ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

181031 ΛΑΔΕΡΟΝ


Το ένα πουλάκι:
«Η κυρία του κυρίου».

Μια από τις καλύτερες «ηθογραφίες» του ελληνικού κινηματογράφου, βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο των Τσιφόρου-Βασιλειάδη. Είναι πολύ επίκαιρή όχι μόνον τώρα που ξανασυζητάμε για μίζες:

-Κι εγώ τι σχέση έχω με τις σιδερόβεργες και τα κτίσματα;
-Καμία, Έχετε όμως με τον άνδρα σας! Υπάρχουν διάφορες προσφορές. Όμως δύο θα προτιμηθούνε. Παπαρίζος ή Χαλουρέας.
-Ε, τότε να πάρετε ή από τον Παπαρίζο ή από τον Χαλουρέα.

-Ο άνδρας σας θα αποφασίσει. Γι’ αυτό σας λέω. Αν καταφέρετε να τον πείσετε ν’ αποφασίσει υπέρ του Παπαρίζου, θα σας μετρήσω εκατό χιλιάδες. Μια δουλειά με τόσα εκατομμύρια, ας φάμε κι εμείς μερικές… σιδερόβεργες.

Βλέπεις και ξαναβλέπεις τη σκηνή και σκέφτεσαι πως σ’ αυτή τη μικρή φράση κρύβεται ένα τεράστιο κεφάλαιο της ελληνικής πραγματικότητας. «Μια δουλειά με τόσα εκατομμύρια, ας φάμε κι εμείς μερικές… σιδερόβεργες».

Έτσι είναι. Όταν βλέπεις τα εκατομμύρια να χορεύουν γύρω σου, είναι πολύ δύσκολο να αντισταθείς, να κρατήσεις χαρακτήρα και να πεις εγώ δεν θα γίνω σαν τους άλλους. Όσοι το κάνουμε, μιλάμε εκ του ασφαλούς.

Σας έχω πει πολλές φορές μια από τις πιο αγαπημένες μου και πιο σοφές παροιμίες που άκουσα από τη μητέρα μου: «Παιδί μου, ούτε τον διάολο να δεις, ούτε τον σταυρό σου να κάνεις».

Θυμάμαι πάντοτε και τον καλό φιλόλογό μας στο Λύκειο, όταν πιάσαμε κουβέντα μέσα στην τάξη για τον Γραμματέα εκείνον του υπουργείου που είχε πουλήσει τα θέματα των εξετάσεων σε μεγάλο, κεντρικό φροντιστήριο των Αθηνών.

Αντί να μας πει, όπως φανταζόμασταν και περιμέναμε, «αυτά είναι απαράδεκτα πράγματα και καλόν είναι να μην τα κάνουμε», μας μίλησε για τη δύναμη του πειρασμού. Που αυξάνεται, όσο μεγαλώνει το προσφερόμενο ποσό.

«Σκεφθείτε ένα ποσό, με το οποίο λύνεις το οικονομικό πρόβλημα το δικό σου και των παιδιών σου! Και σκεφθείτε ότι σου προσφέρεται, όχι για να κάνεις κάποιο έγκλημα, έναν φόνο ας πούμε, αλλά για να διευκολύνεις μια κατάσταση.

Τα παιδιά αυτών των φροντιστηρίων περνάνε ούτως ή άλλως σε κάποιες σχολές και μάλιστα όχι της σειράς. Ε, με τη δική σου “βοήθεια” θα έχουν μια πιο σίγουρη επιτυχία και θα μεγαλώσει το κύρος του φροντιστηρίου».

Το άλλο πουλάκι:
Παπαρίζος ή Χαλουρέας;

Πολλές φορές ο πειρασμός γίνεται ακόμη πιο μεγάλος, καθώς μπροστά σου τίθεται το ζήτημα της μηδενικής βλάβης του δημοσίου. Δηλαδή και η δουλειά θα γίνει όπως πρέπει και εσύ θα πάρεις το κατιτίς σου.

Νομίζω ότι σας έχω διηγηθεί και άλλη φορά την ιστορία, με πολύ αγαπητό μου πρόσωπο που με επισκέφθηκε στη Θεσσαλονίκη, όταν έκανα εκεί μια μετεκπαίδευση πριν, από πολλά χρόνια. Ας την ξαναπώ.

Ήρθε από το σπίτι και μου ζήτησε να βγούμε το βράδυ μαζί, σε κεντρικό μάλιστα εστιατόριο της πόλης. Όταν ρώτησα τον λόγο, μου είπε ότι θέλει να εμφανιστεί δημοσίως μαζί μου, διότι έχει αρνηθεί δυο άλλες προσκλήσεις με αυτή τη δικαιολογία.

Έπρεπε να διαλέξει για μια προμήθεια του δημοσίου μεταξύ, ας πούμε, Παπαρίζου και Χαλουρέα. Είχε κάνει την επιλογή, εκείνη που ήταν η καλύτερη σε ποιότητα, αλλά και πιο συμφέρουσα οικονομικά για το δημόσιο.

Ας πούμε του Χαλουρέα! Όμως ο Παπαρίζος θέλοντας προφανώς να κάνει μια πιο… προσωπική προσφορά, την προσκάλεσε σε δείπνο, για να συζητήσουν περισσότερο πάνω στην προμήθεια των υλικών.

Ο Χαλουρέας, φοβούμενος μια τέτοια κίνηση του Παπαρίζου, παρόλο που είχε την καλύτερη προσφορά, θέλησε να σιγουρέψει την ανάληψη της προμήθειας κι έτσι την προσκάλεσε κι εκείνος σε δείπνο.

Αρνήθηκε και στους δυο, με τη δικαιολογία ότι είχε ήδη κανονίσει για το δείπνο της με ένα πρόσωπο, την αφεντομουτσουνάδα μου, με το οποίο θα συζητούσαν ένα πολύ σοβαρό, οικογενειακό θέμα. Τρίχες!

Μιλήσαμε για το πώς μπορεί κάποιος και να μην βλάψει το δημόσιο (η τιμή και το μέγεθος της προμήθειας είχαν ήδη αποφασιστεί) αλλά και να κάνει στον εαυτό του ένα δώρο («όχι όμως και πεντακόσια εκατομμύρια»).

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Γιατί σας τα λέω όλα αυτά.

Για να δείτε ότι έξω από τον χορό, πολλά τραγούδια ξέρουμε. Και ακόμη πως η ηθική δεν είναι στοιχείο της πολιτικής προέλευσης ενός εκάστου, αλλά στοιχείο της προσωπικότητάς του, πολύ ευαίσθητο.

Επομένως δεν μπορείς να βασίζεσαι ούτε στον πρότερο έντιμο βίο (όλοι μέχρι να την κάνουμε τη δουλειά είμαστε έντιμοι) ούτε στην ιδεολογική και πολιτική τοποθέτησή του, ειδικά αν προηγουμένως δεν «έχει δει τον διάολο».

Πολύ σωστά ειπώθηκε, νομίζω από τον Πάσχο Μανδραβέλη, ότι και στην πιο άγια συντροφιά του κόσμου, βρέθηκε ένας στους δώδεκα να… νοσήσει από φιλαργυρία, όπως μας λέει ο υμνογράφος της Μεγάλης Εβδομάδας.

Επομένως, εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η αναζήτηση τίμιων και ηθικών ανθρώπων (καλή είναι κι αυτή, βέβαια) αλλά η ενίσχυση των θεσμών και των διαδικασιών εκείνων που αποτρέπουν φαινόμενα διαφθοράς.

Χρειάζεται επίσης ταχύτατη και αδέκαστη δικαιοσύνη που θα… βάζει αμέσως στη θέση τους όσους πιαστούν με το δάχτυλο βουτηγμένο στο μέλι. Έτσι θα λειτουργεί αποτρεπτικά για όσους έχουν μπροστά τους το βάζο.

Διαφορετικά, θα εξακολουθήσουμε να πέφτουμε από τα σύννεφα ή να απογοητευόμαστε επειδή θα μαθαίνουμε ότι αποδείχτηκαν λαμόγια άνθρωποι από τους οποίους «ποτέ δεν το περιμέναμε».

Κακώς!
 Λάδι!

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

181030 ΜΟΙΡΑΣΜΕΝΟΝ


Το ένα πουλάκι:
Ε, όχι και έτσι…

Είδα μια φωτογραφία στην οποία εικονίζονταν καθισμένοι σε ένα τραπέζι, κουστουμαρισμένοι και χαμογελαστοί, ο Άκης με τον Γιάννο Παπαντωνίου. Φωτογραφία, προφανώς, από τα «καλά χρόνια».

«Καλά» για κάποιους, για τους ίδιους οπωσδήποτε. Εκείνο που μου έκανε εντύπωση και με έβαλε σε σκέψεις ήταν η λεζάντα που συνόδευε αυτήν την φωτογραφία. Είναι πολύ χαρακτηριστική και θα ήθελα να την κουβεντιάσουμε.

Βλέπετε; Δεν την αποκαλύπτω ακόμη, γιατί θέλω να σας δώσω λίγο χρόνο να σκεφτείτε τι λεζάντα θα βάζατε εσείς. Και είμαι σίγουρος ότι το κάνετε, καθώς προσπαθείτε να μαντέψετε αυτό που προβλημάτισε εμένα.

«Το μισό ελληνικό χρέος»!
Ναι. Έτσι είδε ο άγνωστος σε μένα σχολιαστής το δίδυμο αυτό των υπουργών που γνώρισε από μέσα τα κελιά του Κορυδαλλού. Μπορεί να σας φαίνεται ένα αστείο ή περιπαικτικό σχόλιο, όμως δεν είναι καθόλου τέτοιο.

Ας πιάσουμε το πράγμα από την αρχή, διότι είναι πολύ εύκολο, στις μέρες μας, να παρεξηγηθεί κάποιος και να του κρεμάσουν μια ταμπέλα, καθόλου ταιριαστή, που μετά δύσκολα θα πετάξει από πάνω του.

Όσοι έκλεψαν να τιμωρηθούν όπως τους αξίζει. Και μάλιστα, επειδή καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, εκμεταλλευόμενοι τα αξιώματα στα οποία αυτός τους τοποθέτησε, η τιμωρία τους να είναι όσο πιο αυστηρή προβλέπει ο νόμος.

Θέλετε κι άλλο; Επειδή άνθρωποι σε τέτοιες περίοπτες θέσεις αποτελούν, είτε το θέλουν είτε όχι, παράδειγμα για όλους τους υπόλοιπους, θα πρέπει και η τιμωρία τους να είναι… παραδειγματική.

Το ξεκαθαρίσαμε; Πάμε όμως τώρα και πάλι στη λεζάντα της φωτογραφίας. Όχι, απιδιά! Δεν αντικατοπτρίζεται στα φιλάρεσκα, πλατιά χαμόγελα των δύο πρώην υπουργών «το μισό ελληνικό χρέος».

Και αυτό όχι επειδή… δεν βγαίνουν οι αριθμοί. Διότι, αν ήταν έτσι, με καναδυό ακόμη περιπτώσεις τέτοιων υπουργών, θα «δικαιολογούσαμε» πλήρως, ολόκληρο το χρέος μας και θα ξεμπερδεύαμε. Πράγμα που δεν μπορεί να γίνει.

Ο βασικός λόγος που διαφωνώ με τη λεζάντα και το σκεπτικό που κρύβεται από πίσω της είναι ότι απαλλάσσει εντελώς από ευθύνες ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και τον τρόπο με τον οποίο αυτή έζησε για πολλά χρόνια.

Το άλλο πουλάκι:
Μπορεί να είναι βολικό!

Μπορεί ακόμη να ταιριάζει απόλυτα με τη νοοτροπία μας ή στο αγαπημένο μας εθνικό άθλημα, αυτό της μετακύλισης ευθυνών, στο οποίο έχουμε όλα τα ρεκόρ παγκοσμίως. Όμως δεν είναι αλήθεια.

Και δεν μπορείς να το πάρεις ούτε σαν καλαμπούρι, διότι υπάρχουν ανάμεσά μας πάρα πολλοί πρόθυμοι να το πιστέψουν. Δεν το πιστεύετε; Να το πιστέψετε, διότι έχει συμβεί ήδη. Σας θυμίζω ότι έτσι ήρθε στην κυβέρνηση η σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Τι μας έλεγαν; Ότι δεν υπάρχει πραγματικό χρέος και ότι όλο το πράγμα ήταν μια στημένη σκευωρία, προκειμένου να μπορέσουν κάποιοι αετονύχηδες να βάλουν στο χέρι τον πλούτο της χώρας μας.

Έλεγαν ακόμη πως, μόλις φύγει το «παλιό» (εννοούσαν όλοι εκείνοι που καταχράστηκαν και έκλεψαν) και έρθει το «νέο», δηλαδή αυτοί που θα αντισταθούν σε όλους τους πειρασμούς που θέτει η εξουσία, η χώρα θα μπει στον ίσιο δρόμο.

Οι ψηφοφόροι «τσίμπησαν». Όχι μόνο γιατί ήταν δελεαστικό και ευκολοχώνευτο το δόλωμα, αλλά και επειδή οι άλλοι έλεγαν «μαζί τα φάγαμε». Εδώ και τέσσερα χρόνια όμως ζούμε τα αποτελέσματα της αποκάλυψης πως όλα ήταν «αυταπάτες». 

Υπήρχε (και υπάρχει) χρέος το οποίο μάλιστα δεν δημιουργήθηκε επειδή κάποιοι, καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα. (Αν και η «μίζα» δεν είναι ακριβώς κατάχρηση, όμως αυτό είναι μια άλλη ιστορία.)

Υπήρχε (και υπάρχει) χρέος το οποίο δημιουργήθηκε εξαιτίας της στρεβλής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, για την οποία τεράστια ευθύνη έχουν ΚΑΙ οι δυο υπουργοί της φωτογραφίας μας.

Όπως έχουν και πάρα πολλοί άλλοι. Όπως έχουν και οι πολίτες που έδωσαν την εξουσία σε ανθρώπους που οδήγησαν τη χώρα σε μια «ζωή» σαν να μην υπήρχε αύριο. Ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε κι άσε τα παιδιά μας να πληρώνουν!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Το μισό ελληνικό χρέος!

Ξέρετε πόσο είναι ολόκληρο το ελληνικό χρέος; Λίγο μεγαλύτερο από 323 δισ. ευρώ. Αν δεν μπορείτε να συνειδητοποιήσετε το νούμερο να το πω αλλιώς. Τριακόσιες είκοσι τρεις χιλιάδες εκατομμύρια ευρώ.

Χρειάζονται δηλαδή εκατοντάδες χιλιάδες καταχραστές των πεντακοσίων χιλιάδων και του ενός εκατομμυρίου, για να συγκεντρωθεί το ποσό. Να το θέσω διαφορετικά; Πρέπει ένα εκατομμύριο πολίτες (οικογένειες) να έχουν «φάει» από τριακόσιες χιλιάδες ευρώ. 

Δεν κατέχουμε και πολλά από οικονομικά θέματα, όμως μπορούμε να καταλάβουμε πέντε απλά πράγματα. Και μπορεί να τα καταλάβει ο καθένας, αν πράγματι θέλει να καταλάβει και δεν πάει να κρυφτεί πίσω από το δάχτυλό του.

Ξέρετε, για παράδειγμα, πόσοι Έλληνες θα βρεθούν, έτσι και τους γίνει έλεγχος, που δεν θα μπορέσουν να δικαιολογήσουν ποσά όπως αυτά για τα οποία μπήκε φυλακή ο Γιάννος Παπαντωνίου;

Και αυτά όμως είναι… μέρος της ελληνικής οικονομίας, στον βαθμό που οι ιδιοκτήτες τους τα κρατούν στη χώρα και δεν τα στέλνουν σε φορολογικούς παραδείσους ή σε «ασφαλείς» τράπεζες του εξωτερικού.

Είπαμε. Καλό είναι να υπάρχει έλεγχος, η παρανομία να λογοδοτεί και οι ένοχοι να τιμωρούνται όπως τους αξίζει. Ας μην βαυκαλιζόμαστε όμως ότι, έτσι και περιοριστεί το φαινόμενο θα ξαναγυρίσουμε στις παλιές καλές μέρες.

Διότι οι παλιές καλές μέρες ήταν ακριβώς αυτό το φαινόμενο.
 Να μοιραστούμε (μόνο) τη  ζημιά;


Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018

181029 ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟΝ


Το ένα πουλάκι:
Λόγω της ημέρας…

Σκέφτομαι ότι οι επέτειοι μάς δίνουν μια μοναδική ευκαιρία να σκεφτούμε πάνω σε ζητήματα που απασχόλησαν τους ανθρώπους και παλαιότερα, όμως να το κάνουμε πάνω σε έναν πιο μοντέρνο «καμβά».

Το ευτύχημα θα ήταν να μπορούσαμε να αναστοχαστούμε και πάνω σε δικές μας σκέψεις και μ’ αυτό τον τρόπο να (ξανα)ανακαλύψουμε τον εαυτό μας. Ελάτε να το κάνουμε με την βοήθεια της τεχνολογίας.

Ας γυρίσουμε τον χρόνο, όπως τους δείκτες του ρολογιού μας πέντε χρόνια πίσω, κι ας θυμηθούμε τι συζητούσαμε μια τέτοια μέρα. Σας καλούσαμε τότε να… αλλάξουμε λίγο το ερώτημα.

Αντί να αναρωτηθούμε, όπως ο ποιητής, τι είναι η πατρίδα μας, ας αναρωτηθούμε τι είναι πατριωτισμός. Το ερώτημα θεωρείται κάτι παραπάνω από επίκαιρο, όχι μόνο λόγω της χθεσινής επετείου, αλλά και της γενικότερης πολιτικής κατάστασης.

Τι είναι πατριωτισμός, λοιπόν; Περιμένετε απάντηση; Τόσα χρόνια δεν έχετε καταλάβει πως, αν είναι κάτι που αποφεύγουμε όπως ο διάολος το λιβάνι, είναι οι έτοιμες απαντήσεις; Ερωτήσεις να σας υποβάλουμε όσες θέλετε. Απαντήσεις όμως…

Ένας πονηρός τρόπος για να αποφύγεις να δεις το ερώτημα κατά πρόσωπο είναι να το αντιστρέψεις, να το προσεγγίσεις από την αντίθετη πλευρά και να ορίσεις αυτό που θέλεις διά τής εις άτοπον…

Κι έτσι βεβαίως θα υποχρεωθείς να απαντήσεις σε κάποια ερωτήματα, αυτά όμως θεωρούνται πιο απλά ή ανώδυνα, ίσως επειδή είναι πολλά και μικρά.  Ας έρθουμε όμως στο συγκεκριμένο.

Αντί να σκεφτούμε τι είναι πατριωτισμός, ίσως ήταν προτιμότερο να αναρωτηθούμε τι δεν είναι πατριωτισμός κι έτσι πιθανόν να έχουμε και κάποια απάντηση στο αρχικό μας ερώτημα. Πατριωτισμός, λοιπόν, δεν είναι οι παρελάσεις.

Ιδίως όταν γίνονται καθαρά εθιμοτυπικά, χωρίς αυτοί που συμμετέχουν κι εκείνοι που παρακολουθούν να έχουν την παραμικρή συναίσθηση του λόγου για τον οποίο λαμβάνουν χώρα όλα αυτά.

Αν οι πρόβες είναι ευκαιρία για «χάσιμο μαθήματος», αν η παρέλαση είναι επίδειξη μόδας-ντύσιμο, κούρεμα, βάψιμο κ.λπ. -και η παρακολούθηση ευκαιρία για χαβαλέ- γιουχάισμα, πειράγματα, στραγάλια…- τότε αυτή η παρέλαση δεν έχει σχέση με πατριωτισμό.

Αν πάω για να καμαρώσω και να φωτογραφίσω μόνο το δικό μου παιδί, αν παρακολουθώ τη σημαιοφόρο κι όχι τη σημαία, αν κατεβαίνω στην παρέλαση για να πιω καφέ φορώντας τα καλά μου, τότε μάλλον σε λάθος εκδήλωση πάω και σίγουρα όχι κινούμενος από αισθήματα πατριωτισμού.

Ας αφήσουμε όμως τις παρελάσεις κι ας δούμε λίγο την καθημερινότητα, αφού, ακόμη κι αν είναι «αυθεντικός», ο πατριωτισμός δεν μπορεί να μας διακατέχει δύο μέρες το χρόνο.

Το άλλο πουλάκι:
Δεν είναι ελληνοκεντρικός!

Δεν είμαι περισσότερο πατριώτης, όταν πιστεύω πως το σύμπαν κινείται γύρω από τη χώρα μου, είτε επειδή της χρωστά αιώνια ευγνωμοσύνη, είτε επειδή τη φθονεί και απεργάζεται σχέδια καταστροφής της.

Δεν είμαι περισσότερο πατριώτης, όταν μένω προσκολλημένος στο ένδοξο παρελθόν και τρέφω από αυτό την ματαιοδοξία μου. Όταν ξεχνώ πως το χθες, με τα επιτεύγματα του, ανήκει, εν πολλοίς, σε κάποιον παγκόσμιο πολιτισμό και πως αυτό που θα έπρεπε να με ενδιαφέρει είναι η σημερινή δική μου συμβολή στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Δεν είμαι περισσότερο πατριώτης, όταν αγνοώ ή κρύβω επιδεικτικά τα λάθη του παρελθόντος, τις αδυναμίες και τα πάθη της φυλής, όταν αρνούμαι να δω όλες τις πτυχές της ιστορίας μας και, κυρίως, να παραδειγματιστώ από αυτές και να αντλήσω συμπεράσματα για το παρόν και το μέλλον.

Δεν είμαι περισσότερο πατριώτης, όταν χωρίζω τους ανθρώπους σε δικούς μας και ξένους, ή όπως θα έλεγε και ο Bob Marley, όταν το χρώμα του δέρματος σημαίνει για μένα περισσότερα απ’ ό,τι το χρώμα των ματιών.

Δεν είμαι περισσότερο πατριώτης, όταν ξεχνώ πως αυτή η φυλή, για την οποία καμαρώνω και υπερηφανεύομαι, λειτούργησε κατ’ εξοχήν μέσα σε πλουραλιστικά και πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα, ότι ποτέ δεν κλείστηκε στο καβούκι της και ότι πάντοτε έβλεπε τους άλλους όχι με φόβο ή έχθρα, αλλά ως πηγή άντλησης γνώσεων και φορείς  προς ανταλλαγή βιωμάτων και επιτευγμάτων.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχουν κι άλλα…

Πόσο πατριώτης είμαι όταν θεωρώ τον εαυτό μου ξεχωριστή περίπτωση, η οποία δικαιούται ιδιαίτερα προνομιακής μεταχείρισης; Όταν εγώ μόνον πρέπει να προηγούμαι στις ουρές, να εξυπηρετούμαι από κολλητούς, να τελειώνω τις δουλειές μου κατά προτεραιότητα, είτε με μέσον είτε μα λάδωμα;

Πόσο πατριώτης είμαι όταν, πιστεύω πως μόνο εγώ δικαιούμαι να μην πληρώνω φόρους, να χτίζω όπου και όσο γουστάρω, να παρκάρω όπου μου κάνει κέφι, να πετάω τα σκουπίδια μου όπου βρω, να πηγαίνω στη δουλειά μου όταν θυμηθώ και να δουλεύω μέχρι να βαρεθώ, να γράφω σε όποιον τοίχο μου αρέσει, να κλείνω τους δρόμους όποτε αγανακτώ, να υπακούω μόνο σε εκείνους τους νόμους που θεωρώ δίκαιους…

Πόσο πατριώτης είμαι, όταν έχω την απαίτηση μόνο το δικό μου παιδί να έχει το καλύτερο σχολείο, τους καλύτερους καθηγητές, να σπουδάζει όπου με βολεύει, να υπηρετήσει τη θητεία του δίπλα στο σπίτι του ή να μην υπηρετήσει καθόλου;

Πόσο πατριώτης είμαι, όταν τα περιμένω όλα από το κράτος ή τους άλλους, όταν ο ίδιος δεν έχω αφιερώσει ποτέ λίγο από τον χρόνο μου σε κάποιον κοινωφελή σκοπό, όταν δεν έχω κάνει τίποτε χωρίς να σκεφτώ το αντάλλαγμα, όταν θεωρώ πως όλοι και όλα είναι προορισμένα να εξυπηρετούν τη δική μου μεγαλειότητα;

Αλήθεια, τόσο πατριώτης είμαι;
Αλήθεια, τι είναι πατριωτισμός;
Το να κοιτάς πίσω ενίοτε, 
είναι σαν να κοιτάς μέσα σου.





Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

181026 ΕΝΕΡΓΟΝ


Το ένα πουλάκι:
Πού είναι…;

Αν αφήσουμε έτσι, μισοτελειωμένη τη φράση, νομίζω ότι η συνέχεια που έρχεται αβίαστα στο μυαλό μας είναι …«το κράτος». Αυτό «ζητάμε» σε κάθε δύσκολη στιγμή, είτε είναι πράγματι αρμόδιο, είτε όχι.

Εξαρτάται όμως! Μπορεί να πούμε και «πού είναι ο Δήμος», όταν, για παράδειγμα, έχουμε να κάνουμε με θέματα της δικής του αρμοδιότητας, όπως τα αδέσποτα ή την παράνομη κατάληψη πεζοδρομίων.

Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; Ποιος είναι ο λόγος που ζητάμε –απαιτούμε τις περισσότερες φορές- από το κράτος ή τον Δήμο να μας συντρέξουν και να κάνουν και πράγματα που μπορεί να είναι δική μας δουλειά;

Λένε κάποιοι που ξέρουν ότι το φαινόμενο έχει ψυχαναλυτική βάση. Ότι είμαστε από παιδιά κακο(μαθημένοι) να τα βρίσκουμε όλα έτοιμα και να μην αναλαμβάνουμε την παραμικρή ευθύνη για κάτι.

Ότι πάντοτε βρίσκεται ένα βήμα πριν από εμάς κάποιος, συνήθως η μητέρα μας, η οποία φροντίζει να μαντεύει τις ανάγκες μας, πριν ακόμη τις συνειδητοποιήσουμε οι ίδιοι. Και να τις ικανοποιεί, πριν καν το ζητήσουμε.

Σας θυμίζω ένα χαρακτηριστικό, σχετικό αστείο: «Τι είναι το ζακετάκι; Είναι κάτι που το παιδί πρέπει να φορέσει, μόλις η μανούλα αισθανθεί λίγη ψύχρα». Ε, αυτό ξεκινάει από τα μικρά μας χρόνια και μας ακολουθεί…

Βέβαια, με τον Δήμο και το… κράτος τα πράγματα διαφοροποιούνται λίγο. Εκεί θεωρούμε υποχρέωσή τους την παροχή οποιασδήποτε βοήθειας, επειδή… τους πληρώνουμε. Ακόμη και όταν δεν τους πληρώνουμε καθόλου!

Δηλαδή, αυτοί που φωνάζουν μπορεί να είναι πολίτες που αποφεύγουν να πληρώσουν φόρους -και δεν εννοώ την «φυσιολογική» φοροδιαφυγή που κάνουμε όλοι, ας πούμε μη κόβοντας ή μη ζητώντας αποδείξεις.

Μπορεί ακόμη να είναι δημότες από τους χιλιάδες εκείνους που έχουν να πληρώσουν λογαριασμό του νερού από τότε που το Δημαρχείο ήταν στην πλατεία. Στο παλιό κτήριο. Και όμως, απαιτούν να έχουν σωστές υπηρεσίες.

Ωραία όλα αυτά. Τι γίνεται όμως όταν, πέρα από τις δημόσιες –με την ευρεία έννοια- απαιτούμε να έχουμε και τις υπηρεσίες φορέων που είναι… ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Και με ποιους φορείς συμβαίνει αυτό;

Το άλλο πουλάκι:
«Πού είναι η Οικολογική Κίνηση;»

Υπάρχουν πολίτες που φαντάζονται ότι η Οικολογική Κίνηση (Δράμας) είναι ένας φορέας ή μια υπηρεσία η οποία υποχρεούται να «τρέχει» κάθε φορά που κάποιος ζητά τη βοήθειά της. Το «υποχρεούται» τονισμένο, παρακαλώ.

Αυτή την υποχρέωση την αισθάνεται πολύ έντονα και απαιτεί την παρέμβαση της Οικολογικής Κίνησης, όταν -κατά κανόνα- το πρόβλημα βρίσκεται δίπλα στο σπίτι του. Αν είναι δυο βήματα παραπέρα, δεν τον αφορά.

Φαντάζεται δηλαδή την Οικολογική Κίνηση σαν μια υπηρεσία, δημόσια, η οποία αποτελείται από επαγγελματίες τού είδους. Επαγγελματίες με την έννοια ότι δεν κάνουν άλλη δουλειά και ότι έτσι ζουν τις οικογένειές τους.

Στην καλύτερη περίπτωση τη φαντάζεται σαν μια παρέα αργόσχολων πολιτών, ίσως συνταξιούχων, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να «τρέχουν» μόλις αυτός εντοπίσει -είπαμε, δίπλα στο σπίτι του- ένα περιβαλλοντικό πρόβλημα.

Για το οποίο ο ίδιος δεν αναλαμβάνει καμιά ευθύνη, ούτε καν προσπαθεί να απευθυνθεί στις αρμόδιες αρχές, παρά περιμένει να το κάνει η Οικολογική Κίνηση, την οποία ειδοποιεί με ένα τηλεφώνημα, κάποτε ανώνυμο.

Εκεί εξαντλείται η δική του «ευαισθησία». Στο να ειδοποιήσει τους «εργολάβους», γιατί κάπως έτσι, σαν εργολαβία, αντιλαμβάνεται την προσφορά των πολιτών που δραστηριοποιούνται μέσα από την Οικολογική Κίνηση.

Όμως η Οικολογική Κίνηση Δράμας –γι’ αυτήν μιλάμε- δεν είναι κάτι τέτοιο. Τα μέλη της, που «τρέχουν» χρόνια τώρα, είναι, κατά κανόνα, οικογενειάρχες και εργαζόμενοι άνθρωποι, που διαθέτουν μέρος από τον ελεύθερο χρόνο τους στην υπόθεση αυτή. 

Επιπλέον, θεωρούν, και πολύ καλά κάνουν, ότι η… ενεργοποίηση κάθε πολίτη δεν πρέπει να εξαντλείται στην αναφορά ενός προβλήματος και την ανάθεση της λύσης του στους «ειδικούς», ενώ ο ίδιος παρακολουθεί από το σπίτι του.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Να κάνουμε κάτι κι εμείς!

Και, αν δεν μπορούμε να βοηθήσουμε με άλλο τρόπο, τουλάχιστον μπορούμε να συμβάλουμε με μια μικρή οικονομική βοήθεια. Και μη ρωτήσετε τι ανάγκη από χρήματα μπορεί να έχει μια Οικολογική Κίνηση.

Κατ’ αρχάς να πούμε ότι πρέπει να συντηρήσει ένα τεράστιο οίκημα, το κτήριο «Κυριάκος Δοματζόλου», στο οποίο συστεγάζονται και πολλές άλλες ομάδες και σύλλογοι της πόλης. Μπορείτε να φανταστείτε τι σημαίνει αυτό.

Από έξοδα ΕΝΦΙΑ, μέχρι φως, νερό και θέρμανση, χώρια οι επισκευές κάθε τόσο. Επιπλέον, ένα σωρό άλλα έξοδα, όπως, ας πούμε, η διοργάνωση εκδηλώσεων, ή η αποστολή τραυματισμένων ζώων και πτηνών για θεραπεία.

Να βοηθήσουμε, λοιπόν, αλλά… πώς; Πολύ απλά. Αγοράζοντας το Ημερολόγιο της Οικολογικής Κίνησης που κυκλοφορεί ήδη. Όσοι το είδαν λένε ότι φέτος, που είναι αφιερωμένο στις καλλιέργειες του νομού μας, είναι ιδιαίτερα καλαίσθητο..

Με αξιόλογες φωτογραφίες φωτογράφων, συμπολιτών μας, τις οποίες χαίρεσαι να διακοσμούν τον χώρο σου. Ένα ημερολόγιο που μπορεί να προσφερθεί και ως δώρο, ή να σταλεί σε φίλους μακριά από τη Δράμα. 

Πέντε ευρώ, που, νομίζω, για έναν τέτοιο σκοπό, μας περισσεύουν όλους! Όπως μπορούμε ακόμη να πληρώσουμε και μια συνδρομή μας εφημερίδα «Καλημέρα κυρα-Γη», είκοσι ευρώ για να ενημερωνόμαστε έναν ολόκληρο χρόνο.

Ας τα έχουμε, λοιπόν, αυτά στον νου μας, κι ας μην περιμένουμε να περάσει έξω από το παράθυρό μας το επόμενο περιβαλλοντικό πρόβλημα, για να φωνάξουμε «πού είναι η Οικολογική Κίνηση».
 «Ενεργοί πολίτες», με ένα ασήμαντο ποσό.

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

181025 ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΟΝ-2


Το ένα πουλάκι:
Σήμερα θα κλέψω…

Επειδή κάποια πράγματα δεν μπορούμε να τα συζητάμε στο περίπου, αλλά πάνω σε συγκεκριμένες προτάσεις, έψαξα, βρήκα και έφερα το Πόρισμα της Επιτροπής για τις αλλαγές στο μάθημα της Ιστορίας.

Για να καταλάβετε, μιλάμε για ένα κείμενο πενήντα σελίδων, το οποίο δεν είναι δυνατόν να το δούμε λεπτομερώς. Και δεν μας ενδιαφέρει, άλλωστε, αφού περιέχει τα Αναλυτικά και τα Προγράμματα Σπουδών για κάθε τάξη.

Εμείς θα σταθούμε λίγο στο θεωρητικό πλαίσιο και, πιο συγκεκριμένα, στους Γενικούς Σκοπούς του μαθήματος, όπως τους διατύπωσε η δεκαμελής Επιτροπή του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής.

Ξεκινώ, λοιπόν τη αντιγραφή, δίνοντάς σας την απάντηση στο ερώτημα «γιατί διδάσκουμε Ιστορία». «Η απάντηση που δίνεται από τους θεσμικούς εκπαιδευτικούς φορείς είναι κοινή: θέλουμε πολίτες με ιστορική σκέψη και συνείδηση».

Τι σημαίνει όμως ιστορική σκέψη; Δεν είναι κάτι απλό. Πρόκειται για τον καρπό της δομικής συνύπαρξης έξι αλληλεπιδρώντων και αλληλοσυμπληρούμενων παραγόντων τους οποίους παραθέτω στη συνέχεια επιγραμματικά. Διαβάζω:

1. Ιστορική σημασία (νοηματοδότηση και σημαντικότητα). Σημαντικά θεωρούνται τα γεγονότα που επέφεραν μεγάλες αλλαγές σε βάθος χρόνου για μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Με αυτή την έννοια ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος είναι αναμφίβολα γεγονός μεγάλης ιστορικής σημασίας.

Είναι όμως ιστορικά σημαντική η ζωή ενός εργάτη ή ενός σκλάβου; Ή είναι σημαντική η ζωή των προγόνων ενός μαθητή, οι οποίοι είναι σημαντικοί για αυτόν, αλλά όχι απαραίτητα για τους άλλους; Επομένως, η ιστορική σημασία εξαρτάται από την οπτική και το σκοπό του καθενός [...]

2. Χρήση πρωτογενών πηγών. Τα «σκουπίδια» της ιστορίας –γράμματα, έγγραφα, αρχεία, ημερολόγια, σχέδια, αφηγήσεις σε εφημερίδες, αντικείμενα, κτήρια, φωτογραφίες και άλλα ψίχουλα και κομμάτια που άφησαν πίσω τους αυτοί που πέθαναν –είναι θησαυροί για τον ιστορικό. Αυτά συνιστούν τις πρωτογενείς πηγές που αποκαλύπτουν τα μυστικά της ζωής στο παρελθόν [...]

3. Συνέχεια και αλλαγή. Οι μαθητές-τριες μερικές φορές εσφαλμένα αντιλαμβάνονται την ιστορία ως μια απλή σειρά γεγονότων. Από τη στιγμή που αρχίζουν να κατανοούν την ιστορία ως μια σύνθετη ανάμειξη συνέχειας και αλλαγής, αποκτούν μια θεμελιωδώς διαφορετική αίσθηση για το παρελθόν.

Γι’ αυτό είναι απολύτως αναγκαίο να καλλιεργούνται ήδη από την προσχολική ηλικία όχι μόνο χρονολογικές έννοιες (όπως π.Χ., μ.Χ., αιώνας, χιλιετία κτλ.) αλλά και έννοιες που αποκαλύπτουν την πολλαπλότητα του ιστορικού χρόνου και τα διαφορετικά επίπεδα-χρονικότητες της ιστορικής ζωής [...]

4. Αιτία και αποτέλεσμα. Εξετάζοντας τόσο τις τραγωδίες όσο και τα επιτεύγματα στο παρελθόν, συνήθως γεννώνται στο μυαλό ερωτήσεις του τύπου «πώς», «υπό ποιες προϋποθέσεις» και «γιατί». Αυτές οι ερωτήσεις δίνουν το έναυσμα για την έρευνα των αιτιών: Ποιες ήταν οι ενέργειες, οι πεποιθήσεις και οι περιστάσεις που οδήγησαν σε αυτές τις συνέπειες; [...]

5. Υιοθέτηση ιστορικής οπτικής. Παρά τη συνέχεια του ιστορικού χρόνου και τις επιβιώσεις του παρελθόντος στο παρόν, «το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα». Για αυτό και είναι δύσκολο να το κατανοήσουμε. Η συνειδητοποίηση της διαφορετικότητας του παρελθόντος είναι μεγάλη πρόκληση για τους μαθητές [...]

6. Κατανόηση των ηθικών διαστάσεων της ιστορίας. Παρά την ιστορικότητα της συμπεριφοράς των ανθρώπων, των νοοτροπιών και του κώδικα των αξιών τους, έχουμε πάντα την τάση να διατυπώνουμε ηθικές κρίσεις για τις πράξεις και τις επιλογές των ανθρώπων στο παρελθόν.

Σύγχρονα ερωτήματα, όπως «έχουμε χρέος να θυμόμαστε αυτούς που έπεσαν υπερασπιζόμενοι την εθνική ανεξαρτησία ή μαχόμενοι για την ελευθερία» ή «πώς κρίνουμε μαζικά εγκλήματα, όπως το Ολοκαύτωμα, οι γενοκτονίες και τα σταλινικά γκουλάγκ», αποτελούν αναπόφευκτα μέρος της ηθικής διάστασης της ιστορίας [...]

Το άλλο πουλάκι:
Πώς επιτυγχάνονται όλα τα παραπάνω;

Διαβάζω: Αναγκαίος όρος είναι η ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Κριτική σκέψη δεν είναι, όπως διατείνονται ορισμένοι, ο αυθαίρετος και περιστασιακός σχολιασμός προσώπων, γεγονότων ή θεσμών του ιστορικού παρελθόντος ή του παρόντος.

Η κριτική σκέψη είναι η δομική ολοκλήρωση και ο συνδυασμός νοητικών και ψυχολογικών δεξιοτήτων που είναι δυνατό να καλλιεργηθούν στο μάθημα της ιστορίας. Τέτοιες δεξιότητες είναι η αναλυτική και συνθετική ικανότητα, η επιχειρηματολογία, η τεκμηρίωση, η διακρίβωση της αιτιότητας που συνδέει τα ιστορικά γεγονότα μεταξύ τους, η αποκάλυψη των αξιών και των κινήτρων που καθοδήγησαν τη δράση ατόμων και ομάδων, η κατανόηση της ιστορικότητας των γεγονότων και των φαινομένων, η ιστορική ενσυναίσθηση [...]

Ακόμη: Η διδασκαλία της ιστορίας στοχεύει επιπλέον στην καλλιέργεια της εθνικής ταυτότητας, δηλαδή του αισθήματος του ανήκειν σε μια εθνική κοινότητα η οποία έχει διαμορφωθεί μέσα από ιστορικές διαδικασίες.

Βασικός στόχος είναι η ανάπτυξη της κριτικής συλλογικής αυτογνωσίας, ώστε οι μαθητές-τριες να κατανοούν το παρόν μέσα στο οποίο ζουν και το περιεχόμενο της εθνικής τους ταυτότητας –να κατανοήσουν δηλαδή ότι και η εθνική τους ταυτότητα έχει ιστορία.

Επιπλέον: Ιστορία διδάσκουμε για να καλλιεργήσουμε δημοκρατική συνείδηση. Και επειδή η δημοκρατία αποστρέφεται το δογματισμό και την αυθεντία, ενώ ενθαρρύνει τον πλουραλισμό των απόψεων, δημοκρατικό χρέος απέναντι στις επερχόμενες γενιές πολιτών είναι η αποκήρυξη της μονοδιάστατης ανάγνωσης του παρελθόντος και της μοναδικότητας της ιστορικής αλήθειας.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Πώς σας φάνηκαν;

Να σας πω ακόμη ότι όλα τα παραπάνω «υλοποιούνται» με τη βοήθεια των βιβλίων που προτείνονται και τα οποία δεν θα είναι σαν αυτά που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Θα αποτελούνται από εγχειρίδια τα οποία θα συνοδεύονται από θεματικούς φακέλους.

Κλείνοντας, μια και θεωρώ ότι σας έδωσα αρκετή τροφή για σκέψη, να σας πω ότι με το όλο εγχείρημα, κυριολεκτικά όμως με όλο, διαφωνεί η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων.

Περισσότερα στο μέλλον!
 Θα σας πω μια ιστορία.

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2018

181024 ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΟΝ-1


Το ένα πουλάκι:
Νέα βιβλία για την Ιστορία!

Δηλαδή να ετοιμαζόμαστε για εμφύλιο. Φαίνεται πως ο υπουργός Παιδείας θέλει να κάνει… ηρωική έξοδο και αποφάσισε την αλλαγή των Αναλυτικών Προγραμμάτων και των βιβλίων σε Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο.

Είμαστε αντίθετοι με την αλλαγή αυτή; Καθόλου! Γενικά, είμαστε υπέρ των αλλαγών, οι οποίες, όσο άσχημες και να είναι, είναι προτιμότερες από την στασιμότητα, όπου μια κατάσταση παγιώνεται και βαλτώνει.

Αυτός είναι ένας γενικός κανόνας, ο οποίος μπορεί να έχει και κάποιες εξαιρέσεις. Όταν μιλάμε όμως για Αναλυτικά Προγράμματα και βιβλία, όλοι λένε πως αυτά είναι καλό να… φρεσκάρονται κάθε τόσο.

Ειδικά όμως με την Ιστορία υπάρχει ένα θέμα. Εκτός από το πρόβλημα τού «πώς θα τη διδάξω», το οποίο αντιμετωπίζουν όλα τα κράτη του κόσμου, εμείς έχουμε να απαντήσουμε και στο «ποια Ιστορία θα διδάξω».

Υπάρχει όμως μια ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία. Διότι, σε άλλα κράτη ο διάλογος αυτός γίνεται μέσα στην επιστημονική κοινότητα, σε Ιστορικούς, και Παιδαγωγούς, ενώ σ’ εμάς έχει λόγο και τον εκφράζει ο κάθε ένας.

Όπως θα έχετε αντιληφθεί, ο κάθε Έλληνας έχει στο μυαλό του μια εντελώς δική του εκδοχή της Ιστορίας, την οποία πιστεύει ότι πρέπει να διδάσκονται όλα τα Ελληνόπουλα, γι’ αυτό και θέλει να την επιβάλει.

Έχουμε όλοι άποψη. Να, για παράδειγμα, εμείς, καλή ώρα, καθόμαστε και κουβεντιάζουμε για τις αλλαγές στο μάθημα και τη διδασκαλία του, χωρίς μάλιστα να έχουμε δει τι ακριβώς περιλαμβάνουν αυτές οι αλλαγές.

Θα μου πείτε εμείς δεν είμαστε οι πρώτοι τυχόντες. Έχουμε τόσους φίλους εκπαιδευτικούς και παρακολουθούμε από κοντά τα θέματα της Παιδείας, εδώ και χρόνια. Νομιμοποιούμαστε, δηλαδή, για να μην πω υποχρεούμαστε, να έχουμε άποψη.

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, συμφωνώντας με το υπουργείο Παιδείας, με μια παραδοχή: Τα παιδιά μας δεν μαθαίνουν Ιστορία. Μια παραδοχή όμως που υποκρύπτει μια αλήθεια. Τα παιδιά αυτά κάποτε μεγαλώνουν.

Και γίνονται… εμείς! Ναι, όλοι εμείς που φωνάζουμε ότι οι μαθητές δεν διδάσκονται σωστά την Ιστορία μας και τους λείπουν βασικές ιστορικές γνώσεις είμαστε οι χθεσινοί μαθητές, που νομίζουμε ότι τα ξέρουμε όλα!

Δεν είναι αστείο; Επειδή, σε μεγαλύτερη ηλικία διαβάσαμε κάτι στο διαδίκτυο, επειδή πιθανόν παρακολουθήσαμε και κάποιες εκπομπές ιστορικού περιεχομένου, κυρίως επειδή ξέρουμε -πια- με ποιους πολεμήσαμε το ’40, νομίζουμε ότι μάθαμε Ιστορία.

Το άλλο πουλάκι:
Δεν είναι έτσι.

Και μπορώ να σας το αποδείξω. Πάρτε τα (τελευταία) τεύχη του περιοδικού ΔΙΟΔΟΣ 66100 που κυκλοφορεί στην πόλη μας και διαβάστε τα άρθρα και τα αφιερώματα ιστορικού περιεχομένου. Μετά αναρωτηθείτε τι από αυτά γνωρίζατε.

Και δεν μιλώ μόνον για τη «δεύτερη βουλγαρική Κατοχή» ή την «Εαμοκρατία στη Δράμα», αλλά ακόμη και για την ιστορία της Δόξας που και αυτή, ναι, είναι Ιστορία και θα έπρεπε εμείς οι Δραμινοί να τη γνωρίζουμε.

Παρά, λοιπόν, τις τόσες ελλείψεις μας, που είναι ο κανόνας στους περισσότερους Έλληνες, είμαστε έτοιμοι να αρπαχτούμε και να σκοτωθούμε με τους φίλους μας, όταν πρόκειται να συζητήσουμε για τα βιβλία της Ιστορίας.

Τώρα, μάλιστα, με το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είμαστε σε θέση να εκφέρουμε δημοσίως άποψη για θέματα που, υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να απασχολούν μια επιστημονική κοινότητα ειδικών.

Δεν πειράζει, λέω εγώ, αρκεί να προσπαθούμε να κρατήσουμε τη συζήτηση σε ένα επίπεδο, να είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε και άλλες απόψεις και να έχουμε την ετοιμότητα και την εντιμότητα να ανασκευάσουμε τις δικές μας.

Ελάτε, λοιπόν, να δούμε λίγο για ποιον λόγο τα σημερινά παιδιά, πολύ περισσότερο από ό,τι οι παλαιότερες γενιές, δεν μπορούν να αντιληφθούν το παρελθόν και, ως εκ τούτου να συνειδητοποιήσουν πώς ήταν η ζωή στα παλιότερα χρόνια.

Όσοι είναι σήμερα πάνω από πενήντα, έχουν προλάβει να ζήσουν μια καθημερινότητα, όπως αυτή υπήρχε από τα πανάρχαια χρόνια, μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες. Είδαν, ας πούμε, να καλλιεργείται η γη με ζώα.

Είδαν να ετοιμάζεται φαγητό στη φωτιά, να φωτίζεται ένα σπίτι χωρίς ηλεκτρικό, να μετακινούνται άνθρωποι με τα πόδια ή με κάρα, να πλένονται ρούχα στο χέρι, να ζυμώνεται το ψωμί, να γνέθεται το μαλλί…

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ενώ η νεότερη γενιά…

Θεωρούν ότι αυτός ο τρόπος ζωής υπήρχε πριν από χιλιάδες χρόνια και ότι τη δυνατότητα να πατάς τον διακόπτη και να ανάβει το φως, να ζεσταίνεις το φαγητό στον φούρνο μικροκυμάτων, ή να στέλνεις SMS την αποκτήσαμε… λίγο μετά το 1821.

Αυτή είναι μια σημαντική δυσκολία. Υπάρχουν και άλλες που έχουν επίσης να κάνουν μα απλά, αλλά ουσιαστικά ζητήματα. Θυμάμαι έναν δάσκαλο που έλεγε «προσπαθούμε να διδάξουμε στα παιδιά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου…

Τους λέμε μέχρι πού εξάπλωσε το κράτος του, αλλά δεν τους λέμε κάτι πολύ πιο σημαντικό πώς προετοίμασε την εκστρατεία του. Ας ρωτήσουμε τα παιδιά, πώς πέρασε με τον στρατό του τον Αξιό, το ποτάμι που συνάντησαν δίπλα στην πατρίδα τους.

Τι έφαγαν το πρώτο βράδυ (αλλά και όλα τα επόμενα) της εκστρατείας οι χιλιάδες στρατιώτες του, και την άλλη μέρα που σηκώθηκαν το πρωί, πού πήγαν στην τουαλέτα, τόσοι άνθρωποι, ο πληθυσμός μιας ολόκληρης πόλης;»

Τι λέτε; Με μια τέτοιου είδους «διδακτική», δεν θα γινόταν το μάθημα πιο ελκυστικό για τα παιδιά; Δεν θα μάθαιναν περισσότερη… Ιστορία, από τις χρονολογίες και τα ονόματα που καλούνται να αποστηθίσουν σήμερα;
 Αμαρτία μου!

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018

181023 ΑΤΟΜΙΚΟΝ


Το ένα πουλάκι:
Δημόσιο και ιδιωτικό.

Δεν ξέρω αν το έχετε παρατηρήσει, αλλά αυτά που αποκαλούμε με μια λέξη «αρχαία» και καμαρώνουμε που τα έχουμε και έρχονται οι τουρίστες να τα βλέπουν, αποτελούν στην πλειονότητά τους δημόσια κτήρια.

Είτε πρόκειται για ναούς, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, είτε για αγορές, είτε για λουτρά, είτε για θέατρα, για νεκροταφεία ή για στάδια, μιλάμε πάντοτε και κυρίως για κτήρια και χώρους όχι ιδιωτικούς.

Ακόμη και τα ανάκτορα που έχουν σωθεί δεν μπορούν να θεωρηθούν ακριβώς ιδιωτικές κατοικίες, μια και η λειτουργία των ανακτόρων ήταν κάτι πολύ περισσότερο από το σπίτι όπου έμενε ο βασιλιά και η οικογένειά του.

Σώζονται βέβαια και ιδιωτικές κατοικίες, οι οποίες μας επιτρέπουν να επισημάνουμε αυτό ακριβώς που θέλουμε να τονίσουμε. Ότι αποτελούνταν κυρίως από χρηστικούς χώρους και ελάχιστη σχέση είχαν με τα δημόσια κτήρια.

Το φαινόμενο δεν εξαντλείται στα «αρχαία χρόνια». Παρατηρώντας και πολύ νεότερους οικισμούς, θα δούμε ότι οι κάτοικοί τους ενδιαφέρονταν πολύ περισσότερο για οτιδήποτε δημόσιο, παρά για τις ιδιωτικές τους κατοικίες. 

Τα παιδιά ξεκινούσαν συχνά από χαμόσπιτα, για να φοιτήσουν σε σχολεία που ήταν τα πιο εντυπωσιακά κτήρια ενός οικισμού. Η είσοδος ακόμη και στον αύλειο χώρο ενός τέτοιου σχολείου προκαλούσε δέος στους μικρούς μαθητές.

Το ίδιο και οι ναοί, οι πλατείες, οι δημόσιες βρύσες, τα καλντερίμια, με αποκορύφωμα ίσως τα γεφύρια, που ήταν εκτός από «χρηστικές κατασκευές» και πραγματικά αρχιτεκτονικά κοσμήματα.

Όλα αυτά με χρήματα της κοινότητας ή πλούσιων δωρητών που νοιάζονταν για τον τόπο τους και τη δημόσια εικόνα του (όχι τους) πολύ περισσότερο από ό,τι για τα σπίτια και τα κτήματά τους. Έτσι ήταν κάποτε.

Σήμερα διαπιστώνουμε καθημερινά ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο τελευταίος πολίτης αυτής της χώρας ενδιαφέρεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, για το ΔΙΚΟ ΤΟΥ σπίτι, κτήμα ή αυτοκίνητο.

Στα δε δημόσια εκφράζει, στην καλύτερη περίπτωση, την περιφρόνησή του, αν δεν εκδηλώνει το μίσος και την καταστροφική του μανία απέναντί τους. Πότε και γιατί συνέβη αυτή η αλλαγή;

Το άλλο πουλάκι:
Μετά την Επανάσταση!

Υποστηρίζουν κάποιοι πως η συμπεριφορά του Έλληνα απέναντι σε ό,τι θεωρείται δημόσιο άρχισε να αλλάζει με την ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνο η Βαυαροκρατία.

Όλο το προηγούμενο διάστημα υπήρχε αυτό που ονομάζουμε «κοινοτισμός», το γεγονός δηλαδή ότι ο δημόσιος βίος των πολιτών άρχιζε και τελείωνε μέσα σε μικρές κοινότητες και όχι σε μια μεγάλη κρατική οντότητα.

Η οποία είναι εντελώς απρόσωπη και «ξένη», για να μην πω ότι θεωρείται εχθρική προς τον πολίτη, ο οποίος την βλέπει ως πηγή πολλών δεινών, που ξεκινούν από τη φορολόγησή του και καταλήγουν στην ταλαιπωρία του στις δημόσιες υπηρεσίες.

Αν αυτό συμβαίνει κατά κόρον σήμερα, σκεφτείτε πώς το αντιμετώπιζαν οι πρώτοι κάτοικοι του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, οι οποίοι πίστευαν ότι διώχνοντας τους Τούρκους, θα έχουν να κάνουν μόνο με… το χωριό τους.

Όπου όλοι ήταν γνωστοί μεταξύ τους, όπου οι «άρχοντες» λογοδοτούσαν στην πλατεία ή στον αυλόγυρο της εκκλησίας, όπου το βάρος των «δημοσίων έργων» αναλάμβαναν οι πλούσιοι, ενώ οι φτωχότεροι συνεισέφεραν με αγγαρείες.

Ξαφνικά, όλοι έπρεπε να πληρώνουν φόρους για να συντηρείται ένα (βαυαροκρατούμενο) γραφειοκρατικό σύστημα, για να ζουν μεγαλοπρεπώς ο βασιλιάς και η αυλή του, για να καλοπερνούν όσοι είχαν «μπάρμπα στην Κορώνη».

Και κάπως έτσι ξεκίνησε ο… θεσμός της «ληστείας», της πλέον επίσημης, δηλαδή, έκφρασης της έχθρας απέναντι στο κράτος και το «σύστημα». Μιας έχθρας που με ποικίλους τρόπους εκδηλώνεται μέχρι σήμερα.

Η διαφορά είναι ότι το κράτος κατάφερε τότε να εκδιώξει και να εξοντώσει τους περίφημους λήσταρχους, ενώ σήμερα ο κάθε εχθρός του κράτους και του συστήματος μπορεί να δρα ανενόχλητος.

Υπάρχει και μια ομοιότητα που είναι η… συμπάθεια και η έμπρακτη υποστήριξη πολλών πολιτών απέναντι σε όλους τους «αντισυστημικούς». Παρ’ όλο που, και τότε και τώρα, η αιτία αυτής της… συμπάθειας ήταν, συχνά, ο φόβος.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπεραπλούστευση;

Πιθανότατα να μην γίνεται διαφορετικά. Ελάτε όμως εσείς να εξηγήσετε (όχι να δικαιολογήσετε) τον τρόπο με την οποίο εκδηλώνουμε ως λαός την αδιαφορία για (ή/και την έχθρα μας απέναντι σε) οτιδήποτε είναι δημόσιο.

Δείτε πώς αυτό γίνεται πράξη στην πιο απλή του μορφή, στην καθαριότητα. Με ποιο τρόπο φροντίζουμε ο καθένας να «αστράφτει» το σπίτι μας και η αυλή μας, να είναι περιποιημένο το μαγαζί και να γυαλίζει το αυτοκίνητό μας.

Την ίδια στιγμή που τα σκουπίδια μας τα πετάμε οπουδήποτε, αδιαφορώντας παντελώς για το αν βρωμίζουμε την πόλη, και που επιτρέπουμε στο κατοικίδιό μας να αφήνει τα «ίχνη» του στα πιο κεντρικά της σημεία.

Δείτε πώς ακόμη και τα μικρά παιδιά «περιποιούνται» το θρανίο τους, πώς συμπεριφέρονται στην αυλή του σχολείου τους ή στο παρκάκι της γειτονιάς, για να μην πω για τους λίγο μεγαλύτερους που… διακοσμούν κάθε τοίχο στο πέρασμά τους.

Και, αν έτσι συμπεριφερόμαστε φανερά, σκεφτείτε ποια είναι η σχέση μας με το δημόσιο στα κρυφά, εκεί που δεν ελέγχεται εύκολα η συμπεριφορά τού καθενός. Και σκεφτείτε τα όλα αυτά κάθε φορά που ακούμε κάποιον να φωνάζει «πού είναι το κράτος».

Αφήστε· καλύτερα μην τα σκέφτεστε!
 Το δικό μου κράτος!