Το ένα πουλάκι:
Ένα
διαφορετικό Σχολείο…
Λέγαμε
χθες πως οι εμπνευστές του νόμου που τελικά κρίθηκε αντισυνταγματικός και θα
επιφέρει τεράστια αναστάτωση την εκπαίδευση, «δεν είναι του Συντάγματος
τούτου». Στην πραγματικότητα… δεν είναι του κόσμου τούτου, με την έννοια ότι
ζουν με εμμονές και ιδεοληψίες.
Όπως
είπε και το ΣτΕ, η μυστική ψηφοφορία «ως διαδικασία αναδείξεως
οργάνων εν γένει διοικήσεως προσιδιάζει σε αυτοδιοικούμενες μονάδες ή είναι
πρόσφορη σε περίπτωση αναδείξεως εκπροσώπων στα όργανα αυτά».
Αυτό ακριβώς όμως είχαν
(έχουν) στο μυαλό τους και οι εμπνευστές του συγκεκριμένου νόμου. Και εννοώ τον
ποιητή κ. Κουράκη, αλλά και τους συμβούλους του, κυρίως συνδικαλιστές της
παράταξης που πρόσκειται στον ΣΥΡΙΖΑ.
Μια σχολική μονάδα
αυτοδιοικούμενη! Στην οποία, ο Σύλλογος Διδασκόντων, μέσα σε ένα κλίμα απόλυτης
παιδαγωγικής ελευθερίας, θα έχει την εξουσία (αλλά και την ευθύνη, πράγμα που
δεν λέγεται) να διοικεί το Σχολείο, ενώ ο Διευθυντής απλώς θα τον εκπροσωπεί σε
τρίτους.
Κάνουμε
μια παρένθεση εδώ και θα επανέλθουμε:
Οι
κακές γλώσσες λένε ότι απλώς ήθελαν να αντικαταστήσουν τους παλιούς Διευθυντές,
των «άλλων», πολλοί από τους οποίους μάλιστα είχαν ταχθεί υπέρ την
(αυτό)αξιολόγησης που «έτρεχε» εκείνο το διάστημα.
Να
τους αντικαταστήσουν με «δικούς τους». Το εγχείρημα πρέπει να θεωρείται
αποτυχημένο και μόνο από το γεγονός ότι, στην μεγάλη πλειοψηφία τους, προέκυψαν
οι ίδιοι Διευθυντές. Σας αφήνω, δε, να φανταστείτε τη στάση που θα κρατήσουν οι
«δικοί τους» -διευθυντές και μη- τώρα που έρχεται η… δική τους
(αυτο)αξιολόγηση.
Έμεινε
όμως η τεράστια αναστάτωση που δημιουργήθηκε στα Σχολεία. Σας θυμίζω τι είχαμε
πει τότε, τον Ιούνιο του 2015: «Είδαμε τι έγινε. Πριν σας το περιγράψω όμως, ας
κάνω μια γενικότερη παρατήρηση. Μέχρι τώρα οι δάσκαλοι διαμαρτύρονταν για τον
τρόπο με τον οποίο επιλέγονταν οι Διευθυντές τους.
Κατηγορούσαν -και εν πολλοίς είχαν δίκιο- ότι τα συμβούλια
επιλογής κινούνται από υποκειμενικά και ιδιοτελή κίνητρα, επέλεγαν με βάση
κομματικές προτιμήσεις ή… κολλητηλίκια, προσωπικές συμπάθειες ή αντιπάθειες.
Κανόνας:
είναι εύκολο να μιλάς εκ του ασφαλούς και να κατηγορείς άλλους, όταν ο ίδιος
δεν έχεις μπει ποτέ στη διαδικασία (και τον πειρασμό) να βρεθείς στη θέση τους.
Τώρα, λοιπόν, δόθηκε στους δασκάλους η δυνατότητα να δείξουν πως “ένας άλλος
τρόπος είναι εφικτός”. Δεν το έκαναν.
Σας
είπαμε ότι η ψήφος ήταν μυστική. Όλα τα άλλα όμως ήταν φανερά. Το παρασκήνιο,
οι ίντριγκες, οι κλίκες, τα τηλεφωνήματα και οι μυστικές συναντήσεις, οι κάθε
είδους πιέσεις, οι υποσχέσεις, όλα μα όλα τα γνωστά που συμβαίνουν σε κάθε
εκλογική διαδικασία, ήρθαν και τώρα στο φως και πρωταγωνίστησαν.
Το
ευτύχημα (;) ήταν ότι, αυτή τη φορά, σε πολλά σχολεία δεν υπήρχε δεύτερος
υποψήφιος και έτσι δεν εκδηλώθηκε το πρόβλημα στην πραγματική του έκταση. Εκεί
όμως που υπήρχαν δυο και τρεις, το “θέαμα” ήταν τέτοιο, που θα μπορούσε να πει
κανείς ότι δεν ταίριαζε καθόλου σε μορφωμένους ανθρώπους, οι οποίοι μάλιστα
διδάσκουν στα παιδιά μας Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή».
Το άλλο πουλάκι:
Παρένθεση
ήταν αυτό;
Ας
επιστρέψουμε στην «αυτοδιοίκηση» του Σχολείου. Δεν είναι καθόλου κακή ιδέα,
όμως, όπως έχουμε τονίσει και άλλες φορές, η παιδαγωγική ελευθερία πρέπει να
έχει κάποια όρια και πλαίσια μέσα στα οποία θα κινείται.
Από
τη στιγμή, δηλαδή, που η εκπαίδευση είναι δημόσιο αγαθό και υπεύθυνη γι’ αυτήν
είναι η εκάστοτε κυβέρνηση, δεν μπορεί ο καθένας (άτομο ή «συλλογικότητα») να
έχει την απόλυτη ελευθερία να κάνει ό,τι… τον φωτίζει ο Θεός.
Για
τον απλούστατο λόγο ότι τότε ανοίγονται επικίνδυνα μονοπάτια πρωτοβουλιών και αυθαιρεσίας,
που κανείς δεν θα ήθελε να υπάρχουν για τον ίδιο, πολύ περισσότερο για το παιδί
του.
Πέραν
τούτου όμως, κακά τα ψέματα. Ένα αυτοδιοικούμενο Σχολείο θέλει κότσια. Θέλει εκπαιδευτικούς
που δεν θα περιμένουν με το ρολόι στο χέρι να «σχολάσουν» και να φύγουν.
Απαιτεί συνεχή παρουσία στο Σχολείο, διαρκείς και μακρές συνεδριάσεις για λήψη
σημαντικών αποφάσεων, ανάληψη πρωτοβουλιών, κυρίως όμως ευθύνης.
Πόσοι
εκπαιδευτικοί επιθυμούν πραγματικά κάτι τέτοιο και είναι πρόθυμοι να το υπηρετήσουν;
Η απάντηση είναι προφανής. Διότι, αν υπήρχε στα Σχολεία ικανός αριθμός τέτοιων
«δασκάλων», δεν θα χρειάζονταν καν νέος (αντισυνταγματικός) νόμος επιλογής
στελεχών.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Οι
Σύλλογοι Διδασκόντων μπορούν!
Εκεί
όπου λειτουργούν σωστά, εκεί όπου απαρτίζονται από ευσυνείδητους, πρόθυμους και
δραστήριους εκπαιδευτικούς, ακόμη κι ένας κακός -ή με κακό τρόπο επιλεγμένος-
Διευθυντής, λίγα εμπόδια μπορεί να στήσει.
Ιδού,
λοιπόν, η ιδεοληπτική αντίφαση, η οποία προσπάθησε να βάλει το αμάξι μπροστά
από τα άλογα: Ενώ υπάρχουν ελάχιστοι (και δακτυλοδεικτούμενοι) τέτοιοι Σύλλογοι,
ο νόμος τούς έδωσε το δικαίωμα να έχουν λόγο στην επιλογή του «φυσικού ηγέτη
τους».
Να
τον εκλέγουν με μυστική ψηφοφορία, για να τους εκπροσωπεί στη διοίκηση ενός
Σχολείου, το οποίο δεν θέλουν, δεν τους ενδιαφέρει ή δεν έχουν τη διάθεση να
«διοικήσουν». Διαφορετικά -είπαμε- θα το έκαναν ήδη.
Είδαμε,
λοιπόν, τι έγινε. Αντί να έχουμε «ένα άλλο Σχολείο», προέκυψαν απλώς (κάποιοι)
άλλοι Διευθυντές. Υποτίθεται περισσότερο αρεστοί στους συναδέλφους τους. Όπως,
όμως είπαμε και άλλη φορά, θέτουμε λάθος ερωτήματα, οπότε, πολύ φυσιολογικά,
δίνουμε λάθος απαντήσεις.
Διότι
το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αυτό που ίσως πολύ δικαιολογημένα θα θέσει κάποιος,
αν δηλαδή, «είναι δυνατόν να διοικήσεις ένα σχολείο, όταν δεν σε θέλει ούτε το
20% των υφισταμένων σου».
Το
ερώτημα που προκύπτει είναι «τι θα πει… να σε θέλει;» Πώς αντιλαμβάνεται ο
καθένας από εμάς αυτό το σχήμα, ο υφιστάμενος να θέλει, να γουστάρει τον
προϊστάμενό του;
Υποτίθεται
όταν μιλάμε για το συγκεκριμένο Σχολείο και όχι ένα άλλο «φαντασιακό».
Έτσι;
Είναι ένα… «άλλο Σχολείο» εφικτό;
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου