ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

140131 ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟ

Το ένα πουλάκι:
Υπάρχουν δύο κόσμοι.

Ο ένας θα μπορούσε κάλλιστα να εκπροσωπηθεί από χώρες όπως η Αργεντινή ή η Βενεζουέλα και δεν είναι καθόλου τυχαία τα παραδείγματα.
Στην πρώτη, δεκατρία χρόνια μετά την κρίση, δηλαδή την ολική χρεοκοπία, οι άνθρωποι κάνουν εφόδους στα σούπερ μάρκετ, απελπισμένοι από την ένδεια και την πείνα.

Οι νεκροί δεν είναι λίγοι, περισσότεροι από δέκα, στις αιματηρές διαδηλώσεις. Η κυβέρνηση αναγκάζεται να πάρει μέτρα όπως την απαγόρευση αγορών μέσω διαδικτύου από χώρες του εξωτερικού.
Το πέσο δεν έχει καμία αγοραστική αξία, ενώ το δολάριο ανταλλάσσεται στη μαύρη αγορά 6 φορές κάτω από την επίσημη ισοτιμία.

Στη Βενεζουέλα πάλι, μια χώρα με τα πλουσιότερα κοιτάσματα πετρελαίου στο κόσμο, οι διακοπές στην ηλεκτροδότηση είναι καθημερινές, ενώ πραγματοποιούνται συνεχείς διαδηλώσεις κατά της βίας.
Σε άλλες χώρες αυτού του κόσμου η καταπάτηση στοιχειωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι ρουτίνα.

Δεν μιλάμε για εργασιακές σχέσεις, δεν μιλάμε για μόρφωση των παιδιών, δεν μιλάμε για τη θέση της γυναίκας, δεν μιλάμε…
Υπάρχει όμως και ο άλλος κόσμος, αυτός που θα μπορούσε να εκπροσωπηθεί από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σε κανένα άλλο μέρος του πλανήτη οι πολίτες δεν ζουν έχοντας τόσα δικαιώματα, τόσες ελευθερίες και τόσες ευκαιρίες στη μόρφωση.
Είναι ένας τόπος αγγελικός, ένας παράδεισος; Όχι φυσικά, ωστόσο δεν παύει να είναι ονειρεμένος για τη συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων του πλανήτη.

Πλην, ίσως, «Λακεδαιμονίων».
Υπάρχουν στη χώρα μας πολλοί που θεωρούν την Ευρωπαϊκή Ένωση μια περιοχή όπου επικρατεί «εργασιακός μεσαίωνας», για να μην μιλήσω για εκείνους που την παρουσιάζουν με ένα τεράστιο «στρατόπεδο συγκέντρωσης», το οποίο διοικείται από κάποιο «Δ΄ Ράιχ» με επικεφαλής την «μαντάμ Μέρκελ».

Γιατί όμως λέγονται όλα αυτά; Όσοι τα υποστηρίζουν το κάνουν χωρίς λόγο;
Φυσικά, όχι! Μάλιστα, αν τους ρωτήσεις θα σου πουν πως τα τελευταία χρόνια μια σειρά «κεκτημένα δικαιώματα» έχουν καταπατηθεί με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να γυρίζουν χρόνια πίσω.

Το άλλο πουλάκι:
Έτσι ακριβώς είναι.

Μόνο που χρειάζεται μια διευκρίνιση. Όταν μιλάμε για δικαιώματα (ανθρώπινα δικαιώματα, δικαιώματα του παιδιού κ.λπ.) εννοούμε πράγματα που ισχύουν, που πρέπει να ισχύουν γενικώς και για όλους χωρίς εξαιρέσεις.
Όλοι οι άνθρωποι, όλα τα παιδιά, όλοι οι εργαζόμενοι, όλες οι γυναίκες κ.λπ. έχουν τα ίδια δικαιώματα και ο αγώνας γίνεται για να τεθούν σε ισχύ χωρίς περιορισμούς, χωρίς να τα στερείται κανείς.

Τι συνέβαινε όμως με τα περίφημα δικά μας εργασιακά και άλλα δικαιώματα, τα οποία πράγματι, κάτω από την πίεση των μνημονίων και τις επιταγές της Τρόικας, πήγαν περίπατο;

Διαβάζω από το βιβλίο του Φώτη Γεωργελέ «Κρυμμένες αλήθειες και ψεύτικα διλήμματα», εκδ. Μεταίχμιο:
«Αν δεις προσεκτικά όλα αυτά που υπερασπιζόμαστε τόσα χρόνια, όλα τα “κεκτημένα”, για τα οποία διαδηλώνουμε θα αντιληφθείς ένα πράγματα: ότι δεν είναι για όλους.

Δεν βγαίνουμε όλοι στη σύνταξη στα 50, δεν δουλεύουμε όλοι σε δουλειές που δεν αξιολογείται η απόδοσή μας, δεν παίρνουμε όλοι μισθό ακόμη κι αν είμαστε αργόμισθοι, δεν πληρώνει η κοινωνία με φόρους υπέρ τρίτων τη σύνταξή μας, δεν παίρνουμε όλοι σύνταξη μεγαλύτερη από το μισθό μας, δεν έχουμε όλοι φοροαπαλλαγές, δεν αναπληρώνουμε όλοι τις μειώσεις μισθών με πλασματικές υπερωρίες, δεν ορίζουμε όλοι με δική μας απόφαση το ύψος των μισθών μας, δεν μας ορίζει το κράτος εγγυημένο ποσοστό κέρδους, δεν δουλεύουμε 16 ώρες την εβδομάδα, δεν φοροδιαφεύγουμε ανενόχλητοι, δεν παίρνουμε “όλα τα λεφτά όλα τα κιλά”.»

Τι σημαίνει, αυτό φίλοι μου, μπορούμε να το συνειδητοποιήσουμε; Σε πολύ απλά ελληνικά, τα περισσότερα από αυτά που εμείς θεωρούμε κεκτημένα δικαιώματα και αγωνιζόμαστε για τη διατήρησή τους δεν είναι παρά… προνόμια!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Που ισχύουν για μας, όχι όμως για άλλους.

Τα οποία μπορεί να «κατακτήθηκαν» με αγώνες, τις περισσότερες φορές όμως ήταν ανταλλάγματα επιτήδειων υπουργών προς την (υποψήφια ή εν δυνάμει) εκλογική τους πελατεία.

Ήταν ένα κλείσιμο του ματιού προς τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, οι οποίες έτσι καταστρατηγούσαν ακόμη και τα «ενιαία μισθολόγια» για τα οποία υποτίθεται ότι κόπτονταν.
Ήταν «χουβαρνταλίκια» των κυβερνήσεων προς ομάδες εργαζομένων που μπορούσαν να ασκήσουν πιέσεις, «χουβαρνταλίκια» πάντοτε με λεφτά άλλων, τις περισσότερες φορές με δανεικά.

Κι όταν τα δανεικά τελείωσαν, κόπηκαν και τα «κεκτημένα»! Διότι, όταν θα πρέπει να πληρώσεις μόνος σου ή, ακόμη χειρότερο, να την πληρώνει το παιδί σου τη σύνταξη που θα παίρνεις από 50 ετών, έχεις δύο επιλογές. Ή να αγανακτήσεις ή να το ξανασκεφτείς.

Δυστυχώς, πολλοί βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της αγανάκτησης. Δυστυχώς, κάποιοι πιστεύουν πως όλα αυτά γίνονται επειδή οι ξένοι μας ζηλεύουν και μας μισούν. Δυστυχώς, ορισμένοι αρνούνται να καταλάβουν πως τα «κεκτημένα» θέλουν από πίσω ένα γερό ταμείο, που πάει να πει παραγωγή πλούτου.

Από την άλλη βέβαια, κανείς δεν λέει πως τα πράγματα έπρεπε να γίνουν έτσι ακριβώς που έγιναν, όπως έγιναν. Οι συγκεκριμένες περικοπές, οι συγκεκριμένοι φόροι, τα συγκεκριμένα μέτρα δεν ήταν μονόδρομος.

Εκεί υπήρχε πεδίο δόξης λαμπρό για μια σοβαρή, υπεύθυνη και μακριά από λαϊκισμούς Αριστερά. Να αγωνιστεί, όχι για να διατηρηθούν τα προνόμια, αλλά για να κατανεμηθούν δίκαια και προς όφελος των πλέον αδύναμων τα βάρη της κρίσης.

Ατυχήσαμε όμως!

Κεκτημένα προνόμια!

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

140130 ΕΥΦΟΡΙΑΚΟ

Το ένα πουλάκι:
Δεν πληρώνω, πληρώνω!

Σωστά το ακούσατε. Δεν ξέχασα τίποτε.
Εγώ που σήμερα δεν πληρώνω, μπορεί αύριο να αρχίσω να ανταποκρίνομαι πλήρως και συνειδητά στις υποχρεώσεις μου.

Γιατί αύριο και όχι σήμερα;
Διότι, (θα χρησιμοποιήσω πάλι το κλασικό επιχείρημα του Κολοκοτρώνη, του Θεόδωρου) «άλλος καιρός ήτανε τότες, άλλος καιρός είναι τώρα!»
Θα έχουν αλλάξει τα πράγματα.

Για να μη σας μπερδεύω, θα σας διαβάσω ένα απόσπασμα από τη συνέντευξη που έδωσε στο ΒΗΜΑ ο κ. Αριστείδης Μπαλτάς, καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, πρόεδρος του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.

Λέει λοιπόν σε κάποιο σημείο της συνέντευξής του πως «ο κόσμος δεν περιμένει κάποια ακαριαία λύση, δεν περιμένει από τον ΣΥΡΙΖΑ να του λύσει τα προβλήματα με ένα μαγικό ραβδάκι. Περιμένει από τον ΣΥΡΙΖΑ να αντιμετωπίσει και να επιλύσει όσο μπορεί, όσο καλύτερα μπορεί».

Πολύ ωραία και προσγειωμένη προσέγγιση.
Είναι ευχάριστο το γεγονός ότι στελέχη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με αλλεπάλληλες τοποθετήσεις τους προσπαθούν να προσγειώσουν έναν κόσμο και να τον προετοιμάσουν να κρατάει μικρό καλάθι.

(Παρόλο που μετά τους την πέφτουν διάφοροι σκληροπυρηνικοί και αναγκάζονται να τα μαζέψουν, η εικόνα ότι έχουν αρχίσει να εξετάζουν τα ζητήματα με σοβαρότητα παραμένει.)

Θυμίζω μόνο πως το μεγάλο καλάθι που παρά πολλοί κρατούν ακόμη δεν το διάλεξαν αυθαίρετα, παρά βασίστηκαν σε άλλες δηλώσεις, προηγούμενες, των ίδιων στελεχών του ίδιου κόμματος.

Μόνο που τότε κάποιοι ψύχραιμοι, που υποστηρίζαμε ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι, δεν μπορεί να είναι έτσι, ακούγαμε τα εξ αμάξης. Τώρα που παρατηρούμε μια προσγείωση του ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα, μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση των δυνατοτήτων των δικών του και της χώρας, μπορούμε να ξανασυζητήσουμε διάφορα θέματα.

Το άλλο πουλάκι:
Το ενδιαφέρον είναι παρακάτω:

Λέει, λοιπόν, ο κ. Μπαλτάς: «Μέσα από νέες σχέσεις που οφείλουμε να δημιουργήσουμε –και ως προς αυτές οφείλουμε να έχουμε μεγάλες προσδοκίες- θα βρούμε και τις νέες λύσεις που απαιτούν οι καιροί».

Ποιες είναι αυτές οι «νέες σχέσεις» που θα δημιουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, για τις οποίες μάλιστα έχει υψηλές προσδοκίες; Ο κ. Μπαλτάς δίνει ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα, το οποίο σχολιάστηκε δεόντως στο διαδίκτυο:

«Κάποιος φίλος μου κουβέντιαζε, πριν από μερικούς μήνες, με εφοριακούς σε μια επαρχιακή πόλη. Οι εφοριακοί τού εξηγούσαν ότι έχουν πολλά εσωτερικά προβλήματα και επιπλέον μια εσωτερική δυσκολία: να πιέσουν τους ανθρώπους να πληρώσουν τους φόρους τους, έχοντας πλήρη συναίσθηση ότι όντως δεν μπορούν να ανταποκριθούν.

Ταυτοχρόνως όμως του ανέφεραν το εξής εκπληκτικό: ότι οι ίδιοι που σήμερα δυσκολεύονται εξαιρετικά να πληρώσουν τους φόρους τους θα κάνουν τα πάντα για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, αν γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ».

Το πιάσατε, φίλοι μου; Δεν είναι πέρα από κάθε φαντασία;
Άνθρωποι που σήμερα δεν έχουν να πληρώσουν τους φόρους τους, θα κάνουν τα πάντα (όπως λέμε το σκ…τους παξιμάδι) και θα τρέξουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, μόλις γίνει κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Θα χρησιμοποιήσω έναν όρο που ελάχιστοι ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ σημερινοί και πολλοί παλιοί αριστεροί θα τον καταλάβουν: «φοροδοτικός σταχανοβισμός».

Το πιο ωραίο στην ιστορία, η οποία λέει με άλλα λόγια το γνωστό «λεφτά υπάρχουν», λέει δηλαδή ότι δεν υπάρχουν αλλά θα βρεθούν χάρη στο φιλότιμο και στις νέες σχέσεις που θα δημιουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, ξέρετε ποιο είναι;

Ότι αυτό το γνωρίζουν κάποιοι εφοριακοί σε μια επαρχιακή πόλη και το είπαν  σ’ έναν φίλο του κ. Μπαλτά, ο οποίος το μετέφερε στον ίδιο για να το μάθει, μέσα από τη συνέντευξη στο ΒΗΜΑ, όλη η χώρα!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μην είστε αφελείς, ρε.

Ο άνθρωπος ξέρει πολύ καλά τι λέει και είναι όλα λόγια δικά του και ανθρώπων της δικής του νοοτροπίας, απλώς τα έβαλε στο στόμα εφοριακών και φίλων.
Το μυστικό βρίσκεται στην επόμενη φράση.

Οι φορολογούμενοι θα ανταποκριθούν πρόθυμα στις υποχρεώσεις τους «γιατί τότε θα ξέρουν ακριβώς το πού πάνε τα λεφτά τους»!
Σας το είχαμε ξαναπεί, πριν από πολύ καιρό. Σε κουβέντα φίλου μας με ελεύθερους επαγγελματίες, μέλη του μικρού τότε ΣΥΡΙΖΑ, προ κρίσης, οι άνθρωποι υποστήριζαν τη φοροδιαφυγή που διαπράττουν με το φοβερό επιχείρημα «είναι δρόμοι αυτοί που έχουμε;»

Φανταστείτε τώρα που οι φόροι μας (οι δικοί μας, όχι οι δικοί τους) δεν πάνε καν στους δρόμους, αλλά στο «επαχθές» και «απεχθές» και, επίσης, «από χθες» χρέος.

Έχει λοιπόν εξ ιδίων τη γνώση ο κ. Μπαλτάς ότι αυτοί του σήμερα «δεν πληρώνουν» αύριο (πιθανόν) θα το κάνουν ευχαρίστως, διότι τα χρήματα θα πηγαίνουν στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η οποία θα φροντίζει να πιάνουν τόπο.

Το ζήτημα είναι τι θα γίνει αν, μιμούμενοι τους σημερινούς, εμφανιστούν κάποιοι άλλοι που «δεν (θα) πληρώνουν».
Είπαμε όμως. Το παν είναι να δημιουργηθούν «νέες σχέσεις».

Θα βρεθούν, ακόμη κι αν δεν υπάρχουν!

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

140129 ΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΤΟ-2

Το ένα πουλάκι:
Πού βρίσκεται το πρόβλημα, λοιπόν;

Δεν πιστεύω να βιάζεστε να φτάσουμε στην απάντηση!
Έχουμε τόση ώρα μπροστά μας για συζήτηση. Πρώτα πρώτα ας δούμε ποιο είναι το κοινώς αποδεκτό, σχετικά με το πρόβλημα στη δυσλειτουργία του δημοσίου, αλλά και του κράτους γενικότερα.

Αν ρωτήσουμε γύρω μας θα πάρουμε διάφορες απαντήσεις.
Άλλοι θα ρίξουν το φταίξιμο στην κακή μηχανοργάνωση. Άλλοι στην απουσία συγκεκριμένου οργανογράμματος, ώστε ο καθένας να είναι χρήσιμος σε μια θέση. Κάποιοι θα πουν για τους διορισμούς ημετέρων, ενώ άλλοι θα ρίξουν το φταίξιμο στην απουσία αξιοκρατίας αλλά και αξιολόγησης.

Αυτά όλα συνοψίζονται σε δύο συγκεκριμένες παραδοχές:
Πρώτον οι πελατειακές σχέσεις. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι το κράτος θεωρείται (ναι, ακόμη και σήμερα) λάφυρο του κόμματος που κερδίζει τις εκλογές.

Μπορεί, λοιπόν, από την επόμενη μέρα να το χρησιμοποιεί όπως θέλει, κυρίως όμως για να εδραιώσει την εκλογική του δύναμη, ώστε να μπορεί να επανεκλέγεται όσες φορές γίνουν εκλογές.
Διορίζει ημετέρους ασχέτως προσόντων, ασχέτως αναγκών, ασχέτως ακόμη και της δυνατότητας να τους μισθοδοτεί.

Η τελευταία λεπτομέρεια, μέχρι πρόσφατα, λυνόταν με τη μέθοδο του δανεισμού. Δύο δισεκατομμύρια κάθε μήνα έμπαινε μέσα το δημόσιο χωρίς τους τόκους των δανεικών) και μεγάλο μέρος αυτής της «χασούρας», του ελλείμματος δηλαδή στο ισοζύγιο, προερχόταν από μισθούς και συντάξεις.

Τουλάχιστον έτσι φαίνεται από τα μέτρα, διότι εκεί, στην περικοπή τους,  αναζητήθηκαν, τα… ρέστα. Ο άλλος τρόπος, πέραν των περικοπών, ήταν η αύξηση των εσόδων από φόρους τέλη κ.λπ. που επίσης οδήγησε σε χάος.

Προφανώς υπήρχαν και άλλοι τρόποι που προτάθηκαν από τα κόμματα της αντιπολίτευσης (άρνηση χρέους, εξόρυξη υδρογονανθράκων κ.λπ.) οι οποίοι όμως είτε δεν έλυναν το άμεσο πρόβλημα σε ρευστό, είτε δεν είχαν καθόλου πραγματική βάση.
Έτσι πέσαμε στα μνημόνια.

Το άλλο πουλάκι:
Ποια είναι η δεύτερη παραδοχή;

Με πολύ απλά λόγια λέει ότι όσο μεγάλο είναι το δημόσιο σε ένα κράτος, τόσο περισσότερο αγκαλιάζει ασφυκτικά τις «υγιείς» δυνάμεις της αγοράς και του ανταγωνισμού και δεν τις αφήνει να αναπτυχθούν για να παράξουν πλούτο.

Διότι, κακά τα ψέματα, το δημόσιο, και ειδικά το δικό μας δημόσιο της πρώτης παραδοχής, δεν παράγει παρά ελάχιστο πλούτο και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να συντηρήσει ούτε καν τον εαυτό του.
Κάποιοι άλλοι, στην ελεύθερη αγορά, πρέπει να το κάνουν αυτό, οι οποίοι θα φορολογηθούν (ας μην το σχολιάσω) για να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις του δημοσίου.

Λοιπόν, αυτή είναι η εικόνα που κυκλοφορεί στις συζητήσεις.
Πελατειακές σχέσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, και ασφυκτικός εναγκαλισμός της ιδιωτικής πρωτοβουλίας είναι οι πληγές του δημοσίου. Σωστή ανάλυση, ως ένα βαθμό όμως, διότι απλοποιεί πολλά πράγματα.

Αυτά που θα ακούσετε στη συνέχεια είναι σκέψεις του επίκουρου καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέα Χρυσάφη Ιορδάνογλου, τις οποίες εκθέτει στο βιβλίο του «Κράτος και ομάδες συμφερόντων».

Τι μας λέει δηλαδή;
Ότι αυτό που πολύ απλά ονομάζουμε πελατειακό κράτος δεν είναι ακριβώς έτσι, ούτε ερμηνεύει την πραγματικότητα, η οποία είναι περισσότερο πολύπλοκη.
Διότι η έννοια αυτή προϋποθέτει κάτι που δεν υπάρχει, μια δεδομένη κατάσταση ισχύος, στην οποία ο πολιτικός, ιδιαίτερα εκείνος του κόμματος εξουσίας, έχει όλη την ισχύ την οποία ασκεί επί του ψηφοφόρου – πελάτη, που του ζητάει κάποιο ρουσφέτι.

Είναι όμως έτσι; Όχι, διότι, πολύ συχνά, ο ψηφοφόρος δεν αποτελεί μια μεμονωμένη περίπτωση, ούτε ζητάει κάτι ατομικά, παρά είναι οργανωμένος σε ομάδες συμφερόντων που έχουν τη δύναμη και την εξουσία να πιέσουν τον πολιτικό στο να πάρει συγκεκριμένες αποφάσεις.

Δεν είναι τυχαίο, ας πούμε, ότι ανάμεσα στα πρώτα αιτήματα κάθε απεργίας στον δημόσιο τομέα ήταν πάντοτε η αύξηση του αριθμού των διορισμών.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Φαύλος κύκλος!

Οι πολιτικοί, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν ψήφους, έκαναν διορισμούς. Οι διορισμένοι υπάλληλοι, κάποια στιγμή, οργανωμένοι μέσα από τα συνδικάτα τους, πίεζαν τους πολιτικούς, έθεταν όρους, συχνά τους εξοβέλιζαν από το προσκήνιο, ανεβοκατέβαζαν κυβερνήσεις.

Επομένως, υποστηρίζει ο συγγραφέας, φαινόμενα όπως η αναξιοκρατία ή η προβληματική παροχή υπηρεσιών δεν αποτελούν τα αίτια του προβλήματος, αλλά πιθανότατα είναι τα συμπτώματά του.

Τα αίτια είναι –πιθανότατα- κάποια από τα δομικά στοιχεία του συστήματος, όπως η προτεραιότητα των κανονισμών έναντι του αποτελέσματος, το χαοτικό τοπίο στην απόδοση ευθυνών, η προστασία από τις όποιες ποινές, η απουσία αμοιβών – κινήτρων κ.λπ.

Γι’ αυτά, πάλι, τα αίτια υπάρχουν εξηγήσεις οι οποίες έχουν ιστορικές ρίζες και ο συγγραφέας τις αποδίδει στον τρόπο με τον οποίο στήθηκε όλο το κράτος από την εποχή του εμφυλίου μέχρι και τώρα που μιλάμε.

Εδώ έχει ρόλο το μέγεθος (μιλήσαμε χθες), το κόστος (κάτι είπαμε σήμερα) κυρίως όμως η «συστηματική αδυναμία του μεταπολιτευτικού καθεστώτος να συμβιβάσει την πιο φιλελεύθερη δημοκρατία που έχει γνωρίσει ο τόπος με τις απαιτήσεις της ανάπτυξης και της ισορροπίας της οικονομίας».

Αυτά τα λίγα για το θέμα.

Το πρόβλημα του προβλήματος!

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

140128 ΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΤΟ-1

Το ένα πουλάκι:
Ο καλός και ο κακός!

Συνήθως μιλάμε για «μπάτσους», δηλαδή για αστυνομικούς, οι οποίοι αναλαμβάνουν να παίξουν αυτούς τους ρόλους, όταν πρόκειται να ανακρίνουν κάποιον ύποπτο ή όταν θέλουν να στριμώξουν κάποιον για πληροφορίες.

Ο ένας εκ των δύο, άσχετο ποιος, αναλαμβάνει τον ρόλο του κακού και ο άλλος εκείνον του καλού.
Ο ένας αγριεύει, απειλεί, βρίζει, ρίχνει καμιά ψιλή, κλωτσάει και σπάζει αντικείμενα και ο άλλος προσπαθεί με καλό τρόπο να… φάει στο φιλότιμο τον ανακρινόμενο, ώστε να αποκαλύψει όσα γνωρίζει.

Από την υποκριτική τους ικανότητα εξαρτάται η έκβαση της έρευνας, γι’ αυτό ένα καλό δίδυμο έχει συνήθως θετικά αποτελέσματα. Αντιθέτως δυο κακοί ηθοποιοί κάνουν τον ύποπτο ή τον ανακρινόμενο να γελά και να τους κοροϊδεύει.

Βεβαίως, αυτά είναι πράγματα που τα γνωρίζουμε από τις αστυνομικές ταινίες ή τα μυθιστορήματα και δεν γνωρίζουμε κατά πόσο λειτουργούν στην πραγματικότητα, η οποία, πολύ συχνά, αρνείται πεισματικά να αντιγράψει την τέχνη.

Ξεκίνησα όμως να λέω για τον καλό και τον κακό και οδηγήθηκα αλλού. Αυτό που ήθελα να επισημάνω είναι η συνήθειά μας να χρησιμοποιούμε κάτι κατά το δοκούν, ανάλογα με το πότε μας βολεύει και, με βάση αυτή την οπτική, να το χαρακτηρίζουμε καλό ή κακό.

Παράδειγμα ο ΟΟΣΑ.
Ο οποίος, για ένα μεγάλο μέρος των πολιτικών αναλυτών είναι μαύρο πρόβατο, απλώς και μόνο επειδή περιέχει τον όρο Οικονομικός!
Θυμίζω ότι τα αρχικά σημαίνουν Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και, για μέρος του κόσμου της Αριστεράς (με ό,τι σημαίνει αυτό), θεωρείται ως ένας μηχανισμός προώθησης του καπιταλισμού, ως εκ τούτου κακός.

Όταν όμως κάποια από τις εκθέσεις του βολεύει στις αναλύσεις ή και της ιδεοληψίες τους, τότε αυτομάτως γίνεται καλός και αξιοποιήσιμος.
Έτσι παρατηρώ τις τελευταίες μέρες ένα ενθουσιασμό στην υποδοχή μιας έρευνας του ΟΟΣΑ για τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων.

Χαρακτηριστικός τίτλος από «αριστερό» σάιτ: «ΟΟΣΑ: Στοιχεία που “καίνε” την κυβέρνηση για τον αριθμό δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα».

Το άλλο πουλάκι:
Τι είναι αυτό που «καίει»;

Διαβάζω: «Στη χώρα μας, οι εργαζόμενοι που απασχολούνται στον δημόσιο τομέα αντιστοιχούν στο 8% του συνολικού εργατικού δυναμικού! Τρίτη από το τέλος, δηλαδή, ανάμεσα σε 34 χώρες του οργανισμού».

Το περίεργο είναι  πως στο τέλος του δημοσιεύματος υπάρχει πράγματι ένας πίνακας που δείχνει ότι μόνο η Ιαπωνία και η Κορέα έχουν λιγότερους υπαλλήλους (ποσοστιαία) από τη χώρα μας.
Τρίτη από το τέλος λοιπόν. Ή μήπως δεν είναι έτσι;

Ο πίνακας έχει τίτλο employment in general government και αυτόν μόνο παρουσιάζει το συγκεκριμένο σάιτ. Αν ψάξουμε όμως και λίγο παραπέρα μπορεί να βρούμε και άλλους πίνακες όπως έναν που έχει τίτλο government and public sector employment
Η διαφορά τους, από τα λίγα αγγλικά που καταλαβαίνω, είναι ότι στον δεύτερο πίνακα υπάρχει ο δημόσιος τομέας γενικότερα κι όχι μόνο οι εργαζόμενοι σε κάποια υπουργεία.

Εκεί λοιπόν, η Ελλάδα σκαρφαλώνει στη 10η θέση, αφού το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 21%, που και πάλι βρίσκεται περίπου στον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.
Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι σε χώρε που θεωρούμε αναπτυγμένες, όπως εκείνες της Σκανδιναβικής Χερσονήσου, η διαφορά ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο πίνακα είναι πολύ μικρή.

Οι άνθρωποι δηλαδή έχουν έναν διευρυμένοι δημόσιο τομέα, ο οποίος μάλιστα περιλαμβάνει σχεδόν κάθε υπηρεσία.
Πράγμα που δεν συμβαίνει με εμάς και με άλλες χώρες της ίδιας φιλοσοφίας.

Φυσικά, εδώ έχουμε ακόμη μια υστέρηση που δεν μας δίνει και τη σωστή κατάταξή μας στον σχετικό πίνακα.
Όσοι υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα (ΔΕΚΟ, ΝΠΙΔ κ.λπ.) δεν έχουν ακόμη απογραφεί ή δεν πληρώνονται από το ενιαίο σύστημα πληρωμών δεν φαίνονται πουθενά.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Δεν είναι όμως εκεί το θέμα.

Όπως όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά, αυτό που έχει μεγάλη σημασία δεν είναι ο αριθμός των υπαλλήλων, αλλά ο τρόπος με τον οποίο είναι οργανωμένες και λειτουργούν οι υπηρεσίες.

Μόλις προχθές διαβάζαμε ότι στη χώρα μας πραγματοποιούνται 50 εκατομμύρια επικυρώσεις αντιγράφων μόνο στα ΚΕΠ και τα αστυνομικά τμήματα
Χωρίς να υπολογίζουμε εκείνες που γίνονται από άλλες υπηρεσίες, αφού ο Διευθυντής, ας πούμε, ενός σχολείου έχει το δικαίωμα κι αυτός να επικυρώνει αντίγραφα.

Αυτό υπολογίζεται σε πάνω από 2,5 εκατομμύρια εργατοώρες, δηλαδή σε 312.500 εργάσιμες ημέρες. Το υπολογισμό δεν τον έκανα εγώ, διότι είναι μια απλή διαίρεση, που υπονοεί ότι κάποιος υπάλληλος, από τη στιγμή που μπαίνει στο γραφείο του, μέχρι να «σχολάσει», επικυρώνει ασταμάτητα αντίγραφα, με ρυθμό ένα κάθε τρία λεπτά.

Το πρόβλημα όμως δεν βρίσκεται ούτε εκεί.
Σκεφθείτε πόσες εργατοώρες χάνονται από εργαζόμενους που πηγαίνουν και στήνονται στις ουρές για να τελειώσουν μια δουλειά, που σε άλλες χώρες γίνεται από το σπίτι τους.

Όμως ούτε εκεί βρίσκεται το πρόβλημα. Πού ακριβώς βρίσκεται; Θα το πούμε αύριο.

Αυτό το δημόσιο, το μικρό, το μέγα!

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

140127 ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΟ

Το ένα πουλάκι:
Ιστορίες αξιολόγησης.

Για την αξιολόγηση στους εκπαιδευτικούς, που δεν υπάρχει, μιλήσαμε αρκετές φορές.
Δεν είπαμε όμως τίποτε για την αξιολόγηση που υπάρχει, δηλαδή εκείνη των υπαλλήλων του δημοσίου.
Με κάποιον τρόπο οι δύο συνοδεύονται και καλό είναι να τον δούμε.

Στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών υπάρχει ένα «αγκάθι» που ονομάζεται ποσόστωση. Υπάρχει δηλαδή ένα ποσοστό εκπαιδευτικών που θα μπορούν, κάθε φορά, να παίρνουν εκείνη τη βαθμολογία που θα οδηγεί στο ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο.
Όσο μεγαλύτερο το κλιμάκιο τόσο μικρότερο το ποσοστό αυτών που θα μπορούν να τον παίρνουν.

Ακούγεται λογικό κι όμως δεν είναι.
Διότι ο νόμος, πρώτα πρώτα δεν ορίζει σε ποιον αριθμό εκπαιδευτικών αναφέρεται  αυτό το ποσοστό.
Σε ένα σχολείο, σε μια εκπαιδευτική περιφέρεια, σε έναν νομό, σε μια περιφερειακή διεύθυνση, σε ποιο σύνολο;

Μπορεί σε ένα σχολείο να υπάρχουν πολλοί άξιοι εκπαιδευτικοί, ενώ στο διπλανό κανείς; Τι σημαίνει η ποσόστωση; Ότι από το πρώτο κάποιοι θα καθηλώνονται υποχρεωτικά στον βαθμό που ήδη έχουν, ενώ οι διπλανοί θα προάγονται, χωρίς να το αξίζουν;

Κακό πράγμα η ποσόστωση και θα πρέπει να λυθεί. Από την άλλη όμως, αν δεν υπάρχει καθόλου, το σύστημα οδηγείται, στην ουσία, σε αυτό που ισχύει σήμερα. Η ακώλυτη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη, την οποία ζητούν και τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών.

Γίνεται όμως αξιολόγηση, χωρίς σύνδεση με κάποιου είδους αμοιβές και ποινές;
Τι νόημα έχει να παίρνεις καλό ή κακό βαθμό, όταν αυτό δεν έχει καμία απολύτως επίπτωση στην καριέρα σου;

Ή, πάλι, δείτε αυτό που συμβαίνει σήμερα στο δημόσιο. Είναι αξιολόγηση αυτή κατά την οποία κρίνονται όλοι άξιοι και άριστοι;
Ποιοι κοροϊδεύουν ποιους;

Το άλλο πουλάκι:
Έχω παραδείγματα.

Κάποιος ευσυνείδητος προϊστάμενος προσπάθησε να αξιολογήσει σχετικά δίκαια και αξιοκρατικά τους υφισταμένους του.
Αποτέλεσμα; Ένας εξ αυτών παραπονέθηκε ότι αδικήθηκε, επειδή η βαθμολογία του ήταν χαμηλή.

Ο  προϊστάμενος τον πήρε από κοντά και συζήτησε μαζί του για την προσφορά που είχε στην υπηρεσία.
Με την κουβέντα αναγκάστηκε να παραδεχτεί ο υπάλληλος ότι το μόνο που ήξερε να κάνει ήταν να βγάζει φωτοτυπίες.

«Η θέση όμως στην οποία έχεις προσληφθεί», του είπε ο προϊστάμενος του, «δεν είναι θέση κλητήρα. Έχεις τελειώσει πανεπιστήμιο και θα πρέπει να αποδίδεις ανάλογα με τα υποτιθέμενα προσόντα σου. Γι’ αυτό αξιολογείσαι, για την προσφορά και στο έργο για το οποίο πληρώνεσαι, όχι για το αν βγάζεις καλές φωτοτυπίες. Που δεν βγάζεις».

Ο υπάλληλος το κατάλαβε, έσκυψε το κεφάλι και έφυγε, βρίζοντας την κακή του τύχη που έπεσε στον συγκεκριμένο προϊστάμενο. Διότι, αν ήταν άλλος, θα έπαιρνε κι αυτός άριστα, όπως πολλοί συνάδελφοί του.

Μαθαίνω όμως ότι τώρα τελευταία η βαθμολογία του βελτιώθηκε. Να τα καλά της αξιολόγησης, σκέφθηκα. Στρώθηκε κι αναγκάστηκε να μάθει και να κάνει πράγματα ώστε να πάρει καλύτερο βαθμό.

«Καθόλου», με πρόλαβε ο προϊστάμενός του.
«Του έβαλα μεγαλύτερο βαθμό για να μην τον… αδικήσω. Είχαμε κι έναν άλλο στην υπηρεσία, ο οποίος ήταν χειρότερος από αυτόν. Εκείνος όμως μετατάχτηκε και τώρα παίρνει άριστα, επειδή ο προϊστάμενός του είναι ο κουμπάρος του. Ε, είπα κι εγώ ας μην μείνει μόνος με κακή βαθμολογία ο δικός μου…»

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αυτά, που λέτε, φίλοι μου.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε πως αυτό θα πρέπει να αλλάξει, να αρχίσει να εφαρμόζεται μια ποσόστωση, ώστε να εναρμονιστούμε με όσα συμβαίνουν εις τας Ευρώπας.

Οι οποίες πληρώνουν και πάλι, μέσω ΕΣΠΑ την απασχόληση εργαζομένων σε διάφορα προγράμματα, με αποτέλεσμα να γεμίσουν πολλές υπηρεσίες με αργόμισθους, αφού πάρα πολλοί τοποθετούνται σε θέσεις όπου δεν υπάρχει αντικείμενο εργασίας ή για τις οποίες δεν διαθέτουν κανένα προσόν.

Βλέπετε, ακόμη κι έτσι, οι προσλήψεις γίνονται με τα περίφημα κοινωνικά κριτήρια, δηλαδή για μια θέση εργασίας δεν παίρνουμε εκείνον που μπορεί να την επιτελέσει καλύτερα, αλλά εκείνον που έχει περισσότερη ανάγκη με βάση την οικογενειακή κατάσταση, το χρόνο ανεργίας, διάφορες παθήσεις κ.λπ.

Αφού, μάλιστα, γίνουν οι προσλήψεις, κανείς δεν εξετάζει αν αυτός με τα περισσότερα παιδιά που προσελήφθη έχει και αντίστοιχη όρεξη για δουλειά.
Τον πήραν; Θα τον πληρώνουν μέχρι να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα και, όταν θα τεθεί σε εφαρμογή το επόμενο, πάλι τον ίδιο θα πάρουν.

Κάπως έτσι εξακολουθεί να πορεύεται το σκάφος του δημοσίου, ενώ όλοι έχουμε παράπονα από τις υπηρεσίες που μας παρέχει.
Εν τω μεταξύ, στον ιδιωτικό τομέα άλλου είδους ισότητα. Οι επιχειρήσεις κλείνουν η μία μετά την άλλη και μένουν στο δρόμο χιλιάδες εργαζόμενοι, άξιοι ή ανάξιοι, εξίσου.

Άμα είσαι «κράτος δικαίου»!

Να μην ακούσω παράπονα…

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

140124 ΘΕΟΚΡΑΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Του στραβού το δίκιο.

Πολιτική αλητεία διέπραξε η Νέα Δημοκρατία αναφερόμενη στο «θρήσκευμα» του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Θα μου πείτε η πρώτη είναι ή η τελευταία; Δεν έχει σημασία. Το θέμα δεν είναι προσωπικό, είναι καθαρά πολιτικό και ως τέτοιο οφείλουμε να το αναδείξουμε.

Για ποιο λόγο έχει ενδιαφέρον να γνωρίζουμε αν και σε τι πιστεύει κάποιος πολιτικός αρχηγός; Από κοινωνικό ενδιαφέρον; Από κουτσομπολίστικη διάθεση; Ή μήπως επειδή αυτό προσδιορίζει το πόσο καλά θα χειριστεί τα ζητήματα της χώρας ή του δήμου αν τον εκλέξουμε;

Και τότε, γιατί να γνωρίζουμε μόνο τη θρησκευτική πίστη; Μήπως θα έπρεπε να ξέρουμε και άλλα πολύτιμα για εξαγωγή συμπερασμάτων στοιχεία;
Είναι φίλαθλος; Ποια ομάδα υποστηρίζει; Ποια μάρκα αυτοκινήτου προτιμά; Καπνίζει; Τι τσιγάρα; Από ποιο σούπερ μάρκετ ψωνίζει; Τι βιβλία διαβάζει;

Υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται για όλα αυτά;
Βεβαίως. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που τη βρίσκουν να κοιτάζουν από τις κλειδαρότρυπες των άλλων, πόσο μάλλον ενός πολιτικού αρχηγού.

Που ενδιαφέρονται –αν αυτό μπορεί να ονομαστεί ενδιαφέρον- για πράγματα εντελώς προσωπικά, τα οποία καμιά σχέση δεν έχουν με τον τρόπο που θα ασκήσει τα καθήκοντά του ή θα διαχειριστεί την όποια εξουσία αναλάβει.

Και εκεί ακριβώς βρίσκεται η πολιτική αλητεία της Νέας Δημοκρατίας.
Στο ότι προσπαθεί να ρίξει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης βορά σε τέτοιους ανθρώπους.

Το χειρότερο είναι πως, με την κίνησή της αυτή προσπαθεί να περάσει από τη θέση του απολογούμενου σε εκείνη του κατήγορου.
Συγχρόνως δε, να «μαζέψει» διάφορα κομμάτια  και αποσπάσματα που κινούνται στα δεξιά της και εκστασιάζονται, όταν κάποιος συνομιλητής τους αυτοχαρακτηρίζεται καλός χριστιανός και καλός πατριώτης.

Λες και μπορούμε να ξεχάσουμε ότι ο τόπος από κάτι τέτοιους έχει καεί.
Για να μην παρεξηγηθώ και επειδή νομίζω ότι κάποιοι δεν το πρόσεξαν ξαναλέω: που… αυτοχαρακτηρίζονται καλοί χριστιανοί και καλοί πατριώτες.

Το άλλο πουλάκι:
«Κάνουν παιχνίδι»!

Θυμάμαι πάντα το συγχωρεμένο τον πατέρα μου που έλεγε «ξέρεις τι είναι να ξεκινάς για εκλογές και ο άλλος να έχει ένα 20% από χέρι, λόγω της εκκλησίας και των σωμάτων ασφαλείας;»
Έτσι είναι. Ένας τεράστιος πολιτικός χώρος, αυτός της λαϊκής δεξιάς (χρησιμοποιώ έναν όρο που περιλαμβάνει και ακροδεξιά στοιχεία) έχει χτίσει εδώ και δεκαετίες το πολιτικό του μαγαζί πάνω σε βάσεις που λέγονται πατρίδα και θρησκεία.

Το κακό είναι ότι ο αντίπαλος πολιτικός χώρος αποτραβήχτηκε και παραχώρησε αυτό το πεδίο αμαχητί.
Μην ξεχνάτε ότι, ακόμη και σήμερα, αν κάποιος κάνει λόγο για πίστη ή πατρίδα τοποθετείται αυτομάτως, από ένα μεγάλο μέρος του ακροατηρίου του, στο χώρο της δεξιάς.

Επί δεκαετίες, λοιπόν, έτσι κερδίζονται εκλογές επί εκλογών, όχι μόνο εθνικές, αλλά και σε επίπεδο δήμου ή κοινότητας.
Το σύστημα αυτό έχει υποχρεώσει χιλιάδες πολιτικούς στη χώρα –από όλο το πολιτικό φάσμα, ας το κρατήσουμε αυτό- να προσπαθούν να αποδείξουν όχι απλώς ότι είναι πιστοί, αλλά ότι διατηρούν και καλές σχέσεις με την εκκλησιαστική ιεραρχία.

Δεν θα μπω στον πειρασμό να αναρωτηθώ πόσο πιστοί είναι, διότι έτσι θα υποπέσω στο ίδιο σφάλμα το οποίο κατηγορώ. Αυτό δεν πρέπει να μας αφορά.
Θα ήθελα μόνο να θυμίσω ότι ο ίδιος ο Χριστός, ενώ συγχώρησε ένα σωρό ανθρώπινες αδυναμίες, στάθηκε αυστηρότατος απέναντι στην υποκρισία.

Ας το έχουμε αυτό ως «δείκτη», όταν θέλουμε να σταθμίσουμε πολιτικούς μας με τέτοιου είδους σταθμά.
Κυρίως ας το έχουν εκείνοι που θεωρούν την επίδειξη της πίστης ως απόδειξη καλού ανθρώπου, άρα και καλού πολιτικού.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχει και κάποιος αντίλογος.

Συμφωνώ απολύτως ότι οι προσωπικές επιλογές ενός πολιτικού δεν θα πρέπει να μας ενδιαφέρουν ούτε να είναι κριτήριο της στάσης μας απέναντί του. Οι πολιτικές του θέσεις πρέπει να είναι το κριτήριό μας, η συνέπεια λόγων και έργων, η επιλογή κατάλληλων συνεργατών, η δυνατότητα επίλυσης προβλημάτων, τέτοια πράγματα.

Θέτω όμως ένα ερώτημα.
Έχει το δικαίωμα ένας πολιτικός να διαμαρτύρεται, όταν οι αντίπαλοί του προβάλλουν προσωπικές του επιλογές, τη στιγμή που ο ίδιος ή στενοί του συνεργάτες το κάνουν για διαφορετικού είδους μεν, προσωπικές όμως πάντα, επιλογές;

Δηλαδή, όπως δεν μας ενδιαφέρει σε τι Θεό πιστεύει ένας πολιτικός, ούτε τι ομάδα υποστηρίζει, έτσι δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει και τι είδους βιβλία διαβάζει. Είναι προσωπική επιλογή, δεν θα τον κρίνουμε από αυτό, άρα δεν θα πρέπει να το ψάχνουμε.

Τι γίνεται όμως όταν ο ίδιος ή στενοί του συνεργάτες διαφημίζουν τα αναγνώσματα του πολιτικού.
Και, αφού το κάνουν για τους ίδιους ακριβώς λόγους με τους άλλους δηλαδή προς άγρα ψήφων, γιατί η δική τους στάση είναι τελικά ορθή ενώ των άλλων όχι;

Είναι λεπτά τα ζητήματα, φίλοι μου.
Ας έχουμε ανοιχτές τις κεραίες μας, προς κάθε κατεύθυνση!


Μυστήρια!

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

140123 ΠΡΟΣΟΝΤΟΥΧΟ

Το ένα πουλάκι:
«Ένα σωρό προσόντα…»

Έχετε αναρωτηθεί πόσα είναι τα νέα παιδιά στη χώρα μας που διαθέτουν «ένα σωρό προσόντα»;
Πτυχία, μεταπτυχιακά, διδακτορικά, ξένες γλώσσες…

Πολλά από αυτά τα προσόντα έχουν αποκτηθεί με πολύ κόπο και τεράστια έξοδα.
Υποτίθεται ότι θα αποτελούσαν το διαβατήριο για την επαγγελματική αποκατάσταση των κατόχων τους.

Σε άλλα χρόνια, ίσως.
Όταν το δημόσιο αποτελούσε έναν τεράστιο εργοδότη, όπου όλοι έβρισκαν δουλειά.
Μάλιστα, με τη βοήθεια κάποιων νόμων που πήγαν να βάλουν τάξη στα ρουσφέτια, όσο πιο πολλά πτυχία διέθετες, τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα είχες να… «τρουπώσεις».

Διαβάζω από άρθρο του Νίκου Ξυδάκη, στην Καθημερινή, όπου, με αφορμή την ταινία «Η ζωή της Αντέλ», γράφει:
«Στο πρόσωπο της Έμας βλέπω τα εμβρόντητα παιδιά της παρ’ ημίν μεσαίας τάξης, των καλών σχολείων, των πτυχίων, των μεταπτυχιακών, των διδακτορικών. Των παιδιών που πίστεψαν και πιστεύουν ακόμη ότι η ζωή ξετυλίγεται ντετερμινιστικά διαρκώς προς τα άνω, σκαλί σκαλί, πτυχίο πτυχίο, όλο και πιο άυλη, όλο και πιο στυλιζαρισμένη, όλο και πιο συμμορφούμενη στον Κανόνα.

Με εκλεπτύνσεις του πνεύματος και πειθάρχηση του σώματος, με χτίσιμο ενός μοναδικού εαυτού λάμποντος στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας. Είναι τα παιδιά της μεσαίας τάξης των πρόσφατων δύο-τριών δεκατιών, που βρέθηκαν στη ράχη του ευδαιμονιστικού κύματος και γαλουχήθηκαν ως περιούσια και μοναδικά προνομιούχα πλάσματα, με συνεχές οικογενειακό μπακ-απ για την επιμηκυμένη εφηβεία και το τυπικά πλούσιο βιογραφικό.

Η κρίση αιφνιδίασε αυτά τα ευάλωτα ελληνόπαιδα, τα προστατευμένα από την ανάγκη, τα προφυλαγμένα ακόμα κι από τις ίδιες τους τις αισθήσεις και τα αισθήματα, από δοκιμασίες του σώματος και της ύλης τους. Τα βρήκε προς το τέλος της μακράς, άληκτης  εφηβείας, με τυπικά πλούσιο βιογραφικό.
Κατά τα άλλα όμως απαρασκεύαστα, υπερφίαλα, ανώριμα, καλοαναπτυγμένα φυτά εσωτερικού χώρου που εκτέθηκαν αίφνης στο ξεροβόρι και στον καύσωνα».

Το άλλο πουλάκι:
Ωραίος είσαι, ρε!

Μας διάβασες τι λέει ο Νίκος Ξυδάκης και απέφυγες να πεις τη δική σου γνώμη για το θέμα.
Εγώ την έλεγα συζητώντας προχθές με φίλο που έχει παιδιά σ’ αυτή την ηλικία και μ’ αυτά τα προσόντα.

Του έλεγα πως είναι κρίμα παιδιά, υποτίθεται, άξια να έχουν ως μόνο τους όνειρο μια θέση μισθωτού, κατά προτίμηση στο δημόσιο.
Όταν μάλιστα άρχισαν να μειώνονται οι μισθοί και τα επιδόματα των δημοσίων υπαλλήλων, φανταζόμουν πως ίσως αυτό ήταν μια αφορμή να στρέψουν οι νέοι αλλού την προσοχή τους.

Δυστυχώς, το αλλού έγινε κι αυτό δυσεύρετο και μισθολογικά χειρότερο.
Η μόνη ελπίδα είναι να ανοίξουν τα φτερά τους για κάτι εντελώς δικό τους, εδώ όμως υπάρχουν άλλες τεράστιες δυσκολίες, που δεν οφείλονται μόνο στην οικονομική κρίση.

Ο φίλος μου επεσήμανε πως η μεγαλύτερη από αυτές είναι το γεγονός ότι τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά δεν ξέρουν, δεν έχουν μάθει, τι θα πει δουλειά.
Πραγματική δουλειά, όχι διάβασμα ή εκπόνηση εργασιών.

Κοντεύουν τα τριάντα και δεν έχουν κάνει ένα μεροκάματο στη ζωή τους, ζουν από το εισόδημα των γονιών τους, πολλοί από τους οποίους έχουν τεράστια ευθύνη για τον τρόπο με τον οποίο τα αναθρέψουν. Μέσα σε προστατευτικό κλωβό, μακριά από την πραγματική ζωή, τους κινδύνους αλλά και τις ευκαιρίες της..

Φρόντισαν να μην τους στερηθεί τίποτε, όμως κατάφεραν να μην έχουν τίποτε πραγματικά δικό τους.
Το μόνο που έμαθαν, στις καλύτερες περιπτώσεις, γιατί υπάρχουν και οι άλλες, είναι να διαβάζουν και να μαζεύουν «προσόντα»;

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Γιατί τα λέτε προσόντα;

Δεν έχετε καταλάβει ότι τα περισσότερα είναι τίτλοι σπουδών, χωρίς πραγματικό αντίκρισμα;
Ότι είναι συγκεντρωμένα –με πολύ κόπο, αλήθεια- απλώς και μόνο επειδή δίνουν «μόρια» για διορισμό;

Μήπως δεν θα έπρεπε να μιλάμε για προσόντα, αλλά για δικαιολογητικά; 
Προς Θεού, δε θέλω να υποτιμήσω την αξία των σπουδών, όμως μήπως τους λείπει κάποιο απαραίτητο συμπλήρωμα;

Για να το καταλάβετε, φανταστείτε δυο ειδικές περιπτώσεις. Ένας μουσικός τελειώνει με άριστα το ωδείο, συνεχίζει τις ανώτερες σπουδές του και γύρω στα τριάντα που έχει πάρει ό,τι πτυχίο υπάρχει στο… γαλλικό κόρνο.
Εννοείται ότι δεν έχει παίξει ποτέ με άλλους μουσικούς και τώρα θα ψάξει να βρει δουλειά.

Ένας άλλος έμαθε τα βασικά στην κιθάρα, παίζει και καλό μπάσο και, από πολύ νέος συνεργάζεσαι με άλλους μουσικούς, μπαίνει σε διάφορα γκρουπάκια, παίζει και σε νυχτερινά μαγαζιά.

Δεν θα ρωτήσω αυτό που υποψιάζεστε, ποιος έχει περισσότερες πιθανότητες να βρει δουλειά.
Θα σας ρωτήσω ποιος νομίζετε ότι έχει, περισσότερα ουσιαστικά προσόντα ή, κάτι ακόμη πιο σκληρό, ποιος φαντάζεστε ότι είναι πιο άρτιος μουσικός;

Α, γεια σας!
«Έχουσα τα προσόντα», που λέγαμε και παλιά!

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

140122 ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΙΚΟ

Το ένα πουλάκι:
Είμαστε μικρός τόπος.

Ευτυχώς ή δυστυχώς, γνωριζόμαστε καλά μεταξύ μας.
Ξέρουμε ποιος είναι ο καθένας, από πού κρατάει η σκούφια του, ποια είναι η πορεία του, πόσο «μετράει» στην κοινωνία…

Αυτό, ειδικά σε περιπτώσεις εκλογών για την τοπική αυτοδιοίκηση, είναι που δίνει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς μπορεί κανείς να παρατηρήσει διάφορα προεκλογικά φαινόμενα, τεχνάσματα και… τερτίπια.

Ένα από τα πιο συνηθισμένα είναι η προσπάθεια κάποιων υποψηφίων να προβληθούν ως άλλοι από αυτό που είναι και τους ξέρει όλος ο κόσμος.
Αυτό έχει διάφορες εκφάνσεις. Από την πολιτική, μέχρι την επαγγελματική.

Κάποιοι, ας πούμε, βλέποντας και προς τα πού φυσάει και ο πολιτικός άνεμος, εμφανίζονται με το πρόσωπο (το προσωπείο είναι το σωστό) που είναι στη μόδα.
Αυτή την εποχή φοριέται πολύ το αντιμνημονιακό. Δεν έχεις παρά να δηλώνεις αντίθετος με το μνημόνιο και τα μέτρα του και κάτι θα τσιμπήσεις.

Το ενδιαφέρον είναι ότι ως τέτοιοι παρουσιάζονται άνθρωποι που για χρόνια έτρεχαν με τα δύο κόμματα που οδήγησαν τη χώρα εδώ που έφτασε και τώρα είναι τα ίδια που υποχρεώνονται να πάρουν τα δυσάρεστα μέτρα.
Ε, έτσι όμως είναι οι κωλοτούμπες.

Θέλετε και παράδειγμα για τα επαγγελματικά.
Δεν θα ξεχάσω την κάρτα πού μοίραζε προεκλογικά γνωστός ηλεκτρολόγος, η οποία όμως, κάτω από το όνομά του, έγραφε «εκπαιδευτικός»!
Όταν ρωτήθηκε από πού κι ως πού, απάντησε με φυσικότητα ότι δίδαξε σε σχολές του ΟΑΕΔ.

Μια ενδιαφέρουσα  εκδοχή του προσωπείου που φορούν οι υποψήφιοι, κατά την προεκλογική περίοδο, είναι η παρουσία τους σε διάφορες εκδηλώσεις, στις οποίες, κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα περνούσαν ούτε απ’ έξω.

Έτσι τους βλέπεις, ας πούμε, να γίνονται ξαφνικά λάτρεις της τέχνης και να παρακολουθούν θέατρο, παρουσιάσεις βιβλίων, διαλέξεις ή οτιδήποτε άλλο πιστεύουν ότι θα τους φέρει κοντά σε εν δυνάμει ψηφοφόρους.

Το φαινόμενο έχει δυο όψεις, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για την ίδια.
Από τη μια έχεις τους «λαϊκούς» υποψήφιους, που πηγαίνουν σε γάμους κηδείες και κοινωνικές εκδηλώσεις.
Από την άλλη τους πιο «σοφιστικέ», που θα τους δεις να παρακολουθούν «πνευματικές» εκδηλώσεις, πέρα όμως από κάθε πραγματικό τους ενδιαφέρον.

Το άλλο πουλάκι:
Τσιμπάνε οι ψηφοφόροι;

Κανείς δεν ξέρει.
Πώς είναι δηλαδή δυνατόν να πειστώ εγώ ότι ένας άνθρωπος, που δεν έχει εμφανιστεί ποτέ του σε παρουσίαση βιβλίου, ξαφνικά, μεσούσης της προεκλογικής περιόδου και όντας ο ίδιος υποψήφιος αρχίζει να ενδιαφέρεται για τη λογοτεχνία και την ποίηση;

Φαίνεται όμως πως για να το κάνουν αυτοί, κάτι ξέρουν, ειδικά οι παλιές καραβάνες, που είναι και χρόνια στην πιάτσα.
Εξάλλου, πάντα μετράει η λεγόμενη «τελευταία εντύπωση», αν δεν έχεις κανέναν πολύ δικό σου, το «ρίχνεις» σε κάποιον που είδες πρόσφατα σε μια εκδήλωση.

Ετοιμαστείτε λοιπόν.
Φέτος, όπου κι αν πάτε θα πέφτετε πάνω σε υποψήφιους. Ειδικά αυτό το διάστημα που έχουμε και τις κοπές βασιλόπιτας θα γίνει το έλα να δεις ή μάλλον το έλα να σε δούνε.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των δημοτικών εκλογών είναι η προσπάθεια των υποψηφίων, αλλά και των παρατάξεων, να διαφοροποιηθούν από τους άλλους.
Αν σκεφτεί κανείς ότι τα πράγματα που μπορεί να πει κάποιος υποψήφιος για την πόλη του είναι λίγο πολύ δεδομένα, αρχίζουν να λέγονται διάφορα μεγαλόστομα με μόνο στόχο τη διαφοροποίηση από τους άλλους.

«Είμαστε κατά του Καλλικράτη»!
Ε, και; Αυτό πώς να βοηθήσει να λυθούν τα προβλήματα της πόλης; Αφού είτε είσαι υπέρ είτε κατά, μέσα στον «Καλλικράτη» θα λειτουργήσεις.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Αστείες ιστορίες!

Όπως τότε που διάφοροι «προοδευτικοί» δήμαρχοι κήρυτταν τις πόλεις τους αποπυρηνικοποιημένες ζώνες, έτσι και τώρα θα δούμε καλλικρατικούς δήμους να είναι… περιοχές κατά του μνημονίου.

Υπάρχει όμως, πέρα από όλα τα παραπάνω, ένα φαινόμενο, αρκετά συχνό, που θα ήθελα να το σχολιάσω ιδιαίτερα.
Είναι το φαινόμενο να εγκλωβίζεται κάποιος σε μια λογική όχι πολιτικής αντιπαράθεσης αλλά προσωπικής αντιπάθειας και με βάση αυτή να κάνει όλες τις προεκλογικές του κινήσεις.

Για κάποιους λόγους, που αρχικώς δεν αποκλείεται να ήταν και πολιτικοί, ο Α υποψήφιος τάχθηκε εναντίον του Χ. Έκτοτε ακολούθησε με συνέπεια αυτή την αντιπαράθεσή που, κάποια στιγμή όμως φτάνει στο σημείο να συνεργάζεται και με ανθρώπους που, πολιτικά, βρίσκονται πολύ πιο πέρα από εκείνον, μόνο και μόνο επειδή θεωρεί ότι πρέπει να είναι αντίπαλός του.

Το περίεργο είναι ότι όλα αυτά τα κάνουν άνθρωποι που ομνύουν στην αυτοτέλεια της τοπικής αυτοδιοίκησης και, όπου σταθούν και όπου βρεθούν, υποστηρίζουν ότι μόνο κριτήριο του ψηφοφόρου πρέπει να είναι η ικανότητα του υποψηφίου να αντιμετωπίζει τα προβλήματα και να δίνεις λύσεις.

Τι να κάνουμε όμως;
Οι εκλογές θέλουν απ’ όλα.
Κυρίως θέλουν συζήτηση, ανάλυση, σχολιασμό, κριτική, προ πάντων όμως χιούμορ και καλή καρδιά.

Να τις χαρούμε, βρε παιδί μου!

Ο ίδιος άλλος!