Το ένα πουλάκι:
Πώς
μπορείς να περάσεις στην αθανασία!
Υπάρχουν
πολλοί τρόποι. Ο πιο συνηθισμένος είναι να κάνεις κάτι σπουδαίο και να μείνει
το όνομά σου συνδεδεμένο με αυτό. Μπορεί, βεβαίως, να κάνεις και κάποιο μεγάλο
κακό. Η ιστορική μνήμη θα σου το αναγνωρίσει εξίσου.
Δεν
χρειάζεται να αναφέρουμε παραδείγματα, αρκεί να σκεφτεί κανείς κάποιους από
τους μεγαλύτερους δρόμους της πόλης του, και θα δει ότι τα ονόματά τους είναι
εκείνα σημαντικών ανδρών.
Λέω
ανδρών, διότι, δυστυχώς, αυτό συμβαίνει. Ελάχιστες οι σημαντικές γυναίκες το
έργο των οποίων αναγνωρίστηκε από την Ιστορία, και γι’ αυτό και ελάχιστες οδοί
έχουν γυναικεία ονόματα.
Μερικές
φορές τυχαίνει να μείνει το όνομα κάποιου στην ιστορική μνήμη, χωρίς να… μείνει
ο ίδιος. Τουλάχιστον στο μυαλό των πολλών ανθρώπων, οι οποίοι δεν παίζουμε και
την Ιστορία στα δάχτυλα.
Αυτό
συμβαίνει επειδή έτυχε κι έδωσαν το όνομά τους σε κάτι, κάτι το οποίο
χρησιμοποιούμε ή αναφέρουμε συχνά, χωρίς όμως να το έχουμε συνδέσει με τον
συγκεκριμένο… δωρητή.
Πόσοι,
για παράδειγμα, ξέρουμε από πού προήλθε η λέξη «μποϊκοτάζ», την οποία ακούμε
συχνά και χρησιμοποιούμε και οι ίδιοι; Να, προσφάτως την άκουσα πάλι με αφορμή
την αιχμαλωσία των στρατιωτικών στον Έβρο.
Διαμαρτυρήθηκαν,
λέει, οι έμποροι της Αδριανούπολης, επειδή, εξαιτίας των γεγονότων και του
κακού κλίματος, οι Έλληνες δεν επισκέφτηκαν τις αγορές και τα παζάρια τους.
Έκαναν, δηλαδή, μποϊκοτάζ.
Ας
δούμε όμως τον ορισμό της λέξης. Διαβάζω: «είναι ένας διεθνής όρος που συνήθως
αποδίδεται ως εμπορική απομόνωση, άρνηση εμπορικής σχέσης και αντίστοιχων
οικονομικών επαφών».
Ό,τι
έκαναν, δηλαδή, οι Έλληνες στους εμπόρους των τουρκικών καταστημάτων, τις προηγούμενες
μέρες. Μάλιστα, το πράγμα προχώρησε, διότι στο παιχνίδι του μποϊκοτάζ μπήκαν
και τα τουριστικά πρακτορεία που διοργανώνουν εκδρομές στην Τουρκία.
Η
αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε αν οι τουριστικοί πράκτορες πήραν την
πρωτοβουλία από μόνοι τους, ή αν έκαναν την ανάγκη φιλοτιμία, αφού δεν υπήρχαν
ταξιδιώτες που ήθελαν να επισκεφτούν τους προκλητικούς γείτονες.
Το άλλο πουλάκι:
Δεν
έχει σημασία.
Το
αποτέλεσμα είναι που μετράει∙ και το αποτέλεσμα λέει ότι το μποϊκοτάζ έπιασε.
Μένει να δούμε πόσο θα κρατήσει. Για να είμαι όμως ειλικρινής, έπιασε μόνο σε
ένα μέρος του. Αλλά γι’ αυτό θα μιλήσουμε στη συνέχεια.
Για
την ώρα, ελάτε να συνεχίσουμε την κουβέντα που αφήσαμε στη μέση. Ξέρετε από πού
πήρε το όνομά του το μποϊκοτάζ; Θα σας το πω αμέσως. Το πήρε από τον Μπόικοτ, έναν
κτηματομεσίτη που έζησε από το 1832 μέχρι το 1897.
Ο Μπόικοτ γεννήθηκε
στο Νόρφολκ της Αγγλίας. Αφού υπηρέτησε στον βρετανικό στρατό,
πήγε στην Ιρλανδία για να εργαστεί ως πράκτορας γης για τον Λόρδο Erne, έναν
τοπικό γαιοκτήμονα της Lough Mask.
Το 1880, η Irish
Land League (ιρλανδική πολιτική οργάνωση για την προστασία των κτηματιών)
υπό τον Μάικλ Ντάβιτ αρνήθηκε να πραγματοποιήσει την εργασία που ήταν αναγκαία
για να σωθεί η συγκομιδή στο κτήμα του Λόρδου Erne.
Ήταν μια ενέργεια στο πλαίσιο
της εκστρατείας για τα τρία "F" (fair rent, fixity of tenure
and free sale = λογικό ενοίκιο, σταθερότητα στη διάρκειας εκμίσθωσης και
ελεύθερη πώληση) για την προστασία των ενοικιαστών γης από την εκμετάλλευση.
Όταν ο Μπόικοτ προσπάθησε να
υπονομεύσει την εκστρατεία, η οργάνωση ξεκίνησε νέα εναντίον του, με σκοπό την
απομόνωσή του στην τοπική κοινότητα. Οι γείτονες έπαψαν να του μιλούν.
Τα καταστήματα δεν τον
εξυπηρετούσαν. Οι τοπικοί εργάτες αρνούνταν να φροντίζουν το σπίτι του και ο
ταχυδρόμος να παραδίδει την αλληλογραφία του.
Η εκστρατεία κατά του Μπόικοτ
προκάλεσε συναγερμό στον βρετανικό Τύπο, με τις εφημερίδες να στέλνουν
ανταποκριτές επιτόπου και να υπερτονίζουν αυτό που θεωρούσαν ως θυματοποίηση
και εξαπάτηση του υπαλλήλου ενός λόρδου, από Ιρλανδούς εθνικιστές.
Πενήντα «Orangemen»
(Ιρλανδοί προτεστάντες του Όλστερ) από την Κομητεία Κάβαν ταξίδεψαν
στο κτήμα του λόρδου Erne για να σώσουν τη συγκομιδή. Παράλληλα, ένα σύνταγμα και
πάνω από χίλιοι άνδρες της ιρλανδικής στρατιωτικής αστυνομίας επιστρατεύτηκαν
για να προστατέψουν τις μηχανές συγκομιδής.
Η όλη επιχείρηση εκτιμάται
πως κόστισε στη Βρετανική κυβέρνηση πάνω από 10.000 λίρες, «για να
μαζευτεί σοδειά πατάτας αξίας περίπου 350 λιρών», σύμφωνα με εκτίμηση
του ίδιου του Μπόικοτ για την αξία της συγκομιδής.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Είδατε
την προέλευση.
Ο
άνθρωπος, χωρίς καθόλου να το επιδιώξει, έμεινε στην Ιστορία. Αφήστε που έγινε
και ταινία! Για να μιλάμε εμείς σήμερα για το μποϊκοτάζ απέναντι στους
Τούρκους. Αλήθεια, ποιο μποϊκοτάζ, ρε παιδιά;
Διότι
μπορεί αυτή η πρωτοβουλία κάποιων να μην επισκεφτούν τις αγορές και τα παζάρια
της γειτονικής χώρας να χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από το κοινό των σόσιαλ
μίντια, όμως αυτή είναι μια υποκριτική στάση.
Διότι,
το ίδιο κοινό στήνεται κάθε βράδυ στις τηλεοράσεις του, προκειμένου να παρακολουθήσει
τα τούρκικα σίριαλ, που έγιναν για άλλη μια φορά της μόδας και γεμίζουν το πρόγραμμα
των καναλιών.
Εκεί
τι γίνεται; Δεν έχουμε μποϊκοτάζ; Τόσα άλλα πράγματα έχει να δεις η τηλεόραση.
Είναι ανάγκη να πέσεις στα τούρκικα σίριαλ; Το πρωί «εχθρός» και το βράδυ πιστός
τηλεθεατής;
Κάτι
δεν μου κάνει καλά, πατριώτες.
Γιατί,
είμαστε πατριώτες, δεν το αμφισβητεί κανείς αυτό!
Μποϊκοτάζ, α λα καρτ!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου