ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Τρίτη 5 Μαΐου 2015

150505 ΕΥΡΗΜΑΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ξέρουμε τι θέλουμε;

Μεγάλη συζήτηση έγινε πάλι, τις τελευταίες μέρες, με αφορμή τις δημοσκοπήσεις, με τις οποίες εμείς οι πολίτες εκφράζουμε –υποτίθεται- τις απόψεις μας για διάφορα θέματα.
Μάλιστα τα Μέσα έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα αυτή τη φορά, με την αφορμή της σημειολογικής συμπλήρωσης 100 ημερών διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ.

Ως συνήθως, χάος.
Το ένα εύρημα δεν συμφωνεί με το άλλο και τα δύο μαζί έρχονται σε πλήρη αντίθεση με ένα τρίτο. Θέλουμε μια αντιμνημονιακή κυβέρνηση η οποία να διαπραγματευτεί με τους σκληρούς εκφραστές των μνημονίων. Συγχρόνως θέλουμε να αισθανόμαστε περήφανοι για τη διαπραγματευτική στάση της κυβέρνησης, όμως ζητάμε να καταλήξει σε συμφωνία πάση θυσία.

Μη σας παραξενεύουν όλα αυτά, έτσι ήμασταν πάντοτε σαν πελάτες. Θέλαμε κάτι «καλό και φτηνό», δηλαδή το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος με μηδαμινή απώλεια. Βέβαια, ακόμη περισσότερο μας άρεσε το τζάμπα όμως, σε κάποιο βαθμό, αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε ότι αυτό τελείωσε.

Από πού όμως πηγάζουν αυτές οι αντιφάσεις; Επιτρέψτε μου να εντοπίσω δύο εστίες. Η πρώτη είναι το γεγονός ότι ψηφίζουμε κάτι διαφορετικό από αυτό που… είμαστε.
Όπως πολύ σωστά, έχει επισημανθεί ότι δεν είναι (δεν μπορεί να είναι) φασίστες όλοι αυτοί που ψηφίζουν Χρυσή Αυγή, έτσι ισχύει και το ότι δεν είναι αριστεροί ριζοσπάστες όλοι όσοι ψήφισαν Ριζοσπαστική Αριστερά.

Όταν όμως είσαι μικροαστός και ψηφίζεις ένα αριστερό κόμμα, τότε δημιουργείς μια παραπλανητική εικόνα, αλλά κι ένα μεγάλο πρόβλημα, ιδίως αν το κόμμα αυτό σχηματίσει κυβέρνηση.
Πώς να εφαρμόσει αυτή η κυβέρνηση το πρόγραμμά της, όταν αυτό έρχεται σε αντίθεση με τον τρόπο ζωής και τις πεποιθήσεις ενός μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων της;

Μίλησα και για μια δεύτερη εστία. Διότι εδώ, αυτή τη φορά, έχουμε μια ακόμη πιο ιδιάζουσα περίπτωση. Το Αριστερό Ριζοσπαστικό κόμμα κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών και να γίνει κυβέρνηση, όχι εκθέτοντας απλώς τις θέσεις και το πολιτικό του πρόγραμμα, αλλά πείθοντάς τους πως «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός».

Το άλλο πουλάκι:
Ποιος είναι αυτός;

Μπορούμε –είπανε προεκλογικά- και να συγκρουστούμε με τους δανειστές, σταματώντας την «δουλική» αποδοχή των όρων τους, χωρίς να χάσουμε κάτι από τα κεκτημένα, να συνεχίσουμε να έχουμε αυτό το επίπεδο ζωής που οι μικροαστικές συνήθειές μας απαιτούν.
Δηλαδή, να συνεχίσουμε να παίρνουμε δανεικά, αφού αυτά μας εξασφαλίζουν το βιοτικό μας επίπεδο, χωρίς μέτρα ή χωρίς να χρειαστεί να τα αποπληρώσουμε.

Έτσι ήρθε και μπλέχτηκε το πράγμα.
Από τη μια έχουμε την ελληνική κοινωνία η οποία, όπως σημείωσε και ο Παύλος Τσίμας στα ΝΕΑ, πάνω από δύο δεκαετίες τώρα, μετατοπίζεται προς τα «δεξιά» του αξιακού χάρτη της κοινωνίας. Γίνεται δηλαδή πιο συντηρητική, ξενοφοβική, αναδιπλωμένη στον εαυτό της, φοβισμένη…

Από την άλλη η κοινωνία αυτή εμπιστεύεται τις τύχες της σε ένα κόμμα που (θέλει να) είναι της ριζοσπαστικής αριστεράς, όχι όμως ως τέτοιο, αλλά ως μια αντιμνημονιακή και εθνική (δηλαδή αντιευρωπαϊκή;) παράταξη, η οποία εγγυήθηκε ότι μπορεί να κρατήσει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο.

Αποτέλεσμα; Οι δημοσκοπήσεις!
Ποιο συγκεκριμένα; Οι πολίτες επικροτούν «συντηρητικές» επιλογές της κυβέρνησης και αποδοκιμάζουν τις πολιτικές εκείνες που αποτελούν δείγμα της… αριστεροσύνης και της… ριζοσπαστικότητας της.
Εννέα στους δέκα πολίτες συμφωνούν με την εκκένωση της Πρυτανείας από τους καταληψίες, ενώ μόνο τρεις στους δέκα με την μεταναστευτική πολιτική, και μόνο δύο στους δέκα με τον νόμο για τη δυνατότητα να εκτίουν μέρος της ποινής τους στο σπίτι κάποιο κατάδικοι.

Όλα αυτά έχουν ένα κοινωνιολογικό ενδιαφέρον, όμως στην πράξη δημιουργούν πολλά προβλήματα στη διακυβέρνηση της χώρας, αφού θέτουν στην κυβέρνηση το δίλημμα να εφαρμόσει την πολιτική της, δυσαρεστώντας τους συντηρητικούς της ψηφοφόρους, ή να κάνει το δικό τους κέφι, απαρνούμενη βασικές αρχές της.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Δεν είναι όμως μόνο αυτό.

Τα πράγματα θα ήταν κάπως πιο εύκολα αν και η κυβέρνηση, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, ήταν μια ομογενής ομάδα. Τώρα όμως το πρόβλημά της γίνεται μεγαλύτερο, αφού, αν ακολουθήσει τις επιθυμίες των συντηρητικών της ψηφοφόρων θα χάσει όχι απλώς την ταυτότητά του, αλλά και πολλούς… βουλευτές, άρα την εξουσία.

Τι κάνεις σε μια τέτοια περίπτωση; Απ’ ό,τι βλέπουμε, η κυβέρνηση, δηλαδή ο κύριος Τσίπρας, κάνει το χειρότερο που μπορεί. Πετάει τη μπάλα στην κερκίδα. Δεν αναλαμβάνει ευθύνες, στην ουσία δεν κυβερνάει τον τόπο.
Λες και περιμένει κάτι να γίνει.

Τελευταίο αποκούμπι, που θα τον βγάλει (νομίζει) από την ευθύνη να πάρει κάποιες αποφάσεις, είναι το δημοψήφισμα: «Πείτε μου τι θέλετε να κάνω».
Αυτό όμως είναι το ερώτημα στο οποίο απάντησαν οι πολίτες στις εκλογές του Ιανουαρίου: Θέλουμε να κάνεις αυτά που… υποσχέθηκες ότι μπορείς να κάνεις!

Ή…
Να βγεις και να πεις «παιδιά, αυτά δεν γίνονται. Μπορεί να είπαμε κάτι παραπάνω, όταν ήμασταν στην αντιπολίτευση, και πολλά παραπάνω προεκλογικά, όμως τώρα βλέπουμε πως η πραγματικότητα είναι διαφορετική».
Όσο για τους πολίτες, ας συνειδητοποιήσουν κι αυτοί πως πέρασε πια ο καιρός που ήσουν μικροαστός (ή και μεγαλοαστός) έχοντας την ψήφο στην Αριστερά ως άλλοθι για μια ήσυχη συνείδηση.
Γιατί τότε η Αριστερά εκείνη ήταν ένα μικρό αντιπολιτευτικό κόμμα. Ενώ τώρα;

Αντιφάσεις!

Δεν υπάρχουν σχόλια: