Το ένα πουλάκι:
Αμερικάνικος
τρόπος ζωής…
Δεν
ξέρω αν το θυμόσαστε οι μεγαλύτεροι, όμως, στα νιάτα μας, αυτό ήταν κάτι που
όχι μόνον έπρεπε να το αποφύγουμε, αλλά ήμασταν υποχρεωμένοι και να το πολεμάμε
σαν έναν από τους χειρότερους εχθρούς.
Δεν είναι τυχαίο ότι, με τη
μεταπολίτευση στα ντουζένια της, ο Γιάννης Μαρκόπουλος τραγούδησε «κι όλα
μοιάζουν μαγικά, είναι μαζικά και προ παντός αμερικάνικα». (Όλα μοιάζουν
μαγικά, 1979.)
Τι ήταν όμως εκείνο που
συνιστούσε τον «αμερικάνικο τρόπο ζωής»; Τι ήταν εκείνο που όσοι ήταν
ενταγμένοι στις κομματικές νεολαίες, αλλά και όσοι τοποθετούσαν τον εαυτό τους
στη Αριστερά γενικώς, έπρεπε να πολεμήσουν;
Το περιγράφει ο παραπάνω
στίχος. Ήταν η… μαζικότητα. Δηλαδή ένας τρόπος παραγωγής και κατανάλωσης
προϊόντων που δεν απευθυνόταν στο άτομο, στις ανάγκες τού καθενός, αλλά στο
πλήθος, στη μάζα.
Ξεχνούσαμε τότε, ή δεν θέλαμε
να δούμε, δυο βασικά στοιχεία του φαινομένου της μαζικότητας. Το πρώτο ήταν ότι
ο τρόπος αυτός παραγωγής έκανε προσιτά στον πολύ κόσμο ένα σωρό (καταναλωτικά)
αγαθά.
Εμείς θαυμάζαμε τους
«Μοντέρνους Καιρούς» και δεν σκεφτόμασταν ότι με βάση, ας πούμε, αυτό το
μοντέλο παραγωγής, που ξεκίνησε με το περίφημο μοντέλο «Τ» της Φορντ, το αυτοκίνητο
έγινε το μέσο του μέσου Αμερικάνου.
Το δεύτερο πράγμα που
ξεχνούσαμε, ή δεν θέλαμε να δούμε, είναι ότι βασισμένο στον μαζικό τρόπο
παραγωγής ήταν και το σοβιετικό μοντέλο, όμως εκεί… «δεν υπήρχε η διαφήμιση να
δημιουργεί ψεύτικες ανάγκες».
Εκεί η παραγωγή μπορεί να
ήταν μαζική, όμως πολλές φορές δεν απευθύνονταν καν στην εσωτερική αγορά, με
αποτέλεσμα ο εργάτης να μην μπορεί να αποκτήσει το προϊόν για την παραγωγή του
οποίου μοχθούσε.
Κάποιοι
όμως είχαμε από τότε μια διαφωνία με την… κυρίαρχη ιδεολογία. Για μας δεν ήταν
η μαζικότητα που χαρακτήριζε τον αμερικάνικο τρόπο ζωής. Ήταν η επικυριαρχία
της ποσότητας, του μεγέθους, σε βάρος της ποιότητας.
Το άλλο πουλάκι:
Ήταν
η λογική τού «Γκίνες»!
Η
επιβράβευση του να κάνεις κάτι και αυτό να θεωρηθεί σπουδαίο, απλώς και μόνον
επειδή ήταν πιο μεγάλο από άλλα. Από το πόσο μεγάλη πίτσα θα παρασκευάσεις,
μέχρι του πόσα τσιγάρα θα καπνίσεις συγχρόνως.
Η
λογική αυτή είχε επιπτώσεις και σε άλλους τομείς, όπου δεν μπορούσες να την
επισημάνεις με την πρώτη. Ας πούμε αυτός ήταν ο λόγος που διαφωνούσαμε με τις
εκπομπές τού Γιάννη Πετρίδη.
Γιατί
θα έπρεπε να έχει τόσο μεγάλη σημασία το πόσες εβδομάδες έμεινε ένα τραγούδι
στα τσαρτς; Είναι δείγμα της αξίας του; Αν σήμερα θυμόμαστε κάποια τραγούδια
από εκείνη την εποχή είναι επειδή παρέμειναν στις πρώτες θέσεις για μεγάλο
διάστημα;
Επίσης
μας ενοχλούσε και η μεγάλη εμμονή στα στατιστικά των παικτών του ΝΒΑ στο μπάσκετ,
κάτι που ήρθε στη χώρα μας πολύ αργότερα. (Σήμερα, γνωστός αθλητικός δημοσιογράφος
της ΕΡΤ επιμένει τόσο σ’ αυτά που καταντάει… πρήχτης.)
Όταν
επιμένεις τόσο στη λογική των αριθμών, χάνεις την ουσία. Κάτι άλλο είναι εκείνο
που κάνει έναν παίκτη σπουδαίο στα μάτια των φιλάθλων και ένα τραγούδι να
αγγίζει την ψυχή των ακροατών.
Η
ποσότητα, το μέγεθος, τα καλά στατιστικά μπορεί να ενδιαφέρουν τους πωλητές και
τους μαναντζαραίους, γιατί όμως θα έπρεπε να ενδιαφέρουν τους απλούς ανθρώπους;
Τι σχέση έχει η ποιότητα με όλα αυτά;
Αυτή
η λογική τού «αμερικάνικου τρόπου ζωής» έχει πλέον επικρατήσει παντού. Και μην
πάει ο νους σας μόνον στον εμπορικό κόσμο. Δείτε τι γίνεται στις καθημερινές
μας σχέσεις (να τις κάνει ο Θεός).
Καλύτερος
«φίλος» είναι εκείνος που μας δίνει περισσότερα λάικ! Εννοείται ότι η ανάρτηση
που θα αποσπάσει τα πιο πολλά είναι μια πετυχημένη τέτοια, ασχέτως αν πρόκειται
για μια χαζομαρούλα.
Σκέφτομαι
καμιά φορά πώς θα φαίνονται όλα αυτά που συζητάμε σήμερα σε αναγνώστες του
μέλλοντος (σε μελλοντικούς αναγνώστες) όταν κανείς πλέον δεν θα έχει εμπειρία
από τη ζωή πριν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Έχεις
παράδειγμα.
Όπως
ακριβώς φαίνεται ο «αμερικάνικος τρόπος ζωής» στους σημερινούς νέους, που έχουν
ανατραφεί απολύτως με αυτή τη λογική, του μεγέθους, της ποσότητας, της
στατιστικής υπεροχής.
Φαντάζεστε
κανένα νέο παιδί να ενοχλείται με την είδηση που ενόχλησε εμάς; «Έπαρση της
μεγαλύτερης ελληνικής σημαίας στην Αλεξανδρούπολη». (Όχι, παιδιά, δεν μας
ενόχλησε επειδή ήταν στην Αλεξανδρούπολη!)
Για
να το καταλάβετε, θα θέσω ένα απλό ερώτημα. Γιατί μια σημαία εξακοσίων
τετραγωνικών έχει μεγαλύτερη αξία από μια άλλη μόλις δύο; Επειδή κοστίζουν περισσότερο
το ύφασμα και η ραφή;
Τότε
όμως δεν είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι η σημαία δεν αποτελεί τίποτε
περισσότερο από ένα κομμάτι ύφασμα; Το έχουν σκεφτεί αυτό οι «πατριώτες» που
ηδονίζονται με το μέγεθός της;
Και
δεν μπορούν να σκεφτούν ότι επειδή «τα ρεκόρ, είναι για να καταρρίπτονται»,
αύριο, που θα βρεθεί κάποιος άλλος πιο μερακλής, πιο «πατριώτης», η δική τους η
σημαία δεν θα αξίζει απολύτως τίποτε;
(Είμαι
βέβαιος ότι πολλοί θα έχουν αναρτήσει ήδη τη σχετική φωτογραφία και θα έχουν αποσπάσει
αρκετά λάικ. Αυτή η… δευτερογενής επιτυχία δείχνει ότι ο αμερικάνικος τρόπος
ζωής είναι εδώ για τα καλά.)
Αλήθεια,
η δικιά μας, στον Κορύλοβο, πόσο μεγάλη είναι;
Δεν μετριέται με το στρέμμα…
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου