Το ένα πουλάκι:
Μπράβο
και πάλι μπράβο!
Δεν ξέρετε πόσες φορές, φίλοι
μου, θέλω να σας μιλήσω για ενδιαφέροντα πράγματα που διάβασα από άλλους,
άξιους σχολιαστές, όμως διστάζω, μην τυχόν και κατηγορηθώ ότι… τεμπελιάζω.
Ότι
δεν ψάχνω, δηλαδή, κάτι πρωτότυπο, δικό μου να σας πω, παρά παίρνω έτοιμα
κείμενα άλλων και σας τα μεταφέρω, χωρίς να κουραστώ καθόλου. Ότι, δηλαδή,
αντιγράφω, όπως πολλοί φοιτητές, και επομένως δεν αξίζω να… περάσω το μάθημα.
Κι
όμως, το σκεπτικό αυτό είναι λάθος. Πρώτον, διότι, ουσιαστικά, στον κόσμο των
σχολίων, δεν υπάρχει πρωτότυπη σκέψη. Ο καθένας σχολιάζει κάποιον άλλο. Πόσω
μάλλον που εμείς δεν είμαστε καν σχολιαστές, μια καθημερινή κουβέντα κάνουμε,
να περνά η ώρα.
Έπειτα,
διότι και η αντιγραφή είναι μια τέχνη˙ η κλοπή, λένε, ακόμη μεγαλύτερη. Το τι
θα πάρεις, από πού, και πώς θα το παρουσιάσεις δεν είναι καθόλου απλό πράγμα.
Χρειάζεται κοφτερό αισθητήριο και κριτήρια υψηλών προδιαγραφών.
Σήμερα,
λοιπόν, δεν θα αντισταθώ στον πειρασμό και… ό,τι βρέξει ας κατεβάσει. Θα σας μιλήσω,
μεταφέροντας και εκτενή αποσπάσματα, για το κείμενο του Χρήστου Χωμενίδη στα
ΝΕΑ, με τίτλο «Η ομορφιά σώζει».
Πριν
ξεκινήσω, θα σας θέσω ένα ερώτημα που το έχω συζητήσει πολλές φορές με φίλους,
πάντοτε όμως σε μικρές συντροφιές και ποτέ δημόσια˙ διά τον φόβο των αυτόκλητων
φυλάκων τού πολιτικώς ορθού:
Αν
μπείτε σε ένα λεωφορείο και έχει δυο άδειες θέσεις, η μια δίπλα σε έναν νέο και
ευπαρουσίαστο άνθρωπο (προσέξτε πώς το θέτω!) και η άλλη δίπλα σε έναν
ατημέλητο και… όχι και τόσο ευπαρουσίαστο, πού θα πάτε να καθίσετε;
Σκεφθείτε
τι θα απαντήσετε, διότι το «πείραμα» έχει πραγματοποιηθεί κατ’ επανάληψη, όχι
μόνο με το συγκεκριμένο ζευγάρι επιλογών που σας έδωσα εγώ, αλλά και με άλλα
που διέφεραν σε κάθε είδους χαρακτηριστικά.
Το
αποτέλεσμα ήταν πάντοτε το ίδιο. Ο άνθρωπος έλκεται από το όμορφο -ό,τι θεωρεί
ο καθένας όμορφο- και αποφεύγει το άσχημο -ό,τι θεωρεί ο καθένας άσχημο- επίσης
το ξένο και το διαφορετικό. Γιατί; Γιατί έτσι!
Ήρθε
όμως η ώρα να σας διαβάσω ένα απόσπασμα από το κείμενο για το οποίο σας μίλησα
στην αρχή.
Το άλλο πουλάκι:
Άσε,
θα το διαβάσω εγώ.
Που
έχω και καλύτερη φωνή. Διότι, εκτός από το όμορφο, υπάρχουν ένα σωρό άλλα χαρίσματα
που μας έλκουν σε άλλους ανθρώπους και μας κάνουν να τους προτιμούμε ή να τους
επιλέγουμε. Κι αυτό δεν είναι έγκλημα.
Γράφει,
λοιπόν ο Χρήστος Χωμενίδης και, για να μη σας μπερδέψω, λέω ότι τα εισαγωγικά
είναι όλα δικά του, σε έναν φανταστικό διάλογο που έχει στήσει ο ίδιος:
«Θα επέλεγες από μια λίστα
διαθέσιμων οδηγών ταξί τον πιο καλοφτιαγμένο;». «Θα τον επέλεγα. Γιατί; Δεν
ξέρω... Ενστικτωδώς ο άνθρωπος θέλγεται από ένα ευχάριστο παρουσιαστικό. Και ας
μην έχει την παραμικρή πρόθεση να φλερτάρει, πόσω δε μάλλον να ψωνιστεί».
«Εάν ήσουν εργοδότης, θα
προσελάμβανες ανάμεσα σε δυο επίδοξες υπαλλήλους, με τα ίδια κατά τα λοιπά
προσόντα, την πιο ελκυστική;». «Ναι, έστω και ασυναίσθητα. Εκτός άμα φοβόμουν
μην ενδώσω σε πειρασμούς κι έχω κακά ξεμπερδέματα...».
«Πιστεύεις πως στις παρελάσεις
πρέπει να προηγούνται οι πιο ευσταλείς, οι πιο λεβέντες, οι κοπέλες-λαμπάδες;».
«Παρέλαση εξ ορισμού σημαίνει θέαμα, θέαμα που εμπνέει, εθνικώς διεγερτικό.
Οι γλύπτες όταν φιλοτεχνούσαν
αγάλματα θεών δεν χρησιμοποιούσαν για μοντέλα τους ανθρώπους μέτριας εμφάνισης.
Καλούσαν στα εργαστήρια - και τα μοσχοπλήρωναν - κορίτσια και αγόρια
εξαιρετικής καλλονής».
Τώρα
που το ξαναβλέπω καταλαβαίνω ότι το αδικώ το κείμενο. Θα έπρεπε να το μελετήσει
-επίτηδες διαλέγω το ρήμα- κανείς όλο, ωστόσο φαντάζομαι πως δεν σας είναι δύσκολο
να το αναζητήσετε και να το βρείτε.
Αφορμή
για τη συγγραφή του έδωσε ένα επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε από την πλευρά εκείνη
που τάχθηκε κατά της ύπαρξης του taxibeat, για
το οποίο μιλήσαμε κι εμείς την περασμένη εβδομάδα.
Έτσι
ξεκινά ο προβληματισμός του συγγραφέα. Τα εισαγωγικά και πάλι δικά του:
«Δεν μπορεί να απεικονίζεται
η φωτογραφία του οδηγού... αν είναι όμορφος ή άσχημος, για να αξιολογηθεί ή να
επιλεγεί από τον πελάτη...».
Το εξωφρενικό δεν είναι ότι
το παραπάνω επιχείρημα εκστομίσθηκε για να αιτιολογηθεί η επίθεση εναντίον του
taxibeat. Το εξωφρενικό είναι ότι -υπό το πρόσχημα της πολιτικής ορθότητας- η
ομορφιά η ίδια πλέον κατακεραυνώνεται, δαιμονοποιείται, θεωρείται αθέμιτος
ανταγωνισμός.
Και όχι από έναν καιροσκόπο
υπουργό. Ή από έναν εν πολλαίς αμαρτίαις γηράσαντα ταριφοπατέρα. Αλλά από
πολλούς και διάφορους συμπολίτες μας, οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ειλικρινώς
και ανιδιοτελώς σαν «προοδευτικοί».
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Πώς
αντιδρούμε στο όμορφο;
Κυρίως
όμως, πώς ομολογούμε (ακόμη και στον ίδιο μας τον εαυτό) ότι συμπεριφερόμαστε
απέναντί του; Προσέξτε! Ασφαλώς και υπάρχει ένας χυδαίος τρόπος, που τον
συναντάμε πολύ συχνά γύρω μας. Δεν μιλάμε γι’ αυτόν.
Υπάρχει
λόγος όμως, προκειμένου να διαχωρίσουμε τη θέση μας από τέτοιου είδους συμπεριφορές,
να ντρεπόμαστε επειδή μας αρέσει το όμορφο, επειδή μας έλκει, ή επειδή θα το προτιμούσαμε
ως παρουσία γύρω και δίπλα μας;
Με το
ίδιο ακριβώς σκεπτικό που θα θέλαμε στη συντροφιά μας έναν καλλίφωνο όταν τραγουδάμε,
έναν «Φρεντ Ασταίρ» όταν θα χορέψουμε, έναν πνευματώδη όταν αστειευόμαστε, ή
έναν τεχνίτη της μαγειρικής όταν μας καλούν σε τραπέζι.
Οι
άνθρωποι μπορεί να (θέλουμε να) είμαστε ίσοι, δεν είμαστε όμως ίδιοι. Και το
«τάλαντο» που έχει πάρει ο καθένας από τον Θεό ή από την φύση τον… συστήνει
στους υπόλοιπους από διαφορετική θέση.
Τι να
κάνουμε; Αυτά είναι που κάνουν τον κόσμο… κόσμημα. Να τα πετάξουμε στα σκουπίδια
για το χατίρι των πολιτικώς ορθών αστυφυλάκων; Κρίμα δεν είναι;
«Ομορφάντρα μου»! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου