Το
ένα πουλάκι:
Μπορεί να «φταίει» και η
κρίση.
Δηλαδή τα μνημόνια, αφού, ως
γνωστόν, την κρίση στη χώρα μας την έφεραν τα μνημόνια. Δεν είναι τυχαίο πως η
Γερμανία, για παράδειγμα, που δεν έχει υποστεί τη βαρβαρότητα των μνημονίων,
δεν έχει και κρίση.
Αστειεύομαι, κι ας είναι αυτό
που πιστεύει μια μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας.
Έβαλα όμως τη λέξη φταίει σε
εισαγωγικά, επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το φταίξιμο οδήγησε σε θετικά
αποτελέσματα.
Η κρίση δηλαδή, είναι
υπεύθυνη για το γεγονός ότι, στη χώρα μας, μειώθηκαν τα τροχαία δυστυχήματα.
Και η κρίση, για να είμαστε
ακριβείς.
Μιλάμε για μια έρευνα που
πραγματοποιήθηκε σε βάθος δεκαετίας, τότε που όλοι μιλούσαμε για «ένα μεγάλο
χωριό του χάνεται στους δρόμους κάθε χρόνο»! Λοιπόν, το χωριό εξακολουθεί να
χάνεται, δεν είναι όμως τόσο μεγάλο, είναι αρκετά πιο μικρό. Συγκεκριμένα κατά
40%, την ίδια στιγμή όμως που η αντίστοιχη μείωση είναι 48% στις χώρες της Ε.Ε.
Πάλι είμαστε πίσω δηλαδή, κι
ας μην έχουν οι άλλοι τη δική μας κρίση (και τα δικά… τους μνημόνια).
Γεγονός που δείχνει ότι η
κατάσταση μπορεί (και πρέπει) να βελτιωθεί, και μάλιστα χωρίς να είναι
απαραίτητο να φτωχύνουμε ακόμη περισσότερο. Αρκεί να αλλάξουμε νοοτροπία.
Ξέρω τις ενστάσεις σας και
τις προλαβαίνω. Αν ήταν τόσο εύκολο να αλλάξουμε νοοτροπία, πιθανότατα δεν θα
είχαμε και κρίση (για τα μνημόνια δεν είμαι σίγουρος), οπότε ίσως και τα
αποτελέσματα στη μείωση των δυστυχημάτων να μην ήταν τόσο θεαματικά.
Ας σοβαρευτούμε όμως, αφού το
θέμα δεν είναι και το πιο πρόσφορο για πλάκα. Τι φταίει και εξακολουθούμε να
πρωταγωνιστούμε στις λίστες με νεκρούς από τροχαία;
Ξέρω ότι θα μου αραδιάσετε
μια σειρά από λόγους: οι κακοί δρόμοι, οι λάθος σημάνσεις, οι καιρικές
συνθήκες, τα κακοσυντηρημένα αυτοκίνητα, το ότι οδηγούμε μεθυσμένοι, το ότι
μιλάμε στο κινητό οδηγώντας…
Μπορεί να βρει και να
επικαλεστεί κανείς χίλιους δυο λόγους, εκτός από αυτόν στον οποίο στέκονται οι
ειδικοί: την υπερβολική ταχύτητα.
Το
άλλο πουλάκι:
Όχι βέβαια από μόνη της.
Σίγουρα, όλοι οι άλλοι
παράγοντες που αναφέρθηκαν παραπάνω παίζουν καθοριστικό ρόλο, όμως η ταχύτητα
είναι εκείνη που κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα.
Έχω ένα χαρακτηριστικό
παράδειγμα γι’ αυτό. Ένας παλιός φίλος είχε την κακή συνήθεια να πίνει και να
επιστρέφει στο σπίτι με το αυτοκίνητο.
Μιλάμε για τον καλό καιρό,
όταν δεν υπήρχαν τα αλκοτέστ στους δρόμους, να εμποδίζουν την ομαλή επιστροφή
των μερακλήδων, υποχρεώνοντάς τους να ανακαλύπτουν τις πιο απίστευτες
διαδρομές.
Ο φίλος όμως είχε και μια
καλή συνήθεια. Όταν οδηγούσε μεθυσμένος, δεν έβαζε ποτέ πάνω από πρώτη στο
κιβώτιο ταχυτήτων.
Έτσι, με το τιμόνι αγκαλιά,
τη μηχανή να μουγκρίζει και το αυτοκίνητο να σέρνεται, επέστρεφε αργά αλλά
σταθερά στο σπίτι του, ασφαλής (μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο) για τον εαυτό του και
ακίνδυνος για τους άλλους. «Το πολύ πολύ» όπως έλεγε, «να σταματήσω σε καμιά κολόνα».
Θεός σχωρέσ’ τον, πήγε από
κίρρωση του ήπατος!
Τι μας διδάσκει το
παράδειγμα; Αυτό που λένε και οι ειδικοί. Ότι η ταχύτητα μπορεί από τη μια, να
επιδεινώσει όλες τις κακές συνθήκες και, από την άλλη, να επιφέρει πολύ
χειρότερα αποτελέσματα σε περίπτωση ατυχήματος. Για να καταλάβετε, λένε πως η
αύξηση της ταχύτητας κατά 5% οδηγεί σε αύξηση των τροχαίων ατυχημάτων κατά 10%
και των δυστυχημάτων κατά 20%!
Ή για να το θέσουμε
διαφορετικά, ένα αυτοκίνητο που κινείται με 30 χλμ./ώρα έχει 10%
πιθανότητα να τραυματίσει θανάσιμα κάποιον πεζό που θα χτυπήσει. Όταν κινείται
με 50 χλμ./ώρα
η πιθανότητα ο τραυματισμός να είναι θανάσιμος ανέρχεται στο 80%! Η σκέψη και
μόνο αυτού του στατιστικού ευρήματος θα έπρεπε να μας κάνει να πατήσουμε φρένο.
Τουλάχιστον μέσα στις πόλεις,
όπου η χώρα μας έχει πάλι μια θλιβερή πρωτιά. Το ποσοστό νεκρών από τροχαία
εντός κατοικημένων περιοχών είναι 50%, δηλαδή ο ένας στους δύο νεκρούς από
δυστύχημα χάνει τη ζωή του μέσα σε πόλη. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη
είναι 38%.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Τρέχουμε στον βρόντο!
Η πλάκα είναι πως συνήθως
τρέχουμε χωρίς λόγο, αφού το αγαπημένο στους Έλληνες οδηγούς επιχείρημα
«βιάζομαι» φαίνεται πως δεν ισχύει.
Κάντε ένα πείραμα μόνοι σας. Μπείτε
από τη μια είσοδο της πόλης και προσπαθήστε να τη διασχίσετε «τρέχοντας» και να
βγείτε από την άλλη. μετρήσετε το χρόνο και μετά κάντε την αντίστροφη διαδρομή
με το πάσο σας. Θα δείτε ότι δεν θα έχετε κερδίσει πάνω από ένα λεπτό, κι αυτό εξαρτάται
από το πώς θα πετύχετε τα φανάρια.
Πάντως, οι συγκοινωνιολόγοι
κάνουν και μια άλλη διαπίστωση, που ίσως την κάνουμε κι εμείς καθημερινά στους
δρόμους: Δεν είναι τόσο η ταχύτητα με την οποία οδηγούμε, όσο η συμπεριφορά μας
που είναι εξαιρετικά επιθετική. Δηλαδή, όπως έλεγε και κάποιος φίλος, άριστος
οδηγός, μπορείς να οδηγείς γρήγορα, όχι όμως βιαστικά!
Σ’ αυτή τη βάση ίσως να μην
έχει και νόημα η περαιτέρω μείωση των ορίων ταχύτητας μέσα στις πόλεις, από το
50 σε 30 χιλιόμετρα
την ώρα.
Διότι, ένα τέτοιο μέτρο
ενέχει κάποιον επιπλέον κίνδυνο. Την «εκπαίδευση» των οδηγών στο να αγνοούν τα
όρια, αφού κανείς δεν πρόκειται να πάει με 30 σε έναν ευθύ, άδειο δρόμο.
Ας σκεφτούμε μόνο πως τα όρια
που έχουμε στους δρόμους μπήκαν όταν τα αυτοκίνητα είχαν τεχνολογία πρωτόγονη
σε σχέση με τη σημερινή, πατούσες φρένο στο διοικητήριο και σταματούσες στην
πλατεία.
Βεβαίως, τότε δεν υπήρχε τόση
κίνηση, το μυστικό όμως είναι πως, όταν έχει κίνηση, δεν μπορείς να τρέξεις.
Άρα…
Άρα, αδέλφια, προσέχετε και,
κυρίως, μη βιάζεστε.
Για να φτάσετε και να φτάσουν
και οι άλλοι!
Τρέχουμε για να φτάσουμε στην καφετέρια και να αράξουμε! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου