Το
ένα πουλάκι:
Η ανισότητα της ισότητας!
Το είχε εντοπίσει ο
Αριστοτέλης. «Δεν υπάρχει τίποτε πιο άνισο, από την ίση μεταχείριση των
ανίσων». Αργότερα το πήραν οι πατέρες της Εκκλησίας και μίλησαν για την αρετή
της διακρίσεως, μας είπαν ότι ο καθένας πρέπει να κρίνεται κατά το μέτρον
αυτού.
Πολύ αργότερα το υιοθέτησαν
και οι κοινωνιολόγοι της εκπαίδευσης και μας είπαν ότι αυτά τα «ίσων ευκαιριών»
είναι παραμύθια, αφού τα παιδιά δεν προσέρχονται στο σχολείο με το ίδιο
μορφωτικό κεφάλαιο και τις ίδιες δυνατότητες από τα σπίτια τους.
Μέχρι και το ΠΑΣΟΚ το
κατάλαβε και προσπάθησε να βάλει «κοινωνικά κριτήρια» στις προλήψεις, με
αποτέλεσμα να φορτωθεί το δημόσιο ένα σωρό υπαλλήλους που είχαν μεν μεγάλη
ανάγκη για εργασία, δεν είχαν όμως κανένα άλλο προσόν πέραν εκείνης.
Οι μόνοι που φαίνεται να μην
το καταλαβαίνουν είναι αυτοί που σκαρφίζονται «ενιαίους» φόρους, βάζοντας στο
ίδιο τσουβάλι τους «έχοντες και κατέχοντες» με τους… μη έχοντες αλλά
κατέχοντες.
Ελπίζω να με εννοείτε.
Φαίνεται ότι το κατάλαβαν
όμως οι βουλευτές μας, όχι γιατί τους κόβει ιδιαιτέρως, αλλά γιατί ο καθένας
επιθυμεί να εξυπηρετήσει τα ιδιαίτερα συμφέροντα των ψηφοφόρων της ιδιαίτερης
πατρίδας του ή της εκλογικής του περιφέρειας.
Και επειδή, ως γνωστόν, ζούμε
στην ωραιότερη χώρα του κόσμου, η οποία οφείλει την ομορφιά της στην τεράστια
ποικιλομορφία φυσικών τοπίων, γι’ αυτό και η κάθε εκλογική περιφέρεια έχει τις
δικές της ιδιαιτερότητες, είτε πρόκειται για τα κτήματα που υπάρχουν εκεί, είτε
για τα ακίνητα.
Ξεκίνησε λοιπόν μια
εκστρατεία από βουλευτές ή μάλλον πολλές διαφορετικές εκστρατείες εναντίον όχι
του νόμου αλλά του «ενιαίου» χαρακτήρα του.
Και πολύ σωστά έγινε. Δεν
είναι όλα τα ακίνητα της χώρα το ίδιο, υπάρχουν χίλιες δύο διαφορετικές
περιπτώσεις.
Ακόμη και στην ίδια περιοχή,
ακόμη και σε γειτονικούς δρόμους, ακόμη και με ίδιες «αντικειμενικές» αξίες,
δυο ακίνητα δεν μπορεί να αξιολογούνται το ίδιο και να καλούνται οι ιδιοκτήτες
τους να πληρώσουν το ίδιο φόρο, αφού μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική η
χρήση τους.
Το
άλλο πουλάκι:
Βίλες και στάνες γίνανε ένα!
Όταν τα παρατηρείς όλα από το
γραφείο σου στο Σύνταγμα και προσπαθείς να τα ελέγξεις από εκεί, είναι σίγουρο
ότι θα κάνεις τεράστια λάθη.
Σε κάποιες περιπτώσεις θα
αποφασίσεις ότι οι στάνες είναι βίλες και σε άλλες ότι οι βίλες είναι στάνες,
με αποτέλεσμα άλλοι να πληρώνουν άδικα και άλλοι να τη γλιτώνουν για ακόμη μια
φορά.
Αυτό, βεβαίως, στην… ιδανική
περίπτωση που αποφασιστεί ο νόμος να κάνει τελικώς κάποιες διακρίσεις και δεν
θα είναι ενιαία άδικος, αλλά άδικος κατά περίπτωση.
Ένας τρόπος υπάρχει να
ξεπεραστεί αυτό το ανυπέρβλητο, φαινομενικά, πρόβλημα.
Ο προφανής: να μην
χαρακτηρίζονται τα ακίνητα από κάποιους που κατοικοεδρεύουν στην πλατεία
Συντάγματος, αλλά από τοπικούς υπηρεσιακούς παράγοντες που έχουν τη δυνατότητα
επί τόπου ελέγχου και (πιο) αντικειμενικές εκτίμησης.
Διάβασα μια πρόταση που τη
βρήκα ενδιαφέρουσα. Τα λεφτά, λέει, που θα μαζέψει το κράτος από το (ενιαίο)
φόρο ακίνητης περιουσίας είναι όσα θα δώσει ως κρατική επιχορήγηση στην τοπική
αυτοδιοίκηση, στους δήμους δηλαδή όλης της χώρας.
Αν θα τα μαζέψει.
Διότι, έτσι όπως δείχνουν τα
πράγματα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ιδιοκτήτων που αντί να πάνε στην
εφορία τα χρήματα του φόρου, θα πάνε να παραδώσουν τους… τίτλους ιδιοκτησίας,
όπως έκαναν με τις πινακίδες των αυτοκινήτων τους.
Υπάρχει λοιπόν ένας επιπλέον
λόγος για… αποκέντρωση του προβλήματος. Ας δώσει το κράτος στους δήμους τη
δυνατότητα, αλλά και την ευθύνη, να μαζέψουν τον φόρο ακίνητης περιουσίας και
να κρατήσουν τις «εισπράξεις» έναντι της επιχορήγησης.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Τι θα κερδίσουμε μ’ αυτό;
Εμείς, προσωπικά, τίποτε.
Υπάρχει όμως περίπτωση πιο
αντικειμενικής και δίκαιης φορολόγησης, αφού στις μικρές ιδιαίτερα κοινωνίες οι
υπάλληλοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα και μπορούν να ελέγξουν καλύτερα τις
ενστάσεις σε περίπτωση που κάποιοι αδικούνται από το νόμο.
Αυτό που δεν μπορεί να κάνει
δηλαδή ένα υπουργείο από την Αθήνα μπορεί να το κάνει πολύ καλύτερα ένας δήμος,
αφού θα έχει να διαχειριστεί τα ζητήματα «επί τόπου» και να ξεχωρίσει τις βίλες
από τις στάνες πολύ πιο εύκολα.
Το ζήτημα είναι αν θα μαζέψει
και το χρήμα, αυτό όμως δεν θα πρέπει να απασχολεί το κράτος, την κεντρική
διοίκηση, αφού όσοι δήμαρχοι κάνουν τα στραβά μάτια και αρχίσουν να μειώνουν
τους φόρους, απλώς θα δουν να μειώνονται, τα έσοδα που θα έπαιρναν ως
επιχορήγηση, γεγονός που σημαίνει ότι θα μειωθεί και η παραγωγή έργου στο δήμο
τους ή ότι θα αναγκαστούν να αυξήσουν τα τέλη.
Τι λέτε; Γίνεται;
Φαντάζομαι ότι θα έχει
κάποιες τεχνικές δυσκολίες, πώς να οριστεί, ας πούμε, πόσο περίπου φόρο
ακίνητης θα εισπράττει ο κάθε δήμος, όμως είναι η μόνη ορατή λύση για μια
δικαιότερη διευθέτηση του προβλήματος με τις χιλιάδες διαφορετικές παραμέτρους.
Αν δεν γίνει, όλοι, μα όλοι,
θα φωνάζουμε πως αποτελούμε ιδιαίτερη περίπτωση και πως ο νόμος μάς αδικεί.
Όσο πιο κοντά, τόσο πιο… δίκαια! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου