Το ένα πουλάκι:
Εμπρός,
πατριώτες!
Κάθε
φορά που ακούω κάποιο σύνθημα με «πατριώτες», κουμπώνομαι. Το ξέρω, δεν φταίνε
σε τίποτα οι ίδιοι˙ φταίει που η λέξη έχει φορτιστεί αρνητικά στη συνείδησή
μας, μέσα από ένα σωρό λάθος χειρισμούς.
Φταίει
επίσης το γεγονός ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που πράγματι προσπαθούν να εκμεταλλευτούν
την αγάπη για την πατρίδα που τρέφουμε όλοι οι υπόλοιποι και να χτίσουν καριέρες
πουλώντας (υπερ)πατριωτισμό.
Κάτι
που είναι όχι μόνο ύπουλο, αλλά και πολύ επικίνδυνο. Διότι το να κρατάς μόνο
για τον εαυτό σου το δικαίωμα να αγαπά την πατρίδα (σου), ενώ όλοι οι υπόλοιποι
είναι «προδότες» και «ανθέλληνες», είναι καθαρά… αντιπατριωτικό.
Κατ’
αρχήν επειδή διχάζει. Και ό,τι διχάζει δεν μπορεί να είναι πατριωτικό. Ειδικά όταν
οι χώρα περνά δύσκολες μέρες, τότε που χρειάζεται να δώσουμε όλοι ό,τι
περισσότερο και καλύτερο μπορούμε.
Μήπως
όμως πέφτουμε κι εμείς στην ίδια παγίδα; Μήπως αυτοί που χαρακτηρίζουμε «υπερπατριώτες»
είναι απλώς κάποιοι που αγαπούν την πατρίδα με έναν δικό τους τρόπο, πράγμα που
πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε;
Επειδή
το θέμα είναι πράγματι μπερδεμένο, θα ανατρέξω σε μια παλαιότερη κουβέντα μας
από την οποία θα δανειστώ μερικά σημεία. Ξεκινούσε με ένα καθόλου ρητορικό και
πολύ ποιητικό ερώτημα: «Τι είναι η πατρίδα μας;
Κάθε
χρόνο τέτοιες μέρες, έρχονται ερωτήματα αυτού του είδους και με σκανδαλίζουν.
Άλλους
τους μπερδεύουν πιο περίπλοκα ερωτήματα, όπως το “τι γιορτάζουμε την 25η
Μαρτίου” ή “πείτε μας έναν ήρωα του ‘21”.
Αυτά έχουν
μεγάλη δυσκολία, διότι απαιτούν βαθιά γνώση της Ιστορίας και, στη δική μας
περίπτωση, που η ιστορία μας είναι τόσο πλούσια, υπάρχει ο κίνδυνος να πιαστείς
αδιάβαστος.
Πού
να θυμάσαι σε κάθε περίπτωση ποιοι ήταν οι φίλοι και ποιοι οι εχθροί; Άλλοτε
σύμμαχοι, άλλοτε αντίπαλοι, πότε πολεμώντας πλάι πλάι και πότε απέναντι, διάφοροι
λαοί γίνονται εχθροί ή φίλοι, αναλόγως με το τι γιορτάζουμε κάθε φορά.
Θα
μου πείτε, δεν είναι ανάγκη να τα θυμάσαι και όλα! Αν ξέρεις για τους Τούρκους,
τους Γερμανούς και τους Ιταλούς, έχεις πιάσει τη βάση και περνάς το μάθημα.
Διότι,
άμα πας να εμβαθύνεις στην ύλη και μπερδευτείς με κάτι Βαλκανικούς Πολέμους, με
τον Πρώτο Πόλεμο και με τους συμμάχους του γίνονταν εχθροί σε κάθε φάση, δεν
βγάζεις άκρη.
Έλα
όμως που εμείς εδώ, στην εσχατιά της Ελλάδας, έχουμε πολύ περισσότερους λόγους
για να είμαστε μπερδεμένοι. Γιατί; Διότι η επίσημη σχολική ιστορία μάς έχει
πετάξει στα αζήτητα.
Διδασκόμαστε
στα σχολεία για την “απελευθέρωση της πατρίδας από τον τουρκικό ζυγό”, όμως
κανείς δεν μας λέει πως αυτό, για κάθε περιοχή της χώρας έχει άλλη χρονολογία.
Πόσα χρόνια ήμασταν σκλαβωμένοι οι Μακεδόνες;
Διαβάζουμε
στα βιβλία για τα “μαύρα χρόνια της γερμανικής Κατοχής” και ακούμε εδώ τους
γονείς και τους παππούδες μας να θυμούνται μόνο Βουλγάρους. Αφήστε που οι
κατοχές είναι πολύ περισσότερες!»
Το άλλο πουλάκι:
Αυτά
πριν από εφτά χρόνια!
Από
τότε είχαμε εντοπίσει τον κίνδυνο που κρύβει η… ιδιοκτησιακή αντίληψη του
πατριωτισμού, εκείνη που δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα σ’ αυτόν παρά σε όσους
έχουν τις ίδιες αντιλήψεις με εμάς.
Η
ιδέα στην οποία είχε καταλήξει εκείνη η κουβέντα ήταν να θέσουμε ξανά το
ερώτημα σε διαφορετική βάση και τότε ίσως μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τον κίνδυνο
του νέου διχασμού που χτυπά την πόρτα μας:
«Τι
είναι η πατρίδα μας; Αυτό είναι ένα “ανοιχτό ερώτημα”. Αφήνει τον ερωτώμενο
ελεύθερο να εκφράσει την άποψή του και μπορείς να το θέτεις με την ευκαιρία
κάθε εθνικής εορτής, χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος να εκθέσεις κανέναν.
Ούτε
λίγο ούτε πολύ, ο καθένας μπορεί να απαντήσει κυριολεκτικά ό,τι θέλει, αφού,
ακόμη κι αν ακολουθήσουμε τον “κανόνα” του ποιητή, θα καταλήξουμε στο… “όλα
πατρίδα μας, κι αυτά κι εκείνα”. Οπότε…
Ωστόσο,
το γεγονός ότι ακριβώς υπάρχουν τόσες πολλές πιθανές απαντήσεις και μάλιστα
μπορούν να θεωρηθούν όλες σωστές, δεν σημαίνει ότι ο καθένας αποδέχεται δίπλα
στη δική του, ισότιμα, και όλες τις άλλες εκδοχές.
Τελικά,
όμως, τι είναι η πατρίδα μας; Θα ήταν λάθος να επιχειρήσει να δώσει κανείς μια
σοβαρή απάντηση σε ένα ερώτημα που τίθεται… λανθασμένα. Διότι, απλούστατα, δεν
υπάρχει πατρίδα ΜΑΣ!»
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μπορούμε
όμως να συμφωνήσουμε έστω σ’ αυτό;
«Ο
καθένας έχει στο μυαλό του μια δική ΤΟΥ πατρίδα και, στη συγκεκριμένη
περίπτωση, ισχύει ότι το όλον δεν ισούται με το άθροισμα των επιμέρους που το
αποτελούν.
Παρόλο
δηλαδή που ο καθένας σκέφτεται μια προσωπική ΤΟΥ πατρίδα, τελικά η πατρίδα μας
μπορεί να είναι κάτι πολύ περισσότερο και πολύ διαφορετικό από αυτό που θα
βρούμε, αν συγκεντρώσουμε όλες αυτές τις διαφορετικές απόψεις.
Το
ερώτημα, λοιπόν, πρέπει να τεθεί ως εξής: Τι είναι η πατρίδα σου; Ή, καλύτερα,
τι είναι η πατρίδα… ΜΟΥ, αφού ο καθένας πρέπει να το θέσει στον εαυτό του και
να κρατήσει την απάντηση για προσωπική του χρήση.
Παραδόξως
όμως, έχω την εντύπωση πως, αν το θέσουμε έτσι, τότε, χωρίς να το καταλάβουμε,
ίσως κάπου συναντηθούμε, ίσως οι απαντήσεις που θα δώσουμε ο καθένας χωριστά
στον εαυτό μας να έχουν έναν κοινό τόπο.
Και
ίσως αυτή η συνισταμένη να είναι που πρέπει να ακολουθήσουμε αν θέλουμε να
βγούμε σε κάποιο ξέφωτο. Λέτε να δοκιμάσουμε;»
Σκέψεις
που ξανάρχονται, με αφορμή μια εθνική επέτειο, κυρίως όμως τις αλλεπάλληλες
εκλογικές αναμετρήσεις που κατέφθασαν, για να μας βάλουν και πάλι στον πειρασμό
και να μας «μετρήσουν».
Ιδιόκτητος πατριωτισμός!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου