ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Σεπτέμβριος 2019. Συμπληρώθηκαν είκοσι συναπτά έτη από τη μέρα που αποφασίσαμε να σχολιάζουμε σε καθημερινή βάση τον κοινωνικό και πολιτικό μας βίο. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Δείτε εδώ το αποχαιρετιστήριο κείμενο.

Πάμε για άλλα; Ποιος ξέρει;

Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

150331 ΕΧΕΜΥΘΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Σε ποιους νομίζουν ότι απευθύνονται;

Ήθελα από καιρό να σχολιάσω το γεγονός ότι πάρα πολλοί άνθρωποι του πολιτικού μας βίου δεν έχουν συναίσθηση της αλλαγής που έχει συμβεί στον τρόπο ενημέρωσης. Μοιάζουν να ζουν δεκαετίες πριν!
Δεν έχουν καταλάβει ότι αυτό που λέμε «παγκόσμιο χωριό» είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορούμε και, ειδικά αυτοί, δεν πρέπει να αγνοούν.

Θα σας εξηγήσω αμέσως τι εννοώ, αφού όμως πιάσω το θέμα από αλλού. Έχετε προσέξει ότι το τελευταίο διάστημα όλο και περισσότεροι πολιτικοί μας συμπεριφέρονται σαν… μαθητές γυμνασίου;
Έχουν προσωπικούς λογαριασμούς στα λεγόμενα σόσιαλ μίντια, στους οποίους ανεβάζουν σχόλια με την ελαφρότητα που το κάνει ένα παιδί ή μια νοικοκυρά.

Ας με συγχωρήσουν οι νοικοκυρές και περισσότερο τα παιδιά, όμως νομίζω πως αυτοί δεν έχουν τη φιλοδοξία να «ακούγονται» τα σχόλιά τους τόσο πολύ όσο εκείνα των πολιτικών προσώπων.
Έκανε λέει ένα σχόλιο ο τάδε υπουργός στο τούιτερ, του απάντησε ο τάδε πρώην υπουργός…
Και μιλάμε για σχόλια που πιθανότατα να έχουν τεράστιες επιπτώσεις στη χώρα.

Δεν ξέρω πόση σοβαρότητα δείχνει αυτή η νοοτροπία, προσωπικά όμως δεν θα εμπιστευόμουν ούτε την προεδρία πολιτιστικού συλλόγου (ας με συγχωρέσουν και οι φίλοι πρόεδροι) σε κάποιον που δεν έχει τη συναίσθηση του πόσο επηρεάζουν τον τόπο αυτού του είδους τα ελαφρά παιδιαρίσματα.

Θυμόσαστε καθόλου την ταινία «Θα σε κάνω βασίλισσα»; Εκεί λοιπόν, ο Αντώνης, Θανάσης Βέγγος λέει στον «θείο Πιτ», Λάμπρο Κωνσταντάρα, ο οποίος τον ρωτά γιατί δεν του έγραψε το μυστικό του στην Αμερική:
«Και τι είναι σήμερα η Αμερική; Έτσι και του ‘φυγε μια κουβέντα ενός πιλότου, πάει, σε πέντε ώρες βούιξε η Λισαβόνα. Και σε άλλες δύο βούιξε η Ρώμη, κι ύστερα από δυο ώρες αρπάχτε τον Αντώνη στην Αθήνα».
Αν αυτά ίσχυαν το 1964 που γυρίστηκε η ταινία, φανταστείτε τι ισχύει σήμερα με το διαδίκτυο και την ταχύτατη διάδοση της πληροφορίας. Κι όμως, αυτό το γεγονός μοιάζει να το αγνοούν άνθρωποι που διαφεντεύουν τη χώρα.

Το άλλο πουλάκι:
Δεν τους βλέπεις στη βουλή;

Ο άλλος είναι βουλευτής χρόνια. Ξέρει πως οτιδήποτε λέγεται εκεί καταγράφεται και μεταδίδεται από το κανάλι της Βουλής. Κάθετε δίπλα στον ομιλητή και, την ώρα που εκείνος αγορεύει, ο δικός σου κάνει εντελώς αμέριμνος… ανασκαφές στη μύτη του, λες και βρίσκεται ολομόναχος στο μπάνιο του σπιτιού του.
Την άλλη μέρα τον παίζουν όλα τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ!

Σήμερα δεν ξεφεύγει τίποτα. Μια απάντηση χαμηλόφωνη έδωσε ο Βαρουφάκης σε κάποια θαυμάστρια του καταμεσίς του δρόμου και η ατάκα του αυτή «παίζει», μέρες τώρα, πρώτη είδηση.
Τι εννοεί λέγοντας «ρήξη»; Τι σκέφτεται ο ίδιος και τι ετοιμάζει η κυβέρνηση; Πότε και από ποιους αποφασίστηκε μια ρήξη και τι είδους θα είναι αυτή;

Ξέρω τι θα μου πείτε. Ότι υπάρχει πιθανότητα όλα αυτά να αφήνονται να διαρρεύσουν επίτηδες. Τίποτε δεν τους ξεφεύγει, απλώς… ρίχνουν άδεια για να πιάσουν γεμάτα, όπως λέει κι ο λαός.
«Ας το έχουν κι αυτό υπόψη τους οι συνομιλητές μας», σκέφτονται.

Εγώ όμως δεν τους το έχω.
Μακάρι να είχαν την ικανότητα να σκεφθούν και να δράσουν τόσο οργανωμένα, ώστε να χρησιμοποιούν τα Μέσα σύμφωνα με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις τους.
Τότε όμως δεν θα έβγαιναν να αρνηθούν ότι είπαν ή έκαναν πράγματα που ξέρουν ότι έχουν καταγραφεί και μπορούν να βρεθούν εύκολα, με αποτέλεσμα να γίνονται διπλά ρεζίλι.

Δυστυχώς, η πραγματικότητα δείχνει αυτό που είπαμε στην αρχή. Μιλούν σε κοινό και λένε και καμιά… κουβέντα παραπάνω, χαλαρά και ξένοιαστα, όπως ο λαγός τού ανέκδοτου.
Άλλο που δεν θέλουν τα Μέσα και όσοι καραδοκούν από το πρωί μέχρι το βράδυ μπροστά σε μεγάλες ή μικρότερες οθόνες.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τα κακά του διαδικτύου!

Που είναι και τα καλά του. Διότι, όχι μόνο κυκλοφορούν τα πάντα με τεράστιες ταχύτητες, αλλά μένουν κιόλας εκεί και είναι έτοιμα σε πρώτη ζήτηση.
Τον παλιό καλό καιρό, έκανε ο υπουργός μια δήλωση, την έγραφαν οι κάμερες στο βίντεο και, την Κυριακή, στην ίδια κασέτα, έγραφαν το ματς Προοδευτική - Ατρόμητος.

Άντε να το ξαναβρείς. Ο ίδιος ο υπουργός μπορούσε να αρνηθεί τα πάντα κι ας είχαν παρακολουθήσει τις δηλώσεις του χιλιάδες πολιτών. Δεν υπήρχε καταγεγραμμένο και έτοιμο σε πρώτη ζήτηση το πειστήριο του εγκλήματος.
Σήμερα είναι τελείως διαφορετικά τα πράγματα. Ένα κλικ να κάνεις και θα βρεις αμέσως τι έλεγε ο καθένας (παράδειγμα, τώρα) πριν από τις εκλογές.

Μπορείς επίσης να βρεις ποιες ήταν οι θέσεις των (κάποιων) σημερινών κυβερνητικών στελεχών (άλλο παράδειγμα) για τις παρελάσεις και τους εθνολαϊκούς πανηγυρισμούς. (Τις σημερινές τους θέσεις τις είδαμε, πάνω στις εξέδρες των επισήμων.)

Υπάρχει κάτι που πρέπει να το καταλάβουμε όλοι μας, ιδιαίτερα εκείνοι που βρίσκονται «επάνω όρους κείμενοι».
Με τα Μέσα δεν μπορείς να παίξεις. Η εντύπωση ότι τα χρησιμοποιείς είναι μια ψευδαίσθηση. Μόλις πάψουν να σε χρειάζονται, δηλαδή να χρειάζονται τη συγκεκριμένη εικόνα σου και αρχίσει να τους βολεύει μια άλλη, θα βρεθείς στο δρόμο, χωρίς να σε υποστηρίζει κανείς.

Ρωτήστε όσους την έπαθαν. Κάποιοι κατέληξαν στο ψυχιατρείο!

Στου παπά τ’ αφτί!

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

150330 ΠΕΙΡΑΓΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Τώρα που το θέμα ξεχάστηκε…

Κάθε θαύμα δύο μέρες και το πιο μεγάλο τρεις, λέει ο λαός μας. Αυτό το είχε διαπιστώσει από την εποχή ακόμη που δεν υπήρχαν τα ΜΜΕ, πόσω μάλλον σήμερα, που η ειδησεογραφία αλλάζει ώρα με την ώρα, λεπτό με το λεπτό.

Ήρθε ο «συγκυβερνήτης» να διώξει από τα σαλόνια και τις συζητήσεις μας τον Βαγγέλη και οι αναλύσεις για την ασφάλεια των πτήσεων και τα ψυχολογικά τεστ των πιλότων αντικατέστησαν το μεγάλο κοινωνικό θέμα του μπούλινγκ.
Μέχρι να συμβεί κάτι άλλο. Ίσως την ώρα που μιλάμε να έχει συμβεί ήδη, γεγονός που δείχνει πόσο μεγάλη ισχύ έχει το φαινόμενο.

Είναι καλό όμως να γυρίζεις πού και πού λίγο προς τα πίσω. Να στρέφεις το βλέμμα σου στα περασμένα, να στοχάζεσαι σε πράγματα που έχουν ξεχαστεί, να σχολιάζεις με την ψυχραιμία που σου παρέχει η χρονική απόσταση και το γεγονός ότι έχουν καταλαγιάσει τα πνεύματα.

Για τον Βαγγέλη Γιακουμάκη δεν σας είπαμε τίποτε, ούτε τώρα θα το κάνουμε. Θεωρούμε τελείωσε ανόητο (χωρίς νόημα) να προσπαθείς να αναλύσεις μια ενέργεια για την οποία μόνο η ψυχούλα του ανθρώπου που την αποφασίζει ξέρει κάτι. Κανείς άλλος, ούτε ο πιο ειδικός ψυχίατρος ή ψυχαναλυτής.

Μπορούμε όμως να σχολιάσουμε τις αντιδράσεις. Τον τρόπο με τον οποίο μια τραγική είδηση δίνει το έναυσμα για να ξεκινήσει μια ολόκληρη κοινωνία το παραλήρημα.
Ξαφνικά ανακαλύψαμε όλοι ότι το μπούλινγκ υπάρχει στη ζωή μας και θεωρήσαμε υποχρέωσή μας να θυμηθούμε και να κάνουμε γνωστό σε όλους πως και εμείς κάποτε υπήρξαμε θύματα.

Εδώ βρίσκεται και μια μεγάλη αντίφαση. Το μπούλινγκ «ανακαλύφθηκε» σήμερα, τη στιγμή που το ξέραμε τουλάχιστον από την εποχή που ήμασταν εμείς παιδιά. Τότε όμως… «δεν ξέραμε ότι μπορείς να το πάθεις αυτό».

Η άλλη αντίφαση; Πάντοτε θύματα. Όλοι θύματα. Κανείς θύτης!
Πώς γίνεται αυτό, όταν εξ ορισμού για κάθε θύμα υπάρχει τουλάχιστον ένας, συχνά περισσότεροι θύτες; Δεν έχει σημασία.
Μια από τις πιο σοφές κουβέντες που άκουσα αυτές (εκείνες) τις μέρες ήταν κάποιας μητέρας που έλεγε «πρέπει εμείς οι γονείς να προστατεύσουμε τα παιδιά μας από το μπούλινγκ. Να έχουμε συνεχώς το νου μας μήπως το παιδί μας γίνει θύτης και παρενοχλεί άλλα παιδιά».

Να μια σωστή αντιμετώπιση. Η αντίθετη; «Το παιδί μου έπεσε θύμα μπούλινγκ», υποστήριζε ένας πατέρας. «Μια μέρα, εκεί που έπαιζε μπάσκετ στην αυλή του σχολείου, το έσπρωξε ένας αντίπαλος κι έπεσε κάτω και χτύπησε»!

Το άλλο πουλάκι:
Είναι τόσο εκτεταμένο το φαινόμενο;

Δεν θα απαντήσω στο ερώτημα, θα σας δώσω όμως κάποιες εικόνες, ώστε να καταλάβατε πού θέλω να πάω την κουβέντα.
Η σκηνή σε τηλεοπτικό στούντιο. Η πρωταγωνίστρια – οικοδέσποινα υποδέχεται τους καλεσμένους της με τη χαρακτηριστική της ευγένεια. Όλοι τους άνθρωποι που προφανέστατα έχουν μεγάλα ψυχολογικά, συναισθηματικά και νοητικά προβλήματα.
Το πανελλήνιο παρακολουθεί και ανταμείβει την παρουσιάστρια με την πολυπόθητη τηλεθέαση.

Εκείνη πάλι, με πολύ μεγάλη μαεστρία, βάζει τους καλεσμένους της να κάνουν ένα σωρό «νούμερα», να χορεύουν, να τραγουδούν, να ερωτοτροπούν, να μαλώνουν, να μιλούν για τη ζωή τους αποκαλύπτοντας γαργαλιστικές λεπτομέρειες, να βρίζονται και να δέρνονται, να κάνουν ό,τι πιο εξευτελιστικό περνάει από το μυαλό της, ώστε να κρατά καθηλωμένη την κοινή γνώμη.

Την ίδια κοινή γνώμη που συγκλονίστηκε όταν έμαθε πως κάποια παιδιά έκαναν «καψόνια» στον συμμαθητή τους, επηρεασμένοι από ιστορίες που είχαν ακούσει από μεγαλύτερους που υπηρέτησαν στον στρατό.
Οποία υποκρισία!

Θα σας δώσω κι ένα ακόμη παράδειγμα. Ξέρετε ότι η πιο σύγχρονη μορφή παρενόχλησης, και διαδεδομένη στους νέους κυρίως, είναι το περίφημο κυβερνομπούλινγκ;

Δηλαδή η επίθεση μέσα από το διαδίκτυο και τα διάφορα σόσιαλ μίντια που είναι αναπόσπαστο συστατικό της ζωής μας.
Θέλετε να κάνετε ένα πείραμα; Δοκιμάστε να γράψετε, κάτι που διαφωνεί με μια από τις κρατούσες αντιλήψεις, ένα σχόλιο για (ποιον να πω;) τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, ας πούμε.
Να δείτε τότε τι επίθεση θα δεχτείτε, πόση κακία και μίσος θα περιέχουν τα εις βάρος σας σχόλια, και τι κατάρες θα πέσουν στο κεφάλι σας, πιθανότατα και στων παιδιών σας.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Υπάρχει μια πιο προχωρημένη μορφή.

Όπως έχουμε  δει και σε σχετικά αντιμπούλινγκ μηνύματα, μπορούν κάποιοι να πάρουν μια φωτογραφία ενός συμμαθητή τους και να την κάνουν έτσι, που αυτός να ντρέπεται να πάει στο σχολείο.
Από πού όμως διδάσκονται τα παιδιά αυτή την «τεχνική» (και δεν εννοώ πώς λειτουργεί το φώτοσοπ) και πώς εκπαιδεύεται η κοινωνία μας σ’ αυτού του είδους τα… πειράγματα;

Οι πιο δημοφιλείς τηλεοπτικές εκπομπές βασίζουν τα «αστεία» τους σε τέτοιου είδους κολπάκια. Δεν υπάρχει δημόσιο πρόσωπο που να μην έχει γίνει αντικείμενο «σάτιρας» μέσω αυτής της δυνατότητας που δίνει πλέον η τεχνολογία.
Τι είναι όμως αυτό του διαχωρίζει τη σάτιρα από το μπούλινγκ;

Γιατί όταν ο πρωτοπόρος Λάκης (θύτης) βάζει κάποιο στο στόχαστρο (θύμα) και ασχολείται συνεχώς μαζί του, κάνοντας το κοινό του (παρατηρητές) να χειροκροτηθεί και να ξεκαρδίζεται στα γέλια, αυτό ονομάζεται τέχνη της σάτιρας και ο ίδιος θεωρείται (από τον εαυτό του) συνεχιστής του Αριστοφάνη, ενώ αν το κάνει ένα παιδί για τον συμμαθητή του είναι μπούλινγκ;

Ας μην γελιόμαστε, φίλοι μου, και κυρίως ας μην σοκαριζόμαστε, όταν το αθώο κλαράκι, που φυτέψαμε και φροντίσαμε με τόση αγάπη και ενθουσιασμό, δίνει άνθη του κακού.
Εμείς είμαστε η κοινωνία του κατακρίνουμε.

Πέφτω από τα σύννεφα!

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

150327 ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Τι περιμένουμε να γίνει;

Το ερώτημα έρχεται ως συνέχεια της αβεβαιότητας για την οποία σας μιλούσαμε χθες.
Θα μπορούσαμε να το θέσουμε ως χώρα ή ο καθένας στον εαυτό του. Θα μπορούσαμε και να το θέσουμε στην πολιτική ηγεσία που είναι υπεύθυνη για τις τύχες του τόπου: τι περιμένουμε να συμβεί από εδώ και εμπρός;

Μέχρι εδώ τα πράγματα φαινόταν πιο εύκολα. Κάποιοι περίμεναν πως αλλάξουν όλα με ένα μαγικό ραβδί. Άλλοι πως θα χτυπάμε το νταούλι και οι αγορές θα χορεύουν. Οι πιο αισιόδοξοι ήταν βέβαιοι ότι δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση να πει η Μέρκελ «όχι» στα ελληνικά αιτήματα. Τέλος, όλοι μαζί περιμέναμε πως η Ευρώπη θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί τα κενά που εμφανίζει η οικονομία μας, χωρίς όμως το ασφυκτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο όριζε ότι πρέπει να κινηθούμε.
Τώρα όμως, τι περιμένουμε να γίνει;

Θυμόσαστε τι σας λέγαμε όταν μιλούσαμε για το λάθος του βολονταρισμού, της εντύπωσης δηλαδή πως όλα θα γίνουν όπως τα θέλουμε, μόνο και μόνο επειδή το θέλουμε;
Δυστυχώς, ούτε καν αυτό ισχύει πλέον, αφού, τώρα πια, μοιάζουμε να μην ξέρουμε τι θέλουμε. Ζούσαμε σε μια αυταπάτη, η οποία διαλύθηκε και τώρα όχι μόνο πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα, αλλά δεν είμαστε καν σίγουροι ποια είναι αυτή η πραγματικότητα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε.
Δεν ξέρουμε τι περιμένουμε να συμβεί. Με τη δική μας συμμετοχή ή χωρίς αυτή.

Ας μην είμαστε όμως απολύτως απαισιόδοξοι. Αυτό που έγινε, αυτό που παρακολουθήσαμε όλοι μας, δεν είναι μικρό πράγμα. Η μεταστροφή του ίδιου του πρωθυπουργού προς πιο ρεαλιστικές θέσεις έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο σε συμβολικό επίπεδο. Δείχνει ότι ο ίδιος διαισθάνεται πλέον το βάρος των ευθυνών του, είτε απέναντι στη χώρα, είτε απέναντι και στην προσωπική του Ιστορία. Κανείς δεν θέλει να μείνει γνωστός ως ο πρωθυπουργός που οδήγησε τη χώρα στη δραχμή, έστω κι αν ξέρει πως οι προηγούμενες κυβερνήσεις έκαναν τεράστιο «έργο» στο θέμα της χρεοκοπίας της χώρας και μας οδήγησαν στο χείλος του γκρεμού.

Το άλλο πουλάκι:
Δεν πρέπει να περιμένουμε να γίνει κάτι.

Αυτό ήταν το λάθος μας από την αρχή, σε όλη αυτή τη δοκιμασία που πέρασε η χώρα με την κρίση. Είτε με τον ένα τρόπο, είτε με τον άλλο, πάντοτε περιμένουμε να μας πουν οι άλλοι τι πρέπει να γίνει, τι πρέπει να κάνουμε. Ακόμη και την ακραία επιλογή, που όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις την δεν αποδέχεται το μεγαλύτερο τμήμα των πολιτών, την περιμένουμε από τους άλλους. Εκείνοι να μας οδηγήσουν στη δραχμή, να φανεί πως δική τους επιλογή ήταν που μας την επέβαλαν αναγκαστικά.

Έτσι όμως δεν κυβερνιέται κράτος, ούτε φέριμποτ κυβερνιέται, που πάει Καβάλα-Πρίνος. Οι επιλογές πρέπει να είναι δικές μας, μέσα βεβαίως στο πλαίσιο που επιβάλλει η πραγματικότητα.
Δεν έχουμε λεφτά, το είπε ο πρωθυπουργός, τα ταμεία είναι άδεια. Ζητάμε βοήθεια για τα τρέχοντα έξοδα. Με ποιους όρους τη ζητάμε; Βλέπετε, τελείωσε και το παραμύθι πως αυτοί, οι κακοί Γερμανοί, προσπαθούν μέσω των θεσμών να καθορίσουν και την τελευταία λεπτομέρεια των κινήσεων μας.

Φέρτε μας το πρόγραμμα σας. Συγκεκριμένα πράγματα.
Πώς θα πιάσετε τη φοροδιαφυγή; Με την ευνοϊκή ρύθμιση των 100 δόσεων για όσους χρωστάνε στο Δημόσιο; Για όλους; Τότε οι υπόλοιποι γιατί να πληρώσουν τους φόρους και τις εισφορές τους; Διότι βλέπουν ότι «τώρα πια τα λεφτά τους πιάνουν τόπο»;
Και για την ανάπτυξη; Ποια είναι τα μέτρα που θα ληφθούν; Οι επαναπροσλήψεις στο Δημόσιο με προμήθεια 12% για τους μεσάζοντες;

Κάτι πρέπει να γίνει. Αυτό το κάτι θα έπρεπε να υπάρχει έστω ως σχέδιο Β, σε περίπτωση που η Μέρκελ –μια στο εκατομμύριο- πει «όχι» στο αρχικό μας σχέδιο. Όμως είδαμε όλοι ότι ούτε τέτοιο σχέδιο δεν υπήρχε.

Από ένα κόμμα που εδώ και δυο χρόνια ζητάει εκλογές, δεν υπήρχε κανένα σχέδιο, όχι για το πώς θα πορευτούμε σε περίπτωση που δεν σκιστούν τα μνημόνια, αλλά ούτε για το τι θα κάνουμε μετά το σκίσιμό τους.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Τι περιμένουμε να γίνει;

Να σας πω τι περιμένω εγώ. Περιμένω από τον πρωθυπουργό να ξεστομίσει επιτέλους αυτό που φαίνεται πώς κατάλαβε κι ο ίδιος, όμως δεν τολμά να το πει ανοιχτά, προς το εσωτερικό της χώρας και του κόμματός του. Έντιμος συμβιβασμός!

Αυτό είναι, αυτό κάνουμε, μόνο που δεν το λέμε, δεν το λέει ο πρωθυπουργός να το ακούσουμε όλοι, κυρίως όμως η εσωκομματική αντιπολίτευση, που ονειρεύεται να οικοδομήσει τον σοσιαλισμό σε μια Ευρώπη που μοιάζει να μην έχει καμιά τέτοια διάθεση. Τουλάχιστον για σοσιαλισμούς όπως τους έχουν στο κεφάλι τους κάποια στελέχη της κυβέρνησης.

Είπαμε πως η δημοσιονομική προσαρμογή θα ολοκληρωθεί. Είπαμε πως έγιναν θετικά από τις προηγούμενες κυβερνήσεις που δεν πρέπει να γκρεμιστούν. Είπαμε πως οι αποζημιώσεις και οι πολεμικές επανορθώσεις είναι ηθικό θέμα κι όχι υλικές διεκδικήσεις. Είπαμε ακόμη πως οι υπεύθυνοι για τα προβλήματά μας δεν είναι οι ξένοι…
Τι είναι όλα αυτά; Δεν είναι με άλλα λόγια (ν’ αγαπιόμαστε) οι δυο λεξούλες που είπαμε πριν; Έντιμος συμβιβασμός!

Ε, λοιπόν, αυτό περιμένω εγώ να γίνει. Και μετά να στρωθούμε στη δουλειά. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση (όχι εσωκομματική, αυτή θα στρωθεί σ’ αυτό που ξέρει να κάνει καλά, κριτική από τ’ αριστερά) και ο καθένας μας από το πόστο του. Τότε, ναι. Τότε υπάρχει ελπίδα να ξαναμπεί το νερό στο αυλάκι (ή το τρένο στις ράγες) και να ανθίσει μια ελπίδα που θα φέρει και την έμπρακτη μεταστροφή. Τα χρήματα να ξαναγυρίσουν πίσω και να πέσουν στην οικονομία. Και ν’ αρχίσουμε όλοι να είμαστε πιο συνεπείς στις υποχρεώσεις μας.

Και να παλέψουμε και για κούρεμα και για επέκταση και για ό,τι θα βοηθήσει να ανασάνουμε περισσότερο.

Δεν είναι ντροπή, είναι λύση!

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

150326 ΑΒΕΒΑΙΟ

Το ένα πουλάκι:
Κακό πράγμα η αβεβαιότητα!

Όταν μάλιστα είναι παρατεταμένη, ακόμη χειρότερο. Διότι με την αβεβαιότητα μιας κατάστασης δεν ξέρεις πώς να δράσεις, ποιον δρόμο να ακολουθήσεις, τι μέτρα να πάρεις…
Έτσι, πολλές φορές, είναι προτιμότερη μια οριστική δυσάρεστη έκβαση, με την οποία τουλάχιστον ξεκαθαρίζει το τοπίο, το παίρνεις απόφαση.

Κάποτε ήταν ένας σύζυγος ο οποίος υποψιαζόταν πολύ σοβαρά ότι η γυναίκα του τον απατούσε. Δεν ήταν όμως σίγουρος κι αυτό του έτρωγε τα σωθικά. Ήθελε να μάθει την αλήθεια, όποια κι αν ήταν αυτή, ώστε να ηρεμήσει. Όπως είναι φυσικό όμως, φοβόταν να ρωτήσει ευθέως την ίδια, διότι τότε μπορεί να είχε άλλα.

Ένας καλός φίλος τον συμβούλεψε να προσλάβει κάποιον «ειδικό ερευνητή», ώστε να την παρακολουθήσει και να μάθει επιτέλους αν συμβαίνει κάτι.
-Να μάθω, Γιώργο μου, να μάθω, γιατί αυτή η αμφιβολία με σκοτώνει, απάντησε αυτός και πήγε κατ’ ευθείαν στο γραφείο του «ειδικού ερευνητή». Όπως μάλιστα τον συμβούλεψε ο φίλος του, συμφώνησε να του προσκομίσει ο ερευνητής και φωτογραφίες, ώστε να είναι το πράγμα ολοφάνερο.

Προσποιήθηκε ότι φεύγει σε επαγγελματικό ταξίδι, ώστε να αφήσει το πεδίο ελεύθερο και, όταν «επέστεψε», πήγε στο γραφείο τού «ειδικού ερευνητή» για να πάρει το τυχόν υλικό που είχε προκύψει. Ο ερευνητής έβγαλε έναν φάκελο γεμάτο φωτογραφίες και άρχισε να του δείχνει μία μία εξηγώντας του.

Εδώ η σύζυγος σας τηλεφωνεί κάπου, αμέσως μόλις εσείς φύγατε από το σπίτι. Εδώ χτυπά το κουδούνι αυτός ο άντρας, τον οποίο εδώ υποδέχεται με αγκαλιές και φιλιά. Τον γνωρίζετε; Όχι. Εδώ βγαίνουν από το σπίτι αγκαλιασμένοι. Εδώ τρώνε υπό το φως των κεριών σε ένα ακριβό εστιατόριο. Εδώ χορεύουν τσικ του τσικ. Εδώ επιστρέφουν στο σπίτι σε εύθυμη διάθεση. Εδώ πίνουν ακόμη ένα ποτό. Και εδώ η τελευταία φωτογραφία, που αγκαλιάζονται στον καναπέ.

-Γιατί η τελευταία;
-Διότι μετά έσβησαν τα φώτα και δεν μπόρεσα να τραβήξω άλλες πόζες.
-Ε όχι, την ατυχία μου μέσα! Δεν την αντέχω άλλο αυτή την αμφιβολία, μου έχει σπάσει τα νεύρα!

Το άλλο πουλάκι:
Έτσι κι εμείς, φίλοι μου.

Δεν αντέχουμε να ζούμε άλλο με την αμφιβολία αν η χώρα θα χρεοκοπήσει ή όχι.
Ξέρετε ότι ο χειρότερος παράγοντας στην οικονομία είναι η αβεβαιότητα, η στάσιμη κατάσταση κατά την οποία τίποτε δεν κινείται, στην πραγματικότητα όμως όλα καταρρέουν φυσικά και αβίαστα, όπως πέφτουν τα φύλλα του φθινοπώρου.

Τι να σας τα λέω όμως; Ο καθένας το ξέρει μόνος του, όχι μόνο από την οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά στις «εξελίξεις».
Από τον Νοέμβριο μέχρι σήμερα, έχουμε σηκώσει από τις τράπεζες πάνω από 26 δισ. ευρώ καταθέσεων!

Το φαντάζεστε; Ο καθένας θεωρεί πως δεν χάθηκε ο κόσμος αν βγάλει τα λίγα λεφτουδάκια του (που μπορεί να είναι και πάρα πολλά) από την τράπεζα για να τα «ασφαλίσει» κάπου αλλού, είτε στο εξωτερικό είτε στο σεντούκι με τα κεντήματα της γιαγιάς. Όταν όμως αυτό το σκεφτούν πολλοί μαζί, όταν το σκεφτούν όλοι, τότε δίνουμε μια επιπλέον κατραπακιά στην ήδη ρημαγμένη οικονομία μας.

Οι καταθέσεις, λοιπόν, που είχαν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, κατά τον Νοέμβριο ήταν 164,3 δισ. και τώρα έχουν πέσει στα 138 δισ. Που σημαίνει ότι χρήμα στην αγορά δεν βλέπεις ούτε με το σταγονόμετρο. Την ίδια στιγμή, από την αρχή της χρονιάς, έχουν προστεθεί νέα «κόκκινα δάνεια», που δεν μπορούν δηλαδή να «εξυπηρετηθούν», ύψους 1,5 δισ. ευρώ. Πού θα πάει όλο αυτό;

Το πρόβλημα είναι ότι δεν βλέπουμε φως από πουθενά. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης, αντί να δίνουν ένα αίσθημα αισιοδοξίας, επιτείνουν την αβεβαιότητα αφού κανείς δεν ξέρει τι πρόκειται να συμβεί και πότε. Οι αισιόδοξες προβλέψεις πως, όταν ο κόσμος δει μια άλλη κυβέρνηση, μια κυβέρνηση της Αριστεράς, θα δείξει εμπιστοσύνη και θα ανταποκριθεί με μεγάλη προθυμία στις υποχρεώσεις του, διαψεύδονται παταγωδώς.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Μέτρα ανάπτυξης!

Εδώ και δύο μήνες περιμένουμε να δούμε ποια θα είναι τα μέτρα ανάπτυξης που θα δώσουν ανάσα στην οικονομία. Πώς εννοεί η κυβέρνηση αυτή την ανάπτυξη και από πού ελπίζει ότι θα προκύψει;
Περιμένουμε να δούμε με ποιο τρόπο θα καταπολεμήσει τη διαπλεκόμενη επιχειρηματικότητα, ένα αίτημα δεκαετιών. Μήπως όμως μαζί με τα ξερά καούν και τα χλωρά;
Διότι, ποια είναι και πώς σκοπεύει να στηρίξει η κυβέρνηση την άλλη, την υγιή επιχειρηματικότητα;

Εδώ είναι που χωλαίνει το πράγμα, διότι φαίνεται πως δεν υπάρχει μόνο μία φωνή αλλά πολλές. Υπάρχουν φωνές που θεωρούν «κακή επιχειρηματικότητα» οποιαδήποτε προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα. Μια λογική δηλαδή που μας πάει πίσω, σε μοντέλα που έχουν ξεπεραστεί εκ των πραγμάτων.
Αν περιμένουμε να έρθει η ανάπτυξη, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να παραχθεί πλούτος μέσω της κρατικής «επιχειρηματικότητας», φοβάμαι πως θα μείνουμε μόνο με τις θέσεις εργασίας, οι οποίες όμως δεν θα έχουν με τι να πληρωθούν, αφού… δανεικά τέλος.

Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός πρέπει να πουν ξεκάθαρα τι θέλουν και πως σκοπεύουν να το πετύχουν. Διαφορετικά, θα ζούμε όπως ο σύζυγος της ιστορίας μέσα στην αμφιβολία.
Όχι όμως για πολύ.

Λέτε να…;

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

150324 ΕΘΝΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Ο μπακαράς.

Είναι ένα πολύ όμορφο προπολεμικό (1934) τραγουδάκι του σπουδαίου Σμυρνιού συνθέτη Παναγιώτη Τούντα, που πρωτοηχογραφήθηκε με τη φωνή της Ρίτας Αμπατζή.
Το θυμήθηκα επειδή ο άλλος τίτλος του είναι «Με ζουρνάδες με νταούλια».


Πήρα δεκαοκτώ χιλιάδες απ’ το μπακαρά /και θα δουν οι χουβαρτνάδες γλέντι μια φορά /με ζουρνάδες με νταούλια και καλό κρασί /κι όμορφες κοπέλες θέλω, να ζωή χρυσή.
Δεν ξέρω αν η αυριανή παρέλαση στην Αθήνα θα έχει «καλό κρασί» πάντως από όλα τα άλλα θα διαθέτει. Και όμορφες κοπέλες που θα παρελάσουν και ζουρνάδες και νταούλια. Ε, λίγο το έχουμε και να μεθύσουμε «με το αθάνατο κρασί του είκοσι ένα»;

Θέλω να ξεκαθαρίσω εξ αρχής ότι δεν είμαι αντίθετος με τους εορτασμούς κατά τις εθνικές επετείους. «Βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόκευτος», λέει ο Δημόκριτος. Αν δεν είχαμε και τις γιορτές στη ζωή μας, πώς θα μπορούσαμε να ξεπεράσουμε την μεγάλη, κουραστική μονοτονία της καθημερινότητας;

Στις γιορτές, λοιπόν, λέμε ναι, όπως ακριβώς ο Λουκιανός στα πάρτυ. Ναι και στις παρελάσεις, και στους χορούς, ναι σε όλα. Με μια μικρή επισήμανση. Να ξέρουμε όχι μόνο τι γιορτάζουμε, αλλά και γιατί γιορτάζουμε. Το πρώτο είναι σχετικά εύκολο, παρά την αντίθετη εικόνα που μας δίνουν οι απαντήσεις σε σχετικά ερωτήματα δημοσιογράφων, τέτοιες μέρες.
Μέσες άκρες όλοι γνωρίζουμε τι έγινε το 1821. Ή σχεδόν όλοι.

Το δεύτερο είναι το πιο δύσκολο. Γιατί γιορτάζουμε; Τι νόημα έχουν οι καθιερωμένες παρελάσεις, οι σχολές εορτές, οι δημοτικοί χοροί και τραγούδια που αναμένουμε αύριο στο Σύνταγμα; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να ξεκαθαριστεί, ώστε να μπορούμε μετά να δούμε με κριτικό μάτι όλα αυτά τα «πανηγύρια», τους πάνδημους εορτασμούς», ή τις «εθνικές μας υποχρεώσεις», ανάλογα με το πώς το βλέπει κανείς. (Υπάρχουν πάρα πολλές ακόμη αναγνώσεις, όμως αυτό δεν είναι το θέμα μας.)

Αν προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε τους λόγους για τους οποίους προέκριναν την αναβάθμιση των εορτασμών ο Καμμένος με τη Δούρου, φοβάμαι ότι θα χαλάσουμε τις καρδιές μας.

Το άλλο πουλάκι:
Στις παρελάσεις λέμε ναι.

Αντίθετα με πολλούς άλλους, οι οποίοι υποστηρίζουν πως οι παρελάσεις θα πρέπει να είναι μόνο στρατιωτικές, εγώ πιστεύω ότι θα πρέπει να είναι μόνο μαθητικές, άντε να τις πούμε «πολιτικές».
Τα Σχολεία, το καθένα με τη σημαία του και τη στολή του, να παρελαύνουν χωρίς όμως αυτό το αστείο συνήθειο, την προσπάθεια να κάνουν στρατιωτικό βηματισμό. Το ίδιο και τα υπόλοιπα «πολιτικά τμήματα» οι σύλλογοι με τις παραδοσιακές τους φορεσιές.

Η παρέλαση δεν είναι η καταλληλότερη ευκαιρία για να διαπιστωθεί το «αξιόμαχον του στρατεύματος και ο βαθμός του φρονήματος των ενστόλων», γι’ αυτά υπάρχουν οι ασκήσεις και τα «γυμνάσια», όπου οι ειδικοί μπορούν να κρίνουν τη δουλειά που γίνεται στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας.
Παλαιότερα υποστήριζαν πως μ’ αυτές τονώνεται το ηθικό των πολιτών, όπως ας πούμε και με τις αυθόρμητες λαϊκές συγκεντρώσεις. (Βλέπετε κανέναν συσχετισμό με την πρόταση Καμμένου - Δούρου;)

Όπως καταλάβατε, έχω ήδη αρχίσει να σας λέω κάποιες σκέψεις πάνω στο ερώτημα για ποιο λόγο γιορτάζουμε.
Δείτε λίγο πώς «παρελαύνει» η ομογένεια στην Αμερική ή την Αυστραλία και θα καταλάβετε τι εννοώ. Εθνικές στολές, τραγούδια, σημαιούλες, αν δεν είχανε και το κιτς να ντύνονται Κολοκοτρώνηδες, θα μιλούσαμε για μια καθώς πρέπει γιορτή.

Δυστυχώς όμως, εδώ έχουμε άλλους στόχους, πέραν κι από αυτούς του «αξιόμαχου». Γιορτάζουμε λες και προσπαθούμε να αποδείξουμε κάτι, πρωτίστως στον εαυτό μας και δευτερευόντως στους ξένους. Ανάλογα δε με την συγκυρία, η προτεραιότητες αυτές μπορούν να αντιστρέφονται, όπως, για παράδειγμα, στον φετινό εορτασμό στο Σύνταγμα.

Αυτός ο αυθόρμητος (όσον αφορά τους εμπνευστές του, εκείνους δηλαδή που είχαν την ιδέα) εορτασμός προφανώς απευθύνεται στους συνομιλητές μας στον ευρωπαϊκό χώρο. Να τους δείξουμε ποιοι είμαστε εμείς, ποιους πάνε να «ρίξουν» ή, για τους πιο καμένους, με ποιους πάνε να τα βάλουν!

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Πόσο θλιβερό!

Μου περιέγραφε κάποιος φίλος την βαθειά κατάθλιψη στην οποία έχει περιπέσει ένας συνάδελφός του, για τον οποίο μου μιλούσε αρκετά συχνά, προεκλογικά. Ένθερμος οπαδός του ΣΥΡΙΖΑ, γεμάτος ενθουσιασμό τότε, σήμερα ή μάλλον εδώ και δυο μήνες… δεν μιλιέται. Το χειρότερο είναι πως η κατάθλιψη έχει σωματοποιηθεί και ο άνθρωπος τρέχει στους γιατρούς που δεν μπορούν να βρουν τι έχει.

Φαντάζομαι τη δεινή θέση στην οποία έχουν περιέλθει όλοι εκείνοι οι Αριστεροί, οι οποίοι υποστήριζαν πως οι παρελάσεις είναι κατάλοιπα της μεταξικής εποχής και πώς οι εορτασμοί κατά τις εθνικές επετείους μόνο εθνικιστικά πρότυπα δημιουργούν. Μία ήταν γι’ αυτούς η γιορτή, το Πολυτεχνείο, και ένας ο εορτασμός, η πορεία με όλα τα συμπαρομαρτούντα. Τώρα τι να πουν και τι να ομολογήσουν;

Είναι άλλο πράγμα η υπαναχώρηση από θέσεις (κωλοτούμπα) σε ζητήματα που, στο κάτω κάτω, υπάρχει μια έντονη εξωτερική οικονομική πίεση και άλλο σε ζητήματα που η μόνη πίεση είναι το πολιτικό κόστος, όπως η κατάργηση των παρελάσεων. Κι εδώ βλέπουμε όχι απλώς διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης, αλλά και αναβάθμισή της.

Δεν χρειάζεται να χαλάμε τις καρδιές μας, ούτε φυσικά να μας πιάνει κατάθλιψη. Αρκεί να ξεκαθαρίσουμε το λόγο για τον οποίο γίνονται όλα αυτά, λόγο εντελώς διαφορετικό από τον στόχο Καμμένου-Δούρου.
Ας τον βρούμε κι ας τον εξηγήσουμε και στα παιδιά μας. Έτσι θα χαρούνε κι αυτά όχι μόνο το παγωτό μετά την παρέλαση, αλλά και την παρέλαση την ίδια.
Και εμείς τον μπακαλιάρο!

Γιατί χαίρεται ο κόσμος; 

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

150323 ΑΣΥΜΦΩΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Εμπιστοσύνη ή προκατάληψη;

Είναι παρατηρημένο (διά γυμνού οφθαλμού, που λένε) ότι συχνά δίνουμε μεγαλύτερη βαρύτητα στο ποιος είναι αυτός που μιλάει, παρά στο τι ακριβώς λέει. Όλοι έχουμε τις προτιμήσεις μας κι αυτό δεν είναι ντροπή.

Το ίδιο πράγμα, την ίδια είδηση, αν την ακούσεις από μια πηγή, σου κάνει διαφορετική εντύπωση και, αν την ακούσεις από κάποια άλλη, εντελώς… διαφορετική.
(Λάβετε παρακαλώ υπόψη σας ότι η μια διαφορετική είναι εντελώς διαφορετική από την άλλη, επίσης διαφορετική, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να διαφέρουν τόσο πολύ ώστε να μη μοιάζουν καθόλου.)

Δείτε λίγο τις καθημερινές μας κουβέντες. Υπάρχουν φίλοι και γνωστοί τους οποίους εμπιστευόμαστε και από τους οποίους μαθαίνουμε ένα σωρό πράγματα, χωρίς να τα πολυεξετάζουμε.
Αντιθέτως, αν μάθουμε κάτι από κάποιους άλλους, θα το περάσουμε από σαράντα κόσκινα, θα το διασταυρώσουμε δέκα φορές και μετά θα πεισθούμε ότι είναι αληθινό. Με αμφιβολία!

Μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει και με τις επίσημες πηγές ενημέρωσης; Λίγο πολύ ο καθένας έχει τις προτιμήσεις του, έχει τα Μέσα ή και τους δημοσιογράφους από τους οποίους προτιμά να ενημερώνεται. Αυτό δεν είναι τυχαίο, ούτε, φυσικά, κακό. Η ενημέρωση είναι μια σχέση εμπιστοσύνης, η οποία οικοδομείται αργά (αλλά γκρεμίζεται πολύ εύκολα), πράγμα που το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι έχουν κάποιου είδους σχέση με τα ΜΜΕ.

Αν αυτό ισχύει για τις ειδήσεις, το βλέπουμε σε πολύ πιο έντονο βαθμό στα σχόλια. Εκεί μάλιστα, ιδιαίτερα στα σχόλια που μπορούμε να βρούμε στο διαδίκτυο, συναντάμε και μια ιδιότυπη σχέση. Βλέπουμε τον άλλο να διαβάζει καθημερινά κάποιον σχολιαστή και να γράφει από κάτω την αρνητική κριτική του. Δεν είναι αυτό μια ιδιότυπη σχέση; Διαφωνώ μονίμως με όσα λες, όμως εξακολουθώ να σε παρακολουθώ σε καθημερινή βάση.

Όλο αυτό το φαινόμενο έρχεται να επισημοποιηθεί με τα αποτελέσματα μιας έρευνας που είδαμε τις τελευταίες μέρες. Σε σάιτ που εμπιστευόμαστε, εννοείται.
Ρώτησαν διάφορους πολίτες να πουν κατά πόσο συμφωνούν ή διαφωνούν με μια γνώμη, χωρίς να τους πουν ποιος την είχε διατυπώσει. Μετά ρώτησαν άλλους, στους οποίους όμως είχαν δώσει προηγουμένως αυτή την πληροφορία.

Το άλλο πουλάκι:
Κοιτάξτε πώς αντέδρασαν.

Ή μάλλον, ας το κάνουμε διαφορετικά, ώστε να μπορέσετε κι εσείς να «μετρήσετε» ίσως τον εαυτό σας. Ακούστε και πείτε αν συμφωνείτε ή διαφωνείτε:
«Η Ελλάδα έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα πάνω από τις δυνάμεις της».
Τι λέτε; Αν συμφωνείτε μ’ αυτό τότε ανήκετε στο 81,5% όσων ρωτήθηκαν. Αν διαφωνείτε, τότε είστε με τη μειοψηφία, το 14,5% που επίσης διαφωνεί.
Πώς είπατε; Θέλετε και τη δική μου γνώμη; Ε, λοιπόν, εγώ συμφωνώ πως πράγματι έτσι κάναμε, ζήσαμε (και πολλοί εξακολουθούν να ζουν ακόμη) με χρήματα που δεν ανταποκρίνονται στην οικονομική πραγματικότητα της χώρας.

Ελάτε τώρα να δούμε την τοποθέτηση αυτή με διαφορετική ματιά. Παρακαλώ τοποθετηθείτε -συμφωνώ, διαφωνώ- πάνω στο εξής: «Ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διατύπωσε την άποψη πως η Ελλάδα έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα πάνω από τις δυνάμεις της».

Είδατε πώς αλλάζει το πράγμα. Πρώτα πρώτα να πούμε πως πρέπει να συμφωνήσουμε ή να διαφωνήσουμε και πάλι με τη συγκεκριμένη άποψη, όχι με το αν το είπε ο Σόιμπλε.
Ε, λοιπόν, σας πληροφορώ ότι αυτή τη φορά το ποσοστό εκείνων που δήλωσαν ότι συμφωνούν έπεσε δώδεκα ολόκληρες μονάδες (59,5%) ενώ αντίστοιχα ανέβηκε το ποσοστό όσων διαφωνούν. Επειδή δεν υπάρχει κάποια άλλη παράμετρος, είναι φανερό ότι… ο Σόιμπλε έκανε τη διαφορά!

Υπάρχει και δεύτερο παράδειγμα το οποίο απλώς επιβεβαιώνει όσα μας έδειξε το πρώτο. Με τη δήλωση «σε περίπτωση μη αποδοχής των προτάσεων της ελληνικής κυβέρνησης από τους ευρωπαίους, η χώρα κινδυνεύει με πολιτική αποσταθεροποίησης» συμφώνησε το 48,5% των ερωτηθέντων.
Όταν όμως τους έλεγαν πως αυτή είναι μια δήλωση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, τότε συμφωνούσε το 66%, διαφορά, πιστεύω  συμφωνείτε, τεράστια.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Εμπιστοσύνη ή προκατάληψη;

Νομίζω ότι η απάντηση βρίσκεται αν ψάξουμε λίγο βαθύτερα. Συζητούσα προχθές μ’ έναν φίλο για τα αθλητικά, δηλαδή τα ποδοσφαιρικά, και μου έλεγε πως υπάρχει μια μεγάλη μερίδα φιλάθλων, δηλαδή ποδοσφαιρόφιλων, οι οποίοι, όποιο αποτέλεσμα και να έρθει, θα δουν από πίσω μια «στημένη» κατάσταση. Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη.

Έτσι και με τις ειδήσεις ή τα σχόλια. Θέλουμε πάντοτε να μαντεύουμε τι έχει στο νου του αυτός από τον οποίο τα ακούμε. Αφού προηγουμένως τον έχουμε χαρακτηρίσει και κατατάξει εμείς οι ίδιοι. Άρα εμπιστοσύνη και προκατάληψη πάνε χέρι χέρι, και τα δύο χτίζονται με βάση όσα προσλαμβάνουμε και όσα έχουμε στο μυαλό μας εμείς οι ίδιοι. Κάπως έτσι όμως ξεκινάει ένας φαύλος κύκλος που είναι πολύ δύσκολο να σπάσει.

Πώς μπορεί να συμβεί αυτό; Ένας τρόπος είναι να μην μένουμε στην επιφάνεια, αλλά να ψάχνουμε πιο πολύ. Να βλέπουμε τι λένε και «οι άλλοι». Να συζητάμε με φίλους που έχουν αντίθετη άποψη και να τους ακούμε με προσοχή -από φίλο δέχεσαι πιο εύκολα το αντίθετο- να προσπαθούμε να δούμε το ζήτημα σφαιρικά και να ψάχνουμε πίσω από τους τίτλους ή τα προφανή δεδομένα.

Δύσκολο; Ποιος είπε ότι η ενημέρωση, η «ενεργητική ενημέρωση», είναι εύκολο πράγμα;
Διότι υπάρχει και η παθητική, που… την τρως και κάθεσαι.
Κοίτα (πρώτα) ποιος μιλάει!

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

150320 ΑΠΟ-ΖΗΜΙΩΜΕΝΟ

Το ένα πουλάκι:
Δεν φοβούνται;

Κάποτε πρέπει να μαθαίνουμε. Αν δεν δεχτούμε να το κάνουμε μόνοι μας, υπάρχει φόβος να γίνει με βίαιο τρόπο. Και τότε θα είναι πολύ δυσάρεστο.
Υποτίθεται πως υπάρχουν διαδικασίες που μας ωριμάζουν. Ας πούμε οι δυσκολίες (θα πας στο στρατό και θα γίνεις άντρας) ή η ανάληψη ευθυνών (θα γίνεις μητέρα και θα με καταλάβεις).
Το βέβαιο είναι πως κάποιοι δεν ωριμάζουν ποτέ και με τίποτε.

Αυτό είναι δύσκολο για τους ίδιους, είναι όμως καταστροφικό και για τους άλλους, ιδίως όταν οι ανώριμοι αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης και παίρνουν αποφάσεις που αφορούν τις ζωές πολλών ανθρώπων.
Το δυσάρεστο, αλλά και επικίνδυνο, είναι όταν οι ανώριμοι έχουν και άγνοια φόβου. Όταν δεν μπορούν να αντιληφθούν πως οι αποφάσεις τους έχουν ρίσκο, συχνά μεγάλο.

Θα σας δώσω κάποια παραδείγματα με αφορμή την πρόσφατη επικαιρότητα. Το πρώτο έχει να κάνει με τις στρατιωτικές ή πολεμικές αποζημιώσεις, τις οποίες ετοιμαζόμαστε να διεκδικήσουμε από τη Γερμανία.
Θα είδατε μάλιστα και το ζευγάρι αυτό των Γερμανών που ήρθε «να πληρώσει το μερίδιό του». Το έχουν αυτό το συνήθειο οι Γερμανοί με το «ρεφενέ».

Οι άνθρωποι κάθισαν και υπολόγισαν το χρέος -11 δις ευρώ το 1942 περίπου 70 δις σημερινά με τους τόκους (αλλά χωρίς προσαυξήσεις!)- το οποίο διαίρεσαν με τον αριθμό των πολιτών της χώρας τους και βρήκαν τι αναλογεί στον καθένα.
Όπως κάνουμε στην ταβέρνα. Μόνο που εμείς το κάνουμε τα τελευταία χρόνια, παλαιότερα μαλώναμε ποιος θα πληρώσει.

Αυτές, λοιπόν, οι αποζημιώσεις άλλοι λένε πως είναι από το υποχρεωτικό κατοχικό δάνειο και άλλοι από τις σφαγές των κατακτητών προς τους απογόνους των θυμάτων.
Αν ισχύει το δεύτερο υπάρχουν δύο προβλήματα. Το πρώτο είναι πως τα όποια χρήματα δεν τα δικαιούμαστε όλοι (ακούγεται ότι θα πέσουν στα ταμεία του κράτους ή ότι θα συμψηφιστούν με δικά μας χρέη) αλλά οι απόγονοι των θυμάτων. Λογικό δεν είναι;

Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως που προκύπτει είναι το ερώτημα τι γίνεται με τα θύματα ενός άλλου πολέμου, του δικού μας, του εμφυλίου. Μπορούν κι αυτά να ζητήσουν αποζημιώσεις από τη μία ή την άλλη πλευρά, ανάλογα ποιας υπήρξαν θύματα;
Γιατί όχι; Δίκαιο δεν είναι; Και τότε ποιος θα τους αποζημιώσει;

Το άλλο πουλάκι:
Ας έρθουμε στο δεύτερο παράδειγμα.

Εδώ, λέει η Πρόεδρος της Βουλής, πρέπει να δούμε τη δομή και τη φύση του δημόσιου χρέους, ώστε να αποφασίσουμε ποιο τμήμα του πρέπει πραγματικά να αποπληρωθεί. Σας διαβάζω:
«Θα διερευνηθεί (σ.σ. μέσω ειδικών Επιτροπών) ποιο τμήμα των δανείων που δόθηκαν στην Ελλάδα διασπαθίστηκε σε υποθέσεις μίζας, διαφθοράς και διαπλοκής, ώστε να καταδειχθεί με αυτό τον τρόπο το τμήμα του χρέους που είναι νόμιμο και ποιο απεχθές και επονείδιστο, δηλαδή παράνομο και μη οφειλόμενο».

Πρώτα πρώτα να δούμε και πάλι μια αντίφαση, η οποία συνδέει τα δύο παραδείγματα. Απεχθές χαρακτηρίζεται ένα χρέος το οποίο έλαβε κάποια χώρα υπό δικτατορικό ή απολυταρχικό καθεστώς και το οποίο δικαιούται να μην αναγνωρίσει, όταν αλλάζουν τα πράγματα και επανέρχεται η δημοκρατία.

Ας αφήσουμε το γεγονός ότι τα χρήματα που δανειστήκαμε εμείς τα δανειστήκαμε σε περιόδους δημοκρατίας με δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις.
Δεν είναι όμως αντιφατικό να ζητάμε από τη σημερινή Γερμανία να πληρώσει για λάθη που έκανε το ναζιστικό καθεστώς, το οποίο και η ίδια έχει καταδικάσει, αλλά και έχει πληρώσει πολύ σκληρά;

Ξεπερνάμε την αντίφαση και πάμε στον κίνδυνο που κρύβει αυτή η πρόταση για δάνεια που δόθηκαν μετά από μίζες. Κατ’ αρχάς δεν έχει διευκρινιστεί αν θα αρνηθούμε την αποπληρωμή ολόκληρου του ποσού ή μόνο της μίζας, όμως αφήνεται να εννοηθεί ότι μιλάμε για ολόκληρο, διαφορετικά δεν θα είχε νόημα το ψάξιμο.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Όχι, θα είχε.

Διότι συμφωνώ κι εγώ πως είναι πολύ χρήσιμο και διδακτικό να ξέρουμε με ποιον τρόπο παίρνονται τα δάνεια και πού πηγαίνουν μετά.
Αυτό είναι ένα θέμα στο οποίο κανείς δεν θα είχε αντίρρηση. Πιθανότατα δεν θα είχε και στο άλλο κομμάτι, αυτό της διαγραφής τέτοιων «βρώμικων δανείων», για άλλους λόγους όμως από εκείνους που φαντάζεστε.

Ξέρετε, εδώ, στη χώρα μας, πόσοι επαγγελματίες αναγκάστηκαν να πάρουν δάνεια, κυρίως όμως επιδοτήσεις για τις επιχειρήσεις τους, ή να συνάψουν συμφωνίες με το δημόσιο λαδώνοντας, δίνοντας μίζες; Αν δεν ξέρετε, κάντε μια κουβέντα στην πιάτσα και θα ενημερωθείτε.
Τι θα γίνεται, λοιπόν, μ’ αυτούς; Έχουν δικαίωμα να αρνηθούν τα χρέη τους, επικαλούμενοι πως είναι απεχθή και επονείδιστα;

Βλέπετε, φίλοι μου, τα πράγματα δεν είναι διόλου απλά. Τέτοιου είδους διεκδικήσεις ή πρωτοβουλίες πρέπει να εξετάζονται με μεγάλη προσοχή, κυρίως όμως να ξεφεύγουν από τη λογική στην οποία πάμε να μπούμε με φόρα, αν δεν είμαστε ήδη μέσα για τα καλά.
Εκείνη που λέει πως οι ξένοι είναι άτιμα κουμάσια κι εμείς είμαστε αθώες περιστερές.

Προσοχή! Εξίσου επικίνδυνο είναι και το ακριβώς αντίθετο. Το να χρεώσουμε όλα τα στραβά σ’ εμάς τους ίδιους, αθωώνοντας εντελώς τους απ’ έξω. Ευθύνες υπάρχουν και στις δύο πλευρές και καλό είναι να καταδειχθούν. Διαφορετικά πέφτουμε σε αντιφάσεις και γινόμαστε αναξιόπιστοι.

Τα δικά τους καρύδια, τα δικά μας σύκα!

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

150319 ΕΞΕΤΑΣΤΕΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Νέες αλλαγές στην εκπαίδευση.

Όταν λέμε αλλαγές στην εκπαίδευση τι εννοούμε; Εξαρτάται για ποια χώρα μιλάμε. Πολύ σωστά. Αν πρόκειται για τη χώρα μας, αλλαγές στην εκπαίδευση σημαίνει νέος τρόπος διεξαγωγής των πανελληνίων εξετάσεων και εισόδου στα Πανεπιστήμια.
Θέλετε να το δούμε λίγο το θέμα από… εκπαιδευτική σκοπιά;

Δεν καταλάβατε τι εννοώ. Λέγοντας εκπαιδευτική σκοπιά εννοώ πως εμείς θα μάθουμε, θα διδαχθούμε κάτι και θα βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με το πώς γίνονται αυτού του είδους οι αλλαγές. Που, αν είναι και λίγο πιο περίπλοκες, τις λες και «μεταρρυθμίσεις».

Ας ξεκινήσουμε από τα μαθήματα. Ξέρετε πώς παίζεται η κολοκυθιά; Ε, κάτι τέτοιο, χρόνια τώρα, παίζεται και με τα εξεταζόμενα μαθήματα. Να είναι έξι. Και γιατί να είναι έξι; Εμ, πόσα να είναι; Να είναι τέσσερα. Και γιατί να είναι τέσσερα; Εμ, πόσα να είναι; Να είναι οκτώ…
Βέβαια, αν τους ρωτήσεις όλους ποιο είναι το σκεπτικό τους, θα σου πουν -σωστά το μαντέψατε- ακριβώς το ίδιο πράγμα.

Στόχος πάντοτε είναι «η αναβάθμιση του Λυκείου, η καταπολέμηση της παπαγαλίας και η πάταξη της παραπαιδείας».
Όπως όμως μπορεί να παρατηρήσει κανείς διά γυμνού οφθαλμού, τόσες και τόσες κολοκυθιές -με συγχωρείτε- «μεταρρυθμίσεις» και πάλι το Λύκειο είναι να το κλαις, όσο για την παπαγαλία και την παραπαιδεία ζουν και βασιλεύουν.

Ο αριθμός όμως των εξεταζόμενων μαθημάτων δεν είναι απλή υπόθεση. Πρώτα πρώτα έχει να κάνει και με το ποια μαθήματα θα εξετάζονται. Εσείς, ας πούμε, τι θα απαντούσατε στο ερώτημα «Χημεία ή Πληροφορική;» ένα ερώτημα που τίθεται έντονα αυτές τις μέρες που συζητιέται άλλη μια «μεταρρύθμιση».
Προσέξτε! Η απάντηση δεν είναι απλή, αν δεν είστε σίγουροι καλύτερα να μην πάρετε θέση, διότι θα βρεθείτε μπλεγμένοι.

Ξέρετε γιατί; Διότι το αν ένα μάθημα εξετάζεται στις πανελλήνιες ή όχι καθορίζει την αξία που έχει ως διδακτικό αντικείμενο. (Κανονικά θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο, όμως στην Ελλάδα ζούμε.)
Δηλαδή, για να το καταλάβετε καλύτερα, τόσο ο σύλλογος Χημικών, όσο και ο σύλλογος καθηγητών Πληροφορικής τρέχουν και διαγκωνίζονται, ώστε το δικό τους μάθημα να μπει στις εξετάσεις.
Γιατί άραγε;

Το άλλο πουλάκι:
Μην πάει ο νους σας στο κακό.

Ασφαλώς και υπάρχουν πολλοί που σκέφτονται τα ιδιαίτερα μαθήματα, όμως το θέμα είναι ακόμη πιο σύνθετο. Μου έδωσε να το καταλάβω φίλος καθηγητής, ο οποίος έπεσε πάνω σε μια τέτοια «μεταρρύθμιση».
Το μάθημά του ήταν εξεταζόμενο και, ως αποτέλεσμα αυτού, είχε μια τάξη στην οποία χαιρόσουν να διδάσκεις. Οι μαθητές πρόσεχαν, συμμετείχαν, εξέφραζαν απορίες, ζητούσαν επιπλέον ασκήσεις…

Κάποια στιγμή όμως ανακοινώθηκε ότι το μάθημα αυτό θα βγει από τις εξετάσεις. Είχε έρθει η «μεταρρύθμιση». Ε, αυτό την επόμενη κιόλας μέρα, η τάξη ήταν εντελώς διαφορετική. Ο ίδιος καθηγητής, οι ίδιοι μαθητές, το ίδιο διδακτικό αντικείμενο. Μόλις όμως έπαψε να είναι εξεταζόμενο, το γράψαν όλοι στα παλιά τους τα παπούτσια. Γι’ αυτό σας είπα είναι τα ιδιαίτερα, είναι όμως και η αξία που παίρνει το μάθημα.

Τώρα, μ’ αυτά που σας είπα, ίσως θα καταλάβατε και ποιοι άλλοι βρίσκονται πίσω από τις εκάστοτε μεταρρυθμίσεις. Σωστά. Οι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων. Οι οποίοι έχουν κι αυτοί τον τρόπο τους να πιέζουν το υπουργείο, ο καθένας προς τη κατεύθυνση που τον συμφέρει.
Κανονικά, όσο περισσότερα είναι τα εξεταζόμενα μαθήματα τόσο το καλύτερο γι’ αυτούς.

Υπάρχει βέβαια και η άλλη άποψη που υποστηρίζει ότι τα πολλά μαθήματα μειώνουν τα φροντιστήρια. Πού να προλάβει ο άλλος να πρωτοτρέξει και ποιο μάθημα να πρωτοπληρώσει. Αφήστε που είναι αδύνατον να «παπαγαλίσει» και τόσο πολλή και διαφορετική ύλη.

Η πράξη όμως δείχνει πως αυτό δεν ισχύει. Ο Έλλην γονιός μπορεί να μην πληρώσει τον ΕΝΦΙΑ, αλλά το παιδί του θα το στείλει στο φροντιστήριο, βρέξει χιονίσει, όσο αντέχει η τσέπη του.
Αφήστε που και οι δυνατότητες παπαγαλίας των νέων παιδιών είναι τέτοιες που δεν φαντάζεστε. Οπότε…

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Δεν είναι μόνο τα μαθήματα!

Τα φροντιστήρια, ιδιαίτερα τα «μονοθεματικά», πιέζουν και για τα πεδία και τον αριθμό των σχολών τις οποίες μπορεί να δηλώσει ένα… μάθημα.
Για να το καταλάβατε, άλλο είναι τα αρχαία να χρειάζονται σε ένα πεδίο επιλογής και είκοσι σχολές και άλλο σε δύο και πενήντα σχολές. Αμέσως αμέσως το μάθημα αναβαθμίζεται, αποκτά ζήτηση και έτσι ειδικά τα... «εξειδικευμένα φροντιστήρια» αποκτούν μεγαλύτερη πελατεία.

Υπάρχει όμως και μια άλλη παράμετρος που θα παίξει ρόλο στην παρούσα φάση. Κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις τις πληρώνουν άλλοι, ας πούμε η κακιά Ευρώπη, όπως εκείνες του «Νέου Λυκείου». Αν λοιπόν τις καταργήσουμε, θα ζητήσουν τα λεφτά τους πίσω, οι φραγκοφονιάδες (ευρωφονιάδες, για την ώρα).

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, καταλαβαίνετε, φίλοι μου, πως όση διάθεση για αλλαγές και αν έχει κάποιος, πέφτει επάνω σε αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα τα οποία είναι δύσκολο να αγνοήσει.
Εκτός αν είναι αριστερός, που, ως γνωστόν, τα συμφέροντα, τα κάθε λογής, τον πεισμώνουν περισσότερο και τον κάνουν πιο αποφασιστικό.

Εκτός αν τα συμφέροντα είναι κι εκείνα… αριστερά. Τότε το πράγμα περιπλέκεται και γι’ αυτό η αναμενόμενη «μεταρρύθμιση», που έπρεπε να είναι έτοιμη τη 1η Μαρτίου, ώστε να ισχύσει από το επόμενο έτος, καθυστερεί.
Ας ελπίσουμε ότι η καθυστέρηση θα βγάλει κάτι καλό.

Κολοκυθιά!

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

150318 ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΝ

Το ένα πουλάκι:
Το πρόβλημα με το μέλλον!

Το μέλλον έχει ένα κακό. Πάντοτε έρχεται. Αυτή την απλή αλήθεια δεν θέλουμε να την παραδεχτούμε, γι’ αυτό είμαστε συχνά τόσο ανυπόμονοι. Θέλουμε το μέλλον «εδώ και τώρα», γιατί πιστεύουμε πως, αν καθυστερήσουμε λίγο, δεν θα φτάσει ποτέ. Αυτό όμως φτάνει. Πάντοτε!

Κοιτάξτε λίγο τα παιδιά που βιάζονται να μεγαλώσουν. Προσπαθούν να φερθούν σαν μεγάλοι, κάνουν πρόωρα τα δικά μας λάθη, λες και ποτέ δεν θα μεγαλώσουν για να τα κάνουν στην ώρα τους.
Στη βιασύνη τους αυτή χάνουν ό,τι πιο πολύτιμο διαθέτει η ηλικία τους, την παιδικότητα ή τα νιάτα, που, αν δεν τα ζήσεις (γλεντήσεις λέει το τραγούδι) στον καιρό τους, θα χρειαστεί ίσως να τα ζήσεις μεγάλος και τότε κινδυνεύεις σοβαρά να γελοιοποιηθείς.

Το μέλλον όμως φτάνει πάντα. Συνήθως στην ώρα του. Μπορεί να μην το συνειδητοποιούμε, όμως το σημερινό παρόν είναι το χθεσινό μέλλον, εκείνο που βιαζόμασταν να το φέρουμε, λες και δεν θα έφτανε ποτέ. Ή λες και θα χαλούσε ο κόσμος, αν το περιμέναμε υπομονετικά, αν κάναμε όλες τις απαραίτητες ενέργειες να το υποδεχτούμε σωστά και όπως του πρέπει.

Τα σκεφτόμουν όλα αυτά βλέποντας φωτογραφίες από την ορκωμοσία του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας. Του Προέδρου Προκόπη Παυλόπουλου.
Έχω την εντύπωση, και διορθώστε με αν κάνω λάθος, πως πριν από το Πρόεδρος (της Δημοκρατίας), όπως και πριν από το Στρατηγός δεν μπαίνει το «κύριος». Το ακούω όμως πολύ συχνά από τα ΜΜΕ και το βλέπω και γραμμένο, γι’ αυτό αναρωτιέμαι μήπως άλλαξε τίποτε και δεν το πήρα χαμπάρι.
Ας επιστρέψουμε όμως στο… μέλλον.

Αν το παρελθόν δεν ήταν αυτό που ήταν, σίγουρα το παρόν, δηλαδή το μέλλον του παρελθόντος, θα ήταν διαφορετικό. Καλύτερο; Χειρότερο; Πάντως διαφορετικό.
Κανονικά (σκεφθείτε ποιο είναι το κανονικό) τέτοιες μέρες θα συζητούσαμε για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και, αν όλα πήγαιναν καλά (σκεφθείτε ποιο είναι και το καλό) θα μπαίναμε στην προεκλογική περίοδο.

Τα πράγματα όμως δεν έγιναν έτσι με ευθύνη κάποιων. Μεγαλύτερη ή μικρότερη δεν έχει σημασία, πάντως δεν φτάσαμε εδώ τυχαία. Κάποιοι το επιδίωξαν, κάποιοι το επιθυμούσαν διακαώς και κάποιους άλλους δεν τους ενοχλούσε.

Το άλλο πουλάκι:
Λέτε να το μετάνιωσαν;

Ξέρετε πολύ καλά ότι στην Ιστορία δεν μπορούμε να θέσουμε το ερώτημα «τι θα γινόταν αν…», διότι είναι σαν να προβλέπουμε το μέλλον. Και, όπως θα έλεγε κι ο Ορέστης Μακρής, τσιγγάνες τουρκογύφτισσες δεν είμαστε. Τι θα γινόταν αν ο Μέγας Αλέξανδρος δεν πέθαινε τόσο νέος; Πού να ξέρουμε. Θα μπορούσε να φανταστεί κανείς χίλια διαφορετικά σενάρια. Είναι σαν να σταματάς μια ταινία στη μέση και να λες στους θεατές να μαντέψουν τη συνέχεια. Ε, ο καθένας θα σου πει κάτι διαφορετικό.

Υπάρχει όμως κάτι που είναι βέβαιο. Τα πράγματα δεν θα ήταν όπως είναι σήμερα. Δεν ξέρουμε τι θα γινόταν αν νικούσαν οι Πέρσες στη Σαλαμίνα, αν ο Μέγας Κωνσταντίνος δε γινόταν αυτοκράτορας, αν ο Μαρτίνος Λούθηρος ήταν κηπουρός, αν ο Κολόμβος επέστρεφε πριν βρει στεριά, αν ο Ναπολέων νικούσε τον… ρωσικό χειμώνα, αν η Οκτωβριανή Επανάσταση (που έγινε Νοέμβριο) γινόταν την Άνοιξη, αν ο Χίτλερ είχε γεννηθεί κορίτσι…
Ξέρουμε όμως σίγουρα ότι ο κόσμος θα είχε μια διαφορετική εικόνα.

Δηλαδή, για να το φέρουμε πιο κοντά μας, αν δεν γινόταν η ψηφοφορία για εκλογή Προέδρου τα Χριστούγεννα και οι εκλογές στις 25 Ιανουαρίου, σήμερα τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά.
Εδώ όμως ίσως μπορούμε να κάνουμε και μια υπόθεση. Θα σας εξηγήσω το λόγο στο τέλος.

Το βέβαιο είναι ότι θα είχαμε ακόμη μνημόνιο και Τρόικα και δεν θα είχαμε Ζωή και Γιάνη. Ακόμη.

Θα ετοιμαζόμασταν για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου χωρίς Καμμένο και τα παιδιά μας δεν θα είχαν πολλούς επιπλέον λόγους να μπερδεύουν τους Τούρκους με τους Γερμανούς. Τώρα έχουν.

Αυτά σε γενικές γραμμές. Διότι το όλο θέμα θα μπορούσε να εξειδικευτεί στις αρμοδιότητες κάθε υπουργείου και στα μέτρα που (ακούγονται ότι) αυτό θα πάρει.

Και ένα τρίτο πουλάκι:
Κάποιοι ακόμη θα περίμεναν…

Θα ήταν βέβαιοι πως, μετά τις επερχόμενες εκλογές, το μνημόνιο θα καταργούνταν με ένα νόμο και ένα άρθρο.
Επίσης θα περίμεναν να δουν πως οι αγορές θα επιδίδονταν στον χορό πάνω στο ρυθμό που θα βαρούσαμε «εμείς».
Δυστυχώς όμως, το μέλλον είναι εδώ, πάντα έρχεται, και τώρα ξέρουμε πως τα πράγματα δεν ΘΑ γίνουν έτσι.

Ας κάνουμε όμως την υπόθεση που σας είχαμε πει προηγουμένως. Συμφωνήσαμε ότι τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Καλύτερα ή χειρότερα; Κανονικά η απάντηση είναι «δεν μπορούμε να ξέρουμε», αφού δεν ξέρουμε πώς ακριβώς θα ήταν.
Ξαναρωτάω όμως. Καλύτερα ή χειρότερα; Με την έννοια «πόσο χειρότερα θα μπορούσε να είναι η κατάσταση, αν η Προεδρική εκλογή γινόταν σε ένα μήνα και οι εκλογές μετά το Πάσχα;»

Δεν ξέρω εσείς, όμως εγώ δεν μπορώ να φανταστώ, αφού όλοι (και, ακόμη και στην κυβέρνηση) ομολογούν πως τα πράγματα είναι πολύ κρίσιμα.
Πού θέλω να καταλήξω. Στο προφανές συμπέρασμα ότι κακώς βιαστήκαμε. Όλοι. Και η τότε κυβέρνηση που σκέφτηκε έναν πονηρό τρόπο να θέσει την αντιπολίτευση προ των ευθυνών της («μας παγίδεψαν»), αλλά και η τότε αντιπολίτευση που έκανε όπως… η χήρα στο κρεβάτι, για να θυμηθώ μια παλιά λαϊκή κουβέντα.

Το (τότε) μέλλον όμως ήρθε. Είναι εδώ. Κι εμείς ξέρουμε. Όπως ξέρει και η κάθε ανυπόμονη… χήρα πως άλλο η θεωρία και άλλο η πράξη!

Μάλλον… μέλλον!