ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Παρασκευή 4 Μαΐου 2018

180504 ΣΗΜΕΡΙΝΟΝ


Το ένα πουλάκι:
«Ο καθρέφτης και το μαχαίρι»!

Πού το θυμήθηκα αυτό τώρα; Το έχουμε πει όμως πολλές φορές∙ οι συνειρμοί παίζουν παράξενα παιχνίδια. Θέλησα να το θυμηθώ; Μου ήρθε αυθόρμητα; Ήταν αποτέλεσμα όσων διάβασα τις μέρες που πέρασαν;

Δεν διάβασα και πολλά. Δεν είχα μεγάλη όρεξη να ασχοληθώ με τον θάνατο και την κηδεία ενός ανθρώπου, του Γιώργου Κουρή, τον οποίο, άλλωστε, ποτέ δεν είχα σε ιδιαίτερη εκτίμηση. Ούτε και σε… μη ιδιαίτερη.

Ήθελα όμως να πω κάτι, όχι για τον ίδιο, αλλά για το φαινόμενο που πήρε το όνομά του από ένα δημιούργημα του ανθρώπου αυτού. Τον «αυριανισμό». Διαβάζοντας όμως κάποιο σχόλιο, άφησα να περάσουν καναδυό μέρες.

Ένας σχολιαστής, που υπέγραφε ως «λαύρος αντι-αυριανιστής», έλεγε πως, σύμφωνα με τα έθιμα και τις παραδόσεις μας, δεν είναι σωστό να γράφουμε οτιδήποτε αρνητικό για έναν νεκρό, πριν από την ταφή του.

Αποφάσισα να το σεβαστώ, παρόλο που, όπως σας είπα, δεν έχω να πω τίποτε για τον άνθρωπο. Θα ήθελα να σας μιλήσω για τον τρόπο με τον οποίο έζησα εκείνη την εποχή, τότε που πρωτακούγαμε για «αυριανισμό».

Θυμάμαι τις συζητήσεις με φίλους. Με τους οποίους πολιτικά και κοινωνικά δεν μας χώριζε σχεδόν τίποτε. Η διαφορά μας -αυτό το συνειδητοποίησα αργότερα- ήταν… πολιτισμική∙ είχαμε διαφορετικά ακούσματα και διαφορετικές παραστάσεις. 

Εμείς είχαμε την τύχη να σπουδάσουμε και να ζήσουμε στην Αθήνα, όπου, και στραβός να ήσουνα, κάπως θα άνοιγε το μάτι σου. Οι φίλοι εκείνοι δεν έφυγαν ποτέ από τη Δράμα, στην οποία, τότε, το μόνο πολιτιστικό γεγονός που μπορούσες να παρακολουθήσεις ήταν κάποιες προβολές της Κινηματογραφικής Λέσχης.

Όσο για τα μουσικά ακούσματα… Οι πιο «ψαγμένοι» άκουγαν κάποιους πειρατικούς σταθμούς που έπαιζαν όλη μέρα λαϊκά τραγούδια της συμφοράς. Το ενδιαφέρον όμως ήταν πως, όντας μεγαλωμένοι στην ίδια γειτονιά, εξακολουθούσαμε να κάνουμε παρέα και να είμαστε φίλοι.

Η φιλία εκείνη, λοιπόν, δοκιμάστηκε πολύ έντονα, όταν ο «αυριανισμός» άρχισε να παίρνει τα πάνω του. Ξαφνικά κάποιοι από την παρέα άρχισαν να μιλούν με τα χειρότερα λόγια για τον Τσαρούχη και τον Χατζιδάκι.

Το άλλο πουλάκι:
Τους οποίους δεν γνώριζαν!

Για τον Χατζιδάκι μπορεί να ήξεραν δυο τρία πράγματα, όλο και έπαιζε το κρατικό ραδιόφωνο κάποια τραγούδια του, όμως αυτό δεν σημαίνει καθόλου «γνωρίζω το έργο ενός δημιουργού».

Για τον Τσαρούχη δεν είχαν ιδέα. Θυμάμαι ότι το μόνο που ήξερε γι’ αυτόν ένας φίλος είναι που τον είχε δει μια φορά στην τηλεόραση να χορεύει (να προσπαθεί να χορέψει) ζεϊμπέκικο, υποβασταζόμενος.

Κι όμως. Μέσω της «Αυριανής», ξεκινώντας από τον Μάνο Χατζιδάκι, απέκτησαν ξαφνικά γνώμη για όλους «εκείνους». Βλέπετε, δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω τους δικούς τους χαρακτηρισμούς.

Μια γνώμη που, ούτε λίγο ούτε πολύ, έλεγε πως στην τέχνη προχωρούν, κυρίως (για να μην πω αποκλειστικά), όσοι «εκμεταλλεύονται» την ομοφυλοφιλία τους, ασχέτως αν διαθέτουν ταλέντο και εργάζονται πολύ σκληρά.

Αυτούς, λοιπόν, έπρεπε εμείς, τα υγιή στοιχεία αυτής της κοινωνίας, να τους… κράξουμε. Να αποκαλύψουμε τον εκμαυλιστικό τους ρόλο και να τους απομονώσουμε απαξιώνοντας το έργο τους.

(Αυτό το τελευταίο δεν χρειαζόταν να το προσπαθήσουν και πολύ, γιατί, όπως σας είπα, αν περίμενε το έργο των συγκεκριμένων δημιουργών να το γνωρίσουν και να το απαξιώσουν οι φίλοι μου…)

Αυτή, λοιπόν, ήταν η μία επίπτωση του «αυριανισμού» στην πεζή επαρχιώτικη καθημερινότητά μας, εκείνη την εποχή. Η άλλη είχε να κάνει με το κατ’ εξοχήν «αντικείμενο» αυτού του φαινομένου.  

Ή μήπως ήταν απλώς το «μέσο» που αυτός χρησιμοποίησε προκειμένου να εξαπλωθεί και να διαβρώσει την κοινωνία, στον βαθμό που συμφωνούμε ότι κάτι τέτοιο, όχι μόνο συνέβη, αλλά μας ακολουθεί μέχρι σήμερα.

Μιλώ για την εφημερίδα και τον δημόσιο λόγο που εκφέρεται μέσα από τις στήλες της∙ βλέπετε δεν τολμώ να χρησιμοποιήσω τον όρο δημοσιογραφία. Ήταν τότε, στα τέλη της δεκαετίας τού 1980, που κάναμε κι εμείς τα πρώτα βήματα στον χώρο.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
«Ο καθρέφτης και το μαχαίρι»!

Καταλάβατε τώρα πώς ήρθε στον νου μας ο τίτλος αυτής της πολύτιμης συλλογής τριάντα έξη κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι, που είχαν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά ή είχαν ακουστεί από το ραδιόφωνο;

Ξεκινώντας δειλά δειλά να εκφέρουμε κι εμείς έναν δημόσιο λόγο, είδαμε να ανοίγονται μπροστά μας δυο δρόμοι. Ο ένας ήταν εκείνος της εξασφαλισμένης επιτυχίας∙ η Αυριανή πουλούσε τότε εκατοντάδες χιλιάδες φύλλα.

Δεν είχες παρά να ακολουθήσεις την σίγουρη συνταγή της. Κοιτάξτε γύρω σας. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δεν μπόρεσαν να αντισταθούν και το έκαναν. «Παιδιά» της κοσμούν σήμερα πολλά από τα πιο εμπορικά Μέσα.

Ο άλλος είναι ένας πιο δύσκολος, καμιά φορά και μοναχικός δρόμος. Αν τον ακολουθήσεις, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάς πως το μέσο αυτό που αποφάσισες να χρησιμοποιήσεις είναι ένα μαχαίρι πολύ κοφτερό. Πληγώνει θανάσιμα.

Και, οπωσδήποτε, να μην παραλείπεις να ρίχνεις κάθε τόσο, κάθε μέρα αν είναι δυνατόν, μια ματιά στον καθρέφτη σου. Που δεν είναι άλλος από τα μάτια των πιστών φίλων και των ανθρώπων που σ’ αγαπούν.

Φυσικά, εμείς σταθήκαμε ιδιαίτερα ευλογημένοι. Γιατί, από τα πρώτα βήματά μας, είχαμε πλάι μας έναν έμπειρο οδηγό, που αποτέλεσε και έναν από τους πλέον πολύτιμους «καθρέφτες» στη ζωή μας.

Τον εκδότη μας, τον αλησμόνητο Νίκο Σιμόπουλο.
 Δυο πόρτες…


Δεν υπάρχουν σχόλια: