Το ένα πουλάκι:
Να
σας πούμε τι είπαμε κι εμείς.
Καθώς
το τραβάει ο οργανισμός μας, δεν περιοριστήκαμε στο να ακούσουμε τις γνώμες και
τις προτάσεις των υπολοίπων, αλλά είπαμε και κάποια πράγματα, όχι τίποτα
σπουδαία, από εκείνα που έχουμε συζητήσει πολλές φορές εδώ μεταξύ μας.
Πρώτα
πρώτα σε σχέση με την «τοπικότητα», δηλαδή τη μεγαλύτερη σύνδεση των Σχολείων
με την κοινωνία και την πρόταση να εμπλακεί η τοπική αυτοδιοίκηση πιο ενεργά
στα εκπαιδευτικά πράγματα.
Καταθέσαμε
την εμπειρία μας. Πως οι τοπικοί άρχοντες λειτουργούν με κριτήρια κάθε άλλο
παρά… παιδοκεντρικά.
Η
«τοπικότητα» δεν είναι κακή ιδέα, όμως μπορεί να εφαρμοστεί και με το υπάρχον
καθεστώς, αρκεί να προσαρμοστούν καλύτερα τα αναλυτικά προγράμματα και να
τεθούν κατάλληλοι στόχοι. Όμως η σε μεγαλύτερο βαθμό εμπλοκή της τοπικής
αυτοδιοίκησης μάλλον μπελάδες θα δημιουργήσει.
Μπορεί,
όπως ειπώθηκε στη συνάντηση από έναν εκπρόσωπο των τοπικών αρχόντων, να ενδιαφερθούν
οι δήμαρχοι ώστε «σε καμιά περίπτωση να μη μείνουν τα Σχολεία χωρίς εκπαιδευτικούς»,
όμως, αν ρίξουμε μια ματιά γύρω μας, θα δούμε ότι ο υπερβάλλων ζήλος μόνο κακά
δημιούργησε.
Μονοθέσια
και διθέσια Σχολεία να λειτουργούν σε απόσταση αναπνοής από μεγάλα σχολικά
συγκροτήματα, με τους μαθητές να υστερούν και να αδικούνται, μόνο και μόνο για
να μην ειπωθεί ότι «το Σχολείο έκλεισε στις μέρες του τάδε δημάρχου».
Ακόμα
και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια -υποτίθεται- περικοπών και οικονομίας, υπάρχουν
Γυμνάσια με μονοψήφιο (!) αριθμό μαθητών, πολύ κοντά σε άλλα, για το συμφέρον -ξανά
υποτίθεται- της τοπικής κοινωνίας. Αυτά, για να μην μπούμε σε λεπτομέρειες.
Το
δεύτερο πράγμα που σημειώσαμε είναι μια σειρά από λειτουργικά ζητήματα –κυρίως
των Δημοτικών Σχολείων-, τα οποία κανένα υπουργείο και καμιά κυβέρνηση δεν
παίρνει την ευθύνη να διευθετήσει. Μένουν επίτηδες ασαφή και δημιουργούν τριβές
και εντάσεις μεταξύ των δασκάλων.
Πότε -σε
ποια ώρα- συνεδριάζει, ας πούμε, ο Σύλλογος Διδασκόντων, που όλοι συμφωνούν ότι
είναι το κυρίαρχο όργανο διοίκησης του Σχολείου; Στο διάλειμμα; Με ποιους συμμετέχοντες;
Το Δημοτικό δεν είναι Γυμνάσιο ή Λύκειο, όπου -κακώς, πολύ κακώς- οι καθηγητές
αφήνουν τα παιδιά στην αυλή ή τα σχολάνε για να συνεδριάσει ο Σύλλογός τους.
Πότε -σε
ποια ώρα- δίνονται οι βαθμοί, ώστε «να εξυπηρετεί καλύτερα τους γονείς», όπως ορίζει
το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα; Πότε πραγματοποιούνται οι γιορτές; Πότε και από
ποιους οι διδακτικές επισκέψεις; Πότε οι συναντήσεις με τους Σχολικούς
Συμβούλους και οι ενδοσχολικές ή άλλες επιμορφωτικές δράσεις;
Το άλλο πουλάκι:
Κανείς
δεν τολμά να τα ξεκαθαρίσει.
Το πράγμα είναι «χαμένο», εδώ
και χρόνια, κάπου ανάμεσα στο ασαφές «εργασιακό και διδακτικό ωράριο» των
δασκάλων. Που εφαρμόζεται ή δεν εφαρμόζεται, ανάλογα με το φιλότιμο, την
ευαισθησία, τη διάθεση και το μεράκι του κάθε δασκάλου, καθώς και την ελαστικότητα
ή την αυστηρότητα των εποπτευόντων προϊσταμένων και Συμβούλων.
Ας τα αφήσουμε όμως τα
πρακτικά ζητήματα και ας σταθούμε σε κάτι γενικότερο.
Εκείνο που επισημάναμε στον
Πρόεδρο του Εθνικού και Κοινωνικού (μη χάσουμε) διαλόγου είναι πως το ελληνικό
Σχολείο δεν έχει έναν συγκεκριμένο στόχο.
Παραλαμβάνει το παιδί από
μικρή ηλικία, από το Νηπιαγωγείο, και το παραδίδει στην κοινωνία μετά το
Λύκειο, χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει τι ακριβώς άνθρωπο θέλει να βγάλει. Ποια να
είναι τα χαρακτηριστικά του, ποιες οι γνώσεις και οι δεξιότητές του.
Αυτά τα… χαρούμενα που
αναφέρει ο νόμος 1566/85, περί «ολόπλευρης, αρμονικής και ισόρροπης ανάπτυξης
των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών» είναι περισσότερο για
εσωτερική κατανάλωση.
Το Σχολείο δεν έχει βάλει
κάπου τον πήχη -έκφραση του φίλου μου του Κώστα-, ώστε να παίρνουμε φόρα και να
πηδάμε και, αν βλέπουμε ότι είναι χαμηλά, να τον ανεβάζουμε, αν βλέπουμε ότι
είναι πολύ ψηλά να τον χαμηλώνουμε. Τώρα ο κάθε εμπλεκόμενος στην εκπαίδευση «πηδάει»
όπου τον φωτίσει ο Θεός.
Τονίσαμε μάλιστα ότι υπάρχει
ο φόβος πως, ακόμα κι αν συμφωνήσουν όλοι οι εκπαιδευτικοί φορείς σε κάποιους
στόχους, μπορεί η κοινωνία να μην τους αποδεχτεί. Αφού, τη συντριπτική
πλειονότητα των γονιών, αν τους ρωτήσεις «θα σε πείραζε αν το παιδί σου δεν μάθαινε
τίποτε στο Σχολείο, είναι όμως εξασφαλισμένο ότι θα μπει σίγουρα στο
Πανεπιστήμιο;» είναι βέβαιο πως δεν θα είχαν καμιά αντίρρηση.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι
γίνεται όταν δεν έχεις στόχους;
«Αξιοποιείς»
όπως τύχει τις όποιες χρηματοδοτήσεις υπάρχουν για την εκπαίδευση και κάνεις…
μπάλωμα πάνω στο μπάλωμα. Το σωστό είναι να σχεδιάζεις εσύ την πολιτική σου
και, αν υπάρχουν τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία, να τα αξιοποιείς. Ενώ
τώρα, εισάγουμε στο Σχολείο ή καταργούμε από αυτό διάφορα «προγράμματα», με
βάση τις χρηματοδοτήσεις και τη διάρκεια των ΕΣΠΑ. Και κάνουμε μια τρύπα στο
νερό!
Είπαμε
και ένα τελευταίο.
Μιλήσαμε
για μια πρόταση που συζητούσαν κάποιοι νέοι δάσκαλοι μεταξύ τους, πριν από
πολλά χρόνια, μεταξύ σοβαρού και αστείου. Έλεγαν πως, σε κάθε νομό, θα έπρεπε
να υπάρχει ένα Σχολείο -δεν το έλεγαν Πειραματικό, Πειρατικό το έλεγαν- όπου θα
τοποθετούνται και θα υπηρετούν δάσκαλοι με μεράκι, με όρεξη για δουλειά, κυρίως
όμως με κοινή αντίληψη για τη λειτουργία ενός Σχολείου.
Το
Σχολείο αυτό, μπορεί να εφάρμοζε δοκιμαστικά διάφορα καινοτόμα προγράμματα, ουσιαστικά
όμως θα έδινε το μέτρο των δυνατοτήτων μιας σχολικής κοινότητας, όταν αυτή λειτουργεί
με πνεύμα διαφορετικό από αυτό που επιτάσσει τυπική συναδελφική σχέση, η υπηρεσιακή
υποχρέωση και η δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία.
Αυτή
ήταν η δική μας μικρή συμμετοχή στον διάλογο. Ξέρετε όμως πόσες τέτοιες
υπάρχουν;
Από το ένα αφτί μπαίνουν… |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου