Το ένα πουλάκι:
«Πόσα
σας χρειάζονται;»
Φαντάζεστε να πήγαινες κάπου
να πιάσεις δουλειά και, όταν έφτανε η συζήτηση στην αμοιβή, να σου έθεταν το
παραπάνω ερώτημα; Να σε άφηναν δηλαδή να ορίσεις εσύ τις οικονομικές σου
ανάγκες;
Το
θέμα δεν είναι καθόλου απλό και, όπως θα δείτε, το ερώτημα καθόλου ρητορικό. Φανταστείτε,
λοιπό, για λίγο, να σας ζητούσαν να απαντήσετε; Τι θα λέγατε; Στα πόσα χρήματα
θα ορίζατε τις ανάγκες σας;
Προσέξτε,
δεν μιλάμε για μια αμοιβή, έναντι, ας πούμε, παροχής υπηρεσιών. Δηλαδή για το
ποσό που θα ζητούσατε αν κάποιος επισκεπτόταν το ιατρείο, ή το συνεργείο, ή το
φροντιστήριό σας και ζητούσε τις υπηρεσίες σας.
Αυτό
είναι εύκολο. Ξέρεις περίπου πώς διαμορφώνονται οι αντίστοιχες τιμές στην «αγορά»,
υπολογίζεις κι εσύ τι δική σου εργασία, αν έκανες κάτι παραπάνω, κάτι πιο
δύσκολο, και λες στον πελάτη την τιμή.
Τι
γίνεται όμως σε ετήσια βάση; Τι γίνεται όταν πρέπει να απαντήσεις στο πόσα
χρήματα πρέπει να μπουν στον οικογενειακό λογαριασμό για να καλύψει η
οικογένειά σου όλες τις ανάγκες της;
Ξέρω
τι θα απαντήσετε και είναι λογικό. «Τι εννοείς ανάγκες;» Και, ακόμη κι αν
ορίσουμε κάποιες βασικές τέτοιες, τι γίνεται με τις διαβαθμίσεις που υπάρχουν.
Πώς, ας πούμε, καλύπτεται η ανάγκη για διακοπές.
Σε
κάμπινγκ, ή σε πεντάστερο ξενοδοχείο; Με ένα δυο σαββατοκύριακα μέσα στο
καλοκαίρι, ή με έναν μήνα χωρίς… διακοπές; Στο εξοχικό που έχουν τα πεθερικά
στο χωριό, ή σε κάποιο εξωτικό νησί;
Οι
παλιοί, μέσα στη σοφία τους, έλεγαν ότι «ανάλογα με το πάπλωμα απλώνεις και τα
πόδια». Ακόμη και ένα τεράστιο πάπλωμα όμως είναι κάτι… πεπερασμένο. Συμβαίνει
το ίδιο με τις ανάγκες μας;
Τι
γίνεται με τις σπουδές των παιδιών; Πόσα χρήματα είναι αρκετά για να
ικανοποιηθεί η ανάγκη τους γι’ αυτές. Και πού θα σπουδάσουν; Στο ΤΕΙ της πόλης
που ζείτε ή σε κάποιο από τα μεγάλα ιδιωτικά πανεπιστήμια του εξωτερικού;
Το άλλο πουλάκι:
Δύο
δημοσιεύματα.
Τα
διάβασα με μια μέρα διαφορά, έτσι τα βρήκα στον τύπο, στην πραγματικότητα όμως
τα χωρίζουν δέκα χρόνια. Διότι το ένα προέρχεται από την ενδιαφέρουσα στήλη των
ΧΡΟΝΙΚΩΝ «περίπου σαν σήμερα πριν από 10 χρόνια».
(Το
περίπου, για όσους δεν το καταλαβαίνουν, έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι
ημερομηνίες έκδοσης των φύλλων μπορεί να είναι διαφορετικές, επειδή τα σαββατοκύριακα
ή οι αργίες δεν συμπίπτουν.)
Τι συνέβαινε,
λοιπόν, περίπου σαν σήμερα, πριν από δέκα, ακριβώς, χρόνια; Μια τετραμελής
οικογένεια χρειαζόταν 3.500 ευρώ το μήνα, για να καλύψει τις ανάγκες της. Έτσι
έκριναν τότε οι «ειδικοί».
Το τι
είδους ανάγκες κάλυπτε και με ποιο τρόπο το θυμόμαστε όσοι έχουμε περισσότερα
από δέκα χρόνια υπηρεσίας, όσοι δηλαδή προλάβαμε και ζήσαμε τα καλά χρόνια,
όταν το ποσό αυτό δεν ήταν εξωπραγματικό.
Διότι,
μια οικογένεια με δυο εργαζόμενους δημόσιους υπάλληλους δεν ήταν και πολύ μακριά
από αυτόν τον προϋπολογισμό. Αν μάλιστα προσέθεταν τα «δώρα», όπως και το
επίδομα άδειας…
Τότε
μπορεί να ξεπερνούσαν τις 42.000 ευρώ τον χρόνο, άρα βρισκόταν πάνω από το ποσό
που χρειαζόταν μια τετραμελής οικογένεια για να καλύψει τις ανάγκες της.
Βέβαια, όλα αυτά μοιάζουν σήμερα μακρινό όνειρο.
Διότι,
σας είπα για και για ένα δεύτερο δημοσίευμα που διάβασα αυτές τις μέρες.
Μάθετε, λοιπόν, κι εσείς ότι αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν, έχει χαθεί από τη
χώρα μας τεράστιος πλούτος.
Έχει
χαθεί λόγω «της καθίζησης των αμοιβών των μισθωτών, αλλά και του τζίρου και
κατ’ επέκταση τη κερδοφορίας των επιχειρήσεων, πλούτος της τάξης των 63,3 δισ.
ευρώ». Σκεφθείτε τι έγιναν… οι
ανάγκες μιας τετραμελούς οικογένειας!
Από
το (τεράστιο) παραπάνω ποσό, «τα 23,2 δισ. ήταν απώλειες σε μισθούς, ενώ η
μείωση των μεικτών αποτελεσμάτων επιχειρήσεων ελεύθερων επαγγελματιών και
αυτοαπασχολούμενων διαμορφώθηκε σε 40.1 δισ. ευρώ».
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Όνειρο
ήταν και πάει…
Όσοι
το ζήσαμε, θα έχουμε να το διηγούμαστε στα παιδιά μας. Θα τους λέμε ότι τα χρήματα
που αυτά παίρνουν τώρα σε έναν χρόνο, κάποτε έπεφταν στην οικογένειά μας μόνο
τον μήνα Δεκέμβριο!
Την
ίδια στιγμή που τα πρωινάδικα στα κανάλια μας βομβάρδιζαν με ρεπορτάζ τού τύπου
«πόσο ακριβό θα είναι το χριστουγεννιάτικο τραπέζι», ή έκλαιγαν για «τη
γαλοπούλα που έβγαλε φτερά».
Όμως, φίλοι μου, αυτό, η
τεράστια δηλαδή μείωση στα οικογενειακά έσοδα, δεν είναι το χειρότερο που
πάθαμε. Πιστεύω ότι η μεγάλη ζημιά έγινε στην υγεία μας και θα το βρούμε
μπροστά μας τα επόμενα χρόνια.
Διότι,
από εκεί που παίρναμε το βιβλιάριο και τρέχαμε σε όποιον γιατρό θέλαμε -τρέχαμε
να πάρουμε μια δεύτερη γνώμη για το συνάχι που μας έπιασε χειμωνιάτικα- τώρα
δεν πάμε να κάνουμε ούτε τα απαραίτητα.
Και τα απαραίτητα, δηλαδή οι
προληπτικές εξετάσεις που πρέπει να γίνονται τακτικότατα μετά από μια ηλικία
(σνιφ) δεν είναι να τα περιφρονείς, διότι θα τα βρεις μπροστά σου με τον
χειρότερο τρόπο.
Αυτό μπορεί να κοστίζει στον
πολίτη την υγεία του, μερικές φορές και τη ζωή του, στο κράτος όμως κοστίζει
τεράστια ποσά. Επειδή η πρόληψη… προλαμβάνει πολύ μεγαλύτερα έξοδα από όσο οι
κοστίζουν απαραίτητες εξετάσεις.
Να δούμε τι θα λέμε σε 10
χρόνια από σήμερα!
Πού ‘ναι τα χρόνια, ωραία χρόνια…
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου