Το ένα πουλάκι:
Δυο
άσχετες μεταξύ τους ιστορίες…
Η
πρώτη μάς έρχεται από τη μακρινή Νέα Υόρκη. Μας τη μετέφερε ένας πατριώτης,
νέος άνθρωπος, που έψαξε να βρει δουλειά ως μπάρμαν ή σερβιτόρος σε ένα μπαρ
στο Μανχάταν.
Να
πούμε ότι δεν μιλάμε για κανένα μαγαζί
της σειράς, αλλά για ένα από τα πέντε μπαρ μιας πολύ γνωστής (στη Νέα Υόρκη)
«αλυσίδας», στα οποία για να μπεις πρέπει να κρατήσεις θέση εβδομάδες πριν.
Μας
έλεγε, λοιπόν, το πατριωτάκι για τον τρόπο με τον οποίο επιλέγονται οι
εργαζόμενοι εκεί. Υπάρχουν δυο φάσεις, η προκριματική και η τελική, μια και
είμαστε σε εποχή που τα περισσότερα πρωταθλήματα κλείνουν μ’ έναν τέτοιο τρόπο.
Στην
πρώτη φάση, η διαδικασία επιλογής είχε ανατεθεί σε μια εταιρεία που ειδικεύεται στην επιλογή
στελεχών για τρίτους. Οι «εξωτερικοί αξιολογητές», λοιπόν, συγκέντρωναν τα
βιογραφικά και πραγματοποιούσαν τις συνεντεύξεις.
Σ’
αυτές μπορούσαν να ρωτήσουν τον υποψήφιο οτιδήποτε που θα τους βοηθούσε να σχηματίσουν
μια εικόνα για την προσωπικότητά του. Από το πού πήγαινε διακοπές μικρός και τι
βιβλία του αγόραζαν οι γονείς του…
Μέχρι
ποιες ταινίες και ποιες θεατρικές παραστάσεις του έκαναν εντύπωση. Από το ποια
είναι η άποψή του για την υπερθέρμανση του πλανήτη, μέχρι τη γνώμη του για την
έθνικ μουσική σκηνή.
Όταν,
λοιπόν, έκριναν ότι έχει τα προσόντα να εργαστεί σε ένα τέτοιο μπαρ, τον
προωθούσαν για τη δεύτερη φάση της αξιολόγησης, που είναι και εκείνη που μας
ενδιαφέρει περισσότερο. Στη συνέχεια θα καταλάβετε γιατί.
Σ’
αυτή τη φάση, ο υποψήφιος συναντούσε έναν από τους παλαιότερους «μπαρ
μάνατζερ», ο οποίος είχε περάσει μια ολόκληρη ζωή μέσα σε τέτοια μαγαζιά και
είχε διασχίσει όλη την ιεραρχία, από κάτω μέχρι την κορυφή.
Αυτός
έκανε μία και μοναδική ερώτηση στον υποψήφιο: «Τι νομίζεις ότι μπορεί να γίνει
για να πάει αυτό το μαγαζί καλύτερα;» Δηλαδή εσύ τι θα άλλαζες, αν είχες την
ευθύνη της πορείας της επιχείρησης.
Ήθελε,
δηλαδή, έναν υπάλληλο, όχι απλώς να έχει τα προσόντα που είχαν αξιολογήσει οι
άλλοι στην πρώτη φάση, ούτε μόνο καλό διεκπεραιωτή, αλλά που να μπορεί να πάρει
πρωτοβουλίες για τον χώρο στον οποίο θα εργαστεί.
Το άλλο πουλάκι:
Κρατήστε
το αυτό και πάμε παρακάτω.
Στη
δεύτερη ιστορία, φαινομενικά άσχετη με την πρώτη. Αυτή μάς τη μετέφερε μια
δασκάλα που είχε πρωτοεργαστεί στα
χρόνια που οι σχολικοί σύμβουλοι αντικατέστησαν τους επιθεωρητές.
Υπηρετούσε
τότε σε ένα μικρό σχολείο, κάπου στην ελληνική μεθόριο, και μια μέρα δέχτηκε
την επίσκεψη ενός σχολικού συμβούλου. Εκείνος, θέλοντας να δει πώς πάνε οι
μαθητές, τους ζήτησε να λύσουν ένα πρόβλημα γεωμετρίας.
Επιδιώκοντας
μάλιστα να εκμεταλλευτεί τα βιώματα των παιδιών, τους ζήτησε να βρουν την
περίμετρο ενός ορθογώνιου χωραφιού, του οποίου τους έδωσε το πλάτος και τους
είπε ότι έχει διπλάσιο μήκος.
Τα
παιδιά έλυσαν το πρόβλημα και ο σχολικός σύμβουλος, εμφανώς ικανοποιημένος, έσπευσε
να συγχαρεί τη δασκάλα για τη δουλειά της. Τότε εκείνη του είπε κάτι που τον άφησε
σύξυλο:
«Αυτά,
κύριε σύμβουλε, τα έχουν μάθει. Θέλετε να τους ρωτήσω εγώ κάτι που δεν ξέρουν ή
κάτι στο οποίο δυσκολεύονται, για να μου πείτε πώς να τους το διδάξω, μπας και
το καταλάβουν;»
Ο
σχολικός σύμβουλος, αφού ξεπέρασε το σοκ, είπε στη νεαρή δασκάλα ότι πρώτη φορά
συναντά περίπτωση που κάποιος αποκαλύπτει οικειοθελώς τις… αδυναμίες του, προκειμένου
να βρει βοήθεια για να κάνει καλύτερα τη δουλειά του.
«Βέβαια»,
συνέχισε, «αυτό μάλλον άνθρωπο με αυτοπεποίθηση δείχνει, και τέτοιους χρειάζεται
η εκπαίδευση. Ανθρώπους που γνωρίζουν τα δυνατά τους σημεία, αλλά και τις αδυναμίες
τους, και προσπαθούν να βελτιωθούν».
Τόνισε
όμως και το γεγονός ότι οι δάσκαλοι δεν έχουν πλέον τίποτε να φοβούνται από την
«αξιολόγηση», αφού ο νέος θεσμός του σχολικού συμβούλου είναι πολύ διαφορετικός
από εκείνον του επιθεωρητή.
Τώρα οι
δάσκαλοι μπορούν να τους εμπιστεύονται με μεγαλύτερη ευκολία, αφού οι σύμβουλοι
έχουν καθαρά αρμοδιότητες παιδαγωγικής καθοδήγησης κι όχι αξιολογικές, διοικητικές
ή πειθαρχικές.
«Αλήθεια;
Αυτό δεν το ήξερα», είπε η δασκάλα και έστειλε τον σύμβουλο για μια δεύτερη φορά,
μέσα σε λίγα λεπτά. Και όντως δεν το γνώριζε τότε!
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Προς
τι αυτές οι ιστορίες;
Τις
θυμηθήκαμε πάλι προχθές, καθώς ξανανοίγει η κουβέντα για την αυτοαξιολόγηση της
σχολικής μονάδας και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Δηλαδή
μια διαδικασία κατά την οποία οι εκπαιδευτικοί ενός σχολείου θα θέτουν στον εαυτό
τους το ερώτημα εκείνο που θέτει στους υποψήφιους εργαζόμενους ο «μπαρ μάνατζερ»
της πρώτης ιστορίας μας.
«Τι
πιστεύουμε ότι πρέπει να αλλάξει για να λειτουργεί καλύτερα το σχολείο μας;»
Εννοείται,
από εκείνα που περνούν από το δικό τους χέρι. Διότι είναι πολύ εύκολο να πετάς
τη μπάλα στην κερκίδα, να λες «15% για την Παιδεία» και να μην κάνεις τίποτε.
Έπειτα
είναι η αξιολόγηση των ίδιων των εκπαιδευτικών. Για την οποία, η περίπτωση της
δασκάλας της δεύτερης ιστορίας μας μπορεί να μας πει πολλά.
Ποιοι,
για παράδειγμα, και γιατί φοβούνται την αξιολόγηση και ποιοι δεν την θέλουν για
άλλους, δικούς τους λόγους;
Το
θέμα είναι πολύ μεγάλο και δεν τελειώνει σε μια κουβέντα. Εξάλλου είχαμε αναφερθεί
σ’ αυτό εκτεταμένα, όταν ξαναβρισκόταν στην επικαιρότητα. Να είστε σίγουροι ότι
θα τα ξαναπούμε.
Γιατί
όλα εδώ… αξιολογούνται!
Να δείτε που αυτή θα είναι καλή!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου