέα, με τη Μάγια Μελάγια.
Ώπα,
ώπα, γλεντοκόπα / με ακορντεόν και με βιολιά /
κάν’
τα λίμπα και κολύμπα / στης αγάπης σου την αγκαλιά.
Υπάρχει
και στο τραγούδι τού 1969 «Έμπαινε Γιώργο» του Καραμπεσίνη, με τον Γιάννη Ντουνιά,
όπως και στο σύγχρονο «Ο τιμονιέρης» του Αλκίνοου Ιωαννίδη, πάντα σε ρίμα με
το… κολύμπα. Και σε αρκετά άλλα τραγούδια πάντοτε με τη γνωστή σημασία σπάζω
και ρημάζω τα πάντα.
Πράγμα
που σημαίνει ότι είναι μια φράση την οποία ο μέσος χρήστης της γλώσσας μας καταλαβαίνει
πολύ καλά. Τη φράση. Τη λέξη όμως; Τι στο καλό σημαίνει λίμπα; Αν ρωτήσεις
κάποιον Βλάχο, μπορεί να σου απαντήσει ότι λίμπα θα πει γλώσσα!
Εξάλλου,
στα ρουμάνικα, που έχουν μεγάλη σχέση με τα βλάχικα, είναι γραμμένος και ο
εθνικός ύμνος της Μολδαβίας, το «Λίμπρα Νοάστρα», που εξυμνεί –τι πρωτότυπο,
αλλά και τιμητικό για εθνικό ύμνο!- τη… γλώσσα της πατρίδας τους.
Το άλλο πουλάκι:
Προφανώς
δεν μας καλύπτει αυτή η εκδοχή.
Πιάνουμε,
λοιπόν, ένα άλλο νήμα και ξεκινάμε από την αρχή. Η λίμπα, λέει αυτή η εκδοχή,
είναι μια δεξαμενή ή ένας λάκκος στον οποίο καταλήγουν υγρά από μια δεξαμενή,
για παράδειγμα από ένα ελαιοτριβείο. Το λιμπί, σε κάποιες περιοχές, σημαίνει
ακριβώς αυτό.
Προέρχεται
από τα ιταλικά limba (=
λεκάνη, κοιλότητα εδάφους), που έχει καταγωγή από το υστερολατινικό lembus (σπαν. limbus = μικρό γρήγορο ιστιοφόρο), το οποίο
–σωστά το μαντέψατε- προέρχεται από την ελληνικότατη… λέμβο.
Δεν
είναι πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία; Από το κοίλο θαλασσινό σκαρί πήγαμε σε μια
ιταλική βάρκα, ένα σκάφος που το σχήμα του παραπέμπει σε οτιδήποτε κοίλο, μια
λεκάνη, ας πούμε απορροής λαδιού, η οποία, έτσι και πέσεις, μέσα γίνεσαι χάλια.
Τα κάνω λίμπα, λοιπόν, αρχικά
σημαίνει τα λαδώνω, τα λερώνω, τα κάνω άνω κάτω, τα καταστρέφω, τα διαλύω… Και,
φυσικά, στο τέλος πληρώνω το λογαριασμό. Εκτός αν ανήκω στους γνωστούς μπαχαλάκηδες,
τους αποκαλούμενους και αντιεξουσιαστές -τρομάρα τους.
Τότε
μπορώ να τα κάνω λίμπα, χωρίς να πληρώσω τίποτα. Απεναντίας, ίσως θεωρηθώ και
ήρωας στα μάτια κάποιων, ένας μαχητής κατά του συστήματος, κατά του
κατεστημένου, κατά της εξουσίας, κατά… γενικώς.
Ας
αφήσουμε όμως αυτές τις περιπτώσεις, παρ’ όλο που είναι οι πλέον συνηθισμένες
και ας δούμε μια ιδιαίτερη τέτοια, όπου εκείνος που τα κάνει λίμπα πληρώνει τη
ζημιά και φεύγει για το σπίτι του σαν κύριος.
Πρόκειται
για μια επιχείρηση που δημιούργησαν στην Αθήνα ένας άνδρας και μια γυναίκα,
προκειμένου να βγάλουν τα προς το ζην. Την ιδέα, που ξεκίνησε από την Ιαπωνία,
την είδαν σε ταξίδι τους στην Αργεντινή και σκέφτηκαν να τη μεταφέρουν εδώ.
Πώς
λειτουργεί: Ο «πελάτης» ντύνεται με τον απαραίτητο εξοπλισμό, μπαίνει σε ένα
ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο, επιλέγει μια μουσική της αρεσκείας του και…
αρχίζει να σπάζει ό,τι βρει μπροστά του.
Τι
λέτε; Υπάρχουν αρκετοί λόγοι να θέλει ένας σημερινός άνθρωπος, ειδικότερα ένας
Αθηναίος, να αξιοποιήσει την ευκαιρία που του δίνει μια τέτοια επιχείρηση; Να
σπάσει για να… ξεσπάσει;
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχουν
ειδικά «πακέτα προσφορών»!
Τα οποία έχουν ετοιμάσει από
πριν οι ιδιοκτήτες, αλλά ο καθένας μπορεί να φτιάξει το δικό του σετ, αρκεί να
πληρώσει το ανάλογο τίμημα. Από τη μέχρι στιγμής κίνηση φαίνεται ότι το
«Λίμπα», έτσι λέγεται η επιχείρηση, πάει πολύ καλά.
Υπάρχουν,
λοιπόν, πάρα πολλοί άνθρωποι στον τόπο μας που θέλουν να τα κάνουν λίμπα, όμως
μέχρι τώρα οι επιλογές που είχαν ήταν περιορισμένες ή… πανάκριβες. Αν δεν
ήθελαν να γίνουν μπαχαλάκηδες, έπρεπε να τα σπάσουν σε κάποιο νυχτερινό κέντρο.
Μπορούσαν
ακόμη να… κάνουν λίμπα και το σπίτι τους, όμως εκεί ο λογαριασμός θα ήταν πολύ
πιο ακριβός –και δεν εννοώ μόνο την αξία των αντικειμένων, αλλά και τις
«επιπτώσεις στη συζυγική γαλήνη».
Θέλετε να κάνω μια πρόβλεψη;
Τη βλέπω την ιδέα να εξαπλώνεται με μεγάλη ταχύτητα. Αν κρίνουμε ο καθένας από
τον εαυτό μας και από την όλο και μεγαλύτερη συχνότητα με την οποία μας έρχεται
η επιθυμία να ξεσπάσουμε κάπου…
Δεν είναι άλλωστε η πρώτη
φορά που διαπιστώνουμε ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής δημιουργεί νέες ανάγκες,
αλλά και έξυπνους τρόπους να τις ικανοποιεί. Βεβαίως κάτι αντίστοιχο υπήρχε και
σε πιο… πρωτόγονες κοινωνίες, όμως γι’ αυτό θα μιλήσουμε αύριο.
Μπαμπά, σκέφτηκα να ανοίξω… σπασάδικο!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου