Το ένα πουλάκι:
Δημόσιο
και ιδιωτικό.
Δεν ξέρω αν το έχετε
παρατηρήσει, αλλά αυτά που αποκαλούμε με μια λέξη «αρχαία» και καμαρώνουμε που
τα έχουμε και έρχονται οι τουρίστες να τα βλέπουν, αποτελούν στην πλειονότητά
τους δημόσια κτήρια.
Είτε
πρόκειται για ναούς, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, είτε για αγορές, είτε
για λουτρά, είτε για θέατρα, για νεκροταφεία ή για στάδια, μιλάμε πάντοτε και
κυρίως για κτήρια και χώρους όχι ιδιωτικούς.
Ακόμη
και τα ανάκτορα που έχουν σωθεί δεν μπορούν να θεωρηθούν ακριβώς ιδιωτικές κατοικίες,
μια και η λειτουργία των ανακτόρων ήταν κάτι πολύ περισσότερο από το σπίτι όπου
έμενε ο βασιλιά και η οικογένειά του.
Σώζονται
βέβαια και ιδιωτικές κατοικίες, οι οποίες μας επιτρέπουν να επισημάνουμε αυτό
ακριβώς που θέλουμε να τονίσουμε. Ότι αποτελούνταν κυρίως από χρηστικούς χώρους
και ελάχιστη σχέση είχαν με τα δημόσια κτήρια.
Το
φαινόμενο δεν εξαντλείται στα «αρχαία χρόνια». Παρατηρώντας και πολύ νεότερους
οικισμούς, θα δούμε ότι οι κάτοικοί τους ενδιαφέρονταν πολύ περισσότερο για
οτιδήποτε δημόσιο, παρά για τις ιδιωτικές τους κατοικίες.
Τα
παιδιά ξεκινούσαν συχνά από χαμόσπιτα, για να φοιτήσουν σε σχολεία που ήταν τα
πιο εντυπωσιακά κτήρια ενός οικισμού. Η είσοδος ακόμη και στον αύλειο χώρο ενός
τέτοιου σχολείου προκαλούσε δέος στους μικρούς μαθητές.
Το
ίδιο και οι ναοί, οι πλατείες, οι δημόσιες βρύσες, τα καλντερίμια, με
αποκορύφωμα ίσως τα γεφύρια, που ήταν εκτός από «χρηστικές κατασκευές» και
πραγματικά αρχιτεκτονικά κοσμήματα.
Όλα
αυτά με χρήματα της κοινότητας ή πλούσιων δωρητών που νοιάζονταν για τον τόπο
τους και τη δημόσια εικόνα του (όχι τους) πολύ περισσότερο από ό,τι για τα
σπίτια και τα κτήματά τους. Έτσι ήταν κάποτε.
Σήμερα
διαπιστώνουμε καθημερινά ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο τελευταίος
πολίτης αυτής της χώρας ενδιαφέρεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, για το ΔΙΚΟ
ΤΟΥ σπίτι, κτήμα ή αυτοκίνητο.
Στα
δε δημόσια εκφράζει, στην καλύτερη περίπτωση, την περιφρόνησή του, αν δεν εκδηλώνει
το μίσος και την καταστροφική του μανία απέναντί τους. Πότε και γιατί συνέβη
αυτή η αλλαγή;
Το άλλο πουλάκι:
Μετά
την Επανάσταση!
Υποστηρίζουν
κάποιοι πως η συμπεριφορά του Έλληνα απέναντι σε ό,τι θεωρείται δημόσιο άρχισε
να αλλάζει με την ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνο
η Βαυαροκρατία.
Όλο
το προηγούμενο διάστημα υπήρχε αυτό που ονομάζουμε «κοινοτισμός», το γεγονός δηλαδή
ότι ο δημόσιος βίος των πολιτών άρχιζε και τελείωνε μέσα σε μικρές κοινότητες
και όχι σε μια μεγάλη κρατική οντότητα.
Η
οποία είναι εντελώς απρόσωπη και «ξένη», για να μην πω ότι θεωρείται εχθρική
προς τον πολίτη, ο οποίος την βλέπει ως πηγή πολλών δεινών, που ξεκινούν από τη
φορολόγησή του και καταλήγουν στην ταλαιπωρία του στις δημόσιες υπηρεσίες.
Αν
αυτό συμβαίνει κατά κόρον σήμερα, σκεφτείτε πώς το αντιμετώπιζαν οι πρώτοι
κάτοικοι του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, οι οποίοι πίστευαν ότι διώχνοντας
τους Τούρκους, θα έχουν να κάνουν μόνο με… το χωριό τους.
Όπου
όλοι ήταν γνωστοί μεταξύ τους, όπου οι «άρχοντες» λογοδοτούσαν στην πλατεία ή
στον αυλόγυρο της εκκλησίας, όπου το βάρος των «δημοσίων έργων» αναλάμβαναν οι
πλούσιοι, ενώ οι φτωχότεροι συνεισέφεραν με αγγαρείες.
Ξαφνικά, όλοι έπρεπε να
πληρώνουν φόρους για να συντηρείται ένα (βαυαροκρατούμενο) γραφειοκρατικό
σύστημα, για να ζουν μεγαλοπρεπώς ο βασιλιάς και η αυλή του, για να καλοπερνούν
όσοι είχαν «μπάρμπα στην Κορώνη».
Και κάπως έτσι ξεκίνησε ο…
θεσμός της «ληστείας», της πλέον επίσημης, δηλαδή, έκφρασης της έχθρας απέναντι
στο κράτος και το «σύστημα». Μιας έχθρας που με ποικίλους τρόπους εκδηλώνεται
μέχρι σήμερα.
Η διαφορά είναι ότι το κράτος
κατάφερε τότε να εκδιώξει και να εξοντώσει τους περίφημους λήσταρχους, ενώ
σήμερα ο κάθε εχθρός του κράτους και του συστήματος μπορεί να δρα ανενόχλητος.
Υπάρχει και μια ομοιότητα που
είναι η… συμπάθεια και η έμπρακτη υποστήριξη πολλών πολιτών απέναντι σε όλους
τους «αντισυστημικούς». Παρ’ όλο που, και τότε και τώρα, η αιτία αυτής της…
συμπάθειας ήταν, συχνά, ο φόβος.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπεραπλούστευση;
Πιθανότατα
να μην γίνεται διαφορετικά. Ελάτε όμως εσείς να εξηγήσετε (όχι να δικαιολογήσετε)
τον τρόπο με την οποίο εκδηλώνουμε ως λαός την αδιαφορία για (ή/και την έχθρα
μας απέναντι σε) οτιδήποτε είναι δημόσιο.
Δείτε
πώς αυτό γίνεται πράξη στην πιο απλή του μορφή, στην καθαριότητα. Με ποιο τρόπο
φροντίζουμε ο καθένας να «αστράφτει» το σπίτι μας και η αυλή μας, να είναι
περιποιημένο το μαγαζί και να γυαλίζει το αυτοκίνητό μας.
Την
ίδια στιγμή που τα σκουπίδια μας τα πετάμε οπουδήποτε, αδιαφορώντας παντελώς
για το αν βρωμίζουμε την πόλη, και που επιτρέπουμε στο κατοικίδιό μας να αφήνει
τα «ίχνη» του στα πιο κεντρικά της σημεία.
Δείτε
πώς ακόμη και τα μικρά παιδιά «περιποιούνται» το θρανίο τους, πώς
συμπεριφέρονται στην αυλή του σχολείου τους ή στο παρκάκι της γειτονιάς, για να
μην πω για τους λίγο μεγαλύτερους που… διακοσμούν κάθε τοίχο στο πέρασμά τους.
Και, αν έτσι συμπεριφερόμαστε
φανερά, σκεφτείτε ποια είναι η σχέση μας με το δημόσιο στα κρυφά, εκεί που δεν
ελέγχεται εύκολα η συμπεριφορά τού καθενός. Και σκεφτείτε τα όλα αυτά κάθε φορά
που ακούμε κάποιον να φωνάζει «πού είναι το κράτος».
Αφήστε· καλύτερα μην τα
σκέφτεστε!
Το δικό μου κράτος!
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου