Το ένα πουλάκι:
Ας
ανακεφαλαιώσουμε.
Το
ξεκαθάρισμα του τηλεοπτικού τοπίου και η αδειοδότηση για τη νόμιμη λειτουργία
των καναλιών ήταν ενέργειες που έπρεπε να γίνουν εδώ και χρόνια, αφού το
καθεστώς που ίσχυε αποτελούσε ντροπή για τη χώρα και το πολίτευμά μας.
Ως εκ
τούτου, πολύ ορθά έπραξε η κυβέρνηση και προχώρησε τη διαδικασία. Τόσο όμως ο
τρόπος που έγινε ο διαγωνισμός, όσο και ο τελικός αριθμός των αδειών που
δόθηκαν αφήνουν πολλές υπόνοιες.
Δεν
πείθουν ότι η κυβέρνηση επεδίωξε απλώς τη νομιμότητα και το ξεκαθάρισμα του
τοπίου, αλλά μας επιτρέπουν να υποψιαζόμαστε πως μέσα στους στόχους της ήταν η
αλλαγή των παικτών, ώστε, στην καλύτερη περίπτωση, να έχει στο μέλλον η ίδια
μια πιο ευνοϊκή μεταχείριση από τα κανάλια.
Είδατε
πόσο προσεκτικά και ευγενικά το διατύπωσα;
Στους
στόχους της ήταν επίσης μια επικοινωνιακή εκμετάλλευση της όλης διαδικασίας,
ώστε να δοθεί η εντύπωση της «Αριστερής κυβέρνησης που τα βάζει με τους
μεγαλοκαναλάρχες».
Πράγμα
που δεν στέκει από μόνο του, αρκεί να σκεφτεί κανείς πως, σε άλλες χώρες, που
μόνο αριστερές κυβερνήσεις δεν είχαν, το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο είναι πολύ πιο
ξεκάθαρο και κάτω από αυστηρούς κανόνες εδώ και χρόνια. Είναι απλώς θέμα
εφαρμογής των νόμων και λειτουργίας των θεσμών.
Και
με τη διαπλοκή;
Η
διαπλοκή είναι ένα νοσηρό φαινόμενο που δεν εξαρτάται ούτε από τον αριθμό των
καναλιών που λειτουργούν, ούτε από το αν αυτά έχουν προσωρινή ή δεκαετή άδεια. Για
την καταπολέμησή της απαιτείται δέσμη μέτρων που μπορεί να ξεκινά από τον
πλαίσιο λειτουργίας των Μέσων και να φτάνει μέχρι τον εκλογικό νόμο.
Κυρίως
απαιτείται πολιτική βούληση και αλλαγή νοοτροπίας των κομμάτων, που δεν πείθουν
όταν από τη μια ξιφουλκούν κατά της διαπλοκής και από την άλλη ποντάρουν στο λαϊκισμό,
δηλαδή όχι την πραγματικότητα αλλά την εικόνα, που τον εκτρέφει.
Και,
σε κάθε περίπτωση, μια «κακή» ή «παλιά» διαπλοκή δεν μπορεί να καταπολεμηθεί αντικαθιστάμενη
από μια άλλη, «καλή» ή «νέα». Δυστυχώς, και οι πλέον αφελείς ή καλόπιστοι
βλέπουν ότι κάτι τέτοιο πήγε να στηθεί (ή, τουλάχιστον, αυτό προέκυψε) με τη
διαδικασία δημοπράτησης των αδειών.
Το άλλο πουλάκι:
Δείτε
ποιοι πήραν τις άδειες!
Με
μια πρόχειρη ματιά στα βιογραφικά και τις σχέσεις τους με το δημόσιο και τη
δικαιοσύνη, καταλαβαίνεις ότι οι άνθρωποι είναι αυτό που λέμε «βίος και πολιτεία»,
για να μη χρησιμοποιήσω το πιο καυστικό «από όπου να τους πιάσεις λερώνεσαι!»
Θυμίζω
ότι το μακρινό «βρώμικο ‘89», οι πρώτες άδειες δόθηκαν (χαρίστηκαν) σε
ανθρώπους του Τύπου, σε εκδότες, που ήταν χρόνια στο κουρμπέτι και είχαν σχέση
με την ενημέρωση, ήταν τουλάχιστον το αντικείμενο της δουλειάς τους.
Τώρα
οι άδειες πουλήθηκαν σε εφοπλιστές, εργολάβους και ανθρώπους του ποδοσφαίρου,
δηλαδή σε ό,τι πιο πιθανό υπάρχει που έχει λόγους να καλλιεργεί κάποιο προφίλ
μέσω της τηλεόρασης, να απευθύνεται σε πολιτικούς ή αθλητικούς… «οπαδούς» και,
φυσικά, να διαπλέκεται με την εκάστοτε κυβέρνηση.
Αυτός
είναι ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση αξιοποίησε ένα «δημόσιο αγαθό», τις
συχνότητες εκπομπής σήματος; Τονίζω το… δημόσιο αγαθό γιατί τα ίδια τα κυβερνητικά
στελέχη χρησιμοποίησαν πολλάκις τον όρο ως επιχείρημα για το ότι οι άδειες δεν
μπορεί να προσφέρονται δωρεάν.
Πολύ
σωστά! Όμως πώς είναι δυνατόν να μη μας ενδιαφέρει σε τι χέρια πέφτει ένα
δημόσιο αγαθό, οποιοδήποτε; Πώς είναι δυνατόν να ισχύει ως μόνο κριτήριο το
ύψος της «προσφοράς» και όχι το ποιος είναι αυτός που πλειοδοτεί και τι
σκοπεύει να κάνει με την άδεια;
Μας
ενδιαφέρει η υγιής επιχειρηματικότητα; Μας ενδιαφέρει η ποιότητα των προγραμμάτων;
Τότε πώς θα δικαιολογήσουμε μια διαδικασία που αφήνει από έξω τον πιο εύρωστο οικονομικά
σταθμό, που, επιπλέον, έχει και τα πιο δημοφιλή προγράμματα; Που, ακόμη πιο
επιπλέον, πρόσφερε πολλά περισσότερα από άλλους που πήραν άδεια;
Προς
θεού, δεν υπερασπίζομαι κανέναν επιχειρηματία. Προσπαθώ μόνο να αποδείξω ότι τόσο
το σκεπτικό όσο και οι χειρισμοί της κυβέρνησης από κάπου μπάζουν. Προσπαθώ να «διαβάσω»
τις αντιφάσεις, που είναι προφανέστατες, στα λόγια και τις πράξεις τους.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τέλος,
δεν είπαμε τίποτα για το «μαύρο».
Το
διαφαινόμενο δηλαδή κλείσιμο των καναλιών που δεν έχουν άδεια και το γεγονός
ότι θα οδηγηθούν στην ανεργία τόσοι εργαζόμενοι.
Θα
ρωτήσει κάποιος: Μα, αυτό δεν είναι μέσα στους κανόνες της αγοράς; Χιλιάδες δεν
είναι οι επιχειρήσεις που κλείνουν και οι άνθρωποι που μένουν καθημερινά στο
δρόμο;
Ασφαλώς,
και είναι τραγικό. Είναι άλλο όμως να κλείσει μια επιχείρηση επειδή δεν άντεξε
στον ανταγωνισμό, επειδή δεν μπόρεσε να βρει τα κεφάλαια που απαιτούνταν για τη
λειτουργία της ή επειδή δεν πήρε έγκαιρα όλα τα μέτρα που θα την θωράκιζαν στην
κρίση και εντελώς άλλο να κλείνει με… απόφαση της κυβέρνησης.
Διότι
τώρα, ουσιαστικά, κάτι τέτοιο γίνεται. Ακόμη και κανάλια που δεν έχουν
ιδιαίτερες οικονομικές δυσκολίες «πρέπει» να κλείσουν, διότι κάποιος υπουργός
αποφάσισε πως «δεν τα σηκώνει η ελληνική αγορά». Το αποφάσισε ο υπουργός και
όχι η ίδια η… αγορά!
Να
δείτε που, αν χρειαστεί να φτάσουμε σε εκείνο το σημείο (διότι αναμένονται και
αποφάσεις του ΣτΕ για τη συνταγματικότητα του πράγματος) αυτό θα είναι και το
ισχυρότερο πλήγμα για την κυβέρνηση.
Προς
τι, λοιπόν, όλα αυτά;
Νομίζω
πως, μετά από όσα είπαμε τόσες μέρες, ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά
του και να κρίνει όσους αποφάσισαν και σχεδίασαν το νέο τηλεοπτικό τοπίο.
Σήμα τέλους! |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου