ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

181022 ΑΚΑΠΝΟΝ


Το ένα πουλάκι:
Ένα ευχάριστο νέο!

Πόσο καιρό έχετε να ακούσετε ευχάριστα νέα; Και, όταν λέω νέα, δεν εννοώ να μάθετε ότι ένας γνωστός διορίστηκε, ότι παντρεύτηκε κάποιος, ότι το παιδί ενός συναδέλφου πέρασε στο Πανεπιστήμιο, ή ότι γέννησε η γυναίκα ενός φίλου.

Εννοώ νέα που να μας ενδιαφέρουν γενικότερα, ως χώρα, κι όχι μόνον έναν μικρό κύκλο ανθρώπων. Και μην μου πείτε για τις επιτυχίες των ελληνικών ομάδων, γιατί αυτές δεν αποτελούν πλέον ειδήσεις.

Αστειεύομαι! Θα σας πω εγώ ένα καλό νέο που έμαθα και θέλω μετά να το σχολιάσουμε μαζί. Έμαθα, λοιπόν, ότι οι νέοι από 16 μέχρι 24 ετών, δεν καπνίζουν πλέον όπως παλαιότερα, αλλά πολύ λιγότερο.

Θα μου πείτε είναι φυσικό, αφού παλαιότερα αυτοί οι νέοι ήταν μικρά παιδιά ή και νήπια, όμως σας πληροφορώ ότι η σχετική έρευνα, χωρίς να το λέει ξεκάθαρα, υπονοεί σαφώς ότι μιλάει για νέους προηγούμενων χρόνων.

Σήμερα, στις ηλικίες που αναφέραμε προηγουμένως, καπνίζει σε καθημερινή βάση ΜΟΝΟ το  12,7%, ενώ περιστασιακά κάνουν από ένα τσιγαράκι το 8,1%. Και αυτό θεωρείται μεγάλη επιτυχία της σχετικής καμπανιάς.

Δηλαδή από τα παιδιά αυτής της ηλικίας (παιδιά είναι και οι 24άρηδες) τα περισσότερα κατόρθωσαν να αποφύγουν τον πειρασμό του καπνίσματος, κυρίως χάρη στην αντικαπνιστική δουλειά που έγινε μέσα στα Σχολεία.

Αν ισχύει κάτι τέτοιο, θεωρώ πως αυτό είναι ίσως το πιο σημαντικό έργο που έχει παραχθεί από την ελληνική εκπαίδευση. Φοβάμαι όμως πως δεν είναι αυτός ο λόγος που οι νέοι αποφεύγουν να καπνίσουν.

Για να το κατανοήσουμε ας δούμε μερικά ακόμη στατιστικά στοιχεία: «Στο σύνολο του πληθυσμού άνω των 16 ετών, συστηματικοί καπνιστές είναι το 25,8%, –ποσοστό που είναι στον μέσον όρο των χωρών της Ε.Ε.– ενώ περιστασιακά καπνίζει το 7,1%.

Το 2009, σε αντίστοιχη έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, συστηματικός καπνιστής δήλωνε το 31,9% των Ελλήνων και περιστασιακός το 6%». Βλέπετε; Άρα υπάρχει μια τάση στην κοινωνία που δεν έχει να κάνει με την εκπαίδευση.

Αν μάλιστα δεχτούμε πως, στις σχολικές ηλικίες, στις οποίες οι περισσότεροι ξεκινούν το κάπνισμα, οι συναναστροφές και οι επιρροές βρίσκονται στο σχολικό περιβάλλον, τότε το Σχολείο μάλλον κακό κάνει, παρά καλό.

Το άλλο πουλάκι:
Τι έγινε, λοιπόν;

Δεν αποκλείεται πράγματι να λειτούργησε η σχετικά καμπάνια και ο αριθμός των καπνιστών να μειώνεται ολοένα. Καθόλου απίθανο να λειτούργησε και η καθημερινή μας πλέον επαφή με ασθενείς θύματα του καπνίσματος.

Πιστεύω όμως ότι υπάρχει και μία παράμετρος που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη, και αυτή είναι το κόστος που πληρώνει ένας καπνιστής. Κόστος απαγορευτικό πολλές φορές, ιδίως σε εποχές κρίσης που ζούμε.

Με μετριοπαθείς υπολογισμούς, κάποιος που καπνίζει ένα περίπου πακέτο την ημέρα, θέλει περισσότερα από 1.200 ευρώ το χρόνο, μόνο για τσιγάρα. Αν μιλάμε για αντρόγυνο, το ποσό διπλασιάζεται, χρήματα τα οποία σε ελάχιστους περισσεύουν!

Θυμάμαι πάντοτε την κουβέντα ενός φίλου καπνιστή (πέθανε νέος από καρκίνο) ο οποίος έλεγε «αν σου πουν πήγαινε να δώσεις τον Ιανουάριο χίλια ευρώ και θα καπνίζεις όλο το χρόνο, όσο θέλεις, δωρεάν, θα πεις είστε τρελοί.

Κάθε μέρα όμως πηγαίνεις και τα δίνεις λίγα λίγα στο περίπτερο, χωρίς να σκέφτεσαι το συνολικό κόστος». Έτσι είναι. Όταν εγώ όμως μιλάω για τις επιπτώσεις της κρίσης στο κάπνισμα δεν εννοώ μόνο την τιμή του πακέτου.

Εξάλλου, υπάρχουν πολλές έρευνες που δείχνουν ότι το ποσοστό των καπνιστών είναι πολύ μεγαλύτερο στα φτωχότερα και πλέον αμόρφωτα στρώματα, είτε μιλάμε για διαφορετικές χώρες, είτε για μία συγκεκριμένη.

Το κάπνισμα όμως, καλώς ή κακώς, έχει συνδεθεί σε πολλούς ανθρώπους με την έξοδό τους. Το τσιγάρο συνοδεύει τον καφέ ή το ποτό που θα πιούν με μια συντροφιά, όταν θα βγουν από το σπίτι τους.

Ε, αυτές οι έξοδοι έχουν περιοριστεί αφάνταστα, εξαιτίας της κρίσης. Δεν λέω, και τώρα βλέπεις γεμάτα μαγαζιά, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε και πόσο συχνά βγαίναμε έξω, πριν από μια δεκαετία.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Όταν επιτρεπόταν και το κάπνισμα!

Όχι ότι τώρα απαγορεύεται δηλαδή, αλλά να, κάπου κάπου, υπάρχει και κανένα μαγαζί, ο σοβαρός και υπεύθυνος ιδιοκτήτης του οποίου αποφασίζει να τηρήσει τον αντικαπνιστικό νόμο και να μην επιτρέπει το κάπνισμα.

Δεν το λέω εγώ, η στατιστική το λέει: «Το 96% των Ελλήνων δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί τον τελευταίο χρόνο σε χώρους όπου καπνίζουν, παρά το γεγονός ότι απαγορεύεται». Λέει όμως και κάτι άλλο που έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

Τρεις στους τέσσερις Έλληνες δηλώνουν θυμωμένοι που ο νόμος αυτός δεν εφαρμόζεται. Το ακούσατε; Να το ξαναπώ; Τρεις στους τέσσερις, 74,2%! Όχι απλώς ενοχλημένοι, αλλά θυμωμένοι. Και το ερώτημα είναι τι κάνουν.

Διότι, αν θυμώνεις και απλώς το λες στην Στατιστική Υπηρεσία για να το καταγράψει, είναι κάτι, αλλά… τίποτε. Αν διαμαρτύρεσαι αρμοδίως, τότε κάτι μπορεί να γίνει. Όπως οι συμπολίτες μας που συγκέντρωσαν υπογραφές.

Και τις επέδωσαν στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Δράμας, προκειμένου αυτός να διερευνήσει αν υπάρχουν ευθύνες για την μη εφαρμογή του νόμου. Δεν μας λέει όμως το ρεπορτάζ («η Καθημερινή» 7/10/18) σε ποιο σημείο βρίσκεται η έρευνα.

Φαντάζομαι τώρα που έρχεται η εποχή να κλειστούμε και πάλι εντός, και να αρχίσουμε να μαλώνουμε μεταξύ μας και με τους ιδιοκτήτες των μαγαζιών, όλο και κάτι θα γίνει.
 Περιμένοντας το κρύο!



Δεν υπάρχουν σχόλια: