Το ένα πουλάκι:
Ή
παπάς, παπάς…
Η
σοφή, όπως όλες, παροιμία θέλει να πει ότι δεν γίνεται να κάνεις δυο δουλειές
και να τις κάνεις εξίσου καλά. Θα τσαλαβουτάς πότε στη μια και πότε στην άλλη
και το αποτέλεσμα θα είναι τραγικό και για τις δύο.
Βέβαια
ο χρόνος και ο τόπος στον οποίο αναφέρονταν εκείνες οι παροιμίες ήταν εντελώς διαφορετικοί
από το εδώ και τώρα που ζούμε εμείς σήμερα. Μιλάμε για αγροτικές κοινωνίες και αντίστοιχες
οικονομίες.
Τότε
δεν υπήρχαν τα φαινόμενα των «απασχολήσιμων» και των «ευέλικτων μορφών
εργασίας», ούτε ήταν συχνό το να κάνει κάποιος κάτι τελείως διαφορετικό από
εκείνο που σπούδασε, ή να αλλάζει πολλά επαγγέλματα κατά τη διάρκεια της ζωής
του.
Επιπλέον,
οι οικονομικές απολαβές που σου προσέφερε το επάγγελμά σου έφταναν για να ζήσεις
αξιοπρεπώς την οικογένειά σου. Μπορεί και οι άνθρωποι να ήταν πιο ολιγαρκείς,
σπανίως έβλεπες όμως κάποιον να κάνει δυο και τρεις δουλειές.
Σήμερα
μπορείς να είσαι συγχρόνως και «παπάς» και ζευγάς» και «κουρέας» και «καφετζής»…
Χρησιμοποιώ, όπως βλέπετε, παραδείγματα επαγγελμάτων της εποχής στην οποία
αναφέρεται η παροιμία με την οποία ξεκίνησα.
Και
το κάνω διότι θέλω να επανέλθω σ’ αυτήν και να πω ότι και σήμερα υπάρχουν
επαγγέλματα τα οποία θεωρώ ότι δεν μπορείς, δεν είναι σωστό, να τα κάνεις συγχρόνως.
Είναι δηλαδή επαγγέλματα… ασύμβατα.
Προσοχή!
Το ασύμβατα δεν το λέω με τη νομική έννοια του όρου, ότι υπάρχει δηλαδή κάποιο ασυμβίβαστο,
όπως στα «επαγγέλματα» του βουλευτή και του υποψήφιου ευρωβουλευτή (λέμε, τώρα).
Μιλάω από… ηθικής σκοπιάς.
Για
να έρθω σ’ αυτό που κυρίως θέλω να σχολιάσω, θεωρώ ότι δεν μπορείς να είσαι και
δημοσιογράφος και υποψήφιος βουλευτής, ή δημοτικός σύμβουλος με κάποιο κόμμα ή
κάποια δημοτική παράταξη.
Αυτό,
ακόμη και αν παραιτηθείς από τη δημοσιογραφική σου ιδιότητα, προκειμένου να…
εκτεθείς. Και ξέρετε γιατί; Διότι πιστεύω ότι η δημοσιογραφία θα σε ακολουθεί
παντού και πάντοτε.
Δεν
είναι όπως τα άλλα επαγγέλματα που μπορεί σήμερα να είσαι αυτό, αύριο να το παρατάς
για να κάνεις κάτι άλλο και μετά να επανέρχεσαι. Μια φορά δημοσιογράφος, για
πάντα δημοσιογράφος!
Το άλλο πουλάκι:
Υπάρχει
και κάτι ακόμη.
Όταν
αφήνεις τη δημοσιογραφία για την πολιτική, ιδίως αν είσαι ένας δημοσιογράφος με
απήχηση στο κοινό, είναι σαν να ομολογείς δυο πράγματα. Πρώτον, ότι τόσο καιρό
ασκούσες το επάγγελμά σου μέσα από γυαλιά.
Κομματικά
ή παραταξιακά. Και δεύτερον, ότι όλα όσα έγραφες ή έλεγες δεν ήταν παρά μια
προεργασία, μια προλείανση του εδάφους, για να παρατήσεις τη δημοσιογραφία και
να μεταπηδήσεις στην πολιτική.
(Βλέπετε,
δεν σχολιάζω καθόλου την περίπτωση να εξυπηρετείς αφελώς τα συμφέροντα κάποιου
κόμματος ή ενός υποψηφίου δημάρχου, οι οποίοι σε βλέπουν απλώς σαν ένα άλλο αναγνωρίσιμο
πρόσωπο, έναν ηθοποιό ή αθλητή.)
Μέσα
από γυαλιά… Εδώ χρειάζεται μια διευκρίνιση, για να μην φανούμε ασυνεπείς, μια
και πολλές φορές, σε αυτές τις κουβέντες μας, έχουμε υποστηρίξει ότι αυτό που
λέμε «αντικειμενική δημοσιογραφία» απλώς δεν υπάρχει.
Δεν
είναι δυνατόν κάποιος να μιλά ή να γράφει «αντικειμενικά», δηλαδή χωρίς να
περνούν τα κείμενά του από το προσωπικό του φίλτρο. Θα έπρεπε να είναι ρομπότ,
να μην έχει δικές του σκέψεις ή συναισθήματα.
Ακόμη
και το ποιες ειδήσεις θα επιλέξεις να παρουσιάσεις, ακόμη και η σειρά με την οποία
θα το κάνεις, εμπεριέχουν στοιχεία υποκειμενισμού. Δεν μιλώ καν για τον
σχολιασμό αυτών των ειδήσεων.
«Και
τότε», θα αναρωτηθεί κάποιος, «γιατί επιλέγουμε να παρακολουθούμε τον άλφα κι
όχι τον βήτα δημοσιογράφο, να βλέπουμε και να διαβάζουμε τους συγκεκριμένους
και όχι κάποιους άλλους σχολιαστές;»
Οι
λόγοι που το κάνουμε δεν έχουν να κάνουν με αντικειμενικότητα, αλλά με… ένα
σωρό άλλα, πολύ πιο σημαντικά γνωρίσματα. Η νηφαλιότητα, η ψυχραιμία, η
οξυδέρκεια, η τόλμη, η συνέπεια…
Ο
σεβασμός της απέναντι γνώμης, η χρήση ισχυρών επιχειρημάτων και αξιόπιστων
πηγών, η σαφήνεια των απόψεων, όμως και άλλα πιο… λογοτεχνικά, όπως η σωστή
χρήση της γλώσσας, το ύφος του λόγου, ο ρυθμός …
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτά και
άλλα πολλά.
Όταν,
λοιπόν, δούμε έναν δημοσιογράφο να παρατάει τη δημοσιογραφία για την πολιτική, μας
κυριεύουν περίεργα συναισθήματα. Και, αν μεν ήταν κάποιος που δεν εκτιμούσαμε,
λέμε περίπου «αναμενόμενο ήταν» και προσπερνάμε.
Όταν
όμως πρόκειται για κάποιον με τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε παραπάνω, τότε
αισθανόμαστε κάπως σαν… απατημένοι εραστές. Και να μην σας πω ότι ευχόμαστε και
να «φάει μαύρο στις εκλογές»!
Κακεντρέχεια,
θα μου πείτε. Όποιος όμως ζητάει από τον απατημένο, δηλαδή τον με πληγωμένο
εγωισμό άνθρωπο, να φερθεί με ανωτερότητα, ειδικά τις πρώτες ώρες που το πράγμα
είναι ζεστό, νομίζω ότι ματαιοπονεί.
Αυτός
αισθάνεται σαν τον Νίκο Σταυρίδη στα «κίτρινα γάντια». Ο οποίος βλέπει τη
γυναίκα του, τη Μάρω Κοντού, με τη βαλίτσα στο χέρι, και νομίζει ότι είναι
έτοιμη να τον παρατήσει για τον Μίμη Φωτόπουλο.
Όπως
δηλαδή βλέπουμε κι εμείς κάποιους δημοσιογράφους να παρατούν τη σχέση μας,
σχέση που χτίστηκε επί χρόνια, για να μεταπηδήσουν στην πολιτική. Φιλοσοφεί,
τότε, ο Νίκος Σταυρίδης περί έρωτος, «τσιτάροντας» Βολταίρο.
Και
καταλήγει ρωτώντας: «Αλλά είναι έρως; Ή επιπολαιότης, για την οποία μια μέρα θα
μετανιώσεις και θα ξεπέσεις και θα δυστυχήσεις;
Αλλά
κι αν δυστυχήσεις, την πόρτα μου έλα να χτυπήσεις. Αττίκ, μουστάκια!»
Και καλή τύχη όπου κι αν πας!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου