Το
ένα πουλάκι:
Για να μην παρεξηγηθούμε…
Υπάρχει, θα μου πείτε,
τέτοιος κίνδυνος;
Μα. μόνον αυτός υπάρχει, στις
μέρες μας. Και το κακό δεν είναι ότι παρεξηγείσαι εύκολα, είναι ότι μετά σε
περιμένει μια άνευ προηγουμένου επίθεση (άνευ προηγουμένου με την έννοια ότι
όσο πάνε χειροτερεύουν κι αυτές) από όσους σε παρεξήγησαν -ενώ ήταν έτοιμοι από
καιρό για κάτι τέτοιο.
Το καμπανάκι του κινδύνου
παρεξηγήσεως μου το (επε)σήμανε καλός φίλος, χωρίς βέβαια να αναφέρεται σε
δικές μας θέσεις. Είναι ο κίνδυνος της «γερμανολατρείας», όπως την ονόμασα εγώ
μετά την επισήμανσή του.
Υπάρχουν, λέει ο καλός φίλος,
πολλοί σχολιαστές που ενώ λένε σωστά πράγματα για το μνημόνιο και την κρίση,
αποφεύγουν να πουν το παραμικρό για τη σκληρή στάση «των δανειστών» (δηλαδή της
Γερμανίας) για επιβολή σκληρής λιτότητας σε όλους τους λαούς της Ευρώπης».
Μου επεσήμανε μάλιστα πως
πολλά σχόλια στον τύπο ξεφεύγουν πλέον από το να είναι απλώς υπέρ του
μνημονίου, αλλά καταντούν φανερά υπέρ της Γερμανίας. Αυτό είναι ιδιαίτερα
αισθητό σε πόλεις όπως η Θεσσαλονίκη όπου λειτουργεί χρόνια το Γερμανικό
Σχολείο, την Παιδεία του οποίου λαμβάνουν αρκετοί συμπατριώτες μας.
Αμέσως σκέφτηκα ότι και στη
Δράμα υπάρχουν αρκετοί «γερμανοθρεμένοι», λόγω της τεράστιας μετανάστευσης που
είχαμε προς τη χώρα αυτή.
Όλα τα παραπάνω τα σκεφτόμουν
καθώς σας μιλούσα χθες για τους κανόνες καλής συμπεριφοράς απέναντι σε συνομιλητές-εταίρους
με τους οποίους βρίσκεσαι σε διαπραγμάτευση και σε μακροχρόνια συνύπαρξη μέσα
στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Φιλογερμανοί; Εμείς ποτέ!
(Μόνο στο ποδόσφαιρο, από μικρά παιδιά λόγο της Μπάγερν και της Εθνικής
Γερμανίας στη δεκαετία του 1970.)
Τι λέγεται μέσα στις αίθουσες
των διαπραγματεύσεων και τι μπορεί να ειπωθεί έξω από αυτές; Κυρίως, τι είδους
χαρακτηρισμοί μπορούν να γίνουν για «τους αντιπάλους», ως κράτος, ως λαό και ως
προσωπικότητες που τους εκπροσωπούν στις διαπραγματεύσεις.
Δεν λες, ας πούμε, έναν
ολόκληρό λαό «ανεύθυνο» και ότι το λυπάσαι για τις επιλογές του, όπως είπε ο κ.
Σόιμπλε για εμάς.
Το
άλλο πουλάκι:
Ένα καλό παράδειγμα.
Ρώτησαν τον εκπρόσωπο των
Χριστιανοδημοκρατών της Γερμανίας, μετά την έγκριση του «προγράμματος» από τη
γερμανική βουλή:
«Έχει εξατμιστεί η οργή των
συναδέλφων σας εναντίον της Αθήνας;»
Και να η απάντηση του: «Η
εμφάνιση ορισμένων εκπροσώπων της νέας ελληνικής κυβέρνησης είναι περισσότερο
από εκνευριστική, επειδή καταστρέφει την αναγκαία εμπιστοσύνη που είναι
απαραίτητη για μια καλή συνεργασία. Αλλά παραμένουμε ψύχραιμοι. Κρίνουμε την
Ελλάδα από τις πράξεις της».
Καταστρέφει την αναγκαία
εμπιστοσύνη. Αυτό είναι. Μέχρι πότε μπορείς να έχεις την υπομονή και την
κατανόηση να κρίνεις τον άλλο από τις πράξεις του, κι όχι από δηλώσεις που
μπορεί να βγάζουν πίκρα, εγωισμό, κακία ή να κρύβουν άλλου είδους πολιτικές
σκοπιμότητες, αφού απευθύνονται σε πολλά και διάφορα ακροατήρια. Παρεμπιπτόντως,
οι Χριστιανοδημοκράτες υπερψήφισαν τη συμφωνία, έστω κι αν οι περισσότεροι
δήλωσαν πως «είναι η τελευταία φορά».
Είναι άλλο πράγμα, λοιπόν, να
διαπραγματεύεσαι σκληρά κι άλλο να εκνευρίζεις τους συνομιλητές σου με
δηλώσεις, συμπεριφορές και σχόλια που δείχνουν ότι τους υποτιμάς ή δεν τους
σέβεσαι. (Χρειάζεται να τονίσω ιδίως όταν εσύ είσαι αυτός που έχει το ζόρι και
ζητάς κάτι;) Είδατε πώς αντέδρασαν οι «δικοί μας» Ισπανοί και Πορτογάλοι;
Μετά από τις απαραίτητες
διευκρινήσεις, ας έρθουμε στα περί γερμανικής λιτότητας που προσπαθεί να
επιβληθεί (και φαίνεται να τα καταφέρνει) σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Κακό πράγμα η λιτότητα και
ποιος δεν το ξέρει. Αφήστε που, στη δική μας παράδοση, η λιτότητα έχει
ταυτιστεί περίπου με την τσιγγουνιά, πράγμα απαράδεκτο για τον ανοιχτοχέρη
–ιδίως με ξένα λεφτά- Έλληνα. Το αντίθετο της λιτότητας θεωρείται η ανάπτυξη,
λέξη που είχε γίνει καραμέλα στο στόμα όλων των πολιτικών, σε εθνικό ή τοπικό
επίπεδο, τις προηγούμενες δεκαετίες.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Τι είναι όμως ανάπτυξη και τι
λιτότητα;
Δύσκολο πολύ να
συνεννοηθούμε, αν δεν ξεκαθαρίσουμε αυτέ στις έννοιες, ώστε να μιλάμε για το
ίδιο πράγμα.
Πρώτα πρώτα, είναι δυνατόν να
υπάρξει συνεχής και αέναη ανάπτυξη, όπως κι αν την εννοεί κανείς; Για να το πω
διαφορετικά, πώς φανταζόμαστε ότι θα ζουν τα παιδιά μας, μετά από συνεχή
ανάπτυξη, όταν η δική μας η γενιά απέκτησε από ένα σπίτι, ένα εξοχικό και δυο
αυτοκίνητα που τα αλλάζαμε κάθε πέντε χρόνια; Προ κρίσης, έτσι;
Από την άλλη, τι ακριβώς
σημαίνει λιτότητα; Οι εγκύκλιος που έστειλε ο Υπουργός Υγείας -μετά από εντολή
του υπουργείου Οικονομικών- στους διοικητές των νοσοκομείων να περικόψουν τους
μηνιαίους προϋπολογισμούς τους κατά 51% (όπως αποκάλυψε το Βήμα) είναι μέτρο
λιτότητας ή όχι;
Είναι μέτρο ανάπτυξης να… (τι
να πω;) ξανανοίξεις τη Softex,
προσλαμβάνοντας όλους τους απολυμένους ή το να ιδιωτικοποιήσεις τον χρεοκοπημένο
ΟΣΕ;
Πώς φανταζόμαστε έναν «λιτό
βίο», στον οποίο μας προέτρεψε ο κύριος Βαρουφάκης, μέσα στο πλαίσιο μιας
χρεοκοπημένης χώρας ή και έξω από αυτό;
Ας αφήσουμε τη γερμανική
λιτότητα που είναι και προϊόν, όπως λένε, (και) του προτεσταντισμού, όπως
άλλωστε και η (μακριά από μας) εργασία ως αρετή. Κι ας δούμε τον δικό μας τρόπο
που λέει ότι πλούσιος είναι «ο εν τα ολίγα αναπαυόμενος».
Αυτό πώς μπορούμε να το
μεταφράσουμε σε οικονομική πολιτική μιας χώρας που είχε μάθει στα πανάκριβα SUV και τις αστακομακαρονάδες;
Έχουμε πολύ δρόμο ακόμη
μπροστά μας.
Κάν’ το όπως οι Έλληνες! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου