ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

141031 ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Με αφορμή ένα ρεσιτάλ…

Ήθελα εδώ και καιρό να σας μιλήσω γι’ αυτό το θέμα, όμως μια με το ένα, μια με το άλλο, πέρασαν οι μέρες. Είχαμε και τα επετειακά, πού να τα προλάβεις όλα!
Αλήθεια, τώρα που το έφερε η κουβέντα, είναι πολλοί οι φίλοι που αναρωτιούνται, μεγαλοφώνως, πού βρίσκουμε ένα θέμα κάθε μέρα για σχολιασμό.

Δεν είναι δύσκολο, φίλοι μου, αρκεί να έχεις στραμμένο το βλέμμα σου προς τα έξω και, φυσικά, να μην περιμένεις να ενημερωθείς από τα δελτία των οκτώ.
Εξάλλου, το είπαμε πολλές φορές. Συχνά η άξια σχολιασμού είδηση κρύβεται πίσω από τις πρώτες αράδες (για να χρησιμοποιήσω μια «τυπογραφική» λέξη, όπως θα έλεγε και ο αείμνηστος εκδότης μας ο Νίκος) και εκείνη πρέπει να αναζητάς.

Τα άξια σχολιασμού γεγονότα είναι πάρα πολλά, όμως ο χρόνος μας είναι περιορισμένος. Πώς είπατε; Φυσικά. Ο χώρος είναι κι αυτός χρόνος, εξάλλου εμείς μιλάμε, δεν γράφουμε, οπότε έχουμε ανάγκη χρόνου, ο οποίος ποτέ δεν φτάνει.

Ένας εναλλακτικός τρόπος θα ήταν να ασχολούμαστε καθημερινά με περισσότερα θέματα, όμως τότε θα ήταν πολύ επιφανειακή και πιο διεκπεραιωτική η κουβέντα μας. (Με την έμφαση στο «πολύ» και στο «πιο»).

Πίσω από τις πρώτες αράδες, λοιπόν.
Διάβαζα το βιογραφικό σημείωμα του συμπολίτη μας πιανίστα Σταύρου Λαπαρίδη και στάθηκα σε κάτι που το βλέπουμε στα αντίστοιχα σημειώματα όλων των μουσικών: Αναφέρουν ονομαστικά, έναν έναν, όλους τους δασκάλους τους, που θεωρούν σπουδαίους.

Αυτό θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πώς γίνεται προκειμένου να αναδειχθεί η σοβαρότητα των σπουδών που έχουν κάνει.
Νομίζω όμως πως δεν είναι έτσι ή δεν είναι μόνον έτσι. Γιατί οι σπουδές αναδεικνύονται και με μόνη την αναφορά στη σχολή που φοίτησε κάποιος ή στον τίτλο που απέκτησε.

Η αναφορά όμως στο όνομα του δασκάλου κρύβει οπωσδήποτε και κάτι άλλο.
Δείχνει τον σεβασμό προς το πρόσωπό του και την υπερηφάνεια για τη μαθητεία υπό το βλέμμα του.
Πόσοι από εμάς μπορούμε να πούμε το ίδιο και να αισθανθούμε κάτι αντίστοιχο για κάποιους από τους δασκάλους μας;

Το άλλο πουλάκι:
Που είναι σίγουρο ότι υπήρξαν.

Αν ψάξουμε βαθιά μέσα μας θα δούμε πως κάποιοι από τους δασκάλους μας, από το δημοτικό -συγνώμη, από το Νηπιαγωγείο- μέχρι το Πανεπιστήμιο, έπαιξαν έναν ιδιαίτερο ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας.
Βλέπετε; Δεν λέω στη μόρφωσή μας, που κι αυτό, από μόνο του, δεν θα ήταν λίγο.

Πρέπει να ψάξουμε όμως, να σκαλίσουμε το μαθητικό μας παρελθόν, και, μέσα στο πλήθος εκείνων που ανέλαβαν να μας διδάξουν κάτι, να ξεχωρίσουμε μια, δυο μορφές που… ξεχωρίζουν.
Όμως και πάλι αυτό δεν είναι αρκετό, διότι θα πρόκειται για μια καθαρά προσωπική σχέση.

Θα είχε ιδιαίτερη αξία να μπορούμε να αναφέρουμε αυτούς τους δασκάλους και η αναφορά αυτή να έχει νόημα για όσους την ακούν.
Είχε μαθηματικό τον τάδε! Ή, δασκάλα μου στο δημοτικό ήταν η κυρία Χ! Και οι υπόλοιποι, στο άκουσμα αυτών των ονομάτων να με καλοτυχίζουν και να σκέφτονται κιόλας από μέσα τους αν στάθηκα άξιος μαθητής ή όχι.

Για να συμβεί κάτι τέτοιο, θα έπρεπε οι δάσκαλοι αυτοί να είχαν ένα όνομα το οποίο θα ήταν αποδεκτό από όλους, ενώ η καλή τους φήμη θα είχε προέλθει από πολλές αντίστοιχες αναφορές και άλλων αξιόλογων μαθητών τους.
Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.

Δεν ξέρω τον λόγο, πιθανότατα να ισχύει πως δεν είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε την αξία της μαθητείας σε έναν σπουδαίο δάσκαλο, τη στιγμή που συμβαίνει. Συνήθως είμαστε πολύ μικροί ή την αφήνουμε να παρασυρθεί ανάμεσα σε πολλές άλλες αρνητικές εικόνες, από άλλους δασκάλους, ή από το σχολείο γενικά.
Όταν έρθει η ώρα να συνειδητοποιήσουμε πόσο τυχεροί υπήρξαμε, είμαστε ήδη μεγάλοι, πιθανότατα οι άξιοι δάσκαλοί μας να μη βρίσκονται πλέον στη ζωή.

Κρίμα όμως! Μια τέτοια αναγνώριση θα ήταν η μεγαλύτερη αμοιβή για ανθρώπους που τίμησαν τη δουλειά τους, που έβγαλαν από τα χέρια τους άξιους μαθητές, που πλούτισαν την κοινωνία με ανθρώπους.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ποιοι όμως είναι οι δάσκαλοί μας;

Χωρίς να θέλω, μου έρχονται στο νου τα λόγια του Διονύση Σαββόπουλου, από το «Μην πετάξεις τίποτα» (1994):
Κι όπως μεγαλώνουμε
κι όμορφα παλιώνουμε
θα ‘θελα η καρδιά μου να κριθεί
από τους δασκάλους μας 
μικρούς μας και μεγάλους μας 
όσους προπαντός έχουν για πάντα κοιμηθεί.

Εξαίρετα λόγια. Δε μπορώ να αντισταθώ στο να σας θυμίσω και το παρακάτω:
Κι όταν, καλή ώρα, φεύγουν φίλοι και κοινό
και μονάχος μένω στο κενό
νιώθω να μου φέγγουν απ’ τις όχθες τις πλαϊνές
κάτι φαναράκια, των δασκάλων μου οι σκιές.
Φέγγουν οι αθάνατοι
σ’ ένα βυσσινί βαθύ
χαίρε η Ελληνίς ανατολή
Κι από το σκοτάδι πλάι 
η μορφή τους μας κοιτάει
και χαμογελάει βουρκωμένη, θεϊκή.

Έτσι ακριβώς τη φαντάζομαι κι εγώ τη μορφή των δασκάλων μας. Πάντα βουρκωμένη και θεϊκή. Κι όχι μόνο των μεγάλων μας, εκείνων που εννοεί ο Νιόνιος, μα κυρίως των μικρών των «ανώνυμων», που ούτε κι εμείς οι ίδιοι μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πόσο ευεργετική ήταν η παρουσία τους στη ζωή μας.

Αναρωτιέμαι…
Μπορεί η ευγνωμοσύνη να φτάσει εκεί που θέλεις, μπορεί να γίνει αντιληπτή, χωρίς ποτέ να την εκφράσεις με λόγια, χωρίς ποτέ να… εκφωνηθεί ή να γραφεί σε κάποιο χαρτί;
Ελπίζω πως ναι. Διαφορετικά οι άξιοι δάσκαλοί μας δεν θα αντιληφθούν ποτέ τι αισθανόμαστε γι’ αυτούς, πόσα τους χρωστάμε.

Ή μήπως, επειδή ακριβώς είναι άξιοι, και επειδή ακριβώς είναι δάσκαλοι, γνωρίζουν καλά ότι δεν τους χρωστάει κανείς τίποτε;

Εις μνήμην...

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

141030 Α-ΚΑΝΟΝΙΣΤΟ

Το ένα πουλάκι:
Πώς τα φέρνει η κουβέντα…

Από αλλού το ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, άλλο θέλεις να πεις, να επισημάνεις, και άλλο σου προκύπτει.
Ειδικά όταν στην κουβέντα μπαίνουν άνθρωποι πιο ειδικοί, με μεγαλύτερη πείρα, με περισσότερες γνώσεις.

Τι λέγαμε, λοιπόν;
Φέρνοντας ως παράδειγμα την Ιστορία και τα Μαθηματικά, εστιάζαμε στο γεγονός πως το ελληνικό σχολείο αποφεύγει να δώσει στα παιδιά κάποιους «κανόνες», κάποιες βασικές γνώσεις, που θα τους βοηθήσουν να οικοδομήσουν σιγά σιγά ένα ευρύτερο γνωστικό σύνολο.

Οι μαθητές δεν μαθαίνουν χρονολογίες, ονόματα, δεν μαθαίνουν καν την προπαίδεια ή πώς να εκτελούν τέσσερις πράξεις, με το σκεπτικό ότι αυτά «δεν χρειάζονται»!
Δεν μαθαίνουν, με την έννοια του ότι δεν δίνεται σ’ αυτά η προσοχή που δινόταν παλαιότερα.
Υποτίθεται ότι την προπαίδεια και τις πράξεις τις κάνουν και τα κομπιουτεράκια, ενώ όποιο όνομα ή χρονολογία θέλει να δει κανείς, δεν έχει παρά να το «γκουγκλάρει» και να δει τι θα του βγάλει η αναζήτηση.

Προσοχή εδώ, γιατί μπορεί να παρεξηγηθούμε πάλι και να αρχίσουν οι καταγγελίες, οι αναγγελίες και οι εξαγγελίες.
Τα παραδείγματα που αναφέρω είναι για να δούμε «πώς λειτουργεί το σύστημα» κι όχι για να αποδώσουμε ευθύνες σε μαθητές και δασκάλους.

Προφανώς υπάρχουν παιδιά που ξέρουν την προπαίδεια και δάσκαλοι που καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να τους τη μάθουν. Το γενικό πνεύμα όμως είναι πως η αποστήθιση, κάθε αποστήθιση, είναι περιττή και βάζει τα παιδιά σε κόπο χωρίς νόημα.

Αν ρωτήσετε τους σύγχρονους παιδαγωγούς, θα σου πουν πως «σημασία έχει η κριτική σκέψη», πως πρέπει να εστιάσουμε στο «να μαθαίνουμε στα παιδιά πώς να μαθαίνουν», πώς πρέπει να δώσουμε προσοχή στη «μεταγνώση», με λίγα λόγια να αποφεύγουμε οτιδήποτε είναι ή μπορεί να φανεί «καταπιεστικό», προκειμένου να μην αποθαρρύνουμε τους μαθητές, αλλά να τους καλλιεργήσουμε την αγάπη για μάθηση.

Αποτέλεσμα;
Τα παιδιά βγάζουν το Δημοτικό και το Γυμνάσιο, χωρίς να έχουν αποστηθίσει τίποτε. Μόνο στο Νηπιαγωγείο μαθαίνουν απ’ έξω κάποια ποιηματάκια, γιατί εκεί δεν ξέρουν ακόμη να τα διαβάζουν. Από εκεί και πέρα όμως, ακόμη και ένα ποίημα στις γιορτές, ένα τραγούδι, τους το δίνουμε γραμμένο, να το διαβάζουν από μέσα, μη τυχόν και καταπιεστούν.

Το άλλο πουλάκι:
Αφήνουμε το Λύκειο.

Όπου, προκειμένου να δώσουν εξετάσεις, αποστηθίζουν βιβλία ολόκληρα, επί λέξει, τα οποία όμως ξεχνούν την επομένη των διαγωνισμών.
Προσέξτε τώρα έναν διάλογο. Τον διαβάσαμε στην «Καθημερινή» και είναι απόσπασμα από σκέψεις που αντάλλαξαν ο Γάλλος φιλόσοφος Λουκ Φερί με τον γνωστό πολιτικό Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, με αφορμή μια συζήτηση για τα σαράντα χρόνια από τον Μάη του ’68.

Γράφει ο Λουκ Φερί στον «Νουβέλ Ομπσερβατέρ»:
«Η “νέα παιδαγωγική” του 1968 προκρίνει τις καινοτόμους μεθόδους, τις παιδαγωγικές ασκήσεις που καλλιεργούν την εφευρετικότητα, τον αυθορμητισμό, τη δημιουργικότητα του παιδιού. Φυσικά οι προθέσεις είναι αγαθότατες.

Απλώς ξεχάσαμε πως ορισμένα πράγματα (όπως η γλώσσα η πολιτικότητα) δεν είναι δυνατόν παρά να παραδοθούν στο παιδί ως τμήμα μιας παράδοσης.

Πιστέψαμε ότι, για να εργαστούν τα παιδιά θα πρέπει πρώτα να τους κινήσουμε το ενδιαφέρον. Προσπαθήσαμε να γοητέψουμε τα παιδιά, να τα “αγκιστρώσουμε” μέσω ενός είδους “παιδαγωγικής της σαγήνευσης”: Επιχειρήσαμε να προσελκύσουμε πρώτα τα παιδιά, και μετά να τα βάλουμε να δουλέψουν.

Η θέση μου είναι πως τα πράγματα συμβαίνουν ανάποδα: πρώτα δουλεύουμε, μετά ενδιαφερόμαστε για το αντικείμενο της εργασίας μας. Επιπλέον, δυστυχώς, δεν γίνεται να υπάρξει γνώση χωρίς κόπο».
(Καθημερινή, 26/10/20914, «Η παιδεία βοηθά την ανάπτυξη» του Πάσχου Μανδραβέλη.)

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι μας λέει όλο αυτό;

Καλή η κριτική σκέψη, όμως για να κρίνεις κάτι πρέπει να το γνωρίζεις. Δεν μπορείς να μιλάς για τις επιπτώσεις της Γαλλικής Επανάστασης, αν δεν γνωρίζεις τι ήταν η Γαλλική Επανάσταση, πότε έγινε, μέσα σε ποιο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, τι προηγήθηκε, ποιοι πρωταγωνίστησαν, τον ρόλο του καθενός…

Θα το πω και πάλι. Δεν μιλώ για λεπτομερή αποστήθιση, για συσσώρευση περιττών γνώσεων, όμως κάποια βασικά πράγματα, ένα σκελετό για κάθε γνωστικό αντικείμενο, πρέπει να τον διαθέτει ο μαθητής, ώστε να μπορεί να κινείται με άνεση στις βασικές γνώσεις, και να μην χρειάζεται να τις ανακαλύπτει κάθε φορά από την αρχή.

Είπαμε για τη χαρά της ανακάλυψης, πόσες φορές όμως θα χαρείς «ανακαλύπτοντας ότι πέντε φορές το τρία είναι τρία και τρία και τρία και τρία και τρία. Από ένα σημείο και μετά πρέπει να ξέρεις ότι κάνει δεκαπέντε, για να μπορέσεις να πας παραπέρα.

Εξάλλου, η γνώση «κανόνων» μας βοηθά να συνεννοούμαστε, μας λύνει τα χέρια, μας αφήνει χρόνο για νέες ανακαλύψεις. Είναι προτιμότερο να μάθεις στον μαθητή ότι «τα ουδέτερα σε –ο γράφονται με όμικρον» (αφού του έχεις μάθει τι είναι ουδέτερα), παρά να του λες «οι λεξούλες που παίρνουν μπροστά το “το” και τελειώνουν σε –ο, γράφονται με όμικρον».

Και να σου γράφει… «το ξέρο»!

Πάντως, θεωρώ ότι τα τελευταία χρόνια γίνονται και κάποιες προσπάθειες να ξεφύγει η εκπαίδευση από τον «στραβό δρόμο» που πήρε με τη «νέα παιδαγωγική του 1968». Δεν είναι τυχαίο ότι κάνουμε δημόσια αυτή την κουβέντα σήμερα
Ωστόσο, υπάρχει ακόμη δρόμος μέχρι να δεχτούμε πως πρώτα γνωρίζεις κάτι, όσο δυνατόν καλά, και μετά το αγαπάς.
Διαφορετικά…

Στοιχειώδες, που θα έλεγε κι ο Σέρλοκ Χολμς.

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

141029 ΕΠΕΤΕΙΑΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Πόση ιστορία μας ανήκει;

Λένε πως, στη χώρα μας, παράγουμε περισσότερη Ιστορία από όση μπορούμε να καταναλώσουμε. Είναι τόσα πολλά και τόσα σημαντικά τα ιστορικά γεγονότα, τόσα τα πρόσωπα, τόσοι οι χώροι με μνήμες, ώστε θα πρέπει κανείς να σπουδάσει ειδικά και να μελετά μια ζωή, προκειμένου να τα γνωρίζει.

Από το σημείο αυτό όμως μέχρι το γνωστό «ανέκδοτο» των ημερών, τις απαντήσεις στο «τι γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου;», υπάρχει τεράστια απόσταση.
Αλήθεια, τι γιορτάζουμε, τι γιορτάσαμε χθες, προχθές, με παρελάσεις, δοξολογίες, καταθέσεις στεφάνων, ποιήματα, θεατρικά και διάφορες άλλες εκδηλώσεις;

Γιορτάζουμε το «ΟΧΙ»; Γιορτάζουμε το «έπος του «40»; Γιορτάζουμε την «ηρωική αντίσταση του λαού μας κατά των φασιστών και των ναζιστών»; Γιορτάζουμε την ύψιστη (και μοναδική;) στιγμή εθνικής ομοψυχίας στα νεότερα χρόνια»;

Είναι αλήθεια πως η Ιστορία διδάσκεται στα παιδιά, αλλά και στους μεγαλύτερους, με πολλούς τρόπους. Ο ένας είναι μέσα από το αντίστοιχο μάθημα και τα διδακτικά βιβλία, εννιά χρόνια, κατά την εκπαίδευση στο Δημοτικό, το Γυμνάσιο και το Λύκειο. Θα τον λέγαμε ο ακαδημαϊκός τρόπος.

Υπάρχουν όμως και άλλοι. Μέσα από βιβλία εξωσχολικά και όχι μόνο ιστορικά. Η λογοτεχνία, ας πούμε, είναι μια μεγάλη πηγή ιστορικής γνώσης. Το ίδιο και ο κινηματογράφος. Δεν είναι τυχαίο ότι, στα χρόνια της δικτατορίας, τα παιδιά τα πήγαιναν με τη γραμμή να δούνε ταινίες ιστορικού περιεχομένου.

Υπάρχουν όμως και τα ΜΜΕ. Η τηλεόραση, με τα ντοκιμαντέρ και τα αφιερώματα της, οι εφημερίδες με τα ειδικά ένθετα και τις διάφορες «προσφορές». Υπάρχουν ακόμη και τα τραγούδια. Η Σοφία Βέμπω, ας πούμε, πρέπει να δίδαξε πολύ περισσότερη Ιστορία από όλες τις φιλολόγους μετά τον πόλεμο. (Χωρίς να υποτιμούμε το έργο των φιλιλόγων!)

Φαίνεται, όμως πως όλες αυτές οι «πηγές», και άλλες τόσες που δεν αναφέραμε, ελάχιστα καταφέρνουν.
Μόλις πρόσφατα, με αφορμή μια εκδρομή «στον Γράμμο της μνήμης και της ομορφιάς», κατάλαβα ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν ξέρανε τι ήταν ο εμφύλιος πόλεμος. Άνθρωποι που τελείωσαν σχολεία, όχι τίποτε απόφοιτοι δημοτικού.

Όταν ανέφερα το θλιβερό γεγονός σε κάποιον εκπαιδευτικό, ως σημείο κατάντιας του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ξέρετε πώς το σχολίασε;
«Καλά, άσε την Ιστορία στο σχολείο. Ένα βιβλίο δεν διάβασαν αυτοί οι άνθρωποι; Ούτε καν τα… μυστικά του βάλτου;»

Το άλλο πουλάκι:
Καταλάβατε;
Το έχω διαπιστώσει πολλές φορές. Εμείς οι παλαιότεροι, που με τόση ευκολία κατηγορούμε τα νέα παιδιά ότι «δεν ξέρουν Ιστορία», είμαστε ιστορικά αναλφάβητοι, μηδέ και του ομιλούντος εξαιρουμένου.

Δυστυχώς, τόσα χρόνια τυπικής και άτυπης ιστορικής εκπαίδευσης, δεν έχουν κατορθώσει να μας δώσουν έναν στοιχειώδη μπούσουλα, μια γραμμή πάνω στην οποία να τοποθετούμε πρόσωπα και γεγονότα με σχετική άνεση, ώστε να μπορούμε τουλάχιστον να μην μπερδεύουμε τον Τρικούπη με τον Βενιζέλο και τον Μακεδονικό Αγώνα με την Εθνική Αντίσταση.

Που, βεβαίως, αυτό δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση γνώση της Ιστορίας. Είπαμε όμως. Τουλάχιστον να έχουμε έναν καμβά πάνω στον οποίο να μπορούμε να… αυτοσχεδιάζουμε.
Εμείς όμως ξεκινάμε κατ’ ευθείαν από τον αυτοσχεδιασμό.

Ξεχνάμε πως η γνώση –και η ιστορική γνώση- είναι ένα οικοδόμημα που πρέπει να έχει βάσεις, θεμέλια, σκελετό και μετά όλες τις άλλες αρχιτεκτονικές και διακοσμητικές λεπτομέρειες.

Εμείς όμως προσπαθούμε να συζητήσουμε για το ύφασμα του καναπέ, τα πλακάκια στο μπάνιο ή το κάδρο πάνω από το τζάκι, σε ένα σπίτι που δεν έχει κολώνες και τούβλα.

Φαντάζομαι πως ένα παιδί, τελειώνοντας τουλάχιστον το Γυμνάσιο, θα έπρεπε να γνωρίζει την Ιστορία όπως την… προπαίδεια. Να του λες μια χρονολογία και να σου λέει αμέσως ένα γεγονός κι ένα όνομα. Ή το αντίστροφο. Να του λες «Δράμαλης» και να σου λέει αμέσως «Δερβενάκια, 1822», για να αναφέρω ένα παράδειγμα μέρες που είναι.

Μετά, όταν μάθεις καλά την «προπαίδεια», μπορείς να προχωρήσεις στην επίλυση προβλημάτων, σε σύνθετες και δύσκολες ασκήσεις, σε ανώτερα μαθηματικά. Εμείς θέλουμε κατ’ ευθείαν να πάμε στην «εικασία  του Poincare» ή στην «υπόθεση του Riemann».

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ας αφήσουμε τα μαθηματικά.

Κι ας ξαναγυρίσουμε στην ατόφια Ιστορία, που αποτελεί μια ανοιχτή πληγή για τον Έλληνα, όχι ως σύνολο γεγονότων του παρελθόντος, αλλά ως διδασκαλία και εκμάθηση αυτών των γεγονότων.

Κι έτσι το ερώτημα θα παραμένει για χρόνια ακόμη: τι γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου;
Άντε να βρεις Έλληνες να σου απαντήσουν, ακόμη κι αν μαζέψεις σ’ ένα «πάνελ» τους σημαντικότερους ιστορικούς της χώρας.

Διότι αυτή είναι άλλη μια πληγή, η οποία φέρει τεράστιες ευθύνες για το μπάχαλο (βγαίνει από το… μπαχαλάκηδες) που γίνεται γύρω από την καταγραφή και τη διδασκαλία της Ιστορίας.

Αφού δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε αν το «ΟΧΙ» το είπε ο Μεταξάς ή ο Βασιλιάς, ο λαός ή ο στρατός, όλοι μαζί ή κανένας (με την έννοια ότι η λέξη δεν εκστομίστηκε ποτέ) πώς μπορούμε να διδάξουμε και να μάθουμε τα ιστορικά γεγονότα που συνδέονται με αυτό;

Από την άλλη, δεν είναι τρομερά θλιβερό να ξέρουμε με χρονολογική ακρίβεια όλους τους «άντρες που πέρασαν από τη ζωή της Άντζελας Δημητρίου», αλλά ούτε έναν Κωνσταντίνο Δαβάκη, έναν Χαράλαμπο Κεφαλόπουλο, έναν Δημήτριο Κασλά…

Κάτι δεν κάνουμε καλά, φίλοι μου.
Κι έχουμε ευθύνες όλοι μας, συλλογικά και ατομικά. Το χειρότερο όμως είναι όταν μένουμε σε διαπιστώσεις, όπως καλή ώρα εμείς.

Και του χρόνου!
Όχι, ρε!



Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

141027 ΟΧΙ

Το ένα πουλάκι:
Δεν βλέπω ετοιμασίες…

Άλλες φορές, τέτοια μέρα, υπήρχε ένας αναβρασμός, ένας οργανωτικός παροξυσμός, ένας οίστρος ιδεών για πρωτότυπες δράσεις…
Όλα απέβλεπαν σε ένα σκοπό. Τον «πραγματικό» εορτασμό του «ΟΧΙ»!

Ποιος ήταν αυτός;
Μια κακόμοιρη και κιτς προσπάθεια ορισμένων δήθεν αγανακτισμένων να «χαλάσουν τη σούπα» του συστήματος, που ήθελε και θέλει τις εθνικές εορτές να έχουν ένα καθορισμένο τυπικό και κάποιο τελετουργικό μέρος.

Όταν όμως είσαι «αντισυστημικός», πρέπει κάπως να το δείχνεις. Πρωτίστως στον εαυτό σου, προκειμένου να πείσεις τουλάχιστον αυτόν.
Ο τρόπος που ντύνεσαι, ο τρόπος που μιλάς, ο τρόπος που φέρεσαι, όλα πρέπει να κραυγάζουν ότι είσαι τέτοιος.

Όχι τοιούτος, τέτοιος, δηλαδή αντισυστημικός, αντικομφορμιστής, αντί… γενικώς. Όταν μάλιστα όλο και περισσότεροι πολίτες αυτού του τόπου ανακαλύπτουν πως «για όλα φταίει το σύστημα», έχει σημασία κάποιοι να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αντισυστημικού αγώνα. Σημασία, το είπαμε, πρωτίστως για τους ίδιους.

Πώς εκφράζεται ο αγώνας αυτός; Έχουμε μιλήσει κατά καιρούς για τις διάφορες μορφές αγώνα, από το δεν πληρώνω μέχρι  δεν σπουδάζω (και δεν επιτρέπω και σε άλλους να το κάνουν). Την πιο μαχητική μορφή του την είδαμε τέτοιες μέρες, γι’ αυτό κι εμείς το θυμηθήκαμε σήμερα, ως επετειακό.
Γιουχαΐσματα στους επισήμους, γιαούρτια και αβγά σε βουλευτές, το «κεφάλι αριστερά» στους μαθητές, μέχρι προπηλακισμούς και ξυλοδαρμούς είχαμε…

Πάντοτε εκ του ασφαλούς, αφού ποτέ κανείς δεν λογοδοτεί για τέτοιες αντιδράσεις του «λαού» (κανένας θεσμός μόνο ο λαός, είπε ο μεγάλος Αντρέας) τον οποίο λαό αναλαμβάνουν να εκπροσωπήσουν εργολαβικά διάφοροι, κατά καιρούς, εκφραστές της γνήσιας βούλησής του.
Που τη γνωρίζουν μόνο αυτοί!

Εξάλλου, τι είναι λίγη «συμβολική βία», μπροστά στη βία του συστήματος;
Αυτοί μας «κλέβουν τις ζωές μας» κι εμείς ανταποδίδουμε με κανένα γιαουρτάκι, κανένα αβγό, άντε καμιά πέτρα.
Καθαρά άνιση και, ως εκ τούτου, συμβολική η διαμάχη.

Το άλλο πουλάκι:
Πού πήγαν όμως οι αντισυστημικοί;

Μια εύκολη απάντηση είναι «τους απορρόφησε το σύστημα».
Έτσι γίνεται συνήθως, κυρίως όμως με τους νέους. Όταν είσαι δεκαοχτώ, είκοσι χρονών, θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο.
Όταν γίνεις σαράντα βλέπεις ότι πιο βολικό είναι να αλλάξεις εσύ. Και το κάνεις, συχνά, με τον χειρότερο τρόπο.

Αν γυρίσουμε προς τα πίσω το φιλμ της σύντομης μεταδικτατορικής ιστορίας μας, θα παρακολουθήσουμε την πορεία αντίστροφα.
Οι σημερινοί πενηντάρηδες, πολλοί εκ των οποίων αγανακτισμένοι και αντισυστημικοί, έγιναν από τα τριάντα τους μικροαστοί με τα όλα τους.

Σπίτια, αυτοκίνητα, εξοχικά, (τις περισσότερες φορές αυθαίρετα ή αδήλωτα στην εφορία) τραπεζικοί λογαριασμοί εδώ και στην αλλοδαπή, δάνεια για εξοτικές διακοπές, το παιδί στο ιδιωτικό σχολείο και στα ακριβά ιδιαίτερα…
Περιγράφω κάτι που δεν γνωρίζετε;

Κι αν πάμε λίγο παραπίσω, θα τους συναντήσουμε στις φοιτητικές παρατάξεις τής αριστεράς, κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής, να μάχονται στις συνελεύσεις για το δίκαιο του εργάτη στη Νικαράγουα, στις Φιλιππίνες ή στην Πολωνία.

Να οργανώνουν πορείες, να διανέμουν «υλικό», να χτυπιούνται στις διαδηλώσεις, να αγωνίζονται για έναν κόσμο που τον απαιτούσαν «εκεί και τότε». Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που πολλοί από αυτούς, αφού πέρασαν μέσα από τις τάξεις του σοσιαλιστικού ΠαΣοΚ, της φιλελεύθερης Νέας Δημοκρατίας, σήμερα θυμήθηκαν τις καταβολές τους κι έγιναν αντισυστημικοί.

Εντός, πάντοτε, του συστήματος.
Διότι, καλά είναι τα άκρα και οι αντίστοιχες εκδηλώσεις, όταν είσαι ένα «γκρουπούσκουλο» ή κάποιο κομμα(τάκι) του 2%-4%. Όταν όμως φιλοδοξείς να κυβερνήσεις μια χώρα το πράγμα σοβαρεύει και οι αντιδράσεις γίνονται αντίστοιχα σοβαρές, έστω και χωρίς γραβάτα.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Πού πήγαν οι αντισυστημικοί;

Η δύσκολη απάντηση είναι… ερώτηση: Ποιοι αντισυστημικοί;
Μην τρελαθούμε κιόλας, κατά το κοινώς λεγόμενο. Πόσο αντισυστημικός μπορεί να είσαι όταν έχεις ως αιχμή του δόρατος τον Λαζόπουλο;

Έχεις είπα; Ανέχεσαι έπρεπε να πω.
Αφήστε που «απέναντι στο σύστημα» είναι πλέον και η Γιάννα, η «κυρία 2004», η οποία είδε κι αυτή το φως το αληθινό, πιθανότατα έλαβε και πνεύμα επουράνιο.
Τέλος πάντων. Φαίνεται πως για τον καλό αντισυστημικό έχει και το σύστημα τις αρετές του, αρκεί να τις γνωρίζεις και να τις κάνεις να λειτουργούν υπέρ σου.

Θυμίζω, για τους παλιούς αριστερούς, πως από οι συστημικοί είναι σε θέση να μας πουλήσουν και το σκοινί με το οποίο θα τους κρεμάσουμε.
Εντάξει, το παράφρασα λίγο, εξάλλου παραφρασμένο το απέδιδαν και στον Λένιν οι πάλαι ποτέ οπαδοί του, αφού ποτέ δεν βρέθηκε κάτι τέτοιο στο έργο του.

Το σύστημα των παρελάσεων, λοιπόν, για να επανέλθουμε στην αυριανή επέτειο, είναι πολύ καλό όταν το παιδί σου κάνει παρέλαση. Είναι δε άριστο, όταν βρίσκεται στη σημαία και αναθεματίζεις όταν κάποιος, ας πούμε ο καιρός, το εμποδίζει να παρελάσει.

Το σύστημα αυτό είναι επίσης πολύ καλό, και χρήσιμο, όταν βρίσκεσαι στους επισήμους, έστω και χωρίς γραβάτα. (Μη ξεχνιόμαστε κιόλας).
Όταν όμως είσαι στην… απ’ έξω, το σύστημα των παρελάσεων είναι απλώς μια καλή ευκαιρία να δείξεις πόσο αντισυστημικός είσαι.

Διότι, μη ξεχνάμε, τι θα ήταν οι αντισυστημικοί χωρίς το σύστημα; Μια τρύπα στο νερό θα ήταν. Έτσι καταλήγουμε στο τελικό μας συμπέρασμα: Η μεγαλύτερη προσφορά του συστήματος είναι ότι παράγει αντισυστημικούς.

Αν με εννοείτε.

Χρόνια Πολλά!
Αντί… γενικώς!



Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

141024 ΚΡΑΣΑΤΟ

Το ένα πουλάκι:
Με αφορμή μια γιορτή…

Θα χορτάσουμε κρασί και μουσικές! Από σήμερα μέχρι και το βράδυ της Κυριακής, η πόλη θα είναι βυθισμένη στους ρυθμούς του κρασιού και στις γεύσεις της μουσικής.
Μια πρώτη ευκαιρία να γνωρίσουμε εμείς οι Δραμινοί τα δικά μας κρασιά.

Και όχι μόνο εμείς, αλλά και όσοι επισκέπτες βρεθούν στην πόλη (ξέρω ότι θα έρθουν αρκετοί) ή μπουν στον κόπο να μας επισκεφτούν επί τούτου.
Δεν σχολιάζουμε την οργάνωση, είναι πρώτη φορά και συγχωρούνται τα πάντα. Θα φανεί αν θα μπορέσει αυτή η εκδήλωση να γίνει θεσμός, να αντέξει στον χρόνο.

Τώρα θα μου πείτε κάτι τέτοιο περιμέναμε εμείς οι Δραμινοί για να γνωρίσουμε τα κρασιά της περιοχής μας;
Δεν θα έπρεπε αυτές οι εκδηλώσεις να απευθύνονται κυρίως σε ξένους;

Φαίνεται πως χρειάζεται ακόμη πολύς δρόμος για να μπούμε στο σωστό… δρόμο. Δυστυχώς, η σχέση μας με το κρασί που παράγεται στον τόπο μας δεν είναι αυτή που θα έπρεπε. Μη σας πω ότι τα δραμινά κρασιά είναι αλλού πολύ πιο γνωστά.
Το περασμένο Σαββατόβραδο βρεθήκαμε σε ταβέρνα της Καστοριάς που είχε όλες τις δραμινές ετικέτες. Πόσα δικά μας μαγαζιά το κάνουν;

Ξέρετε όμως πως στο εμπόριο, πάνω κι από τη φιλία, πάνω κι από τo φιλότιμο, υπάρχει το κέρδος.
Ο κάθε καταστηματάρχης έχει πολύ συγκεκριμένο λόγο που ασκεί τη μία ή την άλλη πολιτική κι αυτός o ο λόγος έχει ένα όνομα: κέρδος.

Θα έπρεπε, λοιπόν, να υπάρχει ένα επιπλέον κίνητρο για τις ταβέρνες και τα εστιατόρια της περιοχής, ώστε να έχουν στην κάβα τους τα ντόπια κρασιά. Για να μην πω να έχουν στην κάβα τους μόνο τα ντόπια κρασιά. Ειδικά ο ξένος, ο επισκέπτης, όταν βρίσκεται σε μια καινούρια γι’ αυτόν περιοχή, θέλει να δοκιμάσει κάτι ντόπιο, είτε φαγητό είτε ποτό.

Δυστυχώς, η περιοχή μας, παρόλο που, στο κρασί τουλάχιστον, είναι όχι μόνο πανελληνίως, αλλά παγκοσμίως γνωστή, δεν μπόρεσε να γίνει «γαστριμαργικός προορισμός».
Και γι’ αυτό ευθυνόμαστε όλοι.

Το άλλο πουλάκι:
Φταίει πρώτα η ποιότητα!

Η καλή ποιότητα. Κακά τα ψέματα, ένα καλό κρασί είναι ακριβό κρασί. Άρα, είτε δεν απευθύνεται σε όλους, είτε δεν είναι για όλες τις ώρες.
Και εδώ θα έπρεπε να γίνει κάτι από πλευράς οινοποιείων. Θα μπορούσαν ειδικά για τις ταβέρνες και τα εστιατόρια της πόλης, να διαθέτουν κάποια από τα προϊόντα τους σε πιο οικονομικές συσκευασίες.

Καταλαβαίνω ότι κάτι τέτοιο «ρίχνει» το όνομα ενός οινοποιού που θέλει να κρατήσει ψηλά την ποιότητα και την τιμή του προϊόντος του.
Θα μπορούσε όμως, υπό κατάλληλες συνθήκες, να βάλουν και οι οινοποιοί μας λίγο… «νερό στο κρασί τους», ώστε και καλής ποιότητας κρασί να προσφέρουν και τιμές πιο φιλικές προς τους πελάτες.

Έτσι, οι ταβέρνες και τα εστιατόρια θα μπορούσαν να έχουν στην κάβα τους (προσέξτε τι θα πω) χύμα–επώνυμο κρασί, σε τιμή δελεαστική για τον πελάτη, τέτοια που θα τον κάνει να το προτιμήσει, αλλά και να το ευχαριστηθεί.

Ας έρθω όμως και στην ευθύνη των καταστηματαρχών. Για να την αντιληφθείτε σε όλο της το μέγεθος, θα σας παρουσιάσω έναν αληθινό διάλογο που έγινε σε ταβέρνα της πόλης, σχετικά με την τιμή του κρασιού.

Ρωτάει ο πελάτης τον ταβερνιάρη (ρητορικά) και απαντά ο ίδιος:
Αν παραγγείλω ρετσίνα πόσο θα κερδίσεις εσύ στο λίτρο; Δύο ευρώ; Τρία; Περίπου τόσο. Αν παραγγείλω κρασί, γιατί πρέπει να κερδίσεις 15 ευρώ; Γιατί με υποχρεώνεις κι εμένα να πιω κάτι προφανώς κατώτερης ποιότητας και εσύ να κερδίσεις πολύ λιγότερα;

Και συνεχίζει:
Αν οι ταβέρνες διέθεταν μια σωστή κάβα, με όλες τις προδιαγραφές που απαιτεί κάτι τέτοιο, αν προσέφεραν με μεγάλη ποικιλία από ετικέτες, έτη παραγωγής και παλαίωσης, αν είχαν και κάποιον ειδικό, έναν σομελιέ που μπορούσε να προτείνει το κατάλληλο κρασί, τότε θα δικαιολογούνταν οποιαδήποτε μεγάλη τιμή.

Όμως οι ταβέρνες αγοράζουν τα κρασιά τους από το σούπερ μάρκετ, όπως όλοι μας. Τα αποθηκεύουν στην κουζίνα, δίπλα στα σκόρδα, τα κρεμμύδια και όλες τις μυρωδιές από τα τηγάνια, τα σερβίρουν σε απαράδεκτες συνθήκες και ζητούν να τα πληρώσουμε χρυσάφι.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ο ταβερνιάρης κατάλαβε και συμφώνησε!

Όταν όμως ήρθε ο λογαριασμός, χρέωσε στους δυο φίλους ένα μπουκάλι δραμινό κρασί 25 ευρώ! (Τιμή αγοράς στο ράφι του σούπερ μάρκετ 10 ευρώ!). Τότε κατάλαβαν κι εκείνοι πως η κατάσταση με την πολιτική γύρω από το κρασί είναι δύσκολο να βελτιωθεί, όσο υπάρχουν ταβερνιάρηδες που έχουν τη νοοτροπία «παραγγέλνεις καλό κρασί, άρα είσαι πλούσιος, άρα σου τα παίρνω».

Για να μην πω και το άλλο.
Σε όλα τα πολιτισμένα μέρη του κόσμου, το κρασί στα εστιατόρια σερβίρεται και σε ποτήρι.
Αυτό, εδώ, συμβαίνει μόνο σε κάποια μπαρ, που σου χρεώνουν το ποτήρι για μπουκάλι!

Έτσι όμως δεν πάμε μπροστά, παιδιά.
Όσες γιορτές και να κάνουμε, όσο κι αν καλέσουμε τον κόσμο να δοκιμάσει και να εκτιμήσει, η νοοτροπία μας δεν πρόκειται να αλλάξει και το κρασί θα το θεωρούμε πάντοτε είδος πολυτελείας κι όχι ένα απαραίτητο συνοδευτικό στο καθημερινό μας πιάτο.

Αντ’ αυτού θα έχουμε κάτι χύμα τσίπουρα, από «έναν καλό παραγωγό που το κάνει για τον εαυτό του και δίνει μόνο σ’ εμά»ς, ρετσίνες και μπύρες, άντε και κανέναν «σπιτικό» κρασί, ίδιας ποιότητας και προέλευσης με το τσίπουρο.

Κρίμα!
Στην υγεία των κορόιδων!



Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

141023 ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟ

Το ένα πουλάκι:
Θα χτυπηθεί η φοροδιαφυγή!

Πόσες φορές δεν το ακούσαμε αυτό από χείλη πρωθυπουργών, υπουργών και αρχηγών κομμάτων;
Διότι δεν είναι μόνοι οι κυβερνητικές εξαγγελίες. Κάθε αντιπολίτευση που σέβεται τον εαυτό της (όχι απαραίτητα και τους ψηφοφόρους), οφείλει να υποσχεθεί πως ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων που χρειάζονται για τις παροχές που υπόσχεται «θα προέλθει από την πάταξη της φοροδιαφυγής».

Η οποία φαίνεται όμως ότι είναι σαν την… αγάπη στον στίχο του Μανώλη Ρασούλη. Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η φοροδιαφυγή μένει. Αυτό, βεβαίως, δεν είναι κάτι καινούργιο, επομένως δεν αξίζει τον κόπο να το σχολιάζουμε. Το καινούριο είναι μια έρευνα που δείχνει περίπου (πάντα στο περίπου, όταν μιλάμε για έρευνες) την έκταση της φοροδιαφυγής στη χώρα μας.

Ακούστε και πείτε μου κι εσείς αν έχω δίκιο:
«Δύο στους τρεις εργαζόμενους αποκρύπτουν εισοδήματα»! Δηλαδή, είτε δηλώνουμε λιγότερα από όσα βγάζουμε, είτε δεν δηλώνουμε τίποτε. Σκεφθείτε τώρα τι σημαίνει αυτό για την οικονομία της χώρας.

Η έρευνα λέει πως η φοροδιαφυγή στη χώρα μας φτάνει στο 24% του ΑΕΠ τη στιγμή που ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι στο 19%.
Εμείς όμως, που ξέρουμε να διαβάζουμε τις έρευνες, σας λέμε ότι αυτό είναι κάπως παραπλανητικό, αφού το 19% διαμορφώνεται ΚΑΙ με τη συμμετοχή του δικού μας 24%.

Δηλαδή, αν μας βγάλεις έξω, προκειμένου να μας συγκρίνεις με τους άλλους, τότε θα δεις έναν μέσο όρο πολύ χαμηλότερο.
Ενδεικτικά σας αναφέρω κάποιες χώρες και τις αντίστοιχες επιδόσεις: Γαλλία και Βρετανία στο 10%, Γερμανία στο 13%, Σουηδία στο 14%, Ισπανία και Πορτογαλία στο 19% και Ιταλία στο 21%.

Την πρώτη θέση δεν τη διαπραγματευόμαστε, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους αρνητικούς δείκτες. Χτυπάμε χρυσό μετάλλιο από τα αποδυτήρια. Έτσι και στη λεγόμενη «φορολογική ηθική», είμαστε στην πρώτη θέση, ή, αν προτιμάτε, στον πάτο της Ευρώπης.

Το άλλο πουλάκι:
Υπάρχει εξήγηση;

Φαίνεται πως υπάρχει κάτι. Το έχουν εντοπίσει οι ερευνητές, σας το παρουσιάζω κι εσείς, αν θέλετε, το δέχεστε.
Φταίει, λένε, που ο δημόσιος τομέας στη χώρα μας είναι ο πλέον διεφθαρμένος, συγκριτικά με τις άλλες χώρες της Ε.Ε.

Αυτό τώρα δεν ξέρω πώς ακριβώς δικαιολογεί την «φορολογική ηθική» μας. Σκεφτόμαστε πως τα δίνουμε στο δημόσιο με έναν σωρό άλλους, πλάγιους τρόπους, επομένως δεν χρειάζεται να τα δώσουμε και μέσω φορολογίας;

Ή μήπως θεωρούμε πως κάνουμε και με το παραπάνω το φορολογικό μας καθήκον, ενισχύοντας το εισόδημα δημοσίων υπαλλήλων, το οποίο το κράτος κρατάει χαμηλό, γνωρίζοντας κι εκείνο (το κράτος, όχι το εισόδημα) πως υπάρχουν άλλες πηγές εσόδων, «αφορολόγητες»;
Πάντως, αν ισχύει κάτι τέτοιο, οι μόνοι αδικημένοι είναι οι έντιμοι υπάλληλοι, έντιμοι κατά συνείδηση ή κατ’ ανάγκη.

Υπάρχει κι ένα ακόμη εύρημα (βλέπετε, χρησιμοποιούμε και το λεξιλόγιο μόδας, λόγω Αμφίπολης, για να μη μας λέτε εκτός εποχής) που αξίζει να σχολιάσουμε. Κάποιοι προσπαθούν να αιτιολογήσουν την «φορολογική ασυνέπεια» των Ελλήνων ως αποτέλεσμα της χαμηλής ικανοποίησής τους από τις υπηρεσίες των δημοσίων υπαλλήλων.

«Θα πληρώνω εγώ για να τα παίρνει ο άλλος και να κάθεται;», φαίνεται πως σκεφτόμαστε κι έτσι αποφεύγουμε να δηλώσουμε όσα περισσότερα μπορούμε.
Εδώ χωράει μεγάλη κουβέντα. Διότι θα μπορούσαν οι φόροι να είναι –πώς να το πω;- αναλυτικοί, όπως οι λογαριασμοί τηλεφώνου ή ΔΕΗ.

Πληρώνετε: τόσα για εκπαίδευση, τόσα για υγεία, τόσα για το στρατό, την εκκλησία, τους δρόμους κ.λπ.
Ανάλογα δηλαδή και με τον προϋπολογισμό, ο «λογαριασμός» της εφορίας θα μπορούσε να σου έρχεται αναλυτικός, ώστε να ξέρεις τι πληρώνεις, πού;

Και τι δεν πληρώνεις!
Έτσι θα μπορούσαμε να υπολογίσουμε πόσα από τα χρήματα που φοροδιαφεύγουμε θα πήγαιναν σε χρήσιμες –κατά την άποψή μας, πάντα- υπηρεσίες και πόσα σε άχρηστες.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μήπως έτσι και συγκινούμασταν.

Έχουμε ξανασχολιάσει το θέμα. Υπάρχουν εκείνοι που λένε «γιατί να πληρώσω φόρους; Μήπως είναι δρόμοι, σχολεία, νοσοκομεία κ.λπ. αυτά που έχουμε;» Δεν σκέφτονται πως αν… σκεφτούμε έτσι όλοι, τότε απλώς δεν θα είχαμε τίποτε.

Υπάρχουν επίσης και οι άλλοι, που υποστηρίζουν πως όλα αυτά θα αλλάξουν, μόλις οι πολίτες δούμε ότι οι φόροι μας πιάνουν τόπο. Δηλαδή μόλις έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Τότε θα τρέξουμε με προθυμία να δηλώσουμε όλα μας τα εισοδήματα, κρυφά και φανερά, προκειμένου να δώσουμε στην κυβέρνηση την άνεση να υλοποιήσει το πρόγραμμά της και να πραγματοποιήσει τα έργα που έχει ανάγκη η χώρα.

Λέτε; Για την ώρα ας επιστρέψουμε στην πραγματικότητα κι ας πούμε πως, εκτός από τη φοροδιαφυγή, τεράστιο πρόβλημα για τη χώρα μας είναι και η εισφοροδιαφυγή.
Προσοχή όμως! Το θέμα μάλλον θα πρέπει να συζητηθεί εξαρχής διότι η βάση είναι λάθος και την πατάνε πάλι οι έντιμοι ή όσοι δεν μπορούν να μην είναι τέτοιοι.

Οι κρατικές εισφορές στη χώρα μας αναλογούν στο 43% του συνολικού κόστους εργασίας, ενώ στο υπόλοιπο «πλούσιο κόσμο» στο 28%. Συμφέρει πολύ δηλαδή να… κλέβεις.
Τώρα, αν βάλεις και την (επίσημη) ανεργία που είναι πάνω από 25%, κάνεις ένα ωραίο μείγμα που οδηγεί στην… παραοικονομία. Η οποία, λένε οι ερευνητές είναι τελικά χρήσιμη για τους άνεργους και τους υποαπασχολούμενους.

Φαύλος κύκλος!
Φοροδιαφυγή χωρίς διαφυγή!
Και χωρίς φόρο!



Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

141022 ΛΑΘΡΑΙΟ

Το ένα πουλάκι:
Έρχεται κρύο.

Ο καιρός σιγά σιγά σφίγγει και όλο και περισσότερο μεγαλώνει η ανάγκη για θέρμανση, τις κρύες ώρες της ημέρας. Πράγμα που προκαλεί ισχυρό πονοκέφαλο σε πολλούς οικογενειάρχες.
Οι άλλοι, οι εργένηδες, δεν έχουν τόσο έντονο το πρόβλημα, διότι λύσεις υπάρχουν.

Σχεδόν κάθε βράδυ οι καφετέριες έχουν αγώνες, κυρίως ποδοσφαίρου, και μπορείς, με έναν καφέ ή μια μπύρα, να περνάς ένα… ζεστό αθλητικό βράδυ μέχρι την ώρα που θα γυρίσεις στο σπίτι για ύπνο.
Τι γίνεται όμως με τους οικογενειάρχες;

Φέτος μειώθηκε η τιμή του πετρελαίου, και λόγω της μείωσης του φόρου και λόγω της διεθνούς αγοράς. Έτσι, ειδικά για εκείνους που δικαιούνται την επιδότηση, η τιμή θα είναι πού κάτω από τις χαμηλότερες των τελευταίων ετών.

Βουρ για πετρέλαιο, λοιπόν;
Μη βιάζεστε. Διότι η κυβέρνηση κατάφερε με τις απερίσκεπτες κινήσεις της να ζαλίσει τον κόσμο, ώστε να μην ξέρει προς τα πού να κάνει. Οι περισσότεροι, στην προσπάθεια τους να απαγκιστρωθούν από το πετρέλαιο, στράφηκαν προς  άλλες πηγές θέρμανσης, τις οποίες τώρα είναι δύσκολο να απαρνηθούν.

Αφού έκαναν τόσα έξοδα, είτε για να αλλάξουν τον καυστήρα, είτε για να αγοράσουν θερμάστρες, ηλεκτρικά σώματα, κλιματιστικά κ.λπ., τώρα προσπαθούν να κάνουν απόσβεση. Που σημαίνει δύσκολα θα επιστρέψουν στο πετρέλαιο, όσο φτηνό και να τους έρχεται πλέον.

Βεβαίως, για όλη αυτή την αναστάτωση στις ελληνικές οικογένειες κανείς δεν βρέθηκε να πει «κάναμε λάθος, συγνώμη». Θυμόσαστε που σχολιάζαμε απόψεις τού τύπου «ε, δεν έγινε και τίποτε, το κόστος για την πολιτεία ήταν το ίδιο». Απόψεις όμως, που ενώ διεκδικούσαν επιστημονική σοβαρότητα, στέκονταν μόνο στα έσοδα από το πετρέλαιο και το λαθρεμπόριο που γίνεται.

Δεν υπολόγιζαν ούτε το τεράστιο κόστος που επωμίστηκαν τα νοικοκυριά για την αλλαγή στον τρόπο θέρμανσης, ούτε το περιβαλλοντικό κόστος, που προέκυψε από την αλλαγή αυτή.
Τι κάψαμε και πώς το κάψαμε όλα αυτά τα χρόνια, προσπαθώντας να ξεφύγουμε από την υψηλή τιμή του πετρελαίου;

Το άλλο πουλάκι:
Κάψαμε τα δάση μας!

Αυτό δεν είναι από μόνο του κατ’ ανάγκη κακό. Το θέμα είναι ότι το κάναμε με ανεξέλεγκτο και παράνομο τρόπο, με αποτέλεσμα τεράστιες καταστροφές και μεγάλη διαφυγή εσόδων για το κράτος.

Διάβαζα πάλι για τα «κυκλώματα λαθροϋλοτόμων», με τα οποία μάταια πασχίζει πια να τα βάλει η πολιτεία με τα λιγοστά όργανά της.
Για να δείτε πόσο μεγάλο είναι το πρόβλημα με μια παράνομη δραστηριότητα πρέπει να υπολογίσετε πόσο είναι το κέρδος από αυτήν. Ένα μόνο δέντρο, λοιπόν, ανάλογα με την ποιότητα του ξύλου του, μπορεί να αποδώσει κέρδος 150 με 200 ευρώ.

Σκεφθείτε!
Ένα δέντρο, που δεν έκανες καθόλου κόπο ούτε έξοδα για να το καλλιεργήσεις, που κάνεις απλώς ένα γρρρ με το αλυσοπρίονο και το ρίχνεις κάτω, σου αποδίδει περίπου όσο ένας τόνος σιτάρι ή καλαμπόκι.
Πώς, λοιπόν, να μην είναι μεγάλο το πρόβλημα με την λαθροϋλοτόμηση, αφού είναι πολλά τα λεφτά!

Βέβαια, οι πληροφορίες και τα ρεπορτάζ λένε για τη Δυτική Ελλάδα. Εκεί εμφανίζεται η μεγαλύτερη δράση των παράνομων κυκλωμάτων υλοτόμησης και εμπορίας ξύλου.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι και αλλού, ότι και εδώ, δεν υπάρχουν εκείνοι που μπαίνουν στον πειρασμό να την κάνουν.

Να το δούμε λίγο από την ανάποδη. Επειδή εκεί πιάστηκαν οι περισσότερες περιπτώσεις, δεν σημαίνει πως μόνο εκεί δρουν τα κυκλώματα. Μπορεί ωραιότατα οι συνάδελφοι των άλλων περιοχών να κάνουν πιο καθαρά τη δουλειά και να μην εκτίθενται σε κινδύνους.

Ας πούμε, όλες οι παραμεθόριες περιοχές είναι ύποπτες, αφού ένα συνηθισμένο κόλπο είναι να καλύπτεται η παράνομα υλοτομηθείσα ξυλεία με παραστατικά που έχουν εκδοθεί για ξυλεία εισαγόμενη.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Είναι δύσκολο να πιαστούν.

Παρόλο που θα αναρωτηθεί κάποιος πώς είναι δυνατόν να κρύψεις ένα ολόκληρο φορτίο με ξύλα, ωστόσο ο έλεγχος δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Πρώτα πρώτα δεν υπάρχουν αρκετοί υπάλληλοι για να τον πραγματοποιήσουν. Έπειτα οι λαθροϋλοτόμοι χρησιμοποιούν σύγχρονες μεθόδους εντοπισμού των δασικών υπαλλήλων, ώστε να αποφεύγουν τους ελέγχους.

Μου έλεγε κάποιος φίλος για το σύστημα της «εμπροσθοφυλακής», το οποίο χρησιμοποιείται και από άλλου είδους μεταφορείς, όπως οι λατόμοι.
Μπροστά πηγαίνει ένα «υπεράνω πάσης υποψίας» ΙΧ, το οποίο όμως, μόλις αντιληφθεί ότι υπάρχει έλεγχος, ειδοποιεί τα φορτηγά που ακολουθούν να σταματήσουν και να περιμένουν.

Ε, υπάλληλοι είναι και οι άλλοι. Θα ελέγξουν κάποιες ώρες και μετά θα πρέπει να επιστρέψουν στην υπηρεσία ή στα σπίτια τους. Τότε δίνεται το ΟΚ και τα φορτηγά συνεχίζουν το δρόμο τους.
Αυτά –είπαμε- αλλού, στη δυτική Ελλάδα, όπου όμως και οι υπηρεσίες ελέγχου άρχισαν να χρησιμοποιούν όχι υπηρεσιακά, αλλά συμβατικά αυτοκίνητα για να… αποφύγουν όσους τους… αποφεύγουν.

Εδώ, στον δικό μας νομό, τον τόσο πλούσιο σε ξυλεία τι συμβαίνει; Έχουμε κρούσματα λαθροϋλοτομίας; Έχουμε τη δυνατότητα πραγματοποίησης όσων ελέγχων χρειάζεται; Ή μήπως κινδυνεύουμε να μετατραπούμε σε ξέφραγο αμπέλι, λόγω έλλειψης των απαραίτητων κονδυλίων και του αναγκαίου προσωπικού;

Όπως καταλάβατε, το θέμα δεν μας ενδιαφέρει μόνο από οικολογικής απόψεως. Όχι να πάμε να αποφύγουμε το λαθρεμπόριο πετρελαίου και να πέσουμε σε εκείνο των ξύλων!!!

Για λίγη ζέστη και πολύ χρήμα!

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

141014 ΞΕΧΑΣΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Πιαστήκαμε με την ψήφο εμπιστοσύνης…

Και δεν μιλήσαμε καθόλου για τις εξελίξεις στη ΔΗΜΑΡ. Μπορούμε να το κάνουμε τώρα, έχοντας διαβάσει τόσο τις απόψεις του δικού μας Αναστάσιου Πούλιου στα ΧΡΟΝΙΚΑ, όσο και μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση του Δημοσθένη Κούρτοβικ στα ΝΕΑ.

Και οι δύο συμφωνούν σε κάτι. Τα πράγματα, ακόμη και μετά το συνέδριο, δεν είναι τόσο ρόδινα και τόσο αισιόδοξα όσο τα παρουσιάζουν τα κείμενα του ίδιου του κόμματος και κάποιων άλλων στελεχών, τα οποία δίνουν μια εικόνα αισιοδοξίας, αν όχι ενθουσιασμού.

Η Δημοκρατική Αριστερά –θα το πω ωμά- έπαιξε κι έχασε ή, αν προτιμάτε, δεν έπαιξε κι έχασε!
Βέβαια, ούτε το κλίμα, ούτε οι συνθήκες ήταν κατάλληλες για «παιχνίδια» και αυτό είναι ίσως το μόνο ελαφρυντικό που μπορούμε να βρούμε, τόσο για την ηγεσία, όσο και για τη γενική πορεία του κόμματος.

Το πράγμα ξεκίνησε αισιόδοξα, όταν η ΔΗΜΑΡ προσπάθησε, διαχωρίζοντας τη θέση της (αλλά και τα στελέχη της, έχει σημασία) από τον ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ, να δώσει την εικόνα της «άλλης» αριστεράς, ως πρόταση προς τους πολίτες, αλλά και ως επιλογή διεξόδου από τα αδιέξοδα, στα οποία οδηγούσαν οι άλλες δυνάμεις στα δεξιά και στα αριστερά της.

Πολλοί το είδαν θετικά. Είπαν «κάτι αλήθεια συμβαίνει εδώ» και περίμεναν να δουν πώς μεταφράζονταν σε πολιτική πράξη οι διακηρύξεις για μια «λελογισμένη» παρέμβαση στην κρίση και μια υπεύθυνη στάση απέναντι στα προβλήματα που αυτή είχε δημιουργήσει.

Πράγματι, στην αρχή φάνηκαν πολλά αισιόδοξα μηνύματα. Τόσο στον εντοπισμό των αιτίων, όσο και στην απόδοση ευθυνών η ΔΗΜΑΡ πατούσε στη γη, μακριά από λαϊκισμούς και… ψεκασμούς.
Είχε ξεκάθαρη θέση όσον αφορά τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας και την παραμονή στην ευρωζώνη και στάθηκε υπεύθυνα κριτική, με θέσεις, απέναντι στους χειρισμούς που επιχειρούνταν, προκειμένου η χώρα να στηριχθεί και να μην πάμε σε ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.

Στάθηκε με σοβαρότητα και απέναντι στα πρώτα μέτρα. Δεν θέλησε να χαϊδέψει τα αφτιά των αγανακτισμένων, ούτε να ψαρέψει στα θολά νερά των υποσχέσεων χωρίς αντίκρισμα.
Προσπάθησε να πείσει τον κόσμο πως η κρίση είναι σοβαρό και σύνθετο πρόβλημα, που απαιτεί επίπονες και μακροχρόνιες λύσεις.

Το άλλο πουλάκι:
Αυτό ο κόσμος το εκτίμησε.

Ίσως να ήταν ένας κόσμος που δεν είχε εντρυφήσει και τόσο στις θέσεις της Αριστεράς, ίσως να ήταν και πολίτες που προέρχονταν περισσότερο από τον μεσαίο χώρο, που πλησίασαν τη ΔΗΜΑΡ περιμένοντας από αυτήν να βάλει ένα κοινωνικό πρόσημο στα μέτρα που έπεφταν στο κεφάλι τους βεβιασμένα και ανεξέλεγκτα.

Να τι περίμενε ο κόσμος, αυτός ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του. Να αποτελέσει η ΔΗΜΑΡ την εμπροσθοφυλακή που θα αγωνίζεται με συνέπεια για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις απαραίτητες για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, που όμως θα είχαν και ένα χαρακτήρα «αριστερό», δηλαδή θα φρόντιζαν για τη δίκαιη κατανομή των βαρών, την υποστήριξη των ασθενέστερων και των πλέον ευπαθών ομάδων.

Πράγματα, δηλαδή, που, όπως επισημαίνει και ο Δημοσθένης Κούρτοβικ, υπαγορεύονται ακόμα κι από αυτό που θεωρούμε πολιτική ορθότητα. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος «αριστερός», ούτε να τοποθετεί τον εαυτό του εκεί, προκειμένου να παραδεχτεί την αναγκαιότητα τέτοιας μορφής μέτρων και λύσεων.

Δυστυχώς η ΔΗΜΑΡ φάνηκε ανέτοιμη να επωμιστεί το (πραγματικά μεγάλο) μέρος της ευθύνης που πήγε να αναλάβει.
Μέσα από τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση τής δόθηκε η ευκαιρία να λειτουργήσει όχι υποδειγματικά, αλλά παραδειγματικά, να δείξει στην πράξη πως μπορούν να εφαρμοστούν κάποιες από τις θέσεις και τις διακηρύξεις της.
Και απέτυχε.

Απέτυχε τόσο στον τρόπο με τον οποίο συμμετείχε (ή δεν συμμετείχε) στη λήψη αποφάσεων, όσο και στον τρόπο με τον οποίο τα δικά της στελέχη χειρίστηκαν θέματα για τα οποία ανέλαβαν την ευθύνη.
Η πράξη έδειξε πως η ΔΗΜΑΡ δεν ήταν η δύναμη ευθύνης την οποία εμπιστεύτηκαν οι πολίτες.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Έτσι της γύρισαν την πλάτη!

Για να γίνει ακόμη μια φορά πράξη η σοφή λαϊκή κουβέντα «όπου φτώχια, εκεί γκρίνια» και να αρχίσουν οι τριγμοί μέσα στο κόμμα, με διαγραφές, αποχωρήσεις στελεχών και μια έντονη συζήτηση για το πρόσωπο και τις ευθύνες του αρχηγού.
Θέματα που φαίνεται πως θα λύνονταν στο 3ο Συνέδριο του κόμματος.

Δεν λύθηκαν.
Επιτρέψτε μου την παρατήρηση. Δεν λύθηκαν διότι το συνέδριο δεν έγινε για να λυθούν, ούτε από οργανωτικής άποψης, ούτε από άποψης διαδικασιών.
Το συνέδριο έγινε για να «κουκουλωθούν» τα προβλήματα, για να βρεθεί τρόπος να συνεχίσουν κάποιοι να υπάρχουν πολιτικά –οι ίδιοι, όχι οι ιδέες και οι θέσεις της ανανεωτικής αριστεράς.
Ό,τι κι αν σημαίνει για τον καθένα αυτό το «ανανεωτική».

Να σας πω κάτι με κάθε ειλικρίνεια; Αν πραγματικά σ’ ενδιαφέρουν οι ιδέες σου, δεν σε νοιάζει ακόμη κι αν αυτές υλοποιηθούν χωρίς εσένα. Αν όμως σ’ ενδιαφέρει να διασωθείς πολιτικά ο ίδιος –ως άτομο και ως χώρος- τότε σπεύδεις στο πρώτο καταφύγιο που θα σου δώσει κάποια ελπίδα σωτηρίας, ξεχνώντας απ’ έξω τις ιδέες.

«Άνθρωποι και κόμματα να υπάρχουν, ιδεολογίες σού φτιάχνουμε όσες θέλεις», φαίνεται να λέει η ηγεσία της ΔΗΜΑΡ.
Όμως αυτό δεν ακούγεται λίγο… παλαιοκομμουνιστικό;

Τι είχαμε, τι χάσαμε;