Το
ένα πουλάκι:
Πάει κι αυτό.
Για όσους περίμεναν πώς και
πώς τη συζήτηση της Παρασκευής στη Βουλή -σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων- το
αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να περιγραφεί με τη γνωστή φράση «μια από τα ίδια».
Και το ερώτημα παραμένει: Προς τι όλα αυτά;
Λες και κάποιοι εργάζονται με
όλες τους τις δυνάμεις προκειμένου να δώσουν την ευκαιρία στον Βενιζέλο, τώρα
που αποχωρεί αρκετά βήματα από το πολιτικό προσκήνιο, να ξεδιπλώσει το
κοινοβουλευτικό του ταλέντο και το ρητορικό του χάρισμα, δείχνοντας πόσο μεγάλη
διαφορά έχει από όλους τους άλλους μέσα στο παιχνίδι.
Σημειώστε ότι αυτά σας τα
λέει κάποιος που δεν έχει ψηφίσει ποτέ ούτε τον ίδιο ούτε το κόμμα του, όμως -τι
να κάνουμε;- κάποιες αλήθειες πρέπει να τις παραδεχόμαστε.
Δεν σας έχει τύχει να
παρακολουθείτε κάποιον παίκτη που δεν είναι στην ομάδα σας να κάνει «παπάδες»
και να λέτε από μέσα σας «κοίτα, ρε, το μπάσταρδο», δηλώνοντας έτσι την κρυφή
επιθυμία να τον είχατε με τη δική σας πλευρά;
Ο Βενιζέλος μπορούσε κι
έπαιζε μπάλα, όταν τον είχαν με την πλάτη στον τοίχο και τον χτυπούσαν από την
πλευρά της αντιπολίτευσης όλοι, μεταξύ των οποίων και πολλοί πρώην σύντροφοί
του.
Τώρα; Τώρα που τους έχει
αυτός στο καναβάτσο, τώρα που έχει στα πανιά του αυτός τον αέρα της
αντιπολίτευσης, άντε να τον σταματήσεις.
Ξέρω, το βλέπω στα μάτια σας.
Έχετε πολλές ενστάσεις τόσο για τον χαρακτήρα του Βενιζέλου, όπως τον γνωρίσαμε
από την πολιτική του διαδρομή, όσο και από το γεγονός ότι υπηρέτησε ένα κόμμα
το οποίο φέρει τεράστια ευθύνη για την κατάσταση στην οποία περιήλθε η
οικονομία, κυρίως όμως η ελληνική κοινωνία. Μιλώ για την εποχή πριν από την
κρίση και, εν μέρει, μετά από αυτήν.
Όμως τώρα η κουβέντα δεν
είναι γι’ αυτά. Είναι για την ικανότητα και το ταλέντο ενός πολιτικού να
αγορεύει, φέρνοντας τους αντιπάλους του σε δύσκολη θέση, κυρίως όμως δείχνοντας
πόσο «λίγοι» είναι σε μόρφωση αλλά και γενικότερη συγκρότηση. Τι τα θες, τι τα
γυρεύεις;
Το
άλλο πουλάκι:
Διάβασα ένα ωραίο.
Εμείς, λέει, η πλειονότητα
των ανθρώπων, αντιλαμβανόμαστε ως ευφυή κάποιον που είναι λίγο πάνω από τον
μέσο όρο. Εκείνους που βρίσκονται ακόμη ψηλότερα απλώς δεν τους αναγνωρίζουμε
κάτι τέτοιο. Μπορεί να βλέπουμε άλλα πράγματα σ’ αυτούς, για παράδειγμα το
ντύσιμο ή τα κιλά τους, όχι όμως το χάρισμα που διαθέτουν.
Ας αφήσουμε όμως το «λιβάνισμα»
του Βενιζέλου κι ας έρθουμε σε αυτή καθαυτή τη συζήτηση.
Ερώτηση πρώτη. Δεν είναι
ντροπή που άνθρωποι σαν τον Καμμένο όχι απλώς βρίσκονται στο Κοινοβούλιο, αλλά
και συμμετέχουν στο κυβερνητικό σχήμα;
Πόσο πιο χαμηλά να μας
οδηγήσει αυτός ο νέος διχασμός σε μνημονιακούς (κακούς) και αντιμνημονιακούς
(καλούς);
Το φωνάζουμε χρόνια τώρα,
ακόμα και την περίοδο που κάποιοι γοητεύονταν με τις… αμεσοδημοκρατικές
διαδικασίες στις πλατείες των πόλεων.
Να ένα από τα πιο θλιβερά
αποτελέσματα εκείνων των διαδικασιών.
Η πλήρης απαξίωση του «παλιού
κομματικού κόσμου» έφερε στο προσκήνιο τον Καμμένο.
Και η πολωνική λογική του
κυρίου Τσίπρα και των δικών του τον έκαναν κυβερνητικό εταίρο. Ξέρω πολλούς
εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ που δυσκολεύτηκαν να το καταπιούν, τι να σκέφτονται όμως τώρα
βλέποντας το ήθος και το ανάστημα του ανδρός στη Βουλή;
(Δεν συζητώ την περίπτωση να
υπάρχουν κάποιοι που τον θαυμάζουν και επικροτούν «καλά τους τα λέει». Κάτι
τέτοιους δεν τους θεωρώ παρά ξένα σώματα ακόμη και από αυτόν τον ΣΥΡΙΖΑ.)
Άσε που, σε επίπεδο θέσεων,
βρίσκεται στο άλλο άκρο από τον πρωθυπουργό, γεγονός που δικαιολογημένα έκανε
τον Βενιζέλο να αναρωτηθεί πολλές φορές αν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία που
να μπορεί να ψηφίσει και να στηρίξει οποιαδήποτε συμφωνία έρθει στη Βουλή.
Και
ένα τρίτο πουλάκι:
Ποιο είναι το σχέδιο;
Για μένα αυτό ήταν το κύριο
ερώτημα που απηύθυνε ο Βενιζέλος στον πρωθυπουργό.
Πράγματι, αν βάλουμε κάτω τα
πράγματα, αυτό ακριβώς είναι που λείπει από την πρόταση της κυβέρνησης.
Όχι προς τον δανειστές, προς
την ελληνική κοινωνία.
Αφού όλοι, πλέον κατάλαβαν
πως οι γελοιότητες (συγνώμη) τα «σχήματα λόγου» με τα σκισμένα μνημόνια και τα
νταούλια έλαβαν τέλος, εκείνο που όφειλε να κάνει πρωτίστως ο πρωθυπουργός ήταν
να δώσει στην ελληνική κοινωνία ένα νέο αφήγημα, ένα σχέδιο.
Να τους (μας) πει «κοιτάξτε,
αυτή είναι η κατάσταση τώρα και ορίστε η πρότασή μας, η οποία προβλέπει
συγκεκριμένα βήματα για να ορθοποδήσει η χώρα».
Αντ’ αυτού, ο κύριος Τσίπρας
επιμένει στο παραμύθι πως «υπάρχουν οι κακοί ξένοι και οι ντόπιοι εκπρόσωποί
τους που δεν μας αφήνουν να… σκίσουμε τα μνημόνια και δεν χορεύουν όταν βαράμε
τα νταούλια. Μας βάζουν τρικλοποδιές και θέλουν να μας παγιδεύσουν, ώστε να
δεχτούμε μέτρα τύπου… Χαρδούβελη. Όμως εμείς δεν ενδίδουμε τόσους μήνες τώρα
και έτσι φτάσαμε στο σημείο να προτείνουμε μόνοι μας ένα πιο… σκληρό πακέτο».
Έστω! Με ποια όμως προοπτική;
Με ποιο χρονοδιάγραμμα; Τι στόχο; Να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις και
των επόμενων μηνών; Και ύστερα; Τι περιμένουμε ότι θα γίνει;
Δεν υπάρχει χειρότερη
κατάσταση από εκείνη που οι παίκτες και οι φίλαθλοι δεν έχουν τίποτε να
περιμένουν παρά κοιτάνε το ρολόι για τη λήξη και φωνάζουν «σφύρα το, ρε».
Ενώ έχει πολύ παιχνίδι ακόμη!
Εκείνος κι εκείνοι! |
1 σχόλιο:
Ο Βενιζέλος θα μπορούσε να προσφέρει πολλά περισσότερα στην πατρίδα του αν έλεγε τόσο καιρό την αλήθεια. Πως δεν έγινε ποτέ διαπραγμάτευση επί των ημερών του. Όπως δεν έγινε και επί ΣΥΡΙΖΑ. Για τον απλούστατο λόγο πως αλλιώς αντιλαμβάνονται οι εταίροι μας τον όρο «διαπραγμάτευση» και αλλιώς εμείς. Για εμάς «διαπραγμάτευση» είναι κάτι που γίνεται είτε στα τέσσερα είτε χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι. Για τους εταίρους μας «διαπραγμάτευση» σημαίνει εύρεση «ισοδύναμων μέτρων». Τόσο απλά.
Δημοσίευση σχολίου