Το
ένα πουλάκι:
Για τη γιορτή του
Πολυτεχνείου…
Τι κοινό έχει ο εορτασμός που
γίνεται στα σχολεία κατά τις τρεις επετείους, 25η Μαρτίου, 28η
Οκτωβρίου και Πολυτεχνείο;
Για όσους ξέρουν λίγο από
σχολεία, ή θυμούνται κάτι από τα μαθητικά τους χρόνια, σίγουρα η 17η
Νοεμβρίου έχει κάτι διαφορετικό.
Σ’ αυτήν, ιδίως στα Γυμνάσια
και στα Λύκεια, είναι πιο ενεργή η συμμετοχή των μαθητών, πολλές φορές τα
παιδιά αναλαμβάνουν εξ ολοκλήρου τη διοργάνωση, με τραγούδια, προβολές, κείμενα
που επιλέγουν τα ίδια.
Αν υπάρχει στο σχολείο και
μια μαθητική μπάντα, τότε η γιορτή εξελίσσεται σε μικρή συναυλία με τραγούδια
που έχουν κάποιο σύγχρονο μήνυμα.
Ωστόσο, ανάμεσα στις τρεις
επετείους υπάρχει ένας κρυφός σύνδεσμος. «Και οι τρεις έχουν το κοινό
χαρακτηριστικό ότι τις συνοδεύει το ιδεολογικό περιτύλιγμα της νίκης των λίγων
και αδύναμων επί των πολλών και ισχυρών –το Πολυτεχνείο, αντί να είναι η γιορτή
της δημοκρατίας, είναι συγκρουσιακή επέτειος, όπως ήταν και πιο πραγματικό
γεγονός του Πολυτεχνείου».
Τα λόγια σε εισαγωγικά είναι
από το βιβλίο «Η πολιτική βία στην ελληνική κοινωνία», του Δημήτρη Ψυχογιού,
από τις εκδόσεις Επίκεντρο, στο οποίο υπάρχει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο για τη
«χούντα και το Πολυτεχνείο… τότε και τώρα», όπως το ονόμασε ο συγγραφέας.
Ο οποίος δεν είναι ο πρώτος
τυχαίος, που μιλά για το θέμα. Αντιστασιακός ο ίδιος, σύντροφος στις
βομβιστικές επιθέσεις του Σάκη Καράγιωργα, κατηγορήθηκε αργότερα μέχρι και για
αρχηγός της «17Ν», πλήρωσε και πληρώνει ακόμη την αντιδικτατορική του δράση -επομένως
αξίζει να προσέξουμε τα λεγόμενά του.
Θέλω να σας μεταφέρω κάποιες
σκέψεις του, μέρα που είναι, οι οποίες,
θεωρώ, έχουν ενδιαφέρον, ιδιαίτερα στα χρόνια που ζούμε. (Το βιβλίο
εκδόθηκε πέρσι).
Πρώτα πρώτα κάνει έναν
σημαντικό διαχωρισμό για το τι ήταν η χούντα στα μάτια των παλαιοτέρων από τη
μια, εκείνων που είχαν ζήσει τον εμφύλιο, όταν «δεν υπήρχε οικογένεια από τη
μία ή την άλλη πλευρά που να μην έχει θύμα, που να μην έχει υποστεί τη βία του
αντιπάλου», και, από την άλλη της νεότερης γενιάς.
Διαβάζω: «Τη μοναξιά της
αντίστασης κατά της χούντας τη θυμούνται λίγοι, γιατί λίγοι συμμετείχαν, γιατί
λίγοι είχαν δει τη χούντα σαν αποτρόπαια ρήξη με την προηγούμενη κατάσταση».
Σ’ αυτούς τους λίγους
συμπεριλαμβάνει το πολιτικό προσωπικό και τους διανοούμενους –ανεξάρτητα σε
ποιο «στρατόπεδο» ανήκαν- και τους φοιτητές.
Το
άλλο πουλάκι:
Οι υπόλοιποι το είδαν σαν μια
συνέχεια με το πρόσφατο παρελθόν.
Αφού τον Απρίλη του ‘67 είχαν
περάσει μόλις «3-4 χρόνια από τότε που είχαν βγει οι τελευταίοι αριστεροί από
τις φυλακές, που είχε ατονήσει η απαίτηση “πιστοποιητικού κοινωνικών
φρονημάτων”, η πρόσκληση να περάσεις από το αστυνομικό τμήμα “δι’ υπόθεσίν σας”.
Μόλις έξι χρόνια είχαν περάσει από τις εκλογές “βίας και νοθείας” του 1961,
τέσσερις από τη δολοφονία Λαμπράκη –το Κυπριακό, τα Ιουλιανά και η Αποστασία
ήταν τα επίκαιρα γεγονότα που καθόριζαν την πολιτική ζωή, αυτά είχαν ανοίξει
τον δρόμο για τη δικτατορία».
Ο συγγραφέας τονίζει
ιδιαιτέρως και κάτι άλλο. Εκτός από το Πολυτεχνείο, θεωρεί γεγονός ορόσημο την
εισβολή στην Κύπρο, αφού αυτή –δηλαδή οι ευθύνες της χούντας γι’ αυτή- είναι
που την απονομιμοποίησαν ακόμη και στα μάτια εκείνων που την έβλεπαν με
συμπάθεια. Και δεν ήταν λίγοι.
Η χούντα, με την ανάκληση της
μεραρχίας από την Κύπρο και το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, «πρόδωσε» ακόμη
και τους εθνικιστές και τους εθνικόφρονες, τους οποίους καθόλου δεν ενοχλούσαν
τα βασανιστήρια και οι διώξεις όσων… «δεν κάθονταν στα αβγά τους». Αφήστε που
«η χούντα χάρισε και τα χρέη των αγροτών», γεγονός που, στα μάτια τους, της έδινε
συγχωροχάρτι για τον «γύψο» στον οποίο έβαλε την Ελλάδα.
Έτσι, διωγμένοι αριστεροί και
προδομένου εθνικόφρονες έγιναν όλοι αντιδικτατορικοί, μετά το 1974, στάση στην
οποία ο συγγραφέας διακρίνει δόση ειλικρίνειας.
Σημειώνει βέβαια ότι «η
ηρωική μας αφήγηση έλεγε ότι όλος ο ελληνικός λαός ήταν κατά, στο όνομά του
αγωνιζόμασταν είτε με βόμβες είτε με διαδηλώσεις και προκηρύξεις -αλλά δεν ήταν
έτσι».
Και κάπου παρακάτω
διαβάζουμε:
«Στην πραγματικότητα, η
εισβολή στην Κύπρο και η γενική επιστράτευση, η εμπόλεμη κατάσταση που
δημιουργήθηκε, ήταν που απονομιμοποίησαν τη δικτατορία στη συνείδηση της
πλειονότητας, των πολιτών και δημιούργησαν την αντιδικτατορική μεταπολιτευτική
συναίνεση, όχι το Πολυτεχνείο –η εξέγερση αφορούσε προφανώς πολύ περισσότερους
από όσους η αντίσταση των πρώτων χρόνων, αλλά ήσαν ακόμη μειοψηφία οι
αντιδικτατορικοί, με την έννοια που απέκτησε μετά το 1974 ο όρος».
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτά όλα τα προσπερνάμε!
Και στεκόμαστε με έμφαση σε
ένα «επαναστατικό γεγονός» την εξέγερση του Πολυτεχνείου, που την τιμούμε όπως
την τιμούμε, κάθε χρόνο.
Ξεχνάμε όμως να τονίσουμε
κάτι σημαντικό, στο οποίο στέκεται ο Δημήτρης Ψυχογιός. Πως «η βίαιη εξέγερση ή
η επανάσταση για τη δημοκρατία γίνεται για να εξαλειφθεί η βία των ισχυρών και
να μη χρειάζονται νέες εξεγέρσεις ή επαναστάσεις».
Ξεχνάμε δηλαδή πως «η
επανάσταση για τη δημοκρατία θα έπρεπε να είναι η τελευταία επανάσταση», αφού
τη δημοκρατία τη θέλουμε για χίλιους δυο άλλους λόγους, όχι όμως για να… μπορούμε
να επαναστατούμε όποτε γουστάρουμε και μάλιστα χωρίς αντιστάσεις.
Εμείς όμως φτάσαμε να
δημιουργήσουμε έναν νέο, ιδιότυπο «δημοκρατικό κανόνα», που είναι «η διά της
εξεγέρσεως κατάργηση της δημοκρατικού κανόνα».
Και το κάνουμε αυτό επειδή
δεν τονίζουμε δεόντως, ιδίως στα νέα παιδιά, ότι «η αντίσταση στην Κατοχή και η
αντίσταση κατά της Χούντας […] υπήρξαν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, αιματηρές
συγκρούσεις ενάντια σε επώδυνες πραγματικότητες, αποσιωπώντας ότι ανάμεσά τους
υπήρξε αιματηρός εμφύλιος, ότι οδήγησαν σε εθνικές καταστροφές».
Τα υπόλοιπα στο βιβλίο…
Λόγω της ημέρας… |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου